• Σχόλιο του χρήστη 'Χριστοδούλου Γεώργιος' | 2 Φεβρουαρίου 2020, 11:52

    Είναι πολύ άδικη η προβλεπόμενη δραστική μείωση του ετήσιου ποσοστού αναπλήρωσης μετά τα 40 έτη, από 2 % που ήταν με τον νόμο Κατρούγκαλου σε μόλις 0,50%. Ετσι, μια ολόκληρη 5ετία επιπλέον εργασίας (από 40 σε 45 έτη) «αμείβεται» με συνολικό ποσοστό 2,50%, δηλαδή ισοδυναμείται με το 1 έτος (μεταξύ 39 και 40) όπου δίνεται ποσοστό 2,55% ! Συνεπώς η θετική διαφορά (όφελος) στο σωρευτικό ποσοστό με το νέο σύστημα μειώνεται τάχιστα καθώς αυξάνονται τα χρόνια και γίνεται αρνητική στα 45 χρόνια (52,51% έναντι 52,80% πριν) και η διαφορά (μείωση) διευρύνεται συνεχώς για παραπάνω χρόνια. Επομένως, π.χ. για κάποιον με 48 ή και 50 χρόνια εργασίας προκύπτει μικρότερη σύνταξη από όση πριν ! Προφανώς, με το νέο αυτό σύστημα κανείς εργαζόμενος δεν πρόκειται να παραμείνει στην εργασία πάνω από 40 χρόνια. Ενδεχομένως να είναι αυτό ένας από τους στόχους του νομσχεδίου. Όμως «παγιδεύονται» όσοι έχουν ήδη παραπάνω χρόνια ασφάλισης και είτε εργάζονται ακόμη είτε είναι ήδη συνταξιούχοι, οι οποίοι ευλόγως προσδοκούσαν ότι με την διόρθωση των αδικιών του νόμου Κατρούγκαλου θα έχουν τουλάχιστον το ίδιο όφελος με όσους έχουν 40 χρόνια και αντίθετα «τιμωρούνται». Αυτή η δυσμενής μεταχείριση δεν είναι ούτε λογική ούτε δίκαιη, όταν μάλιστα υποτίθεται πως στόχος των αλλαγών είναι η αποκατάσταση της αντισυνταγματικότητας ως προς την ανταποδοτικότητα των συντάξεων όπου εστιάζει η απόφαση του ΣτΕ, ειδικά για όσους έχουν πολλά χρόνια ασφάλισης. Ουδόλως δε αίρεται η αδικία με την πρόβλεψη (σε επόμενο άρθρο) να μην υπάρξει μείωση υφισταμένων συντάξεων μέσω του μηχανισμού της προσωπικής διαφοράς. Σημειωτέον ότι οι συνταξιούχοι με πάνω από 40 πραγματικά χρόνια ασφάλισης κατά τεκμήριο έχουν πληρώσει περισσότερες εισφορές στο ασφαλιστικό σύστημα αλλά θα εισπράξουν σύνταξη για λιγότερα χρόνια αφού αποχωρούν σε μεγαλύτερη ηλικία. Άλλωστε, επειδή πρόκειται για μικρό αριθμό ατόμων, μια σχετική διόρθωση θα έχει μηδαμινό επιπλέον κόστος για το Δημόσιο, ενώ θα αποτρέψει μια προφανή αδικία. Προτάσεις: Μια λογική και απλή λύση θα ήταν να διατηρηθεί το υφιστάμενο (με τον νόμο Κατρούγκαλου) ποσοστό του 2% κατ΄έτος πέραν των 40 ετών, έτσι ώστε η διαφορά (όφελος) μεταξύ παλαιάς και νέας σύνταξης να παραμένει πέρα από το όριο αυτό σταθερή, για οσαδήποτε παραπάνω χρόνια ασφάλισης. Εναλλακτικά (και αν πράγματι επιδιώκεται να δοθεί αντικίνητρο παραμονής στην εργασία για πάνω από 40 χρόνια), θα μπορούσαν με μεταβατική διάταξη τουλάχιστον να διατηρηθούν τα υφιστάμενα ετήσια ποσοστά αναπλήρωσης (2%) για όσους είναι ήδη συνταξιούχοι ή αποχωρήσουν εντός του 2020 και να μειώνονται σταδιακά για όσους συνταξιοδοτηθούν τα επόμενα χρόνια ώστε αυτοί να είναι προετοιμασμένοι και να πράξουν ανάλογα.