• Σχόλιο του χρήστη 'ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΛΙΟΥΡΑΣ' | 29 Μαΐου 2018, 22:22

    Άρθρο 97 – Υποχρέωση πίστεως – Συγκρούσεις συμφερόντων Στο άρθρο αυτό αναφέρεται ότι τα μέλη του ΔΣ και κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί από αυτό αρμοδιότητες του έχουν υποχρέωση πίστεως απέναντι στην εταιρία. Τόσο στην ελληνική όσο και σε αλλοδαπές έννομές τάξεις, αναγνωρίζεται ότι και οι εταίροι κεφαλαιουχικών εταιριών, και ιδίως οι μέτοχοι ανώνυμων εταιριών, υπέχουν υποχρέωση πίστης όχι μόνο προς την ίδια την εταιρία στην οποία μετέχουν, αλλά και μεταξύ τους. Η υποχρέωση πίστης βαραίνει, όπως είναι φυσικό, πρωταρχικά και σε εντονότερο βαθμό τον δεσπόζοντα μέτοχο μιας εταιρίας. Τέτοιος είναι ιδίως ο μέτοχος που διαθέτει την πλειοψηφία των μετοχών μιας ανώνυμης εταιρίας, προπάντων δε όταν αυτός που διαθέτει την καταστατική πλειοψηφία, η οποία του επιτρέπει πρακτικά απεριόριστη επέμβαση στα εσωτερικά της εταιρίας προς βλάβη τόσο της τελευταίας όσο και των υπόλοιπων μετόχων, όπως συνέβαινε εν προκειμένω αναφορικά με την Cardfactory AG η οποία διέθετε, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, το 70% των μετοχών της ΕΒΕΚ ΑΕ. Στην Αγωγή, γίνεται λεπτομερής ανάλυση για την υποχρέωση πίστης μεταξύ των μετόχων Ανώνυμης Εταιρίας και για τις συνέπειες από την παραβίαση της. Γίνεται αναφορά τόσο στην Ελληνική νομολογία όσο και στις ισχύουσες διατάξεις στην Γερμανία. Παρακάτω αντιγράφουμε το σχετικό απόσπασμα από την Αγωγή: «Στην περίπτωση της ΕΒΕΚ ΑΕ ο βασικός μέτοχος της Cardfactory AG, ο οποίος είναι πλειοψηφών μέτοχος σε αυτήν, και μέσω της Cardfactory AG κατέχει το 70% της ΕΒΕΚ ΑΕ, έχει δεσπόζουσα θέση και είναι βασικός κυρίαρχος. Ως εκ τούτου έχει υποχρέωση να τηρεί της αρχές της καλής πίστης. Η θεμελίωση της υποχρέωσης στη θέση του δεσπόζοντος μετόχου ως de facto διοικούντος οργάνου της εταιρίας, στην αρχή της καλής πίστης (άρθρα 200 και 288 ΑΚ), στην ύπαρξη μιας εν τοις πράγμασιν προσωποπαγούς δομής της ανώνυμης εταιρίας, στη θέση του δεσπόζοντος μετόχου ως θεματοφύλακα και καταπιστευματοδόχου των λοιπών μετόχων, στην ιδιότητα των μετόχων ως μελών του νομικού προσώπου και στο καταστατικό της ανώνυμης εταιρίας ως σύμβασης με την οποία η εταιρία οργανώνεται σε λειτουργούν νομικό πρόσωπο, στην υποχρέωση των εταίρων για επιδίωξη του εταιρικού σκοπού κλπ (για μια καλή επισκόπηση της σχετικής συζήτησης βλ. λ.