• Σχόλιο του χρήστη 'ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΟΣΜΟΠΟΥΛΟΣ' | 12 Μαρτίου 2015, 02:14

    Καθώς ο σκοπός όλων (και του νομοθέτη) υποθέτω ότι δεν είναι απλώς η (σωστή κατά τη γνώμη μου)επαναλειτουργία της ΕΡΤ αλλά το να αποκτήσει επιτέλους η χώρα ένα ανεξάρτητο Δημόσιο Ραδιοτηλεοπτικό Φορέα σύμφωνο με τα Ευρωπαϊκά Πρότυπα αποφεύγοντας τις παθογένειες του παρελθόντος, φοβούμαι ότι η διατύπωση της παραγράφου 4 είναι προβληματική: "Το κόστος των έργων και υπηρεσιών που ανατίθενται και παρέχονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά ποσοστό της τάξεως του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ετήσιου προϋπολογισμού των παρεχόμενων από την εταιρεία ραδιοτηλεοπτικών και διαδικτυακών προϊόντων στο πλαίσιο τήρησης ισοσκελισμένων εταιρικών προϋπολογισμών." Αντιλαμβάνομαι ότι η πρόθεσή είναι να δοθεί το μήνυμα ότι δεν θα επαναληφθούν "αμαρτίες" τις παλαιάς ΕΡΤ, εστιάζοντας στις μεικτές παραγωγές (όπου ακούγεται ότι συχνά υπήρξε πρόβλημα) και στις εξωτερικές παραγωγές (όπου πιθανώς υπήρξαν φαινόμενα υπερτιμολογήσεων). Όμως, ενώ είναι σχετικά εύκολο να ελέγξει καποιος που ξέρει την αντίστοιχη αγορά το πραγματικό κόστος το προτεινόμενου/παραγόμενου προγράμματος, είναι σοβαρό ΛΑΘΟΣ και φανερώνει άγνοια για τον μηχανισμό παραγωγής των οπτικοακουστικών έργων στον Ευρωπαϊκό χώρο όπου η έννοια της παραγωγής/συμπαραγωγής (μέσω co-productions, pre-sales κ.α.)"εξωτερικών παραγωγών" από "ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ" [το υπογραμμίζω, διότι η έννοια έχει συγκεκριμένη σημασία στην Ευρωπαική πρακτική] είναι ο συνήθης, κυρίαρχος τρόπος παραγωγής του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού περιεχομένου και ταυτοχρόνως ο σημαντικότερος μόχλός ανάπτυξης της αντίστοιχης οπτικοακουστικής βιομηχανίας! [Αυτή ακριβώς η επιλογή συμβάλλει καθοριστικά στην κατάταξη της Οπτικοακουστικής Βιομηχανίας στην πρώτη δεκάδα της Ε.Ε. από πλευράς ετήσιου κύκου εργασιών. Δεν χρειάζεται να αναφέρω την αντίστοιχη θέση που βρίσκεται η ελληνική οπτικοακουστική "βιομηχανία" λόγω ΚΑΙ του "ξαφνικού θανάτου" της ΕΡΤ...]. Καταρχήν, η Ευρωπαϊκή οδηγία 89/552/Ε0Κ (όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 97/36/ΕΚ κ.λ.π.) επιτάσσει: "Οι τηλεοπτικοί φορείς μεριμνούν ώστε το δέκα τοις εκατό (10% ) τουλάχιστον του υπολογιζόμενου σε ετήσια βάση συνολικού χρόνου των μεταδιδόμενων τηλεοπτικών προγραμμάτων, εξαιρουμένου του χρόνου των ειδήσεων, των αθλητικών εκδηλώσεων, των διαφημίσεων και των μηνυμάτων τηλεπώλησης, να αφιερώνονται σε έργα παραγωγών που είναι ανεξάρτητοι από τηλεοπτικούς φορείς".[Σημειωτέον πως το Ψήφισμα 2012/2132(INI)του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων " προτρέπει τα κράτη μέλη και τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς να υπερβούν το ελάχιστο επίπεδο του 10% που προτείνει η οδηγία"]! Επιπλέον, σύμφωνα με τον Ν.3905/2010. αρθ.8, παρ.1: "Η ΕΡΤ Α.Ε. υποχρούται να διαθέτει κάθε χρόνο το 1,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών της για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων [...]. Στον ετήσιο κύκλο εργασιών της συνυπολογίζεται το ανταποδοτικό τέλος". Μόνο και μόνο από τις δύο προαναφερθείσες αναπόδραστες υποχρεώσεις γίνεται σαφές πως αν η νέα ΕΡΤ του 21ου αιώνα θέλει να εναρμονιστεί και να ανταγωνιστεί ποιοτικά τις Δημόσιες Ευρωπαϊκές πρακτικές, το ποσοστό του "25%" που αναφέρεται στην επίμαχη παράγραφο στέκεται σοβαρό εμπόδιο στην κατεύθυνση αυτή και δείχνει να μην αντιλαμβάνεται τις υποχρεώσεις που προκύπτουν για τον Δημόσιο Ραδιοτηλεοπτικό Φορέα ως προς τον ρόλο του ως κινητήριου μοχλού ανάπτυξης της εγχώριας οπτικοακουστικής παραγωγής. Παράλληλα, δεν πρέπει να επαναληφθεί η λανθασμένη πρακτική της ΝΕΡΙΤ, που βρήκε την ευκαιρία να επιβάλλει (χάρη στο απορρυθμισμένο και σε τεράστια ύφεση εγχώριο οπτικοακουστικό τοπίο) σαφώς ΥΠΟτιμολογημένα κόστη παραγωγής, εντελώς δυσανάλογα με τους στόχους της ποιότικής αναβάθμισης του παρεχόμενου προγράμματος. Είναι άλλο πράγμα η χρηστή διαχείριση του δημόσιου χρήματος (που είναι επιβεβλημένη) και άλλο η λανθασμένη υποτίμηση της σημασίας και του ρόλου των εξωτερικών παραγωγών για την λειτουργία ενός Ευρωπαϊκού Δημόσιου Ραδιοτηλεοπτικού Φορέα. Δείτε το... Δεν θέλω να επεκταθώ λόγω περιορισμένου χρόνου της διαβούλευσης, όμως υπάρχουν πολλαπλάσια επιχειρήματα που ενισχύουν την θέση που σας κατέθεσα. Με εκτίμηση, ΒΚ.