• Άρθρο 4 Παρ. 3 – Ιδιοκατανάλωση Βιοαερίου Οι θερμικές ανάγκες μιας τυπικής μονάδας παραγωγής βιομεθανίου αντιστοιχούν περίπου στο 18%-20% της συνολικής θερμικής ενέργειας που παράγεται. Συνεπώς, όταν επιβάλλεται υποχρεωτικά η ιδιοκατανάλωση, η διαθέσιμη ποσότητα βιομεθανίου που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί εμπορικά μειώνεται αναλογικά. Η επιβολή μιας τέτοιας υποχρέωσης συνεπάγεται ότι ο παραγωγός είναι αναγκασμένος να χρησιμοποιήσει για τις εσωτερικές του ανάγκες ένα καύσιμο υψηλής αξίας και κόστους, δεδομένου ότι πρόκειται συχνά για καύσιμο με ουδέτερο ή ακόμα και αρνητικό ανθρακικό αποτύπωμα. Αυτό οδηγεί σε απώλεια της δυνατότητας εμπορικής αξιοποίησης των αντίστοιχων ποσοτήτων ενέργειας, με άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική αποδοτικότητα της παραγωγής. Ενδεικτικά η θέρμανση μπορεί να γίνει με χρήση αντλιών θερμότητας με πολύ μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση από την καύση του βιοαερίου. Επιπρόσθετα, σε καμία άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η υποχρεωτική ιδιοκατανάλωση βιοαερίου για θερμική ενέργεια δεν αποτελεί καθιερωμένη πρακτική. Ο περιορισμός των δυνατοτήτων επιλογής και ευελιξίας των παραγωγών καθιστά λιγότερο ελκυστικό έναν κλάδo, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας που συνδέεται με όλη τη διαδικασία παραγωγής και εμπορίας του βιοαερίου. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η κατάργηση της υποχρεωτικής ιδιοκατανάλωσης βιοαερίου, ώστε οι παραγωγοί να έχουν πλήρη ελευθερία να αποφασίζουν οι ίδιοι τον τρόπο κάλυψης των θερμικών τους αναγκών.