• Σχόλιο του χρήστη 'thanassis' | 19 Ιανουαρίου 2013, 10:46

    Μιλώντας τη γλώσσα της Γερμανικής Φιλοσοφίασ, by Thanassis: Το να μιλάς σε παρελθοντικό χρόνο για το ερριμμένο – είναι δε συνεπάγεται ότι μιλάς για μια συντελεσμένη οντότητα, αλλά για κάτι το μη ανακτήσιμο μέσα στην ύπαρξη. Είναι αυτή η αδυναμία αυτοκυριαρχίας, η οποία δε συνεπάγεται ωστόσο μια απλή άφεση στη γεγονικότητα, διότι απαιτεί, αντίθετα, την  ανάληψή  της, που συνιστά τη μηδαμινότητα. Η μηδαμινότητα προϋποθέτει ότι η ύπαρξη μέσα σε μια τέτοια επιλεγείσα δυνατότητα αποκλείει την ύπαρξη μέσα σε μιαν άλλη, μη επιλεγείσα, δυνατότητα. Η αποφασιστικότητα δεν συνεπάγεται εντούτοις το τέλος της κατίσχυσης των  πολλών  και της αναποφασιστικότητάς τους, παρά αποκαλύπτει αυτή την κατίσχυση παραμένοντας εξαρτημένη από αυτήν, με τον τρόπο όμως της αντίστασης ( Widerstand ). Αυτό που μαρτυρείται με την αποφασιστικότητα είναι ότι η  αυθεντικότητα  δεν είναι ένας  κενός όρος  ούτε μια  επινοημένη ιδέα . Eigentlich Verfallen Καταπτωτική τροπικότητα της ομιλίας και της κατανόησης, μέσω της αερολογίας, της περιέργειας και της αμφισημαντότητας στροβιλισμός μέσα στην αναυθεντικότητα των πολλών. Μέσα από την αναυθεντικότητα της καθημερινότητας, υπάρχεις με τον τρόπο του διασκορπισμού, σκεπτόμενος συμβολικά, γνωστό και ως σκόπευση  εν κενώ , κατάπτωση βιομέριμνας. Η βιομέριμνα, η οποία σχετίζεται όχι με ένα μεμονωμένο ον, αλλά με ένα σύμπλεγμα αλληλοπαραπεμπομένων όντων, μ’ ένα σύνολο  εργαλείων , παρακωλύεται, διότι ένα εργαλείο αποδεικνύεται άχρηστο, φθαρμένο ή ενοχλητικό. Η μέριμνα ( Sorge ) δεν νοείται απλώς, ως αυτό που διακατέχει τον άνθρωπο εφ’ όρου ζωής, αλλά εμφανίζεται επιπλέον συμφυρμένη με την οπτική του ανθρώπου ως του όντος που συντίθεται από ύλη ( γη ) και πνεύμα. Η μέριμνα προηγείται οντολογικά της θέλησης, του πόθου της ορμής και της ροπής, δηλαδή των ορμέφυτων εκείνων που εκλαμβάνουμε ως χαρακτηριστικά των ζώντων όντων εν γένει. Καθημερινότητα Το μέλημα λοιπόν στο οποίο οφείλουμε να ανταποκριθούμε είναι να φανερώσουμε την ιδιάζουσα χρονικότητα της  αναυθεντικότητας , πράγμα που συνεπάγεται την επανάληψη της προκαταρκτικής υπαρκτικής αναλυτικής ως χρονικής υπαρκτικής αναλυτικής. (βλ. τελευταία παράγραφο) Η τελευταία δεν είναι μια απλή αναδιάνυση προηγούμενων αναλύσεων, η οποία θα τους επέβαλλε ένα έξωθεν χρονικό σχήμα, αλλά μάλλον μια διαφορετική διάθρωσή τους, η οποία θα τους αφαιρούσε τη φαινομενική αυθαιρεσία που τις διέπει, για να αναδείξει καλύτερα την εσωτερική τους συνάφεια. Στην πραγματικότητα, η αναγκαιότητα αυτής της επανάληψης δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει στο μέτρο που συνίσταται στην αναγωγή των ουσιωδών δομών της ύπαρξης στη χρονικότητα. Διότι εδώ πρόκειται για το  κυκλικό εγχείρημα  που είναι αναπόφευκτο. Για να μπορεί η χρονικότητα να φανερωθεί ως το οντολογικό νόημα της μέριμνας, ως αυτό δηλαδή που καθιστά δυνατή την ενότητα των δομών που τη συναπαρτίζουν, είναι απαραίτητο να εξετάσουμε την αποφασιστικότητα ως αυθεντικό τρόπο της διανοικτότητας, και κατά συνέπεια να εγκαταλείψουμε το επίπεδο της καθημερινότητας, στο οποίο ενέκυπτε ακόμη η προκαταρκτική αναλυτική. ( ξανά στην αρχή του κειμένου, αν μετά από 5 αναγνώσεις δεν βγαίνει νόημα σε σχέση με τα προηγούμενα 2 κείμενα, τότε υπάρχει πρόβλημα είτε από τον συγγραφέα είτε από τον αναγνώστη, πιθανόν κανενός από τους δύο …. δεν γίνεται όμως κάποιος πχ στη Γερμανία να καταλαβαίνει και εδώ όχι… ) Erinnerung Συνεπώς, η προκαταρκτική υπαρκτική αναλυτική και η επανάληψή της ως χρονικής υπαρκτικής αναλυτικής επιτρέπει να ερμηνευτεί η διαφορά του τρόπου μεταξύ αυθεντικής και αναυθεντικής ύπαρξης διαμέσου της αναγωγής τους στο κοινό τους θεμέλιο που είναι η χρονικότητα. Η δυνατότητα να συναντώνται ενδόκοσμα όντα, η οποία είναι συγκροτητικό στοιχείο του μες – στον – κόσμο – Είναι, συνίσταται σε μια  χωροδοσία  ( Raum – geben ). Αυτή η  χωροδοσία , την οποία ονομάζουμε και παραχώρηση ( Einräumen ), συνίσταται στην απελευθέρωση των πρόχειρων όντων για τη χωρικότητά τους …. Το εδωνά – Είναι ως περιεσκεμμένη βιομέριμνα του κόσμου μπορεί να μεταθέτει, να παραμερίζει και να ταξινομεί όντα, μόνον επειδή στο μες – στον – κόσμο – Είναι του ανήκει η παραχώρηση, νοούμενη ως υπαρκτικό χαρακτηριστικό. …. Η χωρητικότητα κινεί τόσο λίγο την προσοχή, όσο και τα πρόχειρα όντα, μέσα στη βιομέριμνα των οποίων απορροφάται η περίσκεψη. Με το μες – στον – κόσμο – Είναι αποκαλύπτεται ο χώρος αρχικά μέσα σ’ αυτή τη χωρικότητα. Πάνω στη βάση της έτσι αποκαλυπτόμενης χωρικότητας γίνεται ο χώρος προσιτός και στη γνώση. Ούτε ο χώρος είναι μες στο υποκείμενο ούτε ο κόσμος είνΑι μες στο χώρο. Παρακάτω ας παραθέσουμε μερικές γερμανικές λέξεις: Sorge, μέριμνα Besorgen, βιομέριμνα προμηθεύομαι επιμελούμαι διεκπεραιώνω φροντίζω και φοβούμαι, εκδικούμαι Füsorge, ανθρωπομέριμνα κοινωνική φροντίδα περίθαλψη κρατική κοινωνική πρόνοια χρηματική υποστήριξη Η ανθρωπομέριμνα έχει δύο ακραίες δυνατότητες. Μπορεί να αφαιρέσει τρόπον τινά τη  μέριμνα  από τον Άλλο, και κατά τη βιομέριμνα να μπει στη θέση του, να τον αντικαταστήσει ( einspringen ). Έτσι ο Άλλος διώχνεται από τη θέση του, παραμερίζεται, για να παραλάβει εκ των υστέρων τα βιομεριμνώμενα έτοιμα και στη διάθεσή του, ή να απαλλαγεί από αυτά. Με μια τέτοια ανθρωπομέριμνα ο Άλλος αρχίζει ίσως να εξαρτιέται και να εξουσιάζεται, έστω και αν αυτή η εξουσίαση είναι σιωπηλή και παραμένει κρυφή στον εξουσιαζόμενο. Αυτή η ανθρωπομέριμνα, που αντικαθιστά και αφαιρεί τη  μέριμνα , είναι πολύ διαδεδομένη κατά τη συναλληλία …. Η συναλληλία όσων έχουν μισθωθεί για την ίδια υπόθεση τρέφεται συχνά μόνο από δυσπιστία, όμως μπορεί να οδηγήσει στην ελευθερίΑ ( αυτό είναι κάτι που το ανθρώπινο είδος δεν θα συλλάβει ως σώμα - ύλη ποτέ , δικό μου αξίωμα ας πούμε… ) …… Και τέλος κάτι που εξηγεί πολλά, αλλά είναι χαζό και συμβαίνει: … Όταν μάλιστα τύχει να χαθεί η αμοιβαία γνώση με