• Σχόλιο του χρήστη 'ΓΑΙΑ ΑΕ ΜΕΛΕΤΩΝ' | 2 Μαρτίου 2011, 20:23

    Επί της προτεινόμενης ρύθμισης του άρθρου 15 παρ. 4 του σχεδίου νόμου «Μεταρρύθμιση Συστήματος Ανάθεσης και Εκτέλεσης συμβάσεων Μελετών και Δημοσίων Έργων - Ίδρυση Αρχής Ελέγχου Μελετών και Έργων και λοιπές διατάξεις», με το οποίο προστίθεται στο άρθρο 17 του ν. 3316/2005, μεταξύ άλλων, παρ. 5, η οποία προβλέπει ότι για την παραδεκτή συμμετοχή σε διαγωνισμό του νόμου αυτού, οι υποψήφιοι υποχρεούνται να αποδείξουν ότι δεν έχουν, σε ολόκληρη τη χώρα, κατά την ημέρα του διαγωνισμού, ανεκτέλεστο μέρος δημοσίων συμβάσεων μελετών ή παροχής υπηρεσιών ανώτερο από το τετραπλάσιο των ανωτάτων ορίων προϋπολογισμών της τάξης τους, όπως καθορίζονται με το π.δ. της παρ. 8 του άρθρου 39 και για την Ε’ τάξη το εικοσαπλάσιο του κατωτάτου ορίου της τάξης, επισημαίνουμε τα ακόλουθα: Αντίστοιχη ρύθμιση δεν υπήρχε στο ν. 3316/2005, που ρυθμίζει σήμερα την ανάθεση και εκτέλεση των συμβάσεων μελετών και αντικατέστησε το ν. 716/1977, προκειμένου να εναρμονίσει το εθνικό δίκαιο με το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και συγκεκριμένα τις Οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ. Η προτεινόμενη ρύθμιση περιορίζει υπέρμετρα την επιχειρηματική ελευθερία και την αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού, όπως προστατεύονται από την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ (πρώην ΔΕΚ), από το συνδυασμό των άρθρων 81, 82 και 10 της ΣυνθΕΚ, προκύπτει υποχρέωση των κρατών - μελών να μη λαμβάνουν ή διατηρούν σε ισχύ μέτρα, έστω και νομοθετικής ή κανονιστικής φύσεως, δυνάμενα να εξουδετερώσουν την πρακτική αποτελεσματικότητα των εφαρμοστέων επί επιχειρήσεων κανόνων ανταγωνισμού (βλ., μεταξύ άλλων, διάταξη της 17ης Φεβρουαρίου 2005, υποθ. C 250/03, Mauri, Συλλογή 2005, σ. I 1267, σκέψη 29 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Η προτεινόμενη ρύθμιση περιορίζει υπέρμετρα τον ανταγωνισμό, αφού απαγορεύει τη συμμετοχή σε διαγωνιστικές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων μελετών ή παροχής υπηρεσιών σε όσες εταιρίες έχουν ανεκτέλεστο μέρος δημοσίων συμβάσεων μελετών ή παροχής υπηρεσιών ανώτερο από το τετραπλάσιο των ανωτάτων ορίων προϋπολογισμών της τάξης τους, και ειδικά για την Ε’ τάξη το εικοσαπλάσιο του κατωτάτου ορίου της τάξης. Με τον τρόπο αυτό αποκλείονται αδικαιολόγητα συγκεκριμένες εταιρίες, που έχουν ανεκτέλεστο έργο, χωρίς αποχρώντα λόγο, αφού το προτεινόμενο μέτρο δεν είναι πρόσφορο για να ελεγχθεί ούτε η χρηματοοικονομική ούτε και η τεχνική – επαγγελματική ικανότητα τους. Όπως επισημαίνεται και στην ίδια την αιτιολογική έκθεση του προτεινόμενου σχεδίου νόμου για την διαπίστωση της τεχνικής – επαγγελματικής ικανότητας των διαγωνιζομένων μελετητών χρησιμοποιούνται ορισμένα στοιχεία, τα οποία τίθενται περιοριστικά από την Οδηγία 2004/18/ΕΚ, ήτοι η εμπειρία του διαγωνιζόμενου, όπως προκύπτει από κατάλογο συμβάσεων μελετών ή υπηρεσιών που εκτέλεσε κατά την τελευταία τριετία έως δεκαπενταετία πριν την ημέρα υποβολής των προσφορών, ή τους τίτλους σπουδών και τα επαγγελματικά εν γένει προσόντα των μελών του υποψηφίου που είναι επιφορτισμένα για την εκτέλεση της σύμβασης (ομάδα μελέτης ή παροχής υπηρεσιών), ή και άλλα στοιχεία, από κανένα όμως σημείο της Οδηγίας δεν προκύπτει ότι μπορεί να τεθεί ως περιορισμός συμμετοχής το ανεκτέλεστο μέρος δημοσίων συμβάσεων μελετών ή παροχής υπηρεσιών . Η προτεινόμενη ρύθμιση δεν λοιπόν βρίσκει κανένα απολύτως έρεισμα στην ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία και νομολογία. Πρόκειται για ένα μέτρο που αποσκοπεί δήθεν στον τον έλεγχο της χρηματοοικονομικής και της τεχνικής – επαγγελματικής ικανότητας των υποψηφίων πλην όμως είναι εντελώς ακατάλληλο για το σκοπό αυτό ενώ αντίκειται στο κοινοτικό δίκαιο και στο Σύνταγμα (άρθρο 5 παρ. 1 Συντ.) που προστατεύουν την ελευθερία του ανταγωνισμού και την επιχειρηματική ελευθερία.