• Άρθρο 28 Ως προς την περίπτωση γ της Υπό Διαβούλευση νέας διάταξης της παραγράφου 3: Η νέα διάταξη της περιπτώσεως γ της αναριθμητιζόμενης παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν 3887/2010 αναφορικά με τις επιχειρήσεις που λειτουργούσαν υπό τις διατάξεις του προϋφιστάμενου πδ 383/1976 και οι οποίες προβλέπεται ότι θα εξακολουθούν να λειτουργούν υπό το ίδιο καθεστώς έως την 27.01.2032, χωρίς να υποχρεούνται να πληρούν τα κριτήρια του κανονισμού 1071/2009, είναι όχι μόνο νομοτεχνικά ελλιπής και αντίθετη προς τον κανονισμό 1071/2009 αλλά τίθεται χωρίς να υφίσταται κανένας δικαιολογητικός λόγος που θα μπορούσε να τη δικαιολογήσει, επιτείνοντας την υφιστάμενη σύγχυση όχι μόνο ως προς το καθεστώς λειτουργίας εν γένει των μεταφορικών επιχειρήσεων αλλά και ως προς τις προϋποθέσεις των αδειών κυκλοφορίας των ΦΔΧ που ανήκουν στις επιχειρήσεις αυτές, εισάγοντας περαιτέρω δυσμενείς διακρίσεις εις βάρος όλων των λοιπών μεταφορικών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν συμμορφωθεί ή έχουν λάβει όλα τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν εντός της υφιστάμενης μεταβατικής περιόδου που λήγει την 27.01.2022 με τις επιταγές του κανονισμού 1071/2009 προς το σκοπό της πλήρωσης όλων των κριτηρίων πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα. Πιο συγκεκριμένα, νομοτεχνικά ελλιπής είναι η διάταξη αυτή καθ’ όσον δεν έχει λάβει υπόψη της τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 6 του άρθρου 14 του νόμου 3887/2010, οι οποίες δεν τροποποιούνται στο Υπό Διαβούλευση Νομοσχέδιο. Επίσης είναι νομοτεχνικά ελλιπής και μη νόμιμη στο πλαίσιο που το άρθρο 15 του νόμου 3887/2010, έχει ήδη καταργήσει αφ΄ ενός μεν το πδ 383/1976 και αφ’ ετέρου όλες οι Υπουργικές Αποφάσεις που είχαν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του, και οι οποίες αντίκεινται στο περιεχόμενο των διατάξεων του νόμου 3887/2010. Περαιτέρω, δεν έχει ληφθεί υπόψη από την υπό τροποποίηση διάταξη της περιπτώσεως γ της αναριθμητιζόμενης παραγράφου 3 του άρθρου 2 ότι το γεγονός της ύπαρξης των μεταφορικών επιχειρήσεων που συνεχίζουν να λειτουργούν χωρίς να πληρούν τα κριτήρια πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, δεν αφορά μόνο το ζήτημα της αδειοδότησης των επιχειρήσεων αυτών ως μεταφορικών επιχειρήσεων αλλά και διάφορα επιμέρους μεν αλλά πολύ σημαντικά ζητήματα, όπως αυτά της διαφορετικής ρύθμισης ως προς την έκδοση των αδειών κυκλοφορίας των ΦΔΧ που ανήκουν στις επιχειρήσεις αυτές και των προϋποθέσεων κυκλοφορίας τους, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος της έλκυσης ρυμουλκούμενων και ημιρυμουλκούμενων οχημάτων. Όπως αντιλαμβανόμαστε με την Υπό Διαβούλευση ως άνω διάταξη ναι μεν οι επιχειρήσεις αυτές δεν θα μπορούν να εκδώσουν νέες άδειες κυκλοφορίας για νέα ΦΔΧ, έχουν όμως τη δυνατότητα (α) να μεταβιβασθούν σε αυτές ΦΔΧ με άδειες εκδοθείσες πριν την έναρξη ισχύος του ν 3887/2010 ή έως την 27.01.2012, (β) να μεταβιβάσουν τα ΦΔΧ που τους ανήκουν με τις εκδοθείσες ήδη άδειες σε μεταφορικές επιχειρήσεις που πληρούν ήδη τα κριτήρια του οδικού μεταφορέα και (γ) πλέον με τη νέα Υπό Διαβούλευση διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του νόμου 3887/2010 έχουν τη δυνατότητα ακόμη και να αντικαταστήσουν τα ΦΔΧ που κατέχουν – κατόπιν αποχαρακτηρισμού - με νέα ΦΔΧ , τα οποία όμως θα κυκλοφορούν υπό τις προϋφιστάμενες του νόμου 3887/2010 άδειες. Ως εκ τούτου λοιπόν οι επιχειρήσεις αυτές που λειτουργούν υπό ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς καθώς με βάση το άρθρο 5 του πδ 383/1976 στις επιχειρήσεις αυτές η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και η εισφορά περιουσιακών στοιχείων, απαλλάσσονται παντός φόρου, τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, τα δικαιώματα συμβολαιογράφων, όπου απαιτούνται συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης, τα δικαιώματα υποθηκοφυλάκων, μειώνονται εις το ήμισυ. Οι ως άνω συναλλαγές απαλλάσσονται τελών χαρτοσήμου. Επίσης οι ως άνω απαλλαγές εφαρμόζονται και επί συγχωνεύσεως ή μετατροπής των μεταφορικών αυτών επιχειρήσεων, ενώ επιπλέον οι επιχειρήσεις αυτές δύνανται να δανειοδοτούνται από τα πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής με ευνοϊκούς όρους. Τέλος δε στις επιχειρήσεις αυτές που διενεργούν διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές με βάση την άδεια τους αναγνωρίζεται δικαίωμα εκπτώσεως ποσοστού 3% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων, άνευ υποχρεώσεως τηρήσεως δικαιολογητικών, προκειμένου να υπολογισθεί το εισόδημα τους που υπόκειται σε φόρο εισοδήματος. Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι με την εν λόγω διάταξη της περιπτώσεως γ της αναριθμηζόμενης παραγράφου 3 του άρθρου 2 σε συνδυασμό με το Υπό Διαβούλευση άρθρο 10 του νόμου 3887/2010 δίδεται η δυνατότητα όχι μόνο συνέχισης της διακρίσεως αυτής αλλά έτι περαιτέρω ανανέωσης του στόλου τους και μεταβίβασης σε αυτές ήδη κυκλοφορούντων έως την 27.01.2012 ΦΔΧ χωρίς να ζητείται κανένα οικονομικό εχέγγυο πλήρωσης αντίστοιχης οικονομικής επιφάνειας. Τέλος θα πρέπει να επισημανθεί ότι μία επιπλέον διάκριση που υφίσταται υπέρ των εν λόγω επιχειρήσεων και εις βάρος των λοιπών που πληρούν τα κριτήρια πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα είναι ότι σε περίπτωση μίσθωσης οχήματος από μεταφορική επιχείρηση που πληροί τις προϋποθέσεις του ν. 3887/2010 πρέπει να υποβάλλεται (α) η άδεια οδικού μεταφορέα και (β) και απόδειξη της κατάλληλης οικονομικής επιφάνειας κατά τη θεώρηση του μισθωτηρίου από την αρμόδια Δ/ση Μεταφορών των Περιφερειακών Ενοτήτων (βλ. εγκύκλιο Β1 /8535/980/16.03.2012). Αντίστοιχη υποχρέωση δεν υφίσταται για τις μεταφορικές επιχειρήσεις που εξακολουθούν να λειτουργούν χωρίς τη πλήρωση των κριτηρίων πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα. Ως προς τη νέα Υπό Διαβούλευση διάταξη της παρ. 7: Στις ως άνω μεταφορικές επιχειρήσεις υπάγονται και οι επιχειρήσεις που σύμφωνα με το π.δ 383/1976 τους έχει δοθεί άδεια διενέργειας νομαρχιακών μεταφορών. Οι νομαρχιακοί μεταφορείς μετά την 27.01.2012 μπορούσαν να διενεργούν εθνικές μεταφορές ή εθνικές και διεθνείς μεταφορές (βλ. εγκύκλιο Β1/ 47832/4533/11-10-2010) μόνο εφόσον διέθεταν κατάλληλη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και είχαν αντικαταστήσει το έντυπο της άδειας κυκλοφορίας των ΦΔΧ, ώστε στο σχετικό πεδίο να αναγράφει αντίστοιχα «εθνικές» ή «εθνικές και διεθνείς μεταφορές». Η αντικατάσταση της άδειας κυκλοφορίας εν προκειμένω ήταν υποχρεωτική ακόμα και για τις περιπτώσεις που εξαιρούσε το πδ 346/2001 και έπρεπε να λάβει χώρα έως 27.01.2012. (βλ. εγκύκλιο Β1 /8535/980/16.03.2012). Η προθεσμία αυτή έλαβε κατά το παρελθόν αλλεπάλληλες παρατάσεις, η τελευταία δε παράταση δόθηκε με την εγκύκλιο Β1/47203/2253/13.01.2016 ήταν έως 30.06.2016. Παρά το γεγονός αυτό και ενώ για 2 ½ και πλέον έτη οι εν λόγω μεταφορείς που δεν είχαν συμμορφωθεί με τις ως άνω διατάξεις διεξήγαγαν παρανόμως μεταφορικό έργο – συνθήκη γνωστή τόσο στον κλάδο των εμπορευματικών μεταφορών όσο και στο Υπουργείο Σας -, με τη νέα Υπό Διαβούλευση διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 3887/2010 δίδεται στους μεταφορείς αυτούς μία επιπλέον ευκαιρία νομιμοποίησης της δραστηριότητάς τους έως την 27.01.2022, χορηγώντας τους για το μεσοδιάστημα προσωρινή άδεια εθνικών μεταφορών. Με δεδομένο δε ότι στο άρθρο 2 παρ. 6 τελευταίο εδάφιο του νόμου 3887/2010 προβλέπεται ότι «Οι επιχειρήσεις που έχουν άδεια να διεξάγουν διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές έχουν το δικαίωμα να διεξάγουν και εθνικές οδικές μεταφορές, με την ίδια άδεια, οι δε επιχειρήσεις που διεξάγουν εθνικές μεταφορές έχουν δικαίωμα να διεξάγουν και διεθνείς μεταφορές, θα πρέπει να προστεθεί στην παράγραφο 7 του άρθρου 2 ότι για τους νομαρχιακούς μεταφορείς με προσωρινή άδεια δεν ισχύει το τελευταίο εδάφιο της παρ 6 (αναριθμητιζόμενη παράγραφος 3) του άρθρου 2 Έτι όμως περαιτέρω κατά δυσμενή διάκριση προς τις λοιπές μεταφορικές επιχειρήσεις που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο επάγγελμα των εμπορευματικών μεταφορών η νέα Υπό Διαβούλευση διάταξη προβλέπει ότι «Για την αντικατάσταση και την ανάκληση των αδειών Φ.Δ.Χ. νομαρχιακών μεταφορών σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου δεν αποτελεί προϋπόθεση η ασφαλιστική ενημερότητα της μεταφορικής επιχείρησης». Αρκεί βεβαίως εδώ να σας υπενθυμίσουμε ότι στις περιπτώσεις ακόμη και ακινησίας ΦΔΧ απαιτείται ασφαλιστική ενημερότητα της οικείας επιχείρησης, ανεξάρτητα αν στο άρθρο 5Α του νόμου 3887/2010 προβλέπεται ότι «Η μεταφορική επιχείρηση μπορεί να θέτει σε προσωρινή ακινησία Φ.Δ.Χ. που διαθέτει. Για το σκοπό αυτόν καταθέτει την άδεια κυκλοφορίας και τις κρατικές πινακίδες του Φ.Δ.Χ. στην αρμόδια υπηρεσία μεταφορών της Περιφέρειας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διακοπή ασφαλιστικών υποχρεώσεων του μεταφορέα κατά τη διάρκεια της προσωρινής ακινησίας». Συνεπώς η αντικατάσταση του στόλου των επιχειρήσεων των πρώην νομαρχιακών μεταφορών χωρίς την απαίτηση να είναι οι εν λόγω επιχειρήσεις ασφαλιστικά ενήμερες εισάγει μία επιπλέον δυσμενή μη νόμιμη διάκριση χωρίς παράλληλη σχετική ρύθμιση και του θέματος της μη σύνδεσης της προσωρινής ακινησίας του ΦΔΧ με ζητήματα ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Όπως γνωρίζετε το άρθρο 5Α του νόμου 3887/2010, όπως αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 121 του νόμου 4199/2013 ορίζει ότι «Η μεταφορική επιχείρηση μπορεί να θέτει σε προσωρινή ακινησία Φ.Δ.Χ. που διαθέτει. Για το σκοπό αυτόν καταθέτει την άδεια κυκλοφορίας και τις κρατικές πινακίδες του Φ.Δ.Χ. στην αρμόδια υπηρεσία μεταφορών της Περιφέρειας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διακοπή ασφαλιστικών υποχρεώσεων του μεταφορέα κατά τη διάρκεια της προσωρινής ακινησίας». Επίσης στην παράγραφο 23 του άρθρου 106 του νόμου 4199/2013 ορίζεται ότι «Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 121 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και για την ακινησία των Ε.Δ.Χ. αυτοκινήτων». Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου 4199/2013 η επέκταση του θεσμού της προσωρινής ακινησίας και στα ΦΔΧ είχε ως σκοπό «την παροχή ευελιξίας στις μεταφορικές επιχειρήσεις για τον προγραμματισμό των δραστηριοτήτων και των οικονομικών τους υποχρεώσεων εν όψει και της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας. Η διάταξη παρέχει τη δυνατότητα καθορισμού της διαδικασίας με την οποία θα διακόπτονται ορισμένες ασφαλιστικές υποχρεώσεις των οδικών μεταφορέων κατά τη διάρκεια της προσωρινής ακινησίας». Περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση των ως άνω διατάξεων, εξεδόθη η Υ.Α Φ10035/2523/131/12.09.2016 (ΦΕΚ Β 2896/2016) δια της οποίας ορίστηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις θέσης σε προσωρινή ακινησία Φορτηγού Δημόσιας Χρήσης και Επιβατικού οχήματος, κατά το άρθρο 121 του Νόμου 4199/2013.Σύμφωνα με την ως άνω ΥΑ, oι μεταφορικές επιχειρήσεις που έχουν στην ιδιοκτησία τους ΦΔΧ ή ΕΔΧ δύνανται να καταθέτουν προσωρινά την άδεια κυκλοφορίας και τις κρατικές πινακίδες των οχημάτων στην αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας, όπου τηρείται ο φάκελος του οχήματος, αιτούμενες ταυτοχρόνως να τεθούν τα οχήματα αυτά σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας, το οποίο για τα ΦΔΧ δύναται να έχει διάρκεια από τρεις (3) μήνες έως τρία (3) έτη, ενώ για τα ΕΔΧ δύναται να έχει διάρκεια από τρεις (3) μήνες έως ένα (1) έτος. Κατά το άρθρο 2 της ως άνω ΥΑ, βασική συνέπεια της θέσεως ΦΔΧ ή ΕΔΧ σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας είναι η εξαίρεση από την υποχρεωτική ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε (ΕΦΚΑ). κατά τη διάρκεια ισχύος του καθεστώτος αυτού. Παρά το γεγονός όμως ότι οι συγκεκριμένες διατάξεις είχαν ως στόχο τη δυνατότητα καλύτερου οικονομικού προγραμματισμού για τις επιχειρήσεις του κλάδου των οδικών μεταφορών, εντούτοις οι ειδικότερες προϋποθέσεις που θέτουν για την εξαίρεση από την υποχρεωτική ασφάλιση καταλήγουν να έχουν τα αντίθετα από τα σκοπούμενα από το νομοθέτη αποτελέσματα, καθώς οδηγούν τις επιχειρήσεις του κλάδου και δη τους αυτοαπασχολούμενους οδηγούς οχημάτων ΔΧ σε οικονομική ασφυξία και παύση της επαγγελματικής τους δραστηριότητάς. Διότι κατ’ αρχήν η παράγραφος 3α του άρθρου 2 της ανωτέρω ΥΑ προβλέπει ότι η θέση σε προσωρινή ακινησία έχει ως επακόλουθο την εξαίρεση από την υποχρεωτική ασφάλιση για την περίοδο της θέσεως του οχήματος σε προσωρινή ακινησία, μόνον όταν έχουν εξοφληθεί ή ρυθμιστεί τυχόν καθυστερούμενες ασφαλιστικές οφειλές, σε περίπτωση δε επιχείρησης (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) που διαθέτει περισσότερα από ένα ιδιόκτητα οχήματα, η εξαίρεση από την καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών ισχύει μόνον στην περίπτωση που όλα τα ΦΔΧ ή ΕΔΧ τεθούν σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας. Περαιτέρω, ειδικά στις μεταφορικές επιχειρήσεις με ΦΔΧ η θέση σε προσωρινή ακινησία οχήματος τους, δεν δύναται να συνεπάγεται την εξαίρεση από την υποχρέωση καταβολής των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών, εφόσον, η επιχείρηση (είτε φυσικό είτε νομικό πρόσωπο) μισθώνει κάποιο έτερο ΦΔΧ για τη συνέχιση της λειτουργίας της. Μάλιστα, όπως προκύπτει από την παράγραφο 3α του άρθρου 2 της ως άνω ΥΑ, για την ευεργετική συνέπεια της εξαιρέσεως από την υποχρεωτική ασφάλεια, η επιχείρηση που ζητά τη θέση οχήματος / οχημάτων σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας δεν θα πρέπει καν να διαθέτει μετοχές ή εταιρικά μερίδια σε άλλες επιχειρήσεις του κλάδου, παρεκτός και αν και τα οχήματα των εταιρειών αυτών έχουν τεθεί και αυτά σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας. Δεδομένης της οικτρής οικονομικής κατάστασης της συντριπτικής πλειονότητας των επιχειρήσεων του κλάδου, λόγω μεταξύ άλλων και των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών τους και των υπέρογκων τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών που πρέπει να καταβάλουν, η κατά τα ανωτέρω ρύθμιση του μέτρου της θέσεως των οχημάτων ΔΧ σε προσωρινή ακινησία καθίσταται κενό περιεχομένου, καθώς κατ’ αποτέλεσμα οδηγεί στην οριστική παύση της λειτουργίας των επιχειρήσεων του κλάδου (συνέπεια που είναι αντίθετη με τα διαλαμβανόμενα τόσο στο άρθρο 121 όσο και στο άρθρο 106 του νόμου 4199/2013) και συνακολούθως στη μη δυνατότητα της εκ μέρους τους πληρωμής των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών. Διότι οι επιχειρήσεις του κλάδου, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι αυτοαπασχολούμενοι οδηγοί, δεν έχουν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν προηγούμενες ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, όταν η εκδοθείσα υπουργική απόφαση, συνδέει άμεσα τη θέσπιση εξαίρεσης από την υποχρέωση καταβολής των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών με τη θέση όλων των ιδιόκτητων ή μισθωμένων οχημάτων τους σε καθεστώς ακινησίας, ή πολλώ δε μάλλον με την εξόφληση ή τη ρύθμιση όλων των ληξιπρόθεσμών ασφαλιστικών εισφορών τους. Περαιτέρω, ο εκάστοτε υπόχρεος (νομικό ή φυσικό πρόσωπο) που έχει υπαγάγει όχημα ΔΧ σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας και ταυτόχρονα δεν έχει εξοφλήσει ή έχει απολέσει έστω και μία δόση της ρύθμισης στην οποία έχει υπαχθεί, υφίσταται ως συνέπεια τη διακοπή της χορηγηθείσας εξαιρέσεως καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για τα οχήματα που έχουν τεθεί σε προσωρινή ακινησία. Μάλιστα στις περιπτώσεις αυτές, σύμφωνα με την ως άνω ΥΑ, ο υπόχρεος οφείλει να καταθέσει εκ νέου αίτηση εξαίρεσης από την υποχρεωτική καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, αφού προβεί σε νέα ρύθμιση ή στην ολοσχερή εξόφληση των ήδη ληξιπρόθεσμών ασφαλιστικών οφειλών του, υποβάλλοντας νέα αίτηση εξαίρεσης από την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών για το υπολειπόμενο χρονικό διάστημα ακινησίας, ενώ όμως ταυτόχρονα καθίστανται απαιτητές όλες οι ασφαλιστικές εισφορές για το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα υπαγωγής στο καθεστώς προσωρινής ακινησίας, ότε και απωλέσθηκε κάποια δόση της ρύθμισης. Επιπρόσθετα, η σύμφωνα με τα ανωτέρω ρύθμιση του καθεστώτος θέσεως οχημάτων ΔΧ σε προσωρινή ακινησία καθίσταται