• Το άρθρο 17 επαναλαμβάνει ή /και τροποποιεί διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 4070/2012). Αναλυτικότερα : 1. Όπως ορίζεται στην παράγραφο 1: «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4, ο έλεγχος, η ρύθμιση και η εποπτεία της αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών ασκούνται από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), η οποία αποτελεί την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή (National Regulatory Authority) σε θέματα παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών και έχει συσταθεί με το ν. 2246/1994 (Α΄ 172). Λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και έδρα την Αθήνα.» ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Το τελευταίο εδάφιο είναι εξόχως προβληματικό. Ο ν.4070/2014 ανέφερε ρητά ότι η ΕΕΤΤ «είναι» ανεξάρτητη αρχή όχι ‘λειτουργεί ως’. Η αλλαγή αυτή θίγει την ανεξαρτησία της ΕΕΤΤ, που κατοχυρώνει το δίκαιο της ΕΕ και συγκεκριμένα το άρθρο 3, της οδηγίας πλαίσιο(2002/21/ΕΚ) όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/137/ΕΚ. 2. Στη συνέχεια, στην ίδια παράγραφο 1, στο επόμενα δύο εδάφια ορίζονται τα εξής: «Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους τα μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ απολαύουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Εποπτεύεται από τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου . « ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Η εποπτεία από τον Υπουργό δεν συνάδει με την απαίτηση του νομοθέτη της ΕΕ να διασφαλίζεται πλήρως η ανεξαρτησία της Εθνικής Ρυθμιστικής Αρχής (ΕΡΑ), η οποία εν Ελλάδι είναι η ΕΕΤΤ. Την ανεξαρτησία αυτή επιτάσσει το άρθρο 3, της οδηγίας –πλαίσιο, όπως ισχύει. Η δε ‘επιτήρηση’ στην οποία γίνεται αναφορά στην παράγραφο 3α του άρθρου 3, της οδηγίας πλαίσιο, όπως προστέθηκε με την οδηγία 2009/137/ΕΚ, σαφώς δεν σημαίνει εποπτεία από τον αρμόδιο Υπουργό. Κάτι τέτοιο θα αναιρούσε την ανεξαρτησία την οποία η ίδια η οδηγία εξασφαλίζει για τις ΕΡΑ στο προηγούμενο εδάφιο, και αφορά όλες τις ΕΡΑ. Λαμβανομένου υπόψη του ελληνικού συνταγματικού δικαίου, η επιτήρηση αυτή συνίσταται στον θεσμοθετημένο δικαστικό έλεγχο των πράξεων της ΕΕΤΤ από τα διοικητικά δικαστήρια όσο και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο που ασκεί επ’αυτής ειδική επιτροπή της Βουλής (η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας). 3. Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφο 2 του ν.4070/2012: «Η Ε.Ε.Τ.Τ. είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχή με έδρα την Αθήνα και απολαμβάνει πλήρη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, ενεργεί ανεξάρτητα και δεν ζητά ούτε λαμβάνει οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται» . Στο κείμενο της διαβούλευσης το τμήμα της προηγουμένης παραγράφου με την έντονη γραφή έχει παραληφθεί. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Η απάλειψη αυτή, συνδεόμενη με τις λοιπές διατάξεις του Σ/Ν, αναιρεί ουσιαστικά και εκμηδενίζει την ανεξαρτησία της ΕΕΤΤ. Αυτή η διάταξη, αν ψηφιστεί, σαφώς θα συνιστά και πλημμελή μεταφορά των διατάξεων του άρθρου 3 της οδηγίας 2002/21, κατά τα προαναφερθέντα. 4. Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφο 4 του σχεδίου νόμου (Σ/Ν): « Η Ε.Ε.Τ.Τ. μπορεί, με απόφασή της, να εγκαθιστά και λειτουργεί γραφεία και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Οι αποφάσεις, πράξεις και λοιπά διοικητικά ή μη έγγραφα της Ε.Ε.Τ.Τ. γνωστοποιούνται στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Έκθεση πεπραγμένων της Ε.Ε.Τ.