• Σχόλιο του χρήστη 'Σπύρος Απέργης' | 8 Φεβρουαρίου 2016, 18:28

    Σε θετική κατεύθυνση κινούνται οι προτεινόμενες αλλαγές στην αρχή Προσφυγών ώστε να βελτιωθεί η ανεξάρτητη λειτουργία της με την ενίσχυση του προσωπικού της και η ανεξαρτησία των Επιτροπών Προσφυγών με την αλλαγή της διαδικασίας επιλογής τους.Ωστόσο,θυμίζω τα ακόλουθα με βάση τα οποία προτείνω αλλαγές στις προτεινόμενες ρυθμίσεις: Το κεφάλαιο V της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ , με την οποία η Ελλάδα όφειλε να συμμορφωθεί μέχρι τις 20 Ιουλίου 2015, ρυθμίζει τα σχετικά με τις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου (“appeals procedures”) αντικαθιστώντας τις σχετικές ρυθμίσεις του κεφαλαίου V της Οδηγίας 2005/85 ως προς τις «διαδικασίες άσκησης ενδίκου μέσου» (“appeals procedure”). To άρθρο 46 παρ.1 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ επαναλαμβάνει τη διατύπωση τoυ άρθρου 39 παρ.1 της Οδηγίας 2005/85 αναφορικά με το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου (“right to an effective remedy before a court or tribunal”), ενώ στο άρθρο 46, παρ.1 της Οδηγίας 2013/32 αναφέρεται ότι, προκειμένου να τηρούν τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η πραγματική προσφυγή να εξασφαλίζει πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ, τουλάχιστον κατά τις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (σε περίπτωση που προβλέπεται η άσκηση περισσότερων ενδίκων μέσων κατά της απορριπτικής απόφασης, βλ. και άρθρο 21 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ). Όπως έχει διαπιστωθεί επανειλημμένα από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), το δικαίωμα σε πραγματική προσφυγή ενώπιον δικαστικής αρχής (“court or tribunal”) αποτελεί θεμελιώδη αρχή του δικαίου της Ένωσης, που προβλέπεται μεταξύ άλλων στο άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.To ζήτημα, εάν ένα δικαιοδοτικό όργανο αποτελεί «δικαστική αρχή» (“court or tribunal”) κατά το ενωσιακό δίκαιο είναι ζήτημα που εμπίπτει αποκλειστικά στο δίκαιο της Ένωσης, εξαρτάται από σαφώς καθορισμένα από το ΔΕΕ κριτήρια και δεν συνδέεται με τον χαρακτηρισμό του οργάνου ως δικαστηρίου κατά την εσωτερική έννομη τάξη των κρατών μελών. Το ως άνω επιβεβαιώθηκε και στην υπόθεση C 175/2011 της 31 Ιανουαρίου 2013, H.I.D., B.A., στην οποία το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διερεύνησε εάν το ιρλανδικό «Refugee Appeal Tribunal”, τα τακτικά μέλη του οποίου ορίζονται από τον Υπουργό και πρέπει να έχουν τουλάχιστον 5ετή εμπειρία ως “barrister ή solicitor” πριν το διορισμό, συνιστά «δικαστική αρχή» («court or tribunal”) κατά το ενωσιακό δίκαιο (βλ. σχετικά και ECRE, Information Note on Directive 2013/32/EU of the European Parliament and ofthe Council of 26 June 2013 on common procedures for granting and withdrawing international protection (recast), Δεκέμβριος 2014, http://ecre.org/component/downloads/downloads/971.html, σελ 50). Το ΔΕΕ στην ως άνω υπόθεση απάντησε καταφατικά στο ερώτημα, εάν είναι «δικαστική αρχή» το «Refugee Appeal Tribunal” της Ιρλανδίας, αφού εξέτασε μία σειρά από κριτήρια: την ίδρυση του οργάνου αυτού με νόμο, τη μονιμότητά του, το δεσμευτικό χαρακτήρα της δικαιοδοσίας του, τον “inter partes” χαρακτήρα της ενώπιόν του διαδικασίας, την εκ μέρους του οργάνου αυτού εφαρμογή των κανόνων δικαίου, καθώς και την ανεξαρτησία του (βλ. σκέψη 83 επ. της απόφασης του Δικαστηρίου, της 31ης Ιανουαρίου 2013 στην υπόθεση C‑175/11, http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=133247&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=167218). Το εάν η προσφυγή είναι αποτελεσματική, όσον αφορά την εξέταση των σχετικών γεγονότων, εξαρτάται από τον διοικητικό και δικαστικό μηχανισμό κάθε κράτους μέλους ως σύνολο (C‑175/11, οπ.π, παρ. 97, 102). Επίσης, το ΔΕΕ έχει αποφανθεί ότι αν διαπιστωθεί ότι το όργανο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται μόνο για τα νομικά ζητήματα και όχι για τα πραγματικά περιστατικά αυτό σημαίνει ότι δεν έχει πλήρη δικαιοδοσία και, συνεπώς, δεν είναι “δικαστική αρχή” κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου (βλ. C 506/2004 της 19ης Σεπτεμβρίου 2006, http://curia.europa.eu/juris/showPdf.jsf?text=&docid=64426&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=170126,παρ. 61-62 σε συνδυασμό με παρ. 48). Συνεπώς,για την πληρέστερη ανεξαρτησία της Αρχής Προσφυγών προτείνω και τις εξής επιπρόσθετες αλλαγές που διασφαλίζουν καλύτερα την οικονομική ανεξαρτησία της και την ανεξαρτησία της δικαιοδοτικής κρίσης των Επιτροπών, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και την ως άνω σχετική νομολογία του ΔΕΕ: 1)Η παράγραφος 3 αναδιατυπώνεται ως εξής: "Οι Επιτροπές Προσφυγών είναι αρμόδιες για την πλήρη και εξυπαρχής εξέταση όλων των νομικών και πραγματικών ζητημάτων επί των ενδικοφανών προσφυγών της Υπηρεσίας Ασύλου καθώς και για τη λήψη και την έκδοση αποφάσεων επ' αυτών των ενδικοφανών προσφυγών, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 5 του παρόντος." 2) Μετά το άρθρο 6 προστίθεται η παράγραφος "Στην Κεντρική Διοικητική Υπηρεσία της Αρχής Προσφυγών συνιστάται πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄). Η οικονομική διαχείριση της Αρχής Προσφυγών ασκείται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της και οι δαπάνες πραγματοποιούνται, ελέγχονται, εκκαθαρίζονται και εντέλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού." 3) Στην παράγραφο 1 μετά το σημείο γ' που αναφέρεται στα καθήκοντα του Διοικητικού Διευθυντή της Αρχής Προσφυγών προστίθεται η φράση: "Κατά τα λοιπά, ως προς το δικαιοδοτικό έργο και την εσωτερική λειτουργία των Επιτροπών, εφαρμόζεται ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας".