• Σχόλιο του χρήστη 'Νίκος Γιαννής' | 20 Οκτωβρίου 2014, 15:12

    Παρατηρήσεις επί του νομοσχεδίου για τις Κοινωφελείς Οργανώσεις Πολιτών (ΚΟΠ), Νίκος Γιαννής, 20.10.2014 Εισαγωγικά σχόλια Για την ταχύτερη και πλέον συνεκτική ανάγνωση του ΣΝ, για τη διευκόλυνση αλλά και για την άμεση πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων, θα ήταν προτιμότερη η συμπερίληψη ως παραρτημάτων όλων των αναφορών σε νόμους, διατάγματα κ.λπ. που εμφανίζονται στο ΣΝ (με επισήμανση των κρισίμων σημείων ει δυνατόν) και σε κάθε περίπτωση υπό τη μορφή υποσημειώσεως ο τίτλος και το πεδίο ρύθμισης του κάθε νομοθετικού κειμένου. Στάθηκε τεχνικώς αδύνατη η ανάγνωση των σχολίων επί της διαβούλευσης. Εφόσον αυτό δεν οφείλεται σε τεχνική αδυναμία, αλλά είναι επιλογή, πρόκειται περί λάθους επιλογής. Εκτός εάν ορθώς δεν προβλέπεται στο παρόν στάδιο της διαβούλευσης γιατί πρόκειται να αποκτήσουμε πρόσβαση σε αυτά τα σχόλια σε επόμενο στάδιο, ελπίζω εγκαίρως σε σχέση με την εισαγωγή στη νομοθετική διαδικασία, ώστε να είμαστε σε θέση να τοποθετηθούμε σε δεύτερο χρόνο. Γενικές παρατηρήσεις 1. Η πρωτοβουλία είναι αναντίρρητα θετική, η εργασία που έγινε είναι αξιέπαινη και το περιεχόμενο αν και είναι επιδεκτικό σημαντικής βελτίωσης αποτελεί μια βάση εκκίνησης. Δεν γνωρίζω εάν υπήρξε διαβούλευση με (τις) οργανώσεις κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του σχεδίου, κάτι που θα ήταν πολλαπλώς ευκταίο. 2. Το ΣΝ, ως δομή, ως γλωσσικό ύφος, ως περιεχόμενο και ως έκταση, ενώ κρίνεται ως ικανοποιητικό, έχει περιθώρια να είναι πιο απλό, εύληπτο και σύντομο για όλον τον κόσμο του εθελοντισμού και των συλλόγων, με τρόπο ώστε να διευκολύνει περισσότερο παρά να δυσκολεύει ή και να αποτρέπει παλαιούς και νέους «χρήστες», χωρίς φυσικά να απαρνείται την αναπόφευκτη νομοθετική του υπόσταση. 3. Το ΣΝ πιθανότατα θα αποτελεί σύντομα τον πρώτο νόμο, που τουλάχιστον μετά το 1989 οπότε εμφανίστηκε το φαινόμενο των οργανώσεων αυτών με αυτήν την ορμή, έκταση και φυσιογνωμία, επιδιώκει να ρυθμίσει διατομεακά/διϋπουργικά το πεδίο αυτό. Κατά συνέπεια, η τελεολογία και το πνεύμα το οποίο διαπνέει το ΣΝ, θα πρέπει με μεγαλύτερη σαφήνεια να είναι η ανάδειξη και η επιβοήθηση του κόσμου του εθελοντισμού, της προσφοράς και των συλλόγων, ως απαραίτητο και πολύτιμο συντελεστή για τη δημοκρατία, την οικονομία, την κοινωνία, τον άνθρωπο και το περιβάλλον, παρά μια έκδηλη προσπάθεια ελέγχου δυνητικών/φανταστικών παραβατών του νόμου ή της ηθικής, «κυνήγι μαγισσών» και ένας ανασταλτικός μηχανισμός προς την εθελοντική κινητοποίηση των πολιτών για τα μη ανταποδοτικά κίνητρα των οποίων, ο νομοθέτης, το κράτος, τα κόμματα αλλά και ο ιδιωτικός τομέας διακρίνονται από ισχυρή καχυποψία ή και άρνηση. Τουναντίον, η προβολή του εθελοντικού προτύπου, ως προσωπική στάση και ως απαραίτητου λειτουργικού στοιχείου μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας – ανοιχτής κοινωνίας, μπορεί να συμβάλλει στην εξυγίανση του πολιτικού συστήματος και στην ενίσχυση της εταιρικής κοινωνικής και περιβαλλοντικής υπευθυνότητας. Θα πρέπει επομένως να σταθμισθεί πολύ προσεκτικά και συνολικώς η επίπτωση της πιθανής ανάσχεσης του εθελοντικού κινήματος και της κοινωνίας πολιτών, κάτι που εξάλλου δεν θα συμβάδιζε με το γράμμα και το πνεύμα του άρθρου 12 του Συντάγματος, αλλά και την προστασία του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι όπως είναι κατοχυρωμένο σε όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες, σε σχέση με την αντιμετώπιση των υπαρκτών προβλημάτων χρηστής και κατά προορισμό αποτελεσματικής διαχείρισης των (εξάλλου περιορισμένων) δημοσίων πόρων από πλευράς των οργανώσεων και την αυστηρή και αναντίλεκτη υποχρέωση λογοδοσίας όλων, κράτους και οργανώσεων. Υπενθυμίζω ότι η πρόταση αλλαγής του άρθρου 16, νέα παρ.11 του Συντάγματος, «Η ενίσχυση του εθελοντισμού και της κοινωνίας των πολιτών, που εκφράζονται ατομικά ή οργανωμένα, αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους» έλαβε 164 ψήφους από την α’ αναθεωρητική Βουλή στις 3.4. 2007 και 152 από τη β’ αναθεωρητική Βουλήστις 2.4.2008. Αποτελεί αρμοδιότητα και ευθύνη του κράτους να ελέγξει τη χρηστή και κατά προορισμό χρήση των οικονομικών πόρων που διαθέτει για την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών διαμέσου των εθελοντικών οργανώσεων, χωρίς ωστόσο να οδηγεί το σύνολο τους σε «πνιγμό», εξαιτίας των ελαχίστων περιπτώσεων όπου το κράτος αδυνατεί να ανταποκριθεί σε αυτήν του την ελεγκτική αποστολή, ή, χειρότερα, βρίσκεται σε αδιαφανή συνέργεια με αυτές. 4. Πιστεύω ότι ο όρος ΚΟΠ δεν είναι πρόσφορος. Γιατί δεν διακρίνω λόγο εθνικής καινοτομίας σε ένα γνωστό διεθνές φαινόμενο, ειδικώς δε στο ευρωπαϊκό πλαίσιο όπου και προκαλεί σύγχιση (ΚΟΠ αντί ΟΚΠ –Οργάνωση Κοινωνίας Πολιτών). Γιατί βρίσκω αποπροσανατολιστική την ανάδειξη της «κοινο/ωφέλειας» ως διαχωριστικής γραμμής και επιδεκτικής επιλεκτικής μεταχείρισης (για ιδεολογικούς/αξιακούς λόγους ή για λόγους ποικίλων συμφερόντων) που ίσως οδηγήσει σε χρονοβόρες αμφισβητήσεις (ο σύλλογος ψαροντουφεκάδων του Αγίου Όρους μπορεί να μην είναι κοινωφελής για μια οικολογική οργάνωση προστασίας του αλιευτικού αποθέματος, παρότι οργανώνει συνεστίαση οικον. ενίσχυσης μιας Μονής, ένας πολύ δραστήριος σύλλογος γονέων και κηδεμόνων που οργανώνει και αιμοδοσία υπέρ όλων των δημοτών του Δήμου αναφοράς ή συμμετέχει σε δράσεις πολιτικής προστασίας και αναδασώσεων είναι; –για πολλούς δεν είναι εξ’ ορισμού κοινωφελής ένας σύλλογος γονέων αφού περιέχει το ευγενές πλην οριοθετημένο στα συγκεκριμένα παιδιά -μας- ενδιαφέρον). Τα μη κοινωφελή εκ του νόμου ιδρύματα, που ωστόσο ενδέχεται να αναπτύξουν κοινωφελή ενδιαφέροντα, άλλα από αυτά της αρχικής βούλησης/διάθεσης ωστόσο επιτρεπτά; Εξάλλου ποιος θα αποφαίνεται περί του κοινωφελούς χαρακτήρα; Πιστεύω ότι το πεδίο επιλεξιμότητας προς κρατική χρηματοδότηση οργανώσεων κατά το κοινωφελές και όχι μόνον, είναι προτιμότερο να αφήνεται στους επιμέρους κρατικούς φορείς χρηματοδότησης, οι οποίοι το γνωρίζουν πολύ καλύτερα. Η προϋπόθεση ρητής υπάρξης του μη κερδοσκοπικού/εμπορικού σκοπού πρέπει να είναι απόλυτη και αρκετή, η διαπίστωση κοινωφέλειας περιττή. 