Αρχική Ρυθμίσεις για τη δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα...ΜΕΡΟΣ Α΄ ΔΕΣΜΕΥΣΗ, ΧΡΗΣΗ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρα 1-43)Σχόλιο του χρήστη Νίκος Μπόζος & Μελίζα Ασημακοπούλου | 18 Νοεμβρίου 2025, 23:27




Θέσεις της «ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ» επί του ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ «Ρυθμίσεις για τη δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα - Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140)» Πρόλογος: Ο όμιλος εταιρειών της ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ είναι 100% θυγατρική του ελβετικού ομίλου “Holcim” και έχει υπογράψει με τη CΙΝΕΑ σύμβαση χρηματοδότησης από το Innovation Fund για την υλοποίηση ενός καινοτόμου έργου δέσμευσης των εκπομπών του εργοστασίου παραγωγής τσιμέντου ιδιοκτησίας του που βρίσκεται στο Μηλάκι Ευβοίας. Σημαντικό στοιχείο για την επιτυχή υλοποίηση του έργου και την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων προς όφελος της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας είναι η θέσπιση ρυθμίσεων από την Πολιτεία που θα διασφαλίσουν ένα δίκαιο και διαφανές πλαίσιο για τη νέα αγορά CO2 που δημιουργείται ταυτόχρονα με την κοινοποίηση ενός μηχανισμού διαχείρισης κινδύνου προς την Ένωση, ο οποίος θωρακίζει τις επενδύσεις από την απρόβλεπτη διακύμανση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στο EU-ETS. Στη συνέχεια ακολουθούν οι προτάσεις μας ανά Άρθρο στο οποίο έχουμε να υποβάλλουμε βελτιωτικές κατά την άποψή μας αναδιατυπώσεις, οι οποίες συνοδεύονται και από την αντίστοιχη τεκμηρίωση. «Άρθρο 1 Αντικείμενο και σκοπός 1. Ο παρών νόμος θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο, επικαιροποιημένο και συνεκτικό πλαίσιο κανόνων (α) για την περιβαλλοντικώς ασφαλή δέσμευση, χρήση, μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (εφεξής ≪CO2≫) σε γεωλογικούς σχηματισμούς και (β) για τη δημιουργία αγοράς CO2. 2. Σκοπός του παρόντος είναι η συμβολή στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής με τρόπο που διασφαλίζει τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας, καθώς και η διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς στον συγκεκριμένο τομέα μέσω της εν μέρει ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της Οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L140)» Σχόλιο στο Άρθρο 1: Η τεχνολογία της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης του CO2 αφορά σε εκπομπές που παράγονται κατά τη διαδικασία της παραγωγής του ίδιου του προϊόντος (process emissions), είτε σε εκπομπές από ορυκτά καύσιμα (fossil emissions) οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν με τη χρήση άλλων μέσων (πχ εξηλεκτρισμός), είτε σε βιογενικές εκπομπές (biogenic emissions) οι οποίες θα οδηγήσουν είτε στην παραγωγή βιο-καυσίμων για τον τομέα των αερομεταφορών και της ναυτιλίας, είτε στην παραγωγή αρνητικών εκπομπών (CDRs). Συνεπώς -όπως άλλωστε ορίζεται με σαφήνεια και στην Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή οικονομική και κοινωνική επιτροπή και την Επιτροπή των περιφερειών «Προς μια φιλόδοξη βιομηχανική διαχείριση του άνθρακα για την ΕΕ» - η εν λόγω τεχνολογία δεδομένης μάλιστα της απουσίας επαρκών Τόπων Αποθήκευσης στην Νότια Ευρώπη πρέπει να αξιολογηθεί πέραν του πρίσματος της περιβαλλοντικής ασφάλειας και υπό το πρίσμα της οικονομικής αποδοτικότητας και να ενταχθεί στο πλαίσιο της δημιουργίας μιας ευρύτερης αγοράς CO2 με συγκεκριμένους κανόνες. Οι κανόνες εξάλλου για τη θέσπιση της ως άνω αγοράς βρίσκονται υπό δημόσια διαβούλευση στην Ένωση. Η χώρα μας ούσα πρωτοπόρος στη δημιουργία της εν λόγω αγοράς με τρία έργα δέσμευσης της ελληνικής βιομηχανίας να έχουν υπογράψει συμβάσεις χρηματοδότησης από το Innovation Fund και έναν κατάλληλο Τόπο Αποθήκευσης στον Πρίνο να έχει δεσμεύσει πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και από το Μηχανισμό “Συνδέοντας την Ευρώπη” (Connecting Europe Facility – CEF) ως Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI), καλείται να θεσπίσει τους κανόνες της αγοράς CO2 προγενέστερα της Ένωσης και να διασφαλίσει τόσο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής όσο και τη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας. «Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 2 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος εμπίπτουν: α) η δέσμευση CO2 από βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή απευθείας από την ατμόσφαιρα (Direct Air Capture ή ≪DAC≫), η χρήση του, η μεταφορά του σε τόπους αποθήκευσης και η έγχυσή του σε κατάλληλους υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς για μόνιμη αποθήκευση, β) η αποθήκευση CO₂ σε γεωλογικούς σχηματισμούς που βρίσκονται σε χερσαίες και υπολίμνιες περιοχές της Ελληνικής Δημοκρατίας, καθώς και σε υποθαλάσσιες περιοχές, στις οποίες Ελληνική Δημοκρατία ασκεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που κυρώθηκε με τον ν. 2321/1995 (Α’ 136), κυριαρχία ή κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιοδοσία 2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος δεν εμπίπτει η αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς με συνολική προβλεπόμενη αποθήκευση κάτω των εκατό (100) χιλιοτόνων, η οποία διενεργείται για έρευνα, ανάπτυξη ή δοκιμή νέων προϊόντων και διεργασιών. 