• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΛΚΕΠΗΥ ΑΕΒΕ' | 13 Μαρτίου 2012, 16:38

    Στο άρθρο αυτό περιλαμβάνονται διατάξεις σχετικές με την τυποποίηση (παράγραφοι 1-4) και για την εποπτεία της αγοράς (παράγραφοι 5 – 15). Α) Τυποποίηση Στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης του ΕΛΟΤ (άρθρο 19 του ν.4038/2012 (ΦΕΚ 14Α), προτείνουμε το Υπουργείο σας να μεριμνήσει για τη δυνατότητα διάθεσης των προτύπων από τον ΕΛΟΤ σε χαμηλή τιμή ώστε αυτά να είναι προσιτά στους μελετητές, τους κατασκευαστές και τους φορείς πιστοποίησης. Β) Εποπτεία της αγοράς Όπως είναι γνωστό, η Κοινότητα έχει εκδώσει τον Κανονισμό 765/2008 για τον καθορισμό των απαιτήσεων για την εποπτεία της αγοράς ο οποίος είναι υποχρεωτικής εφαρμογής αλλά δεν έχει ληφθεί υπόψη κατά τη διατύπωση των διατάξεων του σχεδίου νόμου. Τόσο η Διεύθυνση Πιστοποίησης του Υπουργείου σας όσο και η ΕΕΤΤ γνωρίζουν τον Κανονισμό διότι αναφέρονται ως αρχές εποπτείας της αγοράς στην εγκύκλιο με αρ. πρωτ.: Δ19Α 5009396 ΕΞ 2011/25-2-2011 του Υπουργείου Οικονομικών για τις οδηγίες 2004/104/ΕΚ και 2004/108/ΕΚ Ηλεκτρομαγνητική Συμβατότητα και 1999/5/ΕΚ Ραδιοεξοπλισμός και τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός. Τα ηλεκτρονικά και ηλεκτροτεχνικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες εμπίπτουν σαφώς εντός του πεδίου εφαρμογής του Κανονισμού (ως προϊόν ορίζεται «οποιαδήποτε ουσία, παρασκεύασμα ή αγαθό που παράγεται μέσω μεταποιητικής διεργασίας, εκτός από τα τρόφιμα, τις ζωοτροφές, τα ζώντα φυτά και ζώα, τα προϊόντα ανθρώπινης προέλευσης και τα προϊόντα φυτών και ζώων που σχετίζονται άμεσα με τη μελλοντική αναπαραγωγή τους»). Η Κοινοτική νομοθεσία για την εποπτεία της αγοράς που έχει θεσπιστεί δια του Κανονισμού 765/2008 είναι εκτενέστατη και λεπτομερής, περιλαμβάνει δε τα εξής άρθρα: Τμήμα Ι : Γενικές διατάξεις Άρθρο 15: Πεδίο εφαρμογής Άρθρο 16: Γενικές απαιτήσεις Τμήμα 2: Κοινοτικό πλαίσιο εποπτείας της αγοράς Άρθρο 17: Υπηρεσίες πληροφόρησης Άρθρο 18: Υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την οργάνωση Άρθρο 19: Μέτρα εποπτείας της αγοράς Άρθρο 20: Προϊόντα που παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο Άρθρο 21: Περιοριστικά μέτρα Άρθρο 22: Ανταλλαγή πληροφοριών — Κοινοτικό σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών Άρθρο 23: Γενικό σύστημα υποστήριξης πληροφοριών Άρθρο 24: Αρχές συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής Άρθρο 25: Επιμερισμός των πόρων Άρθρο 26: Συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών ΤΜΗΜΑ 3: Έλεγχοι των προϊόντων που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά Άρθρο 27: Έλεγχοι των προϊόντων που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά Άρθρο 28: Αποδέσμευση των προϊόντων Άρθρο 29: Εθνικά μέτρα Αντίθετα με τις εκτενείς διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, με τις προτεινόμενες διατάξεις στο σχέδιο νόμου θεσπίζεται μόνο το οργανωτικό σχήμα για την εποπτεία της αγοράς που παραμένει και πάλι ουσιαστικά το ίδιο από το 1994 (οπότε εκδόθηκε η ΚΥΑ 94649/8682/93/1994 - ΦΕΚ 688/Β/1994- με την οποία εναρμονίστηκε η οδηγία 89/336/ΕΟΚ), βασισμένο στις αποκεντρωμένες περιφερειακές υπηρεσίες. Το σχήμα αυτό είναι γνωστό ότι ουδέποτε λειτούργησε αποτελεσματικά λόγω έλλειψης αφενός κατάλληλου και επαρκούς προσωπικού στις περιφερειακές υπηρεσίες -τότε Νομαρχίες- και αφετέρου διάθεσης πόρων από τις Νομαρχίες οι οποίες από ότι αποδείχθηκε στην πράξη έχουν σε πολύ χαμηλή προτεραιότητα το θέμα της εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα. Παρά το γεγονός ότι με τις διατάξεις του ν.3431/2006 προστέθηκαν στο σχήμα ελέγχου υπάλληλοι του Υπουργείου και εμπειρογνώμονες, η κατάσταση δεν άλλαξε ουσιαστικά λόγω έλλειψης προσωπικού και οικονομικών πόρων για τη λειτουργία του σχήματος. Φυσικά δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι το ίδιο σχήμα θα λειτουργήσει και στο μέλλον σε αντίθεση με τις διατάξεις του Κανονισμού 765/2008. Επιπλέον το σχήμα αυτό παρουσιάζει σημαντικά μειονεκτήματα όπως: α) Αν γίνονται αυτεπάγγελτοι έλεγχοι σε μικρή ποσότητα αποθεμάτων, θα δημιουργείται πρόβλημα σε περίπτωση που απαιτηθεί η λήψη δείγματος για περαιτέρω έλεγχο (π.χ. μικρά καταστήματα λιανικής πώλησης με απόθεμα ένα ή δύο τεμάχια) και ως εκ τούτου άσκηση ψυχολογικής πίεσης στους ελεγκτές. Οι έλεγχοι μπορούν να περιορίζονται στα σημεία εισόδου στη χώρα (αυτό προβλέπεται από τον Κανονισμό) και στις αποθήκες των εισαγωγέων και των κατασκευαστών του υλικού. Καταστάσεις των εισαγωγέων και των κατασκευαστών θα μπορούσαν να αναζητηθούν μέσω του TAXIS οπότε είναι εύκολος ο προσδιορισμός τους. Με τον τρόπο αυτό θα υπήρχε αποτελεσματική εποπτεία. β) ‘Ελλειψη τεχνογνωσίας στα συνεργεία ελέγχου (η πρόβλεψη της διεξαγωγής σεμιναρίων δεν μπορεί φυσικά να υποκαταστήσει τη βασική εκπαίδευση του προσωπικού αν αυτή δεν είναι του ηλεκτρονικού) και γ) Μακρόχρονη διοικητική διαδικασία για την ολοκλήρωση του ελέγχου, είτε αυτός είναι αυτεπάγγελτος είτε κατόπιν καταγγελίας. Εντύπωση προκαλεί το ότι στο σχέδιο νόμου δεν καθορίζονται γενικά κριτήρια για τη διενέργεια εργαστηριακού ελέγχου σε αντίθεση με το Άρθρο 19 του Κανονισμού, ούτε ταχείες διαδικασίες για την έκδοση του προγράμματος ελέγχων. Φοβούμεθα ότι στα πλαίσια των περικοπών των δαπανών του Κράτους σε συνδυασμό με το ότι για τον προγραμματισμό των ελέγχων πρέπει να εκδοθεί απόφαση δύο τουλάχιστον Υπουργών, η σημερινή κατάσταση θα συνεχιστεί και δεν πρόκειται να γίνεται ούτε εποπτεία της αγοράς ούτε κανένας εργαστηριακός έλεγχος όπως και προηγουμένως. Πρέπει επομένως να αναζητηθεί άλλη διαδικασία και να περιλαμβάνει επαρκή πηγή χρηματοδότησης των ελέγχων για την εποπτεία της αγοράς ή εναλλακτικά τα καθήκοντα του τεχνικού ελέγχου να μπορούν να ανατίθενται σε οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, δηλαδή ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι έχουν διαπιστευθεί από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης ο οποίος παρακολουθεί, ελέγχει και επιβεβαιώνει την εφαρμογή των σχετικών διαδικασιών. και η διαδικασία αυτή που εφαρμόζεται σε όλο το φάσμα της αγοράς να επιβαρύνει οικονομικά τον παραγωγό του προϊόντος ή τον αποδέκτη του ελέγχου και όχι το Δημόσιο. Μετά τα παραπάνω θεωρούμε ως επιβεβλημένη την πλήρη εναρμόνιση των διατάξεων που αφορούν την εποπτεία της αγοράς του άρθρου 40 του σχεδίου νόμου, με τον Κανονισμό 765/2008 και την προσθήκη εθνικών διατάξεων απαλλαγμένων από γραφειοκρατικές διαδικασίες. Μία σημαντική διάταξη που είναι ανάγκη να θεσπιστεί με διάταξη του νόμου, αφορά τη δημιουργία προγράμματος εκσυγχρονισμού του εξοπλισμού των εργαστηρίων ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας μέσω του ΕΣΠΑ. Τα εργαστήρια ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας αποτελούν εθνικό κεφάλαιο λόγω της υποδομής και της τεχνογνωσίας που διαθέτουν που βρίσκεται στην αιχμή της τεχνολογίας. Σημειωτέον ότι η ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα αποτελεί φυσικό φαινόμενο το οποίο απαντάται σήμερα στο 100% του εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών αλλά και σε πληθώρα μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται για κάθε χρήση, από τα ιατρικά μηχανήματα μέχρι τα αυτοκίνητα οχήματα λόγω της εισαγωγής των λειτουργιών αυτομάτου ελέγχου και τηλεχειρισμού μέσω ηλεκτρονικών υποσυστημάτων και εξαρτημάτων σε αυτά. Το φαινόμενο αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται επαρκώς και για το λόγο αυτό υπάρχουν εκατοντάδες πρότυπα που αφορούν κάθε είδους μηχανολογικό, ηλεκτρολογικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό των οποίων οι τίτλοι έχουν δημοσιευτεί στην Εφημερίδα των ΕυρωπαΪκών Κοινοτήτων και τα οποία χρησιμοποιούνται για την τεκμηρίωση της συμμόρφωσης με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες. Η εταιρεία μας όπως ίσως και άλλα εργαστήρια αν και διαθέτει επαρκέστατο εξοπλισμό, λόγω της σημερινής οικονομικής κατάστασης των περισσότερων εγχώριων κατασκευαστών και της έλλειψης χρηματοδότησης μέσω προγραμμάτων εποπτείας της αγοράς από το Υπουργείο σας, βρίσκεται σε δυσχερή θέση επέκτασης ή αντικατάστασης με πιο σύγχρονο του εξοπλισμού της προκειμένου να ανταγωνιστεί τα εργαστήρια ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας άλλων χωρών τα οποία προτιμούν οι ξένοι κατασκευαστές. Ένα πρόγραμμα επιχορήγησης θα λειτουργούσε θετικά προς όφελος της εθνικής οικονομίας, της εισαγωγής συναλλάγματος και της διασφάλισης θέσεων εργασίας. Προτείνουμε την άμεση δημιουργία προγράμματος επιχορήγησης μέσω του ΕΣΠΑ για την επέκταση και ανανέωση του εξοπλισμού εργαστηρίων ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας.