• Στο Άρθρο 1 του Σχεδίου Νόμου, που τροποποιεί το Άρθρο 2 του Ν. 4412/2016 και συγκεκριμένα στην παράγρ. 48.2.4 , ορίζεται ότι : «ως διευθύνουσα υπηρεσία νοείται η τεχνική υπηρεσία του φορέα κατασκευής του έργου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο και την διοίκηση της κατασκευής του έργου». Από τον αντίστοιχο ορισμό του ισχύοντος σήμερα Ν. 4412/2016 της παραγρ. 2.4. του Άρθρου 2, απουσιάζει η αναφορά για την «παρακολούθηση». Δεν νοείται διάταξη Νόμου που ν’ αφαιρεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία το δικαίωμα , αλλά και την υποχρέωσή της , για «παρακολούθηση» του τρόπου κατασκευής ενός δημοσίου έργου, την ώρα μάλιστα που ο ίδιος Νόμος την καθιστά υπεύθυνη για τον έλεγχο και την διοίκηση του ίδιου έργου. Απαιτείται στην παρούσα παράγραφο του Σχεδίου Νόμου και η αναφορά για υποχρέωση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και για την «παρακολούθηση». Σε διαφορετική περίπτωση, το πλήθος των μελλοντικών παρερμηνειών και αμφισβητήσεων που φαίνεται ότι θα εγερθούν, δεν θα συμβάλουν στην ομαλή και έγκαιρη κατασκευή των έργων, ιδιαίτερα σε θέματα διαφωνιών και αστοχιών από πλευράς Αναδόχου. Στο Άρθρο 10 του Σχεδίου Νόμου και συγκεκριμένα στην παράγρ. 1 , ορίζεται ότι: «Οι αναθέτουσες αρχές που κρίνουν ότι δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια ή η τεχνική τους επάρκεια είναι ελλιπής, μπορούν ….». Η τεχνική επάρκεια ή μη μιας Διευθύνουσας Υπηρεσίας, δεν μπορεί να αποφασίζεται από την Αναθέτουσα Αρχή χωρίς αντικειμενικά θεσμοθετημένα κριτήρια, μη αμφισβητήσιμα. Είναι αναγκαίο στο Άρθρο αυτό να συμπεριληφθούν κριτήρια τεχνικής επάρκειας, συνδεόμενα π.χ. με τον ελάχιστο αριθμό υπηρετούντων τεχνικών υπαλλήλων ανά κατηγορία εκπαίδευσης και ειδικότητας, ή με μέσα και εξοπλισμό, κ.λ.π. προκειμένου να μην υπάρχουν αμφισβητήσεις, ή υπερβάσεις της Προϊσταμένης Αρχής σε κάθε περίπτωση, είτε θετικής, είτε αρνητικής απόφασής της, επί του ερωτήματος «ύπαρξη ή μη τεχνικής επάρκειας». Πόσο μάλλον, όταν με βάση αυτή την Απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, θα ενεργοποιείται στην συνέχεια ο νέος θεσμός του «πιστοποιημένου ιδιωτικού φορέα ως επιβλέποντος», ή και του «επιβλέποντος ελεγκτή μηχανικού». Αναφερόμενοι στο Άρθρο 17 του Σχεδίου Νόμου, καταγράφουμε τα εξής: Η έκδοση πρότυπων εγγράφων σύμβασης με δεσμευτική ισχύ από την Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. που προβλέπονταν με την παρ. 5, του Άρθρου 53 του ισχύοντος Νόμου 4412/2016, (π.χ. πρότυπων Διακηρύξεων), εξασφάλιζε ενιαίους όρους και ενιαίες διατυπωμένες διατάξεις για κάθε κατηγορία δημοπρατουμένης Σύμβασης όμοια. Τα παραπάνω εξασφάλιζαν συνθήκες όμοιας αντιμετώπισης των όποιων διαφωνιών ή παραλείψεων προέκυπταν π.χ. κατά τον έλεγχο από υπερκείμενες ελεγκτικές Αρχές, ή άλλες περιπτώσεις. Όλα τα μέχρι στιγμής ισχύοντα δεν εξασφαλίζονται πλέον με την παράγρ. 5 του Άρθρου 17, σύμφωνα με την οποία «πρότυπα ή υποδείγματα εγγράφων σύμβασης, μπορούν να εκδίδονται από την Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. …». Το ότι πράγματι, η έκδοση νέων προτύπων υπολείπεται αρκετά σε ταχύτητα, των τροποποιήσεων της νομοθεσίας, δεν αντιμετωπίζεται με την κατάργηση ενός χρήσιμου θεσμού, αλλά με βελτίωση της υπάρχουσας διαπιστωμένης αδυναμίας, εν προκειμένω την έκδοση νέων προτύπων από την Αρχή, χρονικά πολύ κοντά στις τροποποιούμενες κάθε φορά νομοθεσίες. Εν τέλει θεωρούμε ότι η έννοια της δεσμευτικότητας στην έκδοση των πρότυπων εγγράφων σύμβασης, πρέπει να παραμείνει, ως τον αρχικό Νόμο 4412/2016 και στο νέο Σχέδιο Νόμου για τον εκσυγχρονισμό του. Με την παράγραφο 4, του Άρθρου 21, του Σχεδίου Νόμου, «Η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται σε έργα με εκτιμώμενη αξία σύμβασης μεγαλύτερη του 1.000.000 ευρώ, να αναρτά στην ιστοσελίδα της δύο (2) τουλάχιστον μήνες πριν από την διενέργεια του διαγωνισμού, την μελέτη κατασκευής του έργου». Με την διάταξη αυτή, στον συνολικό χρόνο υλοποίησης μιας σύμβασης έργου, προστίθεται ένας επί πλέον χρόνος 2 μηνών, πέραν όλων των άλλων γνωστών ως σήμερα επί μέρους χρόνων , (σύνταξη μελέτης, έγκρισή της, υποβολή για χρηματοδότηση, δέσμευση ποσών, δημοσίευση, διαγωνισμός, προσφυγές, Ελεγκτικό συνέδριο, οψιγενείς μεταβολές), με αμφίβολα αποτελέσματα στην χρησιμότητά του. Η καλύτερη προετοιμασία του Αναδόχου, όσο αφορά την μελέτη, οφείλει και πρέπει να αντιμετωπισθεί με καλύτερη δική του οργάνωση και όχι με άλλη σημαντική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της Σύμβασης. Θεωρούμε λοιπόν αναγκαίο την κατάργηση της παραγράφου 4, του άρθρου 21, στο παρόν Σχέδιο Νόμου. Με την παραγρ. 14. β του Άρθρου 22 του Σχεδίου Νόμου, προβλέπεται ότι : «Η εγγύηση καλής εκτέλεσης ………….. μειώνεται αμέσως μετά από την έγκριση του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής σε ποσοστό 20% …..», όταν όμως το Άρθρο 170 του ισχύοντος Ν. 4412/2016, έχει καταργηθεί. Ομοίως αναφέρεται στο Άρθρο 11 Συγκρότηση και τήρηση φακέλου δημόσιας σύμβασης παρ. Γ.15) το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής και στο Άρθρο 73 Απολογιστικές εργασίες παρ « 9…….. Τα φύλλα του ημερολογίου αυτού συνοδεύουν τους απολογισμούς των έργων και τίθενται υπόψη της επιτροπής προσωρινής παραλαβής Απαιτείται επαναδιατύπωση των εν λόγω παραγράφων λόγω κατάργησης της Προσωρινής Παραλαβής στο άρθρο 86 του Σχεδίου Νόμου (αρ. 170 Ν4412/16) Με το Άρθρο 53, παραγρ. 