• Θεωρούμε πως η προτεινόμενη διάταξη αποτυγχάνει να παρατηρήσει και να σεβαστεί τις θετικές υποχρεώσεις της χώρας μας που εγγυάται, μεταξύ άλλων, το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, στο ουσιαστικό και διαδικαστικό του σκέλος. Όχι μόνο διατηρείται, αλλά και επιτείνεται, η «εξορία» των κρατουμένων και της άποψής τους για την τοποθέτησή τους, όχι μόνο δεν «ακούγονται» σχετικά με τις μεταγωγές τους, αλλά δεν προβλέπεται καν προθεσμία γνωστοποίησης της απόφασης μεταγωγής στον κρατούμενο πριν την υλοποίησή της, κοινοποίηση σε αυτόν εγγράφου περί μεταγωγής, ούτε γνωστοποίηση στον κρατούμενο των λόγων αυτής, ούτε εύλογος χρόνος ούτε ευχέρεια για να προσβληθεί αυτή σε δικαστήριο ως «έκνομη πράξη» (π.χ. αν προσκρούει στο Σ, στην ΕΣΔΑ ή το ΔΣΑΠΔ) ή πράξη που θίγει οποιοδήποτε δικαίωμα ή έννομο αγαθό του κρατουμένου. Οι κρατούμενοι, συνεπώς, λόγω της ιδιότητάς τους αυτής, στερούνται την συνταγματικά κατοχυρωμένη «προηγούμενη ακρόαση» πριν την απόφαση και υλοποίηση πράξεων της πολιτείας που λειτουργούν καθοριστικά στη ζωή τους. Αντιμετωπίζονται σαν να είναι «αόρατοι» ή, ακόμα χειρότερα, σαν να είναι «πράγματα», που μπορούν -αιφνιδιαστικά και χωρίς προηγούμενη ενημέρωση και προετοιμασία, και χωρίς να θεωρηθεί σημαντικό το να ακουσθεί η γνώμη τους- να ξεριζώνονται από το τοπίο όπου έχουν εγκατασταθεί και από τις βιοτικές σχέσεις που έχουν σχηματίσει, να παραλαμβάνονται, να παραδίδονται, να μεταφέρονται, και να τοποθετούνται, ανάλογα με το αν «χωράν» στα διαθέσιμα τετραγωνικά μέτρα σε κάποιο σημείο της Επικράτειας (σημειωτέον, κρίνονται "ανεκτά" υπό προϋποθέσεις στον προτεινόμενο Κώδικα ακόμα και τα 3 τ.μ. ανά άτομο!). Σε περίπτωση που κάποιος βρίσκεται υπό δικονομική μεταγωγή (που μπορεί να διαρκέσει μήνες), τυχόν αίτημά του προς μεταγωγή δεν μπορεί καν να διαβιβαστεί προς εξέταση και απορρίπτεται κατά την υποβολή του (!), ενώ για να υπάρξει δικαίωμα προσφυγής σε δικαστήριο κατά απόφασης που απορρίπτει αίτημα μεταγωγής, θα πρέπει κανείς να απορριφθεί… τρις, και τα αιτήματά του να κρίνονται «αιτιολογημένα». Θεωρούμε πως τούτα θέτουν μη δικαιολογημένα προσκόμματα στο δικαίωμα των κρατουμένων να υποβάλλουν αιτήματα προκειμένου να διαφυλάξουν έννομα συμφέροντά τους και δικαιώματά τους, τα οποία, όχι σπάνια, δεν μπορούν να περιμένουν χωρίς η εν τοις πράγμασι άσκησή τους να καταστεί αλυσιτελής ή να καταστραφεί ολοσχερώς από τη θεσμοθετούμενη με το παρόν έλλειψη της οποιασδήποτε δυνατότητας ακρόασης, λόγω του στάτους ενός κρατουμένου ως "υπό μεταγωγή", κάτι που σε αρκετές περιπτώσεις θα θέσει ζητήματα διακρίσεων λόγω κατάστασης (κατά μόνας και σε συνδυασμό με άλλα προστατευόμενα δικαιώματα, ακόμα και αυτό της ίδιας της ζωής). Ο δε περιορισμός της πρόσβασης στο Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινών, δια της επιβολής προϋποθέσεων όπως η πρότερη υποβολή πλήθους απορριφθέντων "τεκμηριωμένων" αιτημάτων, αποτελεί δυσανάλογο περιορισμό στην άσκηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τρόπο που δεν θα έπρεπε να θεωρείται ανεκτός στην έννομη τάξη μας. Ζητήματα πρότερης ενημέρωσης και δικαιώματος εναντίωσης (ως πρακτικό και αποτελεσματικό δικαίωμα εναντίωσης μπορεί βεβαίως να νοηθεί αυτό που ασκείται προτού υλοποιηθεί η μεταγωγή, και όχι εκ των υστέρων) του θιγόμενου από μεταγωγές που αποφασίζει η υπηρεσία ερήμην του δεν τίθενται καν στη "νομική αισθητική" του νομοθετήματος. Προτείνουμε να θεσμοθετηθεί η επαρκής συμμετοχή του κρατουμένου σε κάθε απόφαση μεταγωγής, οποιουδήποτε είδους, και σε κάθε στάδιο αυτής (π.χ. να κοινοποιείται υποχρεωτικά στον κρατούμενο, προτού ληφθεί απόφαση, η σχετική εισήγηση και να έχει στη διάθεσή του χρόνο και υποστήριξη για να αντιλέξει) η οποία, εκτός του δικαιώματος ακρόασης, εναντίωσης κλπ., θα πρέπει να εμπεριέχει και επαρκή χρόνο που θα δινεται στον κρατούμενο, προκειμένου να αντιδράσει ατομικά ή με την υποστήριξη δικηγόρου, η αρωγή του οποίου θα πρέπει να μπορεί να παρέχεται και αμισθί με επιλογή από τον οικείο κατάλογο της κατά τόπον αρμόδιας Αρχής. Ο Νομοθέτης προσκαλείται, ιδίως, να παρατηρήσει τις επιταγές του Κανόνα 17 των Ευρωπαϊκών Σωφρονιστικών Κανόνων: "Άρθρο 17 Θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι κρατούμενοι έχουν άμεσο ενδιαφέρον για αποφάσεις που αφορούν στην κατανομή τους. Ως εκ τούτου, πρέπει να ζητείται η γνώμη τους στο μέτρο του δυνατού και τα λογικά αιτήματα τους να γίνονται δεκτά, αν και η τελική απόφαση είναι αναγκαστικά εκείνη των αρχών. Οι διαβουλεύσεις αυτές πρέπει να πραγματοποιούνται πριν από την τοποθέτησή τους ή τη μεταφορά τους. Εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι απαιτήσεις ασφάλειας καθιστούν αναγκαία την τοποθέτηση ή μεταγωγή των κρατουμένων πριν από τη διαβούλευση μαζί τους, η διαβούλευση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί στη συνέχεια. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να υπάρχει μια πραγματική δυνατότητα αναστροφής της απόφασης εάν οι κρατούμενοι είχαν καλό λόγο να βρίσκονται σε διαφορετική φυλακή. ... Η μεταχείριση των κρατουμένων μπορεί να διαταραχθεί σοβαρά με τη μεταγωγή τους. ... Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα μιας μεταγωγής πρέπει να σταθμίζονται προσεκτικά προτού αυτή λάβει χώρα. Πρέπει να ζητείται η γνώμη των κρατουμένων για την αρχική κατανομή τους και για κάθε μεταγενέστερη μεταφορά από τη μια φυλακή στην άλλη (17.3).