• Σχόλιο του χρήστη 'ΚΟΚΚΩΝΑ ΚΟΥΖΗ-ΚΟΛΙΑΚΟΥ' | 16 Μαΐου 2011, 19:01

    ΚΟΚΚΩΝΑ ΚΟΥΖΗ-ΚΟΛΙΑΚΟΥ Η ίδρυση και η λειτουργία της δημόσιας τράπεζας είναι ακριβή υπόθεση για τα κράτη, με προβλεπόμενο κόστος ίδρυσης και λειτουργίας, αλλά μη προβλεπόμενες παροχές των υπηρεσιών της. Σήμερα το μόνο που περιορίζει τη δημιουργία μεγάλων δημοσίας πρόσβασης τραπεζών ομφαλοπλακουντιακού αίματος είναι το κόστος, και το ερώτημα είναι ποιος θα αναλάβει αυτό το κόστος. Είναι γεγονός ότι πολύ λίγοι υποψήφιοι γονείς από αυτούς που αποφασίζουν να μη φυλάξουν τα βλαστοκύτταρα για το μέλλον του παιδιού τους θα αποφάσιζαν να τα αφήσουν να καταστραφούν παρά να τα δωρίσουν για το καλό της επιστήμης ή για να σώσουν τη ζωή κάποιων συνανθρώπων τους. Οι δημόσιες τράπεζες ανέκαθεν στον κόσμο παρείχαν πολύ ακριβές υπηρεσίες σε σχέση με την απήχηση των υπηρεσιών τους προς την κοινωνία και για το λόγο αυτόν πολλές φορές αναγκάστηκαν να διακόψουν τη λειτουργία τους. Σήμερα διεθνώς είναι καταγεγραμμένοι έντεκα εκατομμύρια δότες μυελού των οστών και ομφαλικού αίματος και παρ όλα αυτά μόνο το 50-70% των ασθενών βρίσκει ένα ιστοσυμβατό μόσχευμα1. Στον ιδιωτικό τομέα μέχρι το 2006 είχαν καταγραφεί 134 ιδιωτικές τράπεζες φύλαξης με συνολικό αριθμό δειγμάτων 780.000 και στο δημόσιο τομέα 54 τράπεζες με 276.000 δείγματα. Αυτό ώθησε τις δημόσιες τράπεζες να ζητήσουν περισσότερες χρηματοδοτήσεις με σκοπό να αυξήσουν τον αριθμό των δειγμάτων τους. Η προσπάθεια αυτή έδειξε οτι αυξάνοντας τα δείγματά της η δημόσια τράπεζα από τις 50.000 στις 150.000 αυξάνει μόνο κατά 6% την πιθανότητα να βρει ένας ασθενής ένα συμβατό μόσχευμα, ενώ το κόστος του δείγματος αυξάνει από τα 15.336 στα 46.613 δολάρια. Ταυτόχρονα όμως η δημόσια τράπεζα δεν μπορεί να μετέχει σε αυτόλογες θεραπείες, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν ραγδαία τα αμέσως επόμενα χρόνια. To 2007, 1260 ασθενείς στην Αγγλία είχαν ανάγκη μεταμόσχευσης. Εξ αυτών μόνο το 40% κατάφερε να βρει συμβατό μόσχευμα και εξ αυτών το 43% προήλθε από το εξωτερικό αν και η Αγγλία έχει μια δεξαμενή 650.000 εγγεγραμμένων δοτών. Σήμερα στην Αγγλία λειτουργεί μια δημόσια τράπεζα με 11.000 δείγματα η οποία στοχεύει στην επόμενη πενταετία να τα αυξήσει στις 20.000. Ακόμα και εάν η τράπεζα της Αγγλίας διέθετε 50.000 δείγματα ομφαλικού αίματος θα είχε τη δυνατότητα να καλύψει μόνο το 49% των ασθενών και με συμβατότητα 5/6. Αναλύοντας τα οικονομικά δεδομένα η δημόσια τράπεζα της Αγγλίας κατέληξε οτι για θεραπεία ασθενούς βάρους 38 κιλών και με ποσοστό απόρριψης δειγμάτων 14%, το κόστος ανά δείγμα είναι 920ευρώ. Εάν θέλει να επιλέξει δείγματα τα οποία θα είναι κατάλληλα για σωματικό βάρος ασθενούς 55 κιλών τότε θα απορρίψει το 45% των εισερχόμενων δειγμάτων και το ανάλογο κόστος ανά δείγμα θα είναι 1120 ευρώ. Εάν συνεχίσει ακόμα περισσότερο την επιλογή, τότε απορρίπτοντας το 64% των δειγμάτων θα έχει δείγματα κατάλληλα για θεραπεία ασθενούς βάρους 64 κιλών και ανάλογο κόστος ανά δείγμα 1360 ευρώ. Το αντίστοιχο κόστος για τις ελληνικές δημόσιες τράπεζες, σύμφωνα με τις οικονομικές μελέτες που έχουν δημοσιευτεί το 2009 είναι 2352 ευρώ, ανεξαρτήτως βάρους ασθενούς και η τιμή πώλησης του μοσχεύματος εντός Ελλάδας 6919 ευρώ, όπως φαίνεται στην οικονομική ανάλυση που εμφανίζει στην ιστοσελίδα της η Ελληνική Αιματολογική εταιρεία. Το κόστος για τη Γαλλική δημόσια τράπεζα είναι 2100 ευρώ ανά δείγμα, η οποία μέχρι σήμερα θεωρείτο η ακριβότερη. Η Αυστραλία σήμερα είναι η χώρα που διαθέτει το μεγαλύτερο αριθμό δημόσιων δειγμάτων ανά κάτοικο (5.8/10.000). Στη Γαλλία, η οποία υπήρξε πρωτοπόρος στις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις, επιτρέπεται μόνο η δημόσια φύλαξη, και απαγορεύεται η οικογενειακή. Παρ όλα αυτά αντιστοιχούν ανά κάτοικο πολύ λιγότερα δείγματα, συγκριτικά με την Αυστραλία (0.8/10.000 κατοίκους) και φυλάσσονται 5300 μονάδες, από της ίδρυσής της το 1995, με πληθυσμό 63 εκατομμυρίων κατοίκων και κατ έτος αριθμό γεννήσεων 300.000. ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΦΥΛΑΞΗ ΤΩΝ ΒΛΑΣΤΟΚΥΤΤΑΡΩΝ Η Γαλλία έχει ανακηρύξει τα βλαστοκύτταρα των παιδιών της ως εθνικό πλούτο και απαγορεύει την οικογενειακή φύλαξη. Αντ’ αυτού όμως αποτελεί τη σημαντικότερη εξαγωγό χώρα βλαστοκυττάρων στον κόσμο. Οι δημόσιες τράπεζες στη Γαλλία για να καλύψουν ένα μέρος από τα έξοδά τους πωλούν έναντι ανταγωνιστικής αμοιβής τα μοσχεύματα τους στο εξωτερικό και για το λόγο αυτό φροντίζουν να αυξάνουν τις εξαγωγές και να ελαττώνουν τις εισαγωγές για να εξοικονομούν συνάλλαγμα. Στη Γαλλία, παρά την επικράτηση της δημόσιας φύλαξης, εισάγεται το 60% των μοσχευμάτων και μόνο το 40% προέρχεται από τις εθνικές τράπεζες. Έτσι παρ όλη την αποκλειστική χρήση των βλαστοκυττάρων από το κράτος, η Γαλλία ξόδεψε μεταξύ των ετών 2000-2005 4,29 εκατομμύρια ευρώ για να εισάγει μοσχεύματα πληρώνοντας 18.000 ευρώ για κάθε εισαγόμενο δείγμα, ενώ το αντίστοιχο κόστος για τη δική της δημόσια τράπεζα είναι μόνο 2.100 ευρώ. Το κόστος δείγματος για τη δημόσια τράπεζα της Γαλλίας είναι από τα ακριβότερα στον κόσμο και αυτό αιτιολογείται από τις επενδύσεις που έχει κάνει στην ποιότητα. Ο αριθμός των αποθηκευμένων δειγμάτων στη Γαλλία σε σχέση με τις ετήσιες γεννήσεις είναι απογοητευτικά μικρός. Στην Ιταλία παρ ότι δεν επιτρέπεται στο εσωτερικό της η ιδιωτική φύλαξη, κατά μήκος των συνόρων της υπάρχουν οικογενειακές τράπεζες, όπου οι γονείς συχνά αποστέλλουν δείγματα για οικογενειακή φύλαξη. Κατά τα άλλα τα δημόσια νοσοκομεία διατηρούν το δικαίωμα να υπογράφουν συμβάσεις με ιδιωτικές τράπεζες του εξωτερικού και να αποστέλλουν τα βλαστοκύτταρα, κατόπιν αιτήματος των γονέων. Οι γειτονικές χώρες των Σκοπίων, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας αξιολογώντας τις ανάγκες τους κατέληξαν οτι είναι προτιμότερο να εισάγουν τα ομφαλοπλακουντιακά αιμοποιητικά μοσχεύματα παρά να διατηρούν δημόσια τράπεζα. Στον υπόλοιπο κόσμο συνυπάρχουν χωρίς ανταγωνισμό οι δημόσιες και οι ιδιωτικές τράπεζες. Η Σιγκαπούρη και η Ιαπωνία μάλιστα βλέποντας τα πλεονεκτήματα της φύλαξης των βλαστοκυττάρων του πλακούντα για την οικογένεια αλλά και για το κοινωνικό σύνολο αποφάσισαν να επενδύσουν σημαντικά ποσά για