Αρχική ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΒΙΟΜΕΘΑΝΙΟΥ...ΜΕΡΟΣ Α’ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΒΙΟΜΕΘΑΝΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΥΣ Α’ Άρθρο 1 ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη Αντώνιος Λιόλιος | 16 Ιουνίου 2025, 15:32
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License![]() Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αξιότιμοι κ.κ., Ο όμιλος Enaon, ως ο βασικός φορέας υλοποίησης της πολιτικής για την έγχυση ανανεώσιμων αερίων στα δίκτυα διανομής, υποβάλλει με την παρούσα τις παρακάτω παρατηρήσεις στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης επί του εν θέματι Σχεδίου Νόμου («Σχέδιο»). Α. Επί των άρθρων αναφορικά με το βιομεθάνιο Α.1. Αρμόδιος Διαχειριστής Σύμφωνα με το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ ( ΦΕΚ B’ 6983/2024) («ΕΣΕΚ») προκύπτει ότι, περίπου το 70% του παραγόμενου βιομεθανίου έως το 2040 θα χρησιμοποιηθεί στον οικιακό και εμπορικό τομέα μέσω των Δικτύων Διανομής φυσικού αερίου (σελ. 74158, 74160-74166). Ωστόσο, στο Σχέδιο δεν υιοθετείται η προτεραιότητα που παρέχεται από το ΕΣΕΚ στην σύνδεση των μονάδων βιομεθανίου με τα Δίκτυα Διανομής, καθώς αποτελεί την πλέον οικονομική λύση από άποψη κόστους κατασκευής και λειτουργίας (σελ. 74136, για την περίοδο 2025-2030, αναφέρεται «Ακόμα, στο διάστημα αυτό ξεκινά η παραγωγή βιομεθανίου προς υποκατάσταση μέρους του φυσικού αερίου (με έγχυση κυρίως στα δίκτυα διανομής λόγω του μικρού μεγέθους των ελληνικών μονάδων), η παραγωγή υγρών βιοκαυσίμων για τον τομέα των μεταφορών ……»). Είναι σημαντικό να περιλαμβάνονται στο νόμο ένα σαφές πλαίσιο για τα κριτήρια επιλογής του δικτύου στο οποίο θα συνδεθεί η μονάδα παραγωγής βιομεθανίου,(ΕΣΜΦΑ ή Δίκτυο Διανομής), ειδικά σε περιπτώσεις που τα δίκτυα αμφότερων των Διαχειριστών, ΔΕΣΦΑ και Enaon EDA, συνυπάρχουν στην περιοχή της μονάδας βιομεθανίου. Είναι σαφές ότι το συγκεκριμένο ζήτημα θα πρέπει να ρυθμιστεί από το νόμο και όχι μέσω της γενικής εξουσιοδοτικής διάταξης της παραγράφου 3.στ) του άρθρου 20. Προτείνουμε την υιοθέτηση στο νόμο διαδικασίας αξιολόγησης των βέλτιστων τρόπων σύνδεσης των μονάδων παραγωγής βιομεθανίου, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του ΕΣΕΚ σχετικά με την προτεραιότητα σύνδεσης τους στα Δίκτυα Διανομής. Στη συνέχεια, ο Διαχειριστής Δικτύου Διανομής θα πρέπει να αξιολογήσει το αίτημα για την Βεβαίωση Συνδεσιμότητας της μονάδας με βάση τα μέτρα διαχείρισης, την τοπολογία και τα αντικειμενικά τεχνικά κριτήρια, και μόνο εάν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης είναι αρνητικό θα προωθείται το αίτημα στον ΔΕΣΦΑ. Περαιτέρω, προτείνεται η δυνατότητα σχεδιασμού αγωγού σύνδεσης ενός αριθμού μονάδων βιομεθανίου που βρίσκονται κοντά μεταξύ τους αλλά και σε δίκτυο αερίου, ώστε να αξιολογηθεί συνολικά και να κατασκευαστεί μια επέκταση του δικτύου). Επιπλέον, είναι χρήσιμη η εισαγωγή περιόδου προγραμματισμού αιτημάτων σύνδεσης στην ίδια ή γειτονικές περιοχές, προς τον σκοπό βελτιστοποίησης των έργων σύνδεσης. Α.2. Μη Συνδεδεμένες Μονάδες Το Σχέδιο αντιμετωπίζει τις μονάδες παραγωγής βιομεθανίου που βρίσκονται σε μεγάλες αποστάσεις από τα δίκτυα φυσικού αερίου ως «Μη Συνδεδεμένες Μονάδες» (άρθρο 3), χωρίς να προβλέπει αξιολόγηση της δυνατότητας σύνδεσης τους και αναθέτοντας την σχετική αρμοδιότητα για τη σύνδεση τους στον ΔΕΣΦΑ (άρθρο 3.1 και 6.5), χωρίς επαρκή αιτιολόγηση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το παραγόμενο βιομεθάνιο μπορεί να τροφοδοτεί και απομακρυσμένα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου μέσω του σχήματος της εικονικής διασύνδεσης, το οποίο έχει ρυθμιστεί με την υπ.αρ. 633/2021 απόφαση της RAAEY, θα πρέπει αμφότεροι οι διαχειριστές (ΔΕΣΦΑ και Διαχειριστές Δικτύων Διανομής) να έχουν σχετική αρμοδιότητα. Ταυτόχρονα, η λύση του εικονικού αγωγού/εικονικής διασύνδεσης ενισχύει την αδιάλειπτη διανομή του παραγόμενου βιομεθανίου, επιπλέον των διατάξεων περί αντίστροφης ροής από τα Δίκτυα Διανομής στο ΕΣΜΦΑ. Τέλος, στον αντίστοιχο ορισμό του Αρμόδιου Διαχειριστή στο Μέρος Β’ για τους κανόνες οργάνωσης της αγοράς παραγωγής Υδρογόνου (άρθρο 25.1.α) του Σχεδίου) δεν υφίσταται ανάλογη διάταξη για αρμοδιότητα του ΔΕΣΦΑ ή του Διαχειριστή Δικτύου Μεταφοράς Υδρογόνου για τις Μη Συνδεδεμένες Μονάδες Υδρογόνου. Προτείνεται οι «Μη Συνδεδεμένες Μονάδες» και ο «Αρμόδιος Διαχειριστής», όπως ορίζονται στο Σχέδιο, να προκύπτουν μόνο μετά την προαναφερόμενη αξιολόγηση. Οι ανάγκες εφοδιασμού με bio-LNG α) των υφιστάμενων και μελλοντικών απομακρυσμένων Δικτύων Διανομής θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. Η θεσμική αποσαφήνιση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων των Διαχειριστών κρίνεται απαραίτητη για την αποτροπή επικαλύψεων, καθυστερήσεων και επενδυτικής αβεβαιότητας. Α.3. Αρμοδιότητες μεταξύ Παραγωγού και Διαχειριστή Από τις διατάξεις του Σχεδίου (ορισμοί της Μονάδας Βιομεθανίου και της Μονάδας Ελέγχου και Μέτρησης Βιομεθανίου, άρθρο 3) προκύπτει ότι μετρήσεις ποιότητας εκτελούνται τόσο από τον Παραγωγό όσο και από τον εκάστοτε διαχειριστή. Η συγκεκριμένη επικάλυψη αρμοδιοτήτων θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, προκειμένου να αποφευχθούν αναποτελεσματικότητες κατά την κατάρτιση των κωδίκων και κανονισμών δικτύου, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών προδιαγραφών, καθώς και λειτουργικές εμπλοκές και διαφωνίες (ενδεικτικά, ποιος εκτελεί τον