Αρχική Ρυθμίσεις για τη δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα...ΜΕΡΟΣ Α΄ ΔΕΣΜΕΥΣΗ, ΧΡΗΣΗ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρα 1-43)Σχόλιο του χρήστη ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗ | 13 Νοεμβρίου 2025, 15:07




1. Στο Άρθρο 1 προβλέπεται ότι ο νόμος «θεσπίζει … ένα ολοκληρωμένο, επικαιροποιημένο και συνεκτικό πλαίσιο κανόνων για την περιβαλλοντικώς ασφαλή δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση…». Ωστόσο, δεν είναι σαφές στο κείμενο μέχρι τώρα αν οι μακροχρόνιες εγγυήσεις για τον τόπο αποθήκευσης καλύπτουν πλήρως τον κίνδυνο διαφυγής του CO₂ ή μετακίνησης υπογείως/μεταφοράς με αστοχίες. Ειδικά, η επιλογή γεωλογικών σχηματισμών μπορεί να ενέχει περιβαλλοντικό κίνδυνο (διαρροές, επιδράσεις σε υπόγεια ύδατα, σεισμικότητα, κ.ά.). Θα έπρεπε να προβλέπεται ρητά ότι η ευθύνη για τυχόν μελλοντικές συνέπειες (δεκαετίες) βαραίνει είτε τον φορέα είτε το κράτος. Επιπλέον, θα ήταν κρίσιμο να προβλεφθεί μηχανισμός εκκαθάρισης (closure) και παρακολούθησης μετά την παύση της αποθήκευσης, με ξεκάθαρη χρηματοδότηση και δημόσια πρόσβαση στα δεδομένα. Αν δεν καλυφθεί πλήρως, υπάρχει Κίνδυνος επιβάρυνσης στο περιβάλλον και στην κοινωνία. Στο άρθρο περί «τόπων αποθήκευσης» να ενσωματωθεί ρητά η υποχρέωση χρηματοδοτημένης παρακολούθησης για 30–50 χρόνια μετά το κλείσιμο, και η δυνατότητα δημόσιας επιθεώρησης των αποτελεσμάτων. 2. Όσον αφορά στον ορισμό «χρήσης» και άλλους ορισμούς, το σχέδιο νόμου καλύπτει «δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση» διοξειδίου του άνθρακα. Ο όρος «χρήση του CO₂» μπορεί να οδηγήσει σε πρακτικές όπου το διοξείδιο δεν αποθηκεύεται με ασφάλεια αλλά μετατρέπεται/χρησιμοποιείται προσωρινά — αυτό μπορεί να υπονομεύει την ουσιαστική αποθήκευσή του, δηλαδή τη μείωση της συγκέντρωσης στο ατμοσφαιρικό σύστημα. Αν δεν τεθούν αυστηρά ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια για τη χρήση (π.χ. ότι η χρήση οδηγεί σε μόνιμη δέσμευση) υπάρχει κίνδυνος να αποτελέσει «πλυντήριο» εκπομπών παρά πραγματική λύση κλιματικής αλλαγής. ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟ να οριστεί στο νομοσχέδιο ότι η χρήση του CO₂ επιτρέπεται μόνο εφόσον αποδεικνύεται με σαφήνεια ότι η πορεία του CO₂ μετά τη χρήση δεν επιστρέφει στην ατμόσφαιρα (ή ότι η επιστροφή του είναι ελάχιστη και ελεγχόμενη). Επίσης να προβλεφθεί δημόσια αναφορά δεδομένων για τις ποσότητες που «χρησιμοποιούνται» vs. τελικά αποθηκεύονται. 3. Πρόσβαση τρίτων, υποδομές, και «κατακερματισμός» αρμοδιοτήτων: Στο σχέδιο νόμου αναφέρεται η «πρόσβαση τρίτων στην υποδομή δικτύου/μεταφοράς και στην εγκατάσταση αποθήκευσης». Αυτό μπορεί να είναι θετικό από πλευράς ανταγωνισμού και λειτουργίας αγοράς, αλλά ενέχει περιβαλλοντικό κίνδυνο εάν δεν οριστούν σαφώς τα πρότυπα ασφαλείας, η ευθύνη σε περίπτωση ατυχήματος/διαρροής και η διαχείριση του ρίσκου όταν πολλοί φορείς χρησιμοποιούν την ίδια υποδομή. Επιπλέον, η κατανομή αρμοδιοτήτων και ευθυνών μπορεί να γίνει «θολή» όταν εμπλέκονται πολλοί φορείς, με αποτέλεσμα την εξασθένηση της εποπτείας και της λήψης αποφάσεων σε έκτακτες καταστάσεις. Είναι απολύτως ΑΝΑΓΚΑΙΟ να προβλεφθεί ότι πριν τη χορήγηση άδειας σε τρίτους θα απαιτείται συνολική Περιβαλλοντική Αξιολόγηση της μεταφορικής/αποθηκευτικής αλυσίδας (σε συνέχεια της άδειας του κύριου έργου) και να υπάρχει σαφής ρητή ρύθμιση για ποιον φέρει την ευθύνη (και τα κόστη) σε περίπτωση διαρροής, αστοχίας ή αλλαγής χρήσης. 4. Κρατικές ενισχύσεις και κίνδυνος για «μη-τεχνολογική μεταβίβαση»: Προβλέπεται η δυνατότητα παροχής κρατικών ενισχύσεων στους χρήστες δικτύων μεταφοράς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης CO₂. Όμως, ενώ οι ενισχύσεις μπορεί να επιταχύνουν τις επενδύσεις, υπάρχει ο κίνδυνος ότι η οικονομική χρηματοδότηση θα κατευθυνθεί σε έργα με χαμηλότερο περιβαλλοντικό έλεγχο ή πιο ριψοκίνδυνες λύσεις, οδηγώντας σε «κακή» αποθήκευση ή μη κάλυψη του ρίσκου έργων. Επιπλέον, η χρήση κρατικών ενισχύσεων χωρίς αυστηρούς όρους ενδέχεται να μετατραπεί σε επιδότηση «αποθήκευσης» που δεν λειτουργεί πραγματικά ή με επικίνδυνες λύσεις. Ως εκ τούτου, είναι ιδιαίτερα κρίσιμο να εξασφαλιστεί ότι οι ενισχύσεις δεν παραβιάζουν την αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» (do no significant harm) του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία μνημονεύεται στο σχετικό έγγραφο. Οι κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να συνδέονται με αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους, συγκεκριμένους δείκτες παρακολούθησης και κύρωση σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Είναι απολύτως απαραίτητο να υπάρξει προβλεπόμενος μηχανισμός επαναφοράς της ενίσχυσης αν το έργο δεν αξιοποιηθεί όπως προβλεπόταν. 5. Περιβαλλοντική Αδειοδότηση και δημόσια συμμετοχή: Το άρθρο αναφέρει ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν οι ισχύουσες διαδικασίες περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Ωστόσο, η εισαγωγή ενός νέου τύπου τεχνολογίας (CCUS: δέσμευση–χρήση–αποθήκευση) απαιτεί ενισχυμένη διαφάνεια, συμμετοχή του κοινού και ειδικούς όρους αδειοδότησης, πέρα από τις συνήθεις διαδικασίες, λόγω των εγγενών κινδύνων (γεωλογική αποθήκευση, μεταφορά CO₂, επιπτώσεις σε υπόγειο περιβάλλον). Με την έλλειψη ενίσχυσης αυτών των διαδικασιών υπάρχει ο κίνδυνος το έργο να αδειοδοτηθεί με «κανονικά» πρότυπα χωρίς ειδικές προσαρμογές για το CO₂, κάτι που ενδέχεται να θέσει το περιβάλλον σε επιπλέον ρίσκο. Σε κάθε περίπτωση είναι απολύτως αναγκαίο να προβλεφθεί ρητά ότι για εγκαταστάσεις αποθήκευσης CO₂ απαιτείται ειδική περιβαλλοντική μελέτη (EIA) με συμμετοχή του κοινού, ακόμη και αν η τυπική διαδικασία δεν τροποποιείται, καθώς και τακτικές δημοσιεύσεις των αποτελεσμάτων παρακολούθησης. 6. Χρονοδιάγραμμα, μεταβατικά έργα και «πιλοτικές» εξαιρέσεις: Αναφέρεται ότι «εξαιρούνται μόνο μικρά πιλοτικά έργα έρευνας και επίδειξης, κάτω από συγκεκριμένο όριο δυναμικότητας». Ωστόσο, το ζήτημα είναι ότι η εξαίρεση έργων μπορεί να οδηγήσει σε περιπτώσεις όπου η ασφάλεια, η παρακολούθηση ή η ευθύνη δεν θα εφαρμόζονται επαρκώς, τα δε «πιλοτικά» μπορεί να μετατραπούν σε παραγωγικά χωρίς να πληρούν πλήρως το ισχυρό περιβαλλοντικό πλαίσιο. Δεν είναι σαφές αν υπάρχει καθορισμένος χρόνος για τη μεταβατική φάση ή αν τα πιλοτικά έργα θα υπόκεινται στον ίδιο έλεγχο. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστεί στο σχέδιο νόμου σαφής ορισμός «πιλοτικού έργου», το ανώτατο όριο δυναμικότητας, η διάρκεια της πιλοτικής φάσης, και ότι μετά τη λήξη της πιλοτικής φάσης θα εφαρμόζεται κανονικά το πλήρες κανονιστικό πλαίσιο αποθήκευσης. 7. Παρακολούθηση, έλεγχος και διαφάνεια δεδομένων: Το σχέδιο νόμου προβλέπει ρόλους για εποπτεία και παρακολούθηση (π.χ. η εταιρεία ΕΔΕΥΕΠ αναλαμβάνει γνωμοδότηση, παρακολούθηση και έλεγχο συμμόρφωσης). Ωστόσο, δεν γίνεται σαφές πόσο διαφανές θα είναι το σύστημα δημοσίευσης των αποτελεσμάτων παρακολούθησης (εκλύσεις, διαρροές, αλλαγές σχεδίου) προς το κοινό και τις τοπικές κοινωνίες, παρά τις ενδεχόμενες τοπικές επιπτώσεις. Επίσης, δεν είναι προφανές αν προβλέπονται αυτόματες διαδικασίες «διακοπής λειτουργίας» σε περίπτωση που εντοπιστεί σημαντικός περιβαλλοντικός κίνδυνος. Για τους λόγους που αναφέρθηκαν θα πρέπει να προβλεφθεί ενσωμάτωση διάταξης στο νομοσχέδιο που θα προβλέπει την ετήσια δημόσια έκθεση με όλα τα στοιχεία παρακολούθησης των τόπων αποθήκευσης (εσωτερικά και προς το κοινό), και ρήτρα άμεσης διακοπής της άδειας σε περίπτωση διαπιστωμένης μη συμμόρφωσης ή περιβαλλοντικού συμβάντος. 8. Σύνδεση με μετάβαση «καθαρής ενέργειας» και ενδεχόμενος αποπροσανατολισμός: Το νομοσχέδιο αναφέρει ότι η τεχνολογία δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα αποτελεί κρίσιμη για τη μετάβαση προς «κλιματικά ουδέτερη οικονομία». Ωστόσο, υπάρχει κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί η τεχνολογία CCS/CCU (δέσμευση-χρήση-αποθήκευση) ως «καπέλο» για να συνεχιστεί η χρήση ορυκτών καυσίμων ή να καθυστερήσει η μετάβαση προς ανανεώσιμες/μηδενικές εκπομπές. Δηλαδή, εάν η αποθήκευση θεωρηθεί «εναλλακτική» της μείωσης εκπομπών, υπάρχει ρίσκο να μην αλλάξει ουσιαστικά το ενεργειακό μοντέλο. Το σχέδιο νόμου δεν φαίνεται να θέτει ρητά ότι η δέσμευση και αποθήκευση δεν μπορεί να αποτελέσει «αντίβαρο» για μη μετάβαση σε καθαρές λύσεις. Οι κίνδυνοι είναι πολλοί και σημαντικοί. Ως εκ τούτου θα πρέπει να απαγορευτεί ρητά η χρήση της τεχνολογίας αποθήκευσης ως δικαιολογία για απουσία ουσιαστικής μείωσης εκπομπών σε εγκαταστάσεις, και να προβλεφθεί ότι η αποθήκευση συμπληρώνει — δεν υποκαθιστά — μέτρα όπως μείωση καυσίμων, αύξηση ανανεώσιμων, εξοικονόμηση ενέργειας.