• Σχόλιο του χρήστη 'ΝΑΤΑΛΙΑ ΧΡ. ΓΡΕΒΙΑ, ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΡΤΑΣ' | 24 Δεκεμβρίου 2011, 14:11

    Η παραπάνω ρύθμιση είναι ανεπιτυχής και «τιμωρεί» με τόκο επιδικίας κατά το νομοσχέδιο, στη πραγματικότητα όμως με ανατοκισμό, τον διάδικο και συνήθως εναγόμενο που αντιδικεί. Ο εναγόμενος που έχει κατ’ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος το δικαίωμα: «……………στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα και τα συμφέροντά του», λόγω του τόκου επιδικίας θα αναγκαστεί ακόμα και αν τα πραγματικά περιστατικά του δίνουν την ευχέρεια να υποβάλει είτε ουσιαστική και αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, είτε ενστάσεις όπως συμψηφισμού ή εξόφλησης κλπ, να ομολογήσει ή να συμβιβαστεί από φόβο μην ηττηθεί στη δίκη που θα επακολουθήσει. Ο επιπλέον τόκος του 2% ή του 3% αν τολμήσει να ασκήσει έφεση κατ’ εσφαλμένης απόφασης είναι αποτρεπτικός για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα προσφυγής στη δικαιοσύνη. Ο δικαιολογητικός λόγος της ρύθμισης, δηλαδή η αποφυγή αβάσιμων και παρελκυστικών αγωγών, ενδίκων μέσων κλπ, αφορούν δηλαδή τη μη αρμόζουσα δικονομική συμπεριφορά των διαδίκων. Κάθε ρύθμιση που αποσκοπεί στα παραπάνω, δεν πρέπει να περιλαμβάνεται στον ΑΚ, αλλά στο Κ.ΠολΔ. Ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί με τη δυνατότητα του Κώδ.Πολ.Δικ. στα άρθρα 176 επ. (δικαστική δαπάνη) και 205 (χρηματικές ποινές σε στρεψόδικους), που μέχρι σήμερα δε χρησιμοποιούνται επαρκώς Πρέπει το άρθρο 346 να παραμείνει ως έχει. Αντ’ αυτού να ενισχυθεί η εφαρμογή των άρθρων 176 επ. και 205 του ΚΠολΔ ή να τροποποιηθεί με τρόπο που να δίνει στους δικαστές, που δικάζουν με όλα τα στοιχεία της δικογραφίας, τη δυνατότητα να επιβάλουν την αρμόζουσα δικαστική δαπάνη ή την αντίστοιχη ποινή.