Άρθρο 07 – Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών

1. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών (ΚΕΜ). Η Επιτροπή αυτή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είναι τριμελής και αποτελείται από α) τον δικαστικό λειτουργό των καταστημάτων κράτησης Κορυδαλλού ως πρόεδρο, με αναπληρωτή του τον δικαστικό λειτουργό του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Αυλώνα, β) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επιχειρήσεων και Διαχείριση κρίσεων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τον νόμιμο αναπληρωτή του και γ) τον Προϊστάμενο του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου των Καταστημάτων Κράτησης με αναπληρωτή του υπάλληλο της ίδια Διεύθυνσης επιθεωρητή του ίδιου Σώματος, ως μέλη. Η Επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον τέσσερις φορές το μήνα και αποφασίζει με πλειοψηφία. Χρέη γραμματέα επιτελούν υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
2. Η ΚΕΜ παραγγέλλει τις μεταγωγές κρατουμένων εκτός από τις μεταγωγές που γίνονται για λόγους υγείας ή δικονομικούς και συναφείς, προς διευκόλυνση του έργου της ανάκρισης ή προκειμένου να εμφανιστεί o μεταγόμενος σε δικαστήριο ή σε δημόσια αρχή. Αιτήματα παραμονής ή μεταγωγής κρατουμένων οι οποίοι έχουν μεταχθεί για δικονομικούς ή συναφείς λόγους και επικαλούνται λόγους προσωπικούς, οικογενειακούς, εργασίας ή απασχόλησης, εκπαιδευτικούς και συναφείς καθώς και σχετικούς με την παρακολούθηση εγκεκριμένων θεραπευτικών προγραμμάτων, που υποβάλλονται πριν την επαναμεταγωγή τους δεν διαβιβάζονται στην ΚΕΜ και τίθενται στο αρχείο ως νόμω αβάσιμα. Η ΚΕΜ αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία από τους φακέλους των κρατουμένων και υπηρεσιακές αναφορές που υποβάλλονται μαζί με τις προτάσεις του Συμβουλίου καταστήματος κράτησης με τη σύνθεση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του παρόντος, ζητεί πρόσθετες πληροφορίες ή διευκρινίσεις από το κατάστημα κράτησης και ρυθμίζει κάθε θέμα σχετικό με τις μεταγωγές για τις οποίες έχει αρμοδιότητα, ιδίως την άμεση ή τη σταδιακή εκτέλεση των σχετικών παραγγελιών ή την τροποποίηση ή ανάκλησή τους αν τούτο ζητηθεί αιτιολογημένα από το αρμόδιο Συμβούλιο καταστήματος κράτησης εντός είκοσι ημερών από την έκδοση των σχετικών αποφάσεων.
3. Σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος κρατουμένου ή σε περίπτωση που δεν υπάρχει αίτημα αλλά η μεταγωγή προωθείται από τη διοίκηση, οι αποφάσεις της ΚΕΜ είναι ειδικώς και πλήρως αιτιολογημένες. Αντίγραφο της απόφασης που απορρίπτει αίτηση κρατουμένου χορηγείται στον αιτούντα το συντομότερο δυνατό. Η απόφαση της ΚΕΜ με την οποία απορρίπτεται για τρίτη συνεχόμενη φορά τεκμηριωμένο αίτημα κρατουμένου για μεταγωγή προσβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο με προσφυγή στο οικείο Δικαστήριο Έκτισης Ποινών εντός δέκα ημερών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης σ’ αυτόν. Το ίδιο ισχύει σε περίπτωση τριών συνεχόμενων μεταγωγών του ίδιου κρατουμένου με πρωτοβουλία της διοίκησης με επίκληση λόγων σχετικών με την εύρυθμη λειτουργία του καταστήματος κράτησης. Στην τελευταία περίπτωση η προσφυγή ασκείται ενός δέκα ημερών από την εκτέλεση της τελευταίας διαταγής μεταγωγής. Εάν η προσφυγή γίνει δεκτή, η μεταωγή εκτελείται στην πρώτη περίπτωση ή ο κρατούμενος επιστρέφει στο κατάστημα από το οποίο μετήχθη στη δεύτερη περίπτωση με παραγγελία του εισαγγελέα του Δικαστηρίου Έκτισης Ποινών εκτός αν συντρέχουν λόγοι ασφαλείας ή επείγοντος
4. Κάθε άλλο ζήτημα που αφορά τις αρμοδιότητες και τον τρόπο λειτουργίας της ΚΕΜ ρυθμίζεται στις οικείες διατάξεις του παρόντος Κώδικα.

