• Σχόλιο του χρήστη 'Οικολόγοι Πράσινοι' | 19 Αυγούστου 2011, 15:20

    Σχόλια των Οικολόγων Πράσινων στο σχεδίου νόμου για τη «Διεύρυνση της άμεσης και συμμετοχικής Δημοκρατίας με τη διενέργεια δημοψηφίσματος». Στις 28 Ιουλίου ( και μέχρι 21 Αυγούστου) το υπουργείο εσωτερικών έβαλε σε δημόσια διαβούλευση σχέδιο Νόμου για την «Διεύρυνση της άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας με τη διενέργεια δημοψηφίσματος». Οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε ότι η εκλογική ετυμηγορία δεν είναι λευκή επιταγή γι’ αυτούς που θα σχηματίσουν κυβέρνηση. Οι πολίτες δικαιούνται να έχουν λόγο σε όλη τη διάρκεια της τετραετίας για τις πολιτικές που υιοθετούνται κι αυτό μπορεί να εκφραστεί μέσω δημοψηφίσματος. Δυστυχώς, από την ανάγνωση του σχεδίου νόμου διαπιστώνουμε ότι η πρωτοβουλία δείχνει να έχει κυρίως επικοινωνιακά χαρακτηριστικά. Ο συμβουλευτικός και όχι δεσμευτικός χαρακτήρας του δημοψηφίσματος, που φαίνεται να προκρίνεται, παρωδεί κάθε έννοια λαϊκής κυριαρχίας. Υπενθυμίζουμε, πάντως, ότι, σύμφωνα με το Σύνταγμα, κάθε δημοψήφισμα προκηρύσσεται με νόμο, δηλαδή απόφαση της Βουλής που ορίζει και τους όρους διεξαγωγής του, οπότε ο γενικός νόμος περί δημοψηφισμάτων δεν είναι απαραίτητος. Ο λόγος, για τον οποίο «η προσφυγή σε δημοψήφισμα συναντά σοβαρά εμπόδια», είναι το έλλειμμα δημοκρατίας του πολιτικού συστήματος και η μέχρι σήμερα απροθυμία κυβέρνησης και κοινοβουλίου να ενεργοποιήσουν το θεσμό. Αν, πάντως, η κυβέρνηση θεωρεί, όπως διατείνεται, τα δημοψηφίσματα ως τρόπο «διεύρυνσης της άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας», μπορεί να δεσμευθεί να υποβάλει στη Βουλή κάθε πρόταση δημοψηφίσματος που θα συγκεντρώνει υπογραφές προκαθορισμένου ποσοστού των εκλογέων. Φοβόμαστε ότι η κυβέρνηση δυστυχώς και με αυτό το νόμο ακολουθεί την παράδοση που έχει να απαξιώνει και τα πιο σημαντικά. Στις σελίδες που ακολουθούν επιχειρούμε έναν σχολιασμό του εν λόγω νομοσχεδίου κατ' άρθρο: Άρθρο 1 Στο πρώτο άρθρο του νομοσχεδίου, γίνεται αναφορά στο άρθρο 44 παράγραφος 2 του Συντάγματος, με το οποίο κατοχυρώνεται η διαδικασία προσφυγής σε δημοψήφισμα. Σύμφωνα με την ερμηνεία που κάνει η κυβέρνηση, δημοψήφισμα μπορεί να ζητηθεί μόνο απ' τους Υπουργούς και τους Βουλευτές όχι όμως κι απ' τον ελληνικό λαό. Η ερμηνεία αυτή βρίσκεται σε αντίθεση με το άρθρο 1 του Ελληνικού Συντάγματος που αναφέρεται στη λαϊκή κυριαρχία ως θεμέλιο του πολιτεύματός μας, δηλώνοντας ρητά ότι : “όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα” . Συνεπώς ο λαός , ως πηγή κάθε εξουσίας αποτελεί το κυρίαρχο αποφασιστικό όργανο της πολιτείας και η έκδοση ενός νόμου για την διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, όπως εν προκειμένω, μόνο ως εργαλείο θεσμοθέτησης της διαδικασίας διεξαγωγής τους με πρωτοβουλία των πολιτών, μπορεί να έχει νόημα, σύμφωνα με το Σύνταγμα. Θεωρούμε, λοιπόν, πρόφαση την κυβερνητική ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης, ώστε να μην μπορεί να προκηρυχθεί δημοψήφισμα και με πρωτοβουλία πολιτών, όταν το ζητά με την υπογραφή του συγκεκριμένο ποσοστό του εκλογικού σώματος [ενδεικτικά οι μέχρι τώρα προτάσεις κινούνται μεταξύ 1,5-3% και 10%] με δικλείδες ισόρροπης γεωγραφικής κατανομής και η πρόταση δεν αφορά σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Άρθρο 2 α) Στο άρθρο αυτό γίνεται λόγος για πρώτη φορά στην έννοια της «άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας», χωρίς να έχει προηγηθεί ούτε στο σχέδιο νόμου, ούτε στο Σύνταγμα η διευκρίνιση των όρων, έτσι ώστε να μην κινδυνεύει να αλλοιωθεί η ουσιαστική εννοιολογική τους διάσταση. Εξάλλου στο Σύνταγμα δεν μπορεί να ερμηνεύεται διασταλτικά ο όρος “δημοψήφισμα”, το ίδιο και οι όροι “κρίσιμο εθνικό θέμα”, “σοβαρό κοινωνικό ζήτημα”, “δημοσιονομικά”. Εν προκειμένω ο νομοθέτης κάνει χρήση των όρων άμεση και συμμετοχική με εντυπωσιακή ανευθυνότητα. Επιπλέον, η χρήση του όρου «εθνικό» παραπέμπει στη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων μόνο για θέματα πανελλήνιου και όχι τοπικού ενδιαφέροντος. Οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε ότι δημοψηφίσματα ακυρωτικού ή δεσμευτικού χαρακτήρα πρέπει να προκηρύσσονται και για θέματα τοπικής/ περιφερειακής εμβέλειας και η τοπική κοινωνία να εμπλέκεται ενεργά και άμεσα στις αποφάσεις των θεσμικών οργάνων τοπικής/ περιφερειακής αρμοδιότητας. Υποστηρίζουμε επίσης ότι θα πρέπει να θεσμοθετηθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες πολιτών σε περιφερειακό επίπεδο, όπου υπογραφές ορισμένου αριθμού πολιτών να υποχρεώνουν τα περιφερειακά όργανα διοίκησης να διαβουλευτούν και να συζητήσουν συγκεκριμένες προτάσεις που αφορούν αρμοδιότητες της γεωγραφικής επικράτειάς τους. γ) Τί υποκρύπτει ο προσδιορισμός “ψηφισμένο” δεδομένης της ανυπαρξίας “προληπτικού” δημοψηφίσματος που θα μπορούσε να διεξαχθεί πριν την ψήφιση οποιουδήποτε νομοσχεδίου και θα είχε “δεσμευτικό” για την κυβέρνηση χαρακτήρα. δ) Αναφορικά με τα δημοσιονομικά, δεν νοείται «διοίκηση» των εσόδων και εξόδων, αλλά διαχείριση αυτών. Άρθρο 3 Στο εν λόγω άρθρο, αναφέρεται η διαδικασία προκήρυξης του δημοψηφίσματος. Πουθενά δεν κατοχυρώνεται η βούληση του λαού στη διαδικασία προκήρυξής του, ενώ η διεξαγωγή του θεσμού εξαρτάται και από την επιθυμία των Βουλευτών. Με τον τρόπο αυτό απαξιώνεται η βούληση της κοινωνίας των πολιτών και η λαϊκή συμμετοχή στη νομοθετική διαδικασία. Ακόμα, δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση η διεξαγωγή προληπτικού δημοψηφίσματος για σοβαρό κοινωνικό θέμα, παρά μόνο στις περιπτώσεις όπου πρόκειται για ψηφισμένο νομοσχέδιο. Δεν γίνεται λόγος για τη δεσμευτικότητα των αρμόδιων οργάνων στην απόφαση διεξαγωγής δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα ή σοβαρό κοινωνικό ζήτημα αλλά αυτή επαφίεται στην κρίση και τη διακριτική ευχέρειά τους, πάντως όχι στη λαϊκή εντολή. Η διαδικασία για την απόφαση προκήρυξης δημοψηφίσματος που αφήνει στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε αρμόδιου οργάνου την πρωτοβουλία για διεξαγωγή δημοψηφίσματος, θα πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε αυτή να ενεργοποιείται και από την από την κοινοβουλευτική μειοψηφία- την ελάσσονα αντιπολίτευση. Επίσης θα πρέπει να μπορεί να προκηρυχθεί δημοψήφισμα και με πρωτοβουλία πολιτών (με εξαίρεση τα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων), όταν το εκλογικό σώμα το ζητά με συγκεκριμένο αριθμό υπογραφών. Σημαντική θεωρούμε τέλος και την καθιέρωση δημοψηφίσματος ανάκλησης αιρετών οργάνων και προκήρυξης νέων εκλογών, με προϋποθέσεις τη συγκέντρωση υπογραφών του 30% του εκλογικού σώματος και συμμετοχή τουλάχιστον 50% των πολιτών στο σχετικό δημοψήφισμα Άρθρο 4 1. Ενώ στο Άρθρο 2 αναφέρεται “ερώτημα” εδώ αναφέρεται “ερώτημα ή ερωτήματα”. Σε συνδυασμό και με τη φράση “όπως καθορίζονται στην απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής” δίνεται η εντύπωση δημοσκόπησης με πολλαπλές επιλογές και κατευθυνόμενες απαντήσεις, παρά δημοψηφίσματος με ΝΑΙ ή ΟΧΙ. Οι πολίτες που θα κληθούν να διατυπώσουν υπεύθυνα την άποψή τους για σοβαρά εθνικά ή κοινωνικά ζητήματα που τους αφορούν δε μπορούν να εκφράζουν τη γνώμη τους ανάμεσα σε προκατασκευασμένα ερωτήματα από την Ολομέλεια της Βουλής. Αντιθέτως πρέπει να είναι εκείνοι που θα θέτουν συγκεκριμένα ερωτήματα και θα προτείνουν οι ίδιοι τις λύσεις μέσα από συλλογικές διαδικασίες. Να μην εμπλέκεται ως μοναδικό όργανο η Βουλή στην διαδικασία παραγωγής των ερωτ-απαντήσεων επί εθνικών ή κοινωνικών ζητημάτων που αφορούν το λαό αλλά αυτά να εγείρονται και από τις ανάγκες του ίδιου του εκλογικού σώματος ή και από φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών. 2. Ο προσδιορισμός “σαφής και σύντομος” είναι γενικός και αυθαίρετος. Σύμφωνα με τον «Κώδικα Καλών Πρακτικών για τα Δημοψηφίσματα» που εκδόθηκε το 2007 (Code of Good Practice on Referendums) προτείνεται να εκτίθενται αναλυτικά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε λύσης μέσα από μια ειδική επεξηγηματική αναφορά ώστε ο πολίτης να γνωρίζει με σαφήνεια τα αποτελέσματα που θα επιφέρει η δική του απόφαση. Άρθρο 5 1. Συζητιέται το αν η ψήφος θα είναι μυστική ή φανερή. 2. Παράλογος ο αποκλεισμός των προσωρινά διαμενόντων εκτός της ελληνικής επικράτειας. 3. Υπάρχει κενό ως προς τους αλλοδαπούς που νόμιμα διαμένουν στην Ελλάδα. Ήδη στις τελευταίες εκλογές Α΄ Βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Νοεμβρίου 2010, για πρώτη φορά στα ελληνικά δεδομένα συμμετείχαν συγκεκριμένες κατηγορίες υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στη χώρα. Η συμμετοχή αυτών και στο θεσμό των δημοψηφισμάτων (τουλάχιστον σε κοινωνικά ζητήματα) θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά εφόσον πρόκειται για κατηγορίες αλλοδαπών που διαμένουν νόμιμα επί μακρό χρονικό διάστημα στην χώρα. Άρθρο 6 1. Απαράδεκτος ο συσχετισμός των δαπανών του δημοψηφίσματος με τις εκλογικές δαπάνες που συνδέονται άμεσα με τη χρηματοδότηση των κομμάτων για προβολή και δημοσιότητα (Ν.3023/2002) Στα πλαίσια της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης ο θεσμός του Δημοψηφίσματος μπορεί να εφαρμοστεί με πρόγραμμα ηλεκτρονικής ψήφου ελαχιστοποιώντας τα έξοδα και τις δαπάνες και ακολουθώντας τις επιτυχημένα καλές πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες (πχ Ελβετία, όπου εφαρμόζονται ακόμα και τα τοπικά δημοψηφίσματα ηλεκτρονικά). 3. Δεν υπάρχει λόγος ειδικής ρύθμισης για τα οικονομικά των κομμάτων σε σχέση με τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Άρθρο 7 1. Να διασφαλιστεί ισότιμη και όχι αναλογική παρουσίαση των απόψεων για το δημοψήφισμα των κομμάτων Κοινοβουλίου και Ευρωκοινοβουλίου. Να υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη για ισότιμη παρουσίαση από τα μέσα των απόψεων για το δημοψήφισμα και από πρωτοβουλίες πολιτών με βάση συγκεκριμένα κριτήρια (πχ. Αριθμός υπογραφών). 2. απουσιάζει παντελώς ως παράγραφος 3. Προς τί η συγκρότηση Διακομματικής Επιτροπής; Να συμπληρωθεί ή αντικατασταθεί με συγκρότηση ανεξάρτητης αρχής διενέργειας δημοψηφισμάτων με κληρωτά μέλη. Άρθρο 8 Δεν υπάρχει στο άρθρο για τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας καμία πρόβλεψη για τη χρήση νέων τεχνολογιών στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Η ηλεκτρονική ψηφοφορία απαιτεί μικρότερες δαπάνες και παράγει ταχύτερα αποτελέσματα. Άρθρο 9 Οποιαδήποτε άλλη έκφραση προτίμησης πλην ΝΑΙ και ΟΧΙ παραπέμπει σε δημοσκόπηση. Ως προς τα λευκά ψηφοδέλτια δεν εξηγεί ποιός ο ρόλος τους. Άρθρο 11 1. Το άρθρο αυτό προβλέπει τη μορφή του ερωτήματος που εγείρεται από την ολομέλεια της Βουλής αλλά και τις απαντήσεις που έχει στη διάθεσή του ο ψηφοφόρος. Παραβλέποντας έτσι την έννοια της ελευθερίας έκφρασης και δημαγωγώντας την πραγματική λαϊκή βούληση, τα όργανα που νομιμοποιούνται στη διαδικασία διενέργειας δημοψηφίσματος προωθούν ουσιαστικά προκατασκευασμένες απαντήσεις στερώντας από το λαό την έκφραση της πραγματικής του βούλησης. 5. Η έκφραση προτίμησης με σταυρό αντίκειται στις ενδείξεις ΝΑΙ και ΟΧΙ. Άρθρο 12 2. Οι γνώμες διίστανται κατά πόσο δεν πρέπει να προσμετρώνται στα έγκυρα ψηφοδέλτια τα λευκά. Το λευκό είναι έκφραση γνώμης, είναι πολιτική συμμετοχή που ενδεχομένως δεν ταυτίζεται με τις προτεινόμενες από την Ολομέλεια της Βουλής απαντήσεις και γι αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η μεγάλη συγκέντρωση λευκών ψηφοδελτίων. 3. Αν πρόκειται για θέμα εθνικής άμυνας και εξωτερικής πολιτικής προτείνεται η συμμετοχή να είναι >65%. Σε κάθε περίπτωση ένα δημοψήφισμα πρέπει να είναι δεσμευτικό για την κυβέρνηση, ενώ το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής να ισχύει μόνο για όσα θέματα δεν άπτονται εθνικών ζητημάτων (πχ αναθεώρηση Συντάγματος). Σε διαφορετικές περιπτώσεις, η σύνδεση της δεσμευτικότητας του αποτελέσματος με το ποσοστό συμμετοχής δεν κρίνεται απαραίτητη. Ο θεσμός θα ενισχυθεί μόνο μέσω της ελεύθερης προσέλευσης και όχι με τη θεσμοθέτηση του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Η δεσμευτικότητα της λαϊκής ετυμηγορίας μπορεί να παράγει κανόνα δικαίου, κάνοντας έτσι το εκλογικό σώμα πραγματική πηγή νομοθετικής εξουσίας. Άλλωστε, ο συμβουλευτικός χαρακτήρας του αποτελέσματος, που φαίνεται να προκρίνεται, όταν το δημοψήφισμα δεν είναι ακυρωτικό, στερεί από το λαό την αποφασιστικότητα της εντολής του. Να αναβαθμιστεί λοιπόν ο αποφασιστικός χαρακτήρας του δημοψηφίσματος, ώστε η λαϊκή εντολή να είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση και να ανάγεται σε κανόνα δικαίου και όχι μόνο ως αποτέλεσμα συμβουλευτικού χαρακτήρα για τα κρατικά όργανα. Ο λαός έχει πάντοτε την αποφασιστική αρμοδιότητα, σύμφωνα με το Σύνταγμα. Άρθρο 15 Από πού προκύπτει η Ανωτάτη Εφορευτική Επιτροπή? Άρθρο 16 Όσον αφορά στον έλεγχο του κύρους και του αποτελέσματος της ψηφοφορίας, ο έλεγχος αυτός γίνεται μετά το πέρας της διαδικασίας και αφορά στις διαδικασίες και στον τρόπο διεξαγωγής του δημοψηφίσματος. Δεν προκύπτει από πουθενά ο έλεγχος στην πρόθεση της Ολομέλειας της Βουλής να προκαλέσει δημοψήφισμα, ούτε η σκοπιμότητα ή η αναγωγή ενός ζητήματος σε «κρίσιμο εθνικό» ή «σοβαρό κοινωνικό». Συνοψίζοντας τα όσα προηγήθηκαν παραπάνω, καταλήγουμε ότι ο θεσμός του δημοψηφίσματος αν και κατοχυρωμένος συνταγματικά και νομοθετικά στη χώρα μας, παραμένει ουσιαστικά ανενεργός, καθώς υπάρχει απροθυμία να ενεργοποιηθεί από τους φορείς που νομιμοποιούνται να το κάνουν, παραμένοντας έτσι ουσιαστικά σε αχρηστία. Επιπλέον η μορφή του δημοψηφίσματος που προτείνει η κυβέρνηση με το παρόν νομοσχέδιο δημιουργεί έλλειμμα δημοκρατίας, γιατί αφενός μεν στερεί από το λαό την πρωτοβουλία να προκηρύξει ο ίδιος το θεσμό και αφετέρου είναι απροσδιόριστος ο βαθμός αποφασιστικής ισχύος ή δεσμευτικότητας που θα έχει το τελικό αποτέλεσμα.