πρωτογενή έλεγχο ποιότητας, πώς κατανέμεται η ευθύνη σε περίπτωση διαφορών ποιότητας, η κατανομή του κόστους για τυχόν διπλά συστήματα μέτρησης κοκ). Α.4. Επιμερισμός κόστους σύνδεσης Ο τρόπος επιμερισμού του κόστους σύνδεσης είναι κρίσιμος για την προσέλκυση επενδύσεων στο βιομεθάνιο, ιδιαίτερα στις πρώτες φάσεις ανάπτυξης της αγοράς. Η Enaon, ήδη από τον Δεκέμβριο 2023, εξέφρασε δημοσίως την πρόθεση πλήρους κάλυψης του κόστους των αντίστοιχων επεκτάσεων των δικτύων για τη σύνδεση μονάδων παραγωγής βιομεθανίου. Αντιλαμβανόμαστε, ωστόσο, ότι μια τέτοια πολιτική θα πρέπει να εφαρμόζεται υπό συνθήκες οικονομικής αποτελεσματικότητας και με βάση κριτήρια που διασφαλίζουν τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων. Η πρόβλεψη του Σχεδίου για επιμερισμό του κόστους σύνδεσης μεταξύ Παραγωγού και Διαχειριστή (50%-50%) για αποστάσεις έως 10 χλμ. κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση σε σχέση με προηγούμενες προσεγγίσεις, ωστόσο εκτιμούμε ότι υπάρχει περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης ώστε να ενισχυθεί η ελκυστικότητα των επενδύσεων σε βιομεθάνιο, π.χ. θα μπορούσε να εξεταστεί ένα σχήμα με 60% συμμετοχή του Διαχειριστή. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να εξεταστεί ένα πιο ευέλικτο και αναλογικό σύστημα επιμερισμού κόστους, στη βάση μεθοδολογιών που εφαρμόζονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως: • η πλήρης κάλυψη του κόστους από τον Διαχειριστή για ένα πρώτο όριο απόστασης (π.χ. έως 3 ή 5 χλμ), • η εφαρμογή επιμερισμού σε επόμενα χιλιόμετρα με βάση κλιμακωτά όρια, ή • η υιοθέτηση αναλογικής μεθόδου βάσει της απόστασης και της εκτιμώμενης ετήσιας παραγωγής ή εγκατεστημένης δυναμικότητας κάθε μονάδας. Στο πλαίσιο αυτό, το θεσμικό πλαίσιο του νόμου θα μπορούσε να ορίζει ότι τα όρια απόστασης και τα ποσοστά κάλυψης του κόστους επέκτασης του δικτύου από τον αρμόδιο Διαχειριστή θα αναπροσαρμόζονται αναλογικά με την εγκατεστημένη ισχύ της μονάδας (ανά MW). Για μεγαλύτερες μονάδες παραγωγής, τα σχετικά όρια θα μπορούσαν να αυξάνονται αντιστοίχως, ώστε να αντανακλούν την αυξημένη ενεργειακή και περιβαλλοντική τους συμβολή. Η προσέγγιση αυτή θα επέτρεπε την ορθολογικότερη κατανομή του κόστους με βάση την αναμενόμενη αξία κάθε επένδυσης για το σύστημα, θα μείωνε τον επενδυτικό κίνδυνο και θα επιτάχυνε την υλοποίηση νέων έργων. Μια τέτοια πρόταση μειώνει την ανάγκη του Παραγωγού για επενδυτική ενίσχυση, καθώς αυτή θα αφορά μόνο τη μονάδα παραγωγής/αναβάθμισης βιομεθανίου, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως κίνητρο για τον Παραγωγό. Σε περίπτωση μη έναρξης λειτουργίας της μονάδας εντός δώδεκα (12) μηνών από την ολοκλήρωση του έργου σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή, ο