  • Άρθρο 7 – Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών:

    Στο Άρθρο αυτό θεωρούμε αναγκαίες προβλέψεις για προηγούμενη ακρόαση του προσώπου, δυνατότητα προσφυγής σε εύλογο χρόνο έναντι δικαστηρίου ενώ «αιτήματα παραμονής ή μεταγωγής κρατουμένων οι οποίοι έχουν μεταχθεί για δικονομικούς ή συναφείς λόγους και επικαλούνται λόγους προσωπικούς, οικογενειακούς, εργασίας ή απασχόλησης, εκπαιδευτικούς και συναφείς καθώς και σχετικούς με την παρακολούθηση εγκεκριμένων θεραπευτικών προγραμμάτων, που υποβάλλονται πριν την επαναμεταγωγή τους δεν διαβιβάζονται στην ΚΕΜ και τίθενται στο αρχείο ως νόμω αβάσιμα». Θεωρούμε ότι πρακτικές όπως αυτές παραβιάζουν το Άρθρο 13 της ΕΣΔΑ για το δικαίωμα σε πραγματική προσφυγή.

    Για το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών,
    Μαρίνα Γαλανού
    Πρόεδρος.

  • Θεωρούμε πως η προτεινόμενη διάταξη αποτυγχάνει να παρατηρήσει και να σεβαστεί τις θετικές υποχρεώσεις της χώρας μας που εγγυάται, μεταξύ άλλων, το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, στο ουσιαστικό και διαδικαστικό του σκέλος.
    Όχι μόνο διατηρείται, αλλά και επιτείνεται, η «εξορία» των κρατουμένων και της άποψής τους για την τοποθέτησή τους, όχι μόνο δεν «ακούγονται» σχετικά με τις μεταγωγές τους, αλλά δεν προβλέπεται καν προθεσμία γνωστοποίησης της απόφασης μεταγωγής στον κρατούμενο πριν την υλοποίησή της, κοινοποίηση σε αυτόν εγγράφου περί μεταγωγής, ούτε γνωστοποίηση στον κρατούμενο των λόγων αυτής, ούτε εύλογος χρόνος ούτε ευχέρεια για να προσβληθεί αυτή σε δικαστήριο ως «έκνομη πράξη» (π.χ. αν προσκρούει στο Σ, στην ΕΣΔΑ ή το ΔΣΑΠΔ) ή πράξη που θίγει οποιοδήποτε δικαίωμα ή έννομο αγαθό του κρατουμένου.
    Οι κρατούμενοι, συνεπώς, λόγω της ιδιότητάς τους αυτής, στερούνται την συνταγματικά κατοχυρωμένη «προηγούμενη ακρόαση» πριν την απόφαση και υλοποίηση πράξεων της πολιτείας που λειτουργούν καθοριστικά στη ζωή τους. Αντιμετωπίζονται σαν να είναι «αόρατοι» ή, ακόμα χειρότερα, σαν να είναι «πράγματα», που μπορούν -αιφνιδιαστικά και χωρίς προηγούμενη ενημέρωση και προετοιμασία, και χωρίς να θεωρηθεί σημαντικό το να ακουσθεί η γνώμη τους- να ξεριζώνονται από το τοπίο όπου έχουν εγκατασταθεί και από τις βιοτικές σχέσεις που έχουν σχηματίσει, να παραλαμβάνονται, να παραδίδονται, να μεταφέρονται, και να τοποθετούνται, ανάλογα με το αν «χωράν» στα διαθέσιμα τετραγωνικά μέτρα σε κάποιο σημείο της Επικράτειας (σημειωτέον, κρίνονται «ανεκτά» υπό προϋποθέσεις στον προτεινόμενο Κώδικα ακόμα και τα 3 τ.μ. ανά άτομο!).
    Σε περίπτωση που κάποιος βρίσκεται υπό δικονομική μεταγωγή (που μπορεί να διαρκέσει μήνες), τυχόν αίτημά του προς μεταγωγή δεν μπορεί καν να διαβιβαστεί προς εξέταση και απορρίπτεται κατά την υποβολή του (!), ενώ για να υπάρξει δικαίωμα προσφυγής σε δικαστήριο κατά απόφασης που απορρίπτει αίτημα μεταγωγής, θα πρέπει κανείς να απορριφθεί… τρις, και τα αιτήματά του να κρίνονται «αιτιολογημένα». Θεωρούμε πως τούτα θέτουν μη δικαιολογημένα προσκόμματα στο δικαίωμα των κρατουμένων να υποβάλλουν αιτήματα προκειμένου να διαφυλάξουν έννομα συμφέροντά τους και δικαιώματά τους, τα οποία, όχι σπάνια, δεν μπορούν να περιμένουν χωρίς η εν τοις πράγμασι άσκησή τους να καταστεί αλυσιτελής ή να καταστραφεί ολοσχερώς από τη θεσμοθετούμενη με το παρόν έλλειψη της οποιασδήποτε δυνατότητας ακρόασης, λόγω του στάτους ενός κρατουμένου ως «υπό μεταγωγή», κάτι που σε αρκετές περιπτώσεις θα θέσει ζητήματα διακρίσεων λόγω κατάστασης (κατά μόνας και σε συνδυασμό με άλλα προστατευόμενα δικαιώματα, ακόμα και αυτό της ίδιας της ζωής).
    Ο δε περιορισμός της πρόσβασης στο Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινών, δια της επιβολής προϋποθέσεων όπως η πρότερη υποβολή πλήθους απορριφθέντων «τεκμηριωμένων» αιτημάτων, αποτελεί δυσανάλογο περιορισμό στην άσκηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τρόπο που δεν θα έπρεπε να θεωρείται ανεκτός στην έννομη τάξη μας.
    Ζητήματα πρότερης ενημέρωσης και δικαιώματος εναντίωσης (ως πρακτικό και αποτελεσματικό δικαίωμα εναντίωσης μπορεί βεβαίως να νοηθεί αυτό που ασκείται προτού υλοποιηθεί η μεταγωγή, και όχι εκ των υστέρων) του θιγόμενου από μεταγωγές που αποφασίζει η υπηρεσία ερήμην του δεν τίθενται καν στη «νομική αισθητική» του νομοθετήματος.

    Προτείνουμε να θεσμοθετηθεί η επαρκής συμμετοχή του κρατουμένου σε κάθε απόφαση μεταγωγής, οποιουδήποτε είδους, και σε κάθε στάδιο αυτής (π.χ. να κοινοποιείται υποχρεωτικά στον κρατούμενο, προτού ληφθεί απόφαση, η σχετική εισήγηση και να έχει στη διάθεσή του χρόνο και υποστήριξη για να αντιλέξει) η οποία, εκτός του δικαιώματος ακρόασης, εναντίωσης κλπ., θα πρέπει να εμπεριέχει και επαρκή χρόνο που θα δινεται στον κρατούμενο, προκειμένου να αντιδράσει ατομικά ή με την υποστήριξη δικηγόρου, η αρωγή του οποίου θα πρέπει να μπορεί να παρέχεται και αμισθί με επιλογή από τον οικείο κατάλογο της κατά τόπον αρμόδιας Αρχής.

    Ο Νομοθέτης προσκαλείται, ιδίως, να παρατηρήσει τις επιταγές του Κανόνα 17 των Ευρωπαϊκών Σωφρονιστικών Κανόνων:
    «Άρθρο 17
    Θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι κρατούμενοι έχουν άμεσο ενδιαφέρον για αποφάσεις που αφορούν στην κατανομή τους. Ως εκ τούτου, πρέπει να ζητείται η γνώμη τους στο μέτρο του δυνατού και τα λογικά αιτήματα τους να γίνονται δεκτά, αν και η τελική απόφαση είναι αναγκαστικά εκείνη των αρχών. Οι διαβουλεύσεις αυτές πρέπει να πραγματοποιούνται πριν από την τοποθέτησή τους ή τη μεταφορά τους. Εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι απαιτήσεις ασφάλειας καθιστούν αναγκαία την τοποθέτηση ή μεταγωγή των κρατουμένων πριν από τη διαβούλευση μαζί τους, η διαβούλευση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί στη συνέχεια. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να υπάρχει μια πραγματική
    δυνατότητα αναστροφής της απόφασης εάν οι κρατούμενοι είχαν καλό λόγο να βρίσκονται σε διαφορετική φυλακή. …
    Η μεταχείριση των κρατουμένων μπορεί να διαταραχθεί σοβαρά με τη μεταγωγή τους. … Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα μιας μεταγωγής πρέπει να σταθμίζονται προσεκτικά προτού αυτή λάβει χώρα.

    Πρέπει να ζητείται η γνώμη των κρατουμένων για την αρχική κατανομή τους και για κάθε μεταγενέστερη μεταφορά από τη μια φυλακή στην άλλη (17.3).

  • Παρ. 3: Στη φράση «Αντίγραφο της απόφασης που απορρίπτει αίτηση κρατουμένου χορηγείται στον αιτούντα το συντομότερο δυνατό», να οριστεί το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στο οποίο θα χορηγείται στον κρατούμενο το αντίγραφο, το οποίο δεν θα έπρεπε να ξεπερνά τη μία εβδομάδα.

  • 26 Οκτωβρίου 2017, 17:54 | Χρήστος Π.

    Η αντικατάσταση του Γενικού Διευθυντή Σωφρονιστικής και Αντεγκληματικής Πολιτικής από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επιχειρήσεων και Διαχείρισης κρίσεων (Συντονιστής Φυλακών) ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών είναι αφενός φωτογραφική και προκλητική και αφετέρου υποβαθμίζει το κύρος και τις αντικειμενικές αποφάσεις που πρέπει να λαμβάνει ένα τέτοιο όργανο. Ο Γενικός Διευθυντής είναι αυτός που έχει την γενική ευθύνη για την καθημερινή λειτουργία και την οργάνωση των Φυλακών και όχι ο Συντονιστής Φυλακών (εσχάτως τοποθετηθείς στην νέα ευρεθείσα θέση υπό τον Γενικό Γραμματέα). Περισσότερο διαφάνεια στις αποφάσεις της ΚΕΜ ως θεσμικό όργανο που δεν αφήνει σκιές!

  • 26 Οκτωβρίου 2017, 10:07 | Ιωάννης Καζλάρης

    Στο άρθρο 7 στην παρ.3 θα πρέπει να προβλεφθεί μέσα σε ποιο χρονικό διάστημα μπορεί να υποβληθεί νέα αίτηση μεταγωγής από τον κρατούμενο μετά από σχετική απόρριψη προγενέστερης αίτησης και τυχόν υποβολή της πριν την παρέλευση του να τίθεται αυτοδίκαια στο αρχείο.Προτεινόμενο χρονικό διάστημα νομίζω ότι μπορεί να είναι το διάστημα των 3 μηνών από την κοινοποίηση της