Τ. υποβάλλεται κατ’ έτος στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και στον Πρόεδρο της Βουλής. Η Ε.Ε.Τ.Τ. υποβάλλει στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, κατόπιν αιτήματος αυτού, εκθέσεις για την κατάσταση στον τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών.». ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Οι ρυθμίσεις αυτές περί υποχρεώσεως της ΕΕΤΤ να γνωστοποιεί αποφάσεις, πράξεις και λοιπά διοικητικά ή μη έγγραφα της Ε.Ε.Τ.Τ. στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού αποτελούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της ΕΕΤΤ και συνδέονται ευθέως με την παραπάνω θεσμοθέτηση εποπτείας επί της ΕΕΤΤ, η οποία θα καταλύσει στην πράξη τη λειτουργική ανεξαρτησία των μελών της. 5. Στο κείμενο του Σ/Ν έχει αφαιρεθεί η ρύθμιση της παραγράφου 4, του άρθρου 6, του ν.4070/2014. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Σύμφωνα με τη διαγραφείσα διάταξη: «Ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι και τα μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ. μπορούν να απολυθούν μόνον εφόσον δεν καλύπτουν πλέον τους απαιτούμενους όρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως αυτοί καθορίζονται επακριβώς και εκ των προτέρων στον παρόντα νόμο. Η απόφαση απόλυσής τους πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη, επί ποινή ακυρότητας και τους κοινοποιείται, πρέπει δε απαραίτητα να λαμβάνει δημοσιότητα κατά τη χρονική στιγμή της απόλυσής τους. Ομοίως, οι ίδιοι δικαιούνται να ζητήσουν τη δημοσίευσή της, σε περίπτωση που αυτό δεν θα συνέβαινε διαφορετικά». Επιπλέον, στην παρ 5 του επόμενου άρθρου 18, αναφέρεται: «Ως πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται: α) ..., β) ..., γ) ... και δ) η ασυμβίβαστη και απάδουσα, προς το κύρος, αποστολή και σκοπό της ΕΕΤΤ ως Εθνικής Ρυθμιστικής Αρχής, διαγωγή.» Η συνδυαζόμενη διαγραφή της παρ. 4, του άρθρου 6, του ν.4070/2012 με την εισαγωγή του σημείου (δ) στην παρ. 5, επιτρέπει ευρύτατη ερμηνεία ενώ δημιουργεί έλλειψη ασφάλειας δικαίου σε βάρος της ανεξαρτησίας της Αρχής. 6. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 17 του Σ/Ν ορίζει: «Τα μέλη πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης που κατέχουν οποιαδήποτε έμμισθη θέση στο Δημόσιο, απαλλάσσονται κατά τη διάρκεια της θητείας τους, από την υποχρέωση άσκησης των καθηκόντων της θέσης τους.». ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Η ρύθμιση είναι εσφαλμένη στο μέτρο που προβλέπει απαλλαγή της υποχρέωσης άσκησης των καθηκόντων και όχι αναστολή. Κατά τούτο είναι και αλυσιτελής, ως καλυπτόμενη από τη ρύθμιση του εδαφ. α΄ της εν λόγω παραγράφου 5. 7. Στο κείμενο του Σ/Ν έχει αφαιρεθεί η ρύθμιση της παραγράφου 6, του άρθρου 6, του ν. 4070/2012 σχετικά με την παρεχόμενη νομική προστασία των μελών της ΕΕΤΤ σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων τους. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Σύμφωνα με την διαγραφείσα διάταξη: «Με απόφαση της Ε.Ε.Τ.Τ. μπορεί να παρέχεται νομική προστασία στα μέλη της και στο εν γένει προσωπικό της, ακόμη και μετά τη λήξη της θητείας τους ή την αποχώρησή τους από την Υπηρεσία, όταν ενάγονται ή διώκονται ποινικά για πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η νομική προστασία συνίσταται στην παροχή δικηγορικών υπηρεσιών από τους εργαζόμενους στην Ε.Ε.Τ.