• Σχόλιο του χρήστη 'Μαρία Γκινάλα' | 18 Μαΐου 2021, 20:56

    Το σχέδιο νόμου είναι ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΌ. Δίνουμε στη δημοσιότητα τη σχετική γνωμάτευση Συνταγματολόγου και ζητάμε την απόσυρση του. Εκ μέρους τηε «Ομάδα Μελέτης και Μέριμνας για την Αλωπεκίδα» (Ο.Μ.Μ.Α.) Μέρος Πρώτο: Γνωμοδότηση σχετικά με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου «για τα ζώα συντροφιάς» του Δημητρίου Μπελαντή, Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω (ΑΜ ΔΣΑ 13652), Διδάκτορος Νομικής Από την Ένωση Προσώπων με την επωνυμία «Ομάδα Μελέτης και Μέριμνας για την Αλωπεκίδα» (Ο.Μ.Μ.Α.), η οποία ασχολείται συστηματικά με την μελέτη, μέριμνα και προστασία αυτοχθόνων στην Ελλάδα παλαιότατων φυλών και κατηγοριών σκύλων και ιδίως με την αυτόχθονη και αρχαιότατη φυλή σκύλων Αλωπεκίδα μου τέθηκαν τα εξής ερωτήματα : 1. Σε σχέση με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία των ζώων γενικά αλλά και ειδικότερα των (εξημερωμένων) «ζώων συντροφιάς», δηλαδή τον ν. 4039/2012 (ΦΕΚ Α’ /15/2012), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου (http://www.opengov.gr/ypes/?p=7914) βελτιώνει ή επιδεινώνει την προστασία των ζώων συντροφιάς; Και στον βαθμό που επιδεινώνει την προστασία και την ευζωία των ζώων συντροφιάς, τι πρέπει να αντιπροταθεί έναντι αυτού; 2. Σε σχέση με τα συνταγματικά ατομικά δικαιώματα των ιδιωτών ιδιοκτητών ή κατόχων των ζώων συντροφιάς, ποια προβλήματα προκύπτουν ή συνάγονται σε σχέση με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο; Προστατεύονται επαρκώς τα ατομικά τους δικαιώματα ως ιδιοκτητών των ζώων αλλά και προσώπων επιφορτισμένων με την φροντίδα τους και δικαιούμενων στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους κατά το άρθρο 5 παρ.1 Συντάγματος, σε συνδυασμό και με το άρθρο 17 παρ.1,που εγγυάται το δικαίωμα στην ιδιοκτησία; Κατοχυρώνεται η ισότητα όλων των ιδιοκτητών ζώων έναντι του νόμου κατά το άρθρο 4 παρ. 1 Συντάγματος; 3. Ποια ειδικότερα προβλήματα τίθενται σε σχέση με τις Αλωπεκίδες και άλλες αυτόχθονες φυλές ζώων στην χώρα μας; 1. Ερώτημα πρώτο 1.1. Ορισμοί και αρχές Ήδη από το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία των ζώων (ν. 4039/2012, ΦΕΚ Α’ 15/2012) προκύπτουν ορισμένοι σημαντικοί και κρίσιμοι ορισμοί για την προστασία των ζώων γενικά αλλά και ειδικότερα των ζώων συντροφιάς. Ειδικότερα: -Ζώο είναι κάθε έμβιος οργανισμός, που συναισθάνεται και κινείται σε ξηρά, αέρα και θάλασσα ή οποιοδήποτε άλλο υδατικό οικοσύστημα ή υγροβιότοπο. -Ευζωία είναι το σύνολο των κανόνων, που πρέπει να εφαρμόζει ο άνθρωπος στα ζώα, αναφορικά με την προστασία τους και την καλή μεταχείρισή τους, έτσι ώστε να μην πονούν και υποφέρουν, την παραμονή τους σε χώρο στεγνό, καθαρό και προστατευμένο από τις καιρικές συνθήκες, χωρίς να είναι μόνιμα δεμένα και διαβιούντα εντός ακατάλληλων κατασκευών (π.