3. Δεν επιτρέπεται η αποθήκευση CO2: α) σε τόπο αποθήκευσης με συγκρότημα αποθήκευσης που εκτείνεται πέραν της περιοχής που αναφέρεται στην περ. β) της παρ. 1 και β) σε στήλη ύδατος. Είναι επιτρεπτή η γεωλογική αποθήκευση CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς. 4. Κατά τη διαδικασία της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2, το CO2 αποτελεί προϊόν υπό τους όρους που τίθενται στον παρόντα και δεν συνιστά απόβλητο υπό την έννοια του άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (L 312) και του Παραρτήματος της απόφασης 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για την αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ' εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (L 226).» Σχόλιο στο Άρθρο 2: Ο εθνικός νόμος κατά τη μεταφορά των διατάξεων της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 (εφεξής “Οδηγία CCS”) όρισε ότι στην χώρα μας θα επιτρέπεται η γεωλογική αποθήκευσης CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς και ότι στην νέα αγορά που δημιουργείται το CO2 αποτελεί προϊόν και όχι απόβλητο. Καταλαβαίνουμε ότι η χορήγηση της άδειας γεωλογικής αποθήκευσης του CO2 σε υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς αποσκοπεί στην επίτευξη των εθνικών στόχων αποθήκευσης όπως διατυπώνονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), καθώς ο Τόπος Αποθήκευσης του Πρίνου φαίνεται να καλύπτει μόλις τα 2,8 Μtn CO2 /έτος. Και η θεώρηση του CO2 ως προϊόν είναι σε αρμονία με τα οριζόμενα στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία. «Άρθρο 3 Ορισμοί (άρθρο 3 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) Για τους σκοπούς του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) Άδεια αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13, με την οποία επιτρέπεται η αποθήκευση CO2 εντός ενός τόπου αποθήκευσης από έναν φορέα εκμετάλλευσης και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της αποθήκευσης. β) Άδεια εξερεύνησης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 10, με την οποία επιτρέπεται η εξερεύνηση ενός συγκροτήματος αποθήκευσης από έναν φορέα εξερεύνησης και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της. γ) Άδεια μεταφοράς: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 7, με την οποία επιτρέπεται η μεταφορά CO2 μέσω του δικτύου μεταφοράς από εγκαταστάσεις δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης ή σε εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2 και καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της αποθήκευσης. δ) Άδεια χρήσης: η διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 6, με την οποία επιτρέπεται η χρήση CO2 και καθορίζονται οι όροι αυτής. ε) Απόβλητα: οι ουσίες που ορίζονται ως απόβλητα στην παρ. 1 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (L 312) και το Παράρτημα της απόφασης 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για την αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 1 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ' εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (L 312). στ) Αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς ή αποθήκευση: η έγχυση που συνοδεύεται από αποθήκευση CO2 σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς. ζ) Αρμόδια αρχή CCS (Carbon Capture and Storage): η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.» (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π. Α.Ε.), η λειτουργία της οποίας διέπεται από το Κεφάλαιο Α’ της Ενότητας Β’ του ν. 4001/2011 (A‘ 179), περί σύστασης της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε. η) Αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσηςη αποθηκευτική δυναμικότητα: ο εκτιμώμενος ανώτατος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης, ο οποίος βασίζεται στα δεδομένα του Παραρτήματος Ι που έχουν συλλεχθεί κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και περιλαμβάνεται στην Άδεια Αποθήκευσης η εκτιμώμενη συνολική αποθηκευτική δυναμικότητα, η οποία βασίζεται στην άδεια αποθήκευσης ή σε τεχνικές μελέτες που έχουν πιστοποιηθεί από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα. θ) Βιομηχανίες δυσχερώς απανθρακοποιήσιμες: οι βιομηχανίες για τις οποίες είναι εξαιρετικά δύσκολη η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, επειδή δεν υπάρχει τεχνολογικά εύκολος τρόπος αντικατάστασης των ορυκτών καυσίμων, ιδίως μέσω εξηλεκτρισμού, ή επειδή υφίστανται εκπομπές CO2 που είναι απολύτως συνυφασμένες με την ίδια τη βιομηχανική διεργασία και δεν αποφεύγονται. ι) Γεωλογικός σχηματισμός: μια λιθοστρωματογραφική υποδιαίρεση μέσα στην οποία ανευρίσκονται και χαρτογραφούνται διακεκριμένα πετρώματα. ια) Δεδομένα