ακόμη ποιο δυσμενής και δυσανάλογη για τις επιχειρήσεις του κλάδου των οδικών μεταφορών, καθώς (α) θεσπίζει ίδιους όρους και προϋποθέσεις υπαγωγής σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας και για τα ΦΔΧ ή ΕΔΧ που έχουν καταστραφεί από φυσική ή άλλη αιτία και (β) οδηγεί στην πλήρη αδυναμία κάθε νομικού ή φυσικού προσώπου του κλάδου που έχει ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές, να τις αποπληρώσει είτε μεταβιβάζοντας την κυριότητα είτε την εκμετάλλευση ή χρήση οχήματος ΔΧ σε άλλον εξ ολοκλήρου ή κατά ποσοστό. Κι αυτό διότι σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ 3 του πδ 258/2005 ορίζεται ότι «Κάθε ιδιοκτήτης Δ.Χ. αυτοκινήτου που μεταβιβάζει κατόπιν οριστικού συμβολαίου την κυριότητα ή χρήση και εκμετάλλευση του αυτοκινήτου του σε άλλον, είτε εξ ολοκλήρου, είτε κατά ποσοστό, υποχρεούται να προσκομίζει στο συμβολαιογράφο ή στην αρμόδια Δημόσια Αρχή και βεβαίωση του Ο.Α.Ε.Ε. περί πλήρους εξόφλησης των υποχρεώσεών του από πάσης φύσεως οφειλές, ανεξάρτητα αν αυτές έχουν κεφαλαιοποιηθεί και καταβάλλονται σε δόσεις. Συνεπώς, από την ΥΑ περί θέση οχημάτων ΔΧ σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας και το π.δ 258/2005 προκύπτουν τα εξής: (ι) εάν το όχημα κάποιου αυτοαπασχολούμενου οδηγού ή επιχείρησης (τράκτορας ή ρυμουλκούμενο) καταστραφεί από κάποιο ενδεχόμενο ατύχημα ή λόγω παλαιότητας ή από άλλη αιτία και απαιτείται εκ του λόγου αυτού η αντικατάστασή του, μπορεί ο ιδιοκτήτης του να θέσει το μεν το κατεστραμμένο όχημα σε προσωρινή ακινησία υπό την προϋπόθεση ότι έχει τουλάχιστον ρυθμίσει τις ασφαλιστικές του εισφορές και αποπληρώνει τις σχετικές δόσεις, σε περίπτωση όμως που θέλει να προβεί στην αγορά άλλου οχήματος, προαπαιτούμενο για να συνεχίσει τη δραστηριότητά του, θα πρέπει όχι μόνον να έχει ρυθμίσει άλλα και να προβεί στην πλήρη εξόφληση όλων των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών του, πράγμα που όπως γίνεται αντιληπτό δεν είναι εφικτό υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες. (ιι) εάν οιοσδήποτε αυτοαπασχολούμενος οδηγός ή επιχείρηση θέλει να θέσει όχημα ΔΧ που διαθέτει σε καθεστώς προσωρινής ακινησίας, προκειμένου να εξαιρεθεί από τις ασφαλιστικές εισφορές της περιόδου της προσωρινής ακινησίας και ταυτόχρονα να μεταβιβάσει την κυριότητα, χρήση ή εκμετάλλευση έτερου ιδιόκτητου οχήματος του, προκειμένου να είναι σε θέση με το χρηματικό αντίτιμο που θα λάβει να εκπληρώσει ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές υποχρεώσεις του, δεν δύναται να προβεί σε οιαδήποτε πράξη μεταβίβασης κυριότητας, χρήσης ή εκμετάλλευσης του οχήματος του, εάν προγενέστερα δεν έχει προβεί σε πλήρη εξόφληση των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών του. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω θέση της ΟΦΑΕ είναι η τροποποίηση του άρθρου 5Α του νόμου 3887/2010 προκειμένου να εισαχθεί σχετική ρύθμιση στο ίδιο το άρθρο και όχι να προβλέπεται απλώς η έκδοση κατ’ εξουσιοδότησης ΥΑ που να προβλέπει τα εξής: (α) Η υπαγωγή στο καθεστώς προσωρινής ακινησίας των οχημάτων ΔΧ και η συνεπεία αυτής εξαίρεση από την υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για την περίοδο ακινησίας να θεσπισθεί στο άρθρο αυτό χωρίς να συνδέεται με την εξόφληση ή τη