• Σχόλιο του χρήστη 'Κατερίνα Ρεμούνδου' | 24 Φεβρουαρίου 2011, 22:59

    Οι διαπιστώσεις που ακολουθούν βασίζονται σε εμπειρίες από την απόσπασή μου στο Παρίσι. Σύμφωνα με αυτές, οι σημερινές δομές παροχής ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο Παρίσι είναι αναποτελεσματικές γιατί: α) εξυπηρετούν πελατειακές σχέσεις και όχι τα συμφέροντα των σχολείων και των μαθητών και των μαθητριών που φοιτούν σε αυτά. β) κοστίζουν πολύ περισσότερο από ό, τι θα έπρεπε λόγω ακριβώς της εξυπηρετήσεως των πελατειακών σχέσεων. Για παράδειγμα: κατασκευή «εικονικών σχολείων», με τάξεις εξαιρετικά ανομοιογενείς, στις οποίες λίγα ‘ ελληνικούλια’ (έκφραση συναδέλφου εκπαιδευτικού από τις ‘μόνιμες΄) ή κάποιο ‘πιστοποιητικούλι’ ελληνομάθειας (έκφραση συναδέλφου εκπαιδευτικού, τοποθετημένης σε Γραφείο Εκπαίδευσης) θεωρείται επαρκές αποτέλεσμα, όταν μάλιστα έτσι διασφαλίζεται το ατομικό συμφέρον (δηλαδή ένα εξαιρετικό βόλεμα). γ) η παιδαγωγική καταλληλότητα έχει προφανέστατη σχέση με την εκπαιδευτική καταλληλότητα. Συναρτάται, δηλαδή, άμεσα με την επιλογή των εκπαιδευτικών που καλούνται να διδάξουν σε αυτά τα σχολεία και την διασφαλισμένη επάρκειά τους. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους Συντονιστές και τις Συντονίστριες. Σε σχέση με τους τελευταίους/ες, η διαπίστωσή μου ήταν ότι κύρια, σχεδόν μοναδική, απασχόλησή τους ήταν η εξυπηρέτηση των ‘ημετέρων’ και ουδόλως η μέριμνα για τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης ή την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών για να επιτελέσουν καλύτερα το έργο τους. Για παράδειγμα, κάποιες προτάσεις της υπογράφουσας, που θεωρήθηκαν από τους ίδιους/ες ενδιαφέρουσες, έπεσαν τελικά στο κενό, λόγω της ‘κατεστημένης τάξης’ των πραγμάτων. δ) Οι νέοι ελληνικής καταγωγής, είναι παιδιά που παρά πολύ συχνά φοιτούν στα καλύτερα δημόσια ή ιδιωτικά σχολεία του Παρισιού και είναι πλήρως ενταγμένα στη γαλλική κοινωνία. Το ίδιο, ακριβώς, ισχύει και για τους γονείς τους. Είναι και αυτοί ενταγμένοι στη γαλλική κοινωνία και είναι πασιφανές ότι θέλουν να εξασφαλίσουν, όπως συνήθως οι Έλληνες γονείς, την καλύτερη δυνατή παιδεία για τα παιδιά τους. Ωστόσο, γονείς και παιδιά – μάλιστα αυτά ίσως και περισσότερο - διατηρούν πολύ στενούς δεσμούς και με την Ελλάδα, την οποία επισκέπτονται τακτικότατα. Είναι παιδιά με ευρείς ορίζοντες και πιστεύω ότι η ‘πόρτα προς την Ελλάδα’ τα ενδιαφέρει να παραμένει ‘ανοιχτή’ για πάντα και για κάθε περίπτωση. (όλο και πιο συχνά ακούω για μαθητές και μαθήτριές μου που πήγαν στην Ελλάδα για κάποια ‘εξάσκηση’, στο πλαίσιο των ανταλλαγών στη διάρκεια των σπουδών τους ή ακόμα και για επιβλέψουν την αξιοποίηση της περιουσίας τους). Το ελληνικό σχολείο οφείλει να διευκολύνει αυτή την κινητικότητα, την αίσθηση ότι είμαστε πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και του κόσμου. Ότι η γνώση μιας γλώσσας, όπως η ελληνική, μπορεί και να αποτελέσει πλεονέκτημα απρόσμενο, ακριβώς σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Κατερίνα Ρεμούνδου - Φιλόλογος