• Σχόλιο του χρήστη 'ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΣΑΥΠΑ' | 7 Σεπτεμβρίου 2020, 19:27

    ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ 7 Άρθρο 42 παρ.1: ΣΚΕΠΤΙΚΟ 7 Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 42, αρμόδιος φορέας για τη διαχείριση, κατανομή, και πίστωση στους λογαριασμούς των δικαιούχων φορέων των ποσών από τα τέλη διαδρομής και τερματικής περιοχής που καταβάλλονται από τους χρήστες του εναέριου χώρου και αποδίδονται μέσω του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της αεροναυτιλίας (EUROCONTROL) είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας αντί της ΑΠΑ, όπως ίσχυε στον 4427/16. Όσο και αν αναζητήθηκε η αιτία για την αλλαγή αυτή στην Αιτιολογική Έκθεση του Νομοσχεδίου, δεν προέκυψε κανένα αποτέλεσμα, προφανώς γιατί η ενέργεια αυτή είναι αντίθετη με τους σχετικούς Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς 550/2004, 391/2013 και 317/2019 από τους οποίους προκύπτει ότι ο διαχειριστής του κονδυλίου από τα τέλη είναι η ΑΠΑ και όχι ένας από τους παρόχους, όπως είναι η ΥΠΑ. Αυτό προκύπτει τόσο από την κοινή λογική όσο και σε πολλά σημεία των Ευρωπαϊκών Κανονισμών. Στην Ελλάδα μελλοντικά δεν γνωρίζουμε πόσοι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας θα υπάρχουν αλλά ακόμα και σήμερα υπάρχουν δύο πάροχοι, η ΥΠΑ και η Μετεωρολογία. Επομένως, για ποιο λόγο να θεωρήσει κανείς ότι τη διαχείριση μπορεί να αναλάβει ο ένας πάροχος και γιατί αυτός πρέπει να είναι η ΥΠΑ έναντι της Μετεωρολογίας ή το αντίθετο; Ενώ η ΑΠΑ, ως επιβλέπουσα εποπτική αρχή αεροναυτιλίας που εγκρίνει τα ποσά που πρέπει να εισπράξει η ΥΠΑ και η Μετεωρολογία, υπό τις προϋποθέσεις που έχουν τεθεί με την ισχύουσα νομοθεσία και τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, είναι και η αρμόδια Αρχή για το μοίρασμα και την απόδοση των σχετικών ποσών ανά πάροχο. Ενδεικτικά αναφέρονται σχετικά σημεία των Ευρωπαϊκών Κανονισμών: Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί 550/2004 και 391/2013 Σύμφωνα με το άρθρο 6 του 391/2013 παράγραφο 1 «οι κατά το άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 4 πάροχοι αεροναυτιλιακών υπηρεσιών καθορίζουν το κόστος παροχής αεροναυτιλιακών υπηρεσιών που σχετίζεται με τις εφαρμοζόμενες διευκολύνσεις και υπηρεσίες που προβλέπονται στο περιφερειακό σχέδιο αεροναυτιλίας του ΔΟΠΑ, ευρωπαϊκή περιοχή, για τις ζώνες χρέωσης υπό την αρμοδιότητά τους». Αυτό σημαίνει ότι η ΥΠΑ και η Μετεωρολογία καθορίζουν το κόστος παροχής αεροναυτιλιακών υπηρεσιών αρμοδιότητας του καθενός και για την περιοχή τους. Παρακάτω, στην παράγραφο 2, αναφέρεται «Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίσουν τις ακόλουθες δαπάνες ως καθορισμένο κόστος, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, εφόσον αυτές προκύπτουν από την παροχή αεροναυτιλιακών υπηρεσιών: α) δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνθηκαν οι αρμόδιες εθνικές αρχές· β) δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνθηκαν οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004· γ) δαπάνες που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες.» Παρακάτω στο δεύτερο εδάφιο της τέταρτης παραγράφου του άρθρου 7 του Ε.Κ. 391/2013 αναφέρεται ότι «Η εθνική εποπτική αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή το επεξηγηματικό υπόμνημα, σχέδιο ανάκτησης του κόστους αναδιάρθρωσης και τα αποτελέσματα της διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των χρηστών του εναερίου χώρου για το επεξηγηματικό υπόμνημα και το σχέδιο ανάκτησης του κόστους αναδιάρθρωσης». Τα ανωτέρω υπαγορεύουν τη προβλεπόμενη διαδικασία σύμφωνα με την οποία πάροχοι αεροναυτιλιακών υπηρεσιών καθορίζουν το κόστος παροχής αεροναυτιλιακών υπηρεσιών αρμοδιότητά τους και το καταθέτουν στην εθνική εποπτική αρχή, η οποία αφού ελέγξει τα υποβαλλόμενα από τους παρόχους, ορίζει δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνθηκαν οι αρμόδιες εθνικές αρχές, δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνθηκαν οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και δαπάνες που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες, υποβάλλει στην Επιτροπή το επεξηγηματικό υπόμνημα, σχέδιο ανάκτησης του κόστους αναδιάρθρωσης και τα αποτελέσματα της διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των χρηστών του εναερίου χώρου για το επεξηγηματικό υπόμνημα και το σχέδιο ανάκτησης του κόστους αναδιάρθρωσης. Αυτά προκύπτουν και από το άρθρο 9 του Ε.Κ. 391/2013 όπου αναφέρεται «Τα κράτη μέλη καλούν, με συντονισμένο τρόπο το αργότερο επτά μήνες πριν την έναρξη κάθε περιόδου αναφοράς, τους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου σε διαβούλευση με αντικείμενο το καθορισμένο κόστος, τις προγραμματιζόμενες επενδύσεις, τις προβλέψεις των μονάδων εξυπηρέτησης, την πολιτική χρέωσης και τις αντίστοιχες τιμές μονάδας. Στη διαβούλευση παρίστανται οι πάροχοι αεροναυτιλιακών υπηρεσιών. Τα κράτη μέλη καθορίζουν, με διαφανή τρόπο, το εθνικό κόστος ή το κόστος των λειτουργικών τμημάτων του εναέριου χώρου τους σύμφωνα με το άρθρο 6 και γνωστοποιούν τις τιμές μονάδας στους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου, την Επιτροπή και, κατά περίπτωση, τον Eurocontrol». Ευρωπαϊκός Κανονισμός 317/2019 Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από Ευρωπαϊκό Κανονισμό 317/2019. Χαρακτηριστικά, στο εδάφιο 7 της εισαγωγής του Κανονισμού αναφέρεται ότι «οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν από όλα τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ των οποίων είναι οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας υπό την επίβλεψή τους, τα σχετικά δεδομένα που είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή και εποπτεία του παρόντος κανονισμού σε τοπικό επίπεδο. Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας θα πρέπει να διευκολύνουν τις επιθεωρήσεις και τις έρευνες που διενεργούν οι εθνικές εποπτικές αρχές με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής του μηχανισμού επιδόσεων και του συστήματος χρέωσης τελών» ενώ στο εδάφιο 14 αναφέρει «οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει να είναι αρμόδιες για την κατάρτιση των σχεδίων επιδόσεων σε επίπεδο εθνικό ή λειτουργικού τμήματος του εναέριου χώρου, καθώς και για τους δεσμευτικούς στόχους επιδόσεων, με βάση τους κύριους δείκτες επιδόσεων που εφαρμόζονται σε επίπεδο εθνικό ή λειτουργικού τμήματος του εναέριου χώρου». Επίσης στο εισαγωγικό εδάφιο 31 του ίδιου Κανονισμού αναφέρει ότι «Οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει, πριν από την έναρξη κάθε περιόδου αναφοράς, να καθορίζουν τα χρησιμοποιούμενα κριτήρια για την κατανομή του κόστους μεταξύ των υπηρεσιών αεροναυτιλίας κατά τη διαδρομή και των τερματικών υπηρεσιών αεροναυτιλίας και να ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή» ενώ στο εδάφιο 35 αναφέρει «…οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει να είναι αρμόδιες να ελέγχουν την αναλυτική αιτιολόγηση του παρόχου υπηρεσιών αεροναυτιλίας και να εγκρίνουν τυχόν μεταγενέστερη ανάκτηση των πρόσθετων δαπανών από τους χρήστες του εναέριου χώρου…». Επίσης στη παράγραφο 4 του άρθρου 10 του Ε.Κ. 391/2013 αναφέρει «Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 και το άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, οι εθνικές εποπτικές αρχές διαβουλεύονται με τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, με τους φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων και τους συντονιστές αερολιμένων σχετικά με το προσχέδιο του σχεδίου επιδόσεων, καθώς και σχετικά με τους στόχους επιδόσεων και τα καθεστώτα παροχής κινήτρων που περιέχει το προσχέδιο», ενώ στην εισαγωγή του άρθρου 12 αναφέρει «Κάθε κράτος μέλος εγκρίνει προσχέδιο σχεδίου επιδόσεων, όπως το έχει/-ουν καταρτίσει η/οι οικεία/-ες εθνική/-ές εποπτική/-ές αρχή/-ές σε επίπεδο εθνικό ή λειτουργικών τμημάτων εναέριου χώρου, και το υποβάλλει στην Επιτροπή». Στην παράγραφο 7 του άρθρου 22 αναφέρει «Οι εθνικές εποπτικές αρχές ελέγχουν, για κάθε ζώνη χρέωσης, ότι οι βάσεις κόστους των τελών κατά τη διαδρομή και των τερματικών τελών συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του άρθρου 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Προς τον σκοπό αυτό, οι εθνικές εποπτικές αρχές εξετάζουν τα σχετικά λογιστικά έγγραφα, καθώς και το βιβλίο περιουσιακών στοιχείων και κάθε άλλο σχετικό υλικό που αφορά τον καθορισμό της βάσης κόστους των τελών». Στην παράγραφο 5 του άρθρου 27 φαίνεται ποιος έχει τον πλήρη έλεγχο αφού αναφέρει «Οι εθνικές εποπτικές αρχές μπορούν να αναπροσαρμόζουν τις τιμές των παραμέτρων του μηχανισμού καταμερισμού του κινδύνου κυκλοφορίας που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3. Κατά την αναπροσαρμογή των εν λόγω τιμών, οι εθνικές εποπτικές αρχές: α) διαβουλεύονται με τους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου και τους ενδιαφερόμενους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας σχετικά με τις προβλεπόμενες τιμές· β) εξασφαλίζουν ότι η έκθεση των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας στον κίνδυνο που προκύπτει δεν είναι μικρότερη από το μέγιστο έσοδο σε κίνδυνο με βάση τον μηχανισμό που προβλέπεται στις παραγράφους 2 και 3· γ) λαμβάνουν υπόψη τη διαφοροποίηση του κόστους της παροχής χωρητικότητας από τον πάροχο υπηρεσιών αεροναυτιλίας λόγω διακύμανσης της κυκλοφορίας». Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 317/2019 καταλήγει στο άρθρο 33 για την είσπραξη των τελών στην παράγραφο 1 και 4 αναφέρει ότι «Τα κράτη μέλη μπορούν να εισπράττουν τα τέλη μέσω ενιαίου τέλους ανά πτήση… Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εφαρμογή αποτελεσματικών και αναλογικών μέτρων επιβολής για την είσπραξη των τελών αεροναυτιλίας, εφόσον είναι αναγκαίο. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν άρνηση εξυπηρέτησης, κράτηση αεροσκάφους ή άλλα εκτελεστικά μέτρα σύμφωνα με το δίκαιο του οικείου κράτους μέλους». Είναι αυτονόητο ότι εκτελεστικά μέτρα όπως κράτηση αεροσκάφους, επιβολή προστίμων κλπ. μόνο η Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας μπορεί να επιβάλλει και να διασφαλίσει την είσπραξη των τελών και επομένως αυτή μπορεί μόνο να εισπράττει και να διαχειρίζεται τα κονδύλια του Eurocontrol για το κράτος-μέλος. ΠΡΟΤΑΣΗ 7 Η παράγραφος 1 του άρθρου 42 «1. Αρμόδιος φορέας για τη διαχείριση, κατανομή, και πίστωση στους λογαριασμούς των δικαιούχων φορέων των ποσών από τα τέλη διαδρομής και τερματικής περιοχής που καταβάλλονται από τους χρήστες του εναέριου χώρου και αποδίδονται μέσω του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της αεροναυτιλίας (EUROCONTROL) είναι η Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας». Αντίστοιχα θα πρέπει να αλλάξουν και οι επόμενες παράγραφοι του ίδιου άρθρου στο ίδιο πνεύμα όπου χρειάζεται.