• Σχόλιο του χρήστη 'Κατερίνα Ρεμούνδου' | 24 Φεβρουαρίου 2011, 23:33

    Η επιχειρηματολογία υπέρ των ‘μονίμων’ εκπαιδευτικών έναντι των εκπαιδευτικών της ‘περαντζάδας!! (δηλαδή των αποσπασμένων από την Ελλάδα για πενταετία) είναι γνωστή και έχει αντικρουστεί από την υπογράφουσα, η οποία απλώς διεπίστωσε με μεγάλη θλίψη, για άλλη μία φορά, στην αρχή του τρέχοντος σχολικού έτους, ότι η υπεράσπιση των ατομικών συμφερόντων των ‘μονίμων’ ετέθη υπεράνω και αυτής ακόμα της επιβιώσεως των δύο ‘πραγματικών’ σχολείων. Μονιμότητα για τους εκπαιδευτικούς υπάρχει, όντως, στην Ελλάδα. Η τεράστια διαφορά, ωστόσο, είναι ότι εκεί αφενός ο μαθητής ή η μαθήτρια έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τμήμα ή και σχολείο, αν δεν μένει ικανοποιημένος/η από την παρεχόμενη εκπαίδευση και αφετέρου εναλλάσσονται πολλοί καθηγητές και καθηγήτριες, οπότε προκύπτει ένα ισοζύγιο επαρκούς και ανεπαρκούς καθηγητή ή καθηγήτριας. Στο Παρίσι δεν υπάρχουν τέτοιες δυνατότητες. Γι‘ αυτό και απλώς ο μαθητής ή η μαθήτρια εγκαταλείπει το ελληνικό σχολείο. Η απόσπαση για ιατρικούς λόγους έχει, αν δεν απατώμαι, καταργηθεί. Και ορθότατα. Και όμως και απόσπαση για τέτοιους λόγους έγινε και γενικότερα οι λόγοι υγείας πλαστοί ή πραγματικοί προβάλλονται πολύ συχνά για τη χορήγηση άδειας και μάλιστα πολλών ημερών, μηνών ή ακόμα και σε περίοδο εξετάσεων. Αν κάποιος διερευνήσει το θέμα των αδειών, θα διαπιστώσει πόσο εκτεταμένο είναι το φαινόμενο και τις επιπτώσεις που έχει στη λειτουργία των σχολείων. Οπωσδήποτε, βέβαιο γεγονός είναι ότι ιατρική περίθαλψη υπάρχει και στην Ελλάδα και στο μέλλον τέτοια φαινόμενα δεν θα πρέπει να γίνονται ανεκτά. Η συζήτηση περί διδασκαλίας της νέας ελληνικής γλώσσας ως ξένης! ή δεύτερης γλώσσας, δεν μπορεί να έχει σχέση με το Παρίσι. Η μεγίστη πλειονότητα των μαθητριών και μαθητών μου στα σχολεία που διδάσκω είναι ΔΙΓΛΩΣΣΑ. Αυτό σημαίνει ότι μιλούν τα ελληνικά από πολύ καλά έως άριστα. Το ελληνικό σχολείο, επομένως, αυτό που πρέπει να έχει ως σκοπό του είναι η απόκτηση μιας ανάλογης ευχέρειας και στο γραπτό λόγο. Γι’ αυτό, άλλωστε, είναι απαραίτητο να υπάρχουν εκπαιδευτικοί στόχοι συγκεκριμένοι, που να αποτελούν και κίνητρο για τους μαθητές και τις μαθήτριες, όπως είναι η απόκτηση του Πιστοποιητικού της Ελληνομάθειας και η επιλογή των Νέων Ελληνικών για τις εξετάσεις του BAC. Ωστόσο, πέρα και από όσα, μόλις παραπάνω, έχουν λεχθεί περί εκπαιδευτικών στόχων (γιατί αυτοί μπορούν να επιτευχθούν και αλλού, για παράδειγμα με κατ’ οίκον διδασκαλία ή σε ιδιωτικά Ινστιτούτα ) ο ρόλος του ελληνικού σχολείου, ο πιο σημαντικός, κατά την άποψή μου, είναι να συνειδητοποιήσουν και να αποδεχτούν τα παιδιά την, εκ των πραγμάτων, διπλή τους ταυτότητα, την γαλλική και την ελληνική, όχι ως μειονέκτημα και ατύχημα, αλλά ως πλεονέκτημα και ευτύχημα. Και αυτό, πιστεύω, ότι μόνον εκπαιδευτικοί που ‘ξεχειλίζουν από Ελλάδα’ (όπως έγραψε, πολύ εύστοχα, κάποιος στη διαβούλευση) μπορούν αν το πετύχουν. Επομένως, η πρότασή μου για την επιλογή των κατάλληλων εκπαιδευτικών για να διδάξουν στα σχολεία του Παρισιού είναι η εξής: Οι εκπαιδευτικοί να αποσπώνται από την Ελλάδα, μέσω ειδικού ΑΣΕΠ (δυστυχώς στην Ελλάδα δεν μπορεί να εφαρμοστεί η προφορική συνέντευξη, που κρίνει καλύτερα την διδακτική και παιδαγωγική επάρκεια και όχι μόνον τα τυπικά προσόντα), προσαρμοσμένου στα ειδικές ανάγκες της χώρας για μια πενταετία (που δεν παραβιάζεται) και να ανακαλούνται, εφόσον δεν επιτελούν το καθήκον τους γιατί έτσι ωφελούνται τα ελληνικά σχολεία στο Παρίσι, από την παρουσία εκπαιδευτικών που έρχονται από την Ελλάδα και μεταφέρουν βιώματα και εμπειρίες, καθώς και μια άμεση αίσθηση του τόπου τους, που μόλις άφησαν πίσω τους γιατί έτσι ωφελούνται τα ελληνικά σχολεία στην Ελλάδα, όταν, μετά τη λήξη της πενταετούς απόσπασης τους, οι εκπαιδευτικοί επιστρέφουν από το εξωτερικό και μεταφέρουν βιώματα και εμπειρίες και την αίσθηση από τη χώρα που μόλις άφησαν πίσω τους γιατί τέλος ωφελούνται οι ίδιοι οι Έλληνες εκπαιδευτικοί, που τους δίνεται, σε πολλές περιπτώσεις, η δυνατότητα για μεταπτυχιακές σπουδές ή τουλάχιστον η ευκαιρία να διευρύνουν τους ορίζοντες τους από την επαφή με έναν άλλο τόπο, τους ανθρώπους του και τον πολιτισμό του. Η αμοιβή τους θα πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να τους επιτρέπει, όχι απλώς μία αξιοπρεπή διαβίωση, αλλά και τη δυνατότητα να συμμετέχουν στην τοπική πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση, ειδικά αν πρόκειται για το Παρίσι, αλλά και αλλού. Αυτή δε η δυνατότητα να είναι έναυσμα για δημοσιεύσεις (παρουσίαση- κριτική) στο Δελτίο της Ελληνικής Κοινότητας στο Παρίσι, στο περιοδικό της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλόλογων (ΠΕΦ), τη ‘Φιλολογική’, (ή σε αντίστοιχο περιοδικό της Πρωτοβάθμιας, αν υπάρχει). Τέλος, οι εργασίες αυτές θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος της θετικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Κατερίνα Ρεμούνδου - Φιλόλογος .