δημοσίου: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα γεωλογικά, γεωτρητικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων, οι χάρτες θέσης γεωτρήσεων και τα δεδομένα εισπίεσης και παραγωγής, καθώς και αυτά που αφορούν σε πυρήνες, θρύμματα και διαγραφίες, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, τα οποία ανήκουν στην κυριότητα και τηρούνται από το Ελληνικό Δημόσιο ή την αρμόδια αρχή CCS, πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης εντός συγκροτήματος αποθήκευσης ή των εργασιών αποθήκευσης εντός τόπου αποθήκευσης. ιβ) Διαρροή: οποιαδήποτε διαρροή CO2 από συγκρότημα αποθήκευσης. ιγ) Δίκτυο μεταφοράς: το δίκτυο σωληναγωγών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών σταθμών ανύψωσης της πίεσης για τη μεταφορά CO2 σε τόπο αποθήκευσης, καθώς και σχετικών προσωρινών χώρων αποθήκευσης. ιδ) Διορθωτικά μέτρα: τα μέτρα που λαμβάνονται για να διορθωθούν σημαντικές ανωμαλίες ή να διακοπούν διαρροές, ώστε να προληφθεί ή να σταματήσει η έκλυση CO2 από συγκρότημα αποθήκευσης. ιε) Εγγύηση καλής εκτέλεσης: η χρηματική εγγύηση που καταβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 24 προς εξασφάλιση της υποχρέωσης του φορέα εξερεύνησης ή του φορέα εκμετάλλευσης για καλή εκτέλεση του έργου που έχει αναλάβει. ιστ) Εγκαταστάσεις δέσμευσης: οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται από έναν παραγωγό εκπομπών CO2 για τη δέσμευση των εκπομπών CO2, οι οποίες παράγονται ως αποτέλεσμα βιομηχανικής ή άλλης δραστηριότητας αυτού, εντός της περιμέτρου των εγκαταστάσεών του. ιζ) Εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2: η υποδομή που χρησιμοποιείται για την υγροποίηση των εκπομπών CO2 με σκοπό τη μεταφορά τους σε τόπους αποθήκευσης. Σε αυτές περιλαμβάνονται και τυχόν συναφείς εγκαταστάσεις προσωρινής αποθήκευσης CO2. ιη) Ενδιαφερόμενος: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενδιαφέρεται να υποβάλει αίτηση για τη λήψη άδειας εξερεύνησης ή άδειας αποθήκευσης. ιθ) Ένωση προσώπων: κάθε ένωση, σύμπραξη ή κοινοπραξία φυσικών ή/και νομικών προσώπων. κ) Εξερεύνηση: η αξιολόγηση δυνητικών συγκροτημάτων αποθήκευσης για τους σκοπούς αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, μέσω δραστηριοτήτων απεικόνισης του υπεδάφους, ιδίως μέσω σεισμικών ερευνών ή επέμβασης στο υπέδαφος, γεωτρητικών εργασιών για την απόκτηση γεωλογικών πληροφοριών σχετικά με τα στρώματα που εντοπίζονται στο δυνητικό συγκρότημα αποθήκευσης και, ανάλογα με την περίπτωση, διεξαγωγής δοκιμών έγχυσης για τον ορισμό ενός τόπου αποθήκευσης. κα) Θύσανος CO2: ο όγκος διασποράς CO2 σε γεωλογικό σχηματισμό. κβ) Ιδιόκτητα δεδομένα: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα γεωλογικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά, γεωτρητικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, καθώς και το σχετικό επεξηγηματικό ή/και παράγωγο υλικό, εκτός από τα δεδομένα δημοσίου και τα πρωτογενή δεδομένα, τα οποία τηρούνται από έναν φορέα εξερεύνησης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες εξερεύνησης ή από έναν φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια ή/και αναφορικά με τις εργασίες αποθήκευσης. κγ) Ιδιόκτητα ή ιδιοχρησιμοποιούμενα μικροδίκτυα: τα δίκτυα σωληναγωγών που ανήκουν κατά κυριότητα σε παραγωγό εκπομπών CO2 ή χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από αυτόν εντός των εγκαταστάσεών του ή πλησίον αυτών και συνδέουν τις εγκαταστάσεις εκπομπής CO2 με χώρους υγροποίησης ή προσωρινής αποθήκευσης CO2, προς περαιτέρω μεταφορά του σε τόπους αποθήκευσης. κδ) Κανονισμός τιμολόγησης δικτύου μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής μεταφοράς CO2. κε) Κανονισμός τιμολόγησης τόπου αποθήκευσης CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2. κστ) Κλείσιμο: η οριστική παύση έγχυσης CO2 σε έναν τόπο αποθήκευσης. κζ) Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου Μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής μεταφοράς CO2. κη) Κώδικας Διαχείρισης Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2. κθ) Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την κατανομή της χωρητικότητας σε μια υποδομή αποθήκευσης CO2. κη) Μετά το κλείσιμο: η περίοδος μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή CCS. λ) Μετανάστευση CO2: η κίνηση του θυσάνου CO2 μέσα σε συγκρότημα αποθήκευσης CO2. λα) Μεταφορά CO2: η μεταφορά CO2 από τις εγκαταστάσεις δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης μέσω δικτύου μεταφοράς, με πλοία, φορτηγίδες, τρένα και άλλα μέσα οδικής μεταφοράς, όπως φορτηγά. λβ) Ουσιώδης μεταβολή: οιαδήποτε μεταβολή που δεν προβλέπεται στην άδεια αποθήκευσης, η οποία μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το περιβάλλον ή την υγεία ή την ομαλή λειτουργία της αγοράς στον τομέα της δέσμευσης, χρήσης, μεταφοράς και αποθήκευσης CO2. λγ) Περίοδος μετά το κλείσιμο: η περίοδος μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή CCS. λδ) Πιλοτικοί τόποι αποθήκευσης: οι τόποι αποθήκευσης για τους οποίους έχει εκδοθεί άδεια εξερεύνησης για την κατ’ αρχήν επιλεξιμότητα του τόπου αποθήκευσης και τη διαπίστωση της καταλληλότητάς του όσον αφορά την αποθήκευση CO2, ή άδεια αποθήκευσης ή έχει υποβληθεί αίτηση για την έκδοση των αδειών αυτών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 173 του ν. 4964/2022 (Α’ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. λε) Πρωτογενή δεδομένα: τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα πεδίου, καθώς και το σχετικό επεξηγηματικό υλικό, που σχετίζονται με ορισμένη περιοχή εξερεύνησης ή συγκρότημα αποθήκευσης, στα οποία συμπεριλαμβάνονται γεωλογικά, γεωτρητικά, γεωφυσικά, γεωχημικά, πετροφυσικά δεδομένα, τα δεδομένα μηχανικής ταμιευτήρων και τα δεδομένα εισπίεσης και παραγωγής, καθώς και αυτά που αφορούν σε πυρήνες, θρύμματα και διαγραφίες, σε οποιαδήποτε μορφή και αν παρήχθησαν, και τηρούνται από φορέα εξερεύνησης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες εξερεύνησης ή από φορέα εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια και αναφορικά με τις εργασίες αποθήκευσης. λστ) Ρ.Α.Α.Ε.Υ.: η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, εν προκειμένω, ο Κλάδος Ενέργειας της Αρχής. λζ) Ρεύμα CO2 ή ρεύμα: η ροή ουσιών που προκύπτει από τις διεργασίες δέσμευσης CO2 και τις διεργασίες προσαρμογής σε συγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές μεταφοράς ή αποθήκευσης CO2. λη) Σημαντική ανωμαλία: η ανωμαλία στις εργασίες έγχυσης ή αποθήκευσης ή στις συνθήκες του ίδιου του συγκροτήματος αποθήκευσης, η οποία συνεπάγεται κίνδυνο διαρροής ή κίνδυνο για το περιβάλλον ή την υγεία. λθ) Σημαντικός κίνδυνος: ο συνδυασμός της πιθανότητας πρόκλησης ζημίας και μεγέθους ζημίας που δεν μπορεί να αγνοηθεί χωρίς να απειληθεί η επίτευξη του σκοπού του παρόντος νόμου. μ) Στήλη ύδατος: η κατακόρυφα συνεχής μάζα ύδατος από την επιφάνεια έως τα ιζήματα του πυθμένα ενός υδάτινου σώματος. μα) Συγκρότημα αποθήκευσης: ο τόπος αποθήκευσης και οι γύρω γεωλογικοί χώροι, οι οποίοι μπορεί να επηρεάσουν τη συνολική ακεραιότητα και ασφάλεια της αποθήκευσης. μβ) Τόπος αποθήκευσης: μια κατ’ όγκον καθορισμένη περιοχή μέσα σε γεωλογικό σχηματισμό που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση CO2 και τις συναφείς επιφανειακές και εγχυτικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των χώρων προσωρινής αποθήκευσης, εντός του συγκροτήματος αποθήκευσης. μγ) Υδραυλική μονάδα: ο υδραυλικά συνδεδεμένος πορώδης χώρος, όπου η μεταφορά της πίεσης μπορεί να μετρηθεί με τεχνικά μέσα, ο οποίος περιορίζεται από αδιαπέραστα φράγματα, ιδίως πετρώματα, ρήγματα, αλατούχους θόλους ή λιθολογικά όρια ή από τομές του σχηματισμού που δημιουργούνται με την επιφάνεια της γης. μδ) Υποθαλάσσιες περιοχές: οι υποθαλάσσιες περιοχές όπως ορίζονται κατά την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2289/1995 (A’ 147). με) Υφάλμυροι υπόγειοι υδροφορείς: οι υπόγειοι γεωλογικοί σχηματισμοί οι οποίοι αποτελούνται από διαπερατά πετρώματα, που είναι κορεσμένα με ύδατα υψηλής περιεκτικότητας σε άλατα, τα οποία δεν είναι κατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση ή άλλες χρήσεις (ιδίως γεωργικές) χωρίς σημαντική επεξεργασία και οι οποίοι μπορούν να αξιοποιούνται για τη γεωλογική αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής και υδατικής νομοθεσίας και τις προδιαγραφές του Διεθνούς Οργανισμού Πιστοποίησης (International Organization for Standardization – ISO). μστ) Φορέας εκμετάλλευσης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια αποθήκευσης και εκμεταλλεύεται τόπο αποθήκευσης CO2. μζ) Φορέας εξερεύνησης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια εξερεύνησης και έχει αποκλειστικό δικαίωμα να προβεί σε εργασίες εξερεύνησης εντός ορισμένου συγκροτήματος αποθήκευσης CO2.» Σχόλιο στο Άρθρο 3: Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο Νόμου είναι σε αρμονία με τους ορισμούς που περιλαμβάνονται στην Οδηγία CCS. Συνεπώς οι παρατηρήσεις μας αφορούν σε δύο ορισμούς που δεν περιλαμβάνονται στους ορισμούς της Οδηγίας CCS: (α) στον ορισμό της Αρμόδιας Αρχής CCS και (β) στον ορισμό του Αρχικά Εκτιμώμενου Επιτρεπόμενου Ρυθμού Έγχυσης. Ο πρώτος ορισμός αφορά στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε.» (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π. Α.Ε.). Παρόλα αυτά στις αρμόδιες αρχές για το παρόν Σχέδιο Νόμου θα πρέπει να προστεθεί και ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (Ρ.Α.Α.Ε.Υ.) καθώς όπως προαναφέραμε σκοπός του νόμου δεν είναι μόνο η περιβαλλοντικά ασφαλής μεταφορά του CO2 αλλά και η δημιουργία αγοράς CO2 για την οποία κατάλληλη τεχνογνωσία διαθέτει ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (Ρ.Α.Α.Ε.Υ.)-εξάλλου και η Οδηγία CCS επιτρέπει τον καθορισμό παραπάνω από μίας αρμόδιες αρχές οι οποίες συνεργάζονται μεταξύ τους στο πλαίσιο ενός Μνημονίου Συνεργασίας (κατά το παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου). Ο δεύτερος ορισμός αφορά στην αλλαγή της Αρχικά Εκτ ιμώμενης Αποθηκευτικής Δυναμικότητας στον πιο ορθό κατά την άποψη μας ορισμό του Αρχικά Εκτιμώμενου Επιτρεπόμενου Ρυθμού Έγχυσης ως του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης ενός Τόπου Αποθήκευσης όπως αυτός προσδιορίζεται από τα στοιχεία του Παραρτήματος Ι του παρόντος Σχεδίου Νόμου, τα οποία αντλούνται κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και δύναται είτε να περιλαμβάνεται ως στοιχείο της Άδειας Αποθήκευσης μαζί με τα άλλα τεχνικά στοιχεία της συνολικής ποσότητας CO 2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον Τόπο Αποθήκευσης, τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και την ανώτατη επιτρεπόμενη πίεση έγχυσης·, είτε να προκύπτει από τεχνική μελέτη ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα η οποία έχει κατατεθεί από τον Φορέα Εξερεύνησης στην ΕΔΕΥΕΠ και έχει λάβει την σχετική πιστοποίηση από την ΕΔΕΥΕΠ. Ο ορισμός του Αρχικά Εκτιμώμενου Επιτρεπόμενου Ρυθμού Έγχυσης είναι πολύ σημαντικός καθώς προσδιορίζει τον τρόπο ανάπτυξης της δραστηριότητας της αποθήκευσης. «Άρθρο 4 Αρμόδιες Αρχές - Αρμόδια αρχή CCS (άρθρο 23 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) Αρμόδιεςα αρχέςή για την εφαρμογή του παρόντος ορίζονεται η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε. (Ε.Δ.Ε.Υ.Ε.Π.) και ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) . Στο πλαίσιο του παρόντος ηΗ ΕΔΕΥΕΠ θα αναφέρεται ως αρμόδια αρχή CCS, ενώ ο Κλάδος Ενέργειας της ΡΑΑΕΥ ως ΡΑΑΕΥ και μεταξύ τους θα συνεργάζονται σύμφωνα με Μνημόνιο Συνεργασίας που θα προσδιορίσει επακριβώς τις αρμοδιότητες του κάθε μέρους και τον τρόπο συνεργασίας του. Οι αρμόδιες αρχές θα συνεργάζονεται επί ειδικότερων ζητημάτων με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή άλλων Υπουργείων ή φορέων του δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), σύμφωνα με τον παρόντα.» Σχόλιο στο Άρθρο 4: Όπως έχουμε ήδη αναφέρει το παρόν Σχέδιο Νόμου εκτός από τους κανόνες για την περιβαλλοντικά ασφαλή διαχείριση του CO2 ορίζει και τους κανόνες αγοράς του CO2. Για τον λόγο αυτό μάλιστα στο Άρθρο 3 που περιλαμβάνονται όλοι οι ορισμοί, έχουν συμπεριληφθεί οι ακόλουθοι ορισμοί: 1) Κανονισμός τιμολόγησης δικτύου μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής μεταφοράς CO2. 2) Κανονισμός τιμολόγησης τόπου αποθήκευσης CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2. 3) Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου Μεταφοράς CO2: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής μεταφοράς CO2. 4) Κώδικας Διαχείρισης Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση μιας υποδομής αποθήκευσης CO2. 5) Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας Τόπου Αποθήκευσης: η διοικητική πράξη που ρυθμίζει ζητήματα που σχετίζονται με την κατανομή της χωρητικότητας σε μια υποδομή αποθήκευσης CO2. οι οποίοι αφορούν σε κανονιστικά κείμενα της δευτερογενούς νομοθεσίας και αποτελούν σύμφωνα με την παρ.10 του Άρθρου 40 του παρόντος Αποφάσεις της ΡΑΑΕΥ. Συνεπώς όλο το πλαίσιο της οικονομικής διαχείρισης της αλυσίδας αξίας του CCS που αφορά (α) στη μεταφορά μέσω δικτύου αγωγών και (β) στην αποθήκευση του CO2 καθορίζεται από την ΡΑΑΕΥ. Η εν λόγω αρμοδιότητα είναι απόλυτα τεκμηριωμένη καθώς και τα δίκτυα αγωγών αλλά και οι Τόποι Αποθήκευσης αφορούν σε ενεργειακές υποδομές οι οποίες διαθέτουν χαρακτηριστικά φυσικού μονοπωλίου και των οποίων η δραστηριότητα οφείλει να ρυθμιστεί από τη ΡΑΑΕΥ. Συνεπώς ο ρόλος της ΡΑΑΕΥ είναι κομβικής σημασίας και κατ’ επέκταση πρέπει να της χορηγηθούν αρμοδιότητες ως αρμόδια αρχή για την οικονομική διαχείριση, παρακολούθηση και εποπτεία της νέας αγοράς του CO2. “Άρθρο 7 Μεταφορά διοξειδίου του άνθρακα 1. Η μεταφορά CO2 εκτός της περιμέτρου των εγκαταστάσεων δέσμευσης σε τόπο αποθήκευσης ή σε ενδιάμεσους τόπους επεξεργασίας CO2, ιδίως σε εγκαταστάσεις υγροποίησης CO2, μέσω του δικτύου μεταφοράς, επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν λάβει άδεια μεταφοράς. Η άδεια μεταφοράς εκδίδεται: α) στην περίπτωση συστήματος μεταφοράς CO2 από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS και β) στην περίπτωση που η μεταφορά γίνεται με άλλο μέσο από την αρμόδια αρχή, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS. 2. Οι μεταφορείς κατά την παραλαβή του CO2 που προορίζεται να εγχυθεί σε τόπο αποθήκευσης χορηγούν στους παραγωγούς εκπομπών CO2 πιστοποιητικό προέλευσης (πιστοποιητικό μεταφοράς), το οποίο περιλαμβάνει: α) τα στοιχεία του φορέα πιστοποίησης, β) την ημερομηνία έκδοσης, γ) τα στοιχεία του κατόχου άδειας δέσμευσης από τον οποίο παρέλαβαν το αέριο, δ) στοιχεία ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ρεύματος, σε συμμόρφωση με το άρθρο 17, και ε) στοιχεία ως προς την ποσότητα που παρέλαβαν.” Σχόλιο στο Άρθρο 7: Η θέσπιση της υποχρέωσης έκδοσης άδειας μεταφοράς σε οτιδήποτε άλλο πλην των δικτύων μεταφοράς φαίνεται ότι δεν ακολουθεί τη διεθνή πρακτική, καθώς αφενός και στη μεταφορά του φυσικού αερίου με οποιοδήποτε άλλο μέσο πλην των δικτύων μεταφοράς δεν απαιτείται άδεια μεταφοράς και αφετέρου στην ναυτιλία δεν υφίσταται η έννοια της άδειας μεταφοράς αλλά σε ειδικές κατηγορίες φορτίων απαιτείται