τους τρόπους της επιφυλακτικότητας, της κρυψίνοιας και της προσποίησης, τότε η συναλληλία θα χρειαστεί να ακολουθήσει ιδιαίτερους δρόμους, για να προσεγγίσει τον Άλλο και να τον  ξεσκεπάσει . ΥΓ….. Υπάρχει και η λαθεμένη, λανθάνουσα προκατάληψη ότι σε κάποιον δεν του ταιριάζει η χοντροκοπιά της μάζας που ιδιάζει στα σωματικά πράγματα ενός παρευρισκόμενου όντος. Θέση: Το χρέος αρχίζει κάπου στο χρόνο και επίσης σ’ ότι αφορά το χώρο, είναι κλεισμένο μέσα σε όρια. Απόδειξη: Αν δεχθείς ότι το χρέος δεν έχει κάποια αρχή στο χρόνο, τότε έχει περάσει μια αιωνιότητα μέχρι κάθε δοσμένη στιγμή στο χρόνο και επίσης έχει παρέλθει μια άπειρη σειρά απανωτών καταστάσεων των πραγμάτων στο κόσμο. Το άπειρο μιας σειράς, όμως συνίσταται στο ότι δεν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί με τη διαδοχική σύνθεση. Συνεπώς, δεν είναι δυνατό να έχει παρέλθει μια άπειρη σειρά του χρέους και η αρχή του χρέους αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξή του. Πράγμα που τέθηκε αρχικά προς απόδειξη. Σχετικά με το δεύτερο σημείο, αν υποθέσουμε πάλι το αντίθετο, τότε το χρέος θα είναι ένα σύνολο ταυτόχρονα υπαρχόντων πραγμάτων, χωρίς τέλος. Δεν μπορούμε τώρα με κανένα τρόπο να φανταστούμε το μέγεθος ενός ποσού που δε δίδεται μέσα στα ορισμένα όρια της κάθε θεώρησης, παρά με τη σύνθεση των μερών του. Και μπορούμε να φανταστούμε το σύνολο ενός τέτοιου ποσού μονάχα με την ολοκληρωμένη σύνθεση ή την επαναλαμβανόμενη πρόσθεση της μονάδας στον εαυτό της. Συνεπώς, για να φανταστούμε το χρέος που καταλαμβάνει όλους τους χώρους σαν σύνολο, θα ‘πρεπε να θεωρήσουμε τη διαδοχική σύνθεση των μερών ενός άπειρου χρέους ολοκληρωμένη, δηλαδή ένας χρόνος άπειρος θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι έχει παρέλθει με την απαρίθμηση όλων των συνυπαρχόντων πραγμάτων, κάτι το οποίο είναι αδύνατο. Επομένως δεν μπορούμε να θεωρήσουμε μια άπειρη συσσώρευση πραγματικών όντων σαν ένα σύνολο δοσμένο, πόσο μάλλον σαν ταυτόχρονα δοσμένο. Ένα χρέος δεν είναι άπειρο στην έκτασή του στο χώρο, αλλά κλεισμένο μέσα στα όριά του. Αυτό είναι το δεύτερο που έπρεπε να αποδείξουμε. Οι κοινότοπες σημασίες της ενοχής ως χρέους και υπευθυνότητας μπορούν να συνδυαστούν και να ορίσουν μια συμπεριφορά, την οποία εκφράζουμε όταν λέμε: καθίσταμαι υπεύθυνος: όντας δηλαδή υπεύθυνος, παραβαίνω ένα νόμο και γίνομαι αξιόποινος. Αλλά η απαίτηση, την οποία δεν ικανοποιώ, δε χρειάζεται αναγκαία ν’ αναφέρεται σε μια ιδιοκτησία, παρά μπορεί να κανονίζει ενγένει τη δημόσια συναλληλία. Το να καταστώ υπεύθυνος παραβαίνοντας ένα νόμο, έτσι καθώς το ορίσαμε, μπορεί όμως να έχει συνάμα το χαρακτήρα:  γίνομαι οφειλέτης εις βάρος Άλλων  [  Schuldigwerden an Anderen ]. Αυτό δε συμβαίνει μέσω της παράβασης του νόμου σαν τέτοιας, παρά επειδή είμαι υπεύθυνος για το ότι ο Άλλος κινδύνευσε, παραπλανήθηκε ή και καταστράφηκε. Το να γίνω έτσι οφειλέτης εις βάρος Άλλων είναι μπορετό και χωρίς παράβαση του  δημόσιου δίκαιου…….