• Σχόλιο του χρήστη 'Γρηγόριος Γιάκας μέλος Ν.Σ.Κ.' | 11 Νοεμβρίου 2015, 18:28

    Η διάταξη είναι νομοτεχνικά σωστή. Ωστόσο, θα έπρεπε να προστεθεί και παράγραφος η οποία θα ορίζει ότι : "Η τέλεση της πράξης από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό συνιστά επιβαρυντική περίσταση" ώστε με την τυποποίηση δύο νομοτυπικών μορφών του εγκλήματος (κοινό και ιδιαίτερο) να αυξηθεί η ευθύνη των κάθε είδους δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών κατά την άσκηση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί. Φαινόμενα που ενδέχεται να προκύψουν στο μέλλον (όπως λ.χ. άρνηση συμβολαιογράφου να προβεί στη σύναψη συμφώνου συμβίωσης ομόφυλου ζευγαριού επικαλούμενος τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, υπόθεση για την οποία εκδόθηκε η απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Ladele vs United Kingdom ή λ.χ. κέντρο παιδοθεσίας που απορρίπτει ή αδικαιολόγητα καθυστερεί την αίτηση παιδοθεσίας πολίτη λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου (σχετ. η απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Frette vs France)θα μπορούν να αντιμετωπίζονται αυστηρότερα από τα εθνικά δικαστήρια, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό το πλέγμα προστασίας. Περαιτέρω, θα πρέπει να προστεθεί και νέα διάταξη στο άρθρο αυτό η οποία θα ορίζει ότι "η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 4285/2014 (ΦΕΚ Α’ 191/10-9-2014) ("όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 - 20.000) ευρώ") αναδιατυπώνεται ως εξής : "όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων ή προσβάλλει την αξιοπρέπεια αυτών των ατόμων, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 - 20.000) ευρώ". Η προσθήκη του όρου "ή προσβάλλει την αξιοπρέπεια αυτών των ατόμων" είναι αναγκαία ενόψει του ότι η διάταξη, με τη σημερινή της μορφή, και τις αυστηρές προϋποθέσεις που αξιώνει για την εφαρμογή της, δεν δύναται να επιτελέσει το ρόλο για τον οποίο έχει θεσπιστεί, εφόσον το έγκλημα του κηρύγματος μίσους που γίνεται με τρόπο που "δεν ενέχει οπωσδήποτε απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων" παρότι συνιστά κήρυγμα μίσους, μένει τελικώς ατιμώρητο. Όμως, αυτό δεν είναι σύμφωνο με τη νομολογία του ΕΔΔΑ (βλ. υπόθεση Vejdeland vs Sweden, όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι η διέγερση σε μίσος δεν συνεπάγεται απαραίτητα πρόσκληση για μια πράξη βίας ή άλλες εγκληματικές ενέργειες. Επιθέσεις σε άτομα που διαπράττονται μέσω προσβολών, παροχής υποστήριξης σε γελοιοποίηση, ή συκοφαντική δυσφήμηση ειδικών ομάδων πληθυσμού αρκούν για να δοθεί στις αρχές το δικαίωμα να καταπολεμήσουν το ρατσιστικό λόγο που εκφέρεται ως ελευθερία της έκφρασης και ασκείται με έναν ανεύθυνο τρόπο (βλ. και Féret v. Belgium, no. 15615/07, § 73, 16 July 2009). Αυτό, σε πρακτικό επίπεδο σημαίνει, ότι αν ο νομοθέτης επιθυμεί, με τη διάταξη αυτή, να αντιμετωπίσει το κήρυγμα μίσους κατά ομάδας προσώπων λόγω των χαρακτηριστικών τους θα πρέπει να λάβει υπόψη του ότι πολλές φορές οι δράστες του κηρύγματος μίσους με το απαξιωτικό τους λόγο προσβάλλουν την αξιοπρέπεια ομάδας προσώπων χωρίς όμως η πράξη τους αυτή να ενέχει και απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων, πλην όμως η πράξη τους αυτή να προσβάλλει την αξιοπρέπεια των προσώπων αυτών και να πρέπει να τιμωρείται ποινικά, διότι,σε διαφορετική περίπτωση, ο δράστης θα μπορούσε ανενόχλητος, επικαλούμενος τη διάταξη του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ για το δικαίωμα έκφρασης, να δηλώνει δημόσια λ.χ. ότι "η ομοφυλοφιλία είναι διαστροφή κλπ." και να παραμένει ατιμώρητος, παρά το ότι το ΕΔΔΑ έχει αμετακλήτως αποφανθεί ότι επιθέσεις σε άτομα που διαπράττονται μέσω προσβολών, παροχής υποστήριξης σε γελοιοποίηση, ή συκοφαντική δυσφήμηση ειδικών ομάδων πληθυσμού αρκούν για να δοθεί στις αρχές το δικαίωμα να καταπολεμήσουν το ρατσιστικό λόγο που εκφέρεται ως ελευθερία της έκφρασης και ασκείται με έναν ανεύθυνο τρόπο (βλ. Vejdeland vs Sweden, Féret v. Belgium, no. 15615/07, § 73, 16 July 2009).