χ. μεταλλικών), τη φροντίδα για ιατρική περίθαλψη και χορήγηση κατάλληλης τροφής και νερού, την καθημερινή άσκηση ή τον περίπατό τους και γενικά τη μέριμνα για σεβασμό της ύπαρξής τους. Θα μπορούσε εδώ να παρατηρηθεί ότι αυτός ο ορισμός της «ευζωία των ζώων» στον ν. 4039/2012 δεν είναι πλήρης ούτε κατανοεί ικανοποιητικά και σε βάθος το πρόβλημα της σχέσης ανθρώπων και ζώων ή ορθότερα ανθρώπων και μη ανθρώπινης φύσης. Παρά το ότι τα ζώα αποτελούν μορφές έμβιων οργανισμών και έμβιας ύπαρξης, τα οποία δεν έχουν ολοκληρωμένο σύστημα συνείδησης ή νόησης, όπως ο άνθρωπος, έχουν, κατά την επιστήμη, την αίσθηση όχι μόνο του πόνου ή της τροφής ή της διαβίωσης σε ένα καθαρό περιβάλλον, αλλά και της βίωσης κατά τρόπο ευχάριστο και σύμφωνο με την ζωική τους διάσταση, ανάλογα βεβαίως με το είδος κάθε ζώου. Επιπλέον, έχουν μια μορφή συναισθηματικού και ψυχικού κόσμου. Υπό αυτήν την έννοια πρέπει να διασφαλίζεται όχι μόνο «ο σεβασμός της ύπαρξής τους» και η ευζωία τους με τον στενό και περιορισμένο τρόπο που εμφανίζει ο ορισμός του ν. 4039/2012 (τροφή, μη σωματικός πόνος, καθαρό περιβάλλον, ιατρική φροντίδα, άσκηση-περίπατος) αλλά συνολικότερα ο σεβασμός της ύπαρξής τους, ώστε να ζουν, κατά το δυνατόν, με τρόπο σύμφωνο και συμβατό με την ιδιαίτερη βιοτική τους ύπαρξη και ευχάριστο προς αυτά. Και αυτό γιατί τα ζώα και πολύ περισσότερο τα ζώα συντροφιάς, που έχουν μέσα από σειρά γενεών αποκτήσει μια εγγύτητα και συνάφεια προς τον άνθρωπο, μπορεί να μην έχουν ολοκληρωμένη νοητική συνείδηση, αλλά έχουν ψυχικά ή συναισθηματικά χαρακτηριστικά πρόσληψης από αυτά ενός τρόπου ζωής σύμφωνου με την βιολογική τους ύπαρξη ή όχι και συνεπώς μιας αίσθησης ευχαρίστησης ή μη, που δεν περιορίζεται προς το πλαίσιο «τροφή- καθαριότητα, μη πόνος, ιατρική φροντίδα, περίπατος» αλλά αναζητά μια κατά το δυνατόν (λαμβανομένων υπ’ όψιν των σοβαρών περιορισμών που προκύπτουν από την συνοίκηση με τον άνθρωπο, ιδίως στην πόλη) ευχάριστη και σύμφωνη με την βιολογική και ζωική φύση του βίωση. Διαφορετικά, η έννοιά της ευζωίας περιορίζεται σε μια βίωση του ζώου και ιδίως του ζώου συντροφιάς, η οποία δεν έχει καμία αυτοτέλεια από τον άνθρωπο ιδιοκτήτη ή κάτοχο (ιδιώτη ή εκτροφέα) παρά μόνον προσαρμόζεται να υπηρετεί τις ανάγκες του ανθρώπου είτε υπό την έννοια της συντροφιάς είτε ακόμη εντονότερα υπό την έννοια της άντλησης εμπορικού κέρδους από τα εκτρεφόμενα ζώα. Με αυτήν την αντίληψη, η ευζωία του ζώου συντροφιάς καταλήγει να είναι η ευζωία ενός ζώου που είναι αποκλειστικά παρακολούθημα ή «σκλάβος» του ανθρώπου. Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου εισάγει τον εξής ορισμό για την «ευζωία» (welfare) του ζώου συντροφιάς: «Ευζωία»: η φυσική και η ψυχική κατάσταση του ζώου σε σχέση με τις συνθήκες στις οποίες διαβιεί και πεθαίνει. Ένα ζώο ζει σε συνθήκες ευζωίας εάν: (α) είναι υγιές, άνετο, καλά διατρεφόμενο και ασφαλές, (β) δεν υποφέρει από καμία δυσάρεστη κατάσταση, όπως πόνο, φόβο και αγωνία και (γ) είναι ικανό να εκφράζει συμπεριφορές, οι οποίες είναι σημαντικές για την καλή φυσική και ψυχική του κατάσταση. Οι κανόνες ευζωίας των ζώων διασφαλίζουν τις ακόλουθες αρχές: i. Ελευθερία από την πείνα και τη δίψα, με πρόσβαση σε τροφή και νερό, κατάλληλα σε ποιότητα και ποσότητα. ii. Ελευθερία από άσκοπη ταλαιπωρία και καταπόνηση, με ασφαλές και καθαρό κατάλυμα στέγασης και ανάπαυσης, που προστατεύει από αντίξοες καιρικές συνθήκες. iii. Ελευθερία από πόνο, τραυματισμό και ασθένεια, με κατάλληλη φροντίδα και κτηνιατροφαρμακευτική περίθαλψη. iv. Ελευθερία από φόβο και αγωνία, με την κατάλληλη συμπεριφορά και μεταχείριση. v. Ελευθερία έκφρασης μιας φυσιολογικής συμπεριφοράς, με κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης και κοινωνικοποίησης. Οι πέντε αυτές ελευθερίες θεωρούνται πια και διεθνώς απολύτως αναγκαίες για την «ευζωία» των ζώων. Ο ορισμός αυτός, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την «ψυχική κατάσταση του ζώου», καθώς και την διάσταση της «v. Ελευθερίας έκφρασης μιας φυσιολογικής συμπεριφοράς, με κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης και κοινωνικοποίησης», φαίνεται να είναι ικανοποιητικότερος από τον στενό ορισμό της ευζωίας στον ν. 4039/12, που αφορούσε μόνο την σωματική ευζωία του ζώου. Βεβαίως, αυτό θα προϋπέθετε ότι οι ειδικότερες ρυθμίσεις του σχεδίου νόμου για την προστασία των ζώων συντροφιάς ικανοποιούν αυτόν τον γενικότερο ορισμό, της αρωγής στην σωματική και ψυχική καλή κατάσταση του ζώου, ζήτημα που θα ερευνηθεί πιο κάτω ειδικότερα. Πράγμα, που όπως θα δειχθεί κατωτέρω, δυστυχώς δεν ισχύει. Αξίζει, εδώ, να παρατηρηθεί ότι ακόμη ικανοποιητικότερος είναι ο ορισμός του Ελβετικού νόμου για τα ζώα (Tierschutzgesetz του 2005) όπου στους ορισμούς αναφέρεται συμπληρωματικά προς την ευζωία και η ικανοποιητικότερη έννοια της «αξιοπρέπειας» ή «αξιοπρεπούς ύπαρξης» του ζώου (στα γερμανικά, Würde): «Αξιοπρέπεια του ζώου» : Αυτοτελής αξία του ζώου, η οποία πρέπει να γίνεται σεβαστή κατά την επαφή του Ανθρώπου με το ζώο. Η αξιοπρέπεια του ζώου παραβιάζεται όταν η επιβάρυνσή του δεν δικαιολογείται από υπέρτερα αγαθά ή συμφέροντα.. Επιβάρυνση του ζώου συνίσταται όταν του προκαλούνται σωματικοί πόνοι, ταλαιπωρίες ή βλάβες, όταν του προκαλείται φόβος ή υποβιβασμός όταν προκαλούνται βαθιές επεμβάσεις στις ικανότητές του ή στην εικόνα /εμφάνιση του ζώου ή όταν το ζώο υπόκειται υπέρμετρα σε εργαλειοποίηση (“instrumentalisieren”) ή καταχρηστική χρήση. Το ότι χρησιμοποιείται η έννοια της «αξιοπρέπειας» για τα ζώα συνεπάγεται ότι το ζώο ως έμβια ύπαρξη έχει αισθήσεις και συναισθήματα σε σημαντικό βαθμό κοινά με τον άνθρωπο και πρέπει να μην αντιμετωπίζεται ως «πράγμα» υποταγμένο απεριόριστα στην βούληση του ανθρώπου ή σε μια οδυνηρή ή ευτελιστική του μεταχείριση. Όσον αφορά την «ευζωία» (στα γερμανικά “Wohlerfahren”) δίδεται στον ελβετικό νόμο ο εξής ορισμός : «Ευζωία» υπάρχει όταν : 1. Η διατήρηση και η διατροφή των ζώων είναι αντίστοιχες ώστε οι σωματικές τους λειτουργίες και η συμπεριφορά τους να μην βλάπτονται και η ικανότητα προσαρμογής του να μην υφίσταται υπερβολική πίεση. 2. Η ορθή συμπεριφορά και κατάσταση του ζώου να εντάσσεται στην βιολογική του ικανότητα προσαρμογής. 3. Να είναι κλινικά υγιή. 4. Να μην υφίστανται πόνο, στενοχώρια-ταλαιπωρία και φόβο. (να περιληφθούν στην έννοια της «ευζωίας») Η έννοια της «αξιοπρέπειας» ή «αξιοπρεπούς διαβίωσης» των ζώων θα έπρεπε να προστεθεί στους ορισμούς του υπό κρίση σχεδίου νόμου, σε συνάρτηση και με τις παραμέτρους που αναφέρονται στον ελβετικό νόμο (προηγουμένως σημεία 1-4) . -Ορισμοί του ν. 4039/2012 : Ζώο συντροφιάς είναι κάθε ζώο, που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στην κατοικία του, για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάς. Δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς είναι κάθε μη άγριο ζώο, που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στην κατοικία του, για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάς και τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και φροντίδα του ιδιοκτήτη, κατόχου, συνοδού ή φύλακά του. Ως ζώα συντροφιάς θεωρούνται και οι σκύλοι, που χρησιμοποιούνται για το κυνήγι, τη φύλαξη ποιμνίων, τη φύλαξη χώρων, την παροχή βοήθειας και προστασίας ατόμων με ειδικές ανάγκες, καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης και οι σκύλοι που χρησιμοποιούνται από τις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας. Δεδομένου ότι τα ζώα δεν είναι ένα αντικείμενο ιδιοκτησίας όπως τα άψυχα και μη έμβια πράγματα, θα ήταν ορθότερο τα «δεσποζόμενα ζώα» να ορίζονται ως «κηδεμονευόμενα ζώα» Αδέσποτο ζώο συντροφιάς είναι κάθε ζώο συντροφιάς, το οποίο είτε δεν έχει κατοικία είτε βρίσκεται έξω από τα όρια της κατοικίας του ιδιοκτήτη, του κατόχου, του συνοδού ή του φύλακά του και δεν τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και τον έλεγχό τους. Οι κυνηγετικοί και σκύλοι φύλαξης ποιμνίων, καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού, της εκπαίδευσής τους, της φύλαξης του ποιμνίου, της έρευνας και της διάσωσης, δεν θεωρούνται αδέσποτα ζώα. Ορισμοί του παρόντος σχεδίου νόμου: «Ζώο συντροφιάς»: κάθε ζώο που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο κυρίως μέσα στην οικία του, για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάς και αναφέρεται στον κατάλογο του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 2016 σχετικά με τις μεταδοτικές νόσους των ζώων και για την τροποποίηση και την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της υγείας των ζώων (L 84). Αν άρθρα του παρόντος αφορούν σε συγκεκριμένα ζώα συντροφιάς, όπως σκύλους και γάτες, τότε αυτά αναφέρονται ρητώς. Ζώα συντροφιάς είναι και οι σκύλοι βοήθειας, οι σκύλοι εργασίας, καθώς και τα ζώα θεραπείας. «Μικρό ζώο συντροφιάς»: το ζώο συντροφιάς, το βάρος του οποίου δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) κιλά. «Σκύλος βοήθειας»: ο εκπαιδευμένος σκύλος οδηγός τυφλού και ο σκύλος βοήθειας και προστασίας ατόμων με αναπηρίες. «Σκύλος εργασίας»: ο σκύλος που χρησιμοποιείται για το κυνήγι (κυνηγετικός), τη φύλαξη ποιμνίων (ποιμενικός), τη φύλαξη χώρων (φύλακας), ο σκύλος έρευνας και διάσωσης, καθώς και ο σκύλος που χρησιμοποιείται από τις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας. «Δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς»: κάθε ζώο συντροφιάς που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στην κατοικία του, για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάς και τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και φροντίδα του ιδιοκτήτη, του κατόχου ή του συνοδού του. Σε κάθε περίπτωση δεσποζόμενο ζώο θεωρείται κάθε σκύλος ή γάτα με ηλεκτρονική σήμανση, καταχωρημένο στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς (ΕΜΖΣ) με εξαίρεση όσα έχουν προσωρινό ιδιοκτήτη με την έννοια της παρ. 11. Μέχρι τη σήμανση και την καταχώρησή τους στο ΕΜΖΣ, οι άμεσοι απόγονοι δεσποζόμενου σκύλου ή γάτας νοούνται αυτόματα δεσποζόμενα ζώα με ιδιοκτήτη τον ιδιοκτήτη του θηλυκού γεννήτορα. Παρατηρούμε εδώ ότι το σχέδιο νόμου παραλείπει κατά τρόπο παράδοξο να περιλάβει στα δεσποζόμενα ζώα μια σοβαρή κατηγορία ζώων, τα οποία εθεωρούντο «δεσποζόμενα» κατά τον ν. 4039/2012 : «Ως ζώα συντροφιάς θεωρούνται και οι σκύλοι, που χρησιμοποιούνται για το κυνήγι, τη φύλαξη ποιμνίων, τη φύλαξη χώρων, την παροχή βοήθειας και προστασίας ατόμων με ειδικές ανάγκες, καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης και οι σκύλοι που χρησιμοποιούνται από τις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας». Αυτό, κατά μια πρώτη ανάγνωση, μπορεί να οδηγήσει σαφώς στο ανεπιθύμητο αποτέλεσμα όλα αυτά τα ζώα να θεωρούνται «αδέσποτα» με ό,τι αυτό συνεπάγεται κατά το σχέδιο νόμου, και αν αφαιρεθούν από τον ιδιοκτήτη ή κάτοχό τους. Αυτό, επίσης, αντιτίθεται κατά το γράμμα του νόμου στον ορισμό για τον «ιδιοκτήτη ζώων συντροφιάς», όπου αναφέρεται ότι: Ιδιοκτήτης ζώου συντροφιάς»: το φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται ως ιδιοκτήτης στο έγγραφο ταυτοποίησης του ζώου και στο ΕΜΖΣ. Κατ’ εξαίρεση, για ζώα θεραπείας, σκύλους φύλαξης, έρευνας και διάσωσης, καθώς και σκύλους που χρησιμοποιούνται από τις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας, ο ιδιοκτήτης μπορεί να είναι νομικό πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή ορίζεται συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την ευζωία του ζώου και αναφέρεται στο έγγραφο ταυτοποίησης και στο ΕΜΖΣ. Ως «προσωρινοί ιδιοκτήτες ζώων» θεωρούνται : «Προσωρινός ιδιοκτήτης»: Το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στο οικείο πεδίο σήμανσης του ΕΜΖΣ για τα αδέσποτα ζώα. Σε περίπτωση νομικού προσώπου ορίζεται συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την ευζωία του ζώου. Προσωρινός ιδιοκτήτης μπορεί να είναι δήμος ή φιλοζωικό σωματείο ή φιλοζωική οργάνωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχει εγγραφεί στο Υπομητρώο Φιλοζωικών Σωματείων και Οργανώσεων της παρ. 23 και διαθέτει αδειοδοτημένο καταφύγιο ή το φυσικό πρόσωπο που διαθέτει αδειοδοτημένο καταφύγιο αδέσποτων ζώων. Ως αδέσποτα ζώα θεωρούνται κατά το σχέδιο νόμου : «Αδέσποτο ζώο συντροφιάς»: κάθε ζώο συντροφιάς, ιδίως σκύλος και γάτα, το οποίο δεν θεωρείται δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς. Και εδώ παρατηρούμε ότι αυτός ο ορισμός είναι πολύ λιγότερο ικανοποιητικός από τον ορισμό του ν. 4039/2012 και μάλιστα καθίσταται επικίνδυνος, αφού: Παραλείπεται η διευκρίνιση ότι το «αδέσποτο ζώο» δεν έχει κατοικία είτε βρίσκεται έξω από τα όρια της κατοικίας του ιδιοκτήτη, του κατόχου, του συνοδού ή του φύλακά του και δεν τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και τον έλεγχό τους. Οι κυνηγετικοί και σκύλοι φύλαξης ποιμνίων, καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού, της εκπαίδευσής τους, της φύλαξης του ποιμνίου, της έρευνας και της διάσωσης, δεν θεωρούνται αδέσποτα ζώα. Έτσι, ένα ζώο που βρίσκεται ακόμη και εντός των ορίων κατοικίας του ιδιοκτήτη –κατόχου-συνοδού-φύλακα, και το οποίο προσωρινά ή και στιγμιαία βρίσκεται εκτός άμεσης επίβλεψης και ελέγχου, μπορεί να θεωρηθεί αδέσποτο και να τεθεί υπό τον έλεγχο του δήμου. Ακόμη χειρότερα, οι κυνηγετικοί σκύλοι και σκύλοι φύλαξης ποιμνίων, καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού, της εκπαίδευσής τους, της φύλαξης του ποιμνίου, της έρευνας και της διάσωσης, αφού δεν αναφέρονται ειδικά μπορεί να θεωρούνται «αδέσποτα ζώα» και να έχουν την κατά νόμο μεταχείριση των αδεσπότων ζώων. Πράγμα που σημαίνει ότι θα αφαιρούνται αυθαίρετα από τους ιδιοκτήτες, κατόχους τους κ.λπ. Το ορθότερο είναι οι ορισμοί των δεσποζομένων και αδεσπότων ζώων να μείνουν πλησιέστερα στα όρια και στην μορφή του ν. 4039/2012, όπου, όπως θα εξηγηθεί πιο κάτω χρειάζονται και ορισμένες κρίσιμες συμπληρώσεις και εξαιρέσεις για ορισμένες φυλές ζώων συντροφιάς, όπως η Αλωπεκίδα και άλλες αυτόχθονες φυλές σκύλων. 