ΜΕΡΟΣ Α΄ ΔΕΣΜΕΥΣΗ, ΧΡΗΣΗ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρα 1-43)

Άρθρο 1 Αντικείμενο και σκοπός

  1. Ο παρών νόμος θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο, επικαιροποιημένο και συνεκτικό πλαίσιο κανόνων για την περιβαλλοντικώς ασφαλή δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (εφεξής «CO2») σε γεωλογικούς σχηματισμούς.
  2. Σκοπός του παρόντος είναι η συμβολή στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, καθώς και η διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς στον συγκεκριμένο τομέα μέσω της εν μέρει ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140).

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

(άρθρο 2 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος εμπίπτουν:

α) η δέσμευση CO2 από βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή απευθείας από την ατμόσφαιρα (Direct Air Capture ή «DAC»), η χρήση του, η μεταφορά του σε τόπους αποθήκευσης και η έγχυσή του σε κατάλληλους υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς για μόνιμη αποθήκευση,

β) η αποθήκευση CO₂ σε γεωλογικούς σχηματισμούς που βρίσκονται σε χερσαίες και υπολίμνιες περιοχές της Ελληνικής Δημοκρατίας, καθώς και σε υποθαλάσσιες περιοχές, στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία ασκεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που κυρώθηκε με τον ν. 2321/1995 (Α΄136), κυριαρχία ή κυριαρχικά δικαιώματα ή κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιοδοσία.

  1. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος δεν εμπίπτει η αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς με συνολική προβλεπόμενη αποθήκευση κάτω των εκατό (100) χιλιοτόνων, η οποία διενεργείται για έρευνα, ανάπτυξη ή δοκιμή νέων προϊόντων και διεργασιών.
  2. Δεν επιτρέπεται η αποθήκευση CO2:

α) σε τόπο αποθήκευσης με συγκρότημα αποθήκευσης που εκτείνεται πέραν της περιοχής που αναφέρεται στην περ. β) της παρ. 1 και

β) σε στήλη ύδατος.

Είναι επιτρεπτή η γεωλογική αποθήκευση CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς.

  1. Κατά τη διαδικασία της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2, το CO2 αποτελεί προϊόν υπό τους όρους που τίθενται στον παρόντα και δεν συνιστά απόβλητο υπό την έννοια του άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (L 312) και του Παραρτήματος της απόφασης 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για την αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ’ εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (L 226).

 

Άρθρο 3

Ορισμοί

(άρθρο 3 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

Για τους σκοπούς του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) Άδεια αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13, με την οποία επιτρέπεται η αποθήκευση CO2 εντός ενός τόπου αποθήκευσης από έναν φορέα εκμετάλλευσης και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της αποθήκευσης.

β) Άδεια εξερεύνησης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 10, με την οποία επιτρέπεται η εξερεύνηση ενός συγκροτήματος αποθήκευσης από έναν φορέα εξερεύνησης και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της.

γ) Άδεια μεταφοράς: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 7, με την οποία επιτρέπεται η μεταφορά CO2 μέσω του δικτύου μεταφοράς από εγκαταστάσεις δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης ή σε εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2 και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της αποθήκευσης.

δ) Άδεια χρήσης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 6, με την οποία επιτρέπεται η χρήση CO2 και καθορίζονται οι όροι αυτής.

ε) Απόβλητα: οι ουσίες που ορίζονται ως απόβλητα στην παρ. 1 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (L 312) και το Παράρτημα της απόφασης 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για την αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (L 312).

στ) Αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς ή αποθήκευση: η έγχυση που συνοδεύεται από αποθήκευση CO2 σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς.

ζ) Αρμόδια αρχή CCS (Carbon Capture and Storage): η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.» (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π. Α.Ε.), η λειτουργία της οποίας διέπεται από το Κεφάλαιο Α’ της Ενότητας Β’ του ν. 4001/2011 (A‘ 179), περί σύστασης της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρίας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.

η) Αρχικά εκτιμώμενη αποθηκευτική δυναμικότητα: η εκτιμώμενη συνολική αποθηκευτική δυναμικότητα, η οποία βασίζεται στην άδεια αποθήκευσης ή σε τεχνικές μελέτες που έχουν πιστοποιηθεί από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα.

θ) Βιομηχανίες δυσχερώς απανθρακοποιήσιμες: οι βιομηχανίες για τις οποίες είναι εξαιρετικά δύσκολη η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, επειδή δεν υπάρχει τεχνολογικά εύκολος τρόπος αντικατάστασης των ορυκτών καυσίμων, ιδίως μέσω εξηλεκτρισμού, ή επειδή υφίστανται εκπομπές CO2 που είναι απολύτως συνυφασμένες με την ίδια τη βιομηχανική διεργασία και δεν αποφεύγονται.

ι) Γεωλογικός σχηματισμός: μια λιθοστρωματογραφική υποδιαίρεση μέσα στην οποία ανευρίσκονται και χαρτογραφούνται διακεκριμένα πετρώματα.

ια) Δεδομένα δημοσίου: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα γεωλογικά, γεωτρητικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων, οι χάρτες θέσης γεωτρήσεων και τα δεδομένα εισπίεσης και παραγωγής, καθώς και αυτά που αφορούν σε πυρήνες, θρύμματα και διαγραφίες, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, τα οποία ανήκουν στην κυριότητα και τηρούνται από το Ελληνικό Δημόσιο ή την αρμόδια αρχή CCS, πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης εντός συγκροτήματος αποθήκευσης ή των εργασιών αποθήκευσης εντός τόπου αποθήκευσης.

ιβ) Διαρροή: οποιαδήποτε διαρροή CO2 από συγκρότημα αποθήκευσης.

ιγ) Δίκτυο μεταφοράς: το δίκτυο σωληναγωγών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών σταθμών ανύψωσης της πίεσης για τη μεταφορά CO2 σε τόπο αποθήκευσης, καθώς και σχετικών προσωρινών χώρων αποθήκευσης.

ιδ) Διορθωτικά μέτρα: τα μέτρα που λαμβάνονται για να διορθωθούν σημαντικές ανωμαλίες ή να διακοπούν διαρροές, ώστε να προληφθεί ή να σταματήσει η έκλυση CO2 από συγκρότημα αποθήκευσης.

ιε) Εγγύηση καλής εκτέλεσης: η χρηματική εγγύηση που καταβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 24 προς εξασφάλιση της υποχρέωσης του φορέα εξερεύνησης ή του φορέα εκμετάλλευσης για καλή εκτέλεση του έργου που έχει αναλάβει.

ιστ) Εγκαταστάσεις δέσμευσης: οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται από έναν παραγωγό εκπομπών CO2 για τη δέσμευση των εκπομπών CO2, οι οποίες παράγονται ως αποτέλεσμα βιομηχανικής ή άλλης δραστηριότητας αυτού, εντός της περιμέτρου των εγκαταστάσεών του.

ιζ) Εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2: η υποδομή που χρησιμοποιείται για την υγροποίηση των εκπομπών CO2 με σκοπό τη μεταφορά τους σε τόπους αποθήκευσης. Σε αυτές περιλαμβάνονται και τυχόν συναφείς εγκαταστάσεις προσωρινής αποθήκευσης CO2.

ιη) Ενδιαφερόμενος: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενδιαφέρεται να υποβάλει αίτηση για τη λήψη άδειας εξερεύνησης ή άδειας αποθήκευσης.

ιθ) Ένωση προσώπων: κάθε ένωση, σύμπραξη ή κοινοπραξία φυσικών ή/και νομικών προσώπων.

κ) Εξερεύνηση: η αξιολόγηση δυνητικών συγκροτημάτων αποθήκευσης για τους σκοπούς αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, μέσω δραστηριοτήτων απεικόνισης του υπεδάφους, ιδίως μέσω σεισμικών ερευνών ή επέμβασης στο υπέδαφος, γεωτρητικών εργασιών για την απόκτηση γεωλογικών πληροφοριών σχετικά με τα στρώματα που εντοπίζονται στο δυνητικό συγκρότημα αποθήκευσης και, ανάλογα με την περίπτωση, διεξαγωγής δοκιμών έγχυσης για τον ορισμό ενός τόπου αποθήκευσης.

κα) Θύσανος CO2: ο όγκος διασποράς CO2 σε γεωλογικό σχηματισμό.

κβ) Ιδιόκτητα δεδομένα: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα γεωλογικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά, γεωτρητικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, καθώς και το σχετικό επεξηγηματικό ή/και παράγωγο υλικό, εκτός από τα δεδομένα δημοσίου και τα πρωτογενή δεδομένα, τα οποία τηρούνται από έναν φορέα εξερεύνησης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες εξερεύνησης ή από έναν φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια ή/και αναφορικά με τις εργασίες αποθήκευσης.

κγ) Ιδιόκτητα ή ιδιοχρησιμοποιούμενα μικροδίκτυα: τα δίκτυα σωληναγωγών που ανήκουν κατά κυριότητα σε παραγωγό εκπομπών CO2 ή χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από αυτόν εντός των εγκαταστάσεών του ή πλησίον αυτών και συνδέουν τις εγκαταστάσεις εκπομπής CO2 με χώρους υγροποίησης ή προσωρινής αποθήκευσης CO2, προς περαιτέρω μεταφορά του σε τόπους αποθήκευσης.

κδ) Κανονισμός τιμολόγησης δικτύου μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής μεταφοράς CO2.

κε) Κανονισμός τιμολόγησης τόπου αποθήκευσης CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2.

κστ) Κλείσιμο: η οριστική παύση έγχυσης CO2 σε έναν τόπο αποθήκευσης.

κζ) Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου Μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής μεταφοράς CO2.

κη) Κώδικας Διαχείρισης Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2.

κθ) Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την κατανομή της χωρητικότητας σε μια υποδομή αποθήκευσης CO2.

κη) Μετά το κλείσιμο: η περίοδος μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή CCS.

λ) Μετανάστευση CO2: η κίνηση του θυσάνου CO2 μέσα σε συγκρότημα αποθήκευσης CO2.

λα) Μεταφορά CO2: η μεταφορά CO2 από τις εγκαταστάσεις δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης μέσω δικτύου μεταφοράς, με πλοία, φορτηγίδες, τρένα και άλλα μέσα οδικής μεταφοράς, όπως φορτηγά.

λβ) Ουσιώδης μεταβολή: οιαδήποτε μεταβολή που δεν προβλέπεται στην άδεια αποθήκευσης, η οποία μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το περιβάλλον ή την υγεία ή την ομαλή λειτουργία της αγοράς στον τομέα της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2.

λγ) Περίοδος μετά το κλείσιμο: η περίοδος μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή CCS.

λδ) Πιλοτικοί τόποι αποθήκευσης: οι τόποι αποθήκευσης για τους οποίους έχει εκδοθεί άδεια εξερεύνησης για την κατ’ αρχήν επιλεξιμότητα του τόπου αποθήκευσης και τη διαπίστωση της καταλληλότητάς του όσον αφορά την αποθήκευση CO2, ή άδεια αποθήκευσης ή έχει υποβληθεί αίτηση για την έκδοση των αδειών αυτών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 173 του ν. 4964/2022 (Α’ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.

λε) Πρωτογενή δεδομένα: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα πεδίου, καθώς και το σχετικό επεξηγηματικό υλικό, που σχετίζονται με ορισμένη περιοχή εξερεύνησης ή συγκρότημα αποθήκευσης, στα οποία συμπεριλαμβάνονται γεωλογικά, γεωτρητικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων και τα δεδομένα εισπίεσης και παραγωγής, καθώς και αυτά που αφορούν σε πυρήνες, θρύμματα και διαγραφίες, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, και τηρούνται από φορέα εξερεύνησης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες εξερεύνησης ή από φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες αποθήκευσης.

λστ) Ρ.Α.Α.Ε.Υ.: η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, εν προκειμένω, ο Κλάδος Ενέργειας της Αρχής.

λζ) Ρεύμα CO2 ή ρεύμα: η ροή ουσιών που προκύπτει από τις διεργασίες δέσμευσης CO2 και τις διεργασίες προσαρμογής σε συγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές μεταφοράς ή αποθήκευσης CO2.

λη) Σημαντική ανωμαλία: η ανωμαλία στις εργασίες έγχυσης ή αποθήκευσης ή στις συνθήκες του ίδιου του συγκροτήματος αποθήκευσης, η οποία συνεπάγεται κίνδυνο διαρροής ή κίνδυνο για το περιβάλλον ή την υγεία.

λθ) Σημαντικός κίνδυνος: ο συνδυασμός της πιθανότητας πρόκλησης ζημίας και μεγέθους ζημίας που δεν μπορεί να αγνοηθεί χωρίς να απειληθεί η επίτευξη του σκοπού του παρόντος νόμου.

μ) Στήλη ύδατος: η κατακόρυφα συνεχής μάζα ύδατος από την επιφάνεια έως τα ιζήματα του πυθμένα ενός υδάτινου σώματος.

μα) Συγκρότημα αποθήκευσης: ο τόπος αποθήκευσης και οι γύρω γεωλογικοί χώροι, οι οποίοι μπορεί να επηρεάσουν τη συνολική ακεραιότητα και ασφάλεια της αποθήκευσης.

μβ) Τόπος αποθήκευσης: μια κατ’ όγκον καθορισμένη περιοχή μέσα σε γεωλογικό σχηματισμό που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση CO2 και τις συναφείς επιφανειακές και εγχυτικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των χώρων προσωρινής αποθήκευσης, εντός του συγκροτήματος αποθήκευσης.

μγ) Υδραυλική μονάδα: ο υδραυλικά συνδεδεμένος πορώδης χώρος, όπου η μεταφορά της πίεσης μπορεί να μετρηθεί με τεχνικά μέσα, ο οποίος περιορίζεται από αδιαπέραστα φράγματα, ιδίως πετρώματα, ρήγματα, αλατούχους θόλους ή λιθολογικά όρια ή από τομές του σχηματισμού που δημιουργούνται με την επιφάνεια της γης.

μδ) Υποθαλάσσιες περιοχές: οι υποθαλάσσιες περιοχές όπως ορίζονται κατά την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2289/1995 (A’ 147).

με) Υφάλμυροι υπόγειοι υδροφορείς: οι υπόγειοι γεωλογικοί σχηματισμοί οι οποίοι αποτελούνται από διαπερατά πετρώματα, που είναι κορεσμένα με ύδατα υψηλής περιεκτικότητας σε άλατα, τα οποία δεν είναι κατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση ή άλλες χρήσεις (ιδίως γεωργικές) χωρίς σημαντική επεξεργασία και οι οποίοι μπορούν να αξιοποιούνται για τη γεωλογική αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής και υδατικής νομοθεσίας και τις προδιαγραφές του Διεθνούς Οργανισμού Πιστοποίησης (International Organization for Standardization – ISO).

μστ) Φορέας εκμετάλλευσης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια αποθήκευσης και εκμεταλλεύεται τόπο αποθήκευσης CO2.

μζ) Φορέας εξερεύνησης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια εξερεύνησης και έχει αποκλειστικό δικαίωμα να προβεί σε εργασίες εξερεύνησης εντός ορισμένου συγκροτήματος αποθήκευσης CO2.

 

Άρθρο 4

Αρμόδια αρχή CCS

(άρθρο 23 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του παρόντος ορίζεται η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε. (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π.). Η αρμόδια αρχή CCS συνεργάζεται επί ειδικότερων ζητημάτων με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή άλλων Υπουργείων ή φορέων του δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), σύμφωνα με τον παρόντα.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΔΕΣΜΕΥΣΗ, ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ

 

Άρθρο 5

Δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα

  1. Η δέσμευση CO2 επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που διαθέτουν εγκαταστάσεις δέσμευσης και η άδεια λειτουργίας των οποίων περιέχει τη δυνατότητα δέσμευσης CO2.
  2. Η αρμόδια αρχή CCS εισηγείται στην αρχή που είναι αρμόδια για την έκδοση ή την τροποποίηση της άδειας λειτουργίας, ως προς τη δυνατότητα δέσμευσης CO2 και ως προς τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη δέσμευση CO2, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης.

 

Άρθρο 6

Χρήση διοξειδίου του άνθρακα

  1. Η χρήση CO2, το οποίο προκύπτει από διαδικασία δέσμευσης, επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια χρήσης από την αρχή που είναι αρμόδια για την έκδοση ή την τροποποίηση της άδειας λειτουργίας της κύριας δραστηριότητας αυτών.
  2. Ο κάτοχος άδειας χρήσης CO2 λαμβάνει τα τεχνικής φύσης μέτρα που ορίζονται στην άδεια χρήσης για την πρόληψη της ακούσιας απελευθέρωσης CO2 στο περιβάλλον, κατά τη διάρκεια της χρήσης αυτού.
  3. Η αρχή που εκδίδει την άδεια χρήσης επιβλέπει τη συμμόρφωση των κατόχων αδειών χρήσης με τον παρόντα και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή CCS, η οποία εισηγείται στην αρχή αυτή, τη λήψη των αναγκαίων μέτρων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

 

Άρθρο 7

Μεταφορά διοξειδίου του άνθρακα

  1. Η μεταφορά CO2 εκτός της περιμέτρου των εγκαταστάσεων δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης ή σε ενδιάμεσους τόπους επεξεργασίας CO2, ιδίως σε εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2, μέσω του δικτύου μεταφοράς, επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν λάβει άδεια μεταφοράς. Η άδεια μεταφοράΗς εκδίδεται: α) στην περίπτωση συστήματος μεταφοράς CO2 από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS και β) στην περίπτωση που η μεταφορά γίνεται με άλλο μέσο από την αρμόδια αρχή, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS.
  2. Οι μεταφορείς κατά την παραλαβή του CO2 που προορίζεται να εγχυθεί σε τόπο αποθήκευσης χορηγούν στους παραγωγούς εκπομπών CO2 πιστοποιητικό προέλευσης (πιστοποιητικό μεταφοράς), το οποίο περιλαμβάνει:

α) τα στοιχεία του φορέα πιστοποίησης,

β) την ημερομηνία έκδοσης,

γ) τα στοιχεία του κατόχου άδειας δέσμευσης από τον οποίο παρέλαβαν το αέριο,

δ) στοιχεία ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ρεύματος, σε συμμόρφωση με το άρθρο 17, και

ε) στοιχεία ως προς την ποσότητα που παρέλαβαν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ

Άρθρο 8

Αρμοδιότητα εξερεύνησης και αποθήκευσης

  1. Η αρμοδιότητα εξερεύνησης και αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, ανήκει αποκλειστικά στο Ελληνικό Δημόσιο.
  2. Η αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς αποσκοπεί στη μόνιμη απομόνωση του CO2 κατά τρόπο που να προλαμβάνει και, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, να εξαλείφει, τις αρνητικές επενέργειες και κινδύνους για το περιβάλλον και την υγεία.
  3. Συμπληρωματικά, για το παρόν Κεφάλαιο, εφαρμόζονται αναλογικά ο ν. 4602/2019 (Α’ 45), περί έρευνας, εκμετάλλευσης και διαχείρισης του γεωθερμιδικού δυναμικού, καθώς και ο Μεταλλευτικός Κώδικας (ν.δ. 210/1973, Α’ 277).

 

Άρθρο 9

Χωροθέτηση δυνητικών τόπων αποθήκευσης

(άρθρο 4 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Μετά την έκδοση της απόφασης της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40, αξιολογείται, από τεχνική άποψη, η κατ’ αρχήν διαθέσιμη αποθηκευτική ικανότητα και χωροθετούνται δυνητικοί τόποι αποθήκευσης, στην περιοχή που ορίστηκε με την απόφαση αυτή. Η αξιολόγηση και η χωροθέτηση γίνονται:

α) μετά από εξερεύνηση, σύμφωνα με το άρθρο 10 ή

β) με πρωτοβουλία της αρμόδιας αρχής CCS.

  1. Ένας δυνητικός τόπος αποθήκευσης χωροθετείται εάν, υπό τις προτεινόμενες προϋποθέσεις χρήσης, δεν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος διαρροής, ούτε σημαντικός κίνδυνος για το περιβάλλον ή την υγεία, ούτε τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας.

 

Άρθρο 10

Άδειες εξερεύνησης

(άρθρο 5 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η εξερεύνηση ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που έχουν λάβει άδεια εξερεύνησης από την αρμόδια αρχή CCS.
  2. Ο κάτοχος άδειας εξερεύνησης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εξερεύνησης του δυνητικού τόπου αποθήκευσης για τον οποίο χορηγήθηκε η άδεια. Δεν απαγορεύεται η χορήγηση άδειας για άλλη χρήση του εν λόγω τόπου κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας εξερεύνησης, εφόσον, κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής CCS, δεν παρεμποδίζει τις εργασίες εξερεύνησης ή άλλες δραστηριότητες που τελούνται νομίμως σε αυτόν.
  3. Η αίτηση για την έκδοση άδειας εξερεύνησης υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή CCS.
  4. Εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40 η αρμόδια αρχή CCS, εφόσον η αίτηση της παρ. 3 του παρόντος πληρεί τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 9, ή με δική της πρωτοβουλία, εκδίδει διακήρυξη διεθνούς ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διακήρυξη αφορά στην εξερεύνηση ενός (1) ή περισσότερων δυνητικών τόπων αποθήκευσης και ορίζει:

α) την προθεσμία υποβολής αιτήσεων από τους ενδιαφερόμενους, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δυο (2) μηνών,

β) τα ελάχιστα στοιχεία που περιλαμβάνει η αίτηση συμμετοχής, όπως αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, καθώς και

γ) κάθε άλλο πρόσθετο στοιχείο, έγγραφο και δικαιολογητικό που απαιτείται.

  1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης για την έκδοση άδειας εξερεύνησης ή συμμετοχής στη διαδικασία της παρ. 4 έχουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, εφόσον τα ίδια ή, σε περίπτωση ένωσης προσώπων, τα μέλη αυτών, είναι εγκατεστημένα σε:

α) κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,

β) τρίτες χώρες που έχουν συνάψει πολυμερείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες με την Ε.Ε. στους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος.

  1. Τα ελάχιστα κριτήρια επιλογής των ενδιαφερομένων ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ. Με τη διακήρυξη της παρ. 4, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να ορίσει πρόσθετα κριτήρια επιλογής.
  2. Η άδεια εξερεύνησης περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ. Η διάρκεια ισχύος της δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
  3. Η άδεια εξερεύνησης δημοσιεύεται, εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται με την ίδια μορφή στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της αρμόδιας αρχής CCS.
  4. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την εξερεύνηση ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης, ιδίως οι μετρήσεις, οι μελέτες και τα πορίσματα, υποβάλλονται από τον φορέα εξερεύνησης στην αρμόδια αρχή CCS.
  5. Βάσει των στοιχείων της παρ. 9, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, αποφασίζει για τη χωροθέτηση του δυνητικού τόπου αποθήκευσης ως τόπου αποθήκευσης.

 

Άρθρο 11

Παράταση ισχύος, μεταβίβαση και ανάκληση αδειών εξερεύνησης

(παρ. 3 άρθρου 5 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η αρμόδια αρχή CCS δύναται να παρατείνει τη διάρκεια ισχύος μιας άδειας εξερεύνησης, κατόπιν αίτησης του φορέα εξερεύνησης, εάν αυτός αποδεικνύει ότι η εξερεύνηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τους όρους της άδειας, αλλά η ορισθείσα σε αυτή διάρκεια δεν επαρκεί για την ολοκλήρωσή της. Στην απόφαση αιτιολογείται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο η παράταση που χορηγείται. Η συνολική διάρκεια ισχύος της αδείας εξερεύνησης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρατάσεών της, δεν δύναται να υπερβαίνει τα οκτώ (8) έτη.
  2. Η άδεια εξερεύνησης δύναται να μεταβιβάζεται, εντός της διάρκειας ισχύος της, μετά από έγκριση της αρμόδιας αρχής CCS. Ο κάτοχος της άδειας υποβάλλει στην αρμόδια αρχή CCS αίτηση που συνοδεύεται από τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά του φορέα στον οποίο ενδιαφέρεται να μεταβιβάσει την άδεια, καθώς και τη μεταξύ τους σύμβαση, προκειμένου να εκτιμηθεί αν στο πρόσωπό του συντρέχουν οι όροι που απαιτούνται για τη χορήγηση άδειας εξερεύνησης βάσει του άρθρου 10. Η αρμόδια αρχή CCS αξιολογεί τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή τους, και αν ο φορέας αυτός πληροί τα κριτήρια επιλογής, εξετάζει ζητήματα εθνικής ασφάλειας και τροποποιεί την άδεια εξερεύνησης, ως προς τα στοιχεία του κατόχου. Με τη μεταβίβαση της άδειας εξερεύνησης, ο νέος κάτοχος υπεισέρχεται στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν.
  3. Αν στο μετοχικό κεφάλαιο του φορέα εξερεύνησης εισέρχεται νέος μέτοχος, τα στοιχεία του μαζί με τα αναγκαία δικαιολογητικά, γνωστοποιούνται στην αρμόδια αρχή CCS πριν από την επιδιωκόμενη εταιρική μεταβολή. Η αρμόδια αρχή CCS αξιολογεί τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά, εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή τους, και, εφόσον κρίνει ότι δεν παραβιάζεται ο παρών και δεν τίθενται ζητήματα εθνικής ασφάλειας, εγκρίνει τη συνέχιση της ισχύος της άδειας, μετά από την εταιρική μεταβολή. Στην περίπτωση αυτή δεν τροποποιείται η άδεια εξερεύνησης.
  4. Η αρμόδια αρχή CCS δύναται να ανακαλεί την άδεια εξερεύνησης:

α) μετά από αίτημα του φορέα εξερεύνησης, οπότε καταπίπτει η χορηγηθείσα εγγύηση του άρθρου 24 ή

β) εάν διαπιστώσει ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια επιλογής του παρόντος νόμου ή

γ) σε περίπτωση παράβασης ουσιώδους όρου της άδειας ή

δ) σε περίπτωση παράβασης οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος.

  1. Εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, η απόφαση για την παράταση ισχύος, τη μεταβίβαση ή την ανάκληση της άδειας εξερεύνησης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της αρμόδιας αρχής CCS στην ίδια μορφή.

 

Άρθρο 12

Κατά προτεραιότητα δικαίωμα αποθήκευσης του φορέα εξερεύνησης

(παρ. 3 άρθρου 6 και άρθρα 7, 8 και 9 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η εκμετάλλευση ενός τόπου αποθήκευσης επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν λάβει άδεια αποθήκευσης, από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, κατά το παρόν και το άρθρο 13.
  2. Ο κάτοχος άδειας αποθήκευσης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εκμετάλλευσης του τόπου αποθήκευσης για τον οποίο του χορηγήθηκε η άδεια. Δεν απαγορεύονται άλλες χρήσεις του εν λόγω τόπου αποθήκευσης κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας, εάν η αρμόδια αρχή CCS κρίνει ότι δεν παρεμποδίζουν την αποθήκευση, ή άλλες δραστηριότητες που τελούνται νομίμως σε αυτόν.
  3. Ο φορέας εξερεύνησης ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης έχει προτεραιότητα για τη λήψη άδειας αποθήκευσης για τον τόπο αυτό, αν σωρευτικά έχει:

α) τηρήσει τους όρους της άδειας εξερεύνησης και τις διατάξεις του παρόντος,

β) ολοκληρώσει την εξερεύνηση του δυνητικού τόπου αποθήκευσης,

γ) υποβάλει τα στοιχεία, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 10,

δ) υποβάλει αίτηση, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ, για την έκδοση άδειας αποθήκευσης πριν από τη λήξη της άδειας εξερεύνησης.

  1. Η άδεια αποθήκευσης εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, εντός δώδεκα (12) μηνών από την υποβολή της αίτησης, αν σωρευτικά:

α) ο αιτών φορέας πληροί τις προϋποθέσεις της παρ. 3,

β) η αίτηση περιλαμβάνει τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ,

γ) ο αιτών φορέας διαθέτει χρηματοοικονομική επάρκεια, τεχνική καταλληλότητα και προσωπικό με υψηλό επίπεδο επαγγελματικής και τεχνικής εκπαίδευσης που επιτρέπουν τη λειτουργία και την παρακολούθηση του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος,

δ) στην περίπτωση περισσότερων του ενός τόπων αποθήκευσης στην ίδια υδραυλική μονάδα, οι δυνητικές αλληλεπιδράσεις πίεσης είναι τέτοιες, ώστε και οι δύο τόποι να μπορούν συγχρόνως να πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος,

ε) έχει εξετασθεί η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με το άρθρο 14.

  1. Εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 3, ο φορέας εξερεύνησης χάνει την προτεραιότητά του ως προς τον συγκεκριμένο τόπο αποθήκευσης.
  2. Ο φορέας αποθήκευσης επιβαρύνεται μεειδικό τέλος που αντιστοιχεί σε δύο (2) ευρώ ανά τόνο (€/τόνο) αποθηκευμένου CO2 και διατίθεται προς τον σκοπό ανταποδοτικότητας προς όφελος των τοπικών κοινωνιών. Το ειδικό τέλος αποδίδεται στους δικαιούχους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού πριν από την έναρξη της διαδικασίας έγχυσης CO2 και καθ’ όλη τη διάρκεια ανάπτυξης του έργου.
  3. Αν, βάσει προκαταρκτικών μελετών και άλλων πληροφοριών του φακέλου του έργου, προκύπτει μεγαλύτερη χωρητικότητα του τόπου αποθήκευσης και δυνατότητα έγχυσης και αποθήκευσης όγκων CO2 μεγαλύτερων από τους αναφερόμενους στην αίτηση έκδοσης άδειας αποθήκευσης, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εφόσον εκτιμά, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, ότι υφίσταται η αντίστοιχου μεγέθους ζήτηση, δύναται να ζητήσει από τον φορέα εξερεύνησης την υποβολή αναθεωρημένων μελετών εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, προκειμένου να αξιολογηθεί εκ νέου η διαθέσιμη δυναμικότητα του τόπου αποθήκευσης και να επαναπροσδιοριστούν:

α) η συνολική ποσότητα CO2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον τόπο αποθήκευσης,

β) τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και

γ) οι ανώτατοι επιτρεπόμενοι ρυθμοί και πιέσεις έγχυσης για την έκδοση της άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες απαιτήσεις.

  1. Αφού λάβει υπόψη και τα αποτελέσματα των μελετών αυτών, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εκδίδει άδεια αποθήκευσης, στην οποία συμπεριλαμβάνει δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την προσαρμογή του τόπου αποθήκευσης στα αναθεωρημένα τεχνικά χαρακτηριστικά. Αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν προβεί, εντός ευλόγου χρόνου, στις ενέργειες που απαιτούνται για την αποτελεσματική συμμόρφωσή του, προς την υποχρέωση ανάπτυξης του τόπου αποθήκευσης, βάσει της συνολικής χωρητικότητάς του, και εφόσον η καθυστέρηση αυτή δεν οφείλεται σε ανωτέρα βία ή άλλη αντικειμενική αδυναμία, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκηρύσσει διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση της χρηματοδότησης των σχετικών έργων ή της κατασκευής και χρηματοδότησής τους σε τρίτο, σύμφωνα με το άρθρο 13. Περαιτέρω, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να επιβάλει ποινική ρήτρα για κάθε μήνα καθυστέρησης, λαμβάνοντας υπόψη τις δαπάνες για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2, στις οποίες εκτίθενται οι δικαιούχοι χρήστες του τόπου αποθήκευσης.
  2. Εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, η απόφαση με την οποία χορηγείται άδεια αποθήκευσης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου και της αρμόδιας αρχής CCS με την ίδια μορφή.

 

Άρθρο 13

Διεθνής ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία για την άδεια αποθήκευσης

(παρ. 2 άρθρου 6 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Εάν ο φορέας εξερεύνησης χάσει την προτεραιότητά του ως προς τον τόπο αποθήκευσης ή εάν η αξιολόγηση της διαθέσιμης αποθηκευτικής ικανότητας ενός τόπου αποθήκευσης και η χωροθέτηση αυτού έχουν διεξαχθεί, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9, με πρωτοβουλία της αρμόδιας αρχής CCS, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρχής, προκηρύσσει διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία για τη χορήγηση άδειας αποθήκευσης στον τόπο αυτό.
  2. Δικαίωμα συμμετοχής στη διαγωνιστική διαδικασία του παρόντος έχουν οι φορείς της παρ. 5 του άρθρου 10, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια επιλογής που ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 10, στο μέτρο που αυτά αφορούν την αποθήκευση. Η διακήρυξη, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιέχει τουλάχιστον την κατ’ αρχήν διαθέσιμη χωρητικότητα του τόπου αποθήκευσης και τη δυνατότητα έγχυσης CO2, σε αυτόν, πρόσθετα κριτήρια επιλογής, τις ελάχιστες πληροφορίες που περιλαμβάνει η αίτηση συμμετοχής, όπως αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, το χρονοδιάγραμμα και τους όρους διεξαγωγής του διαγωνισμού, την ημερομηνία έναρξης και την προθεσμία υποβολής αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δυο (2) μηνών, καθώς και κάθε άλλη πρόσθετη πληροφορία, στοιχείο, έγγραφο και δικαιολογητικό.
  3. Η άδεια αποθήκευσης εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, αφού εξετασθεί η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο της άδειας αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 14.
  4. Οι παρ. 2, 6, 7 και 9 του άρθρου 12 εφαρμόζονται και ως προς τη διεθνή ανταγωνιστική διαδικασία για την άδεια αποθήκευσης.

 

Άρθρο 14

Εξέταση αιτήσεων και σχεδίων αδειών αποθήκευσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

(άρθρο 10 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η αρμόδια αρχή CCS κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις αιτήσεις για τη χορήγηση αδειών αποθήκευσης μέσα σε έναν (1) μήνα από την παραλαβή τους
  2. Η αρμόδια αρχή CCS ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για όλα τα σχέδια αδειών αποθήκευσης και τυχόν άλλα στοιχεία που συνεκτιμώνται για την έκδοση της άδειας.
  3. Οι γνώμες που παρέχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επί των σχεδίων αδειών αποθήκευσης δεν είναι δεσμευτικές για το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
  4. Η αρμόδια αρχή CCS κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάθε άδεια αποθήκευσης. Εάν η άδεια αποκλίνει από τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, αιτιολογεί την απόκλιση.

 

Άρθρο 15

Τροποποίηση και μεταβίβαση των αδειών αποθήκευσης

(παρ. 1 άρθρου 11 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την αρμόδια αρχή CCS πριν από κάθε τροποποίηση είτε των όρων εκμετάλλευσης του τόπου αποθήκευσης, είτε της εταιρικής ή μετοχικής του σύνθεσης ή άλλων μεταβολών που αφορούν τον ίδιο τον φορέα εκμετάλλευσης. Προς τούτο, ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει φάκελο, στον οποίο περιλαμβάνεται τουλάχιστον η μελέτη τροποποίησης, με το περιεχόμενο που ορίζεται στο Παράρτημα Ι.
  2. Για τις τροποποιήσεις της παρ. 1 απαιτείται η υποβολή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων κατά τον ν. 4014/2011 (Α’ 209). Αν εκδοθεί νέα Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.) ή τροποποιηθεί η ισχύουσα, ο φορέας εκμετάλλευσης την κοινοποιεί αμελλητί στην αρμόδια αρχή CCS, η οποία εισηγείται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ως προς το εάν απαιτείται η έκδοση νέας άδειας αποθήκευσης ή η τροποποίηση της ισχύουσας.
  3. Η απόφαση για την τροποποίηση της άδειας αποθήκευσης δημοσιεύεται σε περίληψη, εντός είκοσι (20) ημερών από τη έκδοσή της, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της αρμόδιας αρχής CCS με την ίδια μορφή.
  4. Η άδεια αποθήκευσης δύναται να μεταβιβάζεται, εντός της διάρκειας ισχύος της, με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS.

Ο κάτοχος της άδειας υποβάλλει στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στην αρμόδια αρχή CCS, αίτηση που συνοδεύεται από τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για να εκτιμηθεί εάν συντρέχουν στο πρόσωπο του υποψηφίου νέου κατόχου οι απαραίτητοι όροι για τη χορήγηση της άδειας αποθήκευσης, καθώς και τη σύμβασή του με τον τελευταίο. Η αρμόδια αρχή CCS εξετάζει τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά εντός είκοσι (20) ημερών από την υποβολή τους, και εφόσον κρίνει ότι πληρούνται τα κριτήρια επιλογής και εξετάσει την παράμετρο της εθνικής ασφάλειας, εισηγείται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας την τροποποίηση της άδειας αποθήκευσης ως προς τα στοιχεία του νέου κατόχου. Με τη μεταβίβαση της άδειας αποθήκευσης ο νέος κάτοχος υπεισέρχεται στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτή.

  1. Εάν στο μετοχικό κεφάλαιο του κατόχου της άδειας αποθήκευσης εισέρχεται νέος μέτοχος ή νέοι μέτοχοι, τα στοιχεία τους γνωστοποιούνται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στην αρμόδια αρχή CCS τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από τη σκοπούμενη εταιρική μεταβολή. Η αρμόδια αρχή CCS εξετάζει τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά εντός είκοσι (20) ημερών από την υποβολή τους και, εφόσον κρίνει ότι δεν παραβιάζονται οι διατάξεις του παρόντος και δεν τίθενται ζητήματα εθνικής ασφάλειας, εισηγείται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας την έγκριση της εταιρικής μεταβολής. Τροποποίηση της άδειας αποθήκευσης στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται.

 

Άρθρο 16

Διάρκεια και ανάκληση της άδειας αποθήκευσης

(παρ. 3 και 4 άρθρου 11 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η διάρκεια της άδειας δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από είκοσι πέντε (25) έτη, ούτε να είναι μικρότερη από είκοσι (20) χρόνια από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
  2. Η άδεια αποθήκευσης δύναται να ανανεώνεται ανά πέντε (5) έτη με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, ύστερα από αίτηση του φορέα εκμετάλλευσης, που υποβάλλεται προς το όργανο αυτό και την αρμόδια αρχή CCS, έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη της ισχύουσας άδειας.
  3. Το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας επανεξετάζει και, εάν απαιτείται, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, επικαιροποιεί ή, αν συντρέχει σοβαρή παραβίαση του παρόντος ή υποτροπή, ως έσχατο μέτρο ειδικώς για τις περ. α), β) και γ), ανακαλεί την άδεια αποθήκευσης αν:

α) έχουν διαπιστωθεί διαρροές ή σημαντικές ανωμαλίες, σύμφωνα με το άρθρο 21, οι οποίες δεν έχουν αντιμετωπισθεί επαρκώς,

β) από τις υποβαλλόμενες εκθέσεις, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 ή τις επιθεωρήσεις που διενεργούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20, προκύπτει η μη συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις της άδειας ή η ύπαρξη κινδύνου διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών,

γ) ο φορέας εκμετάλλευσης αδυνατεί να τηρήσει τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας,

δ) κρίνεται αναγκαίο, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης.

Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των περ. α) έως δ), η επικαιροποίηση της άδειας είναι δυνατή πέντε (5) έτη από τη χορήγησή της και στη συνέχεια ανά δεκαετία.

  1. Στις περ. α) έως δ) της παρ. 3, η αρμόδια αρχή CCS καλεί τον φορέα εκμετάλλευσης να υποβάλει τις απόψεις του, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45). Αν, κατόπιν έρευνας, η αρμόδια αρχή CCS διαπιστώσει αιτιολογημένα τη συνδρομή των περιστάσεων των περ. α) έως δ) της παρ. 3, συντάσσει πρακτικό, με το οποίο καλεί τον φορέα εκμετάλλευσης σε συμμόρφωση, κατά περίπτωση, με τη λήψη μέτρων αποκατάστασης ή μέτρων μέσω των οποίων είναι εφικτή η αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης, ανάγκης, μέσα σε εύλογη προθεσμία, η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες. Αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν συμμορφωθεί μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, η αρμόδια αρχή CCS εισηγείται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας την ανάκληση της άδειας αποθήκευσης. Επίσης, η αρμόδια αρχή CCS διαβιβάζει το πρακτικό του πρώτου εδαφίου στην, κατά το άρθρο 20 του ν. 4014/2011 (Α’ 209), αρμόδια αρχή, προκειμένου να λάβει τα μέτρα της αρμοδιότητάς της.
  2. Αν ανακληθεί μια άδεια κατ’ εφαρμογή των παρ. 3 και 4, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται:

α) να αποφασίσει, βάσει του άρθρου 12, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, την έκδοση διακήρυξης για διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία με σκοπό τη χορήγηση άδειας αποθήκευσης στον τόπο αυτό, ή

β) να εκδώσει απόφαση για το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 22.

  1. Έως την έκδοση νέας άδειας αποθήκευσης, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναλαμβάνει προσωρινά όλες τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με την εφαρμογή των κριτηρίων αποδοχής, αν αποφασίσει να συνεχίσει:

α) την έγχυση CO2 στον τόπο αποθήκευσης,

β) την παρακολούθηση και την εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ,

γ) την επιστροφή των δικαιωμάτων σε περιπτώσεις διαρροής, δυνάμει της υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής «Αντικατάσταση της υπ’ αρ. 181478/965/2017 (Β’ 3763) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών – Κατάργηση: α) της υπ’ αρ. 6517/425/2019 (Β’ 390) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών και β) της υπ’ αρ. 105040/2297/14.11.2019 (Β’ 4315) κοινής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων -Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών – Ενσωμάτωση: α) της Οδηγίας (ΕΕ) 2023/958 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2023 «για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ ΕΚ όσον αφορά τη συμβολή των αεροπορικών μεταφορών στον στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας και για την κατάλληλη εφαρμογή ενός παγκόσμιου αγορακεντρικού μέτρου» (L 130/115) και β) της Οδηγίας (ΕΕ) 2023/959 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2023 «για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814 σχετικά με τη θέσπιση και τη λειτουργία αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης» (L 130/134)» (Β’ 4674), καθώς και

δ) τη λήψη προληπτικών ή επανορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 και την παρ. 1 του άρθρου 9 του π.δ. 148/2009 (Α’ 190).

  1. Για τις δαπάνες της παρ. 6, η αρμόδια αρχή CCS αξιοποιεί τη χρηματική εγγύηση του άρθρου 24. Αν εκδοθεί απόφαση για το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 22, εφαρμόζεται η παρ. 5 του άρθρου 24.
  2. Εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, η απόφαση που εκδίδεται για την ανάκληση της άδειας αποθήκευσης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου και της αρμόδιας αρχής CCS στην ίδια μορφή.

 

Άρθρο 17

Κριτήρια και διαδικασία αποδοχής ρεύματος διοξειδίου του άνθρακα

(άρθρο 12 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Σε ένα ρεύμα CO2 δεν επιτρέπεται να προστίθενται απόβλητα ή άλλες ύλες με σκοπό τη διάθεση των εν λόγω αποβλήτων ή υλών. Ένα ρεύμα CO2 επιτρέπεται να περιέχει ίχνη συναφών ουσιών από την πηγή, τη δέσμευση ή τη διεργασία έγχυσης και ίχνη ουσιών που προστίθενται για να βοηθήσουν την παρακολούθηση και την επαλήθευση της μετανάστευσης CO2. Οι συγκεντρώσεις των ουσιών αυτών είναι κατώτερες από τα επίπεδα τα οποία:

α) επηρεάζουν αρνητικά την ακεραιότητα του τόπου αποθήκευσης ή τη συναφή υποδομή μεταφοράς,

β) συνεπάγονται σημαντικό κίνδυνο για το περιβάλλον ή την υγεία,

γ) παραβαίνουν τις απαιτήσεις της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας και των ευρωπαϊκών κατευθυντηρίων γραμμών,

δ) ορίζονται στην άδεια αποθήκευσης του εκάστοτε τόπου αποθήκευσης.

  1. Ο φορέας εκμετάλλευσης:

α) δέχεται την έγχυση ρευμάτων CO2, εφόσον έχει γίνει ανάλυση της σύνθεσης αυτών, συμπεριλαμβανομένων των διαβρωτικών ουσιών, καθώς και αξιολόγηση κινδύνου, η οποία δείχνει ότι τα επίπεδα ρύπανσης είναι σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1, και

β) τηρεί μητρώο των ποσοτήτων και χαρακτηριστικών των παραδιδόμενων και εγχυόμενων ρευμάτων CO2, συμπεριλαμβανομένης της σύνθεσής τους.

  1. Ο φορέας εκμετάλλευσης, κατά την παραλαβή του προς αποθήκευση CO2, από τους μεταφορείς, χορηγεί στους τελευταίους, πιστοποιητικό προέλευσης (πιστοποιητικό αποθήκευσης) το οποίο περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον :

α) τα στοιχεία του φορέα πιστοποίησης,

β) την ημερομηνία έκδοσης,

γ) την ημερομηνία πιστοποιούμενης εισαγωγής στον τόπο αποθήκευσης,

δ) τον τόπο αποθήκευσης,

ε) τα στοιχεία του κατόχου του CO2 πριν από την αποθήκευση,

στ) τα στοιχεία του υπεύθυνου για τη μεταφορά CO2, από τον οποίο παρελήφθη το ρεύμα CO2,

ζ) τα στοιχεία του παραγωγού εκπομπών CO2,

η) τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ρεύματος, και

θ) την ποσότητα παραλαβής.

Αντίγραφο του πιστοποιητικού αποθήκευσης παραδίδεται και στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 5 από τα οποία προέρχεται το ρεύμα CO2 που παραλαμβάνεται τελικώς από τον φορέα εκμετάλλευσης.

 

Άρθρο 18

Παρακολούθηση της αποθήκευσης

(άρθρο 13 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Ο φορέας εκμετάλλευσης προβαίνει σε παρακολούθηση των μονάδων έγχυσης του συγκροτήματος αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένου, όποτε υπάρχει δυνατότητα, του θυσάνου CO2, και, κατά περίπτωση, του περιβάλλοντος χώρου, που αποσκοπεί:

α) στη σύγκριση μεταξύ της πραγματικής και της αναπαριστώμενης με ψηφιακό μοντέλο προσομοίωσης συμπεριφοράς του CO2 και του ύδατος του σχηματισμού στον τόπο αποθήκευσης,

β) στην ανίχνευση σημαντικών ανωμαλιών,

γ) στην ανίχνευση μετανάστευσης CO2,

δ) στην έγκαιρη ανίχνευση διαρροής CO2,

ε) στην ανίχνευση σημαντικών αρνητικών επενεργειών στο γύρω περιβάλλον, ιδίως στο πόσιμο νερό, στους ανθρώπινους πληθυσμούς ή στους χρήστες της περιβάλλουσας βιόσφαιρας,

στ) στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας διορθωτικών μέτρων που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20,

ζ) στην επικαιροποίηση της αξιολόγησης της βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης ασφάλειας και ακεραιότητας του συγκροτήματος αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του κατά πόσον το αποθηκευμένο CO2 παραμείνει πλήρως και μονίμως απομονωμένο.

  1. Η παρακολούθηση βασίζεται σε σχέδιο παρακολούθησης, το οποίο εκπονείται από τον φορέα εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙV, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών σχετικά με την παρακολούθηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β’ 4674).
  2. Το σχέδιο παρακολούθησης υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή CCS προς έγκριση, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙV.
  3. Το σχέδιο επικαιροποιείται, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙV, ανά πέντε (5) έτη, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εκτιμώμενου κινδύνου διαρροής, οι αλλαγές στους εκτιμώμενους κινδύνους για το περιβάλλον και την υγεία, οι νέες επιστημονικές γνώσεις και οι βελτιώσεις της βέλτιστης διαθέσιμης τεχνολογίας. Τα επικαιροποιημένα σχέδια επανυποβάλλονται στην αρμόδια αρχή CCS προς έγκριση, με εφαρμογή της παρ. 3.

 

Άρθρο 19

Υποβολή εκθέσεων

(άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Τουλάχιστον μία (1) φορά τον χρόνο και μέχρι την 31η Ιανουαρίου του επόμενου έτους, ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει στην αρμόδια αρχή CCS και το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, έκθεση για την παρακολούθηση που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς. Η έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α) τα αποτελέσματα της παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 18, κατά την περίοδο που καλύπτει η έκθεση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία παρακολούθησης,

β) τις ποσότητες και τα χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένης της σύνθεσής τους, των ρευμάτων CO2 που παραδόθηκαν και εγχύθηκαν, κατά την περίοδο που καλύπτει η έκθεση, τα οποία καταχωρούνται σε μητρώα, σύμφωνα με την περ. 2 της παρ. 2 του άρθρου 17,

γ) πιστοποιητικό που εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 17,

δ) απόδειξη της κατάθεσης και της διατήρησης σε ισχύ της χρηματικής εγγύησης, σύμφωνα με το άρθρο 24 και το Παράρτημα ΙΙΙ,

ε) άλλες πληροφορίες τις οποίες η αρμόδια αρχή CCS θεωρεί συναφείς, καλώντας εγγράφως τον φορέα εκμετάλλευσης να υποβάλει, προκειμένου να αξιολογηθεί η συμμόρφωσή του προς τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας και να εμπλουτιστούν τα δεδομένα για τη συμπεριφορά του CO2 στον τόπο αποθήκευσης.

  1. Οι παραγωγοί εκπομπών CO2 υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή CCS μία (1) φορά τον χρόνο και μέχρι την 31η Ιανουαρίου του επόμενου έτους, έκθεση για την παρακολούθηση του δεσμευόμενου CO2 που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς.
  2. Οι μεταφορείς υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή CCS μία (1) φορά κατ’ έτος και μέχρι την 31η Ιανουαρίου του επόμενου έτους, έκθεση για την παρακολούθηση της μεταφοράς που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς, η οποία συνοδεύεται από πιστοποιητικό επαλήθευσης που εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 7.
  3. Οι εκθέσεις των παρ. 2 και 3 επαληθεύονται από φορείς, οι οποίοι διαθέτουν κατάλληλη διαπίστευση από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης ή από αντίστοιχο οργανισμό διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Συνεργασίας για τη Διαπίστευση.

 

Άρθρο 20

Επιθεωρήσεις των συγκροτημάτων αποθήκευσης

(άρθρο 15 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η αρμόδια αρχή CCS, σε συνεργασία με την κατά περίπτωση αρμόδια υπηρεσία για τη διεξαγωγή περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, οργανώνει και συντονίζει σύστημα τακτικών και έκτακτων επιθεωρήσεων των συγκροτημάτων αποθήκευσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, με σκοπό τον έλεγχο και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις αυτού, καθώς και την παρακολούθηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον και την υγεία.
  2. Οι επιθεωρήσεις διενεργούνται από:

α) την αρμόδια αρχή CCS ή

β) μικτό κλιμάκιο επιθεωρητών, που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού από υπαλλήλους της αρμόδιας αρχής CCS και υπαλλήλους του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Στο κλιμάκιο επιθεωρητών δύνανται να συμμετέχουν και ειδικοί επιστήμονες, εκπρόσωποι άλλων υπουργείων ή δημόσιων φορέων ή των αρμοδίων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ανάλογα με τις περιστάσεις.

  1. Οι επιθεωρήσεις περιλαμβάνουν επισκέψεις των επιφανειακών εγκαταστάσεων, συμπεριλαμβανομένων των εγχυτικών εγκαταστάσεων, αξιολόγηση των εργασιών έγχυσης και παρακολούθησης που πραγματοποιούνται από τον φορέα εκμετάλλευσης, και έλεγχο των σχετικών αρχείων που τηρεί ο φορέας εκμετάλλευσης. Ο φορέας εκμετάλλευσης παρέχει στην αρμόδια αρχή CCS ή στα κλιμάκια επιθεωρητών, ακώλυτη πρόσβαση στους χώρους των εγκαταστάσεών του.
  2. Οι τακτικές επιθεωρήσεις διενεργούνται: α) τουλάχιστον μία (1) φορά τον χρόνο για το διάστημα λειτουργίας της εγκατάστασης και έως τρία (3) έτη από το κλείσιμο της εγκατάστασης, β) μετά από το κλείσιμο της εγκατάστασης ανά πέντε (5) έτη, έως ότου μεταβιβαστεί η ευθύνη της εγκατάστασης στην αρμόδια αρχή CCS. Στο πλαίσιο των επιθεωρήσεων αυτών, εξετάζονται οι εγκαταστάσεις έγχυσης και παρακολούθησης, καθώς και το πλήρες φάσμα των συναφών επενεργειών του συγκροτήματος αποθήκευσης στο περιβάλλον και στην υγεία.
  3. Έκτακτες επιθεωρήσεις διενεργούνται:

α) αν έχουν γνωστοποιηθεί στην αρμόδια αρχή CCS ή στην αρμόδια υπηρεσία κατά το άρθρο 20 του ν. 4014/2011 (Α’ 209) για τη διεξαγωγή περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή στην αρμόδια για την υπεράκτια ασφάλεια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4409/2016 (Α’ 136), ή έχουν περιέλθει σε γνώση τους διαρροές ή σημαντικές ανωμαλίες, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 21,

β) αν από τις εκθέσεις του άρθρου 19 αποδεικνύεται ανεπαρκής συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας,

γ) για να διερευνηθούν σοβαρές καταγγελίες σχετικά με το περιβάλλον ή την υγεία,

δ) σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση κρίνει η αρμόδια αρχή CCS.

  1. Μετά από κάθε επιθεώρηση, η αρμόδια αρχή CCS, από κοινού με την αρμόδια υπηρεσία κατά το άρθρο 20 του ν. 4014/2011 για τη διεξαγωγή περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή την αρμόδια για την υπεράκτια ασφάλεια αρχή, συντάσσουν έκθεση με τα αποτελέσματα της επιθεώρησης. Στην έκθεση αξιολογείται η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος και αναφέρεται το κατά πόσο είναι αναγκαία η λήψη περαιτέρω μέτρων. Η έκθεση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο φορέα εκμετάλλευσης και αναρτάται στον ιστότοπο της αρμόδιας αρχής CCS μέσα σε δύο (2) μήνες από τη διεξαγωγή της επιθεώρησης.

 

Άρθρο 21

Μέτρα σε περίπτωση διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών

(άρθρο 16 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Σε περίπτωση διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών, ο φορέας εκμετάλλευσης ειδοποιεί αμέσως την αρμόδια αρχή CCS και λαμβάνει χωρίς καθυστέρηση τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Σ.
  2. Τα διορθωτικά μέτρα της παρ. 1 λαμβάνονται με βάση το σχέδιο διορθωτικών μέτρων που έχει υποβληθεί στην αρμόδια αρχή CCS, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ.
  3. Η αρμόδια αρχή CCS μπορεί να απαιτήσει από τον φορέα εκμετάλλευσης να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα. Τα μέτρα αυτά μπορεί να είναι πρόσθετα ή διαφορετικά από εκείνα που ορίζονται στο σχέδιο διορθωτικών μέτρων.
  4. Η αρμόδια αρχή CCS μπορεί να λαμβάνει τα αναγκαία ή πρόσθετα διορθωτικά μέτρα, αν ο φορέας εκμετάλλευσης τα παραλείπει.
  5. Για τη λήψη των διορθωτικών μέτρων της παρ. 4, η αρμόδια αρχή CCS χρησιμοποιεί, ιδίως, τη χρηματική εγγύηση του άρθρου 24, καθώς και τις ποινικές ρήτρες, σύμφωνα με την άδεια αποθήκευσης.

 

Άρθρο 22

Υποχρεώσεις κατά το κλείσιμο και την περίοδο μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης

(άρθρο 17 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Ένας τόπος αποθήκευσης κλείνει στις εξής περιπτώσεις:

α) εάν έχουν τηρηθεί οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην άδεια αποθήκευσης,

β) εάν το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εγκρίνει, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, την τεκμηριωμένη αίτηση του φορέα εκμετάλλευσης και

γ) εάν αποφασισθεί από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, αφού ανακληθεί η άδεια αποθήκευσης, κατ’ εφαρμογή των παρ. 3 και 4 του άρθρου 16.

  1. Μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης ο φορέας εκμετάλλευσης παραμένει υπεύθυνος για:

α) την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και τη λήψη διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος, καθώς και για τις πάσης φύσεως υποχρεώσεις που αφορούν την επιστροφή δικαιωμάτων σε περίπτωση διαρροών, σύμφωνα με την υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β’ 4674),

β) τη λήψη προληπτικών μέτρων ή μέτρων αποκατάστασης, σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 11 του π.δ. 148/2009 (Α’ 190), έως ότου η ευθύνη του τόπου αποθήκευσης μεταβιβασθεί στην αρμόδια αρχή CCS, σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 23,

γ) τη σφράγιση του τόπου αποθήκευσης και την απομάκρυνση των εγχυτικών εγκαταστάσεων.

  1. Οι αναφερόμενες στην παρ. 2 υποχρεώσεις του φορέα εκμετάλλευσης τηρούνται με βάση το προσωρινό σχέδιο της περιόδου μετά το κλείσιμο, το οποίο ο τελευταίος έχει εκπονήσει δυνάμει της βέλτιστης πρακτικής και σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος ΙV, που εγκρίνεται κατά το στάδιο χορήγησης της άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ.
  2. Στις περ. α) και β) της παρ. 1, το προσωρινό σχέδιο της περιόδου μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης:

α) επικαιροποιείται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, με βάση, ιδίως την ανάλυση κινδύνου, τη βέλτιστη πρακτική και τις τεχνολογικές βελτιώσεις,

β) υποβάλλεται προς έγκριση στην αρμόδια αρχή CCS, και

γ) εγκρίνεται από την αρμόδια αρχή CCS, ως το οριστικό σχέδιο της περιόδου μετά το κλείσιμο.

  1. Μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, κατά την περ. γ) της παρ. 1, η αρμόδια αρχή CCS είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση και τη λήψη διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος, καθώς και για τις πάσης φύσεως υποχρεώσεις που αφορούν την επιστροφή δικαιωμάτων σε περίπτωση διαρροών, δυνάμει της υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινής απόφασης, καθώς και για τη λήψη προληπτικών μέτρων ή μέτρων αποκατάστασης, βάσει του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 8 και την παρ. 1 του άρθρου 9 του π.δ. 148/2009.
  2. Οι απαιτήσεις μετά το κλείσιμο εκπληρώνονται από την αρμόδια αρχή CCS με βάση το προσωρινό σχέδιο μετά το κλείσιμο της παρ. 3, το οποίο, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, επικαιροποιείται.
  3. Η αρμόδια αρχή CCS ανακτά από τον φορέα εκμετάλλευσης τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε για τα μέτρα της παρ. 5, χρησιμοποιώντας, ιδίως, τη χρηματική εγγύηση του άρθρου 24, καθώς και τις ποινικές ρήτρες, σύμφωνα με την άδεια αποθήκευσης.

 

Άρθρο 23

Μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης

(άρθρο 18 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Αν ένας τόπος αποθήκευσης έχει κλείσει σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 22, οι υποχρεώσεις που αφορούν:

α) στην παρακολούθηση και τη λήψη διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος,

β) στην επιστροφή δικαιωμάτων σε περίπτωση διαρροών, σύμφωνα με την υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β’ 4674), καθώς και

γ) στη λήψη προληπτικών μέτρων ή μέτρων αποκατάστασης, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 και την παρ. 1 του άρθρου 9 του π.δ. 148/2009 (Α’ 190),

μεταβιβάζονται στην αρμόδια αρχή CCS με πρωτοβουλία της τελευταίας ή μετά από αίτημα του φορέα εκμετάλλευσης.

  1. Η μεταβίβαση των υποχρεώσεων της παρ. 1 πραγματοποιείται, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) από τα διαθέσιμα στοιχεία αποδεικνύεται ότι το αποθηκευμένο CO2 διατηρείται πλήρως και μονίμως απομονωμένο,

β) έχει παρέλθει η ελάχιστη περίοδος που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή CCS, εκτός εάν η αρχή κρίνει ότι πληρούται η περ. γ) πριν από το τέλος της εν λόγω περιόδου,

γ) οι οικονομικές υποχρεώσεις του άρθρου 26 έχουν εκπληρωθεί, και

δ) ο τόπος αποθήκευσης έχει σφραγιστεί και οι εγχυτικές εγκαταστάσεις έχουν αφαιρεθεί.

  1. Ο φορέας εκμετάλλευσης συντάσσει έκθεση στην οποία τεκμηριώνεται η συνδρομή της προϋπόθεσης της περ. α) της παρ. 1 και την υποβάλλει στον αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ώστε να εγκρίνει τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης. Η έκθεση υποβάλλεται και στην αρμόδια αρχή CCS.
  2. Στην έκθεση της παρ. 3 τεκμηριώνονται τουλάχιστον τα εξής:

α) η αντιστοιχία της πραγματικής συμπεριφοράς του εγχυμένου CO2 προς τη μοντελοποιημένη συμπεριφορά,

β) η απουσία ανιχνεύσιμης διαρροής,

γ) ότι ο τόπος αποθήκευσης εξελίσσεται προς κατάσταση μακροχρόνιας σταθερότητας.

  1. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις των περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 22, η αρμόδια αρχή CCS συντάσσει σχέδιο απόφασης για τη μεταβίβαση της ευθύνης, το οποίο υποβάλλει στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προς έγκριση. Το σχέδιο απόφασης προσδιορίζει τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τη διαπίστωση της εκπλήρωσης των προϋποθέσεων της περ. δ) της παρ. 2, καθώς και αναπροσαρμοσμένες απαιτήσεις για τη σφράγιση του τόπου αποθήκευσης και την απομάκρυνση των εγκαταστάσεων έγχυσης.
  2. Αν το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, κρίνει ότι οι προϋποθέσεις των περ. α) και β) της παρ. 2 δεν πληρούνται, απορρίπτει το αίτημα για τη μεταβίβαση της ευθύνης.
  3. Η αρμόδια αρχή CCS κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις εκθέσεις της παρ. 3 μέσα σε έναν (1) μήνα από την παραλαβή τους και καθιστά διαθέσιμο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κάθε άλλο στοιχείο που λαμβάνει υπόψη κατά την κατάρτιση του σχεδίου απόφασης για τη μεταβίβαση της ευθύνης.
  4. Η αρμόδια αρχή CCS ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα σχέδια αποφάσεων που καταρτίζει, σύμφωνα με την παρ. 5, συμπεριλαμβανομένων και άλλων στοιχείων που συνεκτιμά για να καταλήξει στην οριστική έκδοσή τους.
  5. Οι γνώμες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί των σχεδίων αποφάσεων των παρ. 7 και 8, εφόσον παρέχονται, δεν είναι δεσμευτικές για το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
  6. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις των περ. α) έως δ) της παρ. 2, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εκδίδει την εγκριτική απόφαση για τη μεταβίβαση της ευθύνης του τόπου αποθήκευσης στην αρμόδια αρχή CCS.
  7. Η αρμόδια αρχή CCS κοινοποιεί την απόφαση της παρ. 10 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αν η απόφαση αποκλίνει από τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αιτιολογεί την απόκλιση.
  8. Μετά από τη μεταβίβαση της ευθύνης δεν διεξάγονται οι τακτικές επιθεωρήσεις της παρ. 4 του άρθρου 20 και η παρακολούθηση μπορεί να περιορίζεται σε επίπεδο που επιτρέπει την ανίχνευση διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών. Αν ανιχνευθούν διαρροές ή σημαντικές ανωμαλίες, η παρακολούθηση εντείνεται για να αξιολογηθούν η κλίμακα του προβλήματος και η αποτελεσματικότητα των διορθωτικών μέτρων.
  9. Αν συντρέχει υπαιτιότητα του φορέα εκμετάλλευσης, όπως στις περιπτώσεις:

α) υποβολής ελλιπών στοιχείων,

β) απόκρυψης συναφών στοιχείων, και

γ) ηθελημένης απάτης ή μη ασκήσεως της δεούσης επιμελείας,

η αρμόδια αρχή CCS ανακτά από τον φορέα εκμετάλλευσης τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 26, δεν ανακτώνται επιπλέον δαπάνες μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης.

  1. Κατά την περίοδο μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 22, η ευθύνη θεωρείται ότι μεταβιβάστηκε στην αρμόδια αρχή CCS, εφόσον από τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία καταδεικνύεται ότι το αποθηκευμένο CO2 θα παραμείνει σε πλήρη και μόνιμη απομόνωση και αφού σφραγισθεί ο τόπος και απομακρυνθούν οι εγχυτικές εγκαταστάσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ, ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΡΙΤΩΝ

Άρθρο 24

Παράβολα και χρηματικές εγγυήσεις

(άρθρο 19 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Κατά την υποβολή αιτήσεων για την έκδοση άδειας εξερεύνησης, σύμφωνα με το άρθρο 10, ή άδειας αποθήκευσης σύμφωνα με το άρθρο 13, ο ενδιαφερόμενος προσκομίζει παράβολο συμμετοχής υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Η υποχρέωση αυτή προβλέπεται στις διακηρύξεις της παρ. 4 του άρθρου 10 και της παρ. 2 του άρθρου 13.
  2. Το ύψος του παραβόλου συμμετοχής δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εικοσιπέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
  3. Ο ενδιαφερόμενος, υπέρ του οποίου εκδόθηκε άδεια εξερεύνησης ή άδεια αποθήκευσης, αντίστοιχα, καταθέτει χρηματική εγγύηση υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την άδεια αποθήκευσης και διασφαλίζονται από τη χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης, περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που προκύπτουν λόγω: α) κλεισίματος, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και αυτές που συνδέονται με την περίοδο μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης και β) της υπαγωγής των τόπων αποθήκευσης στην υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β’ 4674).
  4. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης καλής εκτέλεσης της άδειας εξερεύνησης καθορίζεται είτε στη διακήρυξη της διαγωνιστικής διαδικασίας της παρ. 4 του άρθρου 10 είτε στην άδεια εξερεύνησης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ.
  5. Η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της εξερεύνησης είναι έγκυρη και σε ισχύ πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης. Παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας εξερεύνησης και επιστρέφεται στον φορέα εξερεύνησης μετά το πέρας ισχύος της άδειας αυτής.
  6. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης καλής εκτέλεσης της άδειας αποθήκευσης καθορίζεται με την άδεια αποθήκευσης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο του κόστους εκτέλεσης κατάλληλης γεωφυσικής επισκόπησης ή παρεμβατικής γεώτρησης και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ. Είναι έγκυρη και σε ισχύ πριν από την έναρξη της έγχυσης και παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας αποθήκευσης καθώς και:

α) στην περίοδο μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 22, έως ότου μεταβιβαστεί στην αρμόδια αρχή CCS η ευθύνη για τον τόπο αποθήκευσης, σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 23,

β) μετά την ανάκληση άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 16:

βα) μέχρι να εκδοθεί νέα άδεια αποθήκευσης,

ββ) εάν κλείνει ο τόπος αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 22, μέχρι να πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση της ευθύνης, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 23, εφόσον έχουν τηρηθεί οι οικονομικές υποχρεώσεις του άρθρου 26.

  1. Η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της αποθήκευσης αναπροσαρμόζεται ανά πενταετία, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εκτιμώμενου κινδύνου διαρροής και το κατ’ εκτίμηση κόστος όλων των σχετικών υποχρεώσεων.
  2. Αν ο δικαιούχος φορέας δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις του, ανεξάρτητα από την επιβολή των κυρώσεων του άρθρου 35, η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της εξερεύνησης ή της αποθήκευσης καταπίπτει εν όλω ή εν μέρει προς όφελος του Ελληνικού Δημοσίου και το ποσό διατίθεται στον Ειδικό Λογαριασμό CCS του άρθρου 39 προκειμένου να χρησιμοποιηθεί, συμπληρωματικά προς το π.δ. 148/2009 (Α’ 190), για τη χρηματοδότηση της περιβαλλοντικής αποκατάστασης, ή για άλλο σκοπό που επιτελεί ο λογαριασμός αυτός.

 

Άρθρο 25

Ασφάλιση έργων

Ο φορέας της άδειας εξερεύνησης, εντός ενός (1) μηνός από την έκδοσή της και σε κάθε περίπτωση πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης, και ο φορέας της άδειας αποθήκευσης εντός ενός (1) μηνός από την έκδοσή της και σε κάθε περίπτωση πριν από την έναρξη των εργασιών έγχυσης προσκομίζουν στην αρμόδια αρχή CCS ασφαλιστήριο συμβόλαιο, στο οποίο αναφέρονται:

α) οι εργασίες που καλύπτονται,

β) ότι η ασφαλιστική κάλυψη αφορά σε ζημιές προς τρίτους και στην επαναφορά του περιβάλλοντος στην πρότερη κατάσταση σε περίπτωση βλάβης αυτού, καθώς και

γ) το ύψος της ασφαλιστικής κάλυψης.

Ο φορέας προσκομίζει στην αρμόδια αρχή CCS βεβαίωση της ασφαλιστικής εταιρείας, στην οποία βεβαιώνεται ότι οι εργασίες που καταλαμβάνονται από την άδεια, καλύπτονται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

 

Άρθρο 26

Χρηματοδοτικός μηχανισμός

(άρθρο 20 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 23, καταβάλλει στον ειδικό λογαριασμό CCS του άρθρου 39 χρηματοδοτική συνεισφορά.
  2. Η συνεισφορά του φορέα εκμετάλλευσης καθορίζεται για κάθε έργο, σύμφωνα με την εκτίμηση των κινδύνων που διενεργείται με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες εκτίμησης των δαπανών που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 20 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140). Η συνεισφορά υπολογίζεται βάσει των κριτηρίων που τίθενται στο Παράρτημα Ι και των στοιχείων που σχετίζονται με το ιστορικό της αποθήκευσης CO2 ως προς τον καθορισμό των υποχρεώσεων μετά τη μεταφορά και καλύπτει τουλάχιστον τις αναμενόμενες δαπάνες παρακολούθησης επί τριάντα (30) έτη. Η παρούσα εφαρμόζεται συμπληρωματικά προς το π.δ. 148/2009 (Α΄ 190), περί περιβαλλοντικής ευθύνης για την πρόληψη και την αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον.
  3. Μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης, σύμφωνα με το άρθρο 23, η χρηματοδοτική συνεισφορά χρησιμοποιείται για την κάλυψη των δαπανών που βαρύνουν την αρμόδια αρχή CCS, προκειμένου να εξασφαλίζεται η μόνιμη και ασφαλής απομόνωση του CO2 σε τόπους αποθήκευσης.
  4. Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS, η οποία εκδίδεται μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης και πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης, μετά από εισήγηση του φορέα εκμετάλλευσης, σχετικά με τη μεθοδολογία υπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη των δαπανών παρακολούθησης του τόπου αποθήκευσης.

 

Άρθρο 27

Πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς και τους τόπους αποθήκευσης

(άρθρο 21 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Ο Κώδικας Διαχείρισης και Τιμολόγησης του κάθε Δικτύου της περ. α) της παρ. 10 του άρθρου 40 δεν εφαρμόζεται στα ιδιόκτητα ή ιδιοχρησιμοποιούμενα μικροδίκτυα των παραγωγών εκπομπών CO2.
  2. Η πρόσβαση των δυνητικών χρηστών στους τόπους αποθήκευσης διενεργείται με βάση τις αρχές της αμεροληψίας, της διαφάνειας και της δίκαιης και ανοικτής πρόσβασης, όπως αυτές εξειδικεύονται ανά τόπο αποθήκευσης στον οικείο Κώδικα Χωρητικότητας, και οργανώνεται ως εξής:

α) με ρυθμιζόμενο τρόπο, σε ποσοστό της αρχικά εκτιμώμενης αποθηκευτικής δυναμικότητας που καθορίζεται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας ενός τόπου αποθήκευσης. Η ρυθμιζόμενη πρόσβαση πραγματοποιείται με ισόποση κατανομή χωρητικότητας μέχρις εξαντλήσεως της προς διάθεση ποσότητας και προϋποθέτει μια ελάχιστη ετήσια συμβολή στη μείωση των ρύπων, σύμφωνα με το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Η κατανομή διενεργείται σε τιμή αναφοράς, που βασίζεται στο μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου (Weighted Average Cost of Capital – WACC) του τόπου αποθήκευσης, αφού ληφθεί υπόψη το κεφαλαιουχικό και λειτουργικό κόστος της υποδομής. Οι συμβάσεις του φορέα εκμετάλλευσης με τους δικαιούχους χρήστες έχουν διάρκεια τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών, περιέχουν ποινική ρήτρα υποχρεωτικής έκχυσης (store or pay) και διασφαλίζουν ότι η μη χρησιμοποιηθείσα χωρητικότητα επιστρέφει στον φορέα εκμετάλλευσης για να τη διαθέσει σε άλλους δυνητικούς χρήστες. Οι συμβάσεις αυτές δεν μπορούν να μεταβιβαστούν δευτερογενώς, οι δε δικαιούχοι χρήστες καταβάλλουν χρηματική εγγύηση που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει και λειτουργεί σε κράτος μέλος της Ε.Ε. ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.), μοναδιαίας τιμής σε ευρώ/τόνο, υπέρ του φορέα εκμετάλλευσης. Οι ειδικότεροι κανόνες κατανομής της χωρητικότητας, καθώς και το περιεχόμενο των συμβάσεων αυτών, καθορίζονται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του τόπου αποθήκευσης της περ. β) της παρ. 10 του άρθρου 40.

β) Με δημόσιες διεθνείς διαγωνιστικές διαδικασίες για το υπόλοιπο ποσοστό ως εξής:

βα) Για το ποσοστό της χωρητικότητας του τόπου αποθήκευσης που δημοπρατείται, πραγματοποιείται δημόσιος διεθνής διαγωνισμός με κριτήριο επιλογής την οικονομικώς πλέον συμφέρουσα προσφορά, αφού προηγηθεί δοκιμή αγοράς σε δύο φάσεις:

  1. i) μη δεσμευτική εκδήλωση ενδιαφέροντος, και
  2. ii) δεσμευτικές προσφορές.

Οι συμβάσεις που συνάπτονται με τους επιτυχόντες προσφέροντες δύναται να είναι μικρότερης διάρκειας από αυτές της ρυθμιζόμενης πρόσβασης, σε κάθε όμως περίπτωση έχουν διάρκεια τουλάχιστον πέντε (5) ετών, ενώ επιτρέπεται και η δευτερογενής μεταβίβασή τους. Το περιεχόμενο των συμβάσεων ορίζεται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του τόπου αποθήκευσης.

ββ) Μετά τη διάθεση της χωρητικότητας του τόπου αποθήκευσης με ρυθμιζόμενο τρόπο και με διαγωνιστική διαδικασία, σύμφωνα με την περ. α) και την υποπερ. βα) της παρούσας περίπτωσης, για την υπολειπόμενη χωρητικότητα ή για χωρητικότητα που έμεινε αδιάθετη, καθώς και για επιπλέον χωρητικότητα που τυχόν προκύψει, ο φορέας εκμετάλλευσης του τόπου αποθήκευσης, στην αρχή εκάστου έτους, καταρτίζει προσωρινό ετήσιο πρόγραμμα εκχύσεων για την κατάρτιση βραχυχρόνιων συμβάσεων, η διάρκεια των οποία δεν ξεπερνά τα πέντε (5) έτη, και εκδίδει ανοικτή διεθνή πρόσκληση που αναρτάται στην ιστοσελίδα του. Οι προτάσεις των ενδιαφερομένων συνοδεύονται από την κατάθεση χρηματικής εγγύησης ιδρύματος που εδρεύει και λειτουργεί σε κράτος μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., υπέρ του φορέα εκμετάλλευσης. Το ποσό της χρηματικής εγγύησης είναι τουλάχιστον πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ/τόνο, το δε ακριβές ύψος της μοναδιαίας τιμής αυτής καθορίζεται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του τόπου αποθήκευσης. Μετά την υποβολή των προτάσεων των ενδιαφερομένων, ο φορέας εκμετάλλευσης καθορίζει το οριστικό ετήσιο πρόγραμμα εγχύσεων. Βάσει αυτού καταρτίζονται οι σχετικές βραχυχρόνιες συμβάσεις και οριστικοποιείται το ύψος των χρηματικών εγγυήσεων, οι οποίες αντικαθίστανται αναλόγως από τους δικαιούχους χρήστες. Οι βραχυχρόνιες συμβάσεις μπορούν να μεταβιβασθούν δευτερογενώς.

  1. Τα κανονιστικά έγγραφα του διαγωνισμού της υποπερ. βα) της περ. β) της παρ. 2, ιδίως οι διακηρύξεις, οι προσκλήσεις και οι κατευθυντήριες οδηγίες, εγκρίνονται με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS. Οι σχετικές πληροφορίες και τα αποτελέσματα των δοκιμών αγοράς κοινοποιούνται στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στην αρμόδια αρχή CCS. Το ελάχιστο περιεχόμενο των κατευθυντηρίων οδηγιών ορίζεται στο Παράρτημα V.
  2. Μετά την οριστικοποίηση της διαδικασίας κατανομής με ρυθμιζόμενο τρόπο και με διεθνή δημόσιο διαγωνισμό, κατά την περ. α) και την υποπερ. βα) της περ. β) της παρ. 2 και την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων και κατόπιν πρότασης του φορέα, η οποία εκδίδεται έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, η Ρ.Α.Α.Ε.Υ. εκδίδει τον Κώδικα Διαχείρισης ενός τόπου αποθήκευσης της περ. γ) της παρ. 10 του άρθρου 40. Ο Κώδικας Διαχείρισης του τόπου αποθήκευσης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στον ιστότοπο της Αρμόδιας Αρχής CCS.
  3. Ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αρνείται την πρόσβαση σε δυνητικούς χρήστες λόγω έλλειψης δυναμικότητας, εφόσον η άρνησή του είναι επαρκώς αιτιολογημένη και ενημερώσει την αρμόδια αρχή CCS. Ο φορέας εκμετάλλευσης που αρνείται την πρόσβαση λόγω έλλειψης δυναμικότητας ή έλλειψης σύνδεσης, είναι υποχρεωμένος να πραγματοποιεί τις αναγκαίες βελτιώσεις, αν είναι οικονομικώς συμφέρουσες ή αν ο υποψήφιος χρήστης επιθυμεί να καλύψει οικονομικά αυτές τις βελτιώσεις, εφόσον τούτες δεν έχουν αρνητικές επενέργειες για την περιβαλλοντικά ασφαλή αποθήκευση CΟ2 και ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώσει την αρμόδια αρχή CCS.
  4. Οι πράξεις των παρ. 3 και 4 εκδίδονται αφού συνεκτιμηθούν:

α) η χωρητικότητα αποθήκευσης, η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί,

β) το ποσοστό των υποχρεώσεων που έχει η χώρα για μείωση του CΟ2 κατ` εφαρμογή διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών και ενωσιακών νομοθετικών πράξεων και τις οποίες σκοπεύει να εκπληρώσει μέσω της δέσμευσης και της αποθήκευσης CΟ2,

γ) η ανάγκη του φορέα εκμετάλλευσης να αρνηθεί την πρόσβαση λόγω ασυμβατότητας τεχνικών προδιαγραφών, η οποία δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπισθεί,

δ) η ανάγκη κάλυψης των δεόντως τεκμηριωμένων εύλογων αναγκών του φορέα εκμετάλλευσης και των συμφερόντων των άλλων χρηστών του τόπου αποθήκευσης ή των συναφών μονάδων διεργασίας ή χειρισμού που μπορεί να επηρεαστούν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ, ΜΗΤΡΩΑ, ΚΥΡΩΣΕΙΣ, ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο 28

Επίλυση διαφορών

(άρθρο 22 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Στη Ρ.Α.Α.Ε.Υ. συστήνεται Επιτροπή Διακανονισμού για την Πρόσβαση σε Δίκτυα Μεταφοράς και σε Τόπους Αποθήκευσης CΟ2 (Επιτροπή Διακανονισμού), ως εξωδικαστικό όργανο για την ταχεία επίλυση διαφορών που έχουν σχέση με την πρόσβαση σε δίκτυα μεταφοράς και σε τόπους αποθήκευσης.
  2. Η Επιτροπή Διακανονισμού είναι τριμελής και αποτελείται:

α) έναν (1) Σύμβουλο, Πάρεδρο ή Δικαστικό Αντιπρόσωπο, που υπηρετεί στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου της Ρ.Α.A.Ε.Υ., ως Πρόεδρο,

β) έναν (1) εκπρόσωπο της Ρ.Α.A.Ε.Υ. και

γ) έναν (1) εκπρόσωπο της αρμόδιας αρχής CCS.

  1. Η Επιτροπή Διακανονισμού συγκροτείται με απόφαση του Προέδρου της Ρ.Α.Α.Ε.Υ.. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο αναπληρωτής του Προέδρου και των υπόλοιπων μελών, καθώς και ο Γραμματέας της Επιτροπής με τον αναπληρωτή του. Η Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία, όταν είναι παρόντα όλα τα μέλη και ο γραμματέας.
  2. Τα μέλη της Επιτροπή Διακανονισμού κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους:

α) λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια του άρθρου 27 και τον αριθμό των μερών που ενδέχεται να διαπραγματεύονται την πρόσβαση σε τέτοια δίκτυα,

β) έχουν πρόσβαση σε όλες τις αναγκαίες για το έργο τους πληροφορίες,

γ) τηρούν εμπιστευτικότητα και εχεμύθεια,

δ) μπορούν να ζητούν πληροφορίες από δημόσιες υπηρεσίες και ιδιωτικούς φορείς.

  1. Η Επιτροπή Διακανονισμού εδρεύει και λειτουργεί στη Ρ.Α.Α.Ε.Υ.. Η θητεία της Επιτροπής είναι διετής και μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Προέδρου της Ρ.Α.Α.Ε.Υ..
  2. Η Επιτροπή Διακανονισμού επιλαμβάνεται των υποθέσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, κατόπιν αναφοράς ενός τουλάχιστον των εμπλεκομένων μερών. Για την υποβολή αναφοράς απαιτείται παράβολο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Η υποβολή της αναφοράς δεν διακόπτει, ούτε αναστέλλει την προθεσμία άσκησης ενδίκου βοηθήματος.
  3. Η Επιτροπή Διακανονισμού εξετάζει τις υποθέσεις που εισάγονται ενώπιόν της με βάση την αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να παρίστανται στην Επιτροπή μετά ή διά δικηγόρου.
  4. Αν επιτευχθεί συμβιβασμός ως προς την πρόσβαση σε δίκτυα μεταφοράς και σε τόπους αποθήκευσης, συντάσσεται πρακτικό, το οποίο υπογράφεται από τα μέλη της Επιτροπής Διακανονισμού και από τα εμπλεκόμενα μέρη και επέχει θέση δικαστικού συμβιβασμού, αποτελώντας εκτελεστό τίτλο. Διαφορετικά, η Επιτροπή Διακανονισμού εκδίδει πόρισμα, αντίγραφο του οποίου λαμβάνουν τα μέρη, το οποίο εκφράζει την εκτίμησή της επί της υπόθεσης. Το πόρισμα της Επιτροπής λαμβάνεται υπόψη από τα δικαστήρια και εκτιμάται ελεύθερα.
  5. Ο συμβιβασμός που επιτυγχάνεται από τα μέρη, χωρίς να έχει υποβληθεί στην Επιτροπή σχετική αναφορά ή πριν από την ακρόαση, μπορεί να επικυρώνεται από αυτή με την υποβολή υπογεγραμμένου, από τα μέρη, πρακτικού. Το επικυρωμένο από την Επιτροπή πρακτικό επέχει επίσης θέση δικαστικού συμβιβασμού και αποτελεί εκτελεστό τίτλο.
  6. Η έναρξη της διαδικασίας για επίτευξη συμβιβασμού δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της αναφοράς, σύμφωνα με την παρ. 6. Μέσα σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες από την ολοκλήρωση της διαδικασίας διακανονισμού και εφόσον δεν έχει επιτευχθεί συμβιβασμός, η Επιτροπή Διακανονισμού εκδίδει πόρισμα, σύμφωνα με την παρ. 8.
  7. Τα πρακτικά και τα πορίσματα της Επιτροπής Διακανονισμού αρχειοθετούνται από την αρμόδια υπηρεσία της Ρ.Α.Α.Ε.Υ. και κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να λάβει γνώση και να ζητήσει αντίγραφο αυτών.
  8. Σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, η Επιτροπή Διακανονισμού έχει αρμοδιότητα αν το δίκτυο μεταφοράς ή ο τόπος αποθήκευσης ως προς τον οποίο εκδηλώθηκε άρνηση πρόσβασης, ανήκουν στη δικαιοδοσία της χώρας.
  9. Σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, όπου το οικείο δίκτυο μεταφοράς ή ο οικείος τόπος αποθήκευσης ανήκει στη δικαιοδοσία και άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή Διακανονισμού συνεργάζεται με το αρμόδιο όργανο επίλυσης διαφορών του άλλου κράτους μέλους, με σκοπό την ενιαία εφαρμογή της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140).

 

Άρθρο 29

Διασυνοριακή συνεργασία

(άρθρο 24 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Σε περιπτώσεις διασυνοριακής μεταφοράς CO2, διασυνοριακών τόπων αποθήκευσης ή διασυνοριακών συγκροτημάτων αποθήκευσης, η αρμόδια αρχή CCS μεριμνά και εισηγείται επ’ αυτού στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας ώστε, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και τρίτων συνεργαζόμενων χωρών, να εκπληρωθούν οι απαιτήσεις του παρόντος και της σχετικής νομοθεσίας της Ε.Ε..
  2. Με την επιφύλαξη της νομοθεσίας που διέπει το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Ρύπων, του παρόντος νόμου και του ενωσιακού δικαίου για την αποθήκευση CO2, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να εισηγείται στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας τη σύναψη διακρατικών συμφωνιών με σκοπό τη διασυνοριακή μεταφορά δεσμευμένου CO2, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων:

α) του Πρωτοκόλλου του 1996, σχετικά με τον περιορισμό της ευθύνης για ναυτικές απαιτήσεις 1976, που κυρώθηκε με τον ν. 3743/2009 (Α’ 24) και

β) της Σύμβασης για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από την απόρριψη αποβλήτων και άλλων υλών, της 29ης Δεκεμβρίου 1972, που κυρώθηκε με τον ν. 1147/1981 (Α’ 110).

 

Άρθρο 30

Μητρώα

(άρθρο 25 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η αρμόδια αρχή CCS καταρτίζει και τηρεί

α) μητρώο που περιέχει τις αιτήσεις των αδειών εξερεύνησης και τις άδειες εξερεύνησης που έχουν χορηγηθεί,

β) μητρώο που περιέχει τις αιτήσεις των αδειών αποθήκευσης και των αδειών αποθήκευσης που έχουν χορηγηθεί και

γ) μόνιμο μητρώο και ψηφιακή βάση δεδομένων των τόπων αποθήκευσης που έχουν κλείσει και των οικείων συγκροτημάτων αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων χαρτών και τμημάτων της έκτασής τους στον χώρο, καθώς και των διαθέσιμων πληροφοριών που είναι χρήσιμες για την αξιολόγηση της πλήρους και μόνιμης απομόνωσης του αποθηκευμένου CO2.

  1. Τα μητρώα των περ. β και γ) της παρ. 1 λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές, στις σχετικές διαδικασίες προγραμματισμού, καθώς και κατά το στάδιο χορήγησης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας, σε δραστηριότητα που μπορεί να επηρεάσει ή να επηρεαστεί από την αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, στους καταχωρημένους τόπους αποθήκευσης.
  2. Η αρμόδια αρχή CCS καταρτίζει και τηρεί Κεντρικό Ψηφιακό Μητρώο Πιστοποιητικών CO₂, στο οποίο καταχωρούνται τα πιστοποιητικά δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2, τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με το Παράρτημα VII.

 

Άρθρο 31

Ενημέρωση του κοινού

(άρθρο 26 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η αρμόδια αρχή CCS θέτει στη διάθεση του κοινού τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που σχετίζονται με την αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, ιδίως σύμφωνα με την υπό στοιχεία Η.Π. 11764/653/16.3.2006 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Δικαιοσύνης «Πρόσβαση του κοινού στις δημόσιες αρχές για παροχή πληροφοριών σχετικά με το περιβάλλον, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/4/ΕΚ «για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ» του Συμβουλίου. Αντικατάσταση της υπ’ αριθμ. 77921/1440/1995 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 795)» (Β’ 327) και το π.δ. 28/2015 (Α’ 34).
  2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 32 και της υπό στοιχεία Η.Π. 11764/653/16.3.2006 κοινής υπουργικής απόφασης, οι περιβαλλοντικές πληροφορίες που συλλέγονται στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης αδειών εξερεύνησης και αδειών αποθήκευσης, χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος νόμου και προστατεύονται από τη νομοθεσία για την προστασία του εμπορικού και του επιχειρηματικού απορρήτου και άλλων ευαίσθητων, εμπιστευτικών και διαβαθμισμένων πληροφοριών.
  3. Οι υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής CCS, του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή άλλων αρμοδίων φορέων του δημοσίου τομέα υπό την έννοια της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), οι οποίοι, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, λαμβάνουν γνώση απόρρητων δεδομένων στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος, τηρούν για τα δεδομένα αυτά εχεμύθεια και διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 32 και την κείμενη νομοθεσία.
  4. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, και μετά από γνώμη του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, μπορεί να αρνείται αιτιολογημένα τη δημοσιοποίηση των δεδομένων του παρόντος, αν από αυτή τίθενται ζητήματα εθνικής ασφάλειας.

 

Άρθρο 32

Κυριότητα, συλλογή, διαχείριση και εμπιστευτικότητα δεδομένων

  1. H αρμόδια αρχή CCS χορηγεί στον φορέα εξερεύνησης ή στον φορέα εκμετάλλευσης μη αποκλειστική άδεια χρήσης, χωρίς όρους, των δεδομένων δημοσίου που αφορούν στον τόπο αποθήκευσης που καλύπτει η σχετική άδεια εξερεύνησης ή αποθήκευσης. Η άδεια χρήσης των δεδομένων δημοσίου χορηγείται έως την ημερομηνία έναρξης της σχετικής άδειας εξερεύνησης ή αποθήκευσης, και παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής, ώστε ο φορέας να έχει πρόσβαση, να διατηρεί και να χρησιμοποιεί, τα δεδομένα αυτά για τους σκοπούς εκτέλεσης των εργασιών εξερεύνησης ή αποθήκευσης. Η άδεια χρήσης των δεδομένων δημοσίου, που χορηγείται σύμφωνα με την παρούσα, λήγει αυτοδικαίως με τη λήξη της άδειας εξερεύνησης ή αποθήκευσης.
  2. Τα πρωτογενή δεδομένα που συλλέγονται από τον εκάστοτε φορέα εξερεύνησης ή φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια των εργασιών εξερεύνησης ή αποθήκευσης, μεταβιβάζονται κατά κυριότητα στην αρμόδια αρχή CCS. H αρμόδια αρχή CCS χορηγεί στον φορέα εξερεύνησης ή στον φορέα εκμετάλλευσης αποκλειστική άδεια χρήσης, χωρίς όρους, των συλλεγέντων από εκείνον πρωτογενών δεδομένων, η οποία παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας εξερεύνησης ή αποθήκευσης, ώστε ο φορέας να έχει πρόσβαση σε τέτοια δεδομένα καθώς και να τα διατηρεί και να τα χρησιμοποιεί για τους σκοπούς εκτέλεσης των εργασιών εξερεύνησης ή αποθήκευσης. Η άδεια χρήσης των δεδομένων, που χορηγείται σύμφωνα με την παρούσα, λήγει αυτοδικαίως με τη λήξη της άδειας εξερεύνησης ή αποθήκευσης.
  3. Ο φορέας εξερεύνησης ή εκμετάλλευσης διατηρεί εμπιστευτικά όλα τα δεδομένα δημοσίου και τα πρωτογενή δεδομένα που περιέρχονται σε γνώση του και δεν αποκτά οποιαδήποτε δικαιώματα επί των εν λόγω δεδομένων, πέραν των όσων αναφέρονται στο παρόν.
  4. Κάθε φορέας εξερεύνησης και φορέας εκμετάλλευσης:

α) υποβάλλει στην αρμόδια αρχή CCS όλα τα ιδιόκτητα δεδομένα που κατέχει και εξασφαλίζει στην αρμόδια αρχή CCS ελεύθερη και απεριόριστη πρόσβαση σε αυτά ανά πάσα στιγμή. Η αρμόδια αρχή CCS λαμβάνει γνώση του συνόλου του επιστημονικού έργου και των τεχνικών εργασιών του εκάστοτε φορέα και όλων των τεχνικών στοιχείων που αυτός συλλέγει, και

β) τηρεί στην Ελλάδα αρχεία και αντίγραφα όλων των ιδιόκτητων δεδομένων που συλλέγει, εξασφαλίζοντας στην αρμόδια αρχή CCS ελεύθερη και απεριόριστη πρόσβαση σε αυτά ανά πάσα στιγμή.

  1. Τα ιδιόκτητα δεδομένα παραμένουν στην κυριότητα του εκάστοτε φορέα και είναι εμπιστευτικά, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της σχετικής άδειας εξερεύνησης ή άδειας αποθήκευσης. Όλα τα ιδιόκτητα δεδομένα τηρούνται εμπιστευτικά από την αρμόδια αρχή CCS και δεν αναπαράγονται, ούτε γνωστοποιούνται σε τρίτους, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση του φορέα, καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας εξερεύνησης ή άδειας αποθήκευσης αυτού. Κατ’ εξαίρεση, η αρμόδια αρχή CCS δικαιούται, χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση του φορέα, να γνωστοποιεί τα εν λόγω ιδιόκτητα δεδομένα σε τρίτους για τη διενέργεια διαγωνιστικών διαδικασιών βάσει των άρθρων 10 και 13, και την ανάπτυξη έργων αποθήκευσης βάσει των διαδικασιών αυτών. Η υποχρέωση εμπιστευτικότητας αίρεται:

α) όταν επιβάλλεται άρση του απορρήτου και

β) στο πλαίσιο ερευνών αρμόδιων αρχών ή δικαστικών διαδικασιών. Σε κάθε περίπτωση, τα ιδιόκτητα δεδομένα δεν συμπεριλαμβάνουν τα δεδομένα έγχυσης, εισπίεσης και παραγωγής, και γενικότερα κρίσιμα δεδομένα για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς του ταμιευτήρα.

  1. Κατόπιν έγγραφου αιτήματος της αρμόδιας αρχής CCS προς τον φορέα εξερεύνησης ή φορέα εκμετάλλευσης και λήψης της έγγραφης συναίνεσής αυτού, η αρμόδια αρχή CCS μπορεί να χρησιμοποιεί τα ιδιόκτητα δεδομένα και για επιστημονικούς σκοπούς και να τα κοινοποιεί σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ή σε ερευνητικά κέντρα υπό την έννοια του άρθρου 13α του ν. 4310/2014 (Α’ 258). Ο φορέας μπορεί αιτιολογημένα να αρνηθεί την παροχή συναίνεσης.
  2. Μετά από τη λήξη ισχύος της άδειας εξερεύνησης ή της άδειας αποθήκευσης, η κυριότητα των ιδιόκτητων δεδομένων ανήκει στην αρμόδια αρχή CCS και παύει η υποχρέωση εμπιστευτικότητας. Ο φορέας εξερεύνησης ή αποθήκευσης από τον οποίο παρήχθησαν τα δεδομένα του προηγούμενου εδαφίου, διατηρεί το δικαίωμα αντιγραφής και χρήσης των ιδιόκτητων δεδομένων.

 

Άρθρο 33

Υποβολή εκθέσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή

(άρθρο 27 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Η αρμόδια αρχή CCS υποβάλλει ανά τρία (3) έτη, και για πρώτη φορά εντός του έτους 2026, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος νόμου, καθώς και για τα μητρώα του άρθρου 30.
  2. Η έκθεση της παρ. 1 εκπονείται με βάση ερωτηματολόγιο ή σχεδιάγραμμα σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 27 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140).

 

Άρθρο 34

Κυρώσεις

(άρθρο 28 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

  1. Όποιος παραβαίνει με πράξη ή παράλειψη ή παρεμποδίζει τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αρνείται ή παραλείπει να τηρήσει οποιονδήποτε όρο άδειας, η οποία του χορηγήθηκε με βάση τον παρόντα, τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο (2) ετών ή και χρηματική ποινή από χίλια (1.000) ευρώ έως εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ.
  2. Σε όποιον παραβαίνει με πράξη ή παράλειψη ή παρεμποδίζει τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου και τις άδειες που εκδίδονται με βάση τον παρόντα, επιβάλλεται από την αρμόδια αρχή CCS, διοικητικό πρόστιμο έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρών, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης.
  3. Η διαδικασία επιβολής του προστίμου κινείται με την κοινοποίηση στον φερόμενο ως παραβάτη έκθεσης που συντάσσεται από την αρμόδια αρχή CCS και κλήσης προς αυτόν να υποβάλει τις απόψεις του, εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση της κλήσης. Το πρόστιμο επιβάλλεται με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS.
  4. Το ποσό του διοικητικού προστίμου βεβαιώνεται από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, αφότου παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και εισπράττεται κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190).
  5. Εάν ένας φορέας εκμετάλλευσης δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος και εάν άλλα μέτρα εφαρμογής δεν εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση αυτού, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να αποφασίσει την αναστολή λειτουργίας και την ανάκληση της άδειας του φορέα εκμετάλλευσης.
  6. Οι κυρώσεις του παρόντος επιβάλλονται ανεξάρτητα από άλλες τυχόν προβλεπόμενες κυρώσεις.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄

ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ

Άρθρο 35

Πιλοτικοί τόποι αποθήκευσης

  1. Για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης εφαρμόζεται το άρθρο 173 του ν. 4964/2022 (Α‘ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.
  2. Στους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης τα έργα αναπτύσσονται με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα στο πλαίσιο της άδειας αποθήκευσης, κατά την παρ. 5 του άρθρου 13. Η διαμόρφωση του χρονοδιαγράμματος ανάπτυξης των πιλοτικών τόπων αποθήκευσης λαμβάνει υπόψη τη σκοπιμότητα ταυτοχρονισμού της επίτευξης του μέγιστου ρυθμού έγχυσης με την υλοποίηση των έργων δέσμευσης του CO2 των δυσχερώς αποανθρακοποιήσιμων βιομηχανιών.
  3. Η κατανομή της χωρητικότητας για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης κατά το ρυθμιζόμενο και κατά το ανταγωνιστικό τμήμα τους με διαγωνιστική διαδικασία αφορά στη μέγιστη συνολική ετήσια χωρητικότητα του πιλοτικού τόπου αποθήκευσης.

 

Άρθρο 36

Άδεια εξερεύνησης για κατόχους δικαιωμάτων υδρογονανθράκων

  1. Κατ’ εξαίρεση των άρθρων 10 και 11, νομικά πρόσωπα στα οποία έχει παραχωρηθεί, από το Ελληνικό Δημόσιο, κατά τον ν. 2289/1995 (Α’ 27), δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων σε ορισμένη χερσαία ή θαλάσσια περιοχή, δύνανται να υποβάλουν, μέχρι την 1η Ιουνίου 2035, αίτηση χορήγησης άδειας εξερεύνησης για τη διακρίβωση της καταλληλότητας γεωλογικού σχηματισμού ή σχηματισμών, ευρισκομένων εντός της παραχωρηθείσας περιοχής, που τεκμαίρεται προς τον σκοπό αυτό ως δυνητικός τόπος αποθήκευσης CO2, κατά το άρθρο 9.
  2. Η αίτηση συνοδεύεται κατ’ ελάχιστον από:

α) τα στοιχεία του Παραρτήματος ΙΙ,

β) τη σύμβαση και λοιπά έγγραφα από τα οποία προκύπτει η κατοχή του δικαιώματος ή της άδειας έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στη συγκεκριμένη περιοχή,

γ) τεχνική έκθεση προς τεκμηρίωση, βάσει υπαρχόντων γεωλογικών, γεωφυσικών και γεωτρητικών δεδομένων, της κατ’ αρχήν επιλεξιμότητας του προτεινόμενου σχηματισμού για την αποθήκευση CO2, σύμφωνα με τη φάση 1 του Παραρτήματος Ι, και

δ) κατάλληλη ειδική θεμελίωση ότι δεν υφίσταται κίνδυνος διαρροών από τις σχεδιαζόμενες εγκαταστάσεις της άδειας εξερεύνησης και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων προς τις σχεδιαζόμενες εγκαταστάσεις εξερεύνησης και μελλοντικής αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, προς τον σκοπό αποφυγής πρόκλησης σημαντικής επιβάρυνσης για το περιβάλλον, κατά το άρθρο 17 του Κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 2020 σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 (L 198).

  1. Η αρμόδια αρχή CCS εξετάζει την πληρότητα του φακέλου και εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση εντός έξι (6) μηνών από την υποβολή της αίτησης. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται η διαδικασία, οι όροι και οι προϋποθέσεις των άρθρων 10 και 11.

 

Άρθρο 37

Ενίσχυση χρηστών δικτύων μεταφοράς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα

  1. Προκειμένου να καλυφθεί εν μέρει ο κίνδυνος των παραγωγών εκπομπών CO2 από τη διακύμανση των τιμών δικαιωμάτων εκπομπής CO2, σύμφωνα με το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU Emissions Trading System – ETS) δύναται να θεσπίζεται καθεστώς κρατικών ενισχύσεων υπό τη μορφή χρηματοοικονομικού μηχανισμού συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα (Carbon Contracts for Difference – CCfD). Ο μηχανισμός δύναται να προβλέπει ότι, εάν η τιμή της αγοράς για τα δικαιώματα εκπομπών άνθρακα σύμφωνα με το «EU ETS» υπολείπεται από τη σταθερή τιμή, ο δικαιούχος αποζημιώνεται για μέρος της διαφοράς, υπό όρους και προϋποθέσεις. Αν η ως άνω τιμή υπερβαίνει τη σταθερή τιμή, ο δικαιούχος επιστρέφει μέρος της διαφοράς στο Δημόσιο. Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων τίθεται σε ισχύ μετά από την έγκρισή του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 108 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  2. Ως τελικοί δικαιούχοι της επιχορήγησης του μηχανισμού ορίζονται, κατόπιν απόφασης του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία εκδίδεται έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS και γνώμη της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., οι παραγωγοί εκπομπών CO2, που α) ασκούν οικονομική δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια, β) έχουν υποβάλει σχέδιο εφαρμογής τεχνολογιών δέσμευσης CO2, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, προϋπολογισμό και υπολογισμό των αναμενόμενων μειώσεων εκπομπών, και γ) διαθέτουν διασφαλισμένη, κατά τους όρους του παρόντος, δυνατότητα αποθήκευσης. Τα συμβόλαια επί της διαφοράς άνθρακα απονέμονται στους δικαιούχους μέσω ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών, που διοργανώνονται από την αρμόδια αρχή CCS, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της αποδοτικότητας του κόστους και του όγκου του αποθηκευμένου CO2, καθώς και της μείωσης των εκπομπών CO2 σε συγκεκριμένο και εκ των προτέρων καθορισμένο ποσοστό, σε σχέση με τη συμβατική τεχνολογία. Τα συμβόλαια περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής ετησίων εκθέσεων μείωσης εκπομπών.

 

Άρθρο 38

Ενίσχυση φορέων εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα

  1. Προκειμένου να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό για την κατασκευή και λειτουργία δικτύων μεταφοράς και τόπων αποθήκευσης, είναι δυνατό να θεσπίζεται καθεστώς κρατικών ενισχύσεων στους φορείς εκμετάλλευσης των υποδομών αυτών.
  2. Σε περίπτωση υπεραντιστάθμισης, προβλέπεται μηχανισμός επιστροφής («clawback») της διαφοράς στο δημόσιο.
  3. Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων του παρόντος τίθεται σε ισχύ μετά από την έγκρισή του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 108 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Άρθρο 39

Ειδικός λογαριασμός CCS

  1. Στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας συστήνεται Ειδικός Λογαριασμός Έργων Μεταφοράς και Αποθήκευσης CO2, με την ονομασία «Ειδικός Λογαριασμός CCS», με διαχειριστή το Δημόσιο και σκοπό τη διάθεση και διαχείριση των κονδυλίων σχετικά με τα έργα δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CΟ2. Στον λογαριασμό αυτόν: α) κατατίθενται τα ποσά που ανακτώνται μέσω του μηχανισμού «clawback» του άρθρου 38, καθώς και αυτά που προέρχονται από την καταβολή παραβόλων, σύμφωνα με το άρθρο 24, ή την καταβολή προστίμων, σύμφωνα με το άρθρο 34, και κάθε άλλο έσοδο που προβλέπεται στον παρόντα, και β) μεταφέρονται οι πόροι που είναι αναγκαίοι για την ενίσχυση των χρηστών δικτύου μεταφοράς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης CO2, σύμφωνα με το άρθρο 37, καθώς και για την ενίσχυση των φορέων εκμετάλλευσης δικτύου μεταφοράς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης CO2, σύμφωνα με το άρθρο 38.
  2. Με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας τα έσοδα του Ειδικού Λογαριασμού CCS από την εφαρμογή του μηχανισμού clawback ή από άλλη πηγή που προβλέπεται στον παρόντα δύνανται να διατίθενται για τη στήριξη της ανάπτυξης έργων μεταφοράς και αποθήκευσης CO2 του παρόντος νόμου, την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της αρμόδιας αρχής CCS, καθώς και για δαπάνες αποκατάστασης του περιβάλλοντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 40

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

  1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να καθορίζονται οι λεπτομέρειες που αφορούν την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση του CO2 και ιδίως:

α) τις προϋποθέσεις χορήγησης αδειών χρήσης του άρθρου 6,

β) τις τεχνικές προδιαγραφές και απαιτήσεις πιστοποίησης του CO2 που υπόκειται σε χρήση,

γ) την κοινοποίηση των σχετικών δεδομένων στην αρμόδια αρχή CCS,

δ) τις υποχρεώσεις των κατόχων αδειών χρήσης,

ε) τη διαδικασία παρακολούθησης, και

στ) τους μηχανισμούς κυρώσεων.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να καθορίζονται:

α) οι προϋποθέσεις έκδοσης αδειών μεταφοράς του άρθρου 7,

β) οι τεχνικές προδιαγραφές και απαιτήσεις πιστοποίησης του CO2 που μεταφέρεται,

γ) η κοινοποίηση των σχετικών δεδομένων στην αρμόδια αρχή CCS,

δ) οι υποχρεώσεις των κατόχων αδειών μεταφοράς,

ε) η διαδικασία παρακολούθησης,

στ) οι μηχανισμοί κυρώσεων και

ζ) κάθε άλλη λεπτομέρεια για την ασφαλή μεταφορά CO2.

  1. α) Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν τήρησης της διαδικασίας στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης της υπό στοιχεία ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ.107017/28.8.2006 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β’ 1225), και εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, ορίζεται μία ή περισσότερες περιοχές, εντός των οποίων δύνανται να χωροθετούνται γεωλογικοί σχηματισμοί ως δυνητικοί τόποι αποθήκευσης.

β) Με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS διενεργείται η χωροθέτηση των δυνητικών τόπων αποθήκευσης της παρ. 2 του άρθρου 9, με βάση τα κριτήρια του Παραρτήματος Ι.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να καθορίζονται ο τρόπος υπολογισμού, η διαδικασία επιβολής και είσπραξης της ποινικής ρήτρας της παρ. 8 του άρθρου 12 και η απόδοσή της στους δικαιούχους χρήστες του τόπου αποθήκευσης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρ. 8 του άρθρου 12.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να εξειδικεύονται οι όροι συμμετοχής και τα κριτήρια επιλογής και να ορίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια της διαγωνιστικής διαδικασίας του άρθρου 13.
  3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να εξειδικεύονται οι προδιαγραφές και το ειδικότερο περιεχόμενο του φακέλου τροποποίησης του άρθρου 15.
  4. Με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS δύναται να προσδιορίζονται τα τεχνικά κριτήρια και κατευθύνσεις για την αξιολόγηση της εκπλήρωσης των προϋποθέσεων των περ. α) έως δ) της παρ. 4 του άρθρου 23, σύμφωνα με την έκθεση της παρ. 3 του άρθρου 23, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 23.
  5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να αναπροσαρμόζεται το ύψος του παραβόλου της παρ. 2 του άρθρου 24. Με όμοια απόφαση δύναται να καθορίζονται:

α) ο τύπος των χρηματικών εγγυήσεων του άρθρου 24,

β) οι αποδεκτοί εκδότες των χρηματικών εγγυήσεων,

γ) οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την κατάπτωσή τους,

δ) ο τρόπος διάθεσης των εσόδων από αυτές στην αρμόδια αρχή CCS,

ε) οι προϋποθέσεις για την υποβολή και επιστροφή τους και

ζ) κάθε άλλο λεπτομερειακό ή τεχνικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 24.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να καθορίζονται τα ελάχιστα όρια της ασφαλιστικής κάλυψης του άρθρου 25 για τις εκάστοτε εργασίες εξερεύνησης, έγχυσης και αποθήκευσης που καταλαμβάνει η άδεια, οι όροι εξασφάλισης και απόδειξής της, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 25.
  2. α) Με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ. και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του Παραρτήματος VI εγκρίνονται ο Κανονισμός Τιμολόγησης και ο Κώδικας Διαχείρισης κάθε δικτύου της παρ. 1 του άρθρου 27, βάσει του οποίου ρυθμίζεται η πρόσβαση των δυνητικών χρηστών σε δίκτυα μεταφοράς CO2.

β) Με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS και πρότασης του φορέα εκμετάλλευσης, εκδίδεται ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας κάθε τόπου αποθήκευσης της παρ. 2 του άρθρου 27, ο οποίος ρυθμίζει:

βα) την αρχικά εκτιμώμενη αποθηκευτική ικανότητα,

ββ) τα κριτήρια επιλεξιμότητας,

βγ) το ακριβές ύψος της τιμής αναφοράς,

βδ) το περιεχόμενο και τον τύπο της χρηματικής εγγύησης,

βε) τα κριτήρια κατάρτισης των ετήσιων οριστικών προγραμμάτων έκχυσης,

βστ) το ελάχιστο περιεχόμενο των βραχυχρόνιων και των συμβάσεων δευτερογενούς μεταβίβασης, καθώς και των αντίστοιχων χρηματικών εγγυήσεων, και

βζ) κάθε άλλη σχετική και αναγκαία λεπτομέρεια.

γ) Με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS και πρότασης του φορέα εκμετάλλευσης, εκδίδεται ο Κανονισμός Τιμολόγησης κάθε τόπου αποθήκευσης της παρ. 2 του άρθρου 27, ο οποίος καθορίζει τη μεθοδολογία διαμόρφωσης και αναπροσαρμογής του τιμολογίου εισπίεσης και αποθήκευσης CO₂ ανά τόνο δεσμευμένης δυναμικότητας εισπίεσης CO₂ και όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση της υποδομής, καθώς και κάθε άλλη σχετική και αναγκαία λεπτομέρεια.

δ) Με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS και πρότασης του φορέα εκμετάλλευσης, εκδίδεται ο Κώδικας Διαχείρισης ενός τόπου αποθήκευσης, ο οποίος ρυθμίζει ζητήματα, όπως η ποιότητα, η φυσική πρόσβαση στην υποδομή και ο σχετικός προγραμματισμός, καθώς και θέματα μετρήσεων και ασφαλείας, κατά την παρ. 5 του άρθρου 27.

  1. Με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, είναι δυνατόν να ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα της διαδικασίας που ακολουθείται ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 28.
  2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να ορίζονται, στο πλαίσιο του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων της παρ. 1 του άρθρου 37:

α) το περιεχόμενο των συμβολαίων επί της διαφοράς και η σταθερή τιμή, οι οροφές και τα κατώφλια ενεργοποίησης του μηχανισμού των ανωτέρω συμβολαίων, καθώς οι λοιπές παράμετροι υπολογισμού της ενίσχυσης,

β) οι όροι των ανταγωνιστικών διαδικασιών για τη χορήγηση της ενίσχυσης,

γ) τα ζητήματα που σχετίζονται με τις επιστροφές θετικής διαφοράς των παραγωγών εκπομπών CO2,

δ) η διάρκεια των συμβολαίων επί της διαφοράς, η διαδικασία παρακολούθησής τους, οι συνέπειες ενδεχόμενων παραβάσεων των συμβατικών όρων τους και η περιοδική εκκαθάρισή τους,

ε) η διαδικασία μεταφοράς πόρων στον ειδικό λογαριασμό του άρθρου 39 για τη χρηματοδότηση της ενίσχυσης,

στ) κάθε άλλο θέμα σχετικό με τον χρηματοοικονομικό μηχανισμό συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα.

  1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, στο πλαίσιο του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων του άρθρου 38, ορίζονται:

α) η μέθοδος προσδιορισμού του επενδυτικού κόστους των υποδομών και ο μαθηματικός τύπος υπολογισμού του υπερκέρδους,

β) τα όρια ενεργοποίησης της επιστροφής,

γ) τα κριτήρια επιλογής χορήγησης των ενισχύσεων,

δ) τα ζητήματα που σχετίζονται με τους περιοδικούς ελέγχους,

ε) η μέγιστη διάρκεια των ενισχύσεων, και

στ) κάθε άλλο θέμα σχετικό με το καθεστώς των ενισχύσεων προς τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης CO2.

  1. α) Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, δύναται να καθορίζονται θέματα σχετικά με τη νόμιμη εκπροσώπηση και τη διαδικασία κατάθεσης, διαχείρισης και διάθεσης των πόρων του Ειδικού Λογαριασμού CCS, που προβλέπεται στο άρθρο 39.

β) Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας τα έσοδα του ειδικού λογαριασμού CCS του άρθρου 39, από την εφαρμογή του μηχανισμού «clawback» δύνανται να διατίθενται για:

βα) τη στήριξη της ανάπτυξης έργων μεταφοράς και αποθήκευσης CO2,

ββ) την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της αρμόδιας αρχής CCS, και

βγ) την αποκατάσταση του περιβάλλοντος.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, επιμερίζεται το ειδικό τέλος της παρ. 6 του άρθρου 12 μεταξύ των δικαιούχων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) Α΄ βαθμού αναλογικά με βάση το ποσοστό της επίδρασης σε κάθε Ο.Τ.Α., όπως καθορίζεται στη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, δύνανται να τροποποιούνται τα Παραρτήματα I έως και VI του παρόντος.

 

Άρθρο 41

Τελική διάταξη – Διεύρυνση σκοπού και χρηματοδότηση Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων – Τροποποίηση περ. ιθα’, ιθβ’ και ιθγ’ παρ. 1 άρθρου 146 ν. 4001/2011

Στις περ. ιθα΄, ιθβ΄και ιθγ΄ της παρ. 1 του άρθρου 146 του ν. 4001/2011 (Α’ 179), περί του σκοπού της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π.), επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. ιθα’, αα) οι λέξεις «Η χορήγηση αδειών εξερεύνησης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και» διαγράφονται, αβ) οι λέξεις «σύμφωνα με την υπό στοιχεία 48416/2037/Ε.103/7.11.2011 κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β’ 2516) και την κείμενη νομοθεσία» αντικαθίστανται από τις λέξεις «καθώς και της έκδοσης συναφών κανονιστικών πράξεων, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η μελέτη και αξιολόγηση δυνητικών περιοχών επιλογής τόπων γεωλογικής αποθήκευσης CO2, η χορήγηση αδειών εξερεύνησης και η εισήγηση για χορήγηση αδειών αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, η προώθηση έργων και η ανάπτυξη υποδομών που αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση της δέσμευσης, της χρήσης, της μεταφοράς και της αποθήκευσης CO2, και η πιστοποίηση της δέσμευσης και μεταφοράς CO2, με σκοπό την αποθήκευσή του σε γεωλογικούς σχηματισμούς», β) το δεύτερο εδάφιο της περ. ιθβ΄ καταργείται, γ) στην περ. ιθγ΄ μετά από τις λέξεις «και ενώσεων» προστίθενται οι λέξεις «και κάθε άλλου συναφούς θέματος», και οι περ. ιθα’, ιθβ΄ και ιθγ΄ διαμορφώνονται ως εξής:

«ιθα. Η εν γένει διαχείριση των δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου σχετικά με την εκμετάλλευση γεωλογικών σχηματισμών για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και άλλων αερίων ή υγρών στοιχείων και ενώσεων, συμπεριλαμβανομένης της σύναψης και της παρακολούθησης της εκτέλεσης των σχετικών συμβάσεων, καθώς και της έκδοσης συναφών κανονιστικών πράξεων, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η μελέτη και αξιολόγηση δυνητικών περιοχών επιλογής τόπων γεωλογικής αποθήκευσης CO2, η χορήγηση αδειών εξερεύνησης και η εισήγηση για χορήγηση αδειών αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, η προώθηση έργων και η ανάπτυξη υποδομών που αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση της δέσμευσης, της χρήσης, της μεταφοράς και της αποθήκευσης CO2, και η πιστοποίηση της δέσμευσης και μεταφοράς CO2, με σκοπό την αποθήκευσή του σε γεωλογικούς σχηματισμούς.

ιθβ. Η παρακολούθηση της ασφαλούς λειτουργίας των έργων των περ. ιζ’ και ιθα’.

ιθγ. Η εισήγηση προς τους αρμόδιους Υπουργούς, για την έκδοση των εκάστοτε προβλεπόμενων στην κείμενη νομοθεσία κανονιστικών πράξεων για τον καθορισμό της διαδικασίας και των προϋποθέσεων χρήσης, ανάπτυξης και εκμετάλλευσης γεωλογικών σχηματισμών για την αποθήκευση αερίων και υγρών στοιχείων και ενώσεων και κάθε άλλου συναφούς θέματος.».

 

Άρθρο 42

Μεταβατικές διατάξεις

  1. Μέχρι την έναρξη ισχύος της κοινής απόφασης της παρ. 1 του άρθρου 40 επιτρέπεται η χρήση CO2 σε εγκαταστάσεις, οι οποίες διαθέτουν άδεια λειτουργίας, αφότου γνωστοποιηθεί στην αρμόδια αρχή CCS η έναρξη της χρήσης.
  2. Μέχρι την έναρξη ισχύος της απόφασης της παρ. 9 του άρθρου 40 τα στοιχεία που ρυθμίζονται σε αυτήν ορίζονται στην άδεια.
  3. Δεν γίνονται δεκτές νέες αιτήσεις του άρθρου 173 του ν. 4964/2022 (Α’ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, το οποίο εξακολουθεί να εφαρμόζεται μόνο σε άδειες εξερεύνησης ή αποθήκευσης που έχουν ήδη εκδοθεί ή σε αιτήσεις που κατατίθενται μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, σύμφωνα με το άρθρο 36.
  4. Για τις άδειες εξερεύνησης ή αποθήκευσης που έχουν ήδη εκδοθεί ή τις αιτήσεις που έχουν κατατεθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, σύμφωνα με το άρθρο 36, παραμένουν σε ισχύ οι χρηματικές εγγυήσεις που έχουν κατατεθεί σύμφωνα με το άρθρο 20 της υπό στοιχεία Η.Π. 48416/2037/Ε.103/7.11.2011 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Μέτρα και όροι για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς-Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. 29457/1511/2005 (B΄ 992) κοινής υπουργικής απόφασης, του Π.Δ. 51/2007 (Α΄ 54) και του Π.Δ. 148/2009 (Α΄ 190), σε συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 200/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ και 2008/1/ ΕΚ και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»»(Β’ 2516).

 

Άρθρο 43

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται τα άρθρα 1 έως 29 και 32 έως 34 της υπό στοιχεία Η.Π. 48416/2037/Ε.103/7.11.2011 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Μέτρα και όροι για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς-Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. 29457/1511/2005 (B΄ 992) κοινής υπουργικής απόφασης, του Π.Δ. 51/2007 (Α΄ 54) και του Π.Δ. 148/2009 (Α΄ 190), σε συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 200/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ και 2008/1/ ΕΚ και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»» (Β’ 2516).

 

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:47 | Α.Ε ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΤΙΤΑΝ

    Καλωσορίζουμε το σχέδιο Νόμου του Υπουργείου. Θεωρούμε ότι η ανάπτυξη ενός σαφούς και εφαρμόσιμου ρυθμιστικού πλαισίου για τη δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (CCUS) αποτελεί βασική προϋπόθεση ανάπτυξης μιας βιώσιμης εγχώριας αλυσίδας αξίας CCUS. Μια τέτοια αλυσίδα με τη σειρά της θα συμβάλει αποφασιστικά στην επίτευξη των εθνικών στόχων μείωσης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου όπως αυτοί έχουν ορισθεί στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, θα συμβάλλει στην πραγματοποίηση επενδύσεων αξίας τουλάχιστον 3,5 δις ευρώ, θα διασφαλίσει την απορρόφηση ευρωπαϊκών επιδοτήσεων στην εγχώρια αλυσίδα CCUS συνολικά άνω των 950 εκ. ευρώ, και θα δώσει ώθηση στην ανταγωνιστικότητα της εγχώριας δυσχερώς απανθρακοποιήσιμης (hard to abate) βιομηχανίας, διατηρώντας και προσθέτοντας υψηλά αμοιβόμενες θέσεις εργασίας.
    Θεωρούμε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο οφείλει να θέτει αυστηρούς κανόνες στην ανάπτυξη και λειτουργία των έργων CCUS και ταυτόχρονα να λειτουργεί ως καταλύτης ανάπτυξής τους, όντας εφαρμόσιμο και συμβατό με τους τεχνικούς, χρονικούς και άλλους περιορισμούς που τα χαρακτηρίζουν.
    Σε αυτή την κατεύθυνση κρίνουμε, λοιπόν, σκόπιμο να παραθέσουμε τις επισημάνσεις και προτάσεις μας στα παρακάτω βασικά σημεία του σχεδίου νόμου.

    Άρθρο 27, παράγραφος 2:

    Θεωρούμε ότι η πρόσβαση των δυνητικών χρηστών στους τόπους αποθήκευσης πρέπει να οργανώνεται με ενιαίο ρυθμιζόμενο τρόπο, με δημόσια διεθνή διαγωνιστική διαδικασία, βάσει κριτηρίων ποιοτικών και μόνον, ώστε να ελαχιστοποιείται το συνολικό κόστος της αλυσίδας αξίας CCUS. Όσο οι τόποι αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν περιορισμένοι σε αριθμό και διασπορά, οι σχετικές αλυσίδες αξίας δεν μπορούν παρά να αναπτύσσονται ρυθμιζόμενα και όχι στη λογική προϊόντων commodity. Η διαδικασία θα πρέπει να διενεργείται στη βάση του μέγιστου ετήσιου ρυθμού έγχυσης CO2 στους τόπους αποθήκευσης, όπως αυτός προκύπτει από τεχνικές μελέτες και ορίζεται αντιστοίχως στην άδεια αποθήκευσης, την οποία θα πρέπει να έχει ήδη εξασφαλίσει ο φορέας εκμετάλλευσης του τόπου αποθήκευσης πριν την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας.
    Διαδικασία από την οποία προκύπτουν παραπάνω από ένας τρόποι καθορισμού πρόσβασης θα οδηγούσε σε τιμολόγηση της ίδιας υπηρεσίας με διαφορετική τιμή, και συνεπώς θα μπορούσε να εγείρει ερωτήματα π.χ. ως προς τη συμβατότητα με τις ευρωπαϊκές πρακτικές ανάπτυξης έργων αποθήκευσης ή ως προς βασικές αρχές ανταγωνισμού. Επιπλέον, βραχυχρόνιες συμβάσεις παροχής υπηρεσίας αποθήκευσης είναι ασύμβατες με τη φύση των έργων δέσμευσης τα οποία είναι τεχνικά ανελαστικά, δεν μπορούν να προσαρμόζονται σε διακυμάνσεις προσφοράς. Τέλος, τα έργα CCUS που είναι εκ φύσεως επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου απαιτούν μακροχρόνιες συμβάσεις μεταφοράς και αποθήκευσης για την απόσβεσή τους.
    Η λίστα των αρχικά επιλέξιμων χρηστών των τόπων αποθήκευσης θα πρέπει να περιλαμβάνει μόνο Δυσχερώς Απανθρακοποιήσιμες Βιομηχανίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι τελικώς επιλέξιμοι χρήστες θα προκύπτουν μέσω δημόσιας διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας και αξιολόγησης κριτηρίων που θα ορίζονται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας των τόπων αποθήκευσης. Δυνητικά κριτήρια αξιολόγησης αποτελούν ο βαθμός ωριμότητας των έργων δέσμευσης, η μείωση εκπομπών διοξειδίου και η συνεισφορά στην ανάπτυξης της οικονομίας .
    Ο Κανονισμός Τιμολόγησης ενός τόπου αποθήκευσης και ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητάς του πρέπει να έχουν ορισθεί, εγκριθεί με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ. και δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πριν την έναρξη δημόσιας διαγωνιστικής διαδικασίας για την πρόσβαση σε αυτόν.
    Η τελική κατανομή των χρηστών θα πρέπει να γίνεται για το σύνολο της ετήσιας δυναμικότητας του τόπου αποθήκευσης σε ρυθμιζόμενη τιμή αναφοράς, όπως αυτή περιγράφεται στην παράγραφο 2,α) και ορίζεται από τον Κανονισμό Τιμολόγησης του τόπου αποθήκευσης.
    Εν κατακλείδι, προτείνουμε αναδιατύπωση της παραγράφου στη βάση των παραπάνω.

    Άρθρο 27, παράγραφος 5:

    Με δεδομένο ότι οι τόποι αποθήκευσης θα πρέπει να αναπτύσσονται στη μέγιστη ετήσια δυναμικότητά τους όσον αφορά τους ετήσιους ρυθμούς έγχυσης, και η διαδικασία ορισμού της πρόσβασης σε αυτούς θα πρέπει γίνεται μόνο εφ’ όσον έχει εξασφαλιστεί άδεια αποθήκευσης στη μέγιστη ετήσια δυναμικότητα και σε ενιαία ρυθμιζόμενη τιμή αναφοράς, η παράγραφος 5 μπορεί να εξαλειφθεί εξ’ ολοκλήρου.

    Άρθρο 35, παράγραφος 3:

    Προτείνουμε την εξής αναδιατύπωση:
    «Η κατανομή της χωρητικότητας για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης αφορά στη μέγιστη συνολική ετήσια χωρητικότητα του πιλοτικού τόπου αποθήκευσης.»

    Άρθρο 37:

    Προτείνουμε την εξής αναδιατύπωση:
    «1. Προκειμένου να καλυφθεί ο κίνδυνος των παραγωγών εκπομπών CO2 από τη διακύμανση των τιμών δικαιωμάτων εκπομπής CO2, σύμφωνα με το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU Emissions Trading System – ETS) ορίζεται καθεστώς κρατικών ενισχύσεων υπό τη μορφή χρηματοοικονομικού μηχανισμού συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα (CCfD). Ο μηχανισμός προβλέπει ότι, εάν η τιμή της αγοράς για τα δικαιώματα εκπομπών άνθρακα σύμφωνα με το EU ETS υπολείπεται του συνολικού κόστους δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, ο δικαιούχος αποζημιώνεται για τη διαφορά. Ο μηχανισμός θα πρέπει να εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα καλύπτει κόστη μεταφοράς και αποθήκευσης εκτός ελληνικών συνόρων, σε τόπους αποθήκευσης αποδεκτούς από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων τίθεται σε ισχύ μετά από την έγκρισή του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 108 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    2. Ως αρχικοί δικαιούχοι της επιχορήγησης του μηχανισμού ορίζονται οι παραγωγοί εκπομπών CO2, που α) ασκούν οικονομική δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και β) έχουν υποβάλει σχέδιο εφαρμογής τεχνολογιών δέσμευσης CO2, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, προϋπολογισμό και υπολογισμό των αναμενόμενων μειώσεων εκπομπών. Τα συμβόλαια επί της διαφοράς άνθρακα απονέμονται στους δικαιούχους μέσω ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών, που διοργανώνονται από την αρμόδια αρχή CCS, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της αποδοτικότητας του κόστους και του όγκου του αποθηκευμένου CO2, καθώς και της μείωσης των εκπομπών CO2 σε συγκεκριμένο και εκ των προτέρων καθορισμένο ποσοστό, σε σχέση με τη συμβατική τεχνολογία. Τα συμβόλαια περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής ετησίων εκθέσεων μείωσης εκπομπών.»

  • ΜΕΡΟΣ Α΄ ΔΕΣΜΕΥΣΗ, ΧΡΗΣΗ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρα 1-43)

    Δέσμευση και αποθήκευση CO2 με βιομάζα: Στο επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι θα εξεταστεί η ενδεχόμενη αύξηση του δυναμικού δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 λόγω του βιοάνθρακα (biochar), ο οποίος προέρχεται από την θερμοχημική μετατροπή οργανικής ύλης με απουσία (ή παρουσία ελάχιστου) οξυγόνου. Βάσει του ανεκμετάλλευτου δυναμικού της, η αναξιοποίητη στερεή βιομάζα στην Ελλάδα μπορεί να αποδώσει μία ετήσια παραγωγή βιοάνθρακα ενός εκατομμυρίου τόνων, η οποία θα οδηγήσει σε μία δέσμευση CO2 της τάξεως των 2,5 εκατομμυρίων τόνων σε ετήσια βάση έως το έτος 2050.

    Πέραν του στόχου της ενεργειακής μετάβασης των κλάδων ηλεκτροπαραγωγής, θέρμανσης/ψύξης και μεταφορών, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υλοποιηθεί σταδιακά και στην Ελλάδα ένα σχέδιο δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου άνθρακα που θα βασίζεται στη βιομάζα. Αυτήν την στιγμή οι τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης/χρησιμοποίησης CO2 (Carbon Dioxide Removal – CDR) που βασίζονται στη βιομάζα, όπως η δέσμευση και αποθήκευση μέσω βιοενέργειας (Bioenergy Carbon Capture & Storage – BECCS) και η δέσμευση CO2 μέσω βιοάνθρακα σε μόνιμη στερεή φάση προς χρήση στην αγροτική παραγωγή, κτηνοτροφία, βιομηχανία, κ.α. (Biochar Carbon Removal – BCR) αποτελούν τις πιο διαδεδομένες τεχνολογίες στα εθελοντικά συστήματα δέσμευσης και αποθήκευσης που αναπτύσσονται διεθνώς και μέσω του πλαισίου CRCF (Carbon Removals and Carbon Farming Certification Regulation) της Ε.Ε. Η διαδραστικότητα μεταξύ βιοενέργειας, χρήσης βιοεγενούς άνθρακα στη βιομηχανία και ανθρακοδεσμευτικής γεωργίας και κτηνοτροφίας είναι ένα πεδίο στο οποίο η χώρα μας θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη έμφαση. Ο ποσοτικός στόχος της επίτευξης 2,5 εκατομμυρίων τόνων δέσμευσης CO2 ανά έτος μέσω βιομάζας και παραγωγής βιοάνθρακα έως το 2050 θα πρέπει να συνοδευτεί από έναν ενδιάμεσο στόχο της τάξης του 1 εκατομμυρίου τόνων δέσμευσης CO2 ανά έτος έως το 2030.

    Η δέσμευση και αποθήκευση CO2 με βιομάζα θα πρέπει επομένως να συμπεριληφθεί σε όλες τις νομοθεσίες που εξετάζουν τη σχετική διαδικασία.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:33 | Thomai Diamanti

    Παρατήρηση στα Άρθρα 31–32 – Διαφάνεια και Απόρρητο
    ΟΜΑΔΑ ΠΟΛΙΤΩΝ «ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ ΘΑΣΟΣ»

    Το Σχέδιο Νόμου, στα άρθρα 31–32, δεν διασφαλίζει την απαραίτητη διαφάνεια για μια τόσο επικίνδυνη δραστηριότητα όπως η γεωλογική αποθήκευση CO₂.

    Για εμάς, η γεωλογική αποθήκευση CO₂ είναι εγγενώς επικίνδυνη τεχνολογία, ακόμη και σε μεγάλα βάθη ωκεανού, και δεν τη θεωρούμε αποδεκτή λύση κλιματικής πολιτικής. Αν, παρά τις αντιρρήσεις μας, προχωρήσουν έργα CCS, η πλήρης διαφάνεια και η δημόσια πρόσβαση στα δεδομένα δεν είναι διαπραγματεύσιμη «πολυτέλεια», αλλά το ελάχιστο όριο ασφάλειας και δημοκρατικού ελέγχου.

    Σήμερα:

    – Το άρθρο 31 προβλέπει γενικά τη διάθεση περιβαλλοντικών πληροφοριών, αλλά στη συνέχεια τις περιορίζει με πολύ ευρείς ρήτρες «εμπορικού απορρήτου» και «εθνικής ασφάλειας».
    – Το άρθρο 32 δίνει στην Αρχή τη δυνατότητα να κρατά τα περισσότερα γεωλογικά και λειτουργικά δεδομένα υπό καθεστώς εμπιστευτικότητας.
    – Δεν προβλέπεται ρητά κανένα ανοικτό, δημόσιο Μητρώο CCS με συνεχή δημοσιοποίηση κρίσιμων δεικτών ασφάλειας και περιβάλλοντος.

    Με αυτή τη διατύπωση, ο πολίτης, η τοπική κοινωνία και οι ανεξάρτητοι επιστήμονες μπορεί να βρεθούν στο σκοτάδι για τα πιο βασικά: τι εγχέεται, σε ποιες πιέσεις, με ποιες ανωμαλίες και με ποιες συνέπειες.

    Ζητούμε σαφείς, ρητές τροποποιήσεις:

    Εξαίρεση των κρίσιμων περιβαλλοντικών και ασφαλιστικών δεδομένων από το «εμπορικό απόρρητο»
    Να προστεθεί διάταξη ότι δημοσιοποιούνται υποχρεωτικά, χωρίς δυνατότητα επίκλησης εμπορικού απορρήτου:
    – οι ΜΠΕ, ΣΜΠΕ και Ειδικές Οικολογικές Αξιολογήσεις,
    – τα σχέδια παρακολούθησης και οι εκθέσεις ασφαλείας,
    – τα αποτελέσματα παρακολούθησης κατά τη λειτουργία (πιέσεις ταμιευτήρα, παροχές έγχυσης, σύνθεση ρεύματος CO₂, μικροσεισμικότητα, συμβάντα σημαντικών ανωμαλιών και διορθωτικά μέτρα),
    – οι ετήσιες ποσότητες έγχυσης και αποθήκευσης.

    Η χρήση των δεδομένων αυτών δεν μπορεί να περιορίζεται «μόνο για τους σκοπούς του παρόντος νόμου», αλλά πρέπει να είναι διαθέσιμα στο κοινό και στην επιστημονική κοινότητα.

    Σαφής περιορισμός της ρήτρας «εθνικής ασφάλειας»
    Να διευκρινιστεί ρητά ότι η επίκληση εθνικής ασφάλειας δεν καταλαμβάνει λειτουργικά περιβαλλοντικά δεδομένα που είναι απαραίτητα για την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.
    Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιτρέπεται μερική απόκρυψη (π.χ. ακριβείς συντεταγμένες ευαίσθητων υποδομών), με παράλληλη δημοσίευση συγκεντρωτικών/ανωνυμοποιημένων στοιχείων.

    Δημιουργία δημόσιου «Ανοικτού Μητρώου CCS»
    Να προβλεφθεί ρητά ότι τηρείται δημόσιο, ανοικτό Μητρώο CCS στην αρμόδια Αρχή, όπου δημοσιεύονται σε πραγματικό (ή σχεδόν πραγματικό) χρόνο:
    – οι δείκτες ασφάλειας και περιβάλλοντος που αναφέρονται παραπάνω,
    – το ιστορικό συμβάντων και ανωμαλιών,
    – οι όροι των αδειών,
    – βασικά γεωχωρικά στοιχεία των έργων.

    Τα μη εμπορικώς ευαίσθητα γεωλογικά δεδομένα πρέπει να γίνονται σταδιακά προσβάσιμα, ώστε να επιτρέπεται ανεξάρτητος επιστημονικός έλεγχος.

    Στοχευμένη προστασία πραγματικών εμπορικών μυστικών
    Για δεδομένα που είναι πράγματι εμπορικά μυστικά (π.χ. ιδιοκτησιακά μοντέλα, καθαρά οικονομικές παράμετροι), να προβλεφθεί ελεγχόμενη πρόσβαση με ειδικούς όρους (συμφωνίες εμπιστευτικότητας κ.λπ.), χωρίς όμως να θίγεται σε καμία περίπτωση η πλήρης δημοσιότητα των περιβαλλοντικών και ασφαλιστικών δεδομένων.

    Με βάση τα παραπάνω, ζητούμε την ουσιαστική αναδιατύπωση των άρθρων 31–32, ώστε:

    – να κατοχυρώνεται ρητά η προτεραιότητα του δημοσίου συμφέροντος στην πρόσβαση σε περιβαλλοντικές πληροφορίες,
    – να μην μπορεί να αποκρύπτονται κρίσιμα δεδομένα για λόγους «εμπορικού απορρήτου» ή «εθνικής ασφάλειας»,
    – να θεσπιστεί υποχρεωτικό, ανοικτό Μητρώο CCS, προσβάσιμο σε πολίτες, τοπικές κοινωνίες και επιστήμονες.

    Χωρίς αυτά, η κοινωνία καλείται να αποδεχθεί ένα εγγενώς επικίνδυνο μοντέλο διαχείρισης CO₂ – ιδιαίτερα σε θάλασσες και παράκτιες ζώνες – χωρίς καν τα στοιχειώδη εργαλεία ελέγχου και ενημέρωσης. Αυτό δεν είναι αποδεκτό.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:12 | Thomai Diamanti

    Συμμόρφωση με το Ενωσιακό και Διεθνές Περιβαλλοντικό Δίκαιο
    (Οδηγίες 92/43/ΕΟΚ, 2009/31/ΕΚ – Σύμβαση Βαρκελώνης)

    Το Σχέδιο Νόμου «Άνθρακας 2025» δεν διασφαλίζει ουσιαστική συμμόρφωση με την Οδηγία 2009/31/ΕΚ.

    Παρότι επιχειρεί να ενσωματώσει τον βασικό κορμό της Οδηγίας, παραλείπει κρίσιμες ασφαλιστικές δικλείδες που είναι απαραίτητες για την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας ασφάλειας. Η απουσία ρητής ρήτρας μη χορήγησης άδειας σε περίπτωση κινδύνου, η ασαφής διαδικασία συνεκτίμησης της γνώμης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και ο αμφιλεγόμενος χαρακτηρισμός του CO₂ ως «προϊόν» συνιστούν θεσμικά κενά που υπονομεύουν την αξιοπιστία του νομοθετήματος.

    Προτάσεις:

    (α) Ρητή ρήτρα μη χορήγησης άδειας λόγω κινδύνου (άρθρο 4 της 2009/31/ΕΚ)

    Η Οδηγία επιβάλλει ότι δεν χορηγείται άδεια αποθήκευσης όταν, βάσει του χαρακτηρισμού του σχηματισμού και της εκτίμησης κινδύνων, προκύπτει κίνδυνος διαρροής ή σημαντική αρνητική επίπτωση στο περιβάλλον. Στο Σ/Ν αυτό προκύπτει μόνο εμμέσως από τα κριτήρια και δεν διατυπώνεται ρητά ως ρήτρα “no-permit”.

    Αιτιολόγηση:
    Η ρήτρα «no-permit λόγω κινδύνου» πρέπει να διατυπωθεί ρητά, ώστε η διοίκηση να δεσμεύεται σε αρνητική πράξη όταν η αξιολόγηση καταλήγει σε μη αποδεκτούς κινδύνους διαρροής ή σε σημαντική περιβαλλοντική βλάβη. Η ρητή μνεία της αρχής της προφύλαξης είναι αναγκαία για να θωρακιστεί η νομιμότητα της απορριπτικής κρίσης.

    (β) Γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί σχεδίου άδειας πριν την έκδοση (άρθρο 10 Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    Η Οδηγία προβλέπει ότι το σχέδιο άδειας αποθήκευσης αποστέλλεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για γνώμη, η οποία πρέπει να συνεκτιμηθεί πριν από την οριστική απόφαση.

    Στο Σχέδιο Νόμου οφείλει να αποσαφηνίζεται ρητά:
    – πώς και σε ποιο βαθμό δεσμεύει η γνώμη της Επιτροπής και
    – ότι αποκλείεται ρητώς η έκδοση άδειας αποθήκευσης πριν από τη λήψη και συνεκτίμηση της γνώμης αυτής.

    Το ισχύον κείμενο προβλέπει μεν αποστολή του φακέλου, δεν αποσαφηνίζει όμως ούτε τον δεσμευτικό χαρακτήρα της γνώμης ούτε αποκλείει την έκδοση άδειας πριν τη λήψη της.

    ΠΡΟΤΑΣΗ_ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ – ΆΡΘΡΟ 14 (ΓΝΩΜΗ ΕΥΡ. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ)

    Αντικατάσταση εδαφίου ως εξής:

    «Πριν από την έκδοση άδειας αποθήκευσης, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το σχέδιο της άδειας και τον πλήρη φάκελο τεκμηρίωσης. Η γνώμη της Επιτροπής, όταν περιέλθει, συνεκτιμάται ειδικώς και κατά τρόπο ρητό και τεκμηριωμένο στην εκδιδόμενη πράξη. Εφόσον η αρμόδια αρχή αποκλίνει από ειδικές παρατηρήσεις της Επιτροπής, παραθέτει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ανά παρατήρηση. Η προθεσμία έκδοσης της άδειας αναστέλλεται από την αποστολή του φακέλου έως την περιέλευση της γνώμης ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας που τάσσει το ενωσιακό δίκαιο.»

    Αιτιολόγηση:
    Με την προτεινόμενη διατύπωση αποτρέπονται «σιωπηρές» ή βεβιασμένες εκδόσεις αδειών χωρίς ουσιαστική συνεκτίμηση της γνώμης της Επιτροπής, ενώ κατοχυρώνεται η υποχρεωτική ειδική αναφορά στη γνώμη, ιδίως σε περίπτωση απόκλισης.

    (γ) Χαρακτηρισμός CO₂ ως «προϊόν» – κίνδυνος χαλάρωσης ελέγχων (Άρθρο 2(4) Σ/Ν)

    Το άρθρο 2(4) Σ/Ν χαρακτηρίζει το CO₂ ως «προϊόν» και όχι ως απόβλητο στο πλαίσιο της αποθήκευσης. Η επιλογή αυτή φαίνεται να συνδέεται με τη βούληση να αποσυνδεθεί το CCS από το καθεστώς αποβλήτων/απορρίψεων. Ωστόσο:

    • Η Οδηγία 2009/31/ΕΚ ορίζει ρητά ότι το «ρεύμα CO₂» μπορεί να περιέχει προσμίξεις (άλλα αέρια, ρύπους) και επιβάλλει κριτήρια ποιότητας στο Παράρτημα ΙΙ, ώστε η σύσταση να μην υπονομεύει την ακεραιότητα του σχηματισμού ούτε να προκαλεί κινδύνους για το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία.
    • Σε κάθε περίπτωση, η έγχυση μεγάλων ποσοτήτων CO₂ στο υπέδαφος συνιστά «εισαγωγή ουσίας στο περιβάλλον» και πρέπει να υπάγεται σε αυστηρό έλεγχο σύνθεσης, ιχνηλασιμότητας και διαφάνειας, ανεξαρτήτως του αν ονομαστικά θεωρείται «προϊόν».

    Επομένως, ο χαρακτηρισμός ως «προϊόν» δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «παράθυρο» για να περιοριστούν οι υποχρεώσεις ελέγχου και δημοσιοποίησης της σύστασης του ρεύματος CO₂ ή για να υποβαθμιστεί η εφαρμογή του περιβαλλοντικού δικαίου.

    ΠΡΟΤΑΣΗ_ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ – ΆΡΘΡΟ 2(4) (CO₂ ΩΣ “ΠΡΟΪΟΝ”)

    Προσθήκη δεύτερου εδαφίου:

    «Ο χαρακτηρισμός του διοξειδίου του άνθρακα ως προϊόν δεν θίγει την υποχρέωση συμμόρφωσης με τα κριτήρια ποιότητας του ρεύματος CO₂ της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ και των παραρτημάτων της, ούτε περιορίζει την υποχρέωση δημοσιοποίησης στοιχείων για τη σύσταση και τις προσμίξεις του ρεύματος στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.»

    2. ΟΔΗΓΙΑ 92/43/ΕΟΚ (ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ / NATURA 2000)

    Η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ επιβάλλει, μέσω του άρθρου 6, αυστηρό καθεστώς προστασίας για τις περιοχές Natura 2000: κάθε σχέδιο ή έργο που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά περιοχή Natura υπόκειται σε δέουσα εκτίμηση (άρθρο 6(3)), ενώ έργα με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις μπορούν να εγκριθούν μόνο εφόσον δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος (άρθρο 6(4)).

    Το Σ/Ν δεν περιέχει ρητή παραπομπή στις υποχρεώσεις του άρθρου 6, παρότι αυτές ούτως ή άλλως εφαρμόζονται σε επίπεδο ΜΠΕ/ΑΕΠΟ. Επιπλέον, το θεσμικό πλαίσιο για CCS (ορισμός «περιοχών CCS», προκηρύξεις κ.λπ.) μπορεί να θεωρηθεί «σχέδιο/πρόγραμμα» κατά την έννοια της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ (ΣΜΠΕ), άρα απαιτείται στρατηγική εκτίμηση επιπτώσεων και στο επίπεδο αυτό.

    ΠΡΟΤΑΣΗ_ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ – ΓΕΝΙΚΗ ΡΗΤΡΑ NATURA (ΝΕΟ ΑΡΘΡΟ ΣΤΙΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ)

    «Η εφαρμογή του παρόντος νόμου τελεί σε πλήρη συμμόρφωση με το άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Κάθε έργο ή δραστηριότητα δέσμευσης, μεταφοράς ή αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα που μπορεί να επηρεάσει περιοχή του δικτύου Natura 2000 υπόκειται σε δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων κατά το άρθρο 6(3), ενώ έργα με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις μπορούν να εγκριθούν μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 6(4).»

    3. ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΒΑΡΚΕΛΩΝΗΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ (ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ)

    Η Μεσόγειος διέπεται από τη Σύμβαση της Βαρκελώνης και τα Πρωτόκολλά της, τα οποία αποτελούν δεσμευτικό περιφερειακό πλαίσιο για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι Συμβαλλόμενο Μέρος στη Σύμβαση και στα συναφή Πρωτόκολλα.

    • Το Dumping Protocol ρυθμίζει την απόρριψη/διάθεση στη θάλασσα και έχει τροποποιηθεί πρόσφατα, με θέση της ΕΕ μέσω της απόφασης (ΕΕ) 2022/9 για την προσαρμογή του παραρτήματός του.
    • Το Offshore Protocol ρυθμίζει ρητά τις δραστηριότητες εξερεύνησης/εκμετάλλευσης στον βυθό και το υπέδαφος· η ΕΕ έχει καθορίσει θέση για την τροποποίηση των Παραρτημάτων του με την απόφαση (ΕΕ) 2022/11.

    Σε αντίθεση με τον χώρο της Σύμβασης OSPAR για τον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, όπου με την Απόφαση 2007/1 επιτράπηκε ρητά μόνο η υπόγεια γεωλογική αποθήκευση CO₂ κάτω από τον βυθό και απαγορεύθηκε η απόθεση στην υδάτινη στήλη ή επί του βυθού, στη Μεσόγειο δεν υπάρχει μέχρι σήμερα αντίστοιχη ρητή προσαρμογή που να επιτρέπει ειδικά offshore γεωλογική αποθήκευση CO₂.

    Κατά συνέπεια, κάθε απόπειρα υπεράκτιου CCS στη Μεσόγειο – και δη σε ή πλησίον προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών – πρέπει να ελέγχεται με ιδιαίτερη αυστηρότητα υπό το πρίσμα:
    • των υφιστάμενων διατάξεων της Σύμβασης Βαρκελώνης και των Πρωτοκόλλων της και
    • του ενωσιακού κεκτημένου (Natura 2000, Οδηγία 2008/56/ΕΚ για τη Θαλάσσια Στρατηγική κ.λπ.).

    Υπενθυμίζεται ότι η εφαρμογή του Σ/Ν πρέπει να γίνεται σε πλήρη συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης της Βαρκελώνης και των Πρωτοκόλλων της.

    Συμπέρασμα – Το Σχέδιο Νόμου δεν πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις συμμόρφωσης

    Το Σχέδιο Νόμου «Άνθρακας 2025», όπως έχει κατατεθεί, δεν διασφαλίζει ουσιαστική συμμόρφωση με το ενωσιακό και διεθνές περιβαλλοντικό κεκτημένο. Οι ελλείψεις του δεν είναι τεχνικές λεπτομέρειες — είναι δομικά κενά που υπονομεύουν την ασφάλεια, τη διαφάνεια και τη νομιμότητα των έργων CCS.

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν είναι διακοσμητικές. Αποτελούν ελάχιστες θεσμικές προϋποθέσεις για να αποφευχθούν:

    μελλοντικές παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    δικαστικές εμπλοκές σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο,

    και κυρίως, ανεπανόρθωτες βλάβες σε περιοχές Natura 2000 και στο θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:01 | Thomai Diamanti

    Συμμόρφωση με το Ενωσιακό και Διεθνές Περιβαλλοντικό Δίκαιο
    (Οδηγίες 92/43/ΕΟΚ, 2009/31/ΕΚ – Σύμβαση Βαρκελώνης)

    Το Σχέδιο Νόμου «Άνθρακας 2025» δεν διασφαλίζει ουσιαστική συμμόρφωση με την Οδηγία 2009/31/ΕΚ.

    Παρότι επιχειρεί να ενσωματώσει τον βασικό κορμό της Οδηγίας, παραλείπει κρίσιμες ασφαλιστικές δικλείδες που είναι απαραίτητες για την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας ασφάλειας. Η απουσία ρητής ρήτρας μη χορήγησης άδειας σε περίπτωση κινδύνου, η ασαφής διαδικασία συνεκτίμησης της γνώμης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και ο αμφιλεγόμενος χαρακτηρισμός του CO₂ ως «προϊόν» συνιστούν θεσμικά κενά που υπονομεύουν την αξιοπιστία του νομοθετήματος.

    Προτάσεις:

    (α) Ρητή ρήτρα μη χορήγησης άδειας λόγω κινδύνου (άρθρο 4 της 2009/31/ΕΚ)

    Η Οδηγία επιβάλλει ότι δεν χορηγείται άδεια αποθήκευσης όταν, βάσει του χαρακτηρισμού του σχηματισμού και της εκτίμησης κινδύνων, προκύπτει κίνδυνος διαρροής ή σημαντική αρνητική επίπτωση στο περιβάλλον. Στο Σ/Ν αυτό προκύπτει μόνο εμμέσως από τα κριτήρια και δεν διατυπώνεται ρητά ως ρήτρα “no-permit”.

    Αιτιολόγηση:
    Η ρήτρα «no-permit λόγω κινδύνου» πρέπει να διατυπωθεί ρητά, ώστε η διοίκηση να δεσμεύεται σε αρνητική πράξη όταν η αξιολόγηση καταλήγει σε μη αποδεκτούς κινδύνους διαρροής ή σε σημαντική περιβαλλοντική βλάβη. Η ρητή μνεία της αρχής της προφύλαξης είναι αναγκαία για να θωρακιστεί η νομιμότητα της απορριπτικής κρίσης.

    (β) Γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί σχεδίου άδειας πριν την έκδοση (άρθρο 10 Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    Η Οδηγία προβλέπει ότι το σχέδιο άδειας αποθήκευσης αποστέλλεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για γνώμη, η οποία πρέπει να συνεκτιμηθεί πριν από την οριστική απόφαση.

    Στο Σχέδιο Νόμου οφείλει να αποσαφηνίζεται ρητά:
    – πώς και σε ποιο βαθμό δεσμεύει η γνώμη της Επιτροπής και
    – ότι αποκλείεται ρητώς η έκδοση άδειας αποθήκευσης πριν από τη λήψη και συνεκτίμηση της γνώμης αυτής.

    Το ισχύον κείμενο προβλέπει μεν αποστολή του φακέλου, δεν αποσαφηνίζει όμως ούτε τον δεσμευτικό χαρακτήρα της γνώμης ούτε αποκλείει την έκδοση άδειας πριν τη λήψη της.

    ΠΡΟΤΑΣΗ_ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ – ΆΡΘΡΟ 14 (ΓΝΩΜΗ ΕΥΡ. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ)

    Αντικατάσταση εδαφίου ως εξής:

    «Πριν από την έκδοση άδειας αποθήκευσης, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το σχέδιο της άδειας και τον πλήρη φάκελο τεκμηρίωσης. Η γνώμη της Επιτροπής, όταν περιέλθει, συνεκτιμάται ειδικώς και κατά τρόπο ρητό και τεκμηριωμένο στην εκδιδόμενη πράξη. Εφόσον η αρμόδια αρχή αποκλίνει από ειδικές παρατηρήσεις της Επιτροπής, παραθέτει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ανά παρατήρηση. Η προθεσμία έκδοσης της άδειας αναστέλλεται από την αποστολή του φακέλου έως την περιέλευση της γνώμης ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας που τάσσει το ενωσιακό δίκαιο.»

    Αιτιολόγηση:
    Με την προτεινόμενη διατύπωση αποτρέπονται «σιωπηρές» ή βεβιασμένες εκδόσεις αδειών χωρίς ουσιαστική συνεκτίμηση της γνώμης της Επιτροπής, ενώ κατοχυρώνεται η υποχρεωτική ειδική αναφορά στη γνώμη, ιδίως σε περίπτωση απόκλισης.

    (γ) Χαρακτηρισμός CO₂ ως «προϊόν» – κίνδυνος χαλάρωσης ελέγχων (Άρθρο 2(4) Σ/Ν)

    Το άρθρο 2(4) Σ/Ν χαρακτηρίζει το CO₂ ως «προϊόν» και όχι ως απόβλητο στο πλαίσιο της αποθήκευσης. Η επιλογή αυτή φαίνεται να συνδέεται με τη βούληση να αποσυνδεθεί το CCS από το καθεστώς αποβλήτων/απορρίψεων. Ωστόσο:

    • Η Οδηγία 2009/31/ΕΚ ορίζει ρητά ότι το «ρεύμα CO₂» μπορεί να περιέχει προσμίξεις (άλλα αέρια, ρύπους) και επιβάλλει κριτήρια ποιότητας στο Παράρτημα ΙΙ, ώστε η σύσταση να μην υπονομεύει την ακεραιότητα του σχηματισμού ούτε να προκαλεί κινδύνους για το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία.
    • Σε κάθε περίπτωση, η έγχυση μεγάλων ποσοτήτων CO₂ στο υπέδαφος συνιστά «εισαγωγή ουσίας στο περιβάλλον» και πρέπει να υπάγεται σε αυστηρό έλεγχο σύνθεσης, ιχνηλασιμότητας και διαφάνειας, ανεξαρτήτως του αν ονομαστικά θεωρείται «προϊόν».

    Επομένως, ο χαρακτηρισμός ως «προϊόν» δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «παράθυρο» για να περιοριστούν οι υποχρεώσεις ελέγχου και δημοσιοποίησης της σύστασης του ρεύματος CO₂ ή για να υποβαθμιστεί η εφαρμογή του περιβαλλοντικού δικαίου.

    ΠΡΟΤΑΣΗ_ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ – ΆΡΘΡΟ 2(4) (CO₂ ΩΣ “ΠΡΟΪΟΝ”)

    Προσθήκη δεύτερου εδαφίου:

    «Ο χαρακτηρισμός του διοξειδίου του άνθρακα ως προϊόν δεν θίγει την υποχρέωση συμμόρφωσης με τα κριτήρια ποιότητας του ρεύματος CO₂ της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ και των παραρτημάτων της, ούτε περιορίζει την υποχρέωση δημοσιοποίησης στοιχείων για τη σύσταση και τις προσμίξεις του ρεύματος στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.»

    2. ΟΔΗΓΙΑ 92/43/ΕΟΚ (ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ / NATURA 2000)

    Η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ επιβάλλει, μέσω του άρθρου 6, αυστηρό καθεστώς προστασίας για τις περιοχές Natura 2000: κάθε σχέδιο ή έργο που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά περιοχή Natura υπόκειται σε δέουσα εκτίμηση (άρθρο 6(3)), ενώ έργα με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις μπορούν να εγκριθούν μόνο εφόσον δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος (άρθρο 6(4)).

    Το Σ/Ν δεν περιέχει ρητή παραπομπή στις υποχρεώσεις του άρθρου 6, παρότι αυτές ούτως ή άλλως εφαρμόζονται σε επίπεδο ΜΠΕ/ΑΕΠΟ. Επιπλέον, το θεσμικό πλαίσιο για CCS (ορισμός «περιοχών CCS», προκηρύξεις κ.λπ.) μπορεί να θεωρηθεί «σχέδιο/πρόγραμμα» κατά την έννοια της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ (ΣΜΠΕ), άρα απαιτείται στρατηγική εκτίμηση επιπτώσεων και στο επίπεδο αυτό.

    ΠΡΟΤΑΣΗ_ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ – ΓΕΝΙΚΗ ΡΗΤΡΑ NATURA (ΝΕΟ ΑΡΘΡΟ ΣΤΙΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ)

    «Η εφαρμογή του παρόντος νόμου τελεί σε πλήρη συμμόρφωση με το άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Κάθε έργο ή δραστηριότητα δέσμευσης, μεταφοράς ή αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα που μπορεί να επηρεάσει περιοχή του δικτύου Natura 2000 υπόκειται σε δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων κατά το άρθρο 6(3), ενώ έργα με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις μπορούν να εγκριθούν μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 6(4).»

    3. ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΒΑΡΚΕΛΩΝΗΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ (ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ)

    Η Μεσόγειος διέπεται από τη Σύμβαση της Βαρκελώνης και τα Πρωτόκολλά της, τα οποία αποτελούν δεσμευτικό περιφερειακό πλαίσιο για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι Συμβαλλόμενο Μέρος στη Σύμβαση και στα συναφή Πρωτόκολλα.

    • Το Dumping Protocol ρυθμίζει την απόρριψη/διάθεση στη θάλασσα και έχει τροποποιηθεί πρόσφατα, με θέση της ΕΕ μέσω της απόφασης (ΕΕ) 2022/9 για την προσαρμογή του παραρτήματός του.
    • Το Offshore Protocol ρυθμίζει ρητά τις δραστηριότητες εξερεύνησης/εκμετάλλευσης στον βυθό και το υπέδαφος· η ΕΕ έχει καθορίσει θέση για την τροποποίηση των Παραρτημάτων του με την απόφαση (ΕΕ) 2022/11.

    Σε αντίθεση με τον χώρο της Σύμβασης OSPAR για τον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, όπου με την Απόφαση 2007/1 επιτράπηκε ρητά μόνο η υπόγεια γεωλογική αποθήκευση CO₂ κάτω από τον βυθό και απαγορεύθηκε η απόθεση στην υδάτινη στήλη ή επί του βυθού, στη Μεσόγειο δεν υπάρχει μέχρι σήμερα αντίστοιχη ρητή προσαρμογή που να επιτρέπει ειδικά offshore γεωλογική αποθήκευση CO₂.

    Κατά συνέπεια, κάθε απόπειρα υπεράκτιου CCS στη Μεσόγειο – και δη σε ή πλησίον προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών – πρέπει να ελέγχεται με ιδιαίτερη αυστηρότητα υπό το πρίσμα:
    • των υφιστάμενων διατάξεων της Σύμβασης Βαρκελώνης και των Πρωτοκόλλων της και
    • του ενωσιακού κεκτημένου (Natura 2000, Οδηγία 2008/56/ΕΚ για τη Θαλάσσια Στρατηγική κ.λπ.).

    Υπενθυμίζεται ότι η εφαρμογή του Σ/Ν πρέπει να γίνεται σε πλήρη συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης της Βαρκελώνης και των Πρωτοκόλλων της.

    Συμπέρασμα – Το Σχέδιο Νόμου δεν πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις συμμόρφωσης

    Το Σχέδιο Νόμου «Άνθρακας 2025», όπως έχει κατατεθεί, δεν διασφαλίζει ουσιαστική συμμόρφωση με το ενωσιακό και διεθνές περιβαλλοντικό κεκτημένο. Οι ελλείψεις του δεν είναι τεχνικές λεπτομέρειες — είναι δομικά κενά που υπονομεύουν την ασφάλεια, τη διαφάνεια και τη νομιμότητα των έργων CCS.

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν είναι διακοσμητικές. Αποτελούν ελάχιστες θεσμικές προϋποθέσεις για να αποφευχθούν:

    μελλοντικές παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    δικαστικές εμπλοκές σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο,

    και κυρίως, ανεπανόρθωτες βλάβες σε περιοχές Natura 2000 και στο θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου.

    Ως ομάδα πολιτων «Οικοτοπία Θάσου», απαιτούμε την ενσωμάτωσή τους και καλούμε τον νομοθέτη να επιστρέψει ουσιαστικά «στο σχεδιαστήριο» — όχι για να διευκολύνει οποιοδήποτε σχέδιο αποθήκευσης CO₂, αλλά για να διαμορφώσει ένα πλαίσιο CCS που υπηρετεί πραγματικά την κλιματική δράση, διασφαλίζοντας ότι αυτή δεν μετατρέπεται σε πρόσχημα για την υποβάθμιση της φύσης ή την αποδυνάμωση των θεσμικών εγγυήσεων προστασίας.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:35 | ΦΙΛΙΠΠΙΑ ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΙΟΥ

    ΔΙΑΦΩΝΩ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟ-ΕΚΤΡΩΜΑ

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:40 | nikolaos sarimpalas

    ΔΙΑΦΩΝΩ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ CO2 ΣΤΟΝ ΠΡΙΝΟ

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:05 | ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

    ΔΙΑΦΩΝΩ ΑΠΟΛΥΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ CO2 ΣΤΟΝ ΠΡΙΝΟ

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:27 | ΕΝΡΙΕΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

    Εκφράζουμε την έντονη αντίθεσή μας στο υπό σχεδιασμό έργο αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα. Θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη πρακτική δεν αποτελεί πραγματική λύση στη μείωση των εκπομπών, αλλά μεταθέτει το πρόβλημα στο μέλλον, δημιουργώντας σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια και την περιβαλλοντική προστασία. Η μακροχρόνια αποθήκευση CO₂ ενδέχεται να συνοδεύεται από κινδύνους διαρροών, επιπτώσεις στα υπόγεια οικοσυστήματα και αβεβαιότητα για τις συνέπειες στις τοπικές κοινότητες.

    Επιπλέον, η περιοχή όπου προγραμματίζεται το έργο εντάσσεται στο δίκτυο Natura 2000, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη προστασίας της και αποφυγής δραστηριοτήτων που μπορεί να υποβαθμίσουν το φυσικό περιβάλλον και τη βιοποικιλότητά της.

    Ζητούμε διαφάνεια, ουσιαστική ενημέρωση και την προώθηση βιώσιμων, καθαρών ενεργειακών λύσεων που αντιμετωπίζουν τη ρίζα του προβλήματος και όχι τα συμπτώματά του.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:24 | SYBILLE BRUCKER

    Εκφράζουμε την έντονη αντίθεσή μας στο υπό σχεδιασμό έργο αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα. Θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη πρακτική δεν αποτελεί πραγματική λύση στη μείωση των εκπομπών, αλλά μεταθέτει το πρόβλημα στο μέλλον, δημιουργώντας παράλληλα σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια και την περιβαλλοντική προστασία. Η μακροχρόνια αποθήκευση CO₂ ενδέχεται να συνοδεύεται από κινδύνους διαρροών, επιπτώσεις στα υπόγεια οικοσυστήματα και αβεβαιότητα σχετικά με τις συνέπειες για τις τοπικές κοινότητες.

    Ζητούμε διαφάνεια, ουσιαστική ενημέρωση και την προώθηση βιώσιμων, καθαρών ενεργειακών λύσεων που αντιμετωπίζουν τη ρίζα του προβλήματος και όχι τα συμπτώματά του.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 09:00 | ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

    Εκφράζουμε την έντονη αντίθεσή μας στο υπό σχεδιασμό έργο αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα. Θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη πρακτική δεν αποτελεί πραγματική λύση στη μείωση των εκπομπών, αλλά αντίθετα μεταθέτει το πρόβλημα στο μέλλον, με άγνωστους κινδύνους για το περιβάλλον και τις τοπικές κοινότητες. Ζητούμε διαφάνεια, ουσιαστική ενημέρωση και προώθηση βιώσιμων, καθαρών ενεργειακών επιλογών που αντιμετωπίζουν τη ρίζα του προβλήματος και όχι τα συμπτώματά του.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 08:28 | Thomai Diamanti

    NATURA 2000 και Έλλειψη Ρητής Απαγόρευσης Αποθήκευσης
    Η γεωλογική δομή του Πρίνου βρίσκεται εντός θαλάσσιας περιοχής του δικτύου Natura 2000. Η ευρύτερη ζώνη του Κόλπου Καβάλας – Ν. Θάσου περιλαμβάνεται σε Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ), λόγω της παρουσίας σημαντικών θαλάσσιων οικοτόπων και ειδών. Παρά ταύτα, το Σχέδιο Νόμου δεν προβλέπει κανέναν ειδικό περιορισμό ή αποκλεισμό για τις προστατευόμενες περιοχές.

    Άρθρο 9 – Χωροθέτηση Δυνητικών Τόπων Αποθήκευσης: Δεν προβλέπεται ρητή εξαίρεση των περιοχών Natura 2000. Η Οδηγία 2009/31/ΕΚ αφήνει το ζήτημα στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, ωστόσο αρκετά κράτη επιλέγουν αυστηρό αποκλεισμό. Ενδεικτικά, η Γερμανία απαγορεύει την αποθήκευση CO₂ εντός θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών (MPAs) και θεσπίζει ζώνη ασφαλείας 8 χιλιομέτρων γύρω από αυτές.

    Παράρτημα Ι – Κριτήρια Αξιολόγησης Τοποθεσίας: Απαιτείται η καταγραφή των προστατευόμενων περιοχών πέριξ του προτεινόμενου τόπου (παραπομπή στην ΚΥΑ 37338/1807/Ε103/2010), ωστόσο αυτό λειτουργεί αποκλειστικά ως πληροφοριακό στοιχείο και δεν ενεργοποιεί κανένα δεσμευτικό ή απαγορευτικό αποτέλεσμα.

    Η απουσία εκ των προτέρων αποκλεισμού τέτοιων περιοχών από το πεδίο εφαρμογής του CCS συνιστά σοβαρή θεσμική παράλειψη. Χωρίς ρητή απαγόρευση σε επίπεδο νόμου, είναι πιθανό να επιτραπεί η αποθήκευση CO₂ εντός ή πλησίον περιοχών Natura 2000, υπό την αίρεση τήρησης της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Αυτό δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο σύγκρουσης με τις υποχρεώσεις της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

    Πρόταση Τροπολογίας – Άρθρο 9 (Natura / Ζώνες Ασφαλείας)

    (Α) Νέα παράγραφος – Ρήτρα «no-permit» λόγω κινδύνου
    «Δεν χορηγείται άδεια αποθήκευσης όταν, κατόπιν της αξιολόγησης του Παραρτήματος Ι και των συνοδευτικών μελετών, προκύπτει κίνδυνος διαρροής διοξειδίου του άνθρακα ή σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. Η κρίση τεκμηριώνεται ειδικά στον φάκελο της άδειας και βασίζεται ιδίως στα δεδομένα χαρακτηρισμού του σχηματισμού και στο πρόγραμμα παρακολούθησης. Σε περίπτωση αμφιβολίας εφαρμόζεται η αρχή της προφύλαξης.»

    (Β) Νέα παράγραφος – Natura / Ζώνες Ασφαλείας
    «Δεν επιτρέπεται η χωροθέτηση τόπου αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO₂), γεωτρήσεων έγχυσης ή μόνιμων θαλάσσιων αγωγών εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 (ΖΕΠ/ΕΖΔ) και εντός θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών (Marine Protected Areas – MPAs). Θεσπίζεται ελάχιστη ζώνη ασφαλείας οκτώ (8) χιλιομέτρων από τα θαλάσσια όρια των περιοχών Natura 2000 και των MPAs, εντός της οποίας απαγορεύονται οι ανωτέρω δραστηριότητες. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί ελάχιστο πλαίσιο προστασίας και δεν θίγει την εφαρμογή αυστηρότερων μέτρων που τυχόν απαιτούνται από το ενωσιακό και εθνικό περιβαλλοντικό δίκαιο.»

    Σύντομη Αιτιολόγηση
    Συγκριτικό δίκαιο (Γερμανία): Η ομοσπονδιακή πολιτική για offshore CCS (KSpG4) απαγορεύει την αποθήκευση εντός θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών και προβλέπει ζώνη ασφαλείας 8 χλμ γύρω από αυτές.

    Ενωσιακό δίκαιο (άρθρο 193 ΣΛΕΕ): Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν αυστηρότερα μέτρα προστασίας από τα ελάχιστα της ΕΕ. Ο ρητός αποκλεισμός Natura/MPAs και η ζώνη ασφαλείας 8 χλμ είναι συμβατά και ενισχύουν την αρχή της προφύλαξης.

    Τοπικά χαρακτηριστικά Πρίνου–Θάσου–Καβάλας: Η υψηλή σεισμικότητα, η εγγύτητα σε κατοικημένες/τουριστικές ακτές και η παρουσία ευαίσθητων θαλάσσιων οικοσυστημάτων επιβάλλουν ex ante χωρικό αποκλεισμό, όπως αναλύεται και στην ενότητα «Η περίπτωση Πρίνου».

    Συνοχή με Οδηγία 92/43/ΕΟΚ (άρθρα 6(3)–(4)): Η ρητή “no-go” ζώνη λειτουργεί ως προκαταρκτικό φίλτρο, αποτρέποντας συγκρούσεις με τις υποχρεώσεις δέουσας εκτίμησης και τις αυστηρές προϋποθέσεις έγκρισης.

    Η περίπτωση Πρίνου
    Η σχεδιαζόμενη γεωλογική αποθήκευση CO₂ στο κοίτασμα Πρίνου εγείρει σοβαρές ανησυχίες λόγω της ιδιαίτερης περιβαλλοντικής και κοινωνικής ευαισθησίας της περιοχής. Η γεωλογική δομή βρίσκεται εντός θαλάσσιας περιοχής Natura 2000, ενώ η ευρύτερη ζώνη περιλαμβάνει τον Κόλπο Καβάλας, το στενό της Θάσου και τα παράκτια νερά ανατολικά, δίπλα στο Δέλτα του ποταμού Νέστου. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα αλιευτικά πεδία της χώρας, με εκτεταμένα λιβάδια Ποσειδωνίας (Posidonia oceanica), βιότοπο για δελφίνια, φώκαινες και τη Μεσογειακή φώκια.

    Η περιοχή γειτνιάζει άμεσα με το Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης (ΕΠΑΜΘ), θεσμοθετημένο από το 1996, το οποίο φιλοξενεί δεκάδες είδη πανίδας και χλωρίδας. Επιπλέον, στην περιοχή των χερσαίων εγκαταστάσεων έχει καταγραφεί ο υγρότοπος Παράκτιο Έλος Ν. Καρβάλης, με σημαντικές οικοσυστημικές υπηρεσίες.

    Δεν υπάρχουν γνωστά προηγούμενα αποθήκευσης CO₂ εντός περιοχής Natura 2000, καθώς κάτι τέτοιο πιθανόν θα αντέβαινε ευθέως στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Αντίστοιχα έργα εξόρυξης υδρογονανθράκων έχουν αποτραπεί σε ανάλογες περιοχές (π.χ. Ιόνιο), λόγω αντιδράσεων για τους θαλάσσιους οικοτόπους.

    Ο Πρίνος συγκεντρώνει πολλαπλούς «επικίνδυνους παράγοντες»:

    Ρηχά νερά (~30 μ.) και εγγύτητα σε ακτές: ~8 χλμ. από Θάσο, ~18 χλμ. από Καβάλα.

    Σεισμικότητα: ζώνη επιρροής Ρήγματος Βορείου Ανατολίας και Ανατολικής Μακεδονίας.

    Παλαιές γεωτρήσεις και γεωλογική αστάθεια.

    Γειτνίαση με τουριστικές και αλιευτικές κοινότητες.

    Ακόμα και αν το έργο πληροί τεχνικά κριτήρια, το «context risk» – δηλαδή το συνολικό πλαίσιο – μεγιστοποιεί τις συνέπειες ενός πιθανού συμβάντος. Δεν υπάρχει προηγούμενο εγκεκριμένου έργου CCS με τόσο σύνθετο προφίλ κινδύνου. Αντίθετα, διεθνή έργα CCS (Sleipner, Snøhvit, In Salah, Weyburn) χωροθετήθηκαν σε απομακρυσμένες περιοχές, μακριά από κατοίκους και ευαίσθητα οικοσυστήματα.

    Η αποτυχία ενός έργου CCS στον Πρίνο δεν θα έθετε σε κίνδυνο μόνο την τοπική κοινωνία, αλλά και την αξιοπιστία της τεχνολογίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αντιθέτως, μια αυστηρή και ξεκάθαρη στάση του νομοθέτη προωθεί την κλιματική δράση με ασφάλεια και σεβασμό στο περιβάλλον.

    👉 Η περίπτωση Πρίνου αποτελεί παράδειγμα όπου η αρχή της προφύλαξης πρέπει να εφαρμοστεί πλήρως, με ρητή εξαίρεση από τη χωροθέτηση έργων CCS.

    Προσθήκη – Posidonia oceanica και «θαλάσσιος άνθρακας» (Blue Carbon)
    Τα λιβάδια Posidonia oceanica στην ευρύτερη περιοχή Πρίνου–Θάσου–Κόλπου Καβάλας αποτελούν τύπο οικοτόπου προτεραιότητας (1120*) της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και κρίσιμες δεξαμενές «θαλάσσιου άνθρακα» (blue carbon). Τα ριζώματα και τα ιζήματα του βυθού αποθηκεύουν CO₂ σε βάθος χρόνου, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην κλιματική σταθερότητα.

    Η διατάραξη του βυθού από γεωτρήσεις, αγωγούς ή άλλες τεχνικές παρεμβάσεις ενέχει τον κίνδυνο απώλειας αποθηκευμένου άνθρακα και υποβάθμισης του οικοτόπου. Οι περιοχές αυτές απαιτούν αυστηρή δέουσα εκτίμηση και χωρικό αποκλεισμό από έργα CCS.

    Παράδειγμα Πρίνου – Κόλπος Καβάλας–Θάσου Στην Ανατολική Θάσο (GR1150008) και στον Όρμο Ελευθερών (GR1150009) έχουν καταγραφεί λιβάδια Posidonia oceanica, ενώ στον ίδιο κόλπο υπάρχουν εκτεταμένα seagrass (Cymodocea nodosa). Η παρουσία αυτών των οικοτόπων ενισχύει την ανάγκη για προληπτική προστασία.

    Θέση – Χωροθέτηση έργων CCS και προστασία οικοτόπου 1120*

    Ζητούμε:

    Ρητή απαγόρευση χωροθέτησης αποθήκευσης CO₂ και διέλευσης αγωγών εντός ή επί του τύπου οικοτόπου 1120* και εντός θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών (MPAs).

    Υποχρεωτική διερεύνηση εναλλακτικών χαράξεων σε χερσαίο περιβάλλον πριν εξεταστεί οποιαδήποτε διέλευση από ευαίσθητες θαλάσσιες ζώνες.

    Σύντομη Αιτιολόγηση
    Ο τύπος οικοτόπου 1120* ενεργοποιεί υποχρεωτική δέουσα εκτίμηση (άρθρα 6(3)–6(4) της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ).

    Το Blue Carbon δεν υποκαθιστά την CCS, αλλά επιβάλλει όρια ώστε να μη χαθούν χιλιάδες χρόνια αποθεμάτων άνθρακα.

    👉Οι ευρωπαϊκοί στόχοι για το CCS δεν απαιτούν θυσία ευαίσθητων οικοτόπων – υπάρχουν εναλλακτικές χαράξεις και τοποθεσίες.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 08:26 | Stela Kaloyanova

    The project imposes serious threats to the environment in the whole area and the health of the population. I am strongly against such actions.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 08:26 | Λαογραφικός Σύλλογος Παναγίας Θάσου ο ΒΑΚΧΟΣ

    Ο Λαογραφικός Σύλλογος Παναγίας Θάσου «Ο Βάκχος», ως ενεργός φορέας που υπηρετεί την ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό του τόπου μας, εκφράζει την έντονη αντίθεσή του στην προτεινόμενη εγκατάσταση και λειτουργία έργου αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) στον Πρίνο Θάσου.

    Ο σκοπός του Συλλόγου μας συνδέεται άμεσα με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, του φυσικού περιβάλλοντος και της κοινωνικής συνοχής της περιοχής μας. Η Θάσος διαθέτει μοναδικό φυσικό και πολιτιστικό απόθεμα, το οποίο αποτελεί θεμέλιο των δραστηριοτήτων μας, αλλά και της ταυτότητας του νησιού.

    Με βάση τα παραπάνω, εκφράζουμε την ανησυχία ότι ένα έργο υψηλού ρίσκου, όπως αυτό της υπόγειας αποθήκευσης CO₂, ενδέχεται:

    να επηρεάσει αρνητικά το φυσικό περιβάλλον και το θαλάσσιο οικοσύστημα,

    να διαταράξει την κοινωνική και οικονομική ζωή των κατοίκων,

    να δημιουργήσει συνθήκες που έρχονται σε σύγκρουση με τον χαρακτήρα και τον πολιτισμό του νησιού, τον οποίο ο Σύλλογός μας προσπαθεί να διαφυλάξει,

    να θέσει σε κίνδυνο τη φήμη της Θάσου ως τόπου φυσικής ομορφιάς, πολιτισμού και παράδοσης.

    Ο ρόλος μας ως πολιτιστικός φορέας δεν είναι τεχνικός, αλλά κοινωνικός και πολιτισμικός. Μέσα από αυτόν τον ρόλο κρίνουμε ότι ένα έργο τέτοιας φύσης δεν συνάδει ούτε με τον χαρακτήρα του τόπου, ούτε με τις ανάγκες και την προοπτική της τοπικής κοινωνίας.

    Για τους λόγους αυτούς, δηλώνουμε τη σαφή αντίθεσή μας στην υλοποίηση του έργου αποθήκευσης CO₂ στον Πρίνο και ζητούμε να ληφθεί σοβαρά υπόψη η φωνή της τοπικής κοινωνίας και των συλλόγων που την εκπροσωπούν.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 08:25 | Βαλαρη

    Διαφωνώ κάθετα με την αποθήκευση CO2 στον Πρίνο Θάσου

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 07:28 | Θωμαή Διαμαντή

    Παρατήρησεις – Θέση ΟΜΑΔΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ «ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ ΘΑΣΟΣ»

    Η Ομάδα Πολιτών «Οικοτοπία Θάσου» θεωρεί ότι πρωταρχικός στόχος της κλιματικής πολιτικής είναι η δραστική μείωση των εκπομπών στην πηγή και η ενίσχυση φυσικών λύσεων, όπως η αποκατάσταση οικοσυστημάτων, δασών και θαλάσσιων λιβαδιών.

    Η γεωλογική αποθήκευση CO₂ (CCS) δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Αν εφαρμοστεί, πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό πλαίσιο περιβαλλοντικής ασφάλειας, διαφάνειας και συμμετοχής του κοινού.

    Το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου για το CCS παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις.

    Κρίσιμα προβλήματα είναι τα εξής:

    Απουσία ρητής προστασίας των περιοχών Natura 2000 και των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών (MPAs). Το Σ/Ν δεν προβλέπει ρητή εξαίρεση αυτών των περιοχών από τη χωροθέτηση αποθηκών CO₂, ούτε καθορίζει ζώνες ασφαλείας γύρω τους.

    Fast track αδειοδοτήσεις χωρίς επαρκή περιβαλλοντική εγγύηση. Οι επιταχυνόμενες διαδικασίες εγκυμονούν κινδύνους για τη δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων και παρακάμπτουν τη συμμετοχή των πολιτών.

    Περιορισμένη διαφάνεια και υπέρμετρες ρήτρες απορρήτου (άρθρα 31–32). Η επίκληση «εθνικής ασφάλειας» και «εμπορικού απορρήτου» καλύπτει κρίσιμα περιβαλλοντικά δεδομένα, σε αντίθεση με τη Σύμβαση του Άαρχους.

    Έλλειψη ολοκληρωμένης Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ). Η χάραξη «περιοχών CCS» χωρίς στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση παραβιάζει την Οδηγία 2001/42/ΕΚ και οδηγεί σε αποσπασματικό σχεδιασμό.

    Ανεπαρκής εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο. Δεν διασφαλίζεται πλήρης συμμόρφωση με:
    – το άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (Natura 2000),
    – την Οδηγία 2009/31/ΕΚ (CCS),
    – τη Σύμβαση της Βαρκελώνης και τα Πρωτόκολλά της.

    Οι προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 δεν είναι μόνο οικολογικά πολύτιμες· στηρίζουν αλιεία μικρής κλίμακας, παραδοσιακές υδατοκαλλιέργειες και οικοτουρισμό. Η εγκατάσταση βαριάς βιομηχανικής δραστηριότητας, όπως η αποθήκευση CO₂, σε τέτοιες ζώνες ενέχει κινδύνους που απειλούν τόσο τη βιοποικιλότητα όσο και τον κοινωνικοοικονομικό ιστό.

    Το παράδειγμα του Πρίνου δείχνει ξεκάθαρα τον κίνδυνο: η γειτνίαση με Natura 2000, η υψηλή σεισμικότητα και η εξάρτηση των τοπικών κοινωνιών από αλιεία και τουρισμό καθιστούν την περιοχή ακατάλληλη για CCS. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αρχή της προφύλαξης δεν επιτρέπει «σταθμισμένη αποδοχή ρίσκου», αλλά επιβάλλει ρητή εξαίρεση.

    Η διεθνής εμπειρία (Γερμανία, Δανία, Ολλανδία) δείχνει ότι ο ασφαλέστερος δρόμος είναι ο αποκλεισμός των Natura 2000 από τέτοιες δραστηριότητες ή η θέσπιση αυστηρών ζωνών ασφαλείας γύρω τους. Η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει αυτή την πρακτική, εάν θέλει να προστατεύσει πραγματικά τη φύση και τις παράκτιες και νησιωτικές κοινωνίες της, ιδιαίτερα σε κλειστές και σεισμογενείς θαλάσσιες λεκάνες.

    Με βάση τα παραπάνω, ζητάμε:

    Απαγόρευση CCS σε περιοχές Natura 2000 και θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές (MPAs). Ρητή διάταξη «no go» που να απαγορεύει τη χωροθέτηση αποθήκευσης CO₂, γεωτρήσεων ή αγωγών εντός Natura 2000 και MPAs, με ελάχιστη ζώνη ασφαλείας 8 km από τα όριά τους.

    Πλήρη διαφάνεια δεδομένων (άρθρα 31–32) μέσω δημόσιου Μητρώου CCS, με ανοικτά στοιχεία σε (σχεδόν) πραγματικό χρόνο για: τη σύσταση του ρεύματος CO₂, τις πιέσεις και παροχές έγχυσης, τη μικροσεισμικότητα, τα συμβάντα και τα διορθωτικά μέτρα. Η επίκληση «εθνικής ασφάλειας» ή «εμπορικής εμπιστευτικότητας» δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την απόκρυψη κρίσιμων περιβαλλοντικών και τεχνικών δεδομένων. Η διαφάνεια και η δημόσια πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες αποτελούν θεμελιώδη προϋπόθεση για την προστασία του περιβάλλοντος και τη συμμετοχή των πολιτών.

    Υποχρεωτική Στρατηγική ΜΠΕ (ΣΜΠΕ) πριν από κάθε καθορισμό «περιοχών CCS», διαδρόμων αγωγών ή άλλων χωρικών ρυθμίσεων, με πλήρη εξέταση εναλλακτικών εκτός Natura 2000, εκτός MPAs και εκτός οικιστικού ή τουριστικού μετώπου.

    Ισχυρό πλαίσιο ασφάλειας και ευθύνης για σεισμικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, με ειδική πρόβλεψη για σενάρια χαμηλής πιθανότητας αλλά πολύ υψηλής ζημίας (θαλάσσιο περιβάλλον, αλιεία, τουρισμός, υδάτινοι πόροι).

    Ρητή και δεσμευτική αναφορά στις υποχρεώσεις της χώρας από το ενωσιακό και διεθνές δίκαιο, και πλήρης εναρμόνιση με τις αρχές της Σύμβασης του Άαρχους, ιδίως:
    – με το άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (Natura 2000),
    – με την Οδηγία 2008/56/ΕΚ (Θαλάσσια Στρατηγική),
    – με τη Σύμβαση της Βαρκελώνης και τα Πρωτόκολλά της.

    Περαιτέρω τεχνικές παρατηρήσεις:
    Τα λιβάδια Posidonia oceanica (τύπος 1120*) αποτελούν οικότοπο προτεραιότητας· οποιαδήποτε δραστηριότητα CCS σε θαλάσσιες ζώνες με τέτοια οικοσυστήματα κινδυνεύει να παραβιάσει το άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές και οι οικότοποι blue carbon πρέπει να εξαιρεθούν ρητά από κάθε υποδομή CCS.

    Συμπέρασμα:
    Το Σ/Ν «ΑΝΘΡΑΚΑΣ 2025» πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να διασφαλίζει: προληπτική προστασία Natura 2000 και MPAs, διαφάνεια και δημόσια πρόσβαση σε περιβαλλοντικά δεδομένα, ακυρότητα fast track διαδικασιών χωρίς ΣΜΠΕ, απαλοιφή προνομίων υδρογονανθράκων και πλήρη ευθυγράμμιση με το ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο.

    Ζητούμε:
    Όχι CCS σε Natura 2000 / MPAs — Όχι fast track χωρίς εγγυήσεις — Διαφάνεια και σεβασμός στη φύση και στις κοινωνίες.

    Για περιοχές όπως ο Πρίνος – που βρίσκονται εντός ή σε άμεση γειτνίαση με περιοχές Natura 2000, φιλοξενούν ευαίσθητα θαλάσσια οικοσυστήματα υψηλής βιοποικιλότητας (λιβάδια Ποσειδωνίας, κητώδη, θαλασσοπούλια), βρίσκονται σε σεισμογενή ζώνη και στηρίζουν οικονομίες που εξαρτώνται από την αλιεία και τον τουρισμό – απαιτείται ρητή εξαίρεση από έργα CCS στο ίδιο το κείμενο του νόμου.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 07:11 | Θωμαή Διαμαντή

    Παρατήρηση – Θέση ΟΜΑΔΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ «ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ ΘΑΣΟΣ»
    Η Ομάδα Πολιτών «Οικοτοπία Θάσου» θεωρεί ότι πρωταρχικός στόχος της κλιματικής πολιτικής είναι η δραστική μείωση εκπομπών στην πηγή και η ενίσχυση φυσικών λύσεων — αποκατάσταση οικοσυστημάτων, δασών και θαλάσσιων λιβαδιών.
    Η γεωλογική αποθήκευση CO₂ (CCS) δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Αν εφαρμοστεί, πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό πλαίσιο περιβαλλοντικής ασφάλειας, διαφάνειας και συμμετοχής του κοινού.
    Το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου για το CCS παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις.
    Κρίσιμα προβλήματα είναι τα εξής:
    1. Απουσία ρητής προστασίας Natura 2000 και θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών (MPAs)
    Το Σ/Ν δεν προβλέπει ρητή εξαίρεση αυτών των περιοχών από τη χωροθέτηση αποθηκών CO₂, ούτε καθορίζει ζώνες ασφαλείας γύρω τους.

    2. Fast track αδειοδοτήσεις χωρίς επαρκή περιβαλλοντική εγγύηση
    Οι επιταχυνόμενες διαδικασίες εγκυμονούν κινδύνους για τη δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων και παρακάμπτουν τη συμμετοχή των πολιτών.

    3. Περιορισμένη διαφάνεια – υπέρμετρες ρήτρες απορρήτου (άρθρα 31 32)
    Η επίκληση «εθνικής ασφάλειας» και «εμπορικού απορρήτου» καλύπτει κρίσιμα περιβαλλοντικά δεδομένα, αντίθετα με τη Σύμβαση του Άαρχους.

    4. Έλλειψη ολοκληρωμένης Στρατηγικής ΜΠΕ (ΣΜΠΕ)
    Η χάραξη «περιοχών CCS» χωρίς στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση παραβιάζει την Οδηγία 2001/42/ΕΚ και οδηγεί σε αποσπασματικό σχεδιασμό.

    5. Ανεπαρκής εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο
    Δεν διασφαλίζεται πλήρης συμμόρφωση με το ενωσιακό και διεθνές περιβαλλοντικό δίκαιο:
    – του άρθρου 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (Natura 2000),
    – της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ (CCS),
    – και της Σύμβασης της Βαρκελώνης & των Πρωτοκόλλων της.

    Οι προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 δεν είναι μόνο οικολογικά πολύτιμες· στηρίζουν αλιεία μικρής κλίμακας, παραδοσιακές υδατοκαλλιέργειες και οικοτουρισμό. Η εγκατάσταση βαριάς βιομηχανικής δραστηριότητας όπως η αποθήκευση CO₂ σε τέτοιες ζώνες ενέχει κινδύνους που απειλούν τόσο τη βιοποικιλότητα όσο και τον κοινωνικοοικονομικό ιστό.

