• Σχόλιο του χρήστη 'Homo Digitalis Αστικη Μη Κερδοσκοπική Εταιρία' | 5 Νοεμβρίου 2025, 14:47

    Οι ισχύουσες διατάξεις του Άρθρου 14 του Ν. 3917/2011 καθορίζουν ρητώς και περιοριστικώς τους σκοπούς για τους οποίους επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης με λήψη ή καταγραφή ήχου ή εικόνας σε δημόσιους χώρους. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι η χρήση των συστημάτων αυτών επιτρέπεται αποκλειστικά για: α) τη διαφύλαξη της εθνικής άμυνας, β) την προστασία του πολιτεύματος και την αποτροπή εγκλημάτων προδοσίας της χώρας, γ) την αποτροπή και καταστολή εγκλημάτων που συνιστούν επιβουλή της δημόσιας τάξης, δ) την αποτροπή και καταστολή εγκλημάτων βίας, εμπορίας ναρκωτικών, κοινώς επικίνδυνων εγκλημάτων, εγκλημάτων κατά της ασφάλειας των συγκοινωνιών και εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας, όταν συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις ότι τελέσθηκαν ή πρόκειται να τελεσθούν τέτοιες πράξεις, και ε) τη διαχείριση της κυκλοφορίας. Η εν λόγω διάταξη αποτυπώνει τη βούληση του νομοθέτη να εξισορροπήσει, υπό το φως των συνταγματικών επιταγών και της αρχής της αναλογικότητας, την ανάγκη δημόσιας ασφάλειας με την προστασία του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής, καθώς και συναφών δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, την ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι. Η προτεινόμενη νομοθετική αναθεώρηση, ωστόσο, επιχειρεί μία αδόκιμη και άκριτη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων αυτών, εισάγοντας γενικούς και αόριστους σκοπούς, όπως η διακίνηση μεταναστών από και προς τη χώρα, η παράνομη είσοδος και έξοδος από αυτήν, η λαθρεμπορία, η επιτήρηση των συνόρων και των πέριξ αυτών περιοχών, η διαχείριση κρίσιμων περιστατικών και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης οφειλόμενων σε φυσικές, τεχνολογικές ή ανθρωπογενείς απειλές, η ανάρμοστη υπηρεσιακή συμπεριφορά, η προστασία κρίσιμων οντοτήτων και η αποτροπή απειλών από μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Επισημαίνεται οτι το κείμενο της Ανάλυσης Συνεπειών Ρύθμισης που συνοδεύει το παρόν ΣχΝ, δεν παρέχει καμία ουσιαστική επεξήγηση των λόγων που οδήγησαν τον νομοθέτη στην γενική αυτή διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του άρθρο 14 του Ν.3917/2011. Η σωρεία των νέων σκοπών, σε συνδυασμό με την προχειρότητα στη διατύπωση της παραγράφου 4 της προτεινόμενης αναθεώρησης, εγείρει σοβαρά ζητήματα νομοτεχνικής πληρότητας και ασφάλειας δικαίου. Η μη ρητή αναφορά στο Προεδρικό Διάταγμα 75/2020, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των υφιστάμενων διατάξεων, δημιουργεί ασάφεια ως προς το εάν αυτό εξακολουθεί να ισχύει και να καλύπτει τους νέους σκοπούς ή αν απαιτείται η θέσπιση νέου Π.Δ. για τη συμπλήρωσή του. Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των τεχνολογιών που ήδη εφαρμόζονται στα σύνορα της χώρας, όπως τα Αυτοματοποιημένα Συστήματα Επιτήρησης Συνόρων (Automated Border Surveillance Systems - ABSS), τα οποία έχουν εγκατασταθεί σε τουλάχιστον δεκαπέντε πυλώνες στον Έβρο με αποστάσεις ανίχνευσης από 2,2 έως 12,7 χλμ. για ανθρώπους και από 13,2 έως 18,8 χλμ. για οχήματα, το σύστημα “Smart Policing” της ΕΛ.ΑΣ. με δυνατότητες αναγνώρισης προσώπου, τα συστήματα μη επανδρωμένων αεροσκαφών που χρησιμοποιούνται για περιοπολίες σε δομές φιλοξενίας αιτούντων άσυλο (όπως αυτά στο πλαίσιο λειτουργίας του συστήματος ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ) καθίσταται εμφανές ότι η τεχνολογική υλοποίηση προηγείται της νομοθετικής ρύθμισης. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προτεινόμενη αναθεώρηση εκλαμβάνεται ως πρόχειρη προσπάθεια θεσμικής νομιμοποίησης πρακτικών που ήδη λαμβάνουν χώρα, χωρίς την απαιτούμενη νομοθετική θεμελίωση και τις αναγκαίες εγγυήσεις δικαιωμάτων. Κατά συνέπεια, η τροποποίηση αποτελεί στην ουσία εν μέρει προσπάθεια εκ των υστέρων νομιμοποίησης εκτεταμένων πρακτικών επιτήρησης, που ενδέχεται να θίγουν τον πυρήνα θεμελιωδών δικαιωμάτων. Είναι, επομένως, επιτακτική η ανάγκη κάθε νομοθετικής πρωτοβουλίας που επεκτείνει την κρατική επιτήρηση να εδράζεται σε σαφείς, προβλέψιμες και προσβάσιμες διατάξεις, οι οποίες να πλαισιώνονται από αποτελεσματικές εγγυήσεις κατά της κατάχρησης και να διασφαλίζουν την ύπαρξη ουσιαστικών και αποτελεσματικών ενδίκων μέσων. Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί να διαφυλαχθεί ότι το κράτος δικαίου δεν θα υποχωρήσει έναντι της τεχνολογικής ισχύος, ιδίως σε πεδία όπως η διαχείριση των συνόρων, όπου τα υποκείμενα δεδομένων που υφίστανται παρεμβατικές πρακτικές σπανίως διαθέτουν τη δυνατότητα ή τα μέσα να προσφύγουν ενώπιον των αρμόδιων εποπτικών αρχών. Η νομοθετική εξουσία οφείλει, συνεπώς, να θέτει την τεχνολογία στην υπηρεσία της δημοκρατίας και της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων.