• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ (Γ. Γεωργιάδης - γ. γραμματέας)' | 21 Απριλίου 2010, 11:35

    ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ 21-04-2010 Σε σχέση με τη Δημόσια διαβούλευση για τις γενικές αρχές και προτεραιότητες Σχεδιασμού του Ε.Π. «Ψηφιακή Σύγκλιση», η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ, εκπροσωπώντας περισσότερους από 600 τηλεπικοινωνιακούς μηχανικούς και επιστήμονες στον ευρύτερο τομέα των τηλεπικοινωνιών, που εργάζονται στον όμιλο του ΟΤΕ, χαιρετίζει την πρωτοβουλία του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας να προχωρήσει σε δημόσια διαβούλευση για το συγκεκριμένο θέμα και θεωρεί καθήκον της να συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση. Με την τεχνογνωσία και την ευρύτητα των εξειδικευμένων γνώσεων που διαθέτουν τα μέλη μας στην παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, καθώς και την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, τόσο στον ερευνητικό τομέα όσο και στην πράξη και στην εφαρμογή, καταθέτουμε τα σχόλιά μας, τις παρατηρήσεις μας και τις προτάσεις μας, σε ότι αφορά την «ENOTHTA B : (5) Ανάπτυξη και αξιοποίηση ψηφιακών υποδομών και περιεχομένου», προς όφελος των Ελλήνων πολιτών και καταναλωτών. Η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ θεωρεί ότι η όποια αντιμετώπιση θεμάτων σχετικών με ψηφιακές ευρυζωνικές υπηρεσίες και υποδομές της χώρας θα πρέπει να εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο το οποίο σχετίζεται με την ψηφιακή προοπτική της χώρας σε βάθος χρόνου και να μην αντιμετωπίζεται αποσπασματικά. Απαιτείται η ύπαρξη ενός γενικότερου σχεδίου, όπως αυτά που έχουν συνταχθεί σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, πχ. η Γαλλική κυβέρνηση με το France Numérique 2012, η Φινλανδία, η Γερμανική κυβέρνηση με το Breitbandstrategie αλλά και η Μ. Βρετανία, (σχετική ιστοσελίδα, http://www.culture.gov.uk/what_we_do/broadcasting/5631.aspx), με το Digital Britain. Οι μελέτες αυτές αποτελούν ολοκληρωμένους σχεδιασμούς όπου καταγράφονται το όραμα, οι στόχοι, η υφιστάμενη κατάσταση, χρονοδιαγράμματα, η πορεία και οι προτεινόμενοι τρόποι υλοποίησης. Αντίθετα με τα γενόμενα στην Ευρώπη, στη χώρα μας οι σχεδιασμοί εξακολουθούν να είναι αποσπασματικοί. Το Υπουργείο Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων, ανακοινώνει σχέδια για πρόσληψη συμβούλου για τα δίκτυα οπτικών ινών. Το Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας έχει δύο διαφορετικές διαβουλεύσεις για την ψηφιακή σύγκλιση και για την αξιοποίηση των MANs. Η ΚΤΠ χαράζει κατευθύνσεις και χρηματοδοτεί προγράμματα αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Η ΕΕΤΤ διεκδικεί την συμμετοχή της στη χάραξη πολιτικής. Η εκπαιδευτική κοινότητα διεκδικεί το δικό της ρόλο, και προσπαθεί να επιβάλλει σχεδιασμούς που αποτελούν μάλλον ερευνητικά προγράμματα και διδακτορικές διατριβές, παρά ρεαλιστικά και υλοποιήσιμα προγράμματα. Ο ΟΤΕ, λόγω και της μεγάλης του εμπειρίας, μαθημένος από το παρελθόν να χαράζει πολιτική, να σχεδιάζει και να υλοποιεί, εκμεταλλευόμενος το κενό που υπάρχει, φέρεται να υπερασπίζεται τον ζωτικό του χώρο και τα κεκτημένα του. Δεν είναι δυνατόν να χαράζουν όλοι πολιτική. Ο καθένας από όλους τους προαναφερθέντες προφανώς και έχει σημαντικό, αλλά και διακριτό ρόλο να διαδραματίσει. Απαιτείται όμως από ΕΝΑ επίσημο όργανο της πολιτείας να αναληφθεί η ευθύνη συντονισμού όλων αυτών των αρμοδίων και εμπειρογνωμόνων, να καθίσουν όλοι γύρω από ένα τραπέζι και να διαμορφωθεί η εθνική στρατηγική για την Digital Greece 2020. Η πολιτεία είχε στο κοντινό παρελθόν τον πλήρη έλεγχο του τηλεπικοινωνιακού δικτύου της χώρας και επέλεξε να τον εκχωρήσει, κομμάτι κομμάτι, σε ιδιωτικά συμφέροντα. Σήμερα, δείχνει αβέβαιη, ενδεχομένως μετανοημένη (χωρίς να το παραδέχεται), για την απώλεια του ελέγχου κρίσιμων υποδομών, και προσπαθεί με διοικητικά μέτρα και επικίνδυνους, ως προς την νομιμότητά τους, αλλά και την αποτελεσματικότητά τους ακροβατισμούς και ισορροπίες, να επανακτήσει τον έλεγχο. Η σύγκρουση συμφερόντων, η αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων και η έλλειψη σαφούς προσανατολισμού και ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού στόχου, συνήθως αποφέρουν πενιχρά αποτελέσματα. Η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ δηλώνει παρούσα σε οποιαδήποτε ενέργεια της πολιτείας προς την κατεύθυνση του ΕΝΟΣ, ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ και ΓΕΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ και πρόθυμη να προσφέρει στην εκπόνηση και κατάρτιση ενός συνολικού προγράμματος για την ψηφιακή Ελλάδα του μέλλοντος. Σε σχέση με την συγκεκριμένη διαβούλευση η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ συμφωνεί πλήρως τόσο με τον άμεσο στόχο υψηλής προτεραιότητας για την διασφάλιση ευρυζωνικής πρόσβασης και τη δυνατότητα παροχής ευρυζωνικών υπηρεσιών στο σύνολο του πληθυσμού της ελληνικής επικράτειας (καθιέρωση της ευρυζωνικότητας από κοινού με την τηλεφωνία ως καθολικής υπηρεσίας), όσο και με τον μεσοπρόθεσμο στόχο για την δημιουργία υποδομών υπέρ -υψηλών ταχυτήτων, που θα επιτρέψουν μελλοντικά την ανάπτυξη και αξιοποίηση νέας γενιάς υπηρεσιών. Οι υπηρεσίες ADSL παρέχονται ήδη από τον ΟΤΕ σε περισσότερα από 1500 σημεία σε όλη την επικράτεια, ενώ σύμφωνα με τους σχεδιασμούς που έχουν ανακοινωθεί από τον ΟΤΕ α) τα σημεία παρουσίας θα αυξηθούν μέχρι το τέλος του 2010 και β) θα προχωρήσει άμεσα η ανάπτυξη δικτύων πρόσβασης νέας γενιάς FTTx, τα οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα αναμένεται να καλύψουν πλήρως τους συνδρομητές της Αττικής, του πολυκεντρικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης, των πρωτευουσών των νομών και των μεγαλύτερων πόλεων της χώρας, παρέχοντας ταχύτητες πρόσβασης άνω των 50 Mb/s στο σύνολο των συνδεδεμένων συνδρομητών. Η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ πιστεύει ότι ο άμεσος στόχος υψηλής προτεραιότητας για διασφάλιση ευρυζωνικής πρόσβασης στο σύνολο του πληθυσμού της ελληνικής επικράτειας εξυπηρετείται με την καθιέρωση της ευρυζωνικότητας, από κοινού με την τηλεφωνία, ως καθολικής υπηρεσίας. Με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθεί μια κοινή πλατφόρμα πρόσβασης, μέσα από την οποία θα παρέχεται το σύνολο των υφιστάμενων και νέων υπηρεσιών στενής και ευρείας ζώνης. Σε εποχές μεγάλης οικονομικής κρίσης, παγκόσμιας και εθνικής, οι κρατικές επιδοτήσεις πρέπει να στοχεύουν στην βέλτιστη αξιοποίηση της υφιστάμενης υποδομής, αποφεύγοντας τη δημιουργία επάλληλων δικτύων και να επιδιώκουν μεγιστοποίηση του συνολικού οφέλους. Ο ΟΤΕ είναι ο μεγαλύτερος τηλεπικοινωνιακός πάροχος της χώρας μας (υπόχρεος παροχής τηλεφωνίας ως καθολικής υπηρεσίας) και ο μόνος που διαθέτει ακραίο ενσύρματο δίκτυο για την εξυπηρέτηση περισσότερων από 5.500.000 νοικοκυριών και επιχειρήσεων, φθάνοντας μέχρι τα πλέον απόμακρα και απομονωμένα χωριά της χώρας μας. Μέσω του δικτύου πρόσβασης του ΟΤΕ παρέχονται σήμερα το σύνολο σχεδόν των υπηρεσιών στα νοικοκυριά της χώρας, τόσο από τον ΟΤΕ όσο και από τους άλλους παρόχους μέσω φυσικής ή απομακρυσμένης συνεγκατάστασης (LLU). Το δίκτυο πρόσβασης του ΟΤΕ έχει αναπτυχθεί με βάση τις ανάγκες για παροχή σταθερής τηλεφωνίας και αποτελεί διαθέσιμη υποδομή για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Ο ΟΤΕ αναπτύσσει σταδιακά την ευρυζωνικότητα στις απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες περιοχές, ξεκινώντας από εκείνες με την μεγαλύτερη συνδρομητική βάση, που βρίσκονται κοντά σε υποδομές οπτικών ινών και με στόχο, στα πλαίσια του επενδυτικού του προγράμματος, να δημιουργήσει δικτυακές υποδομές προκειμένου να καλύψει αρκετές από αυτές. Παρά ταύτα όμως, θα παραμείνουν πολλοί μικρότεροι οικισμοί με σημαντικό αριθμό από ενεργούς συνδρομητές χωρίς ευρυζωνική πρόσβαση, κυρίως λόγω του μεγάλου κόστους διασύνδεσης ανά συνδρομητή, που καθιστά οποιαδήποτε ιδιωτική επένδυση μη-ανταποδοτική. Από τα ανωτέρω είναι προφανές, ότι ο τεχνικο-οικονομικά βέλτιστος τρόπος, με τον οποίο η πολιτεία μπορεί να βοηθήσει για την παροχή ευρυζωνικότητας στο σύνολο του πληθυσμού της χώρας, είναι η επιδότηση της κατασκευής υποδομών διασύνδεσης των απομακρυσμένων οικισμών με το δίκτυο κορμού του ΟΤΕ. Οι υποδομές αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν κατά περίπτωση εκσκαφή μικροτάφρων και τοποθέτηση πλαστικών σωλήνων για εγκατάσταση καλωδίων οπτικών ινών, ασύρματες ζεύξεις Ethernet ή WiMax, ο τρόπος επιλογής των οποίων θα γίνεται με βάση τεχνο-οικονομικά κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη το πλήθος κατοίκων του οικισμού και το κόστος διασύνδεσης. Οι επιδοτούμενες υποδομές θα φθάνουν μέχρι κατάλληλο σημείο του οικισμού (υπαίθρια καμπίνα ή άλλου τύπου στεγασμένο χώρο), στο οποίο θα εγκαθίσταται ο απαιτούμενος ενεργός εξοπλισμός, και θα διασυνδέεται με το υφιστάμενο δίκτυο του ΟΤΕ, για την παροχή τόσο ευρυζωνικών υπηρεσιών όσο και τηλεφωνίας. Στις θέσεις αυτές ο ΟΤΕ θα παρέχει υπηρεσίες φυσικής ή απομακρυσμένης συνεγκατάστασης, εφόσον απαιτηθεί από κάποιο εναλλακτικό πάροχο. Εναλλακτικοί τρόποι πρόσβασης στον οικισμό με χρήση ασύρματων τεχνολογιών τύπου WiFi ή κινητής τηλεφωνίας δεν εξασφαλίζουν την πλήρη κάλυψη των συνδρομητών (οι οικισμοί αυτοί είναι συνήθως σε δύσβατες περιοχές), ενώ επιπλέον οι τεχνολογίες WiFi δεν εξυπηρετούν επαρκώς τις υπηρεσίες τηλεφωνίας. Είναι προφανές ότι στην περίπτωση, που αναπτυχθεί εναλλακτικό, επάλληλο της τηλεφωνίας δίκτυο ευρυζωνικότητας σε απομακρυσμένους οικισμούς, αυτό θα πρέπει υποχρεωτικά να εξυπηρετεί και την τηλεφωνία. (Η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ θεωρεί ότι με την κατασκευή επάλληλου δικτύου αίρεται η υποχρέωση του ΟΤΕ για παροχή καθολικής υπηρεσίας στον εν λόγω οικισμό). Συμπερασματικά, η πρόταση της ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ προς την πολιτεία για την γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος, είναι η επιδότηση της κατασκευής υποδομών διασύνδεσης (οπτικών ινών ή ασύρματης ζεύξης Ethernet ή WiMax για μικρότερες συγκεντρώσεις πληθυσμού) των οικισμών «λευκών περιοχών» με το δίκτυο του ΟΤΕ (σύνδεση σε διερχόμενα καλώδια οπτικών ινών) ή με αστικά κέντρα του ΟΤΕ, στα οποία υπάρχει οπτική διασύνδεση με το δίκτυο κορμού. Στην περίπτωση αυτή, ο ΟΤΕ (ή άλλοι πάροχοι), θα πρέπει να εγκαταστήσει σε κατάλληλη θέση εντός ή πλησίον του οικισμού, εξοπλισμό DSLAM, παρέχοντας στους συνδρομητές του ευρυζωνική πρόσβαση με υπηρεσίες τηλεφωνίας και γρήγορού internet και ελάχιστες ταχύτητες 2 Mb/s, πάνω από το υφιστάμενο χάλκινο δίκτυο πρόσβασης. Η πρόταση αυτή είναι η τεχνικο-οικονομικά βέλτιστη και η μόνη πραγματικά αποτελεσματική για την αντιμετώπιση του ψηφιακού χάσματος στις «λευκές περιοχές», αφού αντιμετωπίζει την ευρυζωνικότητα από κοινού με την τηλεφωνία ως καθολική υπηρεσία, αξιοποιώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις υφιστάμενες υποδομές ενσύρματης πρόσβασης του ΟΤΕ σε απομακρυσμένους οικισμούς, με τον ίδιο τρόπο που αυτές χρησιμοποιούνται και σε αστικές περιοχές. Με βάση τα ανωτέρω, η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ αδυνατεί να κατανοήσει τον επιχειρούμενο συσχετισμό μεταξύ του άμεσου στόχου υψηλής προτεραιότητας για την διασφάλιση ευρυζωνικής πρόσβασης στο σύνολο του πληθυσμού της ελληνικής επικράτειας και των προτεινόμενων παρεμβάσεων υψηλής προτεραιότητας. Ειδικότερα η πρώτη παρέμβαση, που αφορά την αξιοποίηση – επέκταση των μητροπολιτικών δικτύων οπτικών ινών, καμία σχέση δεν έχει με την γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος, αφού και στους 67 Δήμους στους οποίες αναπτύχθηκαν οι υποδομές αυτές υφίσταται εγκατεστημένος στο κτίριο του ΟΤΕ εξοπλισμός Ethernet DSLAM με κάρτες ADSL2+ (τόσο του ΟΤΕ όσο και των εναλλακτικών παρόχων) παρέχοντας υπηρεσίες γρήγορου internet και IPTV (μόνο από τον ΟΤΕ) με ταχύτητες πρόσβασης μέχρι τα 24 Mb/s, ομοίως με τους κατοίκους των αστικών περιοχών στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Επομένως, η αξιοποίηση των υφιστάμενων υποδομών ΜΑΝ, είναι μεν σκόπιμη και θεμιτή με δεδομένη την ύπαρξή τους, δεν πρόκειται όμως να συμβάλει καθόλου στην επίτευξη του άμεσου στόχου, και η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ πιστεύει ότι η δράση αυτή δεν πρέπει να χρηματοδοτηθεί ενταχθεί στο σχεδιασμό αυτό. Αντίθετα, το Υπουργείο θα πρέπει να προτάξει σαν παρέμβαση υψηλής προτεραιότητας την ευρυζωνική κάλυψη των «λευκών» περιοχών, που αποτελεί ουσιαστικά και τον άμεσο στόχο υψηλής προτεραιότητας, μέσα από την καθιέρωση της ευρυζωνικότητας από κοινού με την τηλεφωνία ως καθολικής υπηρεσίας, στο πλαίσιο της προτεινόμενης από την ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ λύσης. Όσον αφορά τις άλλες δύο δράσεις, την ασύρματη ευρυζωνική πρόσβαση στο σύνολο των υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και την χρηματοδότηση της ΕΔΕΤ ΑΕ ώστε να ερευνήσει τα ευρυζωνικά δίκτυα και υπηρεσίες επόμενης γενιάς για την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα, μικρή σχέση έχουν για την κατηγορία δράσης «Διασφάλιση της πρόσβασης σε ευρυζωνικές υπηρεσίες για το σύνολο του πληθυσμού» και θα έπρεπε μάλλον να ενταχθούν σε άλλες δράσεις. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: 1. Η ΕΜΗΕΤ ΟΤΕ πιστεύει ότι η οι στόχοι που περιγράφονται στο «Europe 2020 strategy communication», δηλαδή καθολική ευρυζωνική πρόσβαση για το 2013, τουλάχιστον 30 Mbps για όλους το 2020 και το 50% των νοικοκυριών να διαθέτουν ταχύτητα πρόσβασης στο internet 100 Mbps το έτος 2020, είναι απόλυτα ορθοί και ρεαλιστικοί. Πιο συγκεκριμένα για την Ελλάδα η διαθέσιμη ταχύτητα ευρυζωνικής πρόσβασης στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας θα πρέπει να είναι 2Mb/s, με προοπτική σε χρονικό ορίζοντα δεκαετίας να καλύψει τους στόχους της Ε. Ε. 2. Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς σήμερα τις μελλοντικές ευρυζωνικές υπηρεσίες για οικιακούς πελάτες σε ορίζοντα δεκαετίας, με δεδομένο ότι οι σημερινές υπηρεσίες περιστρέφονται γύρω από το γρήγορο internet, την τηλεφωνία IP και υπηρεσίες καλωδιακής τηλεόρασης (IP-TV και VOD). Ως μελλοντικές υπηρεσίες προτάσσονται εκτός της HDTV και 3D-TV, που εντάσσονται στον χώρο της διασκέδασης, και υπηρεσίες τηλε-εργασίας, τηλε-εκπαίδευσης και τηλε-ιατρικής, που δεν απαιτούν όμως ιδιαίτερα υψηλές ταχύτητες πρόσβασης, εκτός αν θεωρήσουμε σήμα υψηλής ευκρίνειας, σκοπιμότητα η οποία όμως δεν δικαιολογείται με τεχνικο-οικονομικά κριτήρια. Σε κάθε περίπτωση οι ανάγκες αυτές πρέπει να καλυφθούν με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια, δηλαδή στις μεγάλες πόλεις όπου τα δίκτυα νέας γενιάς είναι βιώσιμα να αναπτυχθούν από ιδιώτες επενδυτές. Σε μικρότερες πόλεις, που διατίθεται ήδη εγκαταστημένος εξοπλισμός Ethernet DSLAM με backhauling οπτικού δικτύου, ταχύτητες πρόσβασης μέχρι 24 Mb/s πιθανότατα αρκούν για να καλύψουν τις τηλεπικοινωνιακές ανάγκες της ερχόμενης δεκαετίας, και οι ανάγκες για μεγαλύτερες ταχύτητες θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν κατά περίπτωση με ανάπτυξη δικτύων πρόσβασης νέας γενιάς FTTx και σε αυτές όπου είναι βιώσιμες. Στις μη βιώσιμες περιοχές θα μπορούσε να προβλεφθεί και επιδότηση από την Πολιτεία. Εκεί όμως που πραγματικά υπάρχει έλλειψη υποδομών διασύνδεσης ακόμη και σήμερα είναι οι συνδρομητές απομακρυσμένων οικισμών σε απομονωμένες και δυσπρόσιτες περιοχές της χώρας, οι οποίοι εξυπηρετούνται σήμερα με ζευκτικά καλώδια χαλκού ή ασύρματες ζεύξεις, ενώ στις περιοχές αυτές δεν προβλέπονται ιδιωτικές επενδύσεις στο μέλλον. Πρέπει επομένως η πολιτεία να συνδράμει χρηματοδοτώντας τις απαιτούμενες υποδομές διασύνδεσης, που θα γεφυρώσουν το ψηφιακό φάσμα και θα δώσουν και στους συνδρομητές των περιοχών αυτών για ταχύτητες πρόσβασης μέχρι 24 Mb/s. 3. Η πολιτεία θα πρέπει να ενθαρρύνει και να διευκολύνει οποιαδήποτε ιδιωτική επένδυση για ανάπτυξη δικτύων πρόσβασης νέας γενιάς, ιδιαίτερα στο σημερινό δυσμενές οικονομικό περιβάλλον που αποθαρρύνει ιδιωτικές επενδύσεις σε υποδομές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα απόσβεσης. Ενθάρρυνση δεν σημαίνει μόνο χρηματοδότηση. Είναι απαραίτητη καταρχήν η διευκόλυνση στην απόκτηση από τις δημοτικές αρχές των απαιτούμενων αδειών εκσκαφής με συντόμευση των διαδικασιών, με την δημοσίευση μίας ΚΥΑ περί Δικαιωμάτων Διέλευσης, χωρίς χρονοβόρες και αναποτελεσματικές διαδικασίες και χωρίς υπέρογκα τέλη. Η εν λόγω ΚΥΑ θα μπορούσε να συμπληρωθεί θέτοντας ανώτερο χρονικό όριο στην εν λόγω διαδικασία, πέραν του οποίου η έγκριση του Δήμου να θεωρείται ως δοθείσα. Μια επιπλέον διευκόλυνση θα ήταν η εξαίρεση των δικτύων πρόσβασης νέας γενιάς από την καταβολή Δικαιωμάτων Διέλευσης. Θα πρέπει επίσης να αναγνωρισθεί ότι μια επένδυση σε δίκτυα πρόσβασης νέας γενιάς αποτελεί επένδυση υψηλού ρίσκου και γι’ αυτό να υπάρξουν μηχανισμοί μοιράσματος του ρίσκου από τους επενδυτές και τους δικαιούχους σε πρόσβαση στα δίκτυα αυτά, καθώς και ευελιξία στην τιμολόγηση, που θα επιτρέπει στους επενδυτές να αναπτύξουν βιώσιμα δίκτυα. Είναι προφανές ότι η αυστηρή ρύθμιση σε ένα μελλοντικό έργο, αποτελεί ίσως το σημαντικότερο αντικίνητρο στο να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη επένδυση. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΗΕΤ – ΟΤΕ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Κ. ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