ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ  

 

Άρθρο 360

Αυτοτελής Υπηρεσία Συλλογής και Επεξεργασίας Στατιστικών Στοιχείων (JustStat)

 

  1. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης συστήνεται Αυτοτελής Υπηρεσία Συλλογής και Επεξεργασίας Στατιστικών (JustStat) με αντικείμενα:

(α) τη συστηματική συλλογή στατιστικών στοιχείων, είτε μέσω των οικείων πληροφοριακών συστημάτων, είτε ευθέως από όλα τα δικαστήρια και τις εισαγγελίες της χώρας για κάθε κατηγορία υποθέσεων και διαδικασία ενώπιόν τους. Τα στοιχεία αυτά αφορούν ιδίως: τον αριθμό και τη φύση των υποθέσεων, το ύψος των διεκδικουμένων απαιτήσεων, τη χρονική διάρκεια της διαδικασίας και την, κατά το δυνατό, εκτίμηση του κόστους της διαδικασίας.

(β) τη συστηματική συλλογή στατιστικών στοιχείων και αναλυτικών πληροφοριών, είτε μέσω των οικείων πληροφοριακών συστημάτων, είτε ευθέως από τους αρμόδιους φορείς, για τις υποθέσεις που διευθετήθηκαν με διαμεσολάβηση και δικαστική μεσολάβηση, καθώς και για τις υποθέσεις που έχουν υπαχθεί σε διαιτησία. Για τη συλλογή αυτών των στοιχείων λαμβάνεται υπόψη η αρχή της εμπιστευτικότητας που διέπει τους θεσμούς της διαμεσολάβησης, της δικαστικής μεσολάβησης και της διαιτησίας.

(γ) τη δημιουργία ποσοτικών και ποιοτικών μεταβλητών, προκειμένου να υποβληθούν προτάσεις στα αρμόδια δικαστικά όργανα για τη δημιουργία, επέκταση και επικαιροποίηση των οικείων πληροφοριακών συστημάτων, καθώς και για την ανάλυση και μελέτη των στατιστικών δεδομένων.

(δ) τη μέτρηση, βάσει των στατιστικών στοιχείων των περ. (α) και (β), της ποσοτικής απόδοσης κάθε δικαστικής μονάδας ανά περιοχή και βαθμό δικαιοδοσίας και κάθε δικαστικής περιφέρειας συνολικά, προς διευκόλυνση της ετήσιας αξιολόγησής τους από τα αρμόδια δικαστικά όργανα.

(ε) την υποβολή εκτιμήσεων στα αρμόδια δικαστικά όργανα, βάσει των στατιστικών στοιχείων των περ. (α) και (β), για τις αναμενόμενες εισροές και εκροές υποθέσεων ανά κατηγορία, τόσο για το επόμενο δικαστικό έτος όσο και σε βάθος πενταετίας.

(στ) την υποβολή προτάσεων στα αρμόδια δικαστικά όργανα, βάσει των στατιστικών στοιχείων των περ. (α) και (β), για τη διευθέτηση της ομαλής ροής των δικαστικών υποθέσεων και την αντιμετώπιση των οργανωτικών στρεβλώσεων, καθώς και για τη δημιουργία νέων οργανωτικών μονάδων και δομών.

(ζ) την υποβολή προτάσεων στα αρμόδια δικαστικά όργανα, βάσει των στατιστικών στοιχείων των περ. (α) και (β), προκειμένου να προσδιοριστεί ο βέλτιστος αριθμός ανθρώπινου δυναμικού (δικαστικών λειτουργών, υπάλληλων κ.λπ.) για τη διεκπεραίωση των εκκρεμών υποθέσεων, καθώς και να προβλεφθούν οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό σε βάθος πενταετίας.

(η) την υποβολή προτάσεων στα αρμόδια δικαστικά όργανα για τη δημιουργία συστημάτων αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων που αναμένεται να προκαλέσουν ιδιαίτερη επιβάρυνση στα δικαστήρια.

(θ) την κατ’ έτος αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των νέων νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν στη δικαιοσύνη καθώς και των συναφών μέτρων.

  1. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ρυθμίζονται τα ζητήματα που αφορούν τη συγκρότηση, οργάνωση και λειτουργία της Υπηρεσίας, ιδίως ως προς το προσωπικό που θα τη στελεχώσει, τις επιμέρους αρμοδιότητες, τη διαδικασία λήψης και επεξεργασίας των στατιστικών στοιχείων και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

 

Άρθρο 361

Ειδικά τμήματα πολιτικών δικαστηρίων

 

  1. Στα Πρωτοδικεία και Εφετεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης δύνανται να συνιστώνται με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ειδικά τμήματα για την εκδίκαση, κατά την τακτική διαδικασία, των αγωγών αποζημίωσης μεταξύ ιδιωτών για παραβίαση των υποχρεώσεων, οι οποίες απορρέουν από το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο της ενέργειας και το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο προστασίας των προσωπικών δεδομένων, καθώς και των αντίστοιχων εφέσεων. Έως το τέλος του δικαστικού έτους, κατά το οποίο εκδίδεται η παραπάνω απόφαση, η Ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου τροποποιεί αναλόγως τον κανονισμό του, σύμφωνα με την περ. α΄ της παρ. 7 του άρθρου 14 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α΄ 35). Στην περίπτωση που δεν εγκριθεί η τροποποίηση του κανονισμού, τα ειδικά τμήματα λειτουργούν μόνο για την εκδίκαση των ήδη προσδιορισμένων υποθέσεων και τη δημοσίευση των σχετικών αποφάσεων.
  2. Για την εκδίκαση των ως άνω υποθέσεων εκτείνεται η δικαιοδοσία: α) των ειδικών τμημάτων του Πρωτοδικείου και του Εφετείου Αθηνών στις περιφέρειες των Εφετείων Αθηνών, Πειραιώς, Δυτικής Στερεάς, Αιγαίου, Δωδεκανήσου, Κέρκυρας, Κρήτης, Ανατολικής Κρήτης, Λαμίας, Ναυπλίου, Πατρών, Καλαμάτας και Εύβοιας και β) των ειδικών τμημάτων του Πρωτοδικείου και του Εφετείου Θεσσαλονίκης, στις περιφέρειες των Εφετείων Θεσσαλονίκης, Δυτικής Μακεδονίας, Θράκης, Βορείου Αιγαίου, Ιωαννίνων και Λάρισας. Για τον καθορισμό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
  3. Στα ειδικά τμήματα της παρ. 1 τοποθετούνται, με τριετή θητεία που μπορεί να ανανεωθεί, κατά προτίμηση δικαστές με εξειδίκευση ή ιδιαίτερη εμπειρία στη συγκεκριμένη κατηγορία διαφορών, η οποία προκύπτει είτε από σχετικούς μεταπτυχιακούς ή διδακτορικούς τίτλων σπουδών είτε από προγενέστερη συναφή δραστηριότητα.
  4. Στα ειδικά τμήματα της παρ. 1, εφόσον είναι κατά τόπον αρμόδια κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, μπορεί να εισαχθούν για εκδίκαση και άλλες υποθέσεις, εάν κατά την κρίση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, τούτο απαιτείται λόγω υπηρεσιακών αναγκών. Σε κάθε περίπτωση, η εκδίκαση των υποθέσεων της παρ. 1 και η έκδοση αποφάσεων γίνονται κατά απόλυτη προτεραιότητα.

 

Άρθρο 362

Ειδικά τμήματα διοικητικών δικαστηρίων

 

Η παρ. 6 του άρθρου 4 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α’ 35) αντικαθίσταται ως εξής:

«6. α) Στα διοικητικά πρωτοδικεία και τα διοικητικά εφετεία, στα οποία λειτουργούν τρία τουλάχιστον τμήματα, μπορεί να συνιστώνται με απόφαση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, ειδικά τμήματα με βάση το αντικείμενο και τον αριθμό συγκεκριμένων κατηγοριών διοικητικών διαφορών. Έως το τέλος του δικαστικού έτους, κατά το οποίο εκδίδεται η παραπάνω απόφαση, η Ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου τροποποιεί αναλόγως τον κανονισμό του, σύμφωνα με την περ. α΄ της παρ. 7 του άρθρου 14. Στην περίπτωση που δεν εγκριθεί η τροποποίηση του κανονισμού, τα ειδικά τμήματα λειτουργούν μόνο για την εκδίκαση των ήδη προσδιορισμένων υποθέσεων και τη δημοσίευση των σχετικών αποφάσεων.

β) Η σύσταση ειδικών τμημάτων σύμφωνα με την περ. α) δεν αποκλείει την εισαγωγή στα λοιπά τμήματα του δικαστηρίου ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που αφορούν τις παραπάνω διαφορές εάν, κατά την κρίση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, τούτο απαιτείται λόγω υπηρεσιακών αναγκών.

γ) Στα ειδικά τμήματα μπορούν να εισαχθούν επίσης και άλλες υποθέσεις, εάν, κατά την κρίση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, τούτο απαιτείται λόγω υπηρεσιακών αναγκών. Σε κάθε περίπτωση η εκδίκαση των υποθέσεων της περ. α) και η έκδοση απόφασης γίνονται κατά απόλυτη προτεραιότητα.

δ) Στα ειδικά τμήματα τοποθετούνται, με τριετή θητεία που μπορεί να ανανεωθεί, κατά προτίμηση δικαστές με εξειδίκευση ή ιδιαίτερη εμπειρία στη συγκεκριμένη κατηγορία διαφορών, η οποία προκύπτει είτε από σχετικούς μεταπτυχιακούς ή διδακτορικούς τίτλων σπουδών είτε από προγενέστερη συναφή δραστηριότητα.

 

 

Άρθρο 363

Άλλες τροποποιήσεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών και του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

 

  1. Η παρ. 5 του άρθρου 15 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α’ 35) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«5. Η θητεία του συμβουλίου είναι διετής. Αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει την 30ή Σεπτεμβρίου του μεθεπόμενου έτους. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως προέδρου ή τακτικού μέλους συμβουλίου στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας επιτρέπεται μία φορά μόνο. Ο πρόεδρος δεν επιτρέπεται να μετατεθεί για οποιονδήποτε λόγο. Σε περίπτωση προαγωγής, παραμένει στη θέση του και ασκεί τα καθήκοντά του έως τη λήξη της θητείας του. Τα τακτικά μέλη του συμβουλίου δεν επιτρέπεται να μετατεθούν, εκτός εάν προαχθούν, οπότε τη θέση τους καταλαμβάνουν οι αναπληρωματικοί κατά τη σειρά των ψήφων που έλαβαν. Ο πρόεδρος και τα τακτικά μέλη του συμβουλίου εκπίπτουν από τη θέση τους, εάν τους επιβληθεί πειθαρχική ποινή βαρύτερη της επίπληξης. Αν οι ανωτέρω αδυνατούν προσωρινά να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, αναπληρώνονται από τους αναπληρωτές τους και οι τελευταίοι από τους επόμενους κατά σειρά ψήφων δικαστές και σε κάθε περίπτωση από τους αρχαιότερους δικαστές που υπηρετούν στο οικείο εφετείο, πρωτοδικείο ή ειρηνοδικείο, για τους οποίους δεν συντρέχουν τα κωλύματα της παρ. 6. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή καθ’ οιονδήποτε τρόπον εξόδου από την υπηρεσία του προέδρου, των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών του συμβουλίου, τη θέση τους καταλαμβάνουν οι αμέσως επόμενοι κατά σειρά ψήφων δικαστές. Η θητεία των ανωτέρω λήγει μαζί με τη θητεία των λοιπών μελών. Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση που η απομένουσα θητεία του προέδρου ή τακτικού μέλους υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, διεξάγεται, για την κενή ή τις κενές θέσεις, αναπληρωματική εκλογή, για την οποία εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία της παρ. 4».

  1. Στο άρθρο 28 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988) προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Στη Γενική Επιτροπεία μπορεί να αποσπάται για διάστημα δύο (2) ετών ένας δικαστικός λειτουργός με βαθμό εφέτη των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται, αναλόγως, οι διατάξεις των άρθρων 49 παρ. 1 και 51 παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 του παρόντος. Την ανάκληση της απόσπασης μπορεί να ζητήσει για σπουδαίο λόγο και ο Γενικός Επίτροπος».

  1. Οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 63 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α’ 35) αντικαθίστανται ως ακολούθως:

«2. Μέσα σε ένα μήνα από τότε που δημιουργείται κενή θέση εισαγωγικού βαθμού, ο Υπουργός Δικαιοσύνης με ανακοίνωσή του, που αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, προσκαλεί τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης αίτηση διορισμού, συνοδευόμενη με τα κατά την κρίση τους δικαιολογητικά των προσόντων τους. Για την ανάρτηση αυτή ενημερώνονται αμελλητί όλα τα Διοικητικά Εφετεία της χώρας.

  1. Η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβάλλονται μέσα σε ένα μήνα από την ανάρτηση που αναφέρεται στην παρ. 2.»
  2. Στην παρ. 4 του άρθρου 135 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση ματαίωσης της συζήτησης για οποιοδήποτε λόγο, οι υποθέσεις που είχαν προσδιορισθεί, επαναπροσδιορίζονται οίκοθεν με πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, σε προσεχείς δικασίμους, χωρίς κλήτευση. Οι διάδικοι ενημερώνονται από την ανάρτηση των πινακίων στα αντίστοιχα Τμήματα και την εμφάνιση των εκθεμάτων στην ηλεκτρονική σελίδα του Δικαστηρίου, οι οποίες, στην περίπτωση αυτή, γίνονται τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την δικάσιμο».

 

Άρθρο 364

Μεταβατική διάταξη

 

Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 365 καταλαμβάνει και τις υποθέσεις, η συζήτηση των οποίων ματαιώθηκε κατά το διάστημα που διήρκησε η προσωρινή αναστολή των εργασιών των δικαστικών σχηματισμών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων της χώρας, για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας, έναντι του κορωνοϊού COVID-19.

  • 28 Μαΐου 2020, 22:34 | ΗΛΙΑΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ

    Τροπολογία σχετική με τον νέο Π.Κ.
    Μετά την θέση σε ισχύ του νέου Π.Κ. εγκλήματα όπως η υπεξαίρεση (375), προϋποθέτουν την έγκληση από τον παθόντα ή σε περίπτωση που η ποινική δίωξη είχε αρχίσει πριν τον νέο Π.Κ. απαιτείται να υποβληθεί εντός 4 μηνών (έως 01-11-2019) δήλωση από τον παθόντα για συνέχιση της ποινικής διαδικασίας.
    Στον Π.Κ. αλλά και στον Κ.Π.Δ. δεν προβλέφθηκε οι υποθέσεις αυτές, που δεν κατατέθηκαν οι σχετικές δηλώσεις των παθόντων, να τήθωνται στο αρχείο, μετά την 01-11-2019, με πράξη των αρμόδιων εισαγγελέων ή κατόπιν πρότασής τους στο αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο.
    Εν όψη των δυσκολιών που προστίθενται λόγω της υγειονομικής κρίσης νομίζω μία τέτοια πρόβλεψη (μέσω τροπολογίας) θα έκανε το αυτονόητο ώστε να μην χρειάζεται μόνο για την διαπίστωση του γεγονότος της μη υποβολής δήλωσης από τον παθόντα, να πραγματοποιείται δίκη.
    Πρόσφατα με τροπολογία δόθηκε η δυνατότητα στους εισαγγελείς με πράξη τους να αρχειοθετούν ποινικές υποθέσεις που προβλέπουν ποινές μέχρι 1 έτος. Κάτι ανάλογο, ίσως καλύτερα με έκδοση βουλεύματος, θα έπρεπε να γίνει και για τις ποινικές υποθέσεις που λόγο της μη υποβολής δήλωσης από τον παθόντα για συνέχιση της ποινικής δίωξης ουσιαστικά δεν θα εκδικαστούν.
    Για πιο λόγο να υποχρεωθούν κατηγορούμενοι, συνήγοροι, μάρτυρες να παραστούν σε μία δίκη με μόνο σκοπό να διαπιστωθεί από τους δικαστές η παύση της δίωξης.

  • 28 Μαΐου 2020, 12:23 | ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΚΑΛΛΙΚΑΚΗ

    Άρθρο 362: Τροποποίηση παρ.6 άρθρου 4 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων
    1.περ.α: Δίνεται η δυνατότητα στις διοικήσεις των μεγάλων διοικητικών δικαστηρίων να δημιουργήσουν ειδικά τμήματα, για την εκδίκαση όποιων κατηγοριών διοικητικών διαφορών κρίνουν κάθε φορά σκόπιμο, με στόχο την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη επίλυση των συγκεκριμένων διαφορών από εξειδικευμένους δικαστές, που θα στελεχώνουν τα οικεία τμήματα (σχ. αιτιολ. έκθ. άρθρου 362, σε συνδ.με 361). Προβληματισμό όμως γεννά η δυνατότητα λειτουργίας των εν λόγω τμημάτων πριν την έγκριση σχετικής τροποποίησης του Κανονισμού από την οικεία Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Η παρεμφερής διατύπωση της υπάρχουσας διάταξης σε σχέση με τα φορολογικά δικαστήρια (εισαχθείσα με το άρθρο 57 παρ.3 ν.3900/2010), προφανώς απέβλεψε στην αντιμετώπιση ειδικής (ισχύουσας τότε) κατάστασης (μεγάλη σώρευση φορολογικών υποθέσεων τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, οικονομική κρίση κλπ.), η οποία (κατάσταση), κατά την κρίση του νομοθέτη, επέβαλε την άμεση ίδρυση των συγκεκριμένων τμημάτων, κατάσταση όμως που δεν προκύπτει ότι συντρέχει εν προκειμένω. Γι’ αυτό, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να τεθεί ως προϋπόθεση λειτουργίας των εκάστοτε ιδρυόμενων ειδικών τμημάτων, η προηγούμενη έγκριση σχετικής τροποποίησης του οικείου Κανονισμού. Πέραν τούτου, προβληματική φαίνεται και η δυνατότητα παράτασης της λειτουργίας των ειδικών τμημάτων, την ίδρυση των οποίων τελικά δεν εγκρίνει η Ολομέλεια (με τροποποίηση του οικείου Κανονισμού) για την εκδίκαση αλλά και τη δημοσίευση των ήδη προσδιορισμένων υποθέσεων, επομένως ακόμη και μετά το πέρας του οικείου δικαστικού έτους (αντίθετα με όσα προβλέπει η ήδη ισχύουσα διάταξη), κάτι που πιθανότατα θα δημιουργήσει και αρκετά πρακτικά προβλήματα (π.χ. σε σχέση με τους υπηρετούντες στα ειδικά τμήματα δικαστές).
    2.περ.γ: Η νέα διάταξη της περίπτωσης γ παρέχει δυνατότητα εισαγωγής πάσης φύσεως υποθέσεων στα δημιουργούμενα ειδικά τμήματα, αναλόγως των υπηρεσιακών αναγκών. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι το ότι η συγκεκριμένη δυνατότητα προβλέπεται γενικώς (όποτε η Διοίκηση του Δικαστηρίου το κρίνει σκόπιμο) και όχι ως εξαίρεση, χωρίς καν να γίνεται διάκριση μεταξύ ακυρωτικών διαφορών και διαφορών ουσίας (βλ.π.χ. ισχύοντα Κανονισμό Λειτουργίας Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, όπου προβλέπεται η «κυρίως» εκδίκαση συγκεκριμένης κατηγορίας υποθέσεων από το ειδικό τμήμα, εντός όμως πάντα του ίδιου σχηματισμού, ακυρωτικού ή ουσίας). Επισημαίνεται ότι πέραν όποιων άλλων προβλημάτων, η συγκεκριμένη διάταξη αναιρεί την ίδια την έννοια του «ειδικού τμήματος», καθιστώντας το αναποτελεσματικό. Εξάλλου, η επιδιωκόμενη αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος προφανώς βασίζεται στην εξειδίκευση των υπηρετούντων στα ειδικά τμήματα δικαστών και όχι στην κατά προτεραιότητα εκδίκαση συγκεκριμένων κατηγοριών υποθέσεων, κάτι που θα μπορούσε να προβλεφθεί και χωρίς τη σύσταση ειδικών τμημάτων (π.χ. βλ. σχ. Ν.3959/2011 άρθρο 30 παρ.4 για τις υποθέσεις ανταγωνισμού).
    3.περ.δ: Η πρόβλεψη της τοποθέτησης στα ειδικά τμήματα «κατά προτίμηση» δικαστών με εξειδίκευση ή ιδιαίτερη εμπειρία στη συγκεκριμένη κατηγορία διαφορών και μάλιστα με συγκεκριμένο προσδιορισμό της έννοιας της «εξειδίκευσης και ιδιαίτερης εμπειρίας», αφενός είναι δύσκολα εφαρμόσιμη (τα περισσότερα μεταπτυχιακά προγράμματα τουλάχιστον των Νομικών Σχολών της Ελλάδας είναι γενικού περιεχομένου, οι δε περιπτώσεις δικαστών που διαθέτουν εμπειρία σε συναφή δραστηριότητα με συγκεκριμένο αντικείμενο ειδικού τμήματος, πριν την ένταξή τους σε τέτοιο τμήμα είναι περιορισμένες), αφετέρου (σε περίπτωση που εφαρμοζόταν) θα μπορούσε να στερήσει τα συγκεκριμένα τμήματα από ικανούς δικαστές, που όμως δεν πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις. Αντ’ αυτού, θα ήταν σκόπιμη, κατά τη γνώμη μου, η διοργάνωση ειδικών (σύντομων) εκπαιδευτικών σεμιναρίων της ΕΣΔΙ για τους τοποθετούμενους σε ειδικά τμήματα.
    ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΚΑΛΛΙΚΑΚΗ
    ΕΦΕΤΗΣ Δ.Δ. (Δ.ΕΦ.ΑΘΗΝΩΝ, 18ο ειδικό τμήμα ουσίας), Δ.Ν.

  • 27 Μαΐου 2020, 11:25 | Δημήτριος Ευ. Τζέλλης

    Σχετικά με το άρθρο 361 (Ειδικά τμήματα πολιτικών δικαστηρίων):
    Η δημιουργία ειδικών τμημάτων θα καταστήσει αποδοτικότερη την απονομή της δικαιοσύνης στα Πολιτικά Δικαστήρια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όπου και εκδικάζεται η συντριπτική πλειοψηφία των σχετικών υποθέσεων.
    Για ποιον, όμως, λόγο οι συγκεκριμένες υποθέσεις όλης της υπόλοιπης χώρας να εκδικάζονται από τα ειδικά τμήματα των Δικαστηρίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης; Η εξειδίκευση δικαστών που υπηρετούν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη δεν θα πρέπει να στερεί από τους δικαστές όλης της υπόλοιπης χώρας τη δυνατότητα να αναπτύξουν τις ικανότητές τους επί των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο ενωσιακό δίκαιο. Τέτοιος συγκεντρωτισμός θα οδηγήσει σε ασύμμετρη απορρόφηση του γνωστικού αντικειμένου, που πάντοτε είναι σε βάρος των πολιτών. Ο περιορισμός της ενασχόλησης των δικαστών της υπόλοιπης χώρας στην ποινική μόνο υφή των συγκεκριμένων υποθέσεων οδηγεί σε μη ολιστική αντιμετώπιση των ζητημάτων.
    Τέλος, με ποιον τρόπο υπάρχει πρόσβαση στη δικαιοσύνη όταν η έφεση επί απόφασης του Ειρηνοδικείου Ηρακλείου Κρήτης εκδικάζεται ενώπιον του Πρωτοδικείου Αθηνών;
    Ούτε η οικονομική ανάπτυξη της χώρας ούτε και η διεθνής αξιολόγηση του δικαστικού μας συστήματος εξαρτάται από το μικρό ποσοστό των υποθέσεων που εκδικάζονται ενώπιον των τοπικά αρμόδιων Δικαστηρίων πέραν της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
    Προτείνω η δικαιοδοσία των ειδικών τμημάτων να εκτείνεται στην περιφέρεια του Εφετείου τους, και η παράγραφος 2 του άρθρου 361 (Ειδικά τμήματα πολιτικών δικαστηρίων) να αναδιατυπωθεί ως εξής:
    2. Για την εκδίκαση των ως άνω υποθέσεων εκτείνεται η δικαιοδοσία: α) των ειδικών τμημάτων του Πρωτοδικείου και του Εφετείου Αθηνών στην περιφέρεια των Εφετείων Αθηνών και Πειραιώς, και β) των ειδικών τμημάτων του Πρωτοδικείου και του Εφετείου Θεσσαλονίκης, στην περιφέρεια του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Για τον καθορισμό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

  • 26 Μαΐου 2020, 14:08 | ΘΕΟΔΩΡΑ ΒΙΤΟΥΛΑΔΙΤΗ

    Είναι γνωστό ότι στα μεγάλα Διοικητικά Εφετεία και Πρωτοδικεία της χώρας λειτουργούν ήδη ειδικά τμήματα εκδίκασης συγκεκριμένων κατηγοριών υποθέσεων. Τα τμήματα αυτά στοχεύουν στην μεγαλύτερη εξειδίκευση των δικαστών και η μέχρι σήμερα λειτουργία τους έχει στεφθεί με επιτυχία.

    Στο σ/ν με τίτλο «Ρυθμίσεις για το Ελεγκτικό Συνέδριο και διατάξεις για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης», περιέχεται άρθρο 362 με τίτλο «Ειδικά τμήματα Διοικητικών Δικαστηρίων» με το οποίο ο νομοθέτης επιδιώκει την περαιτέρω αναβάθμιση των ήδη υφιστάμενων, κατά τα ανωτέρω, τμημάτων.

    Εν προκειμένω, η προεκτεθείσα προτεινόμενη διάταξη, η οποία καταρχήν συνάδει με την παλιά και ήδη αντικατασταθείσα διάταξη του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων (Ν 1756/1988), δημιουργεί εύλογο προβληματισμό στο εδάφιο α΄ αυτής, καθώς η προβλεπόμενη έγκριση της Ολομέλειας του οικείου Δικαστηρίου, προβλέπεται εκ των υστέρων, δηλαδή μετά την ίδρυση των σχετικών «Ειδικών τμημάτων», μάλιστα δε, αν τελικά η έγκριση αυτή δεν δοθεί, ουδόλως εμποδίζει την συζήτηση των ήδη προσδιορισμένων στα ειδικά τμήματα υποθέσεων.
    Καθίσταται επομένως αναγκαία η τροποποίηση του εδαφίου α΄ της ανωτέρω διάταξης, ώστε η έγκριση της Ολομέλειας του οικείου Δικαστηρίου να είναι αναγκαία προϋπόθεση για την λειτουργία των ειδικών τμημάτων και να δίδεται πριν αυτά λειτουργήσουν και ανατεθούν υποθέσεις στους σχηματισμούς τους.
    Περαιτέρω, θα πρέπει να επανεξεταστεί και το εδάφιο γ΄ της προτεινόμενης διάταξης το οποίο ορίζει ότι «Στα ειδικά τμήματα μπορούν να εισαχθούν επίσης και άλλες υποθέσεις, εάν, κατά την κρίση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, τούτο απαιτείται λόγω υπηρεσιακών αναγκών…».
    Η ρύθμιση του εδαφίου αυτού, δημιουργεί εύλογο προβληματισμό, σχετικά με την τήρηση του κατοχυρωμένου στο άρθρο 8 του Συντάγματος θεμελιώδους δικαιώματος του νόμιμου δικαστή. Τούτο διότι, οι εισαχθείσες, κατά το εδάφιο γ΄, στα «ειδικά τμήματα» υποθέσεις, δεν θα είναι εκ των προτέρων και αντικειμενικά ορισμένες, ούτε θα έχουν εγκριθεί από την οικεία Ολομέλεια, (καθώς το εδάφιο γ΄ δεν προβλέπει τέτοια έγκριση), αλλά θα είναι υποθέσεις οι οποίες θα ορίζονται εκάστοτε από τον Διοικούντα το Δικαστήριο με κριτήριο τις «υπηρεσιακές ανάγκες».
    Μάλιστα, η περίπτωση της ανάθεσης κατά το εδάφιο γ΄ της προτεινόμενης διάταξης στα ανωτέρω «Ειδικά τμήματα» κατά την κρίση του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου, δεν τυγχάνει ούτε της έγκρισης της Ολομέλειας που προβλέπεται από την παρ. α΄ του εν λόγω άρθρου.

    Καθίσταται επομένως αναγκαία η περαιτέρω ενασχόληση του νομοθέτη με την διάταξη του άρθρου 362 του ανωτέρω ν/σ, ώστε η προβλεπόμενη στο εδάφιο α΄ έγκριση της Ολομέλειας του οικείου Δικαστηρίου, περί της σύστασης των «Ειδικών τμημάτων» αυτού, να προηγείται της σύστασης τους και να είναι αναγκαία προϋπόθεση για τη λειτουργία τους, το δε εδάφιο γ΄ της διάταξης να απαλειφθεί πλήρως για τους ανωτέρω εκτεθέντες λόγους.

    Θεοδώρα Βιτουλαδίτη
    Εφέτης Δ.Δ. – Διοικητικό Εφετείο Αθήνας
    Πρόεδρος Τριμελούς Συμβουλίου Δ/νσης Διοικ. Πρωτ. Αθήνας 2012-2014
    Διδάσκουσα ΕΣΔΛ

  • 25 Μαΐου 2020, 23:13 | ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΕΝΙΑΔΗΣ

    ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΕΝΙΑΔΗΣ, δικαστικός υπάλληλος Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με βαθμό Α΄, κατηγορίας ΠΕ΄: Έχω την γνώμη ότι η προτεινόμενη διάταξη της παρ γ΄του άρθρου 362,σχετικά με την κατ΄απόλυτο προτεραιότητα εκδίκαση και έκδοση απόφασης προσκρούει στις Συνταγματικές διατάξεις των άρθρων: 4 παρ 1, 2 και 93 παρ 4.

  • 22 Μαΐου 2020, 08:39 | Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής

    ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΥΜΙΩΝΗ
    ___________________________
    Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής
    Δικηγόρος ΔΣΑ παρ’Αρείω Πάγω
    Εμμισθος Δικηγόρος ΝΥ ΟΑΕΔ / τ. Νομικός Σύμβουλος τ. Οργανισμού Εργατικής Εστίας (ΟΕΕ)
    LL.M. Δημοσίου Δικαίου (Αθήνα)
    LL.M. Θεωρίας Δικαίου (Αθήνα)
    Υποψ.Δρ Παντείου Πανεπιστημίου
    Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους 34, Αθήνα 10678 – ΤΘ 3071 Αθήνα 10210
    Τ.-F. : 2103847538 * M : 6945284626 * Email : ioanniskymionis@yahoo.gr
    ΠΡΟΤΑΣΗ : 004 / 2020
    Αθήνα 22.05.2020

    ΘΕΜΑ : ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ ΕΞΕΛΙΚΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ

    (α) Πρόταση ιδρύσεως Πρωτοδικείου Ανατολικής Αττικής [έδρα : Αγία Παρασκευή – Σταθμός Μετρό] ιδίως για την κατά τόπο αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των πολυσχιδών νομικών και δικαστικών εκκρεμοτήτων από την φυσική καταστροφή στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά Αττικής, που θα απαιτήσουν πολυετείς δικαστικές αντιδικίες και διαδικασίες, και υπαγωγή των επιχωρίων Ειρηνοδικείων,
    (β) Πρόταση ιδρύσεως Πρωτοδικείου Δυτικής Αττικής [έδρα : Ανθούπολη – Σταθμός Μετρό] για τις καταστροφές στην ευρύτερη Περιοχή (τέως) Μεγαρίδος, καθώς και για την αναβάθμιση της περιοχής, και υπαγωγή των επιχωρίων Ειρηνοδικείων,
    (γ) Αναγκαστική σύνδεση της ίδρυσης των νέων Πρωτοδικείων Ανατολικής και Δυτικής Αττικής με τις προσφάτως προκύψασες νέες Εκλογικές Περιφέρειες στην Αττική κατόπιν της διάσπασης των τέως ανοικονόμητων εκλογικών περιφερειών και την ανάγκη ευχερέστερης εποπτείας της διαδικασίας των Εκλογών από τους Εφόρους ανά Πρωτοδικείο, ιδίως εάν ασκηθεί και η νομοθετική πρωτοβουλία περί – επιστολικής ή όχι – ψήφου στους Ελληνες Εξωτερικού,
    (δ) Πρόταση ίδρυσης [μετά αυτήν των δύο νέων Πρωτοδικείων] και ενός νέου Εφετείου [το λειτουργούν Εφετείο Πειραιώς πρέπει να παραμείνει ως έχει ενισχυομένης από πλευράς ταχύτητας της ειδικής καθ’ύλην αρμοδιότητας των διαφορών Ναυτικού Δικαίου σε συνεννόηση με τον κόσμο της Ελληνικής Ναυτιλίας] : το λειτουργούν Εφετείο Αθηνών θα είναι αρμόδιο για το Πρωτοδικείο Αθήνας και το νέο Πρωτοδικείο Δυτικής Αττικής, ενώ το ΝΕΟ Εφετείο ΑΤΤΙΚΗΣ {έδρα : η αυτή ορισθησόμενη έδρα του Πρωτοδικείου Ανατολικής Αττικής} θα είναι αρμόδιο για το νέο Πρωτοδικείο Ανατολικής Αττικής και κατά συγχώνευση για το έως σήμερα απαραδέκτως υποστελεχωμένο και υπολειτουργούν Εφετείο Ευβοίας (Χαλκίδα) διατηρώντας στην Χαλκίδα Μεταβατική Εδρα του προς αποφυγή τοπικών αντιδράσεων, ιδίως μετά την διαπίστωση από το Πανελλήνιο από την «Υπόθεση Αρ. Φλώρου» της πλημμελούς λειτουργίας του έως σήμερα διορθώνοντας έτσι την προ ετών αστοχία της το πρώτον ιδρύσεώς του,
    (ε) Πρόταση ίδρυσης αντίστοιχων Υπηρεσιών Εισαγγελιών στις νέες Δικαστικές Μονάδες,
    (στ) Πρόταση κατά Κώδικα Δικηγόρων υποχρεωτικής κατά δεσμία αρμοδιότητα ίδρυσης και συγκρότησης δύο (2) ΝΕΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ με διχοτόμηση του ΔΣΑ λόγω της ίδρυσης των δύο Νέων Πρωτοδικείων, κάτι που άλλωστε αποτελεί τον ΜΟΝΟ, πλην ανομολόγητο και αδημοσιοποίητο, λόγο για την τόσο «έντονη» αντίδραση του ΔΣΑ και μέρους των Μελών ΔΣ των Δικαστικών Ενώσεων – έκαστος μπορεί βάσιμα να αναμείνει μόνο θετικές εξελίξεις για το Δικηγορικό Σώμα, την Δικαιοσύνη, τον ίδιο τον υδροκέφαλο σημερινό ΔΣΑ και την Επιστήμη από την λειτουργία των Νέων Συλλόγων και των ΔΣ αυτών σε θεσμικό, επιστημονικό, συνδικαλιστικό, ακόμα και πολιτικό επίπεδο, με την ανάδειξη νέων ισορροπιών και άφθαρτων προσώπων στον εν λόγω επαγγελματικό χώρο.
    (ζ) Πρόταση νομοθετικής τροποποίησης του ισχύοντος Οργανισμού Δικαστηρίων προς την κατεύθυνση της ΕΠΑΝΑΚΑΘΙΕΡΩΣΗΣ και ΠΡΟΣΘΗΚΗΣ κατά τα πρότυπα του Ν. 2797/09.07.1922 του ευδοκίμως ισχύσαντος ιεραρχικού βαθμού του ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΕΦΕΤΩΝ και του ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ σε αντιστοιχία με τον βαθμό του Αντιπροέδρου ΑΠ, καθώς και των Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών, Αντεισαγγελέα Εφετών, Αντεισαγγελέα ΑΠ, με σκοπό τόσο την συμπλήρωση στην δικαστική ιεραρχία του συνταγματικού χαρακτηριστικού της αρμονίας, της αξιοκρατίας και της διαρκούς αξιολόγησης κατά την ανέλιξη των Δικαστικών Λειτουργών, καθώς και την ανάδειξη νέων δυνάμεων και προσώπων στο Δικαστικό Σώμα προς το συμφέρον της ίδιας της δικαιοδοτικής λειτουργίας.

  • 22 Μαΐου 2020, 08:52 | Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής

    ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΥΜΙΩΝΗ
    ___________________________
    Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής
    Δικηγόρος ΔΣΑ παρ’Αρείω Πάγω
    Εμμισθος Δικηγόρος ΝΥ ΟΑΕΔ / τ. Νομικός Σύμβουλος τ. Οργανισμού Εργατικής Εστίας (ΟΕΕ)
    LL.M. Δημοσίου Δικαίου (Αθήνα)
    LL.M. Θεωρίας Δικαίου (Αθήνα)
    Υποψ.Δρ Παντείου Πανεπιστημίου
    Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους 34, Αθήνα 10678 – ΤΘ 3071 Αθήνα 10210
    Τ.-F. : 2103847538 * M : 6945284626 * Email : ioanniskymionis@yahoo.gr
    ΠΡΟΤΑΣΗ : 004 / 2020
    Αθήνα 21.05.2020
    ΘΕΜΑ : ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

    (α) Πρόταση ιδρύσεως Πρωτοδικείου Ανατολικής Αττικής [έδρα : Αγία Παρασκευή – Σταθμός Μετρό] ιδίως για την κατά τόπο αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των πολυσχιδών νομικών και δικαστικών εκκρεμοτήτων από την φυσική καταστροφή στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά Αττικής, που θα απαιτήσουν πολυετείς δικαστικές αντιδικίες και διαδικασίες, και υπαγωγή των επιχωρίων Ειρηνοδικείων,
    (β) Πρόταση ιδρύσεως Πρωτοδικείου Δυτικής Αττικής [έδρα : Ανθούπολη – Σταθμός Μετρό] για τις καταστροφές στην ευρύτερη Περιοχή (τέως) Μεγαρίδος, καθώς και για την αναβάθμιση της περιοχής, και υπαγωγή των επιχωρίων Ειρηνοδικείων,
    (γ) Αναγκαστική σύνδεση της ίδρυσης των νέων Πρωτοδικείων Ανατολικής και Δυτικής Αττικής με τις προσφάτως προκύψασες νέες Εκλογικές Περιφέρειες στην Αττική κατόπιν της διάσπασης των τέως ανοικονόμητων εκλογικών περιφερειών και την ανάγκη ευχερέστερης εποπτείας της διαδικασίας των Εκλογών από τους Εφόρους ανά Πρωτοδικείο, ιδίως εάν ασκηθεί και η νομοθετική πρωτοβουλία περί – επιστολικής ή όχι – ψήφου στους Ελληνες Εξωτερικού,
    (δ) Πρόταση ίδρυσης [μετά αυτήν των δύο νέων Πρωτοδικείων] και ενός νέου Εφετείου [το λειτουργούν Εφετείο Πειραιώς πρέπει να παραμείνει ως έχει ενισχυομένης από πλευράς ταχύτητας της ειδικής καθ’ύλην αρμοδιότητας των διαφορών Ναυτικού Δικαίου σε συνεννόηση με τον κόσμο της Ελληνικής Ναυτιλίας] : το λειτουργούν Εφετείο Αθηνών θα είναι αρμόδιο για το Πρωτοδικείο Αθήνας και το νέο Πρωτοδικείο Δυτικής Αττικής, ενώ το ΝΕΟ Εφετείο ΑΤΤΙΚΗΣ {έδρα : η αυτή ορισθησόμενη έδρα του Πρωτοδικείου Ανατολικής Αττικής} θα είναι αρμόδιο για το νέο Πρωτοδικείο Ανατολικής Αττικής και κατά συγχώνευση για το έως σήμερα απαραδέκτως υποστελεχωμένο και υπολειτουργούν Εφετείο Ευβοίας (Χαλκίδα) διατηρώντας στην Χαλκίδα Μεταβατική Εδρα του προς αποφυγή τοπικών αντιδράσεων, ιδίως μετά την διαπίστωση από το Πανελλήνιο από την «Υπόθεση Αρ. Φλώρου» της πλημμελούς λειτουργίας του έως σήμερα διορθώνοντας έτσι την προ ετών αστοχία της το πρώτον ιδρύσεώς του,
    (ε) Πρόταση ίδρυσης αντίστοιχων Υπηρεσιών Εισαγγελιών στις νέες Δικαστικές Μονάδες,
    (στ) Πρόταση κατά Κώδικα Δικηγόρων υποχρεωτικής κατά δεσμία αρμοδιότητα ίδρυσης και συγκρότησης δύο (2) ΝΕΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ με διχοτόμηση του ΔΣΑ λόγω της ίδρυσης των δύο Νέων Πρωτοδικείων, κάτι που άλλωστε αποτελεί τον ΜΟΝΟ, πλην ανομολόγητο και αδημοσιοποίητο, λόγο για την τόσο «έντονη» αντίδραση του ΔΣΑ και μέρους των Μελών ΔΣ των Δικαστικών Ενώσεων – έκαστος μπορεί βάσιμα να αναμείνει μόνο θετικές εξελίξεις για το Δικηγορικό Σώμα, την Δικαιοσύνη, τον ίδιο τον υδροκέφαλο σημερινό ΔΣΑ και την Επιστήμη από την λειτουργία των Νέων Συλλόγων και των ΔΣ αυτών σε θεσμικό, επιστημονικό, συνδικαλιστικό, ακόμα και πολιτικό επίπεδο, με την ανάδειξη νέων ισορροπιών και άφθαρτων προσώπων στον εν λόγω επαγγελματικό χώρο.
    (ζ) Πρόταση νομοθετικής τροποποίησης του ισχύοντος Οργανισμού Δικαστηρίων προς την κατεύθυνση της ΕΠΑΝΑΚΑΘΙΕΡΩΣΗΣ και ΠΡΟΣΘΗΚΗΣ κατά τα πρότυπα του Ν. 2797/09.07.1922 του ευδοκίμως ισχύσαντος ιεραρχικού βαθμού του ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΕΦΕΤΩΝ και του ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ σε αντιστοιχία με τον βαθμό του Αντιπροέδρου ΑΠ, καθώς και των Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών, Αντεισαγγελέα Εφετών, Αντεισαγγελέα ΑΠ, με σκοπό τόσο την συμπλήρωση στην δικαστική ιεραρχία του συνταγματικού χαρακτηριστικού της αρμονίας, της αξιοκρατίας και της διαρκούς αξιολόγησης κατά την ανέλιξη των Δικαστικών Λειτουργών, καθώς και την ανάδειξη νέων δυνάμεων και προσώπων στο Δικαστικό Σώμα προς το συμφέρον της ίδιας της δικαιοδοτικής λειτουργίας.

  • 22 Μαΐου 2020, 08:16 | Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής

    Δικηγορικό Γραφείο Κυμιωνή

    Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής
    Δικηγόρος ΔΣΑ παρ’ Αρείω Πάγω Εμμισθος Δικηγόρος ΔΝΥ ΟΑΕΔ
    τ. Νομικός Σύμβουλος Οργανισμού Εργατικής Εστίας (ΟΕΕ)
    LL.M. Δημοσίου Δικαίου (Αθήνα),
    LL.M. Θεωρίας Δικαίου (Αθήνα),
    Yπoψ. Δρ Παντείου Πανεπιστημίου
    Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους 34, Αθήνα 10678
    Τ. – F. : 2103847538, Μ : 6945284626, P : ΤΘ 3071,10210 Αθήνα, Email : ioanniskymionis@yahoo.gr
    ΠΡΟΤΑΣΗ : 03/2020
    Αθήνα 21.05.2020

    ΘΕΜΑ : ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΚΩΝ

    Α. 1. Τα συσσωρευμένα προβλήματα δεκαετιών στην λειτουργία της πολιτικής/αστικής δικαιοσύνης ως αποτέλεσμα ελλείψεως πόρων και εξοπλισμού μεν, μα κυρίως ελλείψεως βούλησης και δημιουργικής διάθεσης, έχουν φέρει την κατάσταση στην Δικαιοσύνη στην Χώρα μας στα όριά της. Αποτέλεσμα δεν είναι μόνο το δομικό πρόβλημα των Δικαστηρίων περί την εξοργιστική πολλές φορές καθυστέρηση κατά την απονομή της δικαιοσύνης, για το οποίο ακόμα η Χώρα διατρέχει τον κίνδυνο αποπομπής από την ΕΣΔΑ [ΕΔΔΑ Υπόθεση Αθανασίου/Ελληνική Δημοκρατία (2009)] – ΠΑΡΟΤΙ ΑΠΟ 15.05.2020 ΤΡΕΧΕΙ ΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΣΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ – πέραν της προσθήκης δημοσιονομικού κόστους και οικονομικού κόστους απώλειας ανθρωποημερών, αλλά και η ημέρα με την ημέρα εμπέδωση στην κοινωνία του αισθήματος πλήρους ανασφάλειας Δικαίου και εδραίας απογοήτευσης στους πολίτες από την διάψευση των προσδοκιών τους περί την ζοφερή πραγματικότητα του συνταγματικώς προβλεπόμενου κοινωνικού κράτους Δικαίου. Στην τρέχουσα συγκυρία επιβάλλονται πρακτικές λύσεις, ενώ οι επιβαλλόμενες μεταρρυθμίσεις κατά την άσκηση νομοθετικής πρωτοβουλίας από το Υπουργείο σας θα μπορούσαν να έχουν χρονικό στόχο και ορίζοντα εφαρμογής την 25η Οκτωβρίου, Ευρωπαϊκή Ημέρα Πολιτικής/Αστικής Δικαιοσύνης.

    2. Μέσα στις τόσες κατά καιρούς προτάσεις, όπως έχουν κατατεθεί ιδίως την τελευταία δεκαετία από τους Δικηγορικούς Συλλόγους της Χώρας, τις Επιστημονικές Ενώσεις περί τους Κλάδους του Ιδιωτικού Δικαίου, τα Επιμελητήρια και την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, στα πλαίσια των προβλέψεων των επί σειράς ετών Εκθέσεων της Επιτροπής / Justice Scoreboard ας υποβάλω ταπεινοφρόνως και την ημέτερη προσανατολισμένη σε συγκεκριμμένα θέματα, όπως έχουν θεσπισθεί και καταστρωθεί στον ισχύοντα ΚΠολΔ. Περαιτέρω φρονώ ότι δεν αποτελεί λύση από μόνη της η κάλυψη των υπηρεσιακών κενών στις οργανικές θέσεις δικαστικών υπαλλήλων και γραμματέων, όπως αυτές προβλέπονται στους ήδη απηρχαιωμένους Οργανισμούς των Δικαστηρίων της Χώρας, ούτε η πρόσληψη ισόβιων Δικαστικών Λειτουργών. Μάλιστα θεωρώ ότι η κάλυψη των υπηρεσιακών κενών μπορεί να γίνει με κινητικότητα, ενώ η ανάθεση δευτερευουσών και βοηθητικών υπηρεσιών στις Γραμματείες Πολιτικών Δικαστηρίων μπορούν να ανατεθούν αζημίως με αυστηρή επιλογή σε καταδικασθέντες προσφέροντες κοινωφελή εργασία κατ’άρ. 105Α Νέου ΠΚ.

    Β. Συγκεκριμμένες προτάσεις θα μπορούσαν να είναι:

    -. Υποχρεωτική ηλεκτρονική κατάθεση εισαγωγικών δικογράφων δίκης (άρ. 215 επ. ΚΠολΔ) και δικογράφων και εγγράφων περί την ανοιγείσα δίκη (άρ. 237 ΚΠολΔ) σε όλα ανεξαίρετα τα Δικαστήρια της Χώρας ταυτόχρονα υπό την έννοια ότι είναι προτιμότερο ακόμα και να ανασταλούν επί διάστημα οι λειτουργίες των Γραμματειών των ενδιαφερομένων Δικαστηρίων, για να υπαχθούν στην ψηφιακή δομή, αρκεί να υποδέχονται τις καταθέσεις δικογράφων αποκλειστικώς ψηφιακά.
    -. Αντικατάσταση παραβόλων κατάθεσης και δικαστικών ενσήμων υψηλού ποσού κατά την κατάθεση με αντίστοιχα μικρού πάγιου ποσού και πολλαπλασιασμός της επιβαλλόμενης δικαστικής δαπάνης και των δικαστικών εξόδων.
    -. Κατάργηση του θεσμού της αναβολής και ειδικώς των άρ. 241 ΚΠολΔ περί αναβολής συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, καθώς και λοιπών άρθρων περί αναβολής (πχ ΚΠολΔ 265, 266), και θέσπισης της
    δυνατότητας διακοπής της δίκης για λόγους ανωτεράς βίας και συνέχισής της άπαξ εντός δεκαπενθημέρου με την ίδια σύνθεση.
    -. Κατάργηση της νεοφανούς και μη ρητώς προβλεπόμενης στον Κώδικα οιονεί διαδικαστικής ενέργειας «ματαίωση ή παραίτηση μετά την συζήτηση».
    -. Υποχρεωτική καθιέρωση προκατάθεσης έγγραφης δήλωσης παράστασης των Δικηγόρων των αντιδίκων σε όλες τις διαδικασίες (άρ. 242 ΚΠολΔ) ενώπιον όλων των Δικαστηρίων με ταυτόχρονο αυστηρό περιορισμό των διαδικασιών, που επιβάλλουν την προφορική συζήτηση.
    -. Μεταφορά πολλών διαδικασιών γνήσιας και μη γνήσιας εκούσιας δικαιοδοσίας και ομάδων Υποθέσεων κατ’άρ. 93 παρ. 2 Συντάγματος στα διοικητικά και μη δικαστικά όργανα εκούσιας δικαιοδοσίας (λχ στους Συμβολαιογράφους : συναινετικές προσημειώσεις και άρσεις προσημειώσεων, Διαταγές πληρωμής, Διαταγές αποδόσεως μισθίων, Καταστατικά Σωματείων και εταιρικά, κληρονομητήρια, εκδόσεις πιστοποιητικών, ή στους Υποθηκοφύλακες : Υποθέσεις Κτηματολογίου).
    – Καθιέρωση θεσμού ιδιωτών επί πενταετή θητεία Επίκουρων Μελών Πολιτικών/Αστικών Δικαστηρίων προς άμεση βοήθεια του έργου των Δικαστών.
    – Επαναφορά θεσμού εισηγητή Δικαστή κατ’ άρ. 240 ΚΠολΔ/1968.
    -.Ενίσχυση της προληπτικής δικαστικής προστασίας κατ’άρ. 69 ΚΠολΔ.
    -.Ενίσχυση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών.
    -.Σύντμηση σε πεντάμηνη της έως σήμερα οκτάμηνης προθεσμίας άρ. 307 ΚΠολΔ για την έκδοση Απόφασης
    -.Καθιέρωση νέου άρθρου 559Α στον ΚΠολΔ αντίστοιχου του άρ. 53 παρ. 3 κωδ.ΠΔ 18/1989 στην αναιρετική διαδικασία και ως λόγου παραδεκτού η έλλειψη νομολογίας ΑΠ στο αναιρεσιβαλλόμενο ζήτημα.
    -.Καθιέρωση νέου άρθρου 566Α ΚΠολΔ περί Συμβουλίου Τμημάτος ΑΠ για την εκκαθάριση των ήδη κατατεθεισών προφανώς απαραδέκτων και αβασίμων Αιτήσεων Αναιρέσεως ιδιωτών και του Ελληνικού Δημοσίου έως σήμερα
    -.Καθιέρωση νέου άρθρου 566Β ΚΠολΔ αντίστοιχου με τα άρ 34Α και 34Β κωδ.ΠΔ 18/1989 περί της διαδικασίας και των δικαστικών δαπανών και εξόδων επί απαραδέκτων Αιτήσεων Αναιρέσεως.
    -.Ενίσχυση της διαδικασίας διαμεσολάβησης, πλην όμως του προαιρετικού χαρακτήρα της.
    -.Ενίσχυση της συμβιβαστικής επέμβασης ειρηνοδίκη (208 επ. ΚΠολΔ) προς επίτευξη δικαστικού συμβιβασμού, καθώς και των διαδικασιών των άρ. 214Α (συμβιβαστική επέμβαση διαφορών) και 214Β ΚΠολΔ (δικαστική μεσολάβηση). Η ενίσχυση μπορεί να υλοποιηθεί διά (ι) της καθιέρωσης των διαδικασιών αυτών ενώπιον όλων των πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων και σε όλες τις διαδικασίες αστικών διαφορών επί ποινή απαραδέκτου ως υποχρεωτικών και συνοπτικών, (ιι) διά της υποχρεωτικής παράστασης αμφότερων των πλευρών επί ποινή συνομολόγησης της απουσιάζουσας των αξιώσεων της επισπεύδουσας στην απόπειρα εξώδικης επίλυσης και καταδίκης της σε αυξημένη δικαστική δαπάνη, της υποχρεωτικής σύνταξης πρακτικού συνάντησης και μη κατάληξης σε καμμία συνεννόηση ή συμφωνία, αλλά υποχρεωτικώς της δεσμευτικής καταγραφής ως ελεύθερης διάθεσης του αντικειμένου της δίκης των σημείων της διαφωνίας των διαδίκων – τα περιοριστικώς καταγραφόμενα σημεία θα αποτελούν και το αντικείμενο της δίκης υποβαλλόμενο στο Δικαστήριο και θα δεσμεύει και αυτό πέραν των αυτεπαγγέλτως ερευνωμένων θεμάτων ακόμα και υπό τον τύπο των δύο μονομερών Δηλώσεων τwν διαδίκων, (ιιι) της δυνητικής προσκομιδής του Πρακτικού από εκάτερο των διαδίκων στον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου προς διορισμό άπαξ κατ’άρ. 214 Β ΚΠολΔ Δικαστή προς μεσολάβηση στη διαφορά., (ιυ) η έκδοση Πρακτικού επίλυσης της διαφοράς θα επέχει θέση δικαστικού συμβιβνασμού και παραίτησης από τα ένδικα μέσα, (υ) η μη ευδοκίμηση της απόπειρας εξώδικης επίλυσης (α) θα επιτρέπει την συζήτηση της Αγωγής, (β) δεν θα επιτρέπεται παραίτηση από το δικόγραφο ή από το δικαίωμα της Αγωγής με την παρέλευση ενός μηνός από την αποτυχημένη απόπειρα εξώδικης επίλυσης και τον προσδιορισμό της Αγωγής, (γ) δεν θα επιτρέπεται αναβολή της συζήτησης της Αγωγής για κανένα λόγο προς ταχεία επίλυση των διαφορών.
    -. Διατήρηση της προθεσμίας των 100 ημερών (+ 15) κατ’άρ. 237 ΚΠολΔ, υποχρεωτικός προσδιορισμός της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος εντός 30 ημερών από την λήξη των 115 ημερών και έκδοση της Απόφασης εντός πενταμήνου από την συζήτηση.

    Γ. Οι ως άνω προτάσεις σκοπό έχουν την επιτάχυνση των αστικών δικών προς αποκατάσταση της ασφάλειας δικαίου χωρίς δημοσιονομική επιβάρυνση του Κράτους : για λόγους προστασίας του εθνικού φιλότιμου ας μην ξαναϋπάρξουν σε κείμενο διεθνών υποχρεώσεων της Χώρας προβλέψεις του τύπου άρθρου δευτέρου παρ. 5.2 («Δικαιοσύνη») Ν.4338/14.08.2015 (Α’ 94).

  • 22 Μαΐου 2020, 08:25 | Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής

    Δικηγορικό Γραφείο Κυμιωνή

    Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής
    Δικηγόρος ΔΣΑ παρ’ Αρείω Πάγω Εμμισθος Δικηγόρος ΔΝΥ ΟΑΕΔ
    τ. Νομικός Σύμβουλος Οργανισμού Εργατικής Εστίας (ΟΕΕ)
    LL.M. Δημοσίου Δικαίου (Αθήνα),
    LL.M. Θεωρίας Δικαίου (Αθήνα),
    Yπoψ. Δρ Παντείου Πανεπιστημίου
    Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους 34, Αθήνα 10678
    Τ. – F. : 2103847538, Μ : 6945284626, P : ΤΘ 3071, 10210 Αθήνα, Email : ioanniskymionis@yahoo.gr
    Πρόταση : 02/2020
    Αθήνα 21.05.2020

    ΘΕΜΑ : ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΕΠΙ ΘΗΤΕΙΑ «ΕΠΙΚΟΥΡΩΝ ΜΕΛΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ» ΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΟΝΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

    Συνοπτικό διάγραμμα

    α. Το πρόβλημα στην διοικητική δικαιοσύνη
    β. 700 Επίκουρα Μέλη [30 Συντονιστές – 5μελές Ανώτατο Συμβούλιο Εποπτείας] : λειτουργία, καθήκοντα
    γ. Σκοπιμότητα πρότασης

    α. Από πολλές πλευρές διαρκώς αναφέρονται και υπογραμμίζονται παράμετροι του χρόνιου και δομικού προβλήματος λειτουργίας κατά την απονομή ιδίως της διοικητικής δικαιοσύνης. Η κατάσταση γνωστή : κατάθεση ενδίκου βοηθήματος και προσδιορισμός της πρώτης συζήτησης της Υπόθεσης μετά από πέντε,έξι ή και επτά (!) κατά μέσο όρο χρόνια, ενώ για την έκδοση αμετάκλητης Απόφασης μπορεί να απαιτηθούν έως και … δεκατέσσερα χρόνια ! Σε τέτοιο σημείο είχε φθάσει η κατάσταση, ώστε σε έκαστο εκ των τριών Μνημονίων της Χώρας μας εν μέσω κρίσης (2010-2019) και ύφεσης να τίθεται ουσιώδης όρος από τους δανειστές η διεθνής υποχρέωση της Χώρας περί την άμεση εκκαθάριση των δικαστικών εκκρεμοτήτων των εκατοντάδων χιλιάδων φορολογικών κτλ δικογραφιών (βλ. ενδεικτικώς άρ. 1 εδ. 5.2 {Δικαιοσύνη} Ν. 4336/14.08.2015 (Α’ 94) – Γ’ Μνημόνιο).

    Επιγραμματικώς τα κατ’εμέ δεδομένα του ζητήματος είναι (α) η άρνηση των Διοικητικών Δικαστών να αυξήσουν την αποδοτικότητά τους και η προσκόλλησή τους σε τυπολατρικές άνευ ουσίας ξεπερασμένες από τα πράγματα πρακτικές, (β) η έλλειψη πρωτοβουλίας, (γ) ο συγκεκριμμένος κτιριακός και λοιπός εξοπλισμός των Διοικητικών Δικαστηρίων, (δ) η τάση των φορολογικών Αρχών να δημιουργούν φορολογικές αμφισβητήσεις, (ε) η τάση του Δικηγορικού Σώματος να «δικαστηριοποιεί» πάσα εκκρεμότητα χάριν διεύρυνσης της δικηγορικής ύλης, (στ) η ορθή, αλλά αδιέξοδη και δυσλειτουργική, θέσπιση, πλην όμως μη εφαρμοσθείσα, καθιέρωση του Σώματος Φορολογικών Διαιτητών, (ζ) η απερίσκεπτη άρνηση καθιέρωσης της δυνατότητας φορολογικών συμβιβασμών και συμψηφισμών , (η) η τάση έκαστης Διοικητικής Αρχής να δημιουργεί αντιδικίες με τον ιδιώτη και να εξαντλεί τα ένδικα μέσα, ακόμα και εάν έχει ηττηθεί δικαστικώς από τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, (θ) η έλλειψη πλαισίου κυρώσεων κατά όσων συντηρούν την αντιδικία από πλευράς Διοικητικών Αρχών και επιβαρύνουν τελικώς το Δημόσιο με τόκους και προσαυξήσεις.

    Η Χώρα μας για τις προκλητικά μεγάλες καθυστερήσεις κατά την απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης ειδικά έχει επανειλημμένα καταδικασθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), μολονότι σταθερά στο Στρασβούργο αυτή επικαλείται τους ίδιους λόγους περί έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού και εξοπλισμού κτλ. Η στα όρια του κυνισμού αδιαφορία για τις συνέπειες από τις καθυστερήσεις οδήγησε στο σημείο, αντί να λυθεί άρδην το πρόβλημα των καθυστερήσεων, (ι) να καθιερωθεί διά του Ν. 4055/2012 ειδικό ένδικο βοήθημα, η Αίτηση Δίκαιης Ικανοποίησης, με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης του αντιδίκου του Δημοσίου για την ζημία του από μόνη την καθυστέρηση, που έχει προκληθεί από το δομικό πρόβλημα της Δικαιοσύνης, είτε κερδίσει είτε ηττηθεί στην Υπόθεση (!), (ιι) να αναγνωρισθεί δικαστικώς σχεδόν ανερυθρίαστα και εξόχως «ωχαδελφικά» ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ η αστική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου για πράξεις και παραλείψεις των δικαστικών αρχών κατά την εκτέλεση των δικαιοδοτικών καθηκόντων τους κατά την Απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ 1501/2014!… Η κατάσταση λόγω της καθυστέρησης απονομής δικαιοσύνης και τελικώς αρνησιδικίας έχει επισημανθεί εντός συνόρων από τον ΣΕΒ, ενώ διεθνώς από τον ΟΟΣΑ, την Παγκόσμια Τράπεζα [στην Εκθεση «Doing Business 2020»] ακόμα και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στους εκδιδόμενους κατ’έτος Πίνακες Επιδόσεων των Εθνικών Συστημάτων Δικαιοσύνης της ΕΕ βάσει των στοιχείων του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, όπου η Χώρα μας κατατάσσεται πολύ χαμηλά ιδίως όσον αφορά την αντίληψη των πολιτών για την κατάσταση και την ανεξαρτησία των συστημάτων δικαιοσύνης στην Χώρα τους, για να μην αναφέρουμε τον χρόνο απονομής δικαιοσύνης ανά Υπόθεση (1.711 ημέρες κατά μέσο όρο σήμερα!) και το οικονομικό κόστος για τον πολίτη ως προς την λειτουργία και την απονομή δικαιοσύνης (309 ευρώ σήμερα).

    β. 1. Η λύση στο πρόβλημα ΔΕΝ είναι η πρόσληψη και άλλων Δικαστικών Λειτουργών ή η ψηφιοποίηση της γραμματειακής και άλλης διοικητικής λειτουργίας των Δικαστηρίων ή η χωρίς στόχευση και σχεδιασμό τοποθέτηση διοικητικών υπαλλήλων στις Γραμματείες των Δικαστηρίων παρά τα αναμφισβήτητα τεράστια κενά στην στελέχωση των Υπηρεσιών. Και αυτό, διότι οι απαρχαιωμένοι Κανονισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας στα Δικαστήρια αποτελούν Αποφάσεις της Ολομέλειας αυτών, που εγκρίνονται στην Ολομέλεια του οικείου Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. ενδεικτικώς Ολ ΣτΕ 2/2014 Αρμ.2014.658), ενώ απλώς διαχειρίζονται την γραφειοκρατική αντίληψη καταγραφής αριθμού οργανικών θέσεων σε ξεπερασμένα από τα πράγματα οργανογράμματα χάριν εξασφάλισης δημοσιοϋπαλληλικής σταδιοδρομίας χωρίς περιγραφή αρμοδιοτήτων και υποχρεώσεων εξ αυτών σε απόλυτη συνεργασία με τα προβλεπόμενα κατ’άρ. 92 Συντάγματος αντιστοίχως λειτουργούντα Υπηρεσιακά Συμβούλια (βλ. ενδ. ΟλομΣτΕ 3178/2014 ΕΔΔΔΔ 2015.291). Πρόταση του ταπεινοφρόνως υπογράφοντος είναι η ενίσχυση του ανθρωπίνου δυναμικού στα Διοικητικά Δικαστήρια διά της άμεσης καθιέρωσης ως βοηθών και συνεργατών των Δικαστικών Λειτουργών θέσεων «Επίκουρων Μελών Διοικητικών Δικαστηρίων» επί θητεία [στο εξής:ΕΜΔΔ] και σε αριθμό τουλάχιστον επτακοσίων (700) ατόμων σε πρώτη πιλοτική φάση προς διασπορά στα τριάντα (30) Διοικητικά Πρωτοδικεία της Χώρας.

    2. Τα ΕΜΔΔ ΔΕΝ θα είναι δικαστικοί λειτουργοί απολαύοντες των συνταγματικών εγγυήσεων της ισοβιότητας και της ανεξαρτησίας της γνώμης και της δυνατότητας διάχυτου συνταγματικού ελέγχου των νόμων, αλλά Δημόσιοι Λειτουργοί επί θητεία με σύμβαση συνεργασίας με το Ελληνικό Δημόσιο επί πενταετία χωρίς δικαίωμα ανανέωσης με καθήκοντα Εισηγητή στα Διοικητικά Δικαστήρια επί φορολογικών, τελωνειακών Υποθέσεων και Υποθέσεων προστίμων και οικονομικών εκκρεμοτήτων με το Ελληνικό Δημόσιο. Η ευδόκιμη και επιτυχής ολοκλήρωση της πενταετούς θητείας τους θα αποτελέσει λόγο μοριοδότησης κατά πενήντα τοις εκατό (50%) για την είσοδο στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών στους δύο (2) περιοριστικά επόμενους της θητείας διαγωνισμούς προσλήψεως στην εν λόγω Σχολή, ενώ κατά την θητεία τους θα τελούν σε απόλυτη και αυτόματη αναστολή του επαγγέλματός τους, η δε προέλευσή τους μπορεί να είναι (α) Οικονομολόγοι με τουλάχιστον πενταετή πραγματική επαγγελματική προϋπηρεσία [σε ποσοστό 25% των υπό πρόσληψη] και (β) Δικηγόροι με δεκαετή πραγματική προϋπηρεσία στην μάχιμη δικηγορία και προαχθέντες σε Δικηγόρο παρ’ Εφέταις, προσλαμβανόμενοι κατόπιν ειδικού δημόσιου (ακόμα και διεθνούς) διαγωνισμού από την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών και τελούντες στο ειδικό υπηρεσιακό καθεστώς του ΠΔ 410/1988, ως ισχύει, τοποθετούμενοι προσωπαγώς στον μόνο Βαθμό Α’ διοριζόμενοι χωρίς μετάθεση ή απόσπαση ή άλλη μετακίνηση στην έδρα Διοικητικού Πρωτοδικείου της Χώρας κατά την επίδοσή τους εντός της Σχολής σε τρίμηνα σεμινάρια ταχείας κατάρτισης και κατά τις διαπιστωθείσες ανάγκες ύστερα από γνώμη του Επιθεωρητή Διοικητικών Δικαστηρίων και με αποδοχές 1ου Μισθολογικού Κλιμακίου κατά τα σημερινά ισχύοντα.

    Τα καθήκοντα των ΕΜΔΔ θα μπορούν να είναι η επεξεργασία και η προετοιμασία των διοικητικών δικογραφιών προς προσδιορισμό και συζήτηση στα Δικαστήρια : τα ΕΜΔΔ δεν θα έχουν επαφή με τους τακτικούς Δικαστικούς Λειτουργούς, αλλά θα έχουν παραδώσει τις χρεωθείσες δικογραφίες προ της χρεώσεώς των σε Δικαστικούς προς εκδίκαση. Είτε σε ασκηθέντα ένδικα βοηθήματα και μέσα και εκκρεμείς Υποθέσεις είτε σε ανοιγόμενες δίκες τα ΕΜΔΔ (α) θα συγκροτούν την δικογραφία, (β) θα καλούν την Διοίκηση και τον ιδιώτη διάδικο να συμπληρώσουν την δικογραφία εντός διαλυτικών ανατρεπτικών προπαρασκευαστικών προθεσμιών ενεργείας επί ποινή τεκμηρίου ομολογίας και απαραδέκτου, (γ) θα καταγράφουν τα αποδεικτικά μέσα, (δ) θα απαιτούν επί ποινή ακυρότητας και απαραδέκτου την διενέργεια απόπειρας εξώδικης συμβιβαστικής επίλυσης της διοικητικής διαφοράς, (ε) θα συντάσσουν Πρακτικό ολοκλήρωσης της επεξεργασίας της δικογραφίας και εισηγητικό σημείωμα με την νομική άποψή τους και Εκθεση Απόψεων με καταγραφή των νομικών ζητημάτων, (στ) θα αξιοποιούν τον θεσμό της Πρότυπης Δίκης και θα κωδικοποιούν προς διοικητική χρήση την φορολογική και τελωνειακή νομολογία προς σύνταξη και διακίνηση διοικητικών εγκυκλίων, (ζ) θα παραδίδουν έτοιμη και ήδη χειρισθείσα την χρεωθείσα δικογραφία επί ποινή προσωπικής ευθύνης τους σε ενενήντα (90) ημέρες το πλείστο από την χρέωση σε αυτά, (η) η δε προετοιμασμένη δικογραφία θα εισάγεται προσδιοριζόμενη σε δικάσιμο προς συζήτηση εντός το πολύ εξήντα (60) ημερών από την παράδοσή της από τα ΕΜΔΔ, η δε Απόφαση επ’αυτής θα εκδίδεται υποχρεωτικώς εντός εξήντα (60) μερών από την εκδίκαση, (θ) στην διάρκεια της θητείας τους θα αξιοποιούν την περίοδο των λεγομένων δικαστικών διακοπών (30.06. – 16.09. εκάστου έτους) για την ταχεία παράδοση των εισηγήσεών τους, (ι) η όλη πορεία τους, η μη ταχεία παράδοση των ανατιθεμένων δικογραφιών και η πλημμελής άσκηση των καθηκόντων τους θα ελέγχονται διαρκώς ιεραρχικώς, ενώ η παράβαση των καθηκόντων τους θα αποτελεί προβλεπόμενο ιδιώνυμο υπηρεσιακό αδίκημα διωκόμενο σε βαθμό κακουργήματος.

    Σε ένα έκαστο Διοικητικό Πρωτοδικείο ήδη από την αποφοίτηση των ΕΜΔΔ από την Σχολή θα τοποθετείται και Συντονιστής των ΕΜΔΔ εκ των φοιτησάντων στην Σχολή με διετή προϋπηρεσία, οι δε τριάντα (30) Συντονιστές θα έχουν καταταγεί στη θέση τους βάσει των βαθμών επιδόσεώς τους εντός της Σχολής και της επιτυχούς εξέτασης σε ειδική δοκιμασία προ της αναλήψεως των καθηκόντων τους. Οι Συντονιστές των υπηρετούντων ανά Διοικητικό Πρωτοδικείο ΕΜΔΔ θα συνεργάζονται με το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Δικαστηρίου, θα παρίστανται στις συνεδριάσεις του με δικαίωμα λόγου και όχι ψήφου και θα εκτελούν τις κατευθύνσεις του Προϊσταμένου του Δικαστηρίου επί της διοικητικής διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης.

    Των ΕΜΔΔ θα προϊσταται πενταμελές Ανώτατο Συμβούλιο Εποπτείας συγκροτούμενο από ένα Αντιπρόεδρο ΣτΕ, τον Γενικό Γραμματέα Δικαιοσύνης, τον Διοικητή Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, τον Γενικό Επίτροπο Επικράτειας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων και τον Γενικό Επίτροπο Επικράτειας στο Ελεγκτικό Συνέδριο ως Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο και εποπτικό όργανο αρμόδιο για κάθε ζήτημα και για την σύνταξη ετησίων φύλλων αξιολόγησης και ποιότητας, καθώς και της τελικής αξιολόγησης εκάστου ΕΜΔΔ στο πέρα της θητείας τους. Οι πράξεις του Ανωτάτου Συμβουλίου Εποπτείας θα προσβάλλονται με Αίτηση Ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ.

    γ. Το ισχύον συνταγματικό καθεστώς στην Χώρα μας επιτρέπει την καθιέρωση των ΕΜΔΔ, ενώ κατά ημέτερους υπολογισμούς το προσδοκώμενο άμεσο ταμειακό όφελος για το Ελληνικό Δημόσιο από την εκδίκαση των λιμναζουσών εκκρεμών δικογραφιών και την επίλυση των φορολογικών κά οικονομικών διαφορών είναι ευχάριστα …ανυπολόγιστο (!) ανερχόμενο ακόμα και σε δις. Ευρώ (!!), το δε κόστος (μισθολογικό και διοικητικό) της απασχόλησης επτακοσίων ΕΜΔΔ επί πενταετία [στην ουσία μισθοί επτακοσίων Διευθυντών του Ελληνικού Δημοσίου, δηλαδή των οργάνων, που δημιουργούν το .. πρόβλημα!] ανέρχεται σχηματικώς στο ΕΝΑ ΤΕΤΑΡΤΟ (1/4) (ή και λιγότερο) της μισθοδοσίας του ίσου αριθμού πρωτοδιοριζόμενων Δικαστικών Λειτουργών της Διοικητικής Δικαιοσύνης χωρίς την προνομιακή μεταχείρισή τους, ενώ είναι αμελητέο εμπρός στο ανυστερόβουλο όφελος για το Κράτος Δικαίου και τον συνταγματικό πολιτισμό μας από την εκδίκαση μίας διαφοράς ενός ιδιώτη με το Δημόσιο σε πρώ το βαθμό εντός έξι μηνών από την ανάθεση σε ΕΜΔΔ.

  • 22 Μαΐου 2020, 08:28 | Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής

    ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ Κυμιωνή

    Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής
    Δικηγόρος ΔΣΑ παρ’ Αρείω Πάγω [ΑΜ 18148]
    Εμμισθος Δικηγόρος ΝΥ ΟΑΕΔ * τ. Νομικός Σύμβουλος τ.ΟΕΕ
    LL.M. Δημοσίου Δικαίου [ΕΚΠΑ – Αθήνα]
    LL.M. Θεωρίας Δικαίου [ΕΚΠΑ – Αθήνα]
    Υποψ. Δρ Παντείου Πανεπιστημίου [Αθήνα]
    Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους 34, Αθήνα 10678 * ΤΘ 3071, Αθήνα 10210
    Τηλ. : 2103847538, 6945284626 * Email : ioanniskymionis@yahoo.gr
    [ΑΦΜ : 052581727 / Α’ ΔΟΥ Αθηνών]

    ΠΡΟΤΑΣΗ : 001 / 2020
    Αθήνα 21.05.2020

    ΘΕΜΑ : ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΣΕΜΙΝΑΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

    Πρόταση ψήφισης Ειδικού Προγράμματος χρηματοδότησης Σεμιναρίων παρακολούθησης για Μέλη Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας προς πιστοποίηση ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ.
    Εξ ιδίας γνώσεως και πείρας αναφέρω ότι πολλοί ΚΚ Συνάδελφοι Δικηγόροι ανά την Χώρα ενδιαφέρονται πραγματικά να πιστοποιηθούν ως κατά Νόμο Δικαστικοί Διαμεσολαβητές υπό την ισχύ του Ν.4640/2019, αλλά λόγω συγκυρίας τούς εμποδίζει το υψηλό κόστος συμμετοχής στα Ειδικά Σεμινάρια ένεκα του ποσού τουλάχιστον 1.800 ευρώ (πχ στο ΑΚΚΕΔ ΔΣΑ «Προμηθέας»). Νομίζω ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης, που έχει κάθε λόγο να υποστηρίξει τον θεσμό, μπορεί για λόγους δημοσίου συμφέροντος να ικανοποιήσει το δίκαιο αίτημα πολλών Δικηγόρων της Χώρας προς το συμφέρον της λειτουργίας της ίδιας της Δικαιοσύνης.
    Θεωρώ ότι η πρόταση αυτή θα τύχει ευμενούς αποδοχής από το Υπουργείο, αλλά και τους ΚΚ Συναδέλφους σε όλη την Χώρα με σκοπό την κατάρτιση νέων και περισσότερων Διαμεσολαβητών ως Λειτουργών της Δικαιοσύνης.

  • Επί του άρθρου 361 με τίτλο «Ειδικά τμήματα πολιτικών δικαστηρίων».

    Με τον Ν. 4529/2018 ενσωματώθηκε (με καθυστέρηση) στην ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία 2014/104/ΕΕ «σχετικά με ορισμένους κανόνες που διέπουν τις αγωγές αποζημίωσης βάσει του εθνικού δικαίου για παραβάσεις των διατάξεων του δικαίου ανταγωνισμού των κρατών – μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλες διατάξεις».

    Ο νόμος αυτός έχει ως στόχο (κατά την αιτιολογική έκθεση) να καταστεί δυνατή η αγωγή αποζημιώσεως κατά επιχειρήσεων που έχουν παραβεί το δίκαιο του ανταγωνισμού (Καρτέλ και Μονοπώλια), µέσω «πλεονεκτημάτων» ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου που θεσπίζονται υπέρ των θυμάτων αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών.

    Σύμφωνα με το άρθρο 13 του Ν. 4529/2018 θα έπρεπε να έχει συσταθεί στο Πρωτοδικείο Αθηνών ειδικό τμήμα εκδίκασης των υποθέσεων του δικαίου ανταγωνισμού, αλλά ακόμα εκκρεμεί.

    Με βάση την εμπειρία αυτή, το υπό διαβούλευση άρθρο 361 που θέτει ως δυνατότητα τη σύσταση των ειδικών τμημάτων («δύνανται να συνιστώνται») για υποθέσεις του δικαίου ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ενέργειας και προστασίας προσωπικών δεδομένων, εκλαμβάνεται ως ευχή.

    Η ευχή, δε, μεγαλώνει, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Νομοθέτης έχει ήδη φροντίσει πριν μερικούς μήνες (στις 28.11.2019, με εκπρόθεσμη τροπολογία, κυριολεκτικά της νύχτας) να «προ-αποσυμφορήσει» τα ειδικά τμήματα που ήθελε κάποια στιγμή συσταθούν (και θα δικάζουν υποθέσεις με σοβαρό οικονομικό αντικείμενο), επιβάλλοντας δικαστικό ένσημο στις αναγνωριστικές αγωγές που ασκούνται ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (και μάλιστα με αναδρομική ισχύ!), παρέχοντας έτσι ασυλία στους «επενδυτές» εναγόμενους.

    Ειδικότερα, στις 19.11.2019, λίγες ημέρες πριν ψηφιστεί η ως άνω τροπολογία για το δικαστικό ένσημο στις αναγνωριστικές αγωγές του Πολυμελούς, η οποία εισήχθη στο νομοσχέδιο για τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ο Υπουργός Δικαιοσύνης (αντιγράφουμε από δημοσίευμα) «μιλώντας κατά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του ΣΕΒ, έπειτα από πρόσκληση του προέδρου του Συνδέσμου, Θεόδωρου Φέσσα, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ενίσχυση του θεσμού της διαμεσολάβησης, έπειτα από την κατάθεση του σχετικού νομοσχεδίου, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης θα συστήσει ειδικά τμήματα στα δικαστήρια, όπου θα εκδικάζονται εθνικές και διασυνοριακές υποθέσεις ανταγωνισμού και επενδύσεων, με εκτίμηση ότι τούτο θα συμβεί στις αρχές του νέου έτους, οπότε θα μπορούμε να μιλάμε για ένα ολοκληρωτικά διαφορετικό δικαστικό σύστημα που δεν θα λειτουργεί αποτρεπτικά για τις επενδύσεις και θα συνεπάγεται τη δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας» (βλ. σχετικά δημοσιεύματα της 19.11.2019, λχ https://www.iefimerida.gr/politiki/tsiaras-eidika-tmimata-dikastiria-gia-ependyseis).

    Αν θέλουμε λοιπόν πράγματι «οι συγκεκριμένες διαφορές, οι οποίες είναι κρίσιμες τόσο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας όσο και για τη διεθνή αξιολόγηση του δικαστικού μας συστήματος, να επιλύονται ταχύτερα και αποτελεσματικότερα» (βλ. αιτιολογική έκθεση), θα πρέπει να διαμορφωθεί η διάταξη του 361, κατά τις ανωτέρω επισημάνσεις, ως εξής:

    Αντί για » δύνανται να συνιστώνται», να αναγραφεί ότι «συστήνονται».

    Να προστεθεί πέμπτη (5η) παράγραφος με την οποία θα ορίζεται ρητώς ότι τόσο στις υποθέσεις του άρθρου 361 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου όσο και στις υποθέσεις του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού (οι οποίες, ομοίως, «είναι κρίσιμες τόσο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας όσο και για τη διεθνή αξιολόγηση του δικαστικού μας συστήματος», βλ. Οδηγία 2014/104/ΕΕ) καταργείται η υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου, που θεσπίστηκε με το άρθρο 42 του Ν. 4640/2019.

  • 18 Μαΐου 2020, 10:04 | Ευάγγελος Λιάσκος

    νομίζω πώς πρέπει ρητώς να προβλέπεται ότι και οι αιτήσεις προσωρινής προστασίας θα υπάγονται στην αρμοδιότητα των ειδικών τμημάτων, ώστε να υπάρχει μια ολοκληρωμένη προστασία

  • 16 Μαΐου 2020, 20:25 | Μιλτ. Χατζηγεωργίου

    Στο άρθρο 364 πρέπει να διορθωθεί η παραπομπή στο ορθό «η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 363»

  • 16 Μαΐου 2020, 18:15 | Αλέξανδρος Βαρβέρης

    Άρθρο 360
    Προσθήκη:
    (ι) i. Την εκπόνηση ερευνών με σκοπό τη διαμόρφωση προτάσεων και άμεσων παρεμβάσεων επί συγκεκριμενών δυσλειτουργιών, τον καλύτερο σχεδιασμό μακροπρόθεσμων στρατηγικών αποφάσεων, την αναμόρφωση μέτρων και δομών, καθώς και την βελτίωση των μηχανισμών διαφάνειας και λογοδοσίας όλων των παραγόντων που συμμετέχουν στην απονομή της Δικαιοσύνης
    (κ) iv. Την μελέτη και ανάλυση των οικονομικών δεδομένων της Δικαιοσύνης και ιδίως: α) την βελτίωση κατανομής του προϋπολογισμού ανά φορέα δικαστικής υπηρεσίας, β) τον σαφή υπολογισμό του κόστους διαχείρισης των υποθέσεων, ανά κατηγορία υπόθεσης και διαδικασίας, γ) τον υπολογισμό των εσόδων της Δικαιοσύνης από τη δικαστική (αγωγόσημα, ένσημα, παράβολα, χρηματικές ποινές) και εξώδικη πρακτική (έσοδα υποθηκοφυλακείων/κτηματολογικών γραφείων, ένσημα δικηγόρων και δικαστικών επιμελητών, κλπ.), δ) τον υπολογισμό του κόστος συντήρησης, αναβάθμισης και συνεχούς ανανέωσης των δικαστικών κτηρίων, των συστημάτων πληροφορικής υποδομής (λογισμικού και μηχανημάτων) και των συστημάτων ασφαλείας, ε) την μέτρηση-ποσοτικοποίηση της ζημίας των διαδίκων (ιδίως των επιχειρήσεων) λόγω της καθυστερημένης επίλυσης των διαφορών τους

    βλ. Κοριατοπούλου, Π, Βαρβέρης, Α & Ματθαίου, Β 2015, «Δημιουργία Παρατηρητηρίου Δικαιοσύνης». σε: Συμβολή για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, σσ. 639-644

  • 15 Μαΐου 2020, 17:06 | Σταυρος Αναστασοπουλος

    Πολύ εύστοχη, λογική και καλοζυγισμένη την τροποποίηση της παρ.5 του ΄αρθρου 15 του Ν.1756/1988 με το άρθρο 363 του νομοσχεδίου,διότι αποτρέπει τις άσκοπες συχνές εκλογές, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει τη δημοκρατική νομιμοποίηση των διοικήσεων και επιτρέπει την αξιοποίηση των αναπληρωτών. Θεωρώ,επίσης,αναγκαία την,για λόγους σαφήνειας,αναδιατύπωση του εδαφίου στ΄της ίδιας παραγράφου ως εξής΄ <>.