Τ. δικηγόρους για την υπεράσπισή τους ή για ό,τι άλλο κρίνεται αναγκαίο για το σκοπό αυτόν». Η διαγραφή της εν λόγω διατάξεως αδυνατίζει ουσιωδώς την ανεξαρτησία των μελών της ΕΕΤΤ διότι δεν επιτρέπει την αποτελεσματική δικαστική υπεράσπιση των μελών της Ολομελείας όταν ενάγονται [στα πολιτικά δικαστήρια] ή διώκονται ποινικά για πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Αποτελεί δε και ουσιώδη ανασταλτικό παράγοντα για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων των μελών της ΕΕΤΤ, δεδομένων των καίριας σημασίας αρμοδιοτήτων της , και των πολλών δικαστικών αγώνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν λόγω των ασκουμένων αρμοδιοτήτων. 8. Σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 17, του κειμένου του Σ/Ν : «Ο Πρόεδρος, οι αντιπρόεδροι και τα μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ., δεν επιτρέπεται για πέντε (5) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους να παρέχουν υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε εταιρία ή επιχείρηση επί των υποθέσεων εκείνων, τις οποίες οι ίδιοι χειρίστηκαν ή επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στη λήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Ο Πρόεδρος, οι αντιπρόεδροι και τα μέλη της ΕΕΤΤ δεν επιτρέπεται για πέντε (5) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους να αναλαμβάνουν γενικώς την υπεράσπιση υποθέσεων ενώπιον της ΕΕΤΤ ή την προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων κατά αποφάσεων της Ε.Ε.Τ.Τ.». ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Λογικότερη θα ήταν η θέσπιση περιοριστικού ορίου κατ’ αναλογία με τα όσα εφαρμόζονται στις λοιπές ανεξάρτητες αρχές (ενδεικτικώς το αντίστοιχο χρονικό διάστημα για ΕΣΡ, Επιτροπή Ανταγωνισμού ανέρχεται στην 3ετία) . 9. Σύμφωνα με την παράγραφο 9 του Σ/Ν: «Οι δημόσιοι λειτουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύονται από το κράτος ή δικηγόροι με έμμισθη εντολή, εφόσον διορίζονται μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ., μπορούν να απαλλάσσονται με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού από τα άλλα υπηρεσιακά τους καθήκοντα για το χρόνο που συμμετέχουν στην Ε.Ε.Τ.Τ, λαμβάνοντας το σύνολο των αποδοχών και των επιδομάτων της οργανικής τους θέσης, σε βάρος του προϋπολογισμού της Ε.Ε.Τ.Τ. Οι ρυθμίσεις του προηγούμενου εδαφίου δεν ισχύουν για τα μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ. που είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Ο χρόνος αυτός, για όλα τα παραπάνω μέλη, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια, σε καμία δε περίπτωση η συμμετοχή τους δεν μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την υπηρεσιακή τους κατάσταση ή θέση.» ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Οι ρυθμίσεις του α΄ εδαφ. αντιβαίνουν στην πρόβλεψη του Σ/Ν ότι τα μέλη της ΕΕΤΤ δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Η ρύθμιση αυτή επιτρέπει τη δημιουργία μελών της Ολομελείας πολλαπλών ταχυτήτων, αφού κάποια μέλη, αν και μη πλήρους απασχόλησης- θα λαμβάνουν πλήρως τις αποδοχές τους και [μάλλον, αν και δεν διευκρινίζεται] την αποζημίωση λόγω συμμετοχής τους στην Ολομέλεια της ΕΕΤΤ και άλλοι θα αρκούνται στην αποζημίωση αυτή. Αρκεί να απαλλαγούν με ΚΥΑ από τα λοιπά καθήκοντά τους. Επιτρέπει δε τη δημιουργία ειδικής κατηγορίας υπαλλήλων αμειβόμενων μεν, μη εργαζόμενων τους οποίους θα μπορεί να ‘ελέγχει’ ο Υπουργός και τούτο αντιβαίνει στις διατάξεις περί ανεξαρτησίας της ΕΕΤΤ, ως Εθνική Ρυθμιστική Αρχή, όπως έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΔΕΕ) στις περιπτώσεις των εθνικών αρχών των οποίων τα μέλη απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Εν πάση περιπτώσει, καταλείπεται ανοιχτή η θύρα και στην άκρα πολιτικοποίηση του θεσμού και την παραβίαση της αρχής της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των μελών της ΕΕΤΤ.