• Σχόλιο του χρήστη 'Σύλλογος Ερευνητικού Προσωπικού Ακαδημίας Αθηνών (ΣΕΠΑΑ)' | 27 Ιανουαρίου 2012, 14:45

    Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται μια οφθαλμοφανής μισθολογική και βαθμολογική ανισότητα των ερευνητών σε σχέση με τις αντίστοιχες βαθμίδες των ΑΕΙ και ΤΕΙ, παρόλο που απαιτούνται τα ίδια τυπικά προσόντα για την πρόσληψη και την εξέλιξή τους. Ειδικότερα: • Στα Α.Ε.Ι. διατηρείται η μονιμότητα στην απασχόληση ενώ η εργασιακή σχέση των ερευνητών μετατρέπεται σε Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου για Α΄ και Β΄ βαθμίδα και σύμβαση ορισμένου χρόνου για τη Γ΄ βαθμίδα. Τονίζουμε εδώ ότι αυτή είναι η μοναδική περίπτωση κατάργησης της μονιμότητας δημοσίων υπαλλήλων σε όλο το φάσμα του δημόσιου τομέα! Παραδόξως δε, αφορά το επιστημονικό προσωπικό της χώρας, το οποίο διαθέτει τα πλέον υψηλά τυπικά προσόντα (μαζί με τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ) δεδομένου ότι οι θέσεις αυτές πληρούνται μετά από ανοικτή προκήρυξη και ειδικώς αιτιολογημένη κρίση από επιστημονική επιτροπή. Οι ίδιοι κανόνες διέπουν την προαγωγική εξέλιξη και αξιολόγηση των ερευνητών. Άλλωστε, από τις αξιολογήσεις που έχουν ήδη διεξαχθεί από ιδιωτικές εταιρείες που όρισε προς τον σκοπό αυτό η Πολιτεία, αποδείχθηκε ο υψηλός βαθμός του παραγόμενου ερευνητικού έργου στην Ελλάδα. Τούτο, και ειδικά για την Ακαδημία Αθηνών, προκύπτει απόλυτα τεκμηριωμένα από την εμπεριστατωμένη και ιδιαίτερα αναλυτική τεχνική έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης με τίτλο «Ελληνικές επιστημονικές δημοσιεύσεις 1993-2008» όπου, με βάση τα στοιχεία των βάσεων δεδομένων η Ακαδημία Αθηνών αναφέρεται στην υψηλότερη θέση επιστημονικών δημοσιεύσεων. Τα στοιχεία αυτά, όπως είναι προφανές, ουδόλως δικαιολογούν τις προτεινόμενες νομοθετικές παρεμβάσεις που υποβαθμίζουν το υπηρεσιακό καθεστώς των ερευνητών, απαξιώνουν το έργο τους ενώ ταυτόχρονα υποσκάπτουν το ήδη χαμηλό ηθικό του ερευνητικού κόσμου. Ειδικότερες παρατηρήσεις σχετικά με τις ρυθμίσεις του Κεφ. 8 • Οι ερευνητές εξαιρούνται από το ειδικό μισθολόγιο σε αντίθεση με τους διδάσκοντες σε Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι.. Πλήρως αναιτιολόγητη παραμένει η εξάλειψη της διατάξεως της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του κειμένου του νομοσχεδίου (εκδοχή της 25.10.2011) η οποία όριζε ρητώς ότι «Οι αμοιβές των βαθμίδων Α,Β και Γ των ερευνητών εξομοιώνονται με αυτές των μελών ΔΕΠ πλην του διδακτικού επιδόματος» και η αντικατάστασή της από τη διάταξη του άρθρου 36 παρ. 1 (εκδοχή της 20.11.2011) σύμφωνα με την οποία «το ανώτατο όριο των αμοιβών του προσωπικού των ερευνητικών κέντρων κάθε φορά από σχετικό νόμο • Η διάρκεια της θητείας στη Γ΄ βαθμίδα επιμηκύνεται αδίκως σε 6 χρόνια σε σχέση με τον προηγούμενο νόμο 1514/1985. Θα πρέπει να υπάρξει μια μεταβατική διάταξη για τους συναδέλφους Γ΄ και Δ΄ βαθμίδας που έχουν ήδη υπηρετήσει 3 χρόνια στην (υπό κατάργηση) Δ΄ βαθμίδα, ώστε τα χρόνια συνολικής υπηρεσίας τους να μην γίνουν 9. · Τα τυπικά προσόντα για την πρόσληψη και εξέλιξη σε κάθε βαθμίδα θα πρέπει να ορίζονται ρητά από τον νόμο και όχι από τον εσωτερικό κανονισμό του κάθε ΕΚ και σε πλήρη αντιστοιχία με τα προσόντα που προβλέπονται από τον Ν. 4009/2011 για τις αντίστοιχες βαθμίδες των ΑΕΙ. • Οι ερευνητικές άδειες καταργούνται, σε αντίθεση με τα Α.Ε.Ι. Θα πρέπει ο νόμος να εμπεριέχει σαφή πρόβλεψη καθεστώτος επιστημονικών αδειών για τους Ερευνητές (τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό) με την προσθήκη άρθρου αντίστοιχου προς το άρθρο 27 του νόμου 4009/2011 για τα μέλη ΔΕΠ. Σύμφωνα με τα παραπάνω και παρά την εξαγγελλόμενη ισοτιμία μεταξύ ερευνητών και Δ.Ε.Π. και την ενοποίηση του ερευνητικού και πανεπιστημιακού χώρου, δημιουργείται εν τη πράξει ένας επιστημονικός κόσμος δύο ταχυτήτων. Παράλληλα η καταστρατήγηση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας (άρθρο 5) καταργεί τον δημόσιο χαρακτήρα της έρευνας και οδηγεί τα ερευνητικά κέντρα σε μαρασμό και παρακμή, γεγονός που θα επιταχύνει την επίσημη διάλυσή τους. Ο νόμος θα πρέπει να εξασφαλίζει την ουσιαστική ισότητα (ακαδημαϊκής, βαθμολογικής και μισθολογικής) μεταξύ των ερευνητών και μελών Δ.Ε.Π. με την κατ’ αναλογία των άρθρων 17 & 18 του Ν. 4009/2011 για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μεταβατική διάταξη Όπως επισημαίνεται και στις θέσεις της Συνόδου των Προέδρων των ερευνητικών κέντρων της 13/1/2012 επί των κειμένων της διαβούλευσης «σημαντικό πρόβλημα αποτελεί η παραπομπή των πάντοτε σημαντικών και συχνά επίμαχων μεταβατικών διατάξεων σε μελλοντική διαβούλευση, για την οποία δεν είναι καθόλου σαφές εάν υπάρχει χρονικό περιθώριο». Επιπροσθέτως, η έλλειψη μεταβατικών διατάξεων για το υπηρεσιακό καθεστώς των υπηρετούντων ερευνητών εγείρει ζητήματα αντισυνταγματικότητας των ρυθμίσεων εκείνων με τις οποίες προβλέπεται καθεστώς συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου για το ερευνητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων που λειτουργούν υπό μορφή ΝΠΔΔ, ιδίως όσον αφορά τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα των υπηρετούντων ερευνητών Α’ και Β’ Βαθμίδας που είναι σήμερα μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1514/85 (καθεστώς που δεν άλλαξε ούτε ο εν αναστολή τελών Ν. 3653/2008. Ας σημειωθεί δε ότι το σχέδιο νόμου (στην εκδοχή της 20/11/2011, μεταβατικές διατάξεις παρ. 12) προβλέπει μεταβατική διάταξη για το διοικητικό, τεχνικό και βοηθητικό προσωπικό των ερευνητικών φορέων που κατέχει οργανικές θέσεις κατά τη δημοσίευση του νόμου καθώς ορίζει την διατήρηση του μισθολογικού, ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού καθεστώτος του προσωπικού αυτού. Αντιθέτως ο νομοθέτης δεν λαμβάνει καμία ανάλογη πρόνοια για το ερευνητικό προσωπικό που κατέχει οργανικές θέσεις στους ερευνητικούς φορείς κατά τη δημοσίευση του νόμου, ως θα όφειλε (στην παράγραφο 6 των μεταβατικών διατάξεων). Για την κάλυψη λοιπόν του παραπάνω κενού προτείνεται η ακόλουθη μεταβατική διάταξη για τους υπηρετούντες ερευνητές σε ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα που λειτουργούν υπό μορφή ΝΠΔΔ. Όλοι οι υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του νόμου ερευνητές κάθε βαθμίδας σε ερευνητικά κέντρα, ιδρύματα και ινστιτούτα που εποπτεύονται από την Γ.Γ.Ε.Τ., το ΥΠΔΒΜ ή άλλα υπουργεία, συνεχίζουν να διέπονται τόσο ως προς την υπηρεσιακή τους εξέλιξη όσο και ως προς την μισθολογική τους κατάσταση από το καθεστώς που προβλέπεται από τις διατάξεις του νόμου 1514/1985 όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 παράγραφος 12 του Ν. 2919/2001.