ρύθμιση των υφιστάμενων ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών του ιδιοκτήτη του οχήματος. Περαιτέρω δε θα αποτελούσε πολύ σημαντικό και ευεργετικό για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου και τους αυτοαπασχολούμενους οδηγούς μέτρο, το πάγωμα των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών τους εισφορών κατά το διάστημα θέσεως των οχημάτων τους σε ακινησία. (β) Σε κάθε περίπτωση, και όλως επικουρικώς αναφέρουμε ότι θα πρέπει η μη έγκαιρη καταβολή έστω και μίας δόσης της ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών του ιδιοκτήτη του οχήματος να μην επιφέρει τη διακοπή της υπαγωγής στο καθεστώς προσωρινής ακινησίας και συνακολούθως την υποχρέωση αναδρομικής καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών. Η διακοπή υπαγωγής του καθεστώτος προσωρινής ακινησίας θα πρέπει να προϋποθέτει τη μη εμπρόθεσμη καταβολή τουλάχιστον 12 δόσεων της σχετικής ρύθμισης του ασφαλιζόμενου, σε κάθε δε περίπτωση η υποβολή νέας αίτησης υπαγωγής σε καθεστώς ακινησίας να αίρει αναδρομικά από το χρόνο υποβολής της πρώτης σχετικής αιτήσεως την όποια υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών. Ποιες αλλαγές προτείνει η ΟΦΑΕ ως προς τις τροποποιήσεις των άρθρων 4 και 5 του νόμου 3887/2010: Επί του άρθρου 5: Σε συνέχεια της καταργήσεως της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου 3887/2010 θα πρέπει στην περίπτωση Β της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του νόμου που αναφέρεται στην άδεια οδικού μεταφορέα να συμπληρωθεί με την αναφορά όλων των κριτηρίων πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, όπως τα κριτήρια αυτά προκύπτουν από τον κανονισμό 1071/2009. Διαφορετικά με την αναφορά μόνο στο ζήτημα της οικονομικής επιφάνειας στο άρθρο αυτό δημιουργείται σύγχυση για το ποια είναι εν τέλει τα κριτήρια αυτά μετά και την κατάργηση της οδηγίας που ενσωματώνει ο νόμος 436/2001 από τον κανονισμό 1071/2009. Ποιες επιπλέον αλλαγές θα πρέπει να γίνουν στο νόμο 3887/2010 σύμφωνα με την άποψη της ΟΦΑΕ: Ως προς το άρθρο 14 του νόμου 3887/2010: Θα πρέπει να τροποποιηθεί η παράγραφος 2 που αναφέρεται σε Άδεια Οδικών Μεταφορών. Επίσης θα πρέπει να υπάρξει μία διευκρινιστική διάταξη σε σχέση με ποιες διατάξεις ΥΑ που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του πδ 383/1976 ίσχυαν έως την μεταβατική περίοδο της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και ποιες εξακολουθούν να ισχύουν και κατά τη μεταβατική περίοδο της παραγράφου 3 του άρθρου 14. Η επισήμανση αυτή λαμβάνει χώρα καθώς με διαδοχικές εγκυκλίους και Υπουργικές Αποφάσεις του Υπουργείου Μεταφορών αναφέρονται αντιφατικές θέσεις (βλ. Εγκύκλιο Β1 53534/5213/19.11.2010, Β1/ 47832/4533/11-10-2010, Β1/8535/980/16.03.2012) Τέλος θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν είναι ορθό ενώ το άρθρο 4 παρ 2 του νόμου 3887/2010 να προβλέπει ότι ΦΔΧ που τίθενται σε κυκλοφορία στο όνομα μεταφορικών επιχειρήσεων που συστήνονται μετά την έναρξη του νόμου 3887/2010 είναι κατηγορίας EURO V ή μεταγενέστερων οδηγιών, εντούτοις τα ΦΔΧ που ήδη κυκλοφορούσαν κατά την έναρξη ισχύος του 3887/2010 όταν μεταβιβάζονται οι νέοι κάτοχοι πρέπει να τα αντικαταστήσουν με νεότερης τεχνολογίας τουλάχιστον EURO IV (άρθρο 14 παρ. 3).