• 1.Η περ. β της παραγράφου 1 θέτει ως προϋπόθεση για τη χορήγηση της σύνταξης θανόντος γονέα στο τέκνο με αναπηρία, η αναπηρία του τέκνου να έχει εκδηλωθεί προ του 24ου έτους της ηλικίας. Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα: Με ποια λογική ο νομοθέτης θέτει ως προϋπόθεση η αναπηρία να έχει επέλθει προ του 24ου έτους της ηλικίας; Εάν η αναπηρία επέλθει μετά το 24ο έτος πως θα προστατευτεί το τέκνο; Γιατί ο νομοθέτης αγνοεί το γεγονός ότι υπάρχουν βαριές αναπηρίες, οι οποίες εκδηλώνονται μετά το 24ο έτος της ηλικίας όπως τύφλωση, παραπληγία ή βαριές ψυχικές παθήσεις ή χρόνιες παθήσεις; Η Ε.Σ.Α.μεΑ για την προστασία των πιο αδύναμων μελών της κοινωνίας ζητάει να διαγραφεί η προϋπόθεση της εμφάνισης της αναπηρίας προ του 24ου έτους της ηλικίας. Ειδικά σε ότι αφορά στις νευροψυχιατρικές παθήσεις, η ανωτέρω προϋπόθεση η οποία ετίθετο και με το ισχύον συνταξιοδοτικό πλαίσιο στερείται λογικής για τους κάτωθι λόγους: - Εάν η νευροψυχιατρική πάθηση του τέκνου του θανόντος γονέα επιδεινώνεται με το χρόνο και φθάσει σε οξύ σημείο μετά το 24ο έτος της ηλικίας του, τότε χάνει κάθε δικαίωμα στη σύνταξη του γονέα . - Εάν ο πάσχων χάσει τους γονείς του μετά το 24ο έτος, θα είναι εξαιρετικά δυσχερής η βεβαίωση από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας, ότι η νευροψυχιατρική πάθησή του εμφανίστηκε στο παρελθόν, ενώ η δυσχέρεια αυτή θα ενταθεί σε περίπτωση που ο πάσχων δεν είχε νοσηλευθεί πριν το 24ο έτος της ηλικίας του, με αποτέλεσμα να μην υφίστανται αποδείξεις του χρόνου επελεύσεως της οφειλόμενης σε νευροψυχιατρική πάθηση αναπηρίας. . Σχόλιο: Σημειώνουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις η νευροψυχιατρική πάθηση εκδηλώνεται μετά το 24ο έτος της ηλικίας. Σύμφωνα με τα παραπάνω ζητούμε να διαγραφεί η φράση «εφόσον…….ηλικίας τους» Σε ότι αφορά την προϋπόθεση που αναφέρεται στην ανικανότητα προς εργασία η Ε.Σ.Α.μεΑ εκφράζει την ρητή αντίθεσή της, αφού ο όρος αυτός παραπέμπει σε αναχρονιστικές παρελθούσες περιόδους και αντίκειται πλήρως με την σύγχρονη δικαιωματική προσέγγιση για την αναπηρία. Προτείνουμε η σύνταξη του αποβιώσαντος γονέα να χορηγείται σε τέκνα που είναι άτομα με αναπηρία, τα οποία αποδεδειγμένα δεν εργάζονται με οποιαδήποτε εργασιακή σχέση στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Στην περίπτωση που εργάζονται η χορήγηση της σύνταξης του αποβιώσαντος γονέα διακόπτεται και επαναχορηγείται μετά τη λήξη της εργασιακής σχέσης του τέκνου. 2.Στην παρ. 2 να προστεθεί η περ. εε ως εξής : «Σε ισχύ παραμένει η περ. γ της παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 3863/2010 σύμφωνα με την οποία «Εάν ο επιζών των συζύγων, κατά την ημερομηνία θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων».