• Σχόλιο του χρήστη 'Αλέξανδρος Κορτέσης - Ευαγγελία Κουνενού' | 30 Ιανουαρίου 2014, 14:45

    Πέραν της γενικότερης σημαντικής τομής που εισάγει η θεσμοθέτηση της Αρχής, ως όργανο επίλυσης διαφορών από δημόσιες συμβάσεις, αξίζει να επισημανθεί η εξής ειδικότερη (τομή) που ανακύπτει από την ανάγνωση της διαδικασίας ενώπιον αυτής: Κατά τον ν. 3886/2010 η αναθέτουσα αρχή, η οποία σήμερα κρίνει το περιεχόμενο της ασκηθείσας προσφυγής, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου αυτού, οφείλει να αποφανθεί επ’ αυτής εντός 15 ημερών. Άλλως τεκμαίρεται η σιωπηρή απόρριψη της προσφυγής και ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων. Στην διαδικασία που εισάγεται ενώπιον της Αρχής, πέραν των λοιπών νέων ρυθμίσεων (αντιμωλία εκδίκασης προσφυγής εντός 40 ημερών από την κατάθεση κλπ) ορίζεται ότι η Αρχή οφείλει να εκδίδει απόφαση εντός 20 ημερών από την συζήτηση της υπόθεσης. Δεν υφίσταται, όμως, ρύθμιση που να ορίζει ότι μετά την παρέλευση του εν λόγω διαστήματος τεκμαίρεται σιωπηρή απόρριψη της Αρχής και ότι ο ενδιαφερόμενος εν συνεχεία μπορεί να προσφύγει στα αρμόδια δικαστήρια. Άρα, ο ενδιαφερόμενος υποχρεωτικά αναμένει την έκδοση της Αρχής, πριν προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια. Πλην, όμως, όπως όλοι οι εμπλεκόμενοι στην απονομή της δικαιοσύνης γνωρίζουν, τέτοιες ρυθμίσεις περί έκδοσης αποφάσεων ή πράξεων εντός συγκεκριμένης προθεσμίας υπάρχουν πολλές σε διάφορους δικονομικούς ιδίως κώδικες. Και δεν τηρούνται, αφού εν όψει της ασφυκτικής πίεσης που ασκείται στους κρίνοντες από την σώρευση ενός μεγάλου όγκου δικογράφων, οι προθεσμίες αυτές καταλήγουν να χαρακτηρίζονται ως ενδεικτικές και να μην ακολουθούνται. Είναι επίσης προφανές, ότι με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο ενδιαφερόμενος που θα καταβάλλει το παράβολο ενώπιον της Αρχής θα συνεχίσει την διαδικασία, και ενώπιον του Δικαστηρίου, σε περίπτωση αρνητικής απόφασης. Είναι πολύ δύσκολο να ισχυριστεί κάποιος, ότι επειδή η Αρχή θα εξετάσει ενδελεχώς το ζήτημα, ο ενδιαφερόμενος δεν θα δοκιμάσει να πείσει το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου, μάλιστα, δεν προκύπτει ότι καταβάλει κάποιο επί πλέον παράβολο. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Η στελέχωση της Αρχής θα είναι τέτοια που να επιτρέπει την επίλυση των διαφορών εντός των χρονικών πλαισίων που τίθενται εκεί; Είναι σίγουρο ότι ο όγκος απασχόλησης θα είναι μεγάλος. Ιδίως μέχρι την εξοικείωση των αρμοδίων στελεχών της αρχής με τις ιδιαιτερότητες που αυτονοήτως φέρει κάθε διαγωνιστική διαδικασία ανά αντικείμενο και ανά αναθέτουσα αρχή. Άλλως υφίσταται σημαντικός κίνδυνος η ήδη μεγάλη καθυστέρηση που εντοπίζεται στην επίλυση των διαφορών ενώπιον των Διοικητικών Εφετείων να επιμηκυνθεί περαιτέρω από μία εξ ίσου σημαντική καθυστέρηση ενώπιον της Αρχής.