• Σχόλιο του χρήστη 'ΓΙΩΡΓΟΣ' | 17 Σεπτεμβρίου 2010, 12:23

    ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΣΕ - ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΟΣΕ - ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΣΕ - ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΟΣΕ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Από τη Συνέντευξη Τύπου της 4ης Μαΐου 2010 Με Θέμα: « Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΟΣΕ » (Ο Μύθος και η Πραγματικότητα) Όλη η αλήθεια για το (πλασματικό) χρέος των εταιρειών του Ομίλου ΟΣΕ Αίτια, Ευθύνες, Σκοπιμότητες, Αυτοκριτική, Προτάσεις Αθήνα, 04 Μαΐου 2010 Τον τελευταίο καιρό, καταβάλλεται μεθοδικά, έντεχνα και επίμονα μία προσπάθεια να επιβληθεί στην κοινή γνώμη η άποψη ότι ο ΟΣΕ αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τον φορολογούμενο πολίτη, επειδή ″παράγει ελλείμματα″, με τη στοχοποίηση των εργαζόμενων στις εταιρείες του Ομίλου ως κύριων υπαίτιων, πρακτική που, σε μεγάλο βαθμό, έχει πετύχει το στόχο της, με επικοινωνιακό βομβαρδισμό της κοινής γνώμης. Οι Επιστημονικοί Σύλλογοι των εργαζομένων στον ΟΣΕ, των οποίων τα μέλη , από τη φύση της εργασίας τους, είναι γνώστες και χρήστες όλων των δεδομένων του Οργανισμού, με αίσθημα ευθύνης απέναντι, στον Έλληνα φορολογούμενο Πολίτη, στην ιστορία του Ελληνικού Σιδηρόδρομου, στο κοινωνικό έργο που επιτελεί και στην προοπτική του ως μοχλού ανάπτυξης της Χώρας και στους συναδέλφους Σιδηροδρομικούς, πήραμε την πρωτοβουλία για την παραχώρηση αυτής της Συνέντευξης ώστε, με τα επίσημα και ως εκ τούτου αδιάσειστα στοιχεία που θα παραθέσουμε, να αναδειχθεί η πραγματικότητα, για να δοθεί απάντηση σε όσους εσκεμμένα, ή παρασυρμένοι, σπιλώνουν το Οργανισμό και το προσωπικό του και να πληροφορηθεί – επί τέλους – ο ελληνικός λαός τη μόνη, την απόλυτη και αντικειμενική αλήθεια για αυτό το ζήτημα. Με τον ιδρυτικό Νόμο του ΟΣΕ (ΝΔ 674/1970), καθορίσθηκε ο κοινωνικός του χαρακτήρας, αφού το Ελληνικό Δημόσιο διατήρησε το δικαίωμα να διαμορφώνει την τιμολογιακή του πολιτική και να παρεμβαίνει και να επιβάλλει την εκμετάλλευση ζημιογόνων (άγονων) γραμμών, με την υποχρέωση όμως, να καταβάλλει στον ΟΣΕ τις αντιστοιχούσες ″αντισταθμιστικές αποζημιώσεις″. Με το Ν.Δ. 1300/1972 κυρώθηκε σχετική Οικονομική Συμφωνία μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΣΕ, που ρύθμιζε λεπτομερώς τα παραπάνω. Ο Ν. 2671/98 προέβλεψε την υποχρέωση του Δημοσίου για την χρηματοδότηση των Προγραμματικών Συμφωνιών που σύναψε ο ΟΣΕ, την κάλυψη των «συμπεφωνημένων» ελλειμμάτων του ΟΣΕ, είτε από τον Κρατικό Προϋπολογισμό είτε με σύναψη δανείων υπό την εγγύηση του Δημοσίου, αν για δημοσιονομικούς λόγους δεν καλύπτονται εξ ολοκλήρου με επιχορήγηση. Έτσι ο Νομοθέτης προσδιορίζει και επιβάλλει τις υποχρεώσεις του Δημοσίου