• Σχόλιο του χρήστη 'Δημήτρης Σωτηρόπουλος' | 15 Οκτωβρίου 2016, 12:21

    Με βάση το αυτοδιοίκητο, τα μόνα αρμόδια όργανα για την λήψη αποφάσεων για τα ΠΜΣ είναι η Σύγκλητος Ειδικής Σύνθεσης και η Γενική Συνέλευση Ειδικής Σύνθεσης ή στη Συνέλευση του ΤΕΙ και η Γενική Συνέλευση των αντίστοιχων Τμημάτων. Δεν υπάρχει δε βάσιμος λόγος να απαιτείται εκεί αυξημένη πλειοψηφία των 2/3 για να ιδρυθεί ένα μεταπτυχιακό. Γιατί να μην απαιτείται η απλή πλειοψηφία όπως σε όλα τα υπόλοιπα θέματα; Γιατί εδώ να υπάρχει διαφοροποίηση; Καταλύοντας την αυτοτέλεια των ΑΕΙ, δίνει στον Υπουργό Παιδείας το δικαίωμα αναπομπής της σχετικής απόφασης της Συνέλευσης για την ίδρυση ενός μεταπτυχιακού μέσα σε 60 μέρες, χωρίς όμως να αναφέρει με ποια κριτήρια θα ενεργεί ο Υπουργός. Στον εκάστοτε Υπουργό και το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να αποστέλλονται ακόμη και οι προϋπολογισμοί των μεταπτυχιακών. Τι ακριβώς θα ελέγχει ο υπουργός, και πως θα γνωρίζει τις επιμέρους ανάγκες και τη στρατηγική των Ιδρυμάτων δεν γίνεται σαφές. Πουθενά δεν γίνεται αναφορά στην αξιολόγηση των ΠΜΣ μέσω των οργάνων που είναι ήδη θεσμοθετημένα, δηλαδή την Ομάδα Εσωτερικής Αξιολόγησης (ΟΜΕΑ) του κάθε Τμήματος και τη Μονάδα Διασφάλισης της Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ) του κάθε ΑΕΙ. Μεταξύ των θεσμοθετούμενων γραφειοκρατικών διαδικασιών είναι και ο Σύμβουλος Σπουδών για κάθε μεταπτυχιακό φοιτητή που απλά θα περιπλέκει αναιτίως το έργο των διδασκόντων, του Διευθυντή Σπουδών του ΠΜΣ και του επιβλέποντος της Μεταπτυχιακής Εργασίας. Επιπλέον, σε Τμήματα με μικρό αριθμό καθηγητών, οι ίδιοι άνθρωποι θα καλούνται να αναλάβουν πολλαπλούς ρόλους. Ορίζει ότι «ποσοστό τουλάχιστον 75% των διδασκόντων πρέπει να προέρχεται από το Τμήμα», περιορίζοντας τις ευκαιρίες να συμμετέχουν στα ΠΜΣ διδάσκοντες προερχόμενοι από άλλα Τμήματα, από Ερευνητικά Κέντρα ή και από τον ιδιωτικό τομέα, που είναι και το ζητούμενο σε ένα ΠΜΣ Επιβάλλει ότι για να διδάσκει ένα μέλος ΕΠ σε μεταπτυχιακό επ' αμοιβή, θα πρέπει υποχρεωτικά να διδάσκει σε ένα άλλο χωρίς αμοιβή. Εντός του προβλεπομένου ωραρίου του άραγε ή εκτός, δεν διευκρινίζεται. Αφαιρεί από το Συμβούλιο του ΑΕΙ αυτό που ίσχυε ως τώρα με τον νόμο 4009/2011 (Άρθρο 8, παρα.10), δλδ να αποφασίζει εκείνο για το ύψος των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, διασφαλίζοντας έτσι ότι αυτό θα είναι αρμοδιότητα ενός εξωτερικού οργάνου που θα μπορεί άρα να θέσει όρια και κυρίως να ελέγξει την αιτιολόγηση των διδάκτρων (ενώ είναι και το μόνο όργανο που μπορει να ξέρει με επάρκεια τι ακριβώς ανάγκες έχει ένα μεταπτυχιακό του ιδρύματος). Επίσης θέτει πολύ χαμηλά το ύψος των διδάκτρων, κι αυτό ανεξαρτήτως το είδος του μεταπτυχιακού, αν είναι επαγγελματικό (άρα οι φοιτητές του είναι κυρίως εργαζόμενοι που θέλουν τον τίτλο για την εξέλιξή τους) ή ερευνητικό. Όπως και ανεξαρτήτως τι αντικείμενο έχει αυτό, τι εξοπλισμό απαιτεί, τι ανάγκες υλικές και άλλες. Περιορίζει συνεπώς τα δίδακτρα στο «τριπλάσιο του εκάστοτε νομοθετικά οριζόμενου κατώτατου ακαθάριστου μηνιαίου μισθού», δηλαδή στα 1650€. Εκείνο που ξέρουμε από την εμπειρία ετών λειτουργίας είναι ότι το ύψος των διδάκτρων θα πρέπει να είναι τουλάχιστον στις 3.500 χιλιάδες ευρώ, που είναι το μινιμουμ για μια αξιοπρεπή λειτουργία. Αλλωστε περίπου σ' αυτό το ποσό είναι καθορισμένα τα δίδακτρα και στην πλειοψηφία των ισχύοντων μεταπτυχιακών, και όχι τυχαία βέβαια. Αντιμετωπίζει όλους τους μεταπτυχιακούς φοιτητές, έχοντες και μη έχοντες, με τον ίδιο τρόπο, ακόμα και όταν τα δίδακτρά τους καλύπτονται από τους εργοδότες τους ή αν έχουν σαφώς αποδεδειγμένα την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν. Αντί του εξισωτισμού, θα έπρεπε να εισαχθεί ένα ποσοστό υποτροφιών σε κάθε ΜΠΣ με «τέλη εγγραφής», που θα παρέχονται με συνδυασμό κριτηρίων αριστείας και οικονομικής αδυναμίας. Να σημειωθεί εδώ ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές δεν είναι μαζικές σπουδές όπως οι προπτυχιακές. Αφορούν ατομικά σχέδια ζωής. Ο φοιτητής που φοιτά σε ένα μεταπτυχιακό μπορεί να είναι ένας δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος που επενδύει τον κόπο, τον χρόνο και το χρήμα του ώστε να εξελιχθεί υπηρεσιακά, να βελτιώσει μισθολογικά την θέση του κλπ. Δεν είναι υποχρεωμένο το κράτος και οι υπόλοιποι φορολογούμενοι να επιβαρυνθούν με τα έξοδα αυτά που αφορούν τις -απόλυτα θεμιτές- ατομικές βλέψεις και επιδιώξεις του καθενός. Το επιχείρημα ότι σε άλλες χώρες δεν υπάρχουν δίδακτρα στα μεταπτυχιακά είναι άτοπο. Σε καμιά χώρα δεν έχουν περικοπεί οι προϋπολογισμοί των ΑΕΙ κατά περίπου 75% συνολικά τα τελευταία 6 χρόνια της κρίσης όπως στην Ελλάδα. Είναι γνωστό ότι τμήμα των διδάκτρων των ΜΠΣ καλύπτουν πληθώρα, λειτουργικών, εκπαιδευτικών και ερευνητικών αναγκών των ΑΕΙ, δίνοντας ενέσεις επιβίωσης και επένδυσης στο έργο των ιδρυμάτων. Ως προς τις αμοιβές των διδασκόντων προστίθεται άλλο ένα «πλαφόν» αποδοχών, επιπλέον των ήδη υπαρχόντων. Με δεδομένα τα σημερινά επίπεδα αποδοχών των καθηγητών, πρόκειται σαφώς για νέα περικοπή εισοδημάτων. Αν πρέπει να μείνει το πλαφόν αυτό, θα έπρεπε να οριστεί τουλάχιστον στο 40% των ακαθάριστων αποδοχών. Είναι δε παράδοξο ότι ενώ δεν θα διανοούνταν ποτέ κανένας νομοθέτης να θέσει περιορισμούς σε όσα μέλη ΕΠ ασκούν ελευθέριο επάγγελμα (δικηγόροι, γιατροί, μηχανισκοί), τα οποία αφιερώνουν εκεί πολλές ώρες μάλιστα, κερδίζοντας εισοδήματα για δικό τους λογαρισμό και μόνο (απολύτως θεμιτό, κατά τ' άλλα), επιδιώκει να βάλει τέτοιους περιορισμούς στα μεταπτυχιακά που δίνουν προστιθέμενη αξία στα ΑΕΙ, που αποτελούν εντέλει μια επένδυση των διδασκόντων εντός των ιδρυμάτων τους, και όχι εκτός αυτών. Και που βέβαια έχουν την αυτονόητη απαίτηση να αμείβονται γι' αυτή την δουλειά από την οποία βγαίνουν κερδισμένοι όλοι, τα ίδια τα ιδρύματα και η κοινωνία. Δεν προβλέπεται επίσης επίδομα θέσης για τους Διευθυντές των μεταπτυχιακών, όπως για όλες τις άλλες θέσεις ευθύνης (πρόεδροι Τμήματος, Κοσμήτορες κλπ).