3. β. του Σχεδίου Σύμβασης ορίζεται , στο τελευταίο χωρίο της ότι : «…….. Για την διαδικασία σύναψης σύμβασης απ’ ευθείας ανάθεσης, Δεν αξιολογούνται προσφορές οικονομικών φορέων που δεν προσκλήθηκαν να υποβάλουν προσφορά». Η έως τώρα εμπειρία μας από ανάλογες περιπτώσεις κατέδειξε ότι, αφ’ ενός μεν είναι αρκετές οι περιπτώσεις που επί πλέον προσφορές καταφθάνουν στους Αναθέτοντες φορείς, πλέον αυτών που προσκλήθηκαν , αφ’ ενός ετέρου δε, δεν αποτελεί ιδιαίτερο φόρτο, ούτε ακύρωση της ευελιξίας της εν λόγω διαδικασίας ο έλεγχος κάποιου αριθμού προσφορών ακόμα. Αντιθέτως , ενισχύει την διαφάνεια, αλλά και την αξιοπιστία των αναθετόντων φορέων, ιδιαίτερα στις μικρές τοπικές κοινωνίες. Θεωρούμε λοιπόν ότι η εν λόγω διάταξη πρέπει να παραμείνει και στο Σχέδιο του παρόντος Νόμου . Με βάση τα Άρθρα 57 και 58 δίνεται η δυνατότητα, η επίβλεψη να ασκείται και από πιστοποιημένο ιδιωτικό φορέα και από διαπιστωμένο ιδιώτη ελεγκτή μηχανικό, για έργα κάτω των ορίων. Η εισαγωγή τέτοιας δυνατότητας πλέον, για επίβλεψη από άτομα και φορείς εν γένει εκτός της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και εκτός υπαλληλικής σχέσης με τον Αναθέτοντα Φορέα, αλλάζει το ισχύον ως σήμερα πλαίσιο, περί επίβλεψης , στην βάση του. Είναι ορατά τα προβλήματα που θα παρουσιασθούν με τον νέο θεσμό, καθώς δεν εξασφαλίζεται καθόλου και από πουθενά ή σύμπλευση εξωτερικών μελετητών (επιβλεπόντων) και Διευθύνουσας Υπηρεσίας, δεν προσθέτει στην διαφάνεια , δημιουργεί πρόσθετες υποχρεώσεις και βάρη στον Αναθέτοντα Φορέα σε περιπτώσεις εναντίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας σε πορίσματα της επίβλεψης, προσθέτει αναγκαίους επί πλέον χρόνους, για επίλυση διαφωνιών που θα ανακύπτουν και σε κάθε περίπτωση δεν λύνει υπαρκτά προβλήματα. Η διαπίστωση αδυναμίας σε κάποιες περιπτώσεις Αναθετόντων Φορέων για πραγματική επίβλεψη, λόγω έλλειψης προσωπικού, δεν μπορεί ν’ αντιμετωπισθούν με ευκαιριακές εξωτερικές συνεργασίες επιβλεπόντων, αλλά μόνο με πρόσληψη μονίμου υπηρεσιακού δυναμικού Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. Με δεδομένο μάλιστα ισχύος του Άρθρου 128 του Σχεδίου Νόμου περί «Ανάθεσης εξειδικευμένων υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) για δημόσιες συμβάσεις, αξίας μεγαλύτερης των 30.000.000 €….» , έργων δηλαδή πολύ σημαντικών για τους Αναθέτοντες φορείς, όπου πραγματικά η εξειδίκευση και στην επίβλεψη αναζητείται, η θέσπιση των Άρθρων 57, όπως και του 58 του Σχεδίου Νόμου, πρέπει να επανεξετασθούν – επαναξιολογηθούν και εν τέλει να καταργηθούν. Δεν θα είναι δυνατόν να υλοποιηθεί η περιγραφόμενη στο σχέδιο νόμου διαδικασία του «ιδιωτικού φορέα επίβλεψης» χωρίς κριτήρια διασφάλισης ποιότητας παραγόμενου δημόσιου έργου, καθώς και πλήρους αποσαφήνισης ευθυνών και κυρώσεων που αφορούν τα τρία μέρη (Ανάδοχο – Κύριο του Έργου – Ιδιωτικού Φορέα επίβλεψης ) Με την παραγρ. 1 του Άρθρου 70 του Σχεδίου Νόμου ορίζεται ότι : «…..Τα επιμετρητικά στοιχεία υποβάλλονται από τον ανάδοχο στους επιβλέποντες …… με δήλωση περί αληθείας τους ….», ενώ και με την παραγρ. 3 ορίζεται ότι : «Ο προϊστάμενος της Διευθύνουσας υπηρεσίας δύναται οποτεδήποτε να διατάξει τη συνολική ή δειγματοληπτική ενδεικτική επαλήθευση οιασδήποτε υποβληθείσας επιμέτρησης ………..». Δεν μπορεί πληρωμές πιστοποιήσεων, μικρών ή μεγάλων σε ποσά, να γίνονται με βάση ενδεικτικούς ελέγχους επιμετρήσεων και δηλώσεις περί αληθείας αυτών, από τον Ανάδοχο. Αυτά δεν συμβάλουν ούτε στην αξιοπιστία, ούτε στην διαφάνεια, αλλά ούτε και στην ασφάλεια υλοποίησης της σύμβασης. Οι λίγες και διαπιστωμένες βεβαίως περιπτώσεις, μη έγκαιρου ελέγχου από την Διευθύνουσα Υπηρεσία, των υποβληθεισών επιμετρήσεων του Αναδόχου, που επέφεραν αυτοδίκαια δυσμενή αποτελέσματα, δεν αντιμετωπίζονται με δειγματοληπτικούς ελέγχους των επιμετρήσεων και δηλώσεων περί αληθείας του Αναδόχου, αλλά με ύπαρξη ικανών και καταρτισμένων Διευθυνουσών Υπηρεσιών, που σημαίνει μεταξύ των άλλων και στελέχωσή των με το αναγκαίο Τεχνικό επιστημονικό δυναμικό όλων των κατηγοριών εκπαίδευσης. Θεωρούμε ότι αυτές οι διατάξεις στο Σχέδιο Νόμου πρέπει να καταργηθούν. Σύμφωνα με το Άρθρο 222 του ισχύοντος Ν. 4412/2016 : 1. Το παρόν Βιβλίο ΙΙ (άρθρα 222 έως 338) θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες προγραμματισμού και σύναψης που πραγματοποιούνται από αναθέτοντες φορείς για συμβάσεις και διαγωνισμούς μελετών, ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας αυτών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στα επιμέρους άρθρα του παρόντος Βιβλίου. 2. Διαδικασία σύναψης σύμβασης κατά την έννοια του παρόντος Βιβλίου, είναι η διαδικασία για την απόκτηση έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών από οικονομικούς φορείς που επιλέγονται από έναν ή περισσότερους αναθέτοντες φορείς, εφόσον τα εν λόγω έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες προορίζονται για την εκτέλεση μιας εκ των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα άρθρα 228 έως 234. Επίσης, σύμφωνα με το Άρθρο 230 του ισχύοντος Ν. 4412/2016, «Ύδωρ» : 1. Όσον αφορά στο νερό, οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 222 έως 338) εφαρμόζονται στις ακόλουθες δραστηριότητες : α) την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος· β) την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με πόσιμο ύδωρ. 2. Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου εφαρμόζονται επίσης στις συμβάσεις που ανατίθενται ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν δραστηριότητα οριζόμενη στην παράγραφο 1, και που συνδέονται με ένα από τα ακόλουθα: α) έργα υδραυλικής μηχανικής, άρδευσης ή αποστράγγισης, εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για την τροφοδότηση με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το 20% του συνολικού όγκου ύδατος που παράγεται από τέτοια έργα ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης· β) την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων. Οι Δ.Ε.Υ.Α. της χώρας με κύριο αντικείμενο δραστηριότητάς των το «Ύδωρ» είναι σαφές ότι ανήκουν στο βιβλίο ΙΙ, με βάση και το Άρθρο 230 του Ν. 4412/2016. Οι επί μέρους διατυπώσεις όμως αυτών των άρθρων 230 και 222, με ιδιαίτερη έμφαση μόνο στις δραστηριότητες «λειτουργίας σταθερών δικτύων», «τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων», «έργα υδραυλικής μηχανικής», ή «την αποχέτευση – επεξεργασία λυμάτων», δημιουργεί άδικες παρερμηνείες και αμφισβητήσεις πολλές φορές και από υπερκείμενες ελεγκτικέςς Αρχές , στην περίπτωση που το αντικείμενο μίας Σύμβασης Δ.Ε.Υ.Α. είναι εκτός «ύδατος», όπως ενός έργου Οικοδομικού (π.χ. κτίριο λειτουργίας της), μία προμήθεια (π.χ. καυσίμων , χαρτικών , δομικών υλικών , κ.λ.π. ) , ή μιάς υπηρεσίας ( π.χ. καθαριότητας κτιρίων) , παρ’ όλο που και αυτές οι Συμβάσεις έρχονται να υποστηρίξουν την συνολική λειτουργία – δραστηριότητα των Δ.Ε.Υ.Α., που είναι σαφώς το «Ύδωρ». Στην περίπτωση αυτή και για αυτά τα είδη των Συμβάσεων μόνο , μπορεί να κληθούν οι Δ.Ε.Υ.Α. να εφαρμόσουν τις διατάξεις του Βιβλίου Ι. Οι Δ.Ε.Υ.Α. θεωρούν ότι στο παρόν Σχέδιο Νόμου και προκειμένου να μην υπάρχουν τέτοιου είδους παρερμηνείες, πρέπει να συμπεριληφθεί σαφής διάταξη με την οποία: «Εφ’ όσον η κύρια δραστηριότητα ενός Φορέα είναι μία από αυτές που αναφέρονται στα Άρθρα 228 – 234 , τότε όλοι οι προκηρυσσόμενοι διαγωνισμοί από τον φορέα αυτού για σύναψη σύμβασης έργου, προμήθειας ή υπηρεσίας, ακόμα και αυτών που δεν σχετίζονται άμεσα με την κύρια αναφορά του επί μέρους Άρθρου , ακολουθούν τις διαδικασίες του βιβλίου ΙΙ , στο σκεπτικό ότι πρόκειται για υποστηρικτικές συμβάσεις της μίας, κύριας και βασικής δραστηριότητας – λειτουργίας που αναφέρει το επί μέρους Άρθρο» . Η παραπάνω διάταξη για τις Δ.Ε.Υ.Α. θα σημαίνει ότι το σύνολο των διαδικασιών που θα ακολουθούνται σε οποιαδήποτε διαγωνισμό έργου, μελέτης προμήθειας, υπηρεσίας, αρμοδιότητάς της, θα πραγματοποιούνται αποκλειστικά με τις διατάξεις του Βιβλίου ΙΙ. Στο Άρθρο 31 του Σχεδίου Νόμου , μεταξύ των άλλων ορίζεται ¨ότι : « 2. Η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά ……προσδιορίζεται βάσει τιμής ή του κόστους ………. Και μπορεί να περιλάβει την βέλτιστη σχέση ποιότητας – τιμής …..βάσει κριτηρίων ….. ποιοτικών, περιβαλλοντικών ή / και κοινωνικών ….», ενώ στην συνέχεια αναλύει τι μορεί να περιλαμβάνονται στα κριτήρια αυτά. Θεωρούμε ότι στο Άρθρο αυτό, θα πρέπει να συμπεριληφθούν και πολύ ειδικότερες διατάξεις που να διέπουν και όλα τα κρίσιμα τεχνικά χαρακτηριστικά, που κάθε φορά το κάθε είδος της Σύμβασης θα ορίζει, π.χ.: • Τις αντοχές επί μέρους υλικών, μέσα από τιμές εργαστηριακών δοκιμών • Την βελτιστοποίηση του λειτουργικού αποτελέσματος με προσθήκες – παρεμβάσεις που δεν μειώνουν τις συμβατικές προδιαγραφές και τους αντίστοιχους προϋπολογισμούς. • Την απόδοση επί μέρους εξαρτημάτων – μηχανημάτων • Την μείωση κόστους συντήρησης και λειτουργίας του έργου • Την αύξηση του χρόνου ζωής του έργου. Όλα τα παραπάνω σήμερα δεν προκύπτουν σαφώς από τα αναγραφόμενα στο Άρθρο 31 του Σχεδίου Νόμου και η επίκλισή των σε διαγωνισμό, δεν φαίνεται ασφαλής. Τέλος και για το ίδιο Άρθρο , θεωρείται δεδομένη η ανάγκη , η Πολιτεία να προχωρήσει στην σύνταξη Πρότυπου Τεύχους Διακήρυξης και για το Άρθρο 86 , προς περεταίρω διευκόλυνση όλων των Φορέων Δημοπράτησης , σε περίπτωση που αποφασισθεί η χρήση πρότυπων τευχών από την Αρχή να είναι δεσμευτική. Με βάση το Άρθρο 112 του Σχεδίου Νόμου που τροποποιεί το Άρθρο 277 του ισχύοντος Ν. 4412/16 : «Ο Φάκελος δημόσιας Σύμβασης συμπληρώνεται και επικαιροποιείται σε όλα τα επιμέρους στάδια σύναψης της σύμβασης και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον: α) την τεκμηρίωση της σκοπιμότητας της σύμβασης, β) τον προϋπολογισμό της σύμβασης και την τεκμηρίωσή του……» , Η τεκμηρίωση του εκάστοτε προϋπολογισμού για έργα των Δ.Ε.Υ.Α, στις πλείστες των περιπτώσεων , προκύπτει ως άθροισμα επί μέρους γινομένων , ποσότητα εργασίας * τιμή εργασίας , όπου : οι μεν ποσότητες προκύπτουν από τις αρχικές προμετρήσεις του υπό μελέτη έργου, οι δε τιμές εργασίες προκύπτουν από τα εγκεκριμένα τιμολόγια της Ελληνικής Πολιτείας. Τμήμα όμως των δραστηριοτήτων των Δ.Ε.Υ.Α. και μάλιστα πολύ σημαντικό , είναι και η συντήρηση των δικτύων (ΥΔΡ – ΑΠΧ) και οι αποκαταστάσεις τομών οδοστρωμάτων και πεζοδρομίων εξ’ αιτίας αυτών, που ως γεγονότα υπάρχουν , είναι βέβαιο ότι θα συμβούν κατά την διάρκεια ενός (1) έτους , χωρίς όμως να μπορούν να προβλεφθούν οι ακριβείς ποσότητες (στις ούτως ή άλλως πολυάριθμες διατομές αγωγών μας, ανά διατομή. Έτσι ο εκάστοτε μελετητής ενός έργου συντήρησης ΥΔΡ- ΑΠΧ ή αποκαταστάσεων οδών και πεζοδρομίων, είναι υποχρεωμένος να προμετρήσει την ώρα σύνταξης της μελέτης, και ποσότητες που θα συμβούν στο μέλλον και πρέπει ν’ αποκατασταθούν. Αυτό παρ’ όλο που βασίζεται σε δεδομένα και προηγούμενων ετών, μπορεί ν’ αποτελέσει σήμερα, με την υπάρχουσα διατύπωση του Νόμου, σημείο διαφωνιών (και με Τοπικούς Επιτρόπους), κατά πόσο ένας έτσι συντεταγμένος Προϋπολογισμός έργου Συντηρήσεων, μπορεί να θεωρείται τεκμηριωμένος . Θεωρούμε λοιπόν, προς άρση κάθε τέτοιας αμφισβήτησης στο παρόν Άρθρο του Σχεδίου Νόμου , να συμπεριληφθεί διάταξη που να ορίζει ότι: «Σε έργα συντήρησης ΥΔΡ, ΑΠΧ, Αποκαταστάσεων τομών και Η/Μ εξοπλισμού και εγκαταστάσεων ΕΕΛ που εκ των πραγμάτων η αρχική προμέτρηση δεν μπορεί να υπάρχει, αλλά εν πολλοίς μόνο να εκτιμηθεί με βάση και δεδομένα παρελθόντων ετών , ο προϋπολογισμός να θεωρείται τεκμηριωμένος, ακόμα και αν οι προμετρήσεις δεν προκύπτουν από ένα συνεχές γνωστό τμήμα φυσικού αντικειμένου, αντικείμενο αρχικής μελέτης». Με βάση την παρ. 7.β. του Άρθρου 17 του Σχεδίου Νόμου , που τροποποιεί το Άρθρο 53, του ισχύοντος Ν. 4412/16 : «Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται μετά από αίτημα της αναθέτουσας αρχής και ύστερα από γνώμη του Τμήματος Κατασκευών του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, μπορεί να προστίθενται στη διακήρυξη επιπλέον όροι, που αφορούν την τεχνική και οικονομική ικανότητα όταν τούτο ενδείκνυται από το είδος ή την πολυπλοκότητα του προς ανάθεση έργου». Κάποια από τα έργα που οι Δ.Ε.Υ.Α της χώρας κατασκευάζουν, όπως Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυμάτων, ( Ε.Ε.Λ. ) , Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Νερού, ( ΕΕ.Ν.) , Δίκτυα Αποχέτευσης με την μέθοδο δικτύων κενού, φράγματα κ.λ.π. είναι και ιδιαίτερης τεχνογνωσίας και πολύπλοκα. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι συχνή η λογική σκέψη των Διευθυνουσών Υπηρεσιών, να προσθέτουν στους όρους της Διακήρυξης πρόσθετους όρους Τεχνικής και Οικονομικής ικανότητας, για την ασφαλέστερη κατασκευή του έργου , που όμως απαιτούν Απόφαση Υπουργού Υποδομών, διαδικασία χρονοβόρα που προσμετράτε στον χρόνο ολοκλήρωσης του έργου. Προς διευκόλυνση των διαδικασιών θεωρούμε σκόπιμο στο παρόν Άρθρο , να αντικατασταθεί η διάταξη αυτή και η Απόφαση για τους επί πλέον Τεχνικούς και Οικονομικούς όρους να λαμβάνεται από την Προϊσταμένη Αρχή μας, μετά από σύμφωνη γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου της αντίστοιχης Περιφερειακής Ενότητας. Με βάση τα Άρθρα 49 και 127 του Σχεδίου Νόμου, καταργούνται τα Άρθρα 117 (Βιβλίο Ι) και 327 (Βιβλίο ΙΙ) του ισχύοντος Νόμου 4412/2016 , περί Συνοπτικών Διαγωνισμών . Είναι γενικά αποδεκτό ότι η παραπάνω διαδικασία του Συνοπτικού Διαγωνισμού , σ’ όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα ισχύος του Νόμου 4412/2016 συνεισέφερε κατά πολύ στην επίσπευση των διαγωνιστικών διαδικασιών προς αντιμετώπιση έκτακτων περιπτώσεων, από τις πολλές που οι Δ.Ε.Υ.Α. της χώρας αντιμετωπίζουν καθημερινά, λόγω της φύσης της δραστηριότητάς των , εξ’ αιτίας και των απλούστερων των διαδικασιών που εν γένει προβλέπονταν , αλλά και συντόμευσης του χρόνου διακηρύξεων . Θεωρούμε σωστό στο παρόν Σχέδιο Νόμου , ο θεσμός του Συνοπτικού Διαγωνισμού , ιδιαίτερα για τους Φορείς του Βιβλίου ΙΙ να συνεχισθεί , αυξάνοντας μάλιστα το όριο Προϋπολογισμού στις 100.000,00 € , κατ’ αναλογία αύξησης του ορίου για τις απ’ ευθείας Αναθέσεις . Όλα αυτά θα συνεισφέρουν περαιτέρω στην μείωση του χρόνου ωρίμανσης και υλοποίησης συμβάσεων που αναφέρονται σε έκτακτα – επείγοντα και απολύτως αναγκαία έργα – μελέτες – υπηρεσίες και προμήθειες, σε μία σειρά προβλημάτων που καθημερινά οι Δ.Ε.Υ.Α. αντιμετωπίζουν, την ώρα μάλιστα που δεν έχουν και στην καλύτερη δυνατή στελέχωσή των , ιδιαίτερα οι μικρές, ώστε ν’ αντιμετωπίζουν τις πολλές εργατώρες που απαιτούν τ’ άλλα είδη διαγωνισμών . Στο Άρθρο 59 Γενικές υποχρεώσεις του αναδόχου του Σχεδίου Νόμου στην παρ. 2 αναγράφεται ότι : “2. Αν ο ανάδοχος προτείνει την τροποποίηση της μελέτης του έργου, η προϊσταμένη αρχή εξετάζει την πρόταση του αναδόχου, κατόπιν γνωμοδότησης του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου ή, σε περίπτωση μη ύπαρξης αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου στην αναθέτουσα αρχή, του τεχνικού συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Εφόσον κριθεί ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι επουσιώδεις, σύμφωνα με το άρθρο 155, δεν μεταβάλουν τη φύση του έργου και δεν επάγονται ουσιώδη αύξηση του συμβατικού ανταλλάγματος εγκρίνεται η συνέχιση εκτέλεσης του έργου. Σε αντίθετη περίπτωση, η σύμβαση διαλύεται και ο ανάδοχος αποζημιώνεται μόνο για τις αποδεδειγμένες δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε για τη συμμετοχή του στον διαγωνισμό και μέχρι την διάλυση της σύμβασης. Με απόφαση της προϊσταμένης αρχής κατόπιν γνωμοδότησης του τεχνικού συμβουλίου κρίνεται το εύλογο της δαπάνης για την αποζημίωση, ύστερα από εισήγηση της διευθύνουσας υπηρεσίας” Με την δημοσίευση διαγωνισμού έργου αναρτάται και η μελέτη κατασκευής του έργου μαζί με τα τεύχη δημοπράτησης και δίνεται η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς της έγκαιρης γνώσης της μελέτης. Η συμμετοχή των οικονομικών φορέων στο διαγωνισμό προϋποθέτει την γνώση της μέλετης κατασκευής και επομένως αποκλείει τη μεταγενέστερη διάλυση της σύμβασης λόγω απαιτούμενων ουσιωδών αλλαγών της . Πόσο μάλλον όταν στην παρ 4 του άρθρου 21 του Σχεδίου Νόμου αναφέρεται ότι «4. Η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται σε έργα με εκτιμώμενη αξία σύμβασης μεγαλύτερη του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, να αναρτά στην ιστοσελίδα της δύο (2) τουλάχιστον μήνες πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού, τη μελέτη κατασκευής του έργο» Για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου απαιτείται η έκδοση πλείστων αποφάσεων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών καθώς και κοινές υπουργικός αποφάσεις με το Υπουργείο Εσωτερικών, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθώς και η άμεση εφαρμογή του ΠΔ 71/2019 ‘’Μητρώα συντελεστών παραγωγής δημοσίων και ιδιωτικών έργων, μελετών, τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών (ΜΗ.Τ.Ε).’’.