χ. Τριανταφυλλάκη, Ευθύνη μετόχου ασκούντος επιρροή στη διοίκηση ανωνύμου εταιρίας, ΧρΙΔ 2003, 673 επ). Ιδίως το Γερμανικό Ακυρωτικό (BGH) αναγνωρίζει ρητά την ύπαρξη μιας ιδιαίτερης νομικής σχέσης (Sonderverbindung) μεταξύ των μετόχων ανώνυμης εταιρίας με περιεχόμενο προπάντων την υποχρέωση πίστης προς αλλήλους. Κρίσιμο, σύμφωνα με τη νομολογία του Γερμανικού Ακυρωτικού, είναι ιδίως το επιχείρημα ότι και στην ανώνυμη εταιρία ο μέτοχος της πλειοψηφίας έχει την δυνατότητα, μέσω της άσκησης επιρροής στη διοίκηση της εταιρίας, να επιδράσει δυσμενώς στα εταιρικά συμφέροντα των άλλων μετόχων, έτσι ώστε να δημιουργείται σε αντιστάθμισμα η ανάγκη για αναγνώριση ενός εταιρικού καθήκοντος του πλειοψηφούντος μετόχου να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα αυτά. Περαιτέρω, σύμφωνα με το Γερμανικό ακυρωτικό, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι και μια ανώνυμη εταιρία μπορεί να έχει οργανωτική δομή όμοια με μια προσωπική εταιρία. Μάλιστα, η αναγνώριση της υποχρέωσης πίστης μεταξύ των εταίρων δεν μπορεί να εξαρτάται αποφασιστικά από την εξωτερική νομική μορφή της εταιρίας• κρίσιμη είναι αντιθέτως μόνο η εσωτερική δομή. Είναι προφανές ότι οι ενέργειες της Cardfactory AG όχι απλώς δεν επιδίωκαν θετικά, αλλά εμπόδιζαν ενεργά την επίτευξη του εταιρικού σκοπού και ιδίως στην διασφάλιση της παραγωγικής, εμπορικής και εν γένει επιχειρηματικής βιωσιμότητας της ΕΒΕΚ. Μάλιστα, η εναγομένη εμπόδιζε ακόμη και τον ενάγοντα να προβαίνει τουλάχιστον αυτός στια απαραίτητες ενέργειες για την προώθηση των συμφερόντων της ΕΒΕΚ, δεδομένου ότι προκάλεσε όχι απλώς την αναγκαστική απομάκρυνση του από την διοίκηση της εταιρίας, αλλά εν πολλοίς και τον αποκλεισμό του από κάθε πληροφορία που θα μπορούσε να λαμβάνει άμεσα ή έμμεσα για τις υποθέσεις της εταιρίας. Γενικά, με τις ενέργειες της η Cardfactory AG παραβίαζε συστηματικά την υποχρέωση πίστης προς τον ενάγοντα επειδή δεν ελάμβανε υπόψη, ως όφειλε, τα εύλογα συμφέροντα του ως μετόχου της μειοψηφίας. Ιδίως δεν ελάμβανε υπόψη το συμφέρον του ενάγοντος να συμμετέχει ενεργά σε μια εταιρία που πραγματικά επιδιώκει τον καταστατικό σκοπό της και δεν αποστερείται χωρίς λόγο και χωρίς επαρκές αντάλλαγμα τα αναγκαία για την επιδίωξη αυτή μέσα». Σύμφωνα με την παραπάνω ανάλυση, η οποία είναι ακόμα πιο αναλυτική στην Αγωγή, οι αρμόδιοι της Cardfactory AG και ο βασικός μέτοχος δεν ετήρησαν τις υποχρεώσεις της καλής πίστης και παραβίασαν τις διατάκεις του ΑΚ 914 και 919. Αίτημα μας είναι όταν δεν τηρούνται οι υποχρεώσεις πίστης, τόσο από τα μέλη του ΔΣ όσο και από τον δεσπόζοντα μέτοχο, και παραβιάζονται τα άρθρα ΑΚ 914 & 919, να προβλεφθεί όρος σύμφωνα με τον οποίον ο μειοψηφών μέτοχος έχει απευθείας αξίωσης για την ζημία την οποία υπέστη τόσο από τα μέλη του ΔΣ όσο και από τον βασικό μέτοχο.