    Το παράδειγμα του Πρίνου δείχνει ξεκάθαρα τον κίνδυνο: η γειτνίαση με Natura 2000, η υψηλή σεισμικότητα και η εξάρτηση των τοπικών κοινωνιών από αλιεία και τουρισμό καθιστούν την περιοχή ακατάλληλη για CCS. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αρχή της προφύλαξης δεν επιτρέπει «σταθμισμένη αποδοχή ρίσκου», αλλά επιβάλλει ρητή εξαίρεση.

    Η διεθνής εμπειρία (Γερμανία, Δανία, Ολλανδία) δείχνει ότι ο ασφαλέστερος δρόμος είναι ο αποκλεισμός των Natura 2000 από τέτοιες δραστηριότητες ή η θέσπιση αυστηρών ζωνών ασφαλείας. Η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει αντίστοιχη πρακτική, εάν θέλει να προστατεύσει πραγματικά τη φύση και τις παράκτιες/νησιωτικές κοινωνίες της, ιδιαίτερα σε κλειστές και σεισμογενείς θαλάσσιες λεκάνες.

    Με βάση τα παραπάνω, ζητάμε:
    1.  Απαγόρευση CCS σε Natura 2000 / MPAs
    Ρητή διάταξη “no go” που να απαγορεύει χωροθέτηση αποθήκευσης CO₂, γεωτρήσεων ή αγωγών εντός Natura 2000 και MPAs, με ελάχιστη ζώνη ασφαλείας 8 km από τα όριά τους.

    2. Πλήρη διαφάνεια δεδομένων (άρθρα 31–32) – Δημόσιο Μητρώο CCS

    μέσω δημόσιου μητρώου CCS, με ανοικτά στοιχεία σε (σχεδόν) πραγματικό χρόνο για:– σύσταση ρεύματος CO₂,
    – πιέσεις και παροχές έγχυσης,
    – μικροσεισμικότητα,
    – συμβάντα και διορθωτικά μέτρα.

    Η επίκληση «εθνικής ασφάλειας» ή «εμπορικής εμπιστευτικότητας» δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την απόκρυψη κρίσιμων περιβαλλοντικών και τεχνικών δεδομένων. Η διαφάνεια και η δημόσια πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες αποτελούν θεμελιώδη προϋπόθεση για την προστασία του περιβάλλοντος και τη συμμετοχή των πολιτών.

    3. Υποχρεωτική Στρατηγική ΜΠΕ (ΣΜΠΕ) πριν από κάθε καθορισμό «περιοχών CCS», διαδρόμων αγωγών ή άλλων χωρικών ρυθμίσεων, με πλήρη εξέταση εναλλακτικών εκτός Natura 2000, εκτός MPAs και εκτός οικιστικού/τουριστικού μετώπου.

    4. Ισχυρό πλαίσιο ασφάλειας και ευθύνης για σεισμικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, με ειδική πρόβλεψη για σενάρια χαμηλής πιθανότητας αλλά πολύ υψηλής ζημίας (θαλάσσιο περιβάλλον, αλιεία, τουρισμός, υδάτινοι πόροι).

    5. Ρητή και δεσμευτική αναφορά στις υποχρεώσεις της χώρας από το ενωσιακό και διεθνές δίκαιο:
    – άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (Natura 2000),
    – Οδηγία 2008/56/ΕΚ (Θαλάσσια Στρατηγική),
    – Σύμβαση της Βαρκελώνης και Πρωτόκολλα,
    καθώς και πλήρης εναρμόνιση με τις αρχές της Σύμβασης του Άαρχους (έγκαιρη και ουσιαστική συμμετοχή του κοινού).

    Περαιτέρω τεχνικές παρατηρήσεις
    • Τα λιβάδια Posidonia oceanica (τύπος 1120*) αποτελούν οικότοπο προτεραιότητας· οποιαδήποτε δραστηριότητα CCS σε θαλάσσιες ζώνες με τέτοια οικοσυστήματα παραβιάζει το άρθρο 6 της 92/43/ΕΟΚ.
    • Οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές και οι οικότοποι blue carbon πρέπει να εξαιρεθούν ρητά από κάθε υποδομή CCS.
    ________________________________________
    Συμπέρασμα
    Το Σ/Ν «ΑΝΘΡΑΚΑΣ 2025» πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να διασφαλίζει:
    - Προληπτική προστασία Natura 2000 και MPAs,
    - Διαφάνεια και δημόσια πρόσβαση σε περιβαλλοντικά δεδομένα,
    - Ακυρότητα fast track διαδικασιών χωρίς ΣΜΠΕ,
    - Απαλοιφή προνομίων υδρογονανθράκων,
    - Πλήρη ευθυγράμμιση με ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο.
    Ζητούμε:
    Όχι CCS σε Natura 2000 / MPAs — Όχι fast track χωρίς εγγυήσεις — Διαφάνεια και σεβασμός στη φύση και τις κοινωνίες.

    Για περιοχές όπως ο Πρίνος – που βρίσκονται εντός ή σε άμεση γειτνίαση με περιοχές Natura 2000, φιλοξενούν ευαίσθητα θαλάσσια οικοσυστήματα υψηλής βιοποικιλότητας (λιβάδια Ποσειδωνίας, κητώδη, θαλασσοπούλια), βρίσκονται σε σεισμογενή ζώνη και στηρίζουν οικονομίες που εξαρτώνται από την αλιεία και τον τουρισμό – απαιτείται ρητή εξαίρεση από έργα CCS στο ίδιο το κείμενο του νόμου.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 06:41 | ΕΛΕΝΗ ΚΑΖΑΡΑ

    Δηλώνω ρητά την εναντίωσή μου στο έργο της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στον Πρίνο, καθώς θεωρώ ότι ενέχει σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με προχειρότητα ή χωρίς σεβασμό προς την τοπική κοινωνία. Επιθυμούμε να σταματήσει άμεσα κάθε σχετική ενέργεια και να μην επιτραπεί σε καμία εταιρεία να παίζει με τις ζωές μας και με το μέλλον του τόπου μας. Η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας μας οφείλει να αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 02:44 | Zopidou M

    Η αποθήκευση C02 σε ένα μέρος τόσο κοντα στην στεριά ελοχεύει πολλούς κινδύνους και θέτει σε κύνδυνο την υγεία της τοπικής κοινωνίας.

    Το μέλλον δεν μας δεν μπορεί να βασίζεται σε θεωρητικά σενάρια και υποθέσεις. Χρειαζόμαστε αυστηρούς ελέγχους και πραγματικά ασφαλείς και βιώσιμες λύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Η πρωτοβουλία της δημιουργίας αυτού του έργου, σε αυτό το γεωγραφικό σημείο, δυστυχώς δεν αποτελεί μια από αυτές, αντίθετα υποβιβάζει την περιοχή και θέτει σε κίνδυνο την τόσο τη θάλασσα όσο και τους
    ανθρώπους.

  • 19 Νοεμβρίου 2025, 01:33 | Κακηρακη Ελένη

    Αντίθετη σε αυτό το έργο δεν μας ρώτησε κανείς αν θέλουμε να δολοφονείσουμε τα παιδιά μας κ τα εγγόνια μας κάθε τόσο έχουμε σεισμούς είμαστε σεισμογενείς περιοχή κ ζούμε οι κάτοικοι κατά πλειοψηφία από την θάλασσα κ τουρισμό δεν έχει κανείς το δικαίωμα να μας καταδικάσει για συμφέροντα κανενός

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 23:27 | Νίκος Μπόζος & Μελίζα Ασημακοπούλου

    Θέσεις της «ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ» επί του ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ «Ρυθμίσεις για τη δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα – Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140)»

    Πρόλογος: Ο όμιλος εταιρειών της ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ είναι 100% θυγατρική του ελβετικού ομίλου “Holcim” και έχει υπογράψει με τη CΙΝΕΑ σύμβαση χρηματοδότησης από το Innovation Fund για την υλοποίηση ενός καινοτόμου έργου δέσμευσης των εκπομπών του εργοστασίου παραγωγής τσιμέντου ιδιοκτησίας του που βρίσκεται στο Μηλάκι Ευβοίας. Σημαντικό στοιχείο για την επιτυχή υλοποίηση του έργου και την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων προς όφελος της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας είναι η θέσπιση ρυθμίσεων από την Πολιτεία που θα διασφαλίσουν ένα δίκαιο και διαφανές πλαίσιο για τη νέα αγορά CO2 που δημιουργείται ταυτόχρονα με την κοινοποίηση ενός μηχανισμού διαχείρισης κινδύνου προς την Ένωση, ο οποίος θωρακίζει τις επενδύσεις από την απρόβλεπτη διακύμανση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στο EU-ETS.
    Στη συνέχεια ακολουθούν οι προτάσεις μας ανά Άρθρο στο οποίο έχουμε να υποβάλλουμε βελτιωτικές κατά την άποψή μας αναδιατυπώσεις, οι οποίες συνοδεύονται και από την αντίστοιχη τεκμηρίωση.
    «Άρθρο 1
    Αντικείμενο και σκοπός
    1. Ο παρών νόμος θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο, επικαιροποιημένο και συνεκτικό πλαίσιο κανόνων (α) για την περιβαλλοντικώς ασφαλή δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (εφεξής ≪CO2≫) σε γεωλογικούς σχηματισμούς και (β) για τη δημιουργία αγοράς CO2.
    2. Σκοπός του παρόντος είναι η συμβολή στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής με τρόπο που διασφαλίζει τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας, καθώς και η διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς στον συγκεκριμένο τομέα μέσω της εν μέρει ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της Οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L140)»

    Σχόλιο στο Άρθρο 1: Η τεχνολογία της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης του CO2 αφορά σε εκπομπές που παράγονται κατά τη διαδικασία της παραγωγής του ίδιου του προϊόντος (process emissions), είτε σε εκπομπές από ορυκτά καύσιμα (fossil emissions) οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν με τη χρήση άλλων μέσων (πχ εξηλεκτρισμός), είτε σε βιογενικές εκπομπές (biogenic emissions) οι οποίες θα οδηγήσουν είτε στην παραγωγή βιο-καυσίμων για τον τομέα των αερομεταφορών και της ναυτιλίας, είτε στην παραγωγή αρνητικών εκπομπών (CDRs). Συνεπώς -όπως άλλωστε ορίζεται με σαφήνεια και στην Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή οικονομική και κοινωνική επιτροπή και την Επιτροπή των περιφερειών «Προς μια φιλόδοξη βιομηχανική διαχείριση του άνθρακα για την ΕΕ» – η εν λόγω τεχνολογία δεδομένης μάλιστα της απουσίας επαρκών Τόπων Αποθήκευσης στην Νότια Ευρώπη πρέπει να αξιολογηθεί πέραν του πρίσματος της περιβαλλοντικής ασφάλειας και υπό το πρίσμα της οικονομικής αποδοτικότητας και να ενταχθεί στο πλαίσιο της δημιουργίας μιας ευρύτερης αγοράς CO2 με συγκεκριμένους κανόνες. Οι κανόνες εξάλλου για τη θέσπιση της ως άνω αγοράς βρίσκονται υπό δημόσια διαβούλευση στην Ένωση. Η χώρα μας ούσα πρωτοπόρος στη δημιουργία της εν λόγω αγοράς με τρία έργα δέσμευσης της ελληνικής βιομηχανίας να έχουν υπογράψει συμβάσεις χρηματοδότησης από το Innovation Fund και έναν κατάλληλο Τόπο Αποθήκευσης στον Πρίνο να έχει δεσμεύσει πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και από το Μηχανισμό “Συνδέοντας την Ευρώπη” (Connecting Europe Facility – CEF) ως Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI), καλείται να θεσπίσει τους κανόνες της αγοράς CO2 προγενέστερα της Ένωσης και να διασφαλίσει τόσο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής όσο και τη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας.
    «Άρθρο 2

    Πεδίο εφαρμογής
    (άρθρο 2 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος εμπίπτουν:
    α) η δέσμευση CO2 από βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή απευθείας από την ατμόσφαιρα (Direct Air Capture ή ≪DAC≫), η χρήση του, η μεταφορά του σε τόπους αποθήκευσης και η έγχυσή του σε κατάλληλους υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς για μόνιμη αποθήκευση,
    β) η αποθήκευση CO₂ σε γεωλογικούς σχηματισμούς που βρίσκονται σε χερσαίες και υπολίμνιες περιοχές της Ελληνικής Δημοκρατίας, καθώς και σε υποθαλάσσιες περιοχές, στις οποίες Ελληνική Δημοκρατία ασκεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που κυρώθηκε με τον ν. 2321/1995 (Α’ 136), κυριαρχία ή κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιοδοσία
    2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος δεν εμπίπτει η αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς με συνολική προβλεπόμενη αποθήκευση κάτω των εκατό (100) χιλιοτόνων, η οποία διενεργείται για έρευνα, ανάπτυξη ή δοκιμή νέων προϊόντων και διεργασιών.
    3. Δεν επιτρέπεται η αποθήκευση CO2:
    α) σε τόπο αποθήκευσης με συγκρότημα αποθήκευσης που εκτείνεται πέραν της περιοχής που αναφέρεται στην περ. β) της παρ. 1 και
    β) σε στήλη ύδατος.
    Είναι επιτρεπτή η γεωλογική αποθήκευση CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς.
    4. Κατά τη διαδικασία της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2, το CO2 αποτελεί προϊόν υπό τους όρους που τίθενται στον παρόντα και δεν συνιστά απόβλητο υπό την έννοια του άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (L 312) και του Παραρτήματος της απόφασης 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για την αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ’ εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (L 226).»

    Σχόλιο στο Άρθρο 2: Ο εθνικός νόμος κατά τη μεταφορά των διατάξεων της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 (εφεξής “Οδηγία CCS”) όρισε ότι στην χώρα μας θα επιτρέπεται η γεωλογική αποθήκευσης CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς και ότι στην νέα αγορά που δημιουργείται το CO2 αποτελεί προϊόν και όχι απόβλητο. Καταλαβαίνουμε ότι η χορήγηση της άδειας γεωλογικής αποθήκευσης του CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς αποσκοπεί στην επίτευξη των εθνικών στόχων αποθήκευσης όπως διατυπώνονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), καθώς ο Τόπος Αποθήκευσης του Πρίνου φαίνεται να καλύπτει μόλις τα 2,8 Μtn CO2 /έτος.

    Και η θεώρηση του CO2 ως προϊόν είναι σε αρμονία με τα οριζόμενα στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία.

    «Άρθρο 3

    Ορισμοί
    (άρθρο 3 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    Για τους σκοπούς του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
    α) Άδεια αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13, με την οποία επιτρέπεται η αποθήκευση CO2 εντός ενός τόπου αποθήκευσης από έναν φορέα εκμετάλλευσης και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της αποθήκευσης.
    β) Άδεια εξερεύνησης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 10, με την οποία επιτρέπεται η εξερεύνηση ενός συγκροτήματος αποθήκευσης από έναν φορέα εξερεύνησης και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της.
    γ) Άδεια μεταφοράς: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 7, με την οποία επιτρέπεται η μεταφορά CO2 μέσω του δικτύου μεταφοράς από εγκαταστάσεις δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης ή σε εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2 και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της αποθήκευσης.
    δ) Άδεια χρήσης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 6, με την οποία
    επιτρέπεται η χρήση CO2 και καθορίζονται οι όροι αυτής.
    ε) Απόβλητα: οι ουσίες που ορίζονται ως απόβλητα στην παρ. 1 του άρθρου 3 της Οδηγίας
    2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (L 312) και το Παράρτημα της απόφασης 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για την αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (L 312).
    στ) Αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς ή αποθήκευση: η έγχυση που συνοδεύεται από αποθήκευση CO2 σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς.
    ζ) Αρμόδια αρχή CCS (Carbon Capture and Storage): η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.» (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π. Α.Ε.), η λειτουργία της οποίας διέπεται από το Κεφάλαιο Α’ της Ενότητας Β’ του ν. 4001/2011 (A‘ 179), περί σύστασης της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.
    η) Αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσηςη αποθηκευτική δυναμικότητα: ο εκτιμώμενος ανώτατος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης, ο οποίος βασίζεται στα δεδομένα του Παραρτήματος Ι που έχουν συλλεχθεί κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και περιλαμβάνεται στην Άδεια Αποθήκευσης η εκτιμώμενη συνολική αποθηκευτική δυναμικότητα, η οποία βασίζεται στην άδεια αποθήκευσης ή σε τεχνικές μελέτες που έχουν πιστοποιηθεί από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα.
    θ) Βιομηχανίες δυσχερώς απανθρακοποιήσιμες: οι βιομηχανίες για τις οποίες είναι εξαιρετικά δύσκολη η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, επειδή δεν υπάρχει τεχνολογικά εύκολος τρόπος αντικατάστασης των ορυκτών καυσίμων, ιδίως μέσω εξηλεκτρισμού, ή επειδή υφίστανται εκπομπές CO2 που είναι απολύτως συνυφασμένες με την ίδια τη βιομηχανική διεργασία και δεν αποφεύγονται.
    ι) Γεωλογικός σχηματισμός: μια λιθοστρωματογραφική υποδιαίρεση μέσα στην οποία ανευρίσκονται και χαρτογραφούνται διακεκριμένα πετρώματα.
    ια) Δεδομένα δημοσίου: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα γεωλογικά, γεωτρητικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων, οι χάρτες θέσης γεωτρήσεων και τα δεδομένα εισπίεσης και παραγωγής, καθώς και αυτά που αφορούν σε πυρήνες, θρύμματα και διαγραφίες, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, τα οποία ανήκουν στην κυριότητα και τηρούνται από το Ελληνικό Δημόσιο ή την αρμόδια αρχή CCS, πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης εντός συγκροτήματος αποθήκευσης ή των εργασιών αποθήκευσης εντός τόπου αποθήκευσης.
    ιβ) Διαρροή: οποιαδήποτε διαρροή CO2 από συγκρότημα αποθήκευσης.
    ιγ) Δίκτυο μεταφοράς: το δίκτυο σωληναγωγών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών σταθμών ανύψωσης της πίεσης για τη μεταφορά CO2 σε τόπο αποθήκευσης, καθώς και σχετικών προσωρινών χώρων αποθήκευσης.
    ιδ) Διορθωτικά μέτρα: τα μέτρα που λαμβάνονται για να διορθωθούν σημαντικές ανωμαλίες ή να διακοπούν διαρροές, ώστε να προληφθεί ή να σταματήσει η έκλυση CO2 από συγκρότημα αποθήκευσης.
    ιε) Εγγύηση καλής εκτέλεσης: η χρηματική εγγύηση που καταβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 24 προς εξασφάλιση της υποχρέωσης του φορέα εξερεύνησης ή του φορέα εκμετάλλευσης για καλή εκτέλεση του έργου που έχει αναλάβει.
    ιστ) Εγκαταστάσεις δέσμευσης: οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται από έναν παραγωγό εκπομπών CO2 για τη δέσμευση των εκπομπών CO2, οι οποίες παράγονται ως αποτέλεσμα βιομηχανικής ή άλλης δραστηριότητας αυτού, εντός της περιμέτρου των εγκαταστάσεών του.
    ιζ) Εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2: η υποδομή που χρησιμοποιείται για την υγροποίηση των εκπομπών CO2 με σκοπό τη μεταφορά τους σε τόπους αποθήκευσης. Σε αυτές περιλαμβάνονται και τυχόν συναφείς εγκαταστάσεις προσωρινής αποθήκευσης CO2.

    ιη) Ενδιαφερόμενος: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενδιαφέρεται να υποβάλει αίτηση για τη λήψη άδειας εξερεύνησης ή άδειας αποθήκευσης.
    ιθ) Ένωση προσώπων: κάθε ένωση, σύμπραξη ή κοινοπραξία φυσικών ή/και νομικών προσώπων.
    κ) Εξερεύνηση: η αξιολόγηση δυνητικών συγκροτημάτων αποθήκευσης για τους σκοπούς
    αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, μέσω δραστηριοτήτων απεικόνισης του
    υπεδάφους, ιδίως μέσω σεισμικών ερευνών ή επέμβασης στο υπέδαφος, γεωτρητικών εργασιών για την απόκτηση γεωλογικών πληροφοριών σχετικά με τα στρώματα που εντοπίζονται στο δυνητικό συγκρότημα αποθήκευσης και, ανάλογα με την περίπτωση, διεξαγωγής δοκιμών έγχυσης για τον ορισμό ενός τόπου αποθήκευσης.
    κα) Θύσανος CO2: ο όγκος διασποράς CO2 σε γεωλογικό σχηματισμό.
    κβ) Ιδιόκτητα δεδομένα: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα γεωλογικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά, γεωτρητικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, καθώς και το σχετικό επεξηγηματικό ή/και παράγωγο υλικό, εκτός από τα δεδομένα δημοσίου και τα πρωτογενή δεδομένα, τα οποία τηρούνται από έναν φορέα εξερεύνησης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες εξερεύνησης ή από έναν φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια ή/και αναφορικά με τις εργασίες αποθήκευσης.
    κγ) Ιδιόκτητα ή ιδιοχρησιμοποιούμενα μικροδίκτυα: τα δίκτυα σωληναγωγών που ανήκουν κατά κυριότητα σε παραγωγό εκπομπών CO2 ή χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από αυτόν εντός των εγκαταστάσεών του ή πλησίον αυτών και συνδέουν τις εγκαταστάσεις εκπομπής CO2 με χώρους υγροποίησης ή προσωρινής αποθήκευσης CO2, προς περαιτέρω μεταφορά του σε τόπους αποθήκευσης.
    κδ) Κανονισμός τιμολόγησης δικτύου μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής μεταφοράς CO2.
    κε) Κανονισμός τιμολόγησης τόπου αποθήκευσης CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2.
    κστ) Κλείσιμο: η οριστική παύση έγχυσης CO2 σε έναν τόπο αποθήκευσης.
    κζ) Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου Μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής μεταφοράς CO2.
    κη) Κώδικας Διαχείρισης Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2.
    κθ) Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την κατανομή της χωρητικότητας σε μια υποδομή αποθήκευσης CO2.
    κη) Μετά το κλείσιμο: η περίοδος μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης,
    συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή CCS.
    λ) Μετανάστευση CO2: η κίνηση του θυσάνου CO2 μέσα σε συγκρότημα αποθήκευσης CO2.
    λα) Μεταφορά CO2: η μεταφορά CO2 από τις εγκαταστάσεις δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης μέσω δικτύου μεταφοράς, με πλοία, φορτηγίδες, τρένα και άλλα μέσα οδικής μεταφοράς, όπως φορτηγά.
    λβ) Ουσιώδης μεταβολή: οιαδήποτε μεταβολή που δεν προβλέπεται στην άδεια αποθήκευσης, η οποία μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το περιβάλλον ή την υγεία ή την ομαλή λειτουργία της αγοράς στον τομέα της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2.
    λγ) Περίοδος μετά το κλείσιμο: η περίοδος μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης,
    συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή CCS.
    λδ) Πιλοτικοί τόποι αποθήκευσης: οι τόποι αποθήκευσης για τους οποίους έχει εκδοθεί άδεια εξερεύνησης για την κατ’ αρχήν επιλεξιμότητα του τόπου αποθήκευσης και τη διαπίστωση της καταλληλότητάς του όσον αφορά την αποθήκευση CO2, ή άδεια αποθήκευσης ή έχει υποβληθεί αίτηση για την έκδοση των αδειών αυτών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 173 του ν. 4964/2022 (Α’ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.
    λε) Πρωτογενή δεδομένα: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα πεδίου, καθώς και το σχετικό επεξηγηματικό υλικό, που σχετίζονται με ορισμένη περιοχή εξερεύνησης ή συγκρότημα αποθήκευσης, στα οποία συμπεριλαμβάνονται γεωλογικά, γεωτρητικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων και τα δεδομένα εισπίεσης και παραγωγής, καθώς και αυτά που αφορούν σε πυρήνες, θρύμματα και διαγραφίες, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, και τηρούνται από φορέα εξερεύνησης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες εξερεύνησης ή από φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες αποθήκευσης.
    λστ) Ρ.Α.Α.Ε.Υ.: η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, εν προκειμένω, ο Κλάδος Ενέργειας της Αρχής.
    λζ) Ρεύμα CO2 ή ρεύμα: η ροή ουσιών που προκύπτει από τις διεργασίες δέσμευσης CO2 και τις διεργασίες προσαρμογής σε συγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές μεταφοράς ή αποθήκευσης CO2.
    λη) Σημαντική ανωμαλία: η ανωμαλία στις εργασίες έγχυσης ή αποθήκευσης ή στις συνθήκες του ίδιου του συγκροτήματος αποθήκευσης, η οποία συνεπάγεται κίνδυνο διαρροής ή κίνδυνο για το περιβάλλον ή την υγεία.
    λθ) Σημαντικός κίνδυνος: ο συνδυασμός της πιθανότητας πρόκλησης ζημίας και μεγέθους ζημίας που δεν μπορεί να αγνοηθεί χωρίς να απειληθεί η επίτευξη του σκοπού του παρόντος νόμου.
    μ) Στήλη ύδατος: η κατακόρυφα συνεχής μάζα ύδατος από την επιφάνεια έως τα ιζήματα του πυθμένα ενός υδάτινου σώματος.
    μα) Συγκρότημα αποθήκευσης: ο τόπος αποθήκευσης και οι γύρω γεωλογικοί χώροι, οι οποίοι μπορεί να επηρεάσουν τη συνολική ακεραιότητα και ασφάλεια της αποθήκευσης.
    μβ) Τόπος αποθήκευσης: μια κατ’ όγκον καθορισμένη περιοχή μέσα σε γεωλογικό σχηματισμό που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση CO2 και τις συναφείς επιφανειακές και εγχυτικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των χώρων προσωρινής αποθήκευσης, εντός του συγκροτήματος αποθήκευσης.
    μγ) Υδραυλική μονάδα: ο υδραυλικά συνδεδεμένος πορώδης χώρος, όπου η μεταφορά της πίεσης μπορεί να μετρηθεί με τεχνικά μέσα, ο οποίος περιορίζεται από αδιαπέραστα φράγματα, ιδίως πετρώματα, ρήγματα, αλατούχους θόλους ή λιθολογικά όρια ή από τομές του σχηματισμού που δημιουργούνται με την επιφάνεια της γης.
    μδ) Υποθαλάσσιες περιοχές: οι υποθαλάσσιες περιοχές όπως ορίζονται κατά την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2289/1995 (A’ 147).
    με) Υφάλμυροι υπόγειοι υδροφορείς: οι υπόγειοι γεωλογικοί σχηματισμοί οι οποίοι αποτελούνται από διαπερατά πετρώματα, που είναι κορεσμένα με ύδατα υψηλής περιεκτικότητας σε άλατα, τα οποία δεν είναι κατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση ή άλλες χρήσεις (ιδίως γεωργικές) χωρίς σημαντική επεξεργασία και οι οποίοι μπορούν να αξιοποιούνται για τη γεωλογική αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής και υδατικής νομοθεσίας και τις προδιαγραφές του Διεθνούς Οργανισμού Πιστοποίησης (International Organization for Standardization – ISO).
    μστ) Φορέας εκμετάλλευσης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια αποθήκευσης και εκμεταλλεύεται τόπο αποθήκευσης CO2.
    μζ) Φορέας εξερεύνησης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια εξερεύνησης και έχει αποκλειστικό δικαίωμα να προβεί σε εργασίες εξερεύνησης εντός ορισμένου συγκροτήματος αποθήκευσης CO2.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 3: Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο Νόμου είναι σε αρμονία με τους ορισμούς που περιλαμβάνονται στην Οδηγία CCS. Συνεπώς οι παρατηρήσεις μας αφορούν σε δύο ορισμούς που δεν περιλαμβάνονται στους ορισμούς της Οδηγίας CCS: (α) στον ορισμό της Αρμόδιας Αρχής CCS και (β) στον ορισμό του Αρχικά Εκτιμώμενου Επιτρεπόμενου Ρυθμού Έγχυσης. Ο πρώτος ορισμός αφορά στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.» (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π. Α.Ε.). Παρόλα αυτά στις αρμόδιες αρχές για το παρόν Σχέδιο Νόμου θα πρέπει να προστεθεί και ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (Ρ.Α.Α.Ε.Υ.) καθώς όπως προαναφέραμε σκοπός του νόμου δεν είναι μόνο η περιβαλλοντικά ασφαλής μεταφορά του CO2 αλλά και η δημιουργία αγοράς CO2 για την οποία κατάλληλη τεχνογνωσία διαθέτει ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (Ρ.Α.Α.Ε.Υ.)-εξάλλου και η Οδηγία CCS επιτρέπει τον καθορισμό παραπάνω από μίας αρμόδιες αρχές οι οποίες συνεργάζονται μεταξύ τους στο πλαίσιο ενός Μνημονίου Συνεργασίας (κατά το παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου). Ο δεύτερος ορισμός αφορά στην αλλαγή της Αρχικά Εκτ
    ιμώμενης Αποθηκευτικής Δυναμικότητας στον πιο ορθό κατά την άποψη μας ορισμό του Αρχικά Εκτιμώμενου Επιτρεπόμενου Ρυθμού Έγχυσης ως του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης ενός Τόπου Αποθήκευσης όπως αυτός προσδιορίζεται από τα στοιχεία του Παραρτήματος Ι του παρόντος Σχεδίου Νόμου, τα οποία αντλούνται κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και δύναται είτε να περιλαμβάνεται ως στοιχείο της Άδειας Αποθήκευσης μαζί με τα άλλα τεχνικά στοιχεία της συνολικής ποσότητας CO 2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον Τόπο Αποθήκευσης, τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και την ανώτατη επιτρεπόμενη πίεση έγχυσης·, είτε να προκύπτει από τεχνική μελέτη ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα η οποία έχει κατατεθεί από τον Φορέα Εξερεύνησης στην ΕΔΕΥΕΠ και έχει λάβει την σχετική πιστοποίηση από την ΕΔΕΥΕΠ. Ο ορισμός του Αρχικά Εκτιμώμενου Επιτρεπόμενου Ρυθμού Έγχυσης είναι πολύ σημαντικός καθώς προσδιορίζει τον τρόπο ανάπτυξης της δραστηριότητας της αποθήκευσης.

    «Άρθρο 4

    Αρμόδιες Αρχές – Αρμόδια αρχή CCS
    (άρθρο 23 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    Αρμόδιεςα αρχέςή για την εφαρμογή του παρόντος ορίζονεται η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε. (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π.) και ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) . Στο πλαίσιο του παρόντος ηΗ ΕΔΕΥΕΠ θα αναφέρεται ως αρμόδια αρχή CCS, ενώ ο Κλάδος Ενέργειας της ΡΑΑΕΥ ως ΡΑΑΕΥ και μεταξύ τους θα συνεργάζονται σύμφωνα με Μνημόνιο Συνεργασίας που θα προσδιορίσει επακριβώς τις αρμοδιότητες του κάθε μέρους και τον τρόπο συνεργασίας του. Οι αρμόδιες αρχές θα συνεργάζονεται επί ειδικότερων ζητημάτων με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή άλλων Υπουργείων ή φορέων του δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), σύμφωνα με τον παρόντα.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 4: Όπως έχουμε ήδη αναφέρει το παρόν Σχέδιο Νόμου εκτός από τους κανόνες για την περιβαλλοντικά ασφαλή διαχείριση του CO2 ορίζει και τους κανόνες αγοράς του CO2. Για τον λόγο αυτό μάλιστα στο Άρθρο 3 που περιλαμβάνονται όλοι οι ορισμοί, έχουν συμπεριληφθεί οι ακόλουθοι ορισμοί:

    1) Κανονισμός τιμολόγησης δικτύου μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής μεταφοράς CO2.
    2) Κανονισμός τιμολόγησης τόπου αποθήκευσης CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2.
    3) Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου Μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής μεταφοράς CO2.
    4) Κώδικας Διαχείρισης Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2.
    5) Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την κατανομή της χωρητικότητας σε μια υποδομή αποθήκευσης CO2.

    οι οποίοι αφορούν σε κανονιστικά κείμενα της δευτερογενούς νομοθεσίας και αποτελούν σύμφωνα με την παρ.10 του Άρθρου 40 του παρόντος Αποφάσεις της ΡΑΑΕΥ. Συνεπώς όλο το πλαίσιο της οικονομικής διαχείρισης της αλυσίδας αξίας του CCS που αφορά (α) στη μεταφορά μέσω δικτύου αγωγών και (β) στην αποθήκευση του CO2 καθορίζεται από την ΡΑΑΕΥ. Η εν λόγω αρμοδιότητα είναι απόλυτα τεκμηριωμένη καθώς και τα δίκτυα αγωγών αλλά και οι Τόποι Αποθήκευσης αφορούν σε ενεργειακές υποδομές οι οποίες διαθέτουν χαρακτηριστικά φυσικού μονοπωλίου και των οποίων η δραστηριότητα οφείλει να ρυθμιστεί από τη ΡΑΑΕΥ. Συνεπώς ο ρόλος της ΡΑΑΕΥ είναι κομβικής σημασίας και κατ’ επέκταση πρέπει να της χορηγηθούν αρμοδιότητες ως αρμόδια αρχή για την οικονομική διαχείριση, παρακολούθηση και εποπτεία της νέας αγοράς του CO2.

    “Άρθρο 7
    Μεταφορά διοξειδίου του άνθρακα

    1. Η μεταφορά CO2 εκτός της περιμέτρου των εγκαταστάσεων δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης ή σε ενδιάμεσους τόπους επεξεργασίας CO2, ιδίως σε εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2, μέσω του δικτύου μεταφοράς, επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν λάβει άδεια μεταφοράς. Η άδεια μεταφοράς εκδίδεται: α) στην περίπτωση συστήματος μεταφοράς CO2 από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS και β) στην περίπτωση που η μεταφορά γίνεται με άλλο μέσο από την αρμόδια αρχή, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS.
    2. Οι μεταφορείς κατά την παραλαβή του CO2 που προορίζεται να εγχυθεί σε τόπο αποθήκευσης χορηγούν στους παραγωγούς εκπομπών CO2 πιστοποιητικό προέλευσης (πιστοποιητικό μεταφοράς), το οποίο περιλαμβάνει:
    α) τα στοιχεία του φορέα πιστοποίησης,
    β) την ημερομηνία έκδοσης,
    γ) τα στοιχεία του κατόχου άδειας δέσμευσης από τον οποίο παρέλαβαν το αέριο,
    δ) στοιχεία ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ρεύματος, σε συμμόρφωση με το άρθρο 17, και
    ε) στοιχεία ως προς την ποσότητα που παρέλαβαν.”

    Σχόλιο στο Άρθρο 7: Η θέσπιση της υποχρέωσης έκδοσης άδειας μεταφοράς σε οτιδήποτε άλλο πλην των δικτύων μεταφοράς φαίνεται ότι δεν ακολουθεί τη διεθνή πρακτική, καθώς αφενός και στη μεταφορά του φυσικού αερίου με οποιοδήποτε άλλο μέσο πλην των δικτύων μεταφοράς δεν απαιτείται άδεια μεταφοράς και αφετέρου στην ναυτιλία δεν υφίσταται η έννοια της άδειας μεταφοράς αλλά σε ειδικές κατηγορίες φορτίων απαιτείται η λήψη ειδικών εγκρίσεων φόρτωσης ανά λιμένα ταυτόχρονα με την έκδοση ειδικών πιστοποιητικών ασφάλειας των πλοίων & ειδικών πιστοποιητικών καταλληλότητας φορτίου. Γενικότερα η φύση του προϊόντος που μεταφέρεται καθορίζει και τις υποχρεώσεις αδειοδότησης. Παράλληλα, στην ναυτιλία η μεταφορά του CO2 ως απόβλητου έχει εξειδικευτεί από τη διεθνή νομολογία μέσω του London Protocol, όπου επιτρέπεται ρητά η διασυνοριακή μεταφορά CO₂ με πλοία για αποθήκευση κάτω από τον βυθό, εφόσον το CO₂ πληροί συγκεκριμένες καθαρότητες και λαμβάνονται μέτρα παρακολούθησης σύμφωνα και με την Οδηγία CCS, μέσω διακρατικής συμφωνίας. Σχετικές ρυθμίσεις που αφορούν στη Διασυνοριακή συνεργασία έχουν συμπεριληφθεί στο Σχέδιο Νόμου στο Άρθρο 29. Αντίθετα
    για τη μεταφορά του CO2 στα εθνικά ύδατα κάθε χώρας δεν φαίνεται να απαιτείται ο προσδιορισμός κάποια πρόσθετης αδειοδοτικής υποχρέωσης. Οπότε λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο του νόμου το CO2 ορίζεται ως προϊόν και όχι ως απόβλητο θεωρητικά θα έπρεπε να απλοποιείται περαιτέρω η αδειοδοτική διαδικασία της μεταφοράς του. Το κανονιστικό πλαίσιο ΙΜΟ/ΜARPOL/IGC ορίζει ότι τα πλοία που μεταφέρουν CO₂ υπό πίεση ή ψύξη πρέπει να είναι πιστοποιημένα ως “gas carriers”, με «Certificate of Fitness» για το συγκεκριμένο φορτίο.
    Επίσης, η Οδηγία CCS ως μέσο μεταφοράς που υπόκειται σε κανόνες ρύθμισης αναγνωρίζει μόνο το δίκτυο μεταφοράς CO2 μέσω αγωγών και αναφέρει το ακόλουθο ορισμό «ως «δίκτυο μεταφοράς» νοείται το δίκτυο σωληναγωγών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών σταθμών ανύψωσης της πίεσης για τη μεταφορά CO2 στον τόπο αποθήκευσης». Ο ίδιος ορισμός έχει μεταφερθεί ορθά στο Άρθρο 3 του παρόντος Σχεδίου Νόμου. Τέλος, στην Δημόσια Διαβούλευση της ΕΕ για την δημιουργία της νομοθετικής πράξης για την αγορά του CO2 αναγνωρίζονται και τα πλοία ως μέσο μεταφοράς, δεν περιλαμβάνεται όμως κανένα ερώτημα που να περιέχει τη ρύθμιση αυτών. Συνεπώς ότι αφορά τη μεταφορά με άλλο μέσο πλην του δικτύου μεταφοράς δεν πρέπει να είναι αντικείμενο ρύθμισης του εν λόγω Σχεδίου Νόμου.
    Η μόνη ρύθμιση η οποία αφορά τη μεταφορά του CO2 με πλοία και πρέπει να εκδοθεί στο πλαίσιο του Σχέδιου Νόμου αφορά στην έκδοση πιστοποιητικών μεταφοράς κατά την έκδοση καταλληλότητας φορτίου που σχετίζεται με τις προδιαγραφές του CO2, καθώς το μόνο που θα πρέπει να ρυθμιστεί για τη μεταφορά μέσω πλοίων είναι η διασφάλιση της διαλειτουργικότητας της αλυσίδας μέσω της κατοχύρωσης κάποιων πιστοποιητικών σχετικά με την καθαρότητα του CO2. Οι εν λόγω ρυθμίσεις περιλαμβάνονται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 7.

    «Άρθρο 9

    Χωροθέτηση δυνητικών τόπων αποθήκευσης
    (άρθρο 4 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)
    1. Μετά την έκδοση της απόφασης της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40, αξιολογείται, από τεχνική άποψη, ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης η κατ’ αρχήν διαθέσιμη αποθηκευτική ικανότητα και χωροθετούνται δυνητικοί τόποι αποθήκευσης, στην περιοχή που ορίστηκε με την απόφαση αυτή. Η αξιολόγηση και η χωροθέτηση γίνονται με τα δεδομένα του Παραρτήματος Ι που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και τη διενέργεια τεχνικής μελέτης ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα η οποία έχει κατατεθεί από τον Φορέα Εξερεύνησης στην αρμόδια αρχή CCS και έχει λάβει την σχετική πιστοποίηση από την αρμόδια αρχή CCS:
    α) μετά από εξερεύνηση, σύμφωνα με το άρθρο 10 ή
    β) με πρωτοβουλία της αρμόδιας αρχής CCS.
    2. Ένας δυνητικός τόπος αποθήκευσης χωροθετείται εάν, υπό τις προτεινόμενες προϋποθέσεις χρήσης, δεν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος διαρροής, ούτε σημαντικός κίνδυνος για το περιβάλλον ή την υγεία, ούτε τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 9: Ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης είναι ένα καθοριστικό μέγεθος το οποίο για τον προσδιορισμό του απαιτείται η επεξεργασία των δεδομένων του Παραρτήματος Ι που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και αξιοποιούνται από τον Φορέα Εξερεύνησης και πιστοποιούνται μέσω ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα από την Αρμόδια Αρχή CCS προκειμένου ο Υπουργός να αποφασίσει σχετικά με τον προσδιορισμό του συνεκτιμώντας:
    (α) τη χωρητικότητα αποθήκευσης, η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί, σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τόπου Αποθήκευσης και υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται αρνητική επενέργεια για την περιβαλλοντικά ασφαλή αποθήκευση CO2,
    (β) το ποσοστό των υποχρεώσεων που έχει η χώρα για μείωση του CΟ2 κατ` εφαρμογή διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών και ενωσιακών νομοθετικών πράξεων και τις οποίες σκοπεύει να εκπληρώσει μέσω της δέσμευσης και της αποθήκευσης CΟ2,
    (γ) την εύλογη ζήτηση
    (δ) την ανάγκη του φορέα εκμετάλλευσης να αρνηθεί την πρόσβαση λόγω ασυμβατότητας τεχνικών προδιαγραφών, η οποία δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπισθεί,

    (ε) την ανάγκη κάλυψης των δεόντως τεκμηριωμένων εύλογων αναγκών του φορέα εκμετάλλευσης και των συμφερόντων των άλλων χρηστών του τόπου αποθήκευσης ή των συναφών μονάδων διεργασίας ή χειρισμού που μπορεί να επηρεαστούν.

    Συνεπώς ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης θα προσδιορίσει:

    (α) την αίτηση για την Άδεια Αποθήκευσης που θα υποβάλλει ο Φορέας Εκμετάλλευσης και
    (β) τον τρόπο ανάπτυξης της δραστηριότητας του Τόπου Αποθήκευσης δλδ αν είναι ρυθμιζόμενη ή ανταγωνιστική δραστηριότητα. Ειδικότερα, σε περίπτωση που ο Φορέας Εκμετάλλευσης υποχρεωθεί από την Πολιτεία για την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης σε ρυθμό έγχυσης μεγαλύτερο από αυτόν που υπέβαλλε αρχικά αίτηση για Άδεια Αποθήκευσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Οδηγία CCS και ειδικότερα στην παρ. 4 του άρθρου 21 «Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης που αρνείται την πρόσβαση λόγω έλλειψης δυναμικότητας ή έλλειψης σύνδεσης πραγματοποιεί αναγκαίες βελτιώσεις εφόσον συμφέρει οικονομικώς ή όταν ο υποψήφιος πελάτης προθυμοποιείται να τις καλύψει οικονομικώς, υπό τον όρο ότι αυτό δεν θα είχε αρνητικές επιπτώσεις για την περιβαλλοντική ασφάλεια της μεταφοράς και αποθήκευσης CO 2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς.» θα πρέπει η Πολιτεία να θεσπίσει Κανονισμό Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης που να διασφαλίζει τους οικονομικούς όρους της επένδυσης. Συνεπώς σε μία τέτοια περίπτωση η παρέμβαση του Κράτους είναι καθοριστική και η δραστηριότητα της αποθήκευσης του εν λόγω Τόπου Αποθήκευσης ορίζεται ως ρυθμιζόμενη.
    Εκ των ανωτέρω αναδεικνύεται η σημασία προσδιορισμού του αρχικά εκτιμώμενου ρυθμού έγχυσης και τεκμηριώνεται η ανάγκη να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στα δεδομένα που συλλέγονται από τον Φορέα Εξερεύνησης κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και επεξεργάζονται στο πλαίσιο τεχνικής μελέτης που πιστοποιείται από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα για την Αρμόδια Αρχή CCS.

    “Άρθρο 10

    Άδειες εξερεύνησης
    (άρθρο 5 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Η εξερεύνηση ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που έχουν λάβει άδεια εξερεύνησης από την αρμόδια αρχή CCS.
    2. Ο κάτοχος άδειας εξερεύνησης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εξερεύνησης του δυνητικού τόπου αποθήκευσης για τον οποίο χορηγήθηκε η άδεια. Δεν επιτρέπεταιαπαγορεύεται η χορήγηση άδειας για άλλη χρήση του εν λόγω τόπου κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας εξερεύνησης, εφόσον, κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής CCS, αφορά σε αντικρουόμενη χρήση του συγκροτήματος κατά τη διαδικασία αδειοδότησης.δεν παρεμποδίζει τις εργασίες εξερεύνησης ή άλλες δραστηριότητες που τελούνται νομίμως σε αυτόν.
    3. Η αίτηση για την έκδοση άδειας εξερεύνησης υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή CCS.
    4. Εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40 η αρμόδια αρχή CCS, εφόσον η αίτηση της παρ. 3 του παρόντος πληρεί τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 9, ή με δική της πρωτοβουλία, εκδίδει διακήρυξη διεθνούς ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διακήρυξη αφορά στην εξερεύνηση ενός (1) ή περισσότερων δυνητικών τόπων αποθήκευσης και ορίζει:
    α) την προθεσμία υποβολής αιτήσεων από τους ενδιαφερόμενους, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δυο (2) μηνών,
    β) τα ελάχιστα στοιχεία που περιλαμβάνει η αίτηση συμμετοχής, όπως αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, καθώς και
    γ) κάθε άλλο πρόσθετο στοιχείο, έγγραφο και δικαιολογητικό που απαιτείται.
    5. Δικαίωμα υποβολής αίτησης για την έκδοση άδειας εξερεύνησης ή συμμετοχής στη διαδικασία της παρ. 4 έχουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, εφόσον τα ίδια ή, σε περίπτωση ένωσης προσώπων, τα μέλη αυτών, είναι εγκατεστημένα σε:
    α) κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,
    β) τρίτες χώρες που έχουν συνάψει πολυμερείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες με την Ε.Ε. στους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος.
    6. Τα ελάχιστα κριτήρια επιλογής των ενδιαφερομένων ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ. Με τη
    διακήρυξη της παρ. 4, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να ορίσει πρόσθετα κριτήρια επιλογής.
    7. Η άδεια εξερεύνησης περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ. Η διάρκεια ισχύος της δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
    8. Η άδεια εξερεύνησης δημοσιεύεται, εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται με την ίδια μορφή στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της αρμόδιας αρχής CCS.
    9. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την εξερεύνηση ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης, ιδίως οι μετρήσεις, οι μελέτες και τα πορίσματα, υποβάλλονται από τον φορέα εξερεύνησης στην αρμόδια αρχή CCS.
    10. Βάσει των στοιχείων της παρ. 9, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και
    Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, αποφασίζει για τη χωροθέτηση του
    δυνητικού τόπου αποθήκευσης ως τόπου αποθήκευσης.”

    Σχόλιο στο Άρθρο 10: Επαναφέραμε στην παράγραφο 2 του Άρθρου 10 την διατύπωση της Οδηγίας CCS, καθώς θεωρούμε ότι η χορήγηση άδειας εξερεύνησης και/ή άδειας αποθήκευσης θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά για τον σκοπό της αποθήκευσης CO₂, ώστε να αποφεύγονται τυχόν συγκρούσεις με άλλους πόρους.

    «Άρθρο 12

    Κατά προτεραιότητα δικαίωμα αποθήκευσης του φορέα εξερεύνησης
    (παρ. 3 άρθρου 6 και άρθρα 7, 8 και 9 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Η εκμετάλλευση ενός τόπου αποθήκευσης επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν λάβει άδεια αποθήκευσης, από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, κατά το παρόν και το άρθρο 13.
    2. Ο κάτοχος άδειας αποθήκευσης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εκμετάλλευσης του τόπου
    αποθήκευσης για τον οποίο του χορηγήθηκε η άδεια. Δεν επιτρέπονταιαπαγορεύονται άλλες χρήσεις του εν λόγω τόπου αποθήκευσης κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας, εάν η αρμόδια αρχή CCS κρίνει ότι αφορούν σε αντικρουόμενη χρήση του συγκροτήματος κατά τη διαδικασία αδειοδότησηςδεν παρεμποδίζουν την αποθήκευση, ή άλλες δραστηριότητες που τελούνται νομίμως σε αυτόν.
    3. Ο φορέας εξερεύνησης ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης έχει προτεραιότητα για τη λήψη άδειας αποθήκευσης για τον τόπο αυτό, αν σωρευτικά έχει:
    α) τηρήσει τους όρους της άδειας εξερεύνησης και τις διατάξεις του παρόντος,
    β) ολοκληρώσει την εξερεύνηση του δυνητικού τόπου αποθήκευσης,
    γ) υποβάλει τα στοιχεία, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 10,
    δ) υποβάλει αίτηση, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ, για την έκδοση άδειας αποθήκευσης πριν από τη λήξη της άδειας εξερεύνησης.
    4. Η άδεια αποθήκευσης εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, εντός δώδεκα (12) μηνών από την υποβολή της αίτησης, αν σωρευτικά:
    α) ο αιτών φορέας πληροί τις προϋποθέσεις της παρ. 3,
    β) η αίτηση περιλαμβάνει τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ,
    γ) ο αιτών φορέας διαθέτει χρηματοοικονομική επάρκεια, τεχνική καταλληλότητα και προσωπικό με υψηλό επίπεδο επαγγελματικής και τεχνικής εκπαίδευσης που επιτρέπουν τη λειτουργία και την παρακολούθηση του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος,
    δ) στην περίπτωση περισσότερων του ενός τόπων αποθήκευσης στην ίδια υδραυλική μονάδα, οι δυνητικές αλληλεπιδράσεις πίεσης είναι τέτοιες, ώστε και οι δύο τόποι να μπορούν συγχρόνως να πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος,
    ε) έχει εξετασθεί η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με το άρθρο 14.
    5. Εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 3, ο φορέας εξερεύνησης χάνει την
    προτεραιότητά του ως προς τον συγκεκριμένο τόπο αποθήκευσης.
    6. Ο φορέας εκμετάλλευσηςαποθήκευσης επιβαρύνεται με ειδικό τέλος που αντιστοιχεί σε δύο (2) ευρώ ανά τόνο (€/τόνο) επί του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης που περιλαμβάνεται στην Άδεια Αποθήκευσης του Τόπου Αποθήκευσης αποθηκευμένου CO2 και διατίθεται προς τον σκοπό ανταποδοτικότητας προς όφελος των τοπικών κοινωνιών. Το ειδικό τέλος αποδίδεται στους δικαιούχους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού πριν από την έναρξη της διαδικασίας έγχυσης του CO2 και αφορά στην καθ’ όλη τη διάρκεια ανάπτυξης του έργου.
    7. Αν, σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση της παρ. 7 του Άρθρου 27 ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης είναι μεγαλύτερος βάσει προκαταρκτικών μελετών και άλλων πληροφοριών του φακέλου του έργου, προκύπτει μεγαλύτερη χωρητικότητα του τόπου αποθήκευσης και δυνατότητα έγχυσης και αποθήκευσης όγκων CO2 μεγαλύτερων από τονυς αναφερόμενους στην αίτηση έκδοσης άδειας αποθήκευσης του Φορέα Εξερεύνησης, τότε η ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης θεωρείται ως υποβέλτιστη και το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, υποχρεώνει εφόσον εκτιμά, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, ότι υφίσταται η αντίστοιχου μεγέθους ζήτηση, δύναται να ζητήσει από τον φορέα εξερεύνησης για την υποβολή αναθεωρημένων μελετών εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, προκειμένου να αξιολογηθεί εκ νέου ο ανώτατος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης η διαθέσιμη δυναμικότητα του τόπου αποθήκευσης και να επαναπροσδιοριστούν:
    α) η συνολική ποσότητα CO2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον τόπο αποθήκευσης,
    β) τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και
    γ) οι ανώτατοι επιτρεπόμενοι ρυθμοί και πιέσεις έγχυσης για την έκδοση της άδειας αποθήκευσης,
    σύμφωνα με τις αναθεωρημένες απαιτήσεις.
    8. Αφού λάβει υπόψη και τα αποτελέσματα των μελετών αυτών, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εκδίδει άδεια αποθήκευσης, στην οποία συμπεριλαμβάνει δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την προσαρμογή του τόπου αποθήκευσης στα αναθεωρημένα τεχνικά χαρακτηριστικά. Αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν προβεί, εντός ευλόγου χρόνου, στις ενέργειες που απαιτούνται για την αποτελεσματική συμμόρφωσή του, προς την υποχρέωση ανάπτυξης του τόπου αποθήκευσης, βάσει του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσηςτης συνολικής χωρητικότητάς του, και εφόσον η καθυστέρηση αυτή δεν οφείλεται σε ανωτέρα βία ή άλλη αντικειμενική αδυναμία, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκηρύσσει διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση της χρηματοδότησης των
    σχετικών έργων ή της κατασκευής και χρηματοδότησής τους σε τρίτο, σύμφωνα με το άρθρο 13. Περαιτέρω, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να επιβάλει ποινική ρήτρα για κάθε μήνα καθυστέρησης, λαμβάνοντας υπόψη τις δαπάνες για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2, στις οποίες εκτίθενται οι δικαιούχοι χρήστες του τόπου αποθήκευσης.
    9. Εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, η απόφαση με την οποία χορηγείται άδεια
    αποθήκευσης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου και της αρμόδιας αρχής CCS με την ίδια μορφή.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 12: Επαναφέραμε στην παράγραφο 2 του Άρθρου 12 την διατύπωση της Οδηγίας CCS, καθώς θεωρούμε ότι η χορήγηση άδειας εξερεύνησης και/ή άδειας αποθήκευσης θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά για τον σκοπό της αποθήκευσης CO₂, ώστε να αποφεύγονται τυχόν συγκρούσεις με άλλους πόρους. Αναδιατυπώσαμε την παράγραφο 6 προκειμένου να ορίζεται με σαφήνεια ότι το εν λόγω ανταποδοτικό τέλος που θεσπίζεται προς όφελος της τοπικής κοινωνίας (α) υπολογίζεται επί του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης που αναφέρεται στην Άδεια Αποθήκευσης του Τόπου Αποθήκευσης, (β) καταβάλλεται στους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού πριν την έναρξη της εμπορικής λειτουργίας του Τόπου Αποθήκευσης και την έγχυση CO2 στον γεωλογικό σχηματισμό και (γ) αφορά στο χρονικό διάστημα κατασκευής/ανάπτυξης του Τόπου Αποθήκευσης. Τέλος συνδέσαμε την υποχρέωση που ορίζει η παρ.4 του άρθρου 21 της Οδηγίας για την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης σε μεγαλύτερο ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης με την Υπουργική Απόφαση της παρ.7 του άρθρου 27 (όπως αναδιατυπωμένο το προτείνουμε στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης του παρόντος Σχεδίου Νόμου) σχετικά με τον αρχικά εκτιμώμενο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης. Ειδικότερα συσχετίσαμε την επιβολή της υποχρέωσης στον Φορέα Εξερεύνησης για υποβολή αιτήματος για Άδεια Αποθήκευσης στον ανώτατο επιτρεπτό ρυθμό έγχυσης εφόσον (α) τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τόπου Αποθήκευσης το επιτρέπουν και (β) έχει εκτιμηθεί ότι υφίσταται η εύλογη ζήτηση για την κάλυψη αυτού. Ταυτόχρονα η Πολιτεία σε μια τέτοια περίπτωση επιβολής στον Φορέα Εξερεύνησης για ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης σε μεγαλύτερο επιτρεπτό ρυθμό έγχυσης μεριμνά για την οικονομική αποδοτικότητα της επένδυσης καθιστώντας τη δραστηριότητα αποθήκευσης ως ρυθμιζόμενη δραστηριότητα. Τέλος, η Πολιτεία για τη διασφάλιση του ταυτοχρονισμού των έργων δέσμευσης με την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης και την επίτευξη του ανώτατου επιτρεπτού ρυθμού έγχυσης ορίζει χρονοδιάγραμμα το οποίο αφενός καθορίζει στον μεγαλύτερο βαθμό την πρόσβαση στον Τόπο Αποθήκευσης και αφετέρου επιβάλει ποινικές ρήτρες σε περίπτωση μη τεκμηριωμένης απόκλισης από αυτό.
    «Άρθρο 16

    Μεταβολές, επανεξέταση, επικαιροποίηση Διάρκεια και ανάκληση της άδειας αποθήκευσης
    (παρ. 3 και 4 άρθρου 11 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Η διάρκεια της άδειας δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από είκοσι πέντε (25) έτη, ούτε να είναι μικρότερη από είκοσι (20) χρόνια από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
    2. Η άδεια αποθήκευσης δύναται να ανανεώνεται ανά πέντε (5) έτη με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, ύστερα από αίτηση του φορέα εκμετάλλευσης, που υποβάλλεται προς το όργανο αυτό και την αρμόδια αρχή CCS, έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη της ισχύουσας άδειας.
    13. Το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας επανεξετάζει και, εάν
    απαιτείται, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, επικαιροποιεί ή, αν συντρέχει σοβαρή παραβίαση του παρόντος ή υποτροπή, ως έσχατο μέτρο ειδικώς για τις περ. α), β) και γ), ανακαλεί την άδεια αποθήκευσης αν:
    α) έχουν διαπιστωθεί διαρροές ή σημαντικές ανωμαλίες, σύμφωνα με το άρθρο 21, οι οποίες δεν έχουν αντιμετωπισθεί επαρκώς,
    β) από τις υποβαλλόμενες εκθέσεις, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 ή τις επιθεωρήσεις που
    διενεργούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20, προκύπτει η μη συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις της άδειας ή η ύπαρξη κινδύνου διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών,
    γ) ο φορέας εκμετάλλευσης αδυνατεί να τηρήσει τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας,
    δ) κρίνεται αναγκαίο, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης.
    Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των περ. α) έως δ), η επικαιροποίηση της άδειας είναι δυνατή πέντε (5) έτη από τη χορήγησή της και στη συνέχεια ανά δεκαετία.
    1. 4. Στις περ. α) έως δ) της παρ. 3, η αρμόδια αρχή CCS καλεί τον φορέα εκμετάλλευσης να υποβάλει τις απόψεις του, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45). Αν, κατόπιν έρευνας, η αρμόδια αρχή CCS διαπιστώσει αιτιολογημένα τη συνδρομή των περιστάσεων των περ. α) έως δ) της παρ. 3, συντάσσει πρακτικό, με το οποίο καλεί τον φορέα εκμετάλλευσης σε συμμόρφωση, κατά περίπτωση, με τη λήψη μέτρων αποκατάστασης ή μέτρων μέσω των οποίων είναι εφικτή η αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης, ανάγκης, μέσα σε εύλογη προθεσμία, η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες. Αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν συμμορφωθεί μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, η αρμόδια αρχή CCS εισηγείται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας την ανάκληση της άδειας αποθήκευσης. Επίσης, η αρμόδια αρχή CCS διαβιβάζει το πρακτικό του πρώτου εδαφίου στην, κατά το άρθρο 20 του ν. 4014/2011 (Α’ 209), αρμόδια αρχή, προκειμένου να λάβει τα μέτρα της αρμοδιότητάς της.
    1.2. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή CCS διαπιστώσει είτε τη μεταβολή των όρων της Άδειας Αποθήκευσης σε όρους που θίγουν τα συμφέροντά των Χρηστών και περιορίζουν τη δυνατότητα έγχυσης του CO2 που δεσμεύουν στον Τόπο Αποθήκευσης, είτε ότι περιστατικά που απαιτούν τη λήψη μέτρων αποκατάστασης ή μέτρων μέσω των οποίων είναι εφικτή η αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης, ανάγκης λαμβάνουν χώρα με αυξημένη συχνότητα ή έχουν διάρκεια αποκατάστασης μεγαλύτερης των τριών (3) μηνών χορηγείται στον Χρήστη του Τόπου Αποθήκευσης η δυνατότητα λύσης της Σύμβασης με τον Τόπο Αποθήκευσης υπό ευνοϊκούς όρους.
    5. Αν ανακληθεί μια άδεια κατ’ εφαρμογή των παρ. 3 και 4, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και
    Ενέργειας δύναται:
    α) να αποφασίσει, βάσει του άρθρου 12, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, την έκδοση διακήρυξης για διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία με σκοπό τη χορήγηση άδειας αποθήκευσης στον τόπο αυτό, ή
    β) να εκδώσει απόφαση για το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 22.
    6. Έως την έκδοση νέας άδειας αποθήκευσης, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας
    αναλαμβάνει προσωρινά όλες τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με την εφαρμογή των κριτηρίων αποδοχής, αν αποφασίσει να συνεχίσει:
    α) την έγχυση CO2 στον τόπο αποθήκευσης,
    β) την παρακολούθηση και την εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ,
    γ) την επιστροφή των δικαιωμάτων σε περιπτώσεις διαρροής, δυνάμει της υπό στοιχεία
    ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής «Αντικατάσταση τη’ αρ. 181478/965/2017 (Β’ 3763) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών – Κατάργηση: α) της υπ’ αρ. 6517/425/2019 (Β’ 390) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών και β) της υπ’ αρ. 105040/2297/14.11.2019 (Β’ 4315) ……..
    7.Για τις δαπάνες της παρ.6 η αρμόδια αρχή CCS αξιοποιεί τη χρηματική εγγύηση του Άρθρου 24. Αν εκδοθεί απόφαση για το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. α) της παρ.1 του άρθρου 22, εφαρμόζεται η παρ.5 του άρθρου 24.
    8. Εντός είκοσι (20) ημερών από την απόφαση που εκδίδεται για την ανάκληση της άδειας αποθήκευσης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου και της αρμόδιας αρχής CCS στην ίδια μορφή.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 16: Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 11 της Οδηγίας CCS δεν υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τη διάρκεια της Άδειας Αποθήκευσης. Παρ’ όλα αυτά, όπως επίσης αναφέρεται στο Κατευθυντήριο Έγγραφο 1 της Οδηγίας CCS, γίνεται διάκριση μεταξύ της Περιόδου Ανάπτυξης του Έργου Αποθήκευσης (2–4 έτη) και της Περιόδου Λειτουργίας (10–30 έτη). Από το Κατευθυντήριο Έγγραφο προκύπτει ότι η διάρκεια της Άδειας Αποθήκευσης κυμαίνεται μεταξύ 12 και 34 ετών. Παρόλα αυτά, η διάρκεια της λειτουργίας του Τόπου Αποθήκευσης είναι παράμετρος που επηρεάζεται από τον ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης, δεδομένου ότι η χωρητικότητα του Τόπου Αποθήκευσης παραμένει η ίδια. Επίσης, η διάρκεια του Τόπου Αποθήκευσης δεν αναφέρεται ούτε στο ελάχιστο περιεχόμενο της Άδειας Αποθήκευσης, οπότε δεν αφορά και στοιχείο βάσει του οποίου τροποποιείται η Άδεια Αποθήκευσης. Η Άδεια Αποθήκευσης τροποποιείται στην περίπτωση που αλλάξει η χωρητικότητα, ο ρυθμός έγχυσης ή τα όρια πίεσης και, ως παρελκόμενο, αλλάζει και η διάρκεια. Συνεπώς, η πρόβλεψη για τροποποίηση της Άδειας Αποθήκευσης μόνο ως προς τη διάρκεια είτε ως προς τον ανώτατο χρονικό διάστημα αυτής είτε ως προς το ελάχιστο χρονικό διάστημα αυτής δεν μπορεί να ισχύει και για το λόγο αυτό προτείνουμε τη διαγραφή της. Καταλαβαίνουμε ότι η προσθήκη των ως άνω διατάξεων περί διάρκειας αποσκοπούν στην ενσωμάτωση του όρου της Οδηγίας περί μέριμνας της Πολιτείας να μην υλοποιηθούν ουσιώδεις μεταβολές της Άδειας Αποθήκευσης χωρίς να έχει εκδοθεί νέα ή ενημερωμένη άδεια αποθήκευσης. Παρόλα αυτά από τον τρόπο λειτουργίας του Τόπου Αποθήκευσης μπορεί να προκύψουν τεχνικά θέματα που να θέσουν την ανάγκη επανεξέτασης και μεταβολής των τεχνικών χαρακτηριστικών της Άδειας Αποθήκευσης. Τέτοια θέματα τεχνικής φύσεως είναι αδύνατον να αποκλειστούν, όπως παράλληλα και θέματα που θα απαιτήσουν από το Φορέα Εκμετάλλευσης τη λήψη διορθωτικών μέτρων. Σε τέτοιες περιπτώσεις η μέριμνα που θεωρούμε σκόπιμο να λαμβάνεται μέσω του Σχεδίου Νόμου είναι η χορήγηση του δικαιώματος στους Χρήστες του Τόπου Αποθήκευσης να υπαναχωρήσουν υπό ευνοϊκούς όρους από τη Σύμβαση που τους δεσμεύει και να λυθεί η εν λόγω Σύμβαση.

    “Άρθρο 24

    Παράβολα και χρηματικές εγγυήσεις
    (άρθρο 19 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Κατά την υποβολή αιτήσεων για την έκδοση άδειας εξερεύνησης, σύμφωνα με το άρθρο 10, ή άδειας αποθήκευσης σύμφωνα με το άρθρο 13, ο ενδιαφερόμενος προσκομίζει παράβολο συμμετοχής υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Η υποχρέωση αυτή προβλέπεται στις διακηρύξεις της παρ. 4 του άρθρου 10 και της παρ. 2 του άρθρου 13.
    2. Το ύψος του παραβόλου συμμετοχής δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εικοσιπέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
    3. Ο ενδιαφερόμενος, υπέρ του οποίου εκδόθηκε άδεια εξερεύνησης ή άδεια αποθήκευσης, αντίστοιχα, καταθέτει χρηματική εγγύηση υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την άδεια αποθήκευσης και διασφαλίζονται από τη χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης, περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που προκύπτουν λόγω: α) κλεισίματος, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και αυτές που συνδέονται με την περίοδο μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης και β) της υπαγωγής των τόπων αποθήκευσης στην υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β’ 4674).
    4. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης καλής εκτέλεσης της άδειας εξερεύνησης καθορίζεται είτε στη διακήρυξη της διαγωνιστικής διαδικασίας της παρ. 4 του άρθρου 10 είτε στην άδεια εξερεύνησης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ.
    5. Η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της εξερεύνησης είναι έγκυρη και σε ισχύ πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης. Παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας εξερεύνησης και επιστρέφεται στον φορέα εξερεύνησης μετά το πέρας ισχύος της άδειας αυτής.
    6. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης καλής εκτέλεσης της άδειας αποθήκευσης καθορίζεται με την άδεια αποθήκευσης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο του κόστους εκτέλεσης κατάλληλης γεωφυσικής επισκόπησης ή παρεμβατικής γεώτρησης και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ, αλλά ούτε και μεγαλύτερο του τριπλάσιου ποσού του συνολικού προγράμματος εργασιών του Τόπου Αποθήκευσης ήτοι των ΧΧΧΧΧ ευρώ. Η χρηματική εγγύηση εΕίναι έγκυρη και σε ισχύ πριν από την έναρξη της έγχυσης και παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας αποθήκευσης καθώς και:
    α) στην περίοδο μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 22, έως ότου μεταβιβαστεί στην αρμόδια αρχή CCS η ευθύνη για τον τόπο αποθήκευσης, σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 23,
    β) μετά την ανάκληση άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 16:
    βα) μέχρι να εκδοθεί νέα άδεια αποθήκευσης,
    ββ) εάν κλείνει ο τόπος αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 22, μέχρι να πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση της ευθύνης, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 23, εφόσον έχουν τηρηθεί οι οικονομικές υποχρεώσεις του άρθρου 26.
    Διευκρινίζεται ότι ως διάρκεια της άδειας αποθήκευσης νοείται τόσο η περίοδος ανάπτυξης του Τόπου Αποθήκευσης όσο και η περίοδος λειτουργίας αυτού.
    7. Η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της αποθήκευσης αναπροσαρμόζεται ανά πενταετία, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εκτιμώμενου κινδύνου διαρροής και το κατ’ εκτίμηση κόστος όλων των σχετικών υποχρεώσεων.
    8. Αν ο δικαιούχος φορέας δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις του, ανεξάρτητα από την επιβολή των κυρώσεων του άρθρου 35, η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της εξερεύνησης ή της αποθήκευσης καταπίπτει εν όλω ή εν μέρει προς όφελος του Ελληνικού Δημοσίου και το ποσό διατίθεται στον Ειδικό Λογαριασμό CCS του άρθρου 39 προκειμένου να χρησιμοποιηθεί, συμπληρωματικά προς το π.δ. 148/2009 (Α’ 190), για τη χρηματοδότηση της περιβαλλοντικής αποκατάστασης, ή για άλλο σκοπό που επιτελεί ο λογαριασμός αυτός.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 24: Η θέση μας είναι ότι η δραστηριότητα της αποθήκευσης στον Πιλοτικό Τόπο Αποθήκευσης του Πρίνου θα πρέπει να θεσπισθεί στο πλαίσιο του παρόντος νόμου ως ρυθμιζόμενη δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι η λειτουργία της υποδομής θα καθορίζεται από τα κείμενα της δευτερογενούς νομοθεσίας που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν προτάσεως του Φορέα Εκμετάλλευσης και εισηγήσεως της Αρμόδιας Αρχής CCS, τα οποία είναι ο Κανονισμός Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης, ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης και ο Κώδικας Διαχείρισης του Τόπου Αποθήκευσης. Κατά συνέπεια όλα τα εύλογα έξοδα με τα οποία επιβαρύνεται ο Φορέας Εκμετάλλευσης θα ανακτηθούν από τους Χρήστες στο πλαίσιο της μεθοδολογίας προσδιορισμού της Τιμής του Τόπου Αποθήκευσης ανά ρυθμιστική περίοδο. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση κατάπτωσης της Χρηματικής Εγγύησης το κόστος με το οποίο επιβαρύνεται ο Φορέας Εκμετάλλευσης λαμβάνει τη μορφή ποινής και επιβαρύνει αυτόν αποκλειστικά. Συνεπώς, εδώ η πρότασή μας είναι ότι τα κόστη των εν λόγω παραβόλων και εγγυήσεων θα πρέπει να περνούν απευθείας (pass through/ true up) ως ανακτήσιμα λειτουργικά κόστη στον προσδιορισμό της Τιμής του Τόπου Αποθήκευσης. Υπό αυτό το πρίσμα, στο Σχέδιο Νόμου ενώ ορίζεται το ελάχιστο ποσό των εγγυήσεων δεν ορίζεται το μέγιστο ποσό αυτών για την καλύτερη διασφάλιση της Πολιτείας στην περίπτωση που απαιτηθούν διορθωτικές ενέργειες. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να γίνει μια προσπάθεια προσδιορισμού και του ανώτατου ποσού της Χρηματικής Εγγύησης ανάλογα με την κρίση της Πολιτείας σχετικά με τον κίνδυνο που αναλαμβάνει δεδομένου (α) του κινδύνου ανάπτυξης και λειτουργίας του έργου και (β) του μεγέθους και της εμπειρίας του Φορέα Εκμετάλλευσης. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή εμπειρία σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό του ανώτατου ποσού, το βασικό σημείο εκκίνησης είναι ότι οι φορείς εξερεύνησης και εκμετάλλευσης θα έπρεπε να παρέχουν απεριόριστες εγγυήσεις, αλλά οι κυβερνήσεις αναγνωρίζουν ότι αυτό δεν είναι λογικό και αποδέχονται σταδιακά περιορισμένες εγγυήσεις – μέχρι στιγμής αυτό ισχύει για την εξερεύνηση (όχι ακόμα για την αποθήκευση). Συνήθως το ποσό της εγγύησης ορίζεται ίσο με το διπλάσιο έως και το τριπλάσιο της αξίας του Προγράμματος Εργασιών (στη Δανία). Παράλληλα στο Κατευθυντήριο Έγγραφο 4 της Οδηγίας CCS προσδιορίζονται λεπτομέρειες για τη μεθοδολογία προσδιορισμού του ύψους αυτής. Η Χρηματική Εγγύηση αποτελεί στοιχείο της Άδειας Αποθήκευσης συνεπώς ο ποσοτικός και χρονικός προσδιορισμός της πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν την έκδοση αυτής.

    “Άρθρο 26

    Χρηματοδοτικός μηχανισμός
    (άρθρο 20 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 23, καταβάλλει στον ειδικό λογαριασμό CCS του άρθρου 39 χρηματοδοτική συνεισφορά.
    2. Η συνεισφορά του φορέα εκμετάλλευσης καθορίζεται για κάθε έργο, σύμφωνα με την εκτίμηση των κινδύνων που διενεργείται με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες εκτίμησης των δαπανών που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 20 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140). Η συνεισφορά υπολογίζεται βάσει των κριτηρίων που τίθενται στο Παράρτημα Ι και των στοιχείων που σχετίζονται με το ιστορικό της αποθήκευσης CO2 ως προς τον
    καθορισμό των υποχρεώσεων μετά τη μεταφορά και καλύπτει τουλάχιστον τις αναμενόμενες δαπάνες παρακολούθησης επί τριάντα (30) έτη. Η παρούσα εφαρμόζεται συμπληρωματικά προς το π.δ. 148/2009 (Α΄ 190), περί περιβαλλοντικής ευθύνης για την πρόληψη και την αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον.
    3. Μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης, σύμφωνα με το άρθρο 23, η χρηματοδοτική συνεισφορά χρησιμοποιείται για την κάλυψη των δαπανών που βαρύνουν την αρμόδια αρχή CCS, προκειμένου να εξασφαλίζεται η μόνιμη και ασφαλής απομόνωση του CO2 σε τόπους αποθήκευσης.
    4. Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS, η οποία εκδίδεται πριν την έκδοση της Άδειας Αποθήκευσηςμετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης και καταβάλλεται μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης. Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS, μετά από εισήγηση του φορέα εκμετάλλευσης, σχετικά με τη μεθοδολογία υπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη των δαπανών παρακολούθησης του τόπου αποθήκευσης.”

    Σχόλιο στο Άρθρο 26: Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς θα πρέπει να προσδιοριστεί πριν από την έκδοση της Άδειας Αποθήκευσης, καθώς η ικανότητα του Φορέα Εκμετάλλευσης να ανταποκριθεί στον χρηματοδοτικό μηχανισμό είναι ένα στοιχείο που αποδεικνύει τη χρηματοοικονομική επάρκεια αυτού και αξιολογείται στο πλαίσιο χορήγησης της Άδειας Αποθήκευσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.4γ του Άρθρου 12. Η καταβολή της χρηματοδοτικής συνεισφοράς προφανώς λαμβάνει χώρα μετά το κλείσιμο του Τόπου Αποθήκευσης. Εδώ αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τόσο το Άρθρο 24 σχετικά με την χρηματική εγγύηση, το Άρθρο 25 σχετικά με την ασφάλιση των έργων, όσο και το Άρθρο 26 σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά που είτε δεν προσδιορίζουν καθόλου ποσά, είτε δεν προσδιορίζουν τα ανώτατα όρια των υποχρεώσεων του Φορέα Εκμετάλλευσης δυσχεραίνουν την αξιολόγηση της χρηματοοικονομικής επάρκειας αυτού και απαιτούν κατ’ ελάχιστον την υποβολή σχετικών μεθοδολογιών προσδιορισμού τους στο δευτερογενές πλαίσιο.

    «Άρθρο 27

    Πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς και τους τόπους αποθήκευσης
    (άρθρο 21 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ)

    1. Ο Κώδικας Διαχείρισης και Τιμολόγησης του κάθε Δικτύου της περ. α) της παρ. 10 του άρθρου 40 δεν εφαρμόζεται στα ιδιόκτητα ή ιδιοχρησιμοποιούμενα μικροδίκτυα των παραγωγών εκπομπών CO2.
    2. Η πρόσβαση των δυνητικών χρηστών στους τόπους αποθήκευσης διενεργείται με βάση τις αρχές της αμεροληψίας, της διαφάνειας και της δίκαιης και ανοικτής πρόσβασης, όπως αυτές εξειδικεύονται ανά τόπο αποθήκευσης στον οικείο Κώδικα Χωρητικότητας, και οργανώνεται
    με δημόσιες διεθνείς διαγωνιστικές διαδικασίες επί της συνολικής ποσότητας CO2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον Τόπο Αποθήκευσης, σύμφωνα με τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και τους ανώτατους επιτρεπόμενους ρυθμούς και πιέσεις έγχυσης, όπως αυτά έχουν προσδιοριστεί στην Άδεια Αποθήκευσης. Σε περίπτωση που (α) δεν έχει ακόμα εκδοθεί Άδεια Αποθήκευσης ή (β) η Άδεια Αποθήκευσης έχει εκδοθεί σε υποβέλτιστα – κατά τα οριζόμενα στην παρ.7 του Άρθρου 12 του παρόντος- τεχνικά χαρακτηριστικά, τότε η διεθνής διαγωνιστική διαδικασία λαμβάνει χώρα επί των τεχνικών χαρακτηριστικών του Τόπου Αποθήκευσης, όπως αυτά έχουν προσδιοριστεί στην Υπουργική Απόφαση της παρ 7 του παρόντος άρθρου.
    3. Ως αρχικά επιλέξιμοι χρήστες ορίζονται όλες οι Δυσχερώς Απανθρακοποιήσιμες Βιομηχανίες της Ένωσης. Ο καθορισμός των τελικά επιλέξιμων χρηστών στον Τόπο Αποθήκευσης γίνεται κατόπιν αξιολόγησης των εν δυνάμει χρηστών με κριτήρια επιλεξιμότητας που προσδιορίζονται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας κάθε τόπου αποθήκευσης. Βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση των εν δυνάμει χρηστών και την χορήγηση του δικαιώματος πρόσβασης σε αυτούς είναι ο ταυτοχρονισμός μεταξύ της επίτευξης του ρυθμού έγχυσης του Τόπου Αποθήκευσης και της υλοποίηση των έργων δέσμευσης του CO2 των εν δυνάμει Χρηστών. Άλλα κριτήρια που δύναται να ληφθούν υπόψη είναι η αποφυγή εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, η συνεισφορά στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας κα. Για τον καθορισμό των τελικά επιλέξιμων χρηστών στον Τόπο Αποθήκευσης προηγείται δοκιμή αγοράς σε δύο φάσεις:
    i) η αρχική εκδήλωση ενδιαφέροντος, και
    ii) η τελική εκδήλωση ενδιαφέροντος.
    4. Τα κανονιστικά έγγραφα του διαγωνισμού, ιδίως οι διακηρύξεις, οι προσκλήσεις και οι κατευθυντήριες οδηγίες, εγκρίνονται μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., το ακριβές κείμενο της οποίας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,. Οι σχετικές πληροφορίες και τα αποτελέσματα των δοκιμών αγοράς κοινοποιούνται στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στην αρμόδια αρχή CCS. Το ελάχιστο περιεχόμενο των κατευθυντηρίων οδηγιών ορίζεται στο Παράρτημα V.
    5. Πριν την έναρξη της τελικής εκδήλωσης ενδιαφέροντος θα πρέπει να έχουν εγκριθεί -μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS- με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., το ακριβές κείμενο της οποίας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Κανονισμός Τιμολόγησης και ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης, των περ. α) και β) της παρ.10 του άρθρου 40. Ο Κανονισμός Τιμολόγησης και ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτώνται στον ιστότοπο της Αρμόδιας Αρχής CCS και του Φορέα Εκμετάλλευσης.
    6. Μετά την οριστικοποίηση της διαδικασίας πρόσβασης και τον προσδιορισμό των τελικά επιλέξιμων Χρηστών, η Ρ.Α.Α.Ε.Υ. -έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS- εκδίδει τον Κώδικα Διαχείρισης του τόπου αποθήκευσης της περ. γ) της παρ. 10 του άρθρου 40. Ο Κώδικας Διαχείρισης του τόπου αποθήκευσης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στον ιστότοπο της Αρμόδιας Αρχής CCS και του Φορέα Εκμετάλλευσης.
    7. Η διεθνής διαγωνιστική διαδικασία για την πρόσβαση στον Τόπο Αποθήκευσης εκκινεί αφού έχει εκδοθεί η Υπουργική Απόφαση σχετικά με τον προσδιορισμό του αρχικά εκτιμώμενου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης. Για την έκδοση της σχετικής Απόφασης ο Υπουργός, κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS συνεκτιμά:
    (α) τη χωρητικότητα αποθήκευσης, η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί, σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τόπου Αποθήκευσης και υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται αρνητική επενέργεια για την περιβαλλοντικά ασφαλή αποθήκευση CO2,
    (β) το ποσοστό των υποχρεώσεων που έχει η χώρα για μείωση του CΟ2 κατ` εφαρμογή διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών και ενωσιακών νομοθετικών πράξεων και τις οποίες σκοπεύει να εκπληρώσει μέσω της δέσμευσης και της αποθήκευσης CΟ2,
    (γ) την εύλογη ζήτηση
    (δ) την ανάγκη του φορέα εκμετάλλευσης να αρνηθεί την πρόσβαση λόγω ασυμβατότητας τεχνικών προδιαγραφών, η οποία δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπισθεί,

    (ε) την ανάγκη κάλυψης των δεόντως τεκμηριωμένων εύλογων αναγκών του φορέα εκμετάλλευσης και των συμφερόντων των άλλων χρηστών του τόπου αποθήκευσης ή των συναφών μονάδων διεργασίας ή χειρισμού που μπορεί να επηρεαστούν.
    8. Ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αρνείται την πρόσβαση σε δυνητικούς χρήστες λόγω
    έλλειψης δυναμικότητας, εφόσον η άρνησή του είναι επαρκώς αιτιολογημένη και ενημερώσει την αρμόδια αρχή CCS.
    9. Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης υποχρεωθεί να πραγματοποιήσει τις αναγκαίες βελτιώσεις και να προσαρμόσει τον ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης του Τόπου Αποθήκευσης στον εκτιμώμενο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης της Υπουργικής Απόφασης της παρ.7, διασφαλίζεται για την οικονομική κάλυψη των εν λόγω βελτιώσεων μέσω της θέσπισης της ανάπτυξης της δραστηριότητας της αποθήκευσης του εν λόγω Τόπου Αποθήκευσης ως ρυθμιζόμενης δραστηριότητας.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 27: Το εν λόγω άρθρο είναι καθοριστικής σημασίας για τη διαφύλαξη της βιωσιμότητας της αλυσίδας αξίας του CCS και κατά συνέπεια και του έργου δέσμευσης της Εταιρείας μας. Σύμφωνα με την άποψή μας για τη διασφάλιση του ορθού τρόπου ανάπτυξης της δραστηριότητας θα πρέπει να αλλάξουν τρία (3) σημεία στον νόμο:
    1. Ο τρόπος ανάπτυξης της δραστηριότητας αποθήκευσης ενός Τόπου Αποθήκευσης δεν πρέπει να διαφοροποιείται ανά τμήμα της χωρητικότητας αυτού
    2. Ο τρόπος ανάπτυξης της δραστηριότητας δεν πρέπει να οδηγεί σε δεσμευτική κατανομή της δυναμικότητας του Τόπου Αποθήκευσης πριν τη διασφάλιση συγκεκριμένων συνθηκών
    3. Η δυναμικότητα του Τόπου Αποθήκευση δεν πρέπει να κατανέμεται με τρόπο που να ωφελεί τον Φορέα Εκμετάλλευσης εις βάρος της οικονομικότητας της αλυσίδας αξίας CCS.

    Σχετικά με τον τρόπο ανάπτυξης: Κατά την άποψή μας ο ορθός τρόπος ανάπτυξης της δραστηριότητας αποθήκευσης ενός Τόπου Αποθήκευσης που βρίσκεται στην γεωγραφική περιοχή της Νότιας Ευρώπης είναι ως ενιαία δραστηριότητα.
    Η θέση μας ότι η ανάπτυξη ενός Τόπου Αποθήκευσης (πρόσβαση/ κατανομή δυναμικότητας/ τιμολόγηση/ λειτουργία) θα πρέπει να είναι ενιαία για το σύνολο της δυναμικότητας αυτού, βασίζεται στα ακόλουθα σημεία: (α) η υποδομή είναι μία με συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά που ορίζουν τη διαστασιολόγησή της, (β) η παρεχόμενη υπηρεσία είναι ταυτόσημη (αποθήκευση στη μέγιστη διάρκεια που μπορεί να προσφέρει ο Τόπος Αποθήκευσης) και (γ) οι ενδιαφερόμενοι Χρήστες είναι όλοι βιομηχανίες (δλδ διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά). Συνεπώς η κατάτμησή της ανάπτυξης της δραστηριότητας της αποθήκευσης σε «ρυθμιζόμενη» και «ανταγωνιστική» διαφαίνεται ως τεχνητή, καθώς δεν υφίσταται επαρκώς τεκμηριωμένος λόγος που να δικαιολογεί μία τέτοια διαφοροποίηση (φύση της υποδομής, προσφερόμενο προϊόν, κατηγορίες πελατών). Άλλωστε ένα τέτοιο υβριδικό μοντέλο:
    1. δεν απαντάται στην ευρωπαϊκή πρακτική. Στην Δημόσια Διαβούλευση της ΕΕ που είναι ανοιχτή για την προετοιμασία νομοθετικής πράξης που θα θεσπίσει ενιαία αγορά CO₂ και θα δημιουργήσει πιο ελκυστικό περιβάλλον για επενδύσεις σε τεχνολογίες διαχείρισης βιομηχανικού άνθρακα, δεν εξετάζεται η ιδέα του διαχωρισμού της αποθηκευτικής δυναμικότητας ώστε να επιτρέπονται δύο διαφορετικές μέθοδοι πρόσβασης και κατανομής δυναμικότητας στον ίδιο Χώρο Αποθήκευσης.
    Ο λόγος πιθανότατα να είναι ότι η θέσπιση δύο διαφορετικών μεθόδων πρόσβασης μπορεί να θεωρηθεί εμπόδιο στην εφαρμογή όσων επιτάσσει το Άρθρο 21 της Οδηγίας CCS, και ειδικότερα της υποχρέωσης των κρατών μελών σύμφωνα με την οποία: «Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης που αρνείται πρόσβαση λόγω έλλειψης δυναμικότητας ή σύνδεσης προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενισχύσεις, εφόσον αυτό είναι οικονομικά εύλογο ή όταν ένας δυνητικός πελάτης είναι διατεθειμένος να τις πληρώσει».
    Με τον διαχωρισμό της δυναμικότητας σε υποσύνολα, η διαθέσιμη δυναμικότητα μειώνεται τεχνητά και αυξάνονται οι περιπτώσεις άρνησης πρόσβασης.
    2. θέτει θέματα ανταγωνισμού αφού η ίδια υπηρεσία καταλήγει να τιμολογείται με διαφορετική τιμή στους Χρήστες που διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά. Η διάρκεια της σύμβασης του Χρήστη με τον Φορέα Εκμετάλλευσης σχετίζεται με τη διάρκεια της προσφερόμενης υπηρεσίας η οποία εξαρτάται από (α) την τεχνική ικανότητα του γεωλογικού σχηματισμού και (β) τη ζήτηση που πρέπει να καλυφθεί. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι δυνητικοί Χρήστες στοχεύουν στη μέγιστη δυνατή διάρκεια για τα έργα τους. Άρα η υπηρεσία είναι κοινή.
    Εφόσον η υπηρεσία είναι κοινή, πρέπει να παρέχεται στην ίδια τιμή σε όλους τους δυνητικούς Χρήστες.
    3. καθιστά τη διαχείριση του Τόπου Αποθήκευσης ιδιαίτερα πολύπλοκη. Ο διαχωρισμός της δυναμικότητας σε δύο ή περισσότερα τμήματα περιπλέκει τη διαχείριση της ενεργειακής υποδομής και υπονομεύει τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση των Χρηστών, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του Άρθρου 21 της Οδηγίας CCS
    4. καθιστά την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης υποβέλτιστη αφού δεσμεύει μέρος του «σπάνιου πόρου της Αποθήκευσης» σε συμβόλαια μικρότερης χρονικής διάρκειας. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Τόποι Αποθήκευσης στην νότια Ευρώπη είναι ιδιαίτερα περιορισμένοι.
    Στη βάση αυτών, θεωρούμε ότι η πρόσβαση σε κάθε Τόπο Αποθήκευσης που βρίσκεται στη χώρα μας θα πρέπει να αφορά στον ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης και να βασίζεται σε μία ενιαία, δίκαιη και ανοικτή διαδικασία, που θα διεξάγεται βάσει εκ των προτέρων γνωστών, διαφανών και αμερόληπτων κριτηρίων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 21 της Οδηγίας 2009/31 και τους κανόνες που διέπουν την ανάπτυξη των έργων Κοινού Ενδιαφέροντος, που συγχρηματοδοτούνται από ενωσιακούς πόρους (CEF).
    Επιπλέον, η εφαρμογή ενιαίου καθεστώτος επιτρέπει την εφαρμογή των βέλτιστων οικονομικών όρων τόσο για τους Χρήστες όσο και για τον Φορέα Εκμετάλλευσης (διαφάνεια στην Τιμολόγηση, κοστοστρέφεια, δυνατότητα χρηματοδότησης κα) και τον περιορισμό του κινδύνου και των δύο συμβαλλόμενων μερών, συμβάλλοντας στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συνόλου της αλυσίδας αξίας.
    Σχετικά με τη μη δεσμευτική κατανομή της δυναμικότητας: Κατά την άποψη μας η κατανομή της δυναμικότητας δεν πρέπει να οριστικοποιηθεί πριν από την οριστικοποίηση του μηχανισμού κρατικής ενίσχυσης των Χρηστών των μέσων μεταφοράς και των Τόπων Αποθήκευσης για την αντιστάθμιση του κινδύνου από τη διακύμανση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα στο EU-ETS.
    Έχει ήδη αναγνωριστεί από την ΕΕ ότι για να προχωρήσουν τα έργα δέσμευσης της Δυσχερώς Απανθρακοποιήσιμης Βιομηχανίας προς τη λήψη της τελικής επενδυτικής απόφασης (FiD), είναι απαραίτητη η έγκριση μηχανισμών κρατικής ενίσχυσης για τη μείωση του κινδύνου που απορρέει από τη μεταβλητότητα της τιμής του EU ETS. Για τον λόγο αυτό άλλωστε:

    • πόροι από τη νεοσύστατη Τράπεζα Αποανθρακοποίησης θα διατεθούν για τη μείωση κινδύνου των έργων μόνιμης δέσμευσης άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς, και
    • μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Γαλλία και η Δανία έχουν ήδη θεσπίσει εθνικά σχήματα CCfD για την χορήγηση κρατικών ενισχύσεων σε Χρήστες μέσων μεταφοράς και Τόπων Αποθήκευσης CO2. Παράλληλα άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία έχουν δηλώσει την πρόθεση άμεσης κοινοποίησης τέτοιων μηχανισμών κρατικής ενίσχυσης.
    Τέλος πρέπει να τονιστεί ότι για τη διατήρηση του χαρακτήρα του κινήτρου απόκτησης κρατικής ενίσχυσης, ο οποίος αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη λήψη των επενδυτικών αποφάσεων και τη σύναψη δεσμευτικών συμβάσεων αποθήκευσης για τα έργα δέσμευσης, και την αποφυγή του κατά συνέπεια κινδύνου απώλειας των εξασφαλισμένων ευρωπαϊκών κονδυλίων απαιτείται να προσδιορισθεί η η κατανομή του Τόπου Αποθήκευσης αφού πρώτα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία του μηχανισμού CCfDs και αφού έχουν επιλεχθεί και ορισθεί οι δικαιούχοι CCfDs αντιστοίχως.

    Σχετικά με την μη καταλληλότητα του κριτηρίου της τιμής ως μοναδικό κριτήριο για την κατανομή της δυναμικότητας: Κατά την άποψη μας το Σχέδιο νόμου θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η δυναμικότητα του Τόπου Αποθήκευσης κατανέμεται με τρόπο ώστε να μην θίγεται ο σκοπός του νόμου που είναι η διαφύλαξη της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας βιομηχανίας. Έτσι θα πρέπει να τηρούνται οι ακόλουθες αρχές:
    1. Η Τιμή Αποθήκευσης πρέπει να καθορίζεται με διαφάνεια και να αντανακλά το πραγματικό κόστος, ακολουθώντας συγκεκριμένη μεθοδολογία, η οποία ενσωματώνει WACC που θα αναθεωρείται σε κάθε ρυθμιστική περίοδο σύμφωνα με προκαθορισμένη μεθοδολογία.
    2. Όλοι οι Χρήστες πρέπει να έχουν την ίδια Τιμή Αποθήκευσης.
    3. Οι Χρήστες θα ανταγωνίζονται για τα CCfDs επί του κόστους ολόκληρης την αλυσίδα αξίας δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης.
    4. Με δεδομένο ότι ο Τόπος Αποθήκευσης είναι μια ενεργειακή υποδομή συγκεκριμένων διαστάσεων που δεν μπορεί να επεκταθεί μια τιμή αποθήκευσης που δεν αντικατοπτρίζει το κόστος είτε θα υπονομεύσει τη βιωσιμότητα των έργων δέσμευσης είτε θα αυξήσει το κόστος για τον τελικό καταναλωτή. Η σταθερή οικονομική απόδοση του Τόπου Αποθήκευσης θα εξασφαλίζεται από την αναπροσαρμογή της τιμής αποθήκευσης σε περίπτωση υπο-ανάπτυξης

    «Άρθρο 35

    Πιλοτικοί τόποι αποθήκευσης
    1. Για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης εφαρμόζεται το άρθρο 173 του ν. 4964/2022 (Α‘ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.
    2. Στους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης τα έργα αναπτύσσονται με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα στο πλαίσιο της άδειας αποθήκευσης, κατά την παρ. 85 του άρθρου 123. Η διαμόρφωση του χρονοδιαγράμματος ανάπτυξης των πιλοτικών τόπων αποθήκευσης λαμβάνει υπόψη τη σκοπιμότητα ταυτοχρονισμού της επίτευξης του μέγιστου ρυθμού έγχυσης με την υλοποίηση των έργων δέσμευσης του CO2 των δυσχερώς αποανθρακοποιήσιμων βιομηχανιών.
    3. Η κατανομή της χωρητικότητας για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης κατά το ρυθμιζόμενο και κατά το ανταγωνιστικό τμήμα τους με διαγωνιστική διαδικασία αφορά στον αρχικά εκτιμώμενο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσηςη μέγιστη συνολική ετήσια χωρητικότητα του πιλοτικού τόπου αποθήκευσης»

    Σχόλιο στο Άρθρο 35: Η ανάπτυξη της δραστηριότητας της αποθήκευσης στον Πιλοτικό Τόπο Αποθήκευσης του Πρίνου θα πρέπει να είναι πλήρως ρυθμιζόμενη με την πρόσβαση να καθορίζεται κατόπιν διενέργειας διεθνούς δημόσιου διαγωνισμού με προκαθορισμένα και γνωστά εκ των προτέρων κριτήρια προσδιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης σε επιλέξιμους Χρήστες, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27, όπως προτείνεται στο πλαίσιο της παρούσας Δημόσιας Διαβούλευσης. Η κατανομή της δυναμικότητας του Τόπου Αποθήκευσης του Πρίνου θα προσδιοριστεί στο δευτερογενές πλαίσιο και πιο συγκεκριμένα στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του Πρίνου που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS και πρότασης του Φορέα Εκμετάλλευσης. Η Τιμή Αποθήκευσης θα προσδιοριστεί στο δευτερογενές πλαίσιο και πιο συγκεκριμένα στον Κανονισμό Τιμολόγησης του Πρίνου που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS και πρότασης του Φορέα Εκμετάλλευσης. Τέλος η λειτουργία του Τόπου Αποθήκευσης του Πρίνου και οι λεπτομέρειες της Σύμβασης που θα υπογράψουν οι Χρήστες με τον Φορέα Εκμετάλλευσης θα προσδιοριστούν στον Κώδικα Διαχείρισης του Πρίνου που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS και πρότασης του Φορέα Εκμετάλλευσης.

    «Άρθρο 37

    Ενίσχυση χρηστών μέσωνδικτύων μεταφοράς και τόπωνεγκαταστάσεων αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα
    1. Προκειμένου να καλυφθεί εν μέρει ο κίνδυνος των παραγωγών εκπομπών CO2 από τη διακύμανση των τιμών δικαιωμάτων εκπομπής CO2, σύμφωνα με το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU Emissions Trading System – ETS) κοινοποιείται δύναται να θεσπίζεται καθεστώς κρατικών ενισχύσεων υπό τη μορφή χρηματοοικονομικού μηχανισμού συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα (Carbon Contracts for Difference – CCfD) μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Ο μηχανισμός δύναται να προβλέπει ότι, εάν η τιμή της αγοράς για τα δικαιώματα εκπομπών άνθρακα σύμφωνα με το ≪EU ETS≫ υπολείπεται από το κόστος της αλυσίδας αξίας της δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης των εκπομπών άνθρακατη σταθερή τιμή, ο δικαιούχος αποζημιώνεται για τη μέρος της διαφοράς σύμφωνα με το μηχανισμό κρατικής ενίσχυσης που θα εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο μηχανισμός δύναται να περιλαμβάνει και Τόπους Αποθήκευσης εκτός της Ελλάδας.υπό όρους και προϋποθέσεις. Αν η ως άνω τιμή υπερβαίνει τη σταθερή τιμή, ο δικαιούχος επιστρέφει μέρος της διαφοράς στο Δημόσιο. Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων τίθεται σε ισχύ μετά την έγκρισή του από την Ευρωπαίκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 108 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    2. Ως αρχικοί δικαιούχοι της επιχορήγησης του μηχανισμού ορίζονται οι παραγωγοί εκπομπών CO2, πουτελικοί δικαιούχοι της επιχορήγησης του μηχανισμού ορίζονται, κατόπιν απόφασης του αρμόδιου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία εκδίδεται έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS και γνώμης της ΡΑΑΕΥ, οι παραγωγοί εκπομπώνCO2, που α) ασκούν οικονομική δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και, β) έχουν υποβάλει σχέδιο εφαρμογής τεχνολογιών δέσμευσης CO2, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, προϋπολογισμό και υπολογισμό των αναμενόμενων μειώσεων εκπομπών, και γ) διαθέτουν διασφαλισμένο δικαίωμα πρόσβασηςη, κατά τους όρους του
    παρόντος, σε τόποδυνατότητα αποθήκευσης. Τα συμβόλαια επί της διαφοράς άνθρακα απονέμονται στους δικαιούχους μέσω ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών, που διοργανώνονται από την αρμόδια αρχή CCS, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της αποδοτικότητας του κόστους και του όγκου του αποθηκευμένου CO2, καθώς και της μείωσης των εκπομπών CO2 σε συγκεκριμένο και εκ των προτέρων καθορισμένο ποσοστό, σε σχέση με τη συμβατική τεχνολογία. Τα συμβόλαια περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής ετησίων εκθέσεων μείωσης εκπομπών.»

    Σχόλιο στο Άρθρο 37: Ο μηχανισμός ενίσχυσης των Χρηστών μέσων μεταφοράς και Τόπων Αποθήκευσης για την διαχείριση του κινδύνου από την διακύμανση των τιμών των εκπομπών του CO2 στο EU-ETS είναι κομβικής σημασίας για τη λήψη των επενδυτικών αποφάσεων της εγχώριας βιομηχανίας. Σε αυτόν τον μηχανισμό δύναται να προστεθεί και η κάλυψη άλλων κινδύνων της αλυσίδας αξίας όπως είναι το κόστος των εκπομπών σε περιπτώσεις καθυστέρησης των έργων ή βλαβών στις υποδομές. Συνεπώς είναι κρίσιμος ο ορθός σχεδιασμός του και η άμεση κοινοποίησή του στην Επιτροπή Ανταγωνισμού της Ένωσης.

    «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
    ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΑΡΘΡΟΥ 27
    Α. Οδηγίες για την αρχική φάση εκδήλωσης ενδιαφέροντος
    1. Κανόνες που διασφαλίζουν το άνοιγμα της διαδικασίας και των μέσων διάδοσης της Πρόσκλησης.
    2. Κανόνες επιλεξιμότητας συμμετοχής.
    3. Κανόνες που διασφαλίζουν ότι τα συμμετέχοντα μέρη έχουν ίση πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον τόπο αποθήκευσης και ότι οι πληροφορίες επιτρέπουν στον ενδιαφερόμενο να διατυπώσει μια υγιή προσφορά από τεχνική άποψη.
    4. Κανόνες που διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα.
    5. Πρόβλεψη και περιγραφή των κανόνων κατανομής κατά τη φάση του διαγωνισμού, στο μέτρο του δυνατού.
    6. Κανόνες για το περιεχόμενο της Πρόσκλησης.
    7. Υποχρεώσεις αναφοράς.

    Β. Οδηγίες για την τελική φάση των εκδήλωσης ενδιαφέροντος
    1. Αναφορά στους γενικούς κανόνες που ισχύουν για τη διαδικασία τελικής φάσης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και διαδικαστικά μέσα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις: διαφάνειας, μη διάκρισης και εμπιστευτικότητας.
    2. Διατάξεις χρηματοοικονομικών και τίτλων συμμετοχής.
    3. Διατάξεις για την προκήρυξη φάσης διαγωνισμού.
    4. Διατάξεις για τον υπολογισμό της Τιμής Αναφοράς , βάσει του Κανονισμού Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης
    5. Κριτήρια Επιλεξιμότητας, βάσει του Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης
    6. Αναλυτικοί κανόνες κατανομής χωρητικότητας βάσει του Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης, για την οποία δύναται να λαμβάνεται υπόψη και ο μηχανισμός συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα
    7. Υποχρεώσεις αναφοράς, περιλαμβανομένων αναλυτικών και συγκεντρωτικών αποτελεσμάτων της διαδικασίας.
    8. Τα βασικά περιεχόμενα των εγγράφων της σύμβασης.
    9. Τη διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης των κριτηρίων επιλεξιμότητας βάσει του Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας..
    10. Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των έργων.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI
    ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΑ
    ΔΙΚΤΥΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΚΩΔΙΚΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
    Α. Γενικές αρχές της πρόσβασης
    Η πρόσβαση και η χρήση των δικτύων μεταφοράς βασίζονται στις αρχές:
    α) της ισότητας και της διαφάνειας, με σκοπό τη δίκαιη και διαφανή πρόσβαση,
    β) της οικονομικής αποδοτικότητας,
    γ) της κοστοστρέφειας και
    δ) της ασφαλούς χρήσης του δικτύου.
    Οι διάφορες προσφερόμενες υπηρεσίες του δικτύου περιγράφονται με σαφήνεια στον Κωδίκα Διαχείρισης και Τιμολόγησης κάθε Δικτύου. Πέρα από τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 7 του άρθρου 27 διασφαλίζονται και τα κατωτέρω:

    Β. Παροχή της πρόσβασης
    Η πρόσβαση διενεργείται με αντικειμενικά κριτήρια, στα οποία περιλαμβάνονται:
    α) η διάρκεια της αιτούμενης πρόσβασης,
    β) η μεταφερόμενη ποσότητα,
    γ) ο χρόνος ετοιμότητας του χρήστη και
    δ) η προσκόμιση επαρκών αποδείξεων από τον χρήστη ότι κατά τη στιγμή που αιτείται την
    πρόσβαση, διαθέτει εξασφαλισμένη πρόσβαση σε τόπο αποθήκευσης.

    Γ. Τιμολογιακή πολιτική
    Η τιμή αναφοράς βασίζεται στη μέθοδο της Ρυθμιζόμενης Περιουσιακής Βάσης, που περιέχεται στον Κανονισμό Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης, η οποία δύναται να αναθεωρείται κατά τακτά χρονικά διαστήματα.

    Δ. Συμβάσεις
    Οι συμβάσεις με τους Χρήστες περιέχουν ρήτρες υποχρεωτικής χρήσης (use or pay) και μπορεί να είναι: μακροπρόθεσμες, με διάρκεια τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών,
    Ο φορέας εκμετάλλευσης χρησιμοποιεί τυποποιημένα Έντυπα σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης του Τόπου Αποθήκευσης.

    Ε. Διαφάνεια
    Πέραν της δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ή άλλων μέσων δημοσιότητας, ο φορέας εκμετάλλευσης αναρτά στην ιστοσελίδα του, τον ενημερωμένο Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας, τον Κανονισμό Τιμολόγησης και τον Κώδικα Διαχείρισης του Τόπου Αποθήκευσης.»

    Επίλογος: Ως επίλογο θα θέλαμε να αναγνωρίσουμε την αυξημένη πολυπλοκότητα του συγκεκριμένου Σχεδίου Νόμου, το οποίο θα πρέπει να διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κανόνων για μία εντελώς νέα αγορά, την αγορά του CO2, για την οποία δεν έχουν ακόμα διαμορφωθεί οι κανόνες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. H δημιουργία της εν λόγω αγοράς είναι κομβικής σημασίας για την χώρα μας, καθώς επιτρέπει την ανάπτυξη καινοτόμων έργων δέσμευσης τα οποία θα προωθήσουν την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας και θα ενισχύσουν την οικονομία της χώρας μας προσφέροντας νέες θέσεις εργασίας υψηλού επιπέδου τεχνογνωσίας και αποδοχών. Είναι εντυπωσιακό ότι η χώρα μας για την αλυσίδα αξίας CCS έχει δεσμεύσει πολλά ευρωπαϊκά κονδύλια και έχει αναγνωριστεί από την Ένωση ως πρωτοπόρος για την ανάδειξη του οφέλους της καινοτόμου αυτής τεχνολογίας. Η υλοποίηση των έργων της αλυσίδας αξίας σε χρόνο προγενέστερο των υπόλοιπων χωρών της Ένωσης θα προσφέρει στην χώρα μας ένα ακόμα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς θα μπορέσει πρώτη να προσφέρει στην διεθνή αγορά «πράσινα» προϊόντα και πιστοποιητικά αρνητικών εκπομπών τονώνοντας ακόμα περισσότερο την οικονομία της.

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 23:25 | ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΤΑΜΑΤΕΚΟΥ

    Τα περιβαλλοντικά οφέλη από την αποθηκευση μιας τοσο μικρής ποσοτητα CO₂ σε σύγκριση με την παραγομενη, δεν αντισταθμίζουν τις καταστροφικές, μη αναστρεψιμες , περιβαλλοντικες συνεπειες και συνακόλουθα τις κοινωνικες και οικονομικές συνέπειες στην τοπικη κοινωνία του Νομου που θα προκυψουν απο την εν λογω αποθηκευση CO₂ . Η ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΣΙΝΗ ΛΥΣΗ ΑΛΛΑ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ.
    Η παγκοσμια πραγματικοτητα εχει επανειλημμενα αποδειξει την αποτυχια αντιστοιχων επιχειρουμενων εργων αποθηκευσης CO₂ .
    Η τοποθεσια αποθηκευσης ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ λογω αποστασης απο κατοικημενες περιοχές, σε περιοχη NATURA, εντος θαλασσιων βιοποικιλων συστημάτων, πλησιον σεισμογενους περιοχής.
    Κοροϊδία και οικονομικη καταχρηση να επιδοτουνται ξενες πολυεθνικες αμφιβολης εταιρικης κοινωνικης ευθυνης εις βαρος του περιβάλλοντος, της ασφάλειας και της ευημερίας της τοπικής κοινωνίας.
    ΣΥΣΣΩΜΗ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΕΧΕΙ ΕΚΦΡΑΣΤΕΙ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΤΟΥ CO₂ ΣΤΟΝ ΠΡΙΝΟ ΘΑΣΟΥ.

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:36 | Αθανασία Γκόφα

    Είμαι κάθετα αντίθετη στην αποθήκευση CO2. Είναι άκρως επικίνδυνο για τις ζωές όλων μας, τις ζωές των παιδιών και των παιδιών των παιδιών μας. Καμία εγγύηση σε ατύχημα, ανθρώπινο λάθος ή φυσική καταστροφή. Βροντερό το ΌΧΙ μου!

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:22 | ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    Αφήστε αυτό το σχόλιο:
    Δηλώνω ρητά την εναντίωσή μου στο έργο της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στον Πρίνο, καθώς θεωρώ ότι ενέχει σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με προχειρότητα ή χωρίς σεβασμό προς την τοπική κοινωνία. Επιθυμούμε να σταματήσει άμεσα κάθε σχετική ενέργεια και να μην επιτραπεί σε καμία εταιρεία να παίζει με τις ζωές μας και με το μέλλον του τόπου μας. Η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας μας οφείλει να αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:07 | ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ

    Δηλώνω ρητά την εναντίωσή μου στο έργο της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στον Πρίνο, καθώς θεωρώ ότι ενέχει σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με προχειρότητα ή χωρίς σεβασμό προς την τοπική κοινωνία. Επιθυμούμε να σταματήσει άμεσα κάθε σχετική ενέργεια και να μην επιτραπεί σε καμία εταιρεία να παίζει με τις ζωές μας και με το μέλλον του τόπου μας. Η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας μας οφείλει να αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:54 | Θεοδώρα Αντωνίου

    Δηλώνω την αντίθεση μου στο έργο και συντάσσομαι με όλες τις ανακοινώσεις και ψηφίσματα των τοπικών φορέων και συλλόγων, όλων των δημοτών που αντιδρούν σε αυτή την οικολογική υποβάθμιση και καταστροφή.

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:20 | Ελευθερία Τσακωνη

    Αρνούμαι να γινω μάρτυρας αυτού του καταστροφικου εργου της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στον Πρίνο, θεωρώ ότι ενέχει σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ίδια την ανθρώπινη ζωή.Επισης θα πλήξει τον οικονομικό τομέα του νησιού καθώς με περισσότερα έσοδα του νησιού τα τελευταία έτη είναι ;πο το τουρισμό.Ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με προχειρότητα ή χωρίς σεβασμό προς την τοπική κοινωνία. Να σταματήσει άμεσα κάθε σχετική ενέργεια και να μην επιτραπεί σε καμία εταιρεία να παίζει με τις ζωές μας και με το μέλλον του τόπου μας. Για τη προστασία του τόπου μας και της υγείας μας

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:07 | Γιάννης

    Και μόνο η απόσταση του προς υλοποίηση έργου από κατοικημένες περιοχές ειναι απαγορευτική. Δηλώνω ρητά την εναντίωση μου.

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 22:32 | Ελισάβετ

    Το εν λόγω έργο αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη βιωσιμότητα της Θάσου,της Καβάλας αλλα και της ευρύτερης περιοχής. Οι κάτοικοι -συμπεριλαμβανομένης εμού- έχουν εκφράσει ρητά και πολλαπλές φορές την εναντίωση τους προς την υλοποίηση του έργου.

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:33 | Κυριακος Πα

    Σε μια σεισμογενή χώρα, η αποθήκευση εκατομμυρίων τόνων CO₂ είναι ρίσκο που δεν πρέπει ποτέ να παρθεί. Προστατεύουμε τη θάλασσα, τον τουρισμό και τη ζωή μας. Είμαι κατηγορηματικά αντίθετος

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:52 | Κυριακη Παπ

    Το να θάβουμε το CO₂ στον πυθμένα της Θάσου δεν είναι κλιματική πολιτική — είναι επιχειρηματικό κέρδος εις βάρος της φύσης και των ανθρώπων. Δεν θα δεχτούμε να γίνει η περιοχή μας δοκιμαστικό πεδίο

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:29 | Θωμας Παπ

    Η Θάσος δεν μπορεί να πληρώσει το τίμημα της βιομηχανικής ρύπανσης άλλων χωρών. Η αποθήκευση CO₂ στον Πρίνο είναι επικίνδυνη και ασύμβατη με μια υγιή τοπική κοινωνία. Απορρίπτω αυτό το έργο

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:20 | Θεόδωρος Πασχάλης

    Δηλώνω ρητά την εναντίωσή μου στο έργο της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στον Πρίνο, καθώς θεωρώ ότι ενέχει σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με προχειρότητα ή χωρίς σεβασμό προς την τοπική κοινωνία. Επιθυμούμε να σταματήσει άμεσα κάθε σχετική ενέργεια και να μην επιτραπεί σε καμία εταιρεία να παίζει με τις ζωές μας και με το μέλλον του τόπου μας. Η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας μας οφείλει να αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:19 | Βασιλης Κυρος

    Το σχέδιο για αποθήκευση 3 εκατ. τόνων CO₂ ετησίως στον Πρίνο είναι αδικαιολόγητο και επικίνδυνο. Η πραγματική λύση είναι η μείωση εκπομπών, όχι η απόκρυψή τους. Προστατεύουμε τη Θάσο — λέμε όχι σε αυτή την επιλογή

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:46 | Στελλα Κυ

    Δεν δεχόμαστε να μετατραπεί η Θάσος σε “χώρο απόθεσης” αέριων αποβλήτων από όλη την Ευρώπη. Το έργο αυτό φέρει σοβαρούς κινδύνους για θάλασσα, αέρα και υγεία. Υψώνω τη φωνή μου και λέω ΟΧΙ.

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:41 | Σωτηριος Κυ

    Η αποθήκευση CO₂ στον Πρίνο δεν είναι λύση — είναι πρόσχημα για να συνεχίσει η βιομηχανία να ρυπαίνει. Κίνδυνος διαρροών, τεράστια κόστη και μηδενικό όφελος για τους πολίτες. Είμαι απόλυτα αντίθετος

  • 18 Νοεμβρίου 2025, 21:15 | Leonidas Ka

    Αντί να μειώνουμε τις εκπομπές, μας ζητούν να αποθηκεύουμε το πρόβλημα κάτω από τη θάλασσα της Θάσου. Το CO₂ σε τόσο υψηλές συγκεντρώσεις είναι απειλή για το περιβάλλον και τους κατοίκους. Δεν δεχόμαστε να γίνει η περιοχή πειραματόζωο.