τη φύλαξη βλαστοκυττάρων, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή είναι η πραγματική κατάσταση στον υπόλοιπο κόσμο σχετικά με τη φύλαξη των βλαστοκυττάρων. Η έντονη αμφισβήτηση του ιδιωτικού τομέα από τις Ελληνικές δημόσιες τράπεζες οδήγησε τον ιδιωτικό τομέα σε επενδύσεις στην ποιότητα και την καινοτομία με σοβαρότατες σήμερα υποδομές και διεθνή αναγνώριση, κάτι για το οποίο δεν μπορεί να υπερηφανεύεται ο δημόσιος τομέας. Παρ όλα αυτά ο δημόσιος τομέας εξακολουθεί να ζητά από την πολιτεία το κλείσιμο των ιδιωτικών τραπεζών και την παροχή υπηρεσιών κατώτερης ποιότητας αποκλειστικά από αυτόν. Στη δημόσιας πρόσβασης τράπεζα της Ακαδημίας Αθηνών λειτουργεί και ιδιωτική τράπεζα η οποία φυλάσσει τα μεσεγχυματικά κύτταρα από τον ιστό του ομφαλίου λώρου. Κατά την άποψη της εν λόγω τράπεζας οι γονείς πρέπει να δωρίζουν το αίμα του πλακούντα διότι σε περίπτωση που το παιδί τους νοσήσει από λευχαιμία θα του είναι άχρηστο, αλλά θα πρέπει να πληρώνουν 1.230 ευρώ για να κρυοσυντηρούν τα μεσεγχυματικά κύτταρα και μάλιστα από ένα μικρό κομμάτι του ομφαλίου λώρου. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο μόνο η τράπεζα αυτή θα έχει δικαίωμα να παρέχει την υπηρεσία της κρυοσυντήρησης μεσεγχυματικών κυττάρων ή ιστών και αποκλείεται ο ιδιωτικός τομέας. Στο άρθρο αυτό του νομοσχεδίου υπάρχει σοβαρό επιστημονικό θέμα ως προς την ορθότητα των ισχυρισμών της δημόσιας τράπεζας της Ακαδημίας και το σκεπτικό της δωρεάς του αίματος και της οικογενειακής φύλαξης των μεσεγχυματικών κυττάρων του ιστού του ομφαλίου λώρου. Η επιστημονική αλήθεια είναι οτι για τον ίδιο λόγο που πάσχουν τα βλαστοκύτταρα του αίματος του ομφαλίου λώρου πάσχουν και τα μεσεγχυματικά του ιστού του ομφαλίου λώρου, διότι προέρχονται από το ίδιο αρχέγονο μητρικό κύτταρο. Αυτό αποτελεί βασική γνώση δευτεροετή φοιτητή της Ιατρικής. Άρα εάν το αίμα του πλακούντα είναι ακατάλληλο για αυτόλογη χρήση στην περίπτωση της λευχαιμίας, με το σκεπτικό οτι έχει προδιάθεση για κακοήθεια, τότε και τα μεσεγχυματικά του ιστού είναι ακατάλληλα για οποιαδήποτε χρήση διότι περιέχουν την ίδια προδιάθεση για κακοήθεια. Στη δημόσια τράπεζα είναι αδύνατο να αναγνωριστεί μόσχευμα παιδιού που δώρισε τα βλαστοκύτταρά του και στη συνέχεια εμφάνισε λευχαιμία. Για το λόγο αυτό το 5% των υποτροπών της αλλογενούς μεταμόσχευσης (άγνωστος δότης) οφείλεται σε προδιάθεση του μοσχεύματος. Οι χρήσεις των βλαστοκυττάρων στην ιατρική σήμερα αφορούν και τις 17 ιατρικές ειδικότητες, στην Αιματολογία ανήκει ένα πολύ μικρό μέρος αυτών. Διεθνώς γνωστοί αιματολόγοι όπως η Krutzberg αιματολόγος του Duke, ο Πρόεδρος της Αμερικανικής Αιματολογικής Εταιρείας Broxmayer, η γνωστή σε όλους από την εκπομπή ΕΞΑΝΤΑΣ Glukman και ο Wagner, πρωτοπόροι στις μεταμοσχεύσεις, διατηρούν μικτή τράπεζα με έδρα τη Φλόριντα η οποία λέγεται «cord use» with the leaders και δίνουν πληροφορίες στους μελλοντικούς γονείς μέσω της ιστοσελίδας τους. Μάλιστα η τράπεζα έχει εντάξει στο δυναμικό της το παιδί με την απλαστική αναιμία, στο οποίο το 1988 έγινε η πρώτη χορήγηση βλαστοκυττάρων ομφαλικού αίματος από την αδελφή του. Ένα ερώτημα που τίθεται συχνά, είναι πόσα μοσχεύματα χρειάζεται να διαθέτει μια χώρα για να καλύπτει τις ανάγκες του πληθυσμού της. Στην πραγματικότητα κανένας δεν μπορεί να υπολογίσει πόσα μοσχεύματα χρειάζεται μια δημόσιας πρόσβασης τράπεζα στην Ελλάδα δεδομένου οτι υπάρχουν ελάχιστα καταγεγραμμένα στοιχεία σχετικά με τους τύπους της ιστοσυμβατότηας στην Ελλάδα καθώς και τη γεωγραφική τους κατανομή. Έχει υπολογιστεί οτι όταν μια δημόσια τράπεζα διαθέτει 50.000 μοσχεύματα μόνο το 7% των ασθενών ηλικίας άνω των 20 ετών μπορεί να βρει ένα αποδεκτά συμβατό μόσχευμα ομφαλοπλακουντιακού αίματος με ιστοσυμβατότητα από 4/6 έως 6/6. Όταν τα δείγματά της αυξηθούν από τις 50.000 στις 100.000 το αντίστοιχο ποσοστό ανεβαίνει στο 23%, όταν τα μοσχεύματα αυξηθούν στις 150.000 στο 27%, στις 200.000 στο 28% και στις 300.000 στο 29%. Σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 20 ετών για αντίστοιχο αριθμό δειγμάτων και αποδεκτή ιστοσυμβατότητα τα ποσοστά αντίστοιχα ανέρχονται στο 32%, 33%, 33%, 34% και 34%. Άρα κατά μέσο όρο μέσα από την πολυπληθέστερη δεξαμενή ομφαλοπλακουντιακών μοσχευμάτων μόνο το 34% των ασθενών θα μπορέσει να βρει ένα ιστοσυμβατό μόσχευμα2. Διπλασιάζοντας ή πολλαπλασιάζοντας τον αριθμό των δειγμάτων της μια δημόσια τράπεζα ελάχιστα αυξάνει τη δυνατότητα να βρεθεί από τη δεξαμενή της ένα ιστοσυμβατό μόσχευμα για τους κατοίκους της χώρας της. Το ελάχιστο κόστος μονάδας για μια δημόσια τράπεζα που συντηρεί 50.000 δείγματα ομφαλοπλακουντιακού αίματος (ΟΠΑ) είναι 15336 ευρώ, ενώ το αντίστοιχο κόστος για το μυελό των οστών είναι 30.000 ευρώ. Το δε κόστος μεταφοράς και απόψυξης ανέρχεται στο 75% των αναφερομένων τιμών. Για το λόγο αυτό οι δημόσιες τράπεζες χρεώνουν τα ομφαλοπλακουντιακά μοσχεύματα (ΟΠΑ) που τους ζητούνται πάνω από το υπολογιζόμενο κόστος. Το κόστος ίδρυσης και λειτουργίας μιας δημόσιας τράπεζας ΟΠΑ που συντηρεί 50.000 δείγματα είναι 200 εκατ. ευρώ, και ανέρχεται στο ποσό των 269 εκατ για τράπεζα που συντηρεί 300.000 μονάδες. Τα έσοδα των δημοσίων τραπεζών προέρχονται από κρατικές επιχορηγήσεις και από την πώληση των δειγμάτων2. Επειδή οι χορηγήσεις δειγμάτων είναι περιορισμένες, για το λόγο αυτόν η βιωσιμότητα των δημοσίων τραπεζών εξαρτάται κυρίως από κρατικές επιχορηγήσεις. Οι δημόσιες τράπεζες χρεώνουν τα δείγματά τους από 20.000 έως 50.000 ευρώ που ήταν το ανώτατο κόστος δείγματος που αναφέρθηκε και χορηγήθηκε πρόσφατα σε παιδί το οποίο μεταμοσχεύτηκε χρησιμοποιώντας ένα συμβατό μόσχευμα ανθεκτικό στην προσβολή του ιού του AIDS. Το παιδί αυτό έπασχε από μεσογειακή αναιμία και λόγω των μεταγγίσεων προσβλήθηκε από τον ιό του AIDS 7 . 1. Kurtzberg J et al 2009, Curr Opin Pediatr 21(1):22-29 2. Howard DH, at al 2008. Med Decis Making, 28:243-253 3. Sergio Querol et al 2009. Haematologica, 94(4):536-541 4. www.eae.gr/new/LASCM2.pdf 5. Gregory Katz-Benichou 2007, Int J Healthcare Technology and Management. 6. bioacademy1steditiongreek.pdf 7. Ανακοίνωση 8th International Cord Blood Transplantation Symposium June 3-5, 2010, San Fransisco CA.