Παραγωγός υποχρεούται να καταβάλει στον Διαχειριστή το σύνολο του κόστους με το οποίο επιβαρύνθηκε για την κατασκευή της σύνδεσης. Ο στόχος της πρόβλεψης αυτής είναι να αποτραπεί η κοινωνικοποίηση κόστους για έργα που τελικά δεν τίθενται σε λειτουργία, προστατεύοντας το σύνολο της πελατειακής βάσης του Διαχειριστή από αδικαιολόγητες επιβαρύνσεις. Α.5. Πλαίσιο ενισχύσεων Οι προβλέψεις του Σχεδίου σχετικά με τα κίνητρα για την παραγωγή βιομεθανίου (παράγραφος 3 του άρθρου 18) είναι σημαντικό να διασφαλίζουν στις υφιστάμενες μονάδες παραγωγής βιοαερίου με ηλεκτροπαραγωγή ένα ελκυστικό περιβάλλον, ώστε να προχωρήσουν στη μερική μετατροπή των μονάδων τους σε παραγωγή βιομεθανίου (υβριδική λειτουργία), γεγονός που θα ενισχύσει άμεσα και καθοριστικά την ανάπτυξη της αγοράς του βιομεθανίου στην χώρα. Συνεπώς, θα πρέπει να αξιολογηθεί η ύπαρξη στο Σχέδιο των όποιων περιοριστικών διατάξεων, που θα αποτελέσουν τροχοπέδη σε επιχειρηματικές δραστηριότητες βιομεθανίου, εις βάρος τελικά των στόχων της χώρας για την ενσωμάτωση του βιομεθανίου στο ενεργειακό μίγμα της και την κλιματική ουδετερότητα. Tο καθεστώς στήριξης των μονάδων παραγωγής βιομεθανίου θα εξειδικευτεί σε επόμενο χρόνο, με απόφαση του ΥΠΕΝ κατόπιν γνώμης της ΡΑΑΕΥ (παράγραφος 4 άρθρου 20). Δεδομένου ότι το καθεστώς στήριξης αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιτυχή ανάπτυξη του βιομεθανίου στην χώρα, θα πρέπει, αφενός, να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο που θα προταθεί η συνήθης ευρωπαϊκή πρακτική και εμπειρία στο αντίστοιχο στάδιο ωριμότητας της αγοράς βιομεθανίου (αρχικά FiT και ακολούθως σχήμα διαγωνισμών), αφετέρου, να προβλεφθεί στο νόμο η υποχρέωση δημόσιας διαβούλευσης για το πλαίσιο. Α.6. Εξουσιοδοτικές διατάξεις Με βάση τις διατάξεις του Σχεδίου (άρθρο 20), αναμένεται να δημοσιευτεί μια σειρά αποφάσεων από διάφορους θεσμικούς φορείς, προκειμένου να καταστεί δυνατή η παραγωγή και έγχυση του βιομεθανίου στα δίκτυα φυσικού αερίου. Οι μεταβατικές διατάξεις είναι αναγκαίο να περιλαμβάνουν χρονοδιάγραμμα και προθεσμίες. Α.7. Σχήμα αδειοδότησης Είναι αντιληπτό ότι η υφιστάμενη διάκριση μεταξύ Άδειας Εγκατάστασης και Άδειας Λειτουργίας είναι θεσμοθετημένη στο ελληνικό ρυθμιστικό πλαίσιο και εξυπηρετεί τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των έργων με τις απαιτήσεις χωροθέτησης, ασφάλειας και περιβαλλοντικής προστασίας. Ωστόσο, με σκοπό την απλοποίηση και επιτάχυνση των αδειοδοτικών διαδικασιών, ιδιαίτερα για μικρές και μεσαίες μονάδες παραγωγής βιομεθανίου, προτείνεται η θέσπιση ενιαίας άδειας. Η ενιαία αυτή άδεια θα μπορούσε να συνδυάζει τις απαιτήσεις εγκατάστασης και λειτουργίας, να βασίζεται σε πρότυπα τεχνικής και περιβαλλοντικής