η λήψη ειδικών εγκρίσεων φόρτωσης ανά λιμένα ταυτόχρονα με την έκδοση ειδικών πιστοποιητικών ασφάλειας των πλοίων & ειδικών πιστοποιητικών καταλληλότητας φορτίου. Γενικότερα η φύση του προϊόντος που μεταφέρεται καθορίζει και τις υποχρεώσεις αδειοδότησης. Παράλληλα, στην ναυτιλία η μεταφορά του CO2 ως απόβλητου έχει εξειδικευτεί από τη διεθνή νομολογία μέσω του London Protocol, όπου επιτρέπεται ρητά η διασυνοριακή μεταφορά CO₂ με πλοία για αποθήκευση κάτω από τον βυθό, εφόσον το CO₂ πληροί συγκεκριμένες καθαρότητες και λαμβάνονται μέτρα παρακολούθησης σύμφωνα και με την Οδηγία CCS, μέσω διακρατικής συμφωνίας. Σχετικές ρυθμίσεις που αφορούν στη Διασυνοριακή συνεργασία έχουν συμπεριληφθεί στο Σχέδιο Νόμου στο Άρθρο 29. Αντίθετα για τη μεταφορά του CO2 στα εθνικά ύδατα κάθε χώρας δεν φαίνεται να απαιτείται ο προσδιορισμός κάποια πρόσθετης αδειοδοτικής υποχρέωσης. Οπότε λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο του νόμου το CO2 ορίζεται ως προϊόν και όχι ως απόβλητο θεωρητικά θα έπρεπε να απλοποιείται περαιτέρω η αδειοδοτική διαδικασία της μεταφοράς του. Το κανονιστικό πλαίσιο ΙΜΟ/ΜARPOL/IGC ορίζει ότι τα πλοία που μεταφέρουν CO₂ υπό πίεση ή ψύξη πρέπει να είναι πιστοποιημένα ως “gas carriers”, με «Certificate of Fitness» για το συγκεκριμένο φορτίο. Επίσης, η Οδηγία CCS ως μέσο μεταφοράς που υπόκειται σε κανόνες ρύθμισης αναγνωρίζει μόνο το δίκτυο μεταφοράς CO2 μέσω αγωγών και αναφέρει το ακόλουθο ορισμό "ως «δίκτυο μεταφοράς» νοείται το δίκτυο σωληναγωγών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών σταθμών ανύψωσης της πίεσης για τη μεταφορά CO2 στον τόπο αποθήκευσης". Ο ίδιος ορισμός έχει μεταφερθεί ορθά στο Άρθρο 3 του παρόντος Σχεδίου Νόμου. Τέλος, στην Δημόσια Διαβούλευση της ΕΕ για την δημιουργία της νομοθετικής πράξης για την αγορά του CO2 αναγνωρίζονται και τα πλοία ως μέσο μεταφοράς, δεν περιλαμβάνεται όμως κανένα ερώτημα που να περιέχει τη ρύθμιση αυτών. Συνεπώς ότι αφορά τη μεταφορά με άλλο μέσο πλην του δικτύου μεταφοράς δεν πρέπει να είναι αντικείμενο ρύθμισης του εν λόγω Σχεδίου Νόμου. Η μόνη ρύθμιση η οποία αφορά τη μεταφορά του CO2 με πλοία και πρέπει να εκδοθεί στο πλαίσιο του Σχέδιου Νόμου αφορά στην έκδοση πιστοποιητικών μεταφοράς κατά την έκδοση καταλληλότητας φορτίου που σχετίζεται με τις προδιαγραφές του CO2, καθώς το μόνο που θα πρέπει να ρυθμιστεί για τη μεταφορά μέσω πλοίων είναι η διασφάλιση της διαλειτουργικότητας της αλυσίδας μέσω της κατοχύρωσης κάποιων πιστοποιητικών σχετικά με την καθαρότητα του CO2. Οι εν λόγω ρυθμίσεις περιλαμβάνονται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 7. «Άρθρο 9 Χωροθέτηση δυνητικών τόπων αποθήκευσης (άρθρο 4 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Μετά την έκδοση της απόφασης της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40, αξιολογείται, από τεχνική άποψη, ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης η κατ’ αρχήν διαθέσιμη αποθηκευτική ικανότητα και χωροθετούνται δυνητικοί τόποι αποθήκευσης, στην περιοχή που ορίστηκε με την απόφαση αυτή. Η αξιολόγηση και η χωροθέτηση γίνονται με τα δεδομένα του Παραρτήματος Ι που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και τη διενέργεια τεχνικής μελέτης ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα η οποία έχει κατατεθεί από τον Φορέα Εξερεύνησης στην αρμόδια αρχή CCS και έχει λάβει την σχετική πιστοποίηση από την αρμόδια αρχή CCS: α) μετά από εξερεύνηση, σύμφωνα με το άρθρο 10 ή β) με πρωτοβουλία της αρμόδιας αρχής CCS. 2. Ένας δυνητικός τόπος αποθήκευσης χωροθετείται εάν, υπό τις προτεινόμενες προϋποθέσεις χρήσης, δεν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος διαρροής, ούτε σημαντικός κίνδυνος για το περιβάλλον ή την υγεία, ούτε τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας.» Σχόλιο στο Άρθρο 9: Ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης είναι ένα καθοριστικό μέγεθος το οποίο για τον προσδιορισμό του απαιτείται η επεξεργασία των δεδομένων του Παραρτήματος Ι που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και αξιοποιούνται από τον Φορέα Εξερεύνησης και πιστοποιούνται μέσω ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα από την Αρμόδια Αρχή CCS προκειμένου ο Υπουργός να αποφασίσει σχετικά με τον προσδιορισμό του συνεκτιμώντας: (α) τη χωρητικότητα αποθήκευσης, η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί, σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τόπου Αποθήκευσης και υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται αρνητική επενέργεια για την περιβαλλοντικά ασφαλή αποθήκευση CO2, (β) το ποσοστό των υποχρεώσεων που έχει η χώρα για μείωση του CΟ2 κατ` εφαρμογή διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών και ενωσιακών νομοθετικών πράξεων και τις οποίες σκοπεύει να εκπληρώσει μέσω της δέσμευσης και της αποθήκευσης CΟ2, (γ) την εύλογη ζήτηση (δ) την ανάγκη του φορέα εκμετάλλευσης να αρνηθεί την πρόσβαση λόγω ασυμβατότητας τεχνικών προδιαγραφών, η οποία δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπισθεί, (ε) την ανάγκη κάλυψης των δεόντως τεκμηριωμένων εύλογων αναγκών του φορέα εκμετάλλευσης και των συμφερόντων των άλλων χρηστών του τόπου αποθήκευσης ή των συναφών μονάδων διεργασίας ή χειρισμού που μπορεί να επηρεαστούν. Συνεπώς ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης θα προσδιορίσει: (α) την αίτηση για την Άδεια Αποθήκευσης που θα υποβάλλει ο Φορέας Εκμετάλλευσης και (β) τον τρόπο ανάπτυξης της δραστηριότητας του Τόπου Αποθήκευσης δλδ αν είναι ρυθμιζόμενη ή ανταγωνιστική δραστηριότητα. Ειδικότερα, σε περίπτωση που ο Φορέας Εκμετάλλευσης υποχρεωθεί από την Πολιτεία για την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης σε ρυθμό έγχυσης μεγαλύτερο από αυτόν που υπέβαλλε αρχικά αίτηση για Άδεια Αποθήκευσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Οδηγία CCS και ειδικότερα στην παρ. 4 του άρθρου 21 «Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης που αρνείται την πρόσβαση λόγω έλλειψης δυναμικότητας ή έλλειψης σύνδεσης πραγματοποιεί αναγκαίες βελτιώσεις εφόσον συμφέρει οικονομικώς ή όταν ο υποψήφιος πελάτης προθυμοποιείται να τις καλύψει οικονομικώς, υπό τον όρο ότι αυτό δεν θα είχε αρνητικές επιπτώσεις για την περιβαλλοντική ασφάλεια της μεταφοράς και αποθήκευσης CO 2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς.» θα πρέπει η Πολιτεία να θεσπίσει Κανονισμό Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης που να διασφαλίζει τους οικονομικούς όρους της επένδυσης. Συνεπώς σε μία τέτοια περίπτωση η παρέμβαση του Κράτους είναι καθοριστική και η δραστηριότητα της αποθήκευσης του εν λόγω Τόπου Αποθήκευσης ορίζεται ως ρυθμιζόμενη. Εκ των ανωτέρω αναδεικνύεται η σημασία προσδιορισμού του αρχικά εκτιμώμενου ρυθμού έγχυσης και τεκμηριώνεται η ανάγκη να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στα δεδομένα που συλλέγονται από τον Φορέα Εξερεύνησης κατά τη διάρκεια της Άδειας Εξερεύνησης και επεξεργάζονται στο πλαίσιο τεχνικής μελέτης που πιστοποιείται από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα για την Αρμόδια Αρχή CCS. “Άρθρο 10 Άδειες εξερεύνησης (άρθρο 5 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Η εξερεύνηση ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που έχουν λάβει άδεια εξερεύνησης από την αρμόδια αρχή CCS. 2. Ο κάτοχος άδειας εξερεύνησης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εξερεύνησης του δυνητικού τόπου αποθήκευσης για τον οποίο χορηγήθηκε η άδεια. Δεν επιτρέπεταιαπαγορεύεται η χορήγηση άδειας για άλλη χρήση του εν λόγω τόπου κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας εξερεύνησης, εφόσον, κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής CCS, αφορά σε αντικρουόμενη χρήση του συγκροτήματος κατά τη διαδικασία αδειοδότησης.δεν παρεμποδίζει τις εργασίες εξερεύνησης ή άλλες δραστηριότητες που τελούνται νομίμως σε αυτόν. 3. Η αίτηση για την έκδοση άδειας εξερεύνησης υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή CCS. 4. Εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 40 η αρμόδια αρχή CCS, εφόσον η αίτηση της παρ. 3 του παρόντος πληρεί τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 9, ή με δική της πρωτοβουλία, εκδίδει διακήρυξη διεθνούς ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διακήρυξη αφορά στην εξερεύνηση ενός (1) ή περισσότερων δυνητικών τόπων αποθήκευσης και ορίζει: α) την προθεσμία υποβολής αιτήσεων από τους ενδιαφερόμενους, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δυο (2) μηνών, β) τα ελάχιστα στοιχεία που περιλαμβάνει η αίτηση συμμετοχής, όπως αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, καθώς και γ) κάθε άλλο πρόσθετο στοιχείο, έγγραφο και δικαιολογητικό που απαιτείται. 5. Δικαίωμα υποβολής αίτησης για την έκδοση άδειας εξερεύνησης ή συμμετοχής στη διαδικασία της παρ. 4 έχουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, εφόσον τα ίδια ή, σε περίπτωση ένωσης προσώπων, τα μέλη αυτών, είναι εγκατεστημένα σε: α) κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, β) τρίτες χώρες που έχουν συνάψει πολυμερείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες με την Ε.Ε. στους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος. 6. Τα ελάχιστα κριτήρια επιλογής των ενδιαφερομένων ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ. Με τη διακήρυξη της παρ. 4, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να ορίσει πρόσθετα κριτήρια επιλογής. 7. Η άδεια εξερεύνησης περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ. Η διάρκεια ισχύος της δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη. 8. Η άδεια εξερεύνησης δημοσιεύεται, εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται με την ίδια μορφή στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της αρμόδιας αρχής CCS. 9. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την εξερεύνηση ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης, ιδίως οι μετρήσεις, οι μελέτες και τα πορίσματα, υποβάλλονται από τον φορέα εξερεύνησης στην αρμόδια αρχή CCS. 10. Βάσει των στοιχείων της παρ. 9, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, αποφασίζει για τη χωροθέτηση του δυνητικού τόπου αποθήκευσης ως τόπου αποθήκευσης.” Σχόλιο στο Άρθρο 10: Επαναφέραμε στην παράγραφο 2 του Άρθρου 10 την διατύπωση της Οδηγίας CCS, καθώς θεωρούμε ότι η χορήγηση άδειας εξερεύνησης και/ή άδειας αποθήκευσης θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά για τον σκοπό της αποθήκευσης CO₂, ώστε να αποφεύγονται τυχόν συγκρούσεις με άλλους πόρους. «Άρθρο 12 Κατά προτεραιότητα δικαίωμα αποθήκευσης του φορέα εξερεύνησης (παρ. 3 άρθρου 6 και άρθρα 7, 8 και 9 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Η εκμετάλλευση ενός τόπου αποθήκευσης επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν λάβει άδεια αποθήκευσης, από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, κατά το παρόν και το άρθρο 13. 2. Ο κάτοχος άδειας αποθήκευσης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εκμετάλλευσης του τόπου αποθήκευσης για τον οποίο του χορηγήθηκε η άδεια. Δεν επιτρέπονταιαπαγορεύονται άλλες χρήσεις του εν λόγω τόπου αποθήκευσης κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας, εάν η αρμόδια αρχή CCS κρίνει ότι αφορούν σε αντικρουόμενη χρήση του συγκροτήματος κατά τη διαδικασία αδειοδότησηςδεν παρεμποδίζουν την αποθήκευση, ή άλλες δραστηριότητες που τελούνται νομίμως σε αυτόν. 3. Ο φορέας εξερεύνησης ενός δυνητικού τόπου αποθήκευσης έχει προτεραιότητα για τη λήψη άδειας αποθήκευσης για τον τόπο αυτό, αν σωρευτικά έχει: α) τηρήσει τους όρους της άδειας εξερεύνησης και τις διατάξεις του παρόντος, β) ολοκληρώσει την εξερεύνηση του δυνητικού τόπου αποθήκευσης, γ) υποβάλει τα στοιχεία, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 10, δ) υποβάλει αίτηση, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ, για την έκδοση άδειας αποθήκευσης πριν από τη λήξη της άδειας εξερεύνησης. 4. Η άδεια αποθήκευσης εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, εντός δώδεκα (12) μηνών από την υποβολή της αίτησης, αν σωρευτικά: α) ο αιτών φορέας πληροί τις προϋποθέσεις της παρ. 3, β) η αίτηση περιλαμβάνει τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, γ) ο αιτών φορέας διαθέτει χρηματοοικονομική επάρκεια, τεχνική καταλληλότητα και προσωπικό με υψηλό επίπεδο επαγγελματικής και τεχνικής εκπαίδευσης που επιτρέπουν τη λειτουργία και την παρακολούθηση του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος, δ) στην περίπτωση περισσότερων του ενός τόπων αποθήκευσης στην ίδια υδραυλική μονάδα, οι δυνητικές αλληλεπιδράσεις πίεσης είναι τέτοιες, ώστε και οι δύο τόποι να μπορούν συγχρόνως να πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος, ε) έχει εξετασθεί η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με το άρθρο 14. 5. Εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 3, ο φορέας εξερεύνησης χάνει την προτεραιότητά του ως προς τον συγκεκριμένο τόπο αποθήκευσης. 6. Ο φορέας εκμετάλλευσηςαποθήκευσης επιβαρύνεται με ειδικό τέλος που αντιστοιχεί σε δύο (2) ευρώ ανά τόνο (€/τόνο) επί του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης που περιλαμβάνεται στην Άδεια Αποθήκευσης του Τόπου Αποθήκευσης αποθηκευμένου CO2 και διατίθεται προς τον σκοπό ανταποδοτικότητας προς όφελος των τοπικών κοινωνιών. Το ειδικό τέλος αποδίδεται στους δικαιούχους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού πριν από την έναρξη της διαδικασίας έγχυσης του CO2 και αφορά στην καθ’ όλη τη διάρκεια ανάπτυξης του έργου. 7. Αν, σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση της παρ. 7 του Άρθρου 27 ο αρχικά εκτιμώμενος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης είναι μεγαλύτερος βάσει προκαταρκτικών μελετών και άλλων πληροφοριών του φακέλου του έργου, προκύπτει μεγαλύτερη χωρητικότητα του τόπου αποθήκευσης και δυνατότητα έγχυσης και αποθήκευσης όγκων CO2 μεγαλύτερων από τονυς αναφερόμενους στην αίτηση έκδοσης άδειας αποθήκευσης του Φορέα Εξερεύνησης, τότε η ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης θεωρείται ως υποβέλτιστη και το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, υποχρεώνει εφόσον εκτιμά, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS, ότι υφίσταται η αντίστοιχου μεγέθους ζήτηση, δύναται να ζητήσει από τον φορέα εξερεύνησης για την υποβολή αναθεωρημένων μελετών εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, προκειμένου να αξιολογηθεί εκ νέου ο ανώτατος επιτρεπόμενος ρυθμός έγχυσης η διαθέσιμη δυναμικότητα του τόπου αποθήκευσης και να επαναπροσδιοριστούν: α) η συνολική ποσότητα CO2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον τόπο αποθήκευσης, β) τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και γ) οι ανώτατοι επιτρεπόμενοι ρυθμοί και πιέσεις έγχυσης για την έκδοση της άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες απαιτήσεις. 8. Αφού λάβει υπόψη και τα αποτελέσματα των μελετών αυτών, το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εκδίδει άδεια αποθήκευσης, στην οποία συμπεριλαμβάνει δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την προσαρμογή του τόπου αποθήκευσης στα αναθεωρημένα τεχνικά χαