• Σχόλιο του χρήστη 'Γ. Α.' | 24 Απριλίου 2025, 12:21

    Η νέα διάταξη των κωλυμάτων εντοπιότητας των δικαστικών λειτουργών, δημιουργεί δυσβάστακτες συνέπειες στους δικαστές του πρώτου βαθμού, υποβαθμίζει τις συνθήκες ζωής τους και συνάμα δημιουργεί αδικίες στην επετηρίδα και στις δυνατότητες μετάθεσης τους εγγύτερα του τόπου μόνιμης κατοικίας τους, με μόνο κριτήριο την υφιστάμενη ιδιότητα συγγενή δικηγόρου, ενώ αφήνει ανεπίτρεπτα υπόνοιες διαπλοκής για τους δικηγόρους. Οι δικαστές του πρώτου βαθμού με συγγενείς δικηγόρους χάνουν, άνισα και αδίκως, δυνάμει της νέας διάταξης τη δυνατότητα μετάθεσης σε Πρωτοδικεία που μέχρι πρότινος μπορούσαν να υπηρετούν και παραχωρούν, χωρίς καμία ουσιαστική αιτιολόγηση στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, την υπηρεσιακή θέση τους σε άλλους δικαστές χαμηλότερης επετηρίδας με μόνο κριτήριο ότι οι τελευταίοι δεν έχουν συγγενή δικηγόρο και μάλιστα όχι μόνο στο Πρωτοδικείο που είναι διορισμένος ο/η συγγενής δικηγόρος αλλά σε όλη την Εφετειακή Περιφέρεια στην οποία ανήκουν τρία ή τέσσερα πολλές φορές Πρωτοδικεία. Για παράδειγμα εάν έχει κάποιος δικαστής συγγενή δικηγόρο στην Κοζάνη, δεν μπορεί να υπηρετήσει στα Πρωτοδικεία της Φλώρινας, Καστοριάς και Γρεβενών ενώ από όταν θεσπίστηκε η διάταξη των κωλυμάτων εντοπιότητας ουδέποτε αποκλείονταν ο δικαστής του πρώτου βαθμού από όλες αυτές τις υπηρεσιακές θέσεις. Με την αλλαγή που προβλέπεται, αναγκαστικά και αδικαιολογήτως ο δικαστής του πρώτου βαθμού αποκλείεται από τις ανωτέρω υπηρεσιακές θέσεις που είναι σημειωτέων πολλές και όχι μόνο μια υπηρεσιακή θέση (ειδικότερα αφορά μια θέση σε κάθε Πρωτοδικείο και στο παράδειγμα ανωτέρω μια θέση στο Πρωτοδικείο Φλώρινας, μια στο Πρωτοδικείο της Καστοριάς και μια στο Πρωτοδικείο Γρεβενών ). Η αλλαγή είναι σαρωτική καθώς ουδέποτε στο παρελθόν ίσχυσε η διάταξη σε αυτό το εύρος καθώς για τους δικαστές του πρώτου βαθμού το κώλυμα εντοπιότητας ουδέποτε αφορούσε το σύνολο των Πρωτοδικείων της Εφετειακής περιφέρειας αλλά μόνο το Πρωτοδικείο που ήταν διορισμένος ο συγγενής δικηγόρος. Φτάνουμε στο παράλογο σημείο το κώλυμα να καταλαμβάνει ακόμα και Πρωτοδικεία μακριά από τον τόπο κατοικίας του δικαστή που ουδέποτε έχει επισκεφθεί επαγγελματικά ο/η συγγενής δικηγόρος και δεν τους συνδέει καμία σχέση, ωστόσο δεν μπορεί ο δικαστής του πρώτου βαθμού να επιλέξει να υπηρετήσει εκεί και θα αναγκάζεται να μετατεθεί πολλά χιλιόμετρα μακριά από την οικογένειά του . Η διάταξη θα πρέπει να αποσυρθεί καθώς οι συνέπειες των αλλαγών θα αποτελέσουν αφενός σοβαρό πρόσκομμα στην ομαλή οικογενειακή ζωή των δικαστικών λειτουργών, που θα αδυνατούν να υπηρετήσουν έστω σε όμορο νομό από τον τόπο εγκατάστασης του συγγενούς τους, αφετέρου δίαυλο καταστρατήγησης των διατάξεων περί μεταθέσεων, όπου ως κριτήριο λαμβάνεται υπόψιν πρωτίστως η αρχαιότητα, βάσει της επετηρίδας, καθώς η ύπαρξη συγγενούς με την ιδιότητα του δικηγόρου σε κάποιο επαρχιακό πρωτοδικείο θα μπορεί να λειτουργεί και ως παράκαμψη της επετηρίδας και κατ΄ εξαίρεση μετάθεσης σε μεγάλο Πρωτοδικείο, εμποδίζοντας την τοποθέτηση του δικαστικού λειτουργού, που κατά την επετηρίδα και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα δικαιούνταν. Εξάλλου, η απελευθέρωση του δικηγορικού επαγγέλματος και η δυνατότητα των δικηγόρων να ασκούν χωρίς περιορισμούς το επάγγελμά τους παντού ανά την ελληνική Επικράτεια που έλαβε χώρα καταρχήν με το άρθρο 5 παρ. 2 του Ν. 3919/2011 και ισχύει ήδη δυνάμει του άρθρου 28 του ν.4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων) έχουν καταστήσει άνευ αντικειμένου τις προβλέψεις που αφορούν κωλύματα στη συνύπαρξη δικαστών και δικηγόρων στην ίδια δικαστική περιφέρεια. Τα κεκτημένα δικαιώματα των δικαστών δεν μπορούν να καταργούνται χωρίς καμία δικαιολόγηση για αυτή την αλλαγή χωρίς κανένα απτό επιχείρημα απλά και μόνο επειδή υπάρχουν υπόνοιες, και εάν όντως υπήρξαν υπόνοιες σε κάποιες περιπτώσεις τότε για αυτές να ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία και οι επιπτώσεις που προβλέπονται και δε θα πρέπει το γεγονός αυτό να αντιμετωπίζεται με τιμωρητική διάθεση προς όλους συλλήβδην τους δικαστές του πρώτου βαθμού. Επίσης, δεν υφίσταται καμία μέριμνα στο νομοσχέδιο για τις επιπτώσεις από τις αναγκαστικές μεταθέσεις των δικαστών που επηρεάζονται και θα χάσουν τις υπηρεσιακές θέσεις τους με την εφαρμογή του νόμου, ενώ η εκ των υστέρων εγκυροποίηση των πράξεων-αποφάσεων που προβλέπεται στην παράγραφο 3 είναι ανεπίτρεπτη καθώς φωτογραφίζει και υπονοεί ότι είναι άκυρες οι πράξεις-αποφάσεις συγκεκριμένων δικαστών και θα πρέπει να απαλειφθεί και να αντιμετωπιστεί με αναστολή εφαρμογής της διάταξης εφόσον τελικά αυτή δεν αποσυρθεί από το Υπουργείο.