έναντι του ΟΣΕ, προκειμένου, ο ΟΣΕ, να υλοποίει την κοινωνική πολιτική του Δημοσίου, στον τομέα των Σιδηροδρομικών Μεταφορών, σύμφωνα με τις εντολές του. Έκτοτε το Δημόσιο, τηρώντας μεν τη Νομοθεσία, αλλά επικαλούμενο -εκ συστήματος- δημοσιονομικούς λόγους, εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τον ΟΣΕ, για την ″κάλυψη των συμπεφωνημένων ελλειμμάτων″, κατά ένα μικρό μέρος, με τη χρηματοδότηση του από το ΠΔΕ και, κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος, με την παροχή εγγυήσεων για τη σύναψη δανείων, εξέλιξη η οποία είναι απολύτως δυσμενής για τον ΟΣΕ, καθ’ όσον τα δάνεια τα οποία συνάπτει από την ελεύθερη αγορά, με υψηλό επιτόκιο, επιφέρουν δυσβάστακτους τόκους επιβαρύνοντας αενάως και πολλαπλασιαστικά την οικονομική του κατάσταση, πέραν της πρόσθετης επιβάρυνσής του από το Δημόσιο με το 1% επί του εκάστοτε εγγυώμενου προς δανεισμό ποσού. Οι επιχορηγήσεις του Δημοσίου (από το ΠΔΕ) προς τον ΟΣΕ, υπολείπονται κατά 770 εκ € (από το 2002 έως το 2009), των αναγκαιουσών, για την καταβολή της ίδιας συμμετοχής, προς υλοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων μεγάλων έργων. Το Δημόσιο κρατά καθηλωμένη την τιμολογιακή πολιτική του ΟΣΕ για Κοινωνικούς και αντιπληθωριστικούς λόγους , καθιστώντας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τα δρομολόγια ελλειμματικά. Το κόστος του εισιτηρίου του ΟΣΕ, υπολείπεται κατά (περίπου) 30 % (κατά Μέσο Όρο) του κόστους του εισιτηρίου, του κυρίως ανταγωνιστικού του μέσου, του Λεωφορείου, έτσι, στην περίπτωση που το κόμιστρο του ΟΣΕ θα εξισωνόταν με το αντίστοιχο του ΚΤΕΛ, οι εισπράξεις του ΟΣΕ θα αυξάνονταν κατά (περίπου) 40 εκ. € ετησίως (σε τιμές 2009). Το Δημόσιο επιβάλει την εκτέλεση άγονων γραμμών χωρίς να επιχορηγεί τον ΟΣΕ ως Υποχρέωση Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ), όπως κάνει με τα αλλά ανταγωνιστικά προς τον ΟΣΕ ιδιωτικά μεταφορικά μέσα (Αεροπλάνα, Πλοία, Λεωφορεία). Η επικαιροποίηση του κόστους των ΥΓΟΣ, στην οποία προέβη ο ΟΣΕ το έτος 2007, καταδεικνύει ότι αυτό ανέρχεται στο ποσό των 140 εκ. € κατ’ έτος (σε τιμές του 2007). Το Δημόσιο δεν ανταποκρίθηκε στην εκ του Νόμου απορρέουσα υποχρέωσή του για την χρηματοδότηση των Προγραμματικών Συμφωνιών που σύναψε ο ΟΣΕ για την προμήθεια του Νέου Τροχαίου Υλικού και τον εκσυγχρονισμό της Υποδομής, ύψους 920 εκ €. Το Δημόσιο αρνείται πεισματικά από το (2004 έως σήμερα), να επιστρέψει στον ΟΣΕ τον ΦΠΑ, (κυρίως από επενδύσεις), πόσο που ανέρχεται στα 570,4 εκ €. Για το ποσά αυτά, υποχρεώσεων του Δημοσίου, επιβαρύνεται ο ΟΣΕ, αναγκαζόμενος να συνάπτει δάνεια, πληρώνοντας τόκους και αυξάνοντας το χρέος του, προκειμένου να ανταποκριθεί στη λειτουργία του. Ενώπιον αυτού του αδιεξόδου, ο ΟΣΕ προσέφυγε στην Δικαιοσύνη, ασκώντας σειρά αγωγών κατά του Δημοσίου και ζητώντας την χορήγηση ελλιπών χρηματοδοτήσεων, όπως αυτές προέκυπταν από την, κυρωμένη με Νόμο, μεταξύ τους Οικονομική Συμφωνία. Η προσπάθεια αυτή έπεσε στο κενό για …τυπικούς λόγους. Έτσι ο ΟΣΕ, δέσμιος του Δημόσιου και κοινωνικού του χαρακτήρα, παγιδεύεται από το ίδιο το Δημόσιο και υποχρεούται να καταβάλλει τόκους για τις νόμιμες οφειλές του Δημοσίου προς αυτόν, αφού δεν έχει κανένα περιθώριο αντίδρασης, καθόσον ο οφειλέτης του (το Δημόσιο δηλαδή) τυγχάνει να είναι και ο μόνος Μέτοχός του. Προς επίρρωση των παραπάνω αναφερομένων, επικαλούμεθα τις κατ έτος συντασσόμενες εκθέσεις, των οριζόμενων από το Υπουργείο Οικονομικών ελεγκτών, όπου διαπιστώνεται ότι «οι απαιτήσεις του ΟΣΕ από το Δημόσιο αφορούν έσοδα βέβαια και εκκαθαρισμένα, δεδομένου ότι βασίζονται σε διατάξεις νόμων, γι αυτό και όφειλε να τις χρεώσει το Δημόσιο» και ότι «το Καθαρό Αποτέλεσμα του ελεγχόμενου οικονομικού έτους είναι Μηδενικό». αναγνωρίζοντας έτσι, ευθέως και επίσημα ότι το χρέος αποτελεί υποχρέωση του Δημοσίου. Ποία η χροιά άλλων μαρτύρων; Επειδή κάποιοι, ενδεχομένως να θεωρούν, εμάς τους εργαζόμενους, ως μέρος του προβλήματος, αναζητήσαμε τρίτη, ψύχραιμη και επιστημονική τεκμηρίωση περί των αιτίων που οδήγησαν τον ΟΣΕ στην σημερινή οικονομική κατάσταση. Συνεργασθήκαμε με τον (παρόντα) Καθηγητή του Εθνικού και Καποδιστριακού του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Κυριάκο Κιουλάφα, ο οποίος εκτιμώντας την κατάσταση, προσέφερε αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες του - πράγμα για το οποίο και τον ευχαριστούμε δημόσια - και, αφού μελέτησε εκτενώς το όλο θέμα, κατέληξε σε ταυτόσημα, τόσο με εμάς όσο και με τον τ. Πρόεδρο, Καθηγητή κ. Νικ. Μπαλτά, συμπεράσματα, καταθέτοντας σχετική έκθεση, την οποία και θα σας αναπτύξει. Αναφέρουμε ενδεικτικά το παρακάτω απόσπασμα από τα συμπεράσματα της Μελέτης του κ. Καθηγητή, το οποίο –εκτιμούμε- αγγίζει την καρδιά του προβλήματος : «Ο ΟΣΕ υποχρεώνεται να λειτουργεί με πολιτικά κριτήρια και αξιολογείται με επιχειρηματικά κριτήρια» Αν στα παραπάνω προστεθεί και η, κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα, κακοδιοίκηση του Οργανισμού, με τις αλόγιστες σπατάλες, τις χαριστικές παροχές σε υμετέρους, (όπως συγκρότηση έμμισθης Επιτροπής, από μη υγειονομικούς, για την καταπολέμηση της νέας γρίπης!!!), τις επιλεκτικές και αναξιοκρατικές συμπεριφορές, τα (ατιμώρητα) σκάνδαλα επί σκανδάλων, κλπ, με τις σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις σε βάρος του ΟΣΕ, από «έμπιστες», πλην όμως ανεπαρκείς, ως αποτέλεσμα –και αυτό- των επιλογών της Κεντρικής Διοίκησης, εύκολα βγάζει κάνεις το συμπέρασμα ότι, ο μόνος που δεν θα μπορούσε να ευθύνεται για την οικονομική κατάσταση στον ΟΣΕ, στη συντριπτική του πλειοψηφία, είναι το προσωπικό του, του οποίου η παραγωγικότητα, όπως προκύπτει από τα επίσημα στατιστικά στοιχειά της Διεθνούς Ενώσεως Σιδηροδρόμων (UIC), κινείται περίπου στα ίδια επίπεδα με το μέσο όρο της παραγωγικότητας των εργαζομένων στους Σιδηροδρόμους των Ευρωπαϊκών Χωρών, με βάσει τα διεθνώς προβλεπόμενα για την ασφαλή κυκλοφορία και σε σχέση με τα τρενοχιλιόμετρα που καλύπτουν, πράγμα εντελώς ανεξάρτητο από τη χαμηλή πυκνότητα κυκλοφορίας του Ελληνικού Δικτυού και το όποιο δεν μπορεί παρά να εκτελεί τις αποφάσεις και τις εντολές, τις οποίες λαμβάνει από τους εκάστοτε Διοικούντες του. Τα σενάρια εκποίησης του ΟΣΕ είναι υπεραπλουστευτικά και ατελέσφορα, αφού και οι δημιουργηθήσες υποχρεώσεις (αποπληρωμές των δανείων και των τόκων, υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων έργων κλπ) θα εξακολουθούν να βαρύνουν το Δημόσιο και οι γενεσιουργές τους αιτίες, που αφορούν στην ασκούμενη Κοινωνική Πολιτική του Δημοσίου στις Σιδηροδρομικές μεταφορές (καθηλωμένη τιμολογιακή πολιτική, εκτέλεση ζημιογόνων (αγόνων) γραμμών, μη επιστροφή ΦΠΑ, επιβολή μειωμένου εισιτήριου για ειδικές κοινωνικές ομάδες κλπ), δεν είναι δυνατόν να επαλειφθούν αχρεωστήτως από κανέναν ιδιώτη, πέραν του ότι είναι διαρκείς και επαναλαμβανόμενες. Καλούμε λοιπόν το Δημόσιο να σταματήσει να στρουθοκαμηλίζει και να αναλάβει στο ακέραιο το σύνολο των απορρεουσών από το Νόμο ευθυνών του, αποπληρώνοντας τα χρέη του ΟΣΕ, που, όπως τεκμηριώθηκε, αποτελούν δικά του χρέη. Να εγκαταλείψει τις «αλχημικές μελέτες», που προτείνουν την «εξαφάνιση του χρέους του, δια της εξαφάνισης του Οργανισμού»(!!!). Να στηρίξει το κατ εξοχήν οικολογικό μέσο μεταφοράς, το Σιδηρόδρομο, που τα οφέλη που απορρέουν από τη λειτουργία έχουν αντίκτυπο, κυρίως, στην κοινωνία και στην Διοίκηση. Να σκύψει υπεύθυνα στο πρόβλημα και, τόσο με την δική μας ουσιαστική βοήθεια όσο και ειδικών επιστημόνων, να σχεδιάσει την ακηδεμόνευτη μελλοντική λειτουργία του, ώστε με αναδιάρθρωσή του, με χρηστή Διοίκηση, σωστή διαχείριση και με διασφάλιση των εσόδων του από κάθε νόμιμη πηγή, να καταστεί βιώσιμος, συντάσσοντας και υλοποιώντας ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Εκφράζουμε την διάθεση μας για συνεργασία με τις Διοικήσεις του Ομίλου και την Πολιτική Ηγεσία, με σχέση ειλικρίνειας και καθαρών κανόνων και με την ανάληψη των ευθυνών από τον κάθε συντελεστή παραγωγής του Σιδηροδρομικού έργου. Ο Σιδηρόδρομος, με το εξειδικευμένο προσωπικό του και με χρηστή Διοίκηση, ερχόμενος από πολύ μακριά, θα πάει ακόμα μακρύτερα, προσφέροντας ταχείες, ασφαλείς, ποιοτικές και αξιόπιστες μεταφορές και μετακινήσεις, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του τόπου και στην αύξηση της απασχόλησης δημιουργώντας υπεραξία για τη Χώρα, με ουσιαστική συμβολή στην πράσινη ανάπτυξη, ανταποκρινόμενος στις προκλήσεις των καιρών.