• Σχόλιο του χρήστη 'Αναστασία Μπέκα' | 30 Δεκεμβρίου 2010, 22:11

    Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, Βλέπω πολλά σχόλια ήδη για το άρθρο που αφορά την εξέλιξη των γιατρών του ΕΣΥ. Ελπίζοντας και εγώ, μαζί με τους άλλους, ότι θα μελετήσετε τις προτάσεις και σχόλια της διαβούλευσης, έχω να καταθέσω τα εξής: Συχνά έχω αναρωτηθεί για το θέμα των συντονιστών διευθυντών τα εξής: Μπορεί να είναι ο συντονιστής διευθυντής ένας ομοιόβαθμος των υπολοίπων διευθυντών ΕΣΥ του τμήματός του, και απλά να εκλέγεται μεταξύ αυτών, για μια ή δύο θητείες, και μετά να γίνεται αυτός επιστημονικά ‘υφιστάμενος’, ενώ ένας άλλος πρώην ‘υφιστάμενος’, να γίνεται επιστημονικός του ‘προϊστάμενος’; Και αναφέρω τους όρους προϊστάμενος και υφιστάμενος επειδή στην πραγματικότητα, όπως λειτουργεί σήμερα το σύστημα, από τον συντονιστή διευθυντή ζητείται να είναι ο εφαρμοστής των διοικητικών αποφάσεων της υπηρεσίας (νοσοκομείου-ΔΥΠΕ-υπουργείου) στην ομάδα των εργαζομένων, ιατρών και μη, που η κλινική έχει στο εργασιακό δυναμικό της. Ενδεικτικά αναφέρω ότι ο συντονιστής είναι επιφορτισμένος με την ανάθεση έργου στους λοιπούς επιστήμονες του Τμήματος, χρειάζεται δε παράλληλα να τους αξιολογεί στο τέλος κάθε έτους, να τους ελέγχει εάν δεν εκτελούν το έργο τους όπως πρέπει, να ελέγχει τα ωράριά τους κοκ. Όσον αφορά το επιστημονικό μέρος, στην καθημερινή λειτουργία της κλινικής προκύπτει καθημερινά η ανάγκη να ληφθούν αποφάσεις για μια σειρά θεμάτων, για τα οποία δεν υπάρχει απαραίτητα η κοινή σύμφωνη γνώμη των υπηρετούντων διευθυντών του ΕΣΥ. Τα θέματα αυτά δεν είναι μόνον διοικητικά, ή λειτουργικά αλλά και ουσιαστικά για την υγεία των ασθενών: διαφορές απόψεων και γνωμών για την διάγνωση, για την προτεινόμενη θεραπεία, κοκ. Οι διαφορές αυτές είναι σεβαστές και αναμενόμενες και –κανονικά- προωθούν την επιστημονική γνώση και επιστήμη. Ωστόσο, στην αντιμετώπιση των περιστατικών και στην εν γένει καλή λειτουργία μιας αυτοτελούς κλινικής μονάδας, χρειάζεται κάποιος να είναι επικεφαλής και να αναλαμβάνει τελικά την ευθύνη, για τις πρακτικές που ακολουθούνται, την ποιότητα των ιατρικών υπηρεσιών που προσφέρονται, και τον έλεγχο αυτής της ποιότητας. Αυτός που θα αναλάβει αυτή την ευθύνη προΐσταται του Τμήματός του, της Κλινικής του, και δίνει το στυλ, το επιστημονικό «χρώμα» της κλινικής. Δυστυχώς στα ελληνικά νοσοκομεία δεν υπάρχει η φιλοσοφία που επικρατεί σε άλλες χώρες, όπου ένα πολυδιευθυντικό σύστημα βασίζεται σε άλλα κριτήρια και δεδομένα. Εδώ, εάν το σύστημα γίνει πολυδιευθυντικό, στην ουσία ο κάθε διευθυντής ΕΣΥ, θα πρέπει (=θα θέλει) να είναι ανεξάρτητος, να έχει τα περιστατικά του, την επιστημονική ομάδα του, να παίρνει τις αποφάσεις του για τους ασθενείς του, ενώ ο συντονιστής διευθυντής, που καλείται να εφαρμόσει ‘διοίκηση’ σε ομοιόβαθμούς του, δεν θα πρέπει (=δεν θα μπορεί) να έχει καμία ευθύνη για το επιστημονικό μέρος, για τους ασθενείς που αντιμετωπίζονται στο νοσοκομείο από τους άλλους διευθυντές, ίσως και να μην μπορεί να αναθέσει έργο σε αυτούς, εφόσον θα έχουν ο καθένας την δική του επιστημονική άποψη για το ποια περιστατικά θέλει να βλέπει, σε ποια θα γίνονται εισαγωγές για νοσηλεία, με ποια κριτήρια, πώς θα αντιμετωπίζονται κοκ. Ίσως ο συντονιστής να πρέπει να δει τι θα κάνει με τους γιατρούς του Τμήματος μέχρι να γίνουν διευθυντές, δηλαδή ενόσω θα είναι επιμελητές Α ή Β, γιατί όταν θα γίνονται πια διευθυντές θα «ανεξαρτητοποιούνται»!. Όμως σε όλες τις κλινικές του ΕΣΥ αργά ή γρήγορα όλοι θα είναι διευθυντές. Μήπως τότε δεν χρειάζεται ο συντονιστής διευθυντής; Μήπως θα πρέπει απλώς να κάνει ένα συντονισμό των ενεργειών του Τμήματος, όπως περίπου ενεργεί-σε κλίμακα νοσοκομείου- ο Διευθυντής Ιατρικής Υπηρεσίας; Π.χ. να γίνονται μια φορά το μήνα συνελεύσεις των γιατρών –όλων διευθυντών- με γνώση, εμπειρία, ωριμότητα, ευθύνη, (!!) που θα αποφασίζουν και θα επιλύουν τυχόν προβλήματα συντονισμού; Αν είμαστε έτοιμοι για ένα τέτοιο σύστημα μπορούμε να το έχουμε! Έχω όμως τις εξής επιφυλάξεις: (α) Αν δεν χρειάζεται ένας επικεφαλής μιας Κλινικής ή Τμήματος, τότε μάλλον δεν χρειάζονται επικεφαλής και στα νοσοκομεία, στα υπουργεία, στους δήμους, παντού, όπου όλοι έχουν ανάλογες γνώσεις και δεν θέλουν… αρχηγό! (β) Οι κρίσεις με εξέλιξη (ίσως πλην εξαιρέσεων) έχουν μέχρι στιγμής υπάρξει μια τραγική παρωδία κρίσης. Ο «μηχανισμός» των κρίσεων προβλέφθηκε (βιογραφικό, συμβούλιο κρίσης του τομέα κλπ), αλλά στην πραγματικότητα εξελίχθηκαν εκατοντάδες γιατροί στις επόμενες βαθμίδες (και δυστυχώς πάρα πολλοί σε διευθυντές ΕΣΥ) χωρίς καμία αξιοκρατία! Δι’ ανατάσεως της χειρός, χωρίς να κρατηθούν ούτε οι τύποι, μόνο και μόνο με κριτήρια χρόνου προϋπηρεσίας και κακώς νοούμενης συναδελφικότητας- «εμείς θα πούμε ‘άξιος’ για σένα σήμερα και εσύ για εμάς αύριο». Αυτοί οι διευθυντές ΕΣΥ, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι μέχρι και επικίνδυνοι για την δημόσια υγεία. (γ) Όλες οι νομοθετικές προβλέψεις για τα συμβούλια κρίσης των γιατρών ΕΣΥ, λαμβάνουν υπόψιν μια κακώς νοούμενη δημοκρατική νοοτροπία, που καθορίζει ότι οι εισηγητές για τις κρίσεις πρέπει να είναι κάθε φορά νέα πρόσωπα, χωρίς καμία εμπειρία από ανάλογη εργασία, που επιλέγονται από λίστες που τηρούν οι ΥΠΕ ή τα νοσοκομεία. Η εισήγηση, η συγκριτική αξιολόγηση, αλλά και η ατομική αξιολόγηση για εξέλιξη των γιατρών, προϋποθέτει γνώση και κατανόηση των κριτηρίων αξιολόγησης σε βάθος, εξοικείωση με τις έννοιες και την σχετική πρακτική, καθώς και εμπειρία που αποκτάται μετά από ανάληψη και διεκπεραίωση αρκετών τέτοιων έργων, και δεν μπορεί να επαφίεται σε ένα άπειρο ή αδιάφορο γιατρό, που το όνομά του μπήκε αναγκαστικά σε έναν κατάλογο και επιλέχθηκε από εκεί. Πολύ περισσότερο όταν πρόκειται να κρίσεις διευθυντών. Τέλος είναι αυτονόητο και απαραίτητο όλοι να κρίνονται. Και να κρίνονται αξιοκρατικά. Δεν είναι δυνατόν όλοι να είναι εξίσου καλοί!!!! Κάποιοι είναι ακατάλληλοι να προχωρήσουν, δεν πρέπει να εξελιχθούν. Πώς θα το καταφέρουμε αυτό σε αυτή τη χώρα; Με εκτίμηση Αναστασία Μπέκα Παιδοψυχίατρος-Διευθύντρια ΕΣΥ Γ.Ν. «Γεώργιος Παπανικολάου»