συμμόρφωσης και να εφαρμόζεται με ταχεία διαδικασία (fast-track) για μονάδες περιορισμένης κλίμακας. Η μεταρρύθμιση αυτή θα συμβάλει στην ενίσχυση της επενδυτικής ελκυστικότητας του τομέα, στη διευκόλυνση της συμμετοχής μικρών παραγωγών και στην επιτάχυνση της ανάπτυξης της αγοράς βιομεθανίου, σύμφωνα με τους στόχους του ΕΣΕΚ και τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Α.8. Ειδικότερες διατάξεις Δεν είναι κατανοητή η πρόβλεψη για απαίτηση πληρωμής διαχειριστικού τέλους υποβολής αίτησης υπέρ του αρμόδιου Διαχειριστή, και προτείνεται η απαλοιφή του σχετικού σημείου στο άρθρο 7, παρ. 3.ε. Αναφορικά με την παράγραφο 3 του άρθρου 4, θεωρούμε σκόπιμη την επανεξέταση της διατύπωσης που φαίνεται να επιβάλλει τη χρήση βιομεθανίου για την κάλυψη των θερμικών αναγκών της μονάδας παραγωγής. Η χρήση του ίδιου του παραγόμενου βιομεθανίου για εσωτερικές θερμικές ανάγκες υπονομεύει τον στόχο της βέλτιστης αξιοποίησής του ως ανανεώσιμο καύσιμο που μπορεί να υποκαταστήσει ορυκτό αέριο σε τελική κατανάλωση. Αντίθετα, η χρήση υψηλής απόδοσης τεχνολογιών, που αποτελούν περιβαλλοντικά και ενεργειακά αποδοτικότερες επιλογές, θα διασφαλίσει την οικονομική βιωσιμότητα των έργων, χωρίς να αλλοιώνει τον συνολικό ισολογισμό ανανεώσιμης ενέργειας του συστήματος. Προτείνεται, συνεπώς, η διατύπωση της διάταξης να τροποποιηθεί ώστε να επιτρέπεται ρητά η κάλυψη των θερμικών αναγκών της μονάδας, χωρίς να απαιτείται η χρήση βιομεθανίου. Β. Επί των άρθρων αναφορικά με το υδρογόνο Αρχικά, εκτιμούμε ότι η απαίτηση για έκδοση βεβαίωσης παραγωγού υδρογόνου προσθέτει ένα επιπλέον γραφειοκρατικό στάδιο χωρίς ουσιαστικό όφελος, καθώς δεν υφίσταται ανάγκη ελέγχου σκοπιμότητας ούτε υπάρχει σχετική απαίτηση σε άλλες μορφές παραγωγής υδρογόνου που ήδη λειτουργούν στη χώρα. Αντί να επιβάλλονται πρόσθετες διαδικασίες, η αδειοδοτική πορεία θα πρέπει να επικεντρώνεται στην περιβαλλοντική και τεχνική ασφάλεια, επιτρέποντας στην Ελλάδα να κινηθεί γρήγορα και αποτελεσματικά στον αναδυόμενο τομέα του υδρογόνου. Περαιτέρω, αναδεικνύεται η ανάγκη για έναν ολοκληρωμένο οδικό χάρτη ανάπτυξης της αγοράς υδρογόνου, ο οποίος να υπερβαίνει την αποκλειστική στόχευση σε εξειδικευμένα δίκτυα και να δίνει έμφαση στην ανάμειξή του με το υφιστάμενο δίκτυο φυσικού αερίου. Δεδομένου ότι ορισμένα δίκτυα είναι ήδη συμβατά με ανάμειξη υδρογόνου έως και 20%, η στρατηγική αυτή αποτελεί ρεαλιστική και οικονομικά αποδοτική μεταβατική λύση, διευκολύνοντας την ομαλή είσοδο του υδρογόνου στην αγορά και την αξιοποίηση των υπαρχόντων υποδομών. Παράλληλα, είναι ουσιώδης η δημιουργία μιας λειτουργικής αγοράς υδρογόνου, υποστηριζόμενης από ένα διαχρονικό μηχανισμό κατανομής κόστους, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 1789/2024. Ο μηχανισμός αυτός επιτρέπει την κατανομή του κόστους υποδομών σε βάθος χρόνου, διασφαλίζοντας την οικονομική βιωσιμότητα των επενδύσεων και τη συγκράτηση των τιμολογίων σε πρώιμα στάδια ανάπτυξης και σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή του θα πρέπει να λάβει υπόψη του τις προτάσεις και συστάσεις που αναμένεται να εκδώσει ο ACER έως τον Αύγουστο του 2025. Στο πλαίσιο αυτό, κρίνεται σημαντική η εφαρμογή ενιαίων ρυθμιστικών αρχών σε δίκτυα μεταφοράς και διανομής, η αποφυγή μεταφοράς χρηματοοικονομικού κινδύνου σε καταναλωτές ή διαχειριστές μέσω κατάλληλων μηχανισμών κρατικής εγγύησης ή δημόσιας στήριξης, καθώς και η προώθηση χρήσης του υφιστάμενου δικτύου για ανάμειξη, με ταυτόχρονη πρόβλεψη σταθερών και ευέλικτων μηχανισμών ανάκτησης κόστους που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα του υδρογόνου έναντι των ορυκτών καυσίμων. Λόγω του πρώιμου σταδίου ανάπτυξης της αγοράς υδρογόνου, προτείνεται η εισαγωγή περιορισμένης και χρονικά οριοθετημένης παρέκκλισης από τις απαιτήσεις λειτουργικού διαχωρισμού για τους Διαχειριστές Δικτύου Διανομής, ειδικά όσον αφορά δραστηριότητες που σχετίζονται με υποδομές υδρογόνου. Η παρέκκλιση αυτή αποσκοπεί στη διευκόλυνση της συμμετοχής των Διαχειριστών Δικτύων Διανομής στην εκκίνηση έργων υδρογόνου σε περιοχές όπου τα επενδυτικά σήματα παραμένουν ανεπαρκή, στην υποστήριξη της ανάπτυξης τοπικών αλυσίδων αξίας (ιδιαίτερα σε μη διασυνδεδεμένες ή απομακρυσμένες περιοχές) καθώς και στη διευκόλυνση της τεχνικής ολοκλήρωσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας από τα υφιστάμενα δίκτυα φυσικού αερίου στις μελλοντικές υποδομές υδρογόνου. Η παρέκκλιση θα ισχύει έως τα τέλη του 2029, στο πλαίσιο μεταβατικής περιόδου ενίσχυσης των αρχικών επενδύσεων, υπό την εποπτεία των αρμόδιων ρυθμιστικών αρχών και με δυνατότητα αναθεώρησης, ώστε να αποφευχθούν στρεβλώσεις στην αγορά μακροπρόθεσμα. Είναι πεποίθηση μας ότι η υιοθέτηση ενός ολοκληρωμένου νομοθετικού πλαισίου και της απαραίτητης δευτερογενούς νομοθεσίας μέσω ενός δυναμικού και αποτελεσματικού συνόλου ρυθμιστικών κανόνων είναι ζωτικής σημασίας για την εκκίνηση των επενδύσεων στον τομέα παραγωγής ανανεώσιμων αερίων και για την ανάπτυξη των σχετικών υποδομών. Η θεσμοθέτηση ενός σαφούς, λειτουργικού και επενδυτικά φιλικού πλαισίου θα αποτελέσει καθοριστικό βήμα για την ενεργοποίηση της εγχώριας αγοράς ανανεώσιμων αερίων και την προσέλκυση των απαραίτητων επενδύσεων. Η έγκαιρη υιοθέτησή του θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της ενεργειακής μετάβασης και να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην επίτευξη των εθνικών και ευρωπαϊκών κλιματικών στόχων. Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση.