• Σχόλιο του χρήστη 'ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΚΑΛΛΙΚΑΚΗ' | 28 Μαΐου 2020, 12:23

    Άρθρο 362: Τροποποίηση παρ.6 άρθρου 4 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων 1.περ.α: Δίνεται η δυνατότητα στις διοικήσεις των μεγάλων διοικητικών δικαστηρίων να δημιουργήσουν ειδικά τμήματα, για την εκδίκαση όποιων κατηγοριών διοικητικών διαφορών κρίνουν κάθε φορά σκόπιμο, με στόχο την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη επίλυση των συγκεκριμένων διαφορών από εξειδικευμένους δικαστές, που θα στελεχώνουν τα οικεία τμήματα (σχ. αιτιολ. έκθ. άρθρου 362, σε συνδ.με 361). Προβληματισμό όμως γεννά η δυνατότητα λειτουργίας των εν λόγω τμημάτων πριν την έγκριση σχετικής τροποποίησης του Κανονισμού από την οικεία Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Η παρεμφερής διατύπωση της υπάρχουσας διάταξης σε σχέση με τα φορολογικά δικαστήρια (εισαχθείσα με το άρθρο 57 παρ.3 ν.3900/2010), προφανώς απέβλεψε στην αντιμετώπιση ειδικής (ισχύουσας τότε) κατάστασης (μεγάλη σώρευση φορολογικών υποθέσεων τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, οικονομική κρίση κλπ.), η οποία (κατάσταση), κατά την κρίση του νομοθέτη, επέβαλε την άμεση ίδρυση των συγκεκριμένων τμημάτων, κατάσταση όμως που δεν προκύπτει ότι συντρέχει εν προκειμένω. Γι’ αυτό, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να τεθεί ως προϋπόθεση λειτουργίας των εκάστοτε ιδρυόμενων ειδικών τμημάτων, η προηγούμενη έγκριση σχετικής τροποποίησης του οικείου Κανονισμού. Πέραν τούτου, προβληματική φαίνεται και η δυνατότητα παράτασης της λειτουργίας των ειδικών τμημάτων, την ίδρυση των οποίων τελικά δεν εγκρίνει η Ολομέλεια (με τροποποίηση του οικείου Κανονισμού) για την εκδίκαση αλλά και τη δημοσίευση των ήδη προσδιορισμένων υποθέσεων, επομένως ακόμη και μετά το πέρας του οικείου δικαστικού έτους (αντίθετα με όσα προβλέπει η ήδη ισχύουσα διάταξη), κάτι που πιθανότατα θα δημιουργήσει και αρκετά πρακτικά προβλήματα (π.χ. σε σχέση με τους υπηρετούντες στα ειδικά τμήματα δικαστές). 2.περ.γ: Η νέα διάταξη της περίπτωσης γ παρέχει δυνατότητα εισαγωγής πάσης φύσεως υποθέσεων στα δημιουργούμενα ειδικά τμήματα, αναλόγως των υπηρεσιακών αναγκών. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι το ότι η συγκεκριμένη δυνατότητα προβλέπεται γενικώς (όποτε η Διοίκηση του Δικαστηρίου το κρίνει σκόπιμο) και όχι ως εξαίρεση, χωρίς καν να γίνεται διάκριση μεταξύ ακυρωτικών διαφορών και διαφορών ουσίας (βλ.π.χ. ισχύοντα Κανονισμό Λειτουργίας Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, όπου προβλέπεται η «κυρίως» εκδίκαση συγκεκριμένης κατηγορίας υποθέσεων από το ειδικό τμήμα, εντός όμως πάντα του ίδιου σχηματισμού, ακυρωτικού ή ουσίας). Επισημαίνεται ότι πέραν όποιων άλλων προβλημάτων, η συγκεκριμένη διάταξη αναιρεί την ίδια την έννοια του «ειδικού τμήματος», καθιστώντας το αναποτελεσματικό. Εξάλλου, η επιδιωκόμενη αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος προφανώς βασίζεται στην εξειδίκευση των υπηρετούντων στα ειδικά τμήματα δικαστών και όχι στην κατά προτεραιότητα εκδίκαση συγκεκριμένων κατηγοριών υποθέσεων, κάτι που θα μπορούσε να προβλεφθεί και χωρίς τη σύσταση ειδικών τμημάτων (π.χ. βλ. σχ. Ν.3959/2011 άρθρο 30 παρ.4 για τις υποθέσεις ανταγωνισμού). 3.περ.δ: Η πρόβλεψη της τοποθέτησης στα ειδικά τμήματα «κατά προτίμηση» δικαστών με εξειδίκευση ή ιδιαίτερη εμπειρία στη συγκεκριμένη κατηγορία διαφορών και μάλιστα με συγκεκριμένο προσδιορισμό της έννοιας της «εξειδίκευσης και ιδιαίτερης εμπειρίας», αφενός είναι δύσκολα εφαρμόσιμη (τα περισσότερα μεταπτυχιακά προγράμματα τουλάχιστον των Νομικών Σχολών της Ελλάδας είναι γενικού περιεχομένου, οι δε περιπτώσεις δικαστών που διαθέτουν εμπειρία σε συναφή δραστηριότητα με συγκεκριμένο αντικείμενο ειδικού τμήματος, πριν την ένταξή τους σε τέτοιο τμήμα είναι περιορισμένες), αφετέρου (σε περίπτωση που εφαρμοζόταν) θα μπορούσε να στερήσει τα συγκεκριμένα τμήματα από ικανούς δικαστές, που όμως δεν πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις. Αντ’ αυτού, θα ήταν σκόπιμη, κατά τη γνώμη μου, η διοργάνωση ειδικών (σύντομων) εκπαιδευτικών σεμιναρίων της ΕΣΔΙ για τους τοποθετούμενους σε ειδικά τμήματα. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΚΑΛΛΙΚΑΚΗ ΕΦΕΤΗΣ Δ.Δ. (Δ.ΕΦ.ΑΘΗΝΩΝ, 18ο ειδικό τμήμα ουσίας), Δ.Ν.