1.2. Τρόπος απόκτησης του ζώου συντροφιάς Ο τρόπος απόκτησης ζώου συντροφιάς κατά το σχέδιο νόμου είναι εξαιρετικά τυποποιημένος και περιοριστικός. Και μάλιστα σε μια κατεύθυνση που όπως θα δούμε εγγυάται σε μεγάλο βαθμό την εμπορευματοποίηση της απόκτησης και κατοχής ζώων. Εξαιρετικά σημαντική είναι η διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 του σχεδίου νόμου: Οι επιχειρήσεις εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς ιδρύονται και λειτουργούν σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4711/2020 (Α’ 145), οφείλουν να διαθέτουν κατάλληλο ενδιαίτημα, να συμμορφώνονται με τους όρους που προβλέπονται στο π.δ. 184/1996 (Α’ 137), καθώς και με τις διατάξεις του ν. 604/1977 (Α’ 163) και του π.δ. 463/1978 (Α’ 96), και να τηρούν όλους τους κανόνες ευζωίας, ασφάλειας και παροχής κατάλληλης κτηνιατρικής περίθαλψης. Επίσης, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 του σχεδίου νόμου ορίζει ότι : Κάθε άλλη περίπτωση εκτροφής, αναπαραγωγής, πώλησης ή δωρεάν διάθεσης ζώου από ιδιώτη ιδιοκτήτη, πλην των εγκεκριμένων και αδειοδοτημένων σύμφωνα με το παρόν, θεωρείται παράνομη εκτροφή και εμπορία και υπόκειται στις ποινικές και διοικητικές κυρώσεις των άρθρων 21 και 22. Από τον συνδυασμό της παρ. 1 με την παρ. 3 του άρθρου 6 του σχεδίου νόμου, προκύπτουν τα ακόλουθα: -Απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση ένας ιδιώτης να βρει και να περισυλλέξει ένα αδέσποτο ζώο, να έλθει σε επαφή με τον ΟΤΑ που το επιβλέπει ή θα έπρεπε να το επιβλέπει, και να αιτηθεί δι’ αυτού του τρόπου την αναδοχή ή υιοθεσία του, εφόσον δεν είναι «προσωρινός ιδιοκτήτης» κατά τον ορισμό 11 του σχεδίου νόμου, εφόσον δηλαδή δεν έχει αδειοδοτημένο καταφύγιο ζώων. Ο μόνος τρόπος για να το αποκτήσει είναι είτε να το αγοράσει από τον εισαγωγέα-εκτροφέα-έμπορο ζώων και το αντίστοιχο εμπορικό κατάστημα ή να το δει στην βάση δεδομένων υιοθεσίας αδεσπότων ζώων των ΟΤΑ και να αιτηθεί την υιοθεσία του. Αυτό προκύπτει και από το άρθρο 6 παρ. 9 του σχεδίου νόμου, όπου αναφέρεται ότι ο ιδιώτης που περισυλλέγει αδέσποτο, οφείλει άμεσα να το παραδώσει στον ΟΤΑ ή σε αποκλειστικά εξουσιοδοτημένα πρόσωπα. -Απαγορεύεται ένας ιδιώτης να διαθέσει δωρεάν το ζώο του, το οποίο δεν έχει την δυνατότητα να φροντίσει περαιτέρω για κάποιον λόγο, σε άτομο της εμπιστοσύνης του, ή να του επιτρέψει να είναι ανάδοχος αυτού, ωσότου ο τελευταίος προχωρήσει και ολοκληρώσει την διαδικασία υιοθεσίας του. Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας), θεωρείται δεδομένο ότι ο ιδιώτης, όταν δεν μπορεί πια να φροντίζει το ζώο του, μπορεί να το δώσει σε άλλον ιδιώτη που τον γνωρίζει προσωπικά και εμπιστεύεται, προφανώς τηρώντας όλες τις διαδικαστικές προϋποθέσεις (εκ νέου δήλωση στο μητρώο, αλλαγή εγγράφων του ζώου, σήμανση κ.λπ.) Αυτό είναι αυτονόητο και λόγω των συναισθημάτων του ανθρώπου προς το ζώο του αλλά και λόγω των συναισθημάτων εμπιστοσύνης προς το άτομο που του το εμπιστεύεται, καθώς δεν προκρίνει μια απρόσωπη γραφειοκρατική διαδικασία παράδοσης του ζώου, το οποίο θα καταλήξει σε έναν άγνωστο ιδιοκτήτη, αν όχι στο κύκλωμα εμπορίας ζώων. Κάθε αντίθετη διάταξη νόμου είναι αντίθετη σαφώς στην ευζωία του ζώου και τις πέντε ελευθερίες που την εξειδικεύουν και δεν θα αντέξει την βάσανο προσφυγών στα ευρωπαϊκά και διεθνή δικαστήρια (βλ. παρακάτω για το συνταγματικό σκέλος του ζητήματος αυτού όσον αφορά τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη του ζώου). Επισημαίνεται εδώ ότι στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (Tierschutzgesetz 2006) επιτρέπεται στον ιδιώτη να δωρίσει ή και να πωλήσει ακόμη ζώο συντροφιάς που βρίσκεται στην ιδιοκτησία και φύλαξή του. Ιδίως, από την σκοπιά της άνευ ανταλλάγματος παραχώρησης και ανάθεσης φύλαξης, αυτή είναι μια πολύ ορθή ρύθμιση, αφού αποδέχεται και εγγυάται το στοιχείο και του προσωπικού δεσμού ανθρώπου και ζώου συντροφιάς αλλά και την ανάθεση της φύλαξής του στο εφεξής σε πρόσωπο εμπιστοσύνης και όχι σε μια απρόσωπη γραφειοκρατική διαδικασία. Δεδομένου ότι ο προσωρινός ιδιοκτήτης είναι είτε ΟΤΑ είτε άλλο νομικό πρόσωπο (φιλοζωικό σωματείο) είτε φυσικό πρόσωπο που έχει «αδειοδοτημένο καταφύγιο ζώων» (πράγμα που σε μεγάλο βαθμό συνδέεται με την οργανωμένη –επαγγελματική εκτροφή και εμπορία ζώων, αφού τα οργανωμένα καταφύγια βασικά έχουν και αυτά επαγγελματικό και εμπορικό προσανατολισμό ), αυτό που συμβαίνει είναι το ότι οι παραπάνω απαγορεύσεις α) αίρουν την δυνατότητα φυσικής και προσωπικής γειτνίασης και συσχέτισης ανθρώπων και αδεσπότων ζώων με σκοπό την υιοθεσία, και γενικότερα την φυσική συσχέτιση ανθρώπων και ζώων και ιδίως β) καθιστούν απολύτως κυρίαρχο στο σύστημα απόκτησης και υιοθεσίας ζώων το μεγάλο εμπορικό δίκτυο διεθνών μεγάλων εταιρειών εκτροφής-εισαγωγής-εμπορίας ζώων συντροφιάς. Στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι ο σκοπός του νομοθέτη είναι ακριβώς να αποκτήσει τον κύριο, ή ορθότερα, τον αποκλειστικό έλεγχο στην αναπαραγωγή και απόκτηση των ζώων συντροφιάς το επιχειρηματικό δίκτυο εκτροφής/εισαγωγής/πώλησης. Δεδομένου ότι μπορεί μεν προσωρινοί ιδιοκτήτες να είναι οι ΟΤΑ που προσωρινά φροντίζουν το αδέσποτο ζώο ή φιλοζωικά σωματεία που συνεργάζονται με αυτούς, αλλά απαγορεύεται αυστηρά να είναι μη εξουσιοδοτημένοι ιδιώτες και, επίσης, ότι σε σχέση με ιδιαίτερες κατηγορίες ή «ράτσες» ζώων συντροφιάς ο ενδιαφερόμενος θα στραφεί στον έμπορο και στο δίκτυο του εμπόρου και όχι στο τμήμα της βάσης υιοθεσίας αδεσπότων των Δήμων κ.λπ., δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πια κατά το άρθρο 6 του σχεδίου νόμου, όπως στο αρχικό σχέδιο νόμου, καν «ερασιτέχνες εκτροφείς» αλλά μόνο εταιρείες εκτροφής- εμπορίας και «εξουσιοδοτημένα καταφύγια αδεσπότων ζώων» (τα οποία πολύ συχνά έχουν κερδοσκοπικό-εμπορικό προσανατολισμό), το εμπορικό κύκλωμα αποκτά παντοδυναμία στην απόκτηση ζώων συντροφιάς. Αυτό θα φανεί και στο κεφάλαιο που αφορά την υποχρεωτική στείρωση των ζώων συντροφιάς. (συνεχίζεται) https://greatdanegnosis.wixsite.com/alopekis