• ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΣΤΕΡΟΣΚΟΠΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΣΕΕΑΑ) ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ (Αφορά στο σύνολο του νομοσχεδίου) Η ερευνητική κοινότητα έχει καταθέσει συγκροτημένες προτάσεις για την αναβάθμιση της Ε&Τ στη χώρα μας και έχει συμμετάσχει, όποτε κλήθηκε, με διάθεση συνεργασίας σε κάθε προσπάθεια με απώτερο σκοπό τη δημιουργία ενός σύγχρονου νομοθετικού πλαισίου, που θα αποσκοπεί σε μία ευρεία μεταρρύθμιση στο χώρο της έρευνας. Δυστυχώς το κείμενο που δόθηκε από το ΥΠΔΒΜ για διαβούλευση, κατά κοινή ομολογία, δεν αποτελεί κείμενο νομοσχεδίου (εξάλλου, στην πρόσφατη Σύνοδο των προέδρων, ο ΓΓΕΤ ανέφερε ότι οι μεταβατικές διατάξεις γράφονται τώρα). Το εμφανιζόμενο ως σχέδιο νόμου συνίσταται από συρραφή εισηγήσεων, γενικόλογων και αόριστων ρυθμίσεων με πολλά κενά, ενώ πολλές σημαντικές ρυθμίσεις αφήνονται σε εσωτερικούς κανονισμούς, οι οποίοι θα αλλάζουν με απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων (ΔΣ). Στο κείμενο προτείνονται αυταρχικές ρυθμίσεις, που καταργούν δημοκρατικές και συμμετοχικές διατάξεις του ισχύοντος νόμου, ενώ απουσιάζει από αυτό ένα ολοκληρωμένο όραμα χάραξης εθνικής πολιτικής για την Έρευνα. Συγκεκριμένα: 1. Ο ρόλος του ερευνητή υποβαθμίζεται σημαντικά, και ενώ η παραδοχή, από πλευράς του νομοσχεδίου, συνωστισμού στις ανώτερες βαθμίδες υποδηλοί έλλειψη αξιοκρατίας, αυτή δεν αντιμετωπίζεται μέσα από τις προτεινόμενες αλλαγές. Αναλυτικότερα: • Δεν περιγράφεται με σαφήνεια ο θεσμός του ερευνητή, γεγονός ανακόλουθο προς την αντίστοιχη αναλυτική περιγραφή των μελών ΔΕΠ που περιλαμβάνει ο νόμος για τα ΑΕΙ. • Δεν περιγράφονται τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα των βαθμίδων. • Δεν προβλέπεται μισθολογική εξίσωση με τα μέλη ΔΕΠ. • Δεν προβλέπεται συμμετοχή των ερευνητών στην εκλογή διοίκησης των Ερευνητικών Ινστιτούτων και των Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ). • Δεν είναι σαφής η ενεργή συμμετοχή των ερευνητών στα ΔΣ των ΕΚ. • Καταργούνται τα Επιστημονικά Γνωμοδοτικά Συμβούλια τα (ΕΓΣ) των Ινστιτούτων αντί της μόνιμης απαίτησης της ερευνητικής κοινότητας να μετατραπούν αυτά σε αποφασιστικά όργανα. • Δεν υπάρχει αναφορά στις ερευνητικές άδειες (Sabbaticals). • Η προτεινόμενη διάταξη για πρόσληψη των ερευνητών με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου έρχεται σε άμεση αντίθεση με την απαίτηση για διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του ερευνητικού συστήματος. Εν κατακλείδι, δημιουργείται ένα κλίμα πλήρους εργασιακής αβεβαιότητας για τους ερευνητές, που αφενός προσβάλει το θεσμό του ερευνητή, αφετέρου καθιστά προβληματική την παραγωγή νέας γνώσης. 2. Οι προτεινόμενες γενικές αλλαγές που αφορούν στη διοίκηση των ΕΚ, πέραν της αμφίβολης συμμετοχής των ερευνητών, περιορίζουν την αυτονομία των ΕΚ μέσω μίας κάθετης δύσκαμπτης και συγκεντρωτικής διοίκησης που θα αποτελείται και από διορισμένα πρόσωπα χωρίς εξασφάλιση του επιστημονικού τους κύρους. Τέλος, υπάρχει αντίφαση μεταξύ των προτεινόμενων συγχωνεύσεων/συρρικνώσεων ερευνητικών ινστιτούτων για εξοικονόμηση πόρων και ευελιξία, και της δημιουργίας πολλαπλών αλληλεπικαλυπτόμενων διυπουργικών επιτροπών και συμβουλίων. 3. Δεν υπάρχει καμία δέσμευση ότι η μισθοδοσία του προσωπικού θα καλύπτεται από την Πολιτεία. Υπάρχει επίσης η πρόβλεψη ότι όλοι οι πόροι των ΕΚ/Ινστιτούτων υπόκεινται σε ενιαία οικονομική διαχείριση, οι δε αποφάσεις που αφορούν στη διαχείριση των πόρων λαμβάνονται από το ΔΣ, χωρίς να διευκρινίζεται ο ρόλος και οι υποχρεώσεις των επιστημονικών υπευθύνων των χρηματοδοτούμενων έργων. 4. Δεν διασφαλίζεται η βασική υποχρέωση του κράτους να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για τη βασική έρευνα. Σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες, και φυσικά σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει αναγνωριστεί πως η βασική έρευνα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ερευνητικού ιστού και ως εκ τούτου χρηματοδοτείται από το κράτος. 5. Ενώ αποσύρθηκε η διάταξη που αφορούσε στη μετατροπή των Ε.Κ. από ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ, διαφαίνεται από άλλες διατάξεις ότι η μετατροπή αυτή αποτελεί στόχο του Υπουργείου. Ως θετικό σημείο του νομοσχεδίου φαίνεται η θεσμοθέτηση της δυνατότητας μετακίνησης ερευνητών προς τα ΑΕΙ και αντιστρόφως μελών ΔΕΠ προς τα ΕΚ (κινητικότητα ερευνητών). Συμπερασματικά ο ΣΕΕΑΑ διαφωνεί επί της αρχής και στο σύνολό του με το κείμενο που κατατέθηκε για διαβούλευση και ζητά από την ηγεσία του ΥΠΔΒΜ, αφού λάβει υπ’ όψιν της τις προτάσεις της ερευνητικής κοινότητας καθώς και την ερευνητική πολιτική που εφαρμόζεται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να καταθέσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο νόμου που θα περιέχει και τις μεταβατικές διατάξεις ώστε να διεξαχθεί ένας γόνιμος και εποικοδομητικός διάλογος.