5. Το ΣΝ ή πρέπει να περιορισθεί στη δημιουργία αρχείου – μητρώου, το οποίο μόνο του αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική θεσμική παρέμβαση, ή πρέπει να καταπιαστεί με το σύνολο των θεμάτων του εθελοντισμού που χρήζουν ρύθμισης. Κατά συνέπεια, η ούτως ή άλλως κατ’ εμέ αλυσιτελής απόπειρα ρύθμισης της εθελοντικής απασχόλησης (Άρθρο 10), καθώς και αρκετές από τις προβλεπόμενες αρμοδιότητες του Εθνικού Εισηγητή (Άρθρο 11), δημιουργούν μια εικόνα αποσπασματικότητας στο ΣΝ, δεδομένης δε της ανάγκης και υποχρεώσεων περί της καλής νομοθέτησης. 6. Αντιλαμβάνομαι τη σημασία του Υπουργείου Εσωτερικών ως Εποπτικής Αρχής, εφόσον όμως το παρόν ΣΝ διακρίνει και ρυθμίσει με σαφήνεια τη χωρική εμβέλεια των οργανώσεων, σε δημοτικό/τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Με την ευκαιρία, θα πρέπει να ρυθμισθεί και το ζήτημα των ευρωπαϊκών και των διεθνών οργανώσεων, για το οποίο ενώ άλλες χώρες έχουν μεριμνήσει, η Ελλάδα επισήμως το αγνοεί με αποτέλεσμα είτε υψηλό βαθμό περιπτωσιολογικού αυτοσχεδιασμού είτε αδυναμία προσέλκυσης διεθνικών δομών. Σε αντίθετη περίπτωση, η υπηρεσία αυτή θα μπορούσε να υπαχθεί στην Πρωθυπουργική εποπτεία ή και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, υπό όρους και στον Συνήγορο του Πολίτη, με έναν πρόσθετο Βοηθό. 7. Τίθεται ευλόγως το ερώτημα εάν έχει υπάρξει μελέτη σχετικώς με νόμους οι οποίοι ρυθμίζουν το ίδιο αντικείμενο ανα Υπουργείο και κατά πόσον θα ακολουθήσει μια ολοκληρωμένη συνάρθρωση και κωδικοποίηση. Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες αν το άρθρο 13, «Καταργούμενες Διατάξεις», καλύπτει όλες τις περιπτώσεις. Μήπως θα έπρεπε να εξαιρεθούν ρητά ορισμένες κατηγορίες για τις οποίες υπάρχει σχετική νομοθεσία (καταναλωτικές οργανώσεις, σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, αθλητικοί σύλλογοι, οργανώσεις πολιτ. προστασίας, απόδημος ελληνισμός κ.α.), οι εκκλησιαστικές ενοριακές επιτροπές, ή αντιθέτως να δημιουργηθεί με τη συνεργασία των αρμοδίων Υπουργείων ένας ενιαίος μηχανισμός καταγραφής και παρακολούθησης, με έναν μοναδικό αριθμό μητρώου ανά οργάνωση κ.λπ.; Ειδικές παρατηρήσεις Άρθρο 1, παρ. 1, α. Δεν επεξηγείται πως πραγματώνεται το ανεξάρτητον / εξαρτημένον της οργάνωσης. Τυπική αρμοδιότητα διορισμού της διοίκησης, των εταίρων ή των μελών; Τι γίνεται με τις μεικτές εταιρικές μη κερδοσκοπικές μορφές όπου ορισμένα μερίδια (1, λίγα ή κατά πλειοψηφία) ανήκουν σε ΟΤΑ, κράτος, ΝΠΔΔ κ.λπ.; Αποκλειστική τυπικώς ή καθολική εν τοις πράγμασι, χρηματοδότηση από κρατικό φορέα; Άρθρο 1, παρ. 1, α. Η ανεξαρτησία από πολιτικές οργανώσεις, προϋποθέτει ορισμό της πολιτικής οργάνωσης (η Διεθνής Αμνηστία, οι Ευρωπαίοι Φεντεραλιστές, η Διεθνής Διαφάνεια, οι Έλληνες Φορολογούμενοι, το ΚΠΕΕ κ.α., είναι κατ’ εμέ πολιτικές οργανώσεις, ωστόσο μη κομματικές). Πιστεύω ότι η ανεξαρτησία από πολιτικά κόμματα αρκεί, αν και πάλι απαιτείται συγκεκριμένος ορισμός και εξειδίκευση της ανεξαρτησίας. Ίσως θα πρότεινα τον περιορισμό δε, σε πολιτικά κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή των Ελλήνων ή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε εκείνα που αν και δεν εκπροσωπούνται λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση ως κόμματα λόγω του ποσοστού που έλαβαν στις τελευταίες εκλογές (νομίζω ότι είναι 1,5%). Άρθρο 1, παρ. 1, γ. Το αρχείο των κοινωφελών φορέων του ΣΝ, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό παρά μόνον σε συνδυασμό με την κωδικοποίηση της νομοθεσίας σε σχέση με τη χωρικότητα (υποχρέωση εγγραφής ανά Περιφέρεια –ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ και προϋπάρξασα υποχρέωση ανά Νομαρχία). Εφόσον τηρηθεί πλήρως η σχετική υποχρέωση εγγραφής στην οικεία Περιφέρεια, παρέλκει η επιπλέον υποχρέωση της οργάνωσης εγγραφής στο εν λόγω αρχείο, αφού την υποχρέωση ενημέρωσης του αρχείου του παρόντος άρθρου θα αναλάβουν οι Περιφέρειες. Ειδάλλως, να καταργηθεί η υποχρέωση εγγραφής στην Περιφέρεια, η οποία μπορεί να ενημερώνεται από το εν λόγω αρχείο. Πάντως οι μικροί σύλλογοι που δραστηριοποιούνται και ενδεχομένως χρηματοδοτηθούν από έναν Δήμο, είναι πιο πρακτικό, αλλά και με βάση την αρχή της επικουρικότητας (μέγιστη εγγύτητα δημόσιας απόφασης προς τον πολίτη), να εγγράφονται στην Περιφέρεια. Και να δημιουργηθεί (μέσω Περιφέρειας) ένας μηχανισμός καταχώρησης, παρακολούθησης, συνεργασίας, πιστοποίησης κ.λπ. ανά Δήμο αναφοράς. Άρθρο 1, παρ. 1, θ. Προτείνω αναδιατύπωση του ως εξής: «Εθελοντική απασχόληση είναι η απασχόληση του φυσικού προσώπου προς τον Φορέα Παροχής Εθελοντικής Απασχόλησης εντός ή εκτός Ελλάδος που παρέχεται άνευ οικονομικού ή άλλου υλικού ανταλλάγματος», ώστε να αποτελεί δικαίωμα του εθελοντή η βεβαίωση εθελοντικής εργασίας, η σωστή πρακτική άσκηση, η ισότιμη, διαφανής και αξιοπρεπής συμμετοχή και η ένταξη του στη δομή της οργάνωσης και η βιογραφική εμπειρία και να προσφέρεται η δυνατότητα εκπαίδευσης του καθώς και η ηθική αναγνώριση της προσφοράς του. Άρθρο 1, παρ. 1, ιε. Δεν γίνεται σαφές εάν περιλαμβάνεται η κρατική συμμετοχή/συγχρηματοδότηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Εάν αυτή είναι η ορθή ερμηνεία του σημείου αυτού (ιε), θα ήταν καλύτερο να διατυπωθεί ρητώς. Στην περίπτωση αυτή ωστόσο δημιουργείται μια επιπλέον γραφειοκρατική υποχρέωση που επιβαρύνει τη λειτουργία των οργανώσεων, δεδομένου ότι οι δημόσιες αρχές διαχείρισης (εθνικές και ευρωπαϊκές) προβλέπουν με βάση τους χρηματοδοτικούς κανονισμούς της ΕΕ αναλυτική διαδικασία προκήρυξης, ανάθεσης, παρακολούθησης, απολογισμού, ελέγχου και αξιολόγησης και υποβάλλουν αντιστοίχως και υποχρεωτικά τις οργανώσεις στην αυστηρή τήρηση συγκεκριμένων υποχρεώσεων. Άρθρο 2, παρ.5. Από ποιον καθορίζεται το ύψος του παραβόλου και λαμβάνοντας υπόψη ποια κριτήρια-μεθοδολογία; Άρθρο 3, παρ.1, ε. Το παράβολο ύψους €50 είναι αυτό του άρθρου 2, παρ.5; Άρθρο 4, παρ. 1, 1. Το διάστημα των 3 ετών ενώ είναι ένα αρκετά παραδεδεγμένο διάστημα, για την επιλεξιμότητα προς χρηματοδότηση, θα ήταν προτιμότερο να αφήνεται στην απόφαση προκήρυξης του φορέα χρηματοδότησης και η θέσπιση ενός ελαχίστου ορίου 1 έτους λειτουργίας προ της αίτησης εγγραφής σε αυτό το ειδικό μητρώο δια του παρόντος άρθρου θα ήταν ίσως αρκετή, δεδομένου δε ότι θα διαρρέει ένα χρονικό διάστημα μεταξύ αίτησης και έγκρισης/εγγραφής. Άρθρο 4, παρ. 1, σημείο β. Ενώ τα σημεία αα. και ββ. ορθώς τίθενται, δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό να υπάρχει σχετική καταστατική πρόβλεψη. Αρκεί να προβλέπονται από το παρόν άρθρο, να εκπληρώνονται ως προϋποθέσεις εν τοις πράγμασι και να διαπιστώνονται από τα σχετικά έγγγραφα που είναι υποχρεωμένη να υποβάλει η οργάνωση. Για το ββ. μπορεί να υποβάλλεται σχετική δήλωση μαζί με την αίτηση εγγραφής. Άρθρο 4, παρ. 1, σημείο γ. Είναι περιττή αναφορά ως αυτονόητη και σε κάθε περίπτωση, καλύπτεται ως απαίτηση από το Άρθρο 1, α. Άρθρο 5, παρ.1, η. Το παράβολο ύψους €200 είναι αυτό του άρθρου 2, παρ.5; Σε κάθε περίπτωση κρίνεται, ειδικώς υπό τις σημερινές περιστάσεις, υπερβολικό. Είναι προφανές, ότι ένας μεγάλος αριθμός οργανώσεων είτε δεν θα αιτηθούν, είτε δεν θα λάβουν κρατική χρηματοδότηση, είτε αυτή θα είναι σπάνια ή πολύ περιορισμένη κ.λπ., αλλά ωστόσο θα επιθυμούσαν να συμπεριλαμβάνονται στο μητρώο. Το ποσόν των €100 θα ήταν αρκετό. Το ύψος των παραβόλων γενικότερα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διαφορά στο μέγεθος, αλλά και τα οικονομικά δεδομένα και τη φύση των οργανώσεων. Μια λύση θα ήταν να συσχετίζεται αντικειμενικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών. Άρθρο 5, παρ.2. Εύστοχη η υποχρέωση υπεύθυνης δήλωσης. Πιστεύω ότι η ετήσια αίτηση ανανέωσης εγγραφής, πρέπει να συνοδεύεται από κατάθεση παραβόλου €50, μόνον για εκείνες τις οργανώσεις που έλαβαν κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς κρατική χρηματοδότηση. Άρθρο 5, παρ.3. Κρίνεται ως περιττό και από συμβολική άποψη ανασταλτικής προς εθελοντική προσφορά αξίας. Ούτως ή άλλως η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να ζητά αυτεπαγγέλτως πιστοποιητικό ποινικού μητρώου για όποιον, όποτε και όπως κρίνει. Εξάλλου αντιβαίνει στους κανόνες της σύγχρονης σωφρονιστικής, αφού ακόμη και αποφυλακισθέντες παραινούνται να προσφέρουν κοινωνική υπηρεσία, η οποία συνήθως συμβάλει στην επανένταξη τους και των οποίων η συμμετοχή σε όργανα διοίκησης δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Άρθρο 5, παρ.5. Η ενημέρωση για κάθε αμετάκλητη καταδίκη της παρ. 5 του παρόντος άρθρου 5 μπορεί να παραμείνει, παρά την (προτεινόμενη) κατάργηση της παρ 3. Επίσης, αν και είναι σημαντική η έγκαιρη αναγγελία, το προβλεπόμενο προβάδισμα του δημοσίου ή τρίτων, μπορεί υπό ορισμένες πριστάσεις να αποβαίνει καταχρηστικό και να προσφέρει έδαφος εξωθεσμικής διαπραγμάτευσης, ως εκ τούτου δεν κρίνεται ως απαραίτητο. Άρθρο 7. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τεθεί προς συνεκτίμηση το ζήτημα του φόρου επιτηδεύματος, στο οποίο υπόκεινται οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, το ύψος του οποίου δεν είναι σήμερα αμελητέο (€500), προσαυξανόμενο κατά €200 για κάθε υποκατάστημα! Είναι οξύμωρο, ο φόρος επιτηδεύματος να μην επιβαρύνει τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται εμπορικά σε περιοχές με πληθυσμό κάτω των 500 κατοίκων σύμφωνα με την τελευταία απογραφή και ορθώς για ευνοήτους λόγους ενίσχυσης των ορεινών όγκων, απομεμακρυσμένων και δύσκολα προσβάσιμων περιοχών και από την άλλη να επιβαρύνει τους φορείς, τους εθελοντές, τους εργαζόμενους και τους δωρητές που προσφέρουν εθελοντικά έργο / υπηρεσίες / χρήματα στο κοινωνικό σύνολο. Άρθρο 8., παρ.1. Οι αρχές είναι αντικείμενο ενός κειμένου αυτοδέσμευσης, ή θα μπορούσαν να περιληφθούν στην αρχή του ΣΝ (π.χ. Άρθρο 1, ορισμοί, αρχές). Εξάλλου δεν μπορεί να δημιουργηθεί μηχανισμός ελέγχου τους, πέραν της (μη δεσμευτικής από τον παρόν ΣΝ και ορθώς) πιστοποίησης, η οποία πλημελλώς μόνον είναι σε θέση να το επιτυγχάνει. Επιπλέον αρμόδιοι φορείς για τον έλεγχο της τήρησης των αρχών είναι οι φορείς χρηματοδότησης, λόγω φυσικής γειτνίασης αντικειμένου. Άρθρο 8., παρ.2. Ομοίως η παρ.2 είναι περιττή, καθότι αποτελεί αρμοδιότητα του φορέα χρηματοδότησης, ο οποίος ως κρατικός φορέας πρέπει να διαθέτει άμεση πρόσβαση στη δ/ση ΚΟΠ και στις βάσεις δεδομένων, ώστε να πληροφορείται έγκαιρα, να χαράσσει στρατηγική, να ελέγχει και ν’ αξιολογεί. Ομοίως η δ/νση ΚΟΠ μπορεί επίσης να απευθύνεται στον φορέα χρηματοδότησης όταν το κρίνει χρήσιμο σε σχέση με την παρακολούθηση μιας ΚΟΠ. Η τήρηση αυτών των στοιχείων από τη δ/νση ΚΟΠ, δημιουργεί υπέρμετρη γραφειοκρατική επιβάρρυνση, τόσο για την υπηρεσία όσο και για τις οργανώσεις. Εξάλλου, στην περίπτωση διαπίστωσης προβλημάτων ή αδυναμιών από πλευράς δ/νσης ΚΟΠ για τα προβλεπόμενα εδώ έγγραφα της ΚΟΠ, ποιο είναι το πεδίο παρέμβασης, με ποια διαδικασία και τι κυρώσεις; Άρθρο 8., παρ.3. Διατηρώ αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα του. Οι απευθείας διαδικασίες χρηματοδότησης πρέπει να αποφεύγονται και στις ελάχιστες εκείνες περιπτώσεις που κρίνονται ως αναγκαίες ή αναπόφευκτες, πρέπει να μεγιστοποιείται η διαφάνεια, οι λόγοι και τα κριτήρια στο πλαίσιο του φορέα χρηματοδότησης και να μην δημιουργούνται επάλληλοι χώροι έγκρισης, που εξ’ορισμού δημιουργούν συνθήκες καθυστέρησης, συγκρούσεων και ενδεχομένως συναλλαγής. Άρθρο 8. Οι παρ. 4,6 και 7 μπορούν να παραμείνουν. Ιδιαίτερα εύστοχη καινοτομία εισάγει η παρ.6 και αυτονόητα ορθή είναι η παρ. 7, καθὠς βελτιώνει αισθητά τη λογοδοσἰα και τη διαφάνεια. Η παρ. 5 είναι οριακής αξίας. Άρθρο 8., παρ.8. Ως αυτοδέσμευση δεν έχει θέση σε κείμενο νόμου. Η αυτοδέσμευση, με βάση υφιστάμενους ή άλλους συναφείς χάρτες, είναι ένα ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο διάβημα μιας οργάνωσης στο πλαίσιο μιας διακυβέρνησης των μη κερδοσκοπικών οργανισμών, που περιλαμβάνει δεσμεύσεις επέκεινα των νομίμων υποχρεώσεων, η οποία όμως ακριβώς γι’ αυτό δεν μπορεί να προσλαμβάνει κανονιστικά χαρακτηριστικά καθόσον έτσι αυτοαναιρείται ως αυτοδέσμευση. Άρθρο 9., παρ.1. Η ύπαρξη του άρθρου 8 καθίσταται ατελέσφορη, εφόσον δεν περιλαμβάνεται στις κυρώσεις του άρθρου 9., παρ.1. Άρθρο 11. Διατηρώ αμφιβολίες για την αξία της θεσμοθέτησης Εθνικού Εισηγητού ΚΟΠ. Εφόσον το ΣΝ περιορισθεί στις βάσεις δεδομένων – μητρώα, ίσως ο αρμόδιος Διευθυντής να είναι επαρκής. Ίσως θα πρέπει να εξετασθεί η δημιουργία ενός αμίσθου συμβουλευτικού σώματος από τον χώρο των οργανώσεων επί του αντικειμένου αυτού του ΣΝ. Άρθρο 12, παρ.2. Κατά τη γνώση μου, ο όρος ΜΚΟ περιλαμβάνεται αδόκιμα σε ελάχιστα κείμενα νόμων (ΥΔΑΣ και Διαχειριστική αρχή Υπ. Περιβάλλοντος) και αποτελεί αυτονόητη ερμηνεία, που μετά την ψήφιση του νόμου θα πρέπει να οδηγήσει σε προσαρμογή ορολογίας και πιθανόν σε κωδικοποίηση. Εξάλλου δεν προβλέπεται στην ελληνική έννομη τάξη ορισμός της ΜΚΟ, ούτε φυσικά αποτελεί δυνητική νομική μορφή. Άρθρο 12, παρ.3. «Οι διατάξεις για τη λειτουργία του αρχείου κοινωφελών φορέων θα εφαρμοσθούν ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου», αποτελεί υπερβολικό χρονικό διάστημα για την αξιόπιστη εκκίνηση και τη συνοχή της εφαρμογής του καινοφανούς νόμου, ειδικώς δε αν λάβουμε υπόψη ότι η ισχύς του νόμου προβλέπεται να αρχίζει 4 μήνες μετά τη δημοσίευση-ΦΕΚ, ήτοι εν συνόλω 16 μήνες μετά. Παραδρομές και ασάφειες του κειμένου Άρθρο 2, παρ.5. «.....εισπράτεται παράβολο εισπράτεται (2 φορές) υπέρ του δημοσίου.....». Άρθρο 10. Ενώ η αρίθμηση των παραγράφων-σημείων του άρθρου είναι 6, απουσιάζει το σημείο 2, ώστε τα σημεία εν τοις πράγμασι να είναι 5. Υποθέτω ότι δεν έχει παραληφθεί κάποιο, αλλά ότι πρόκειται για παραδρομή. Άρθρο 4. Η αρίθμηση της παρ. 1 είναι περιττή, εν ελλείψει, άλλων παρ. Άρθρο 12. Στο σημείο 1 αναφέρεται «ΚΟΠ των οποίων τα καταστατικά δεν προβλέπουν τις οριζόμενες στο άρθρο 3 προϋποθέσεις εγγραφής στο Μητρώο ΚΟΠ.......». Συμπεραίνω, ότι μάλλον πρόκειται για το άρθρο 4 και όχι το άρθρο 3, το οποίο αναγράφεται από παραδρομή. Ειδάλλως, εφόσον είναι ακριβής η αναφορά στο άρθρο 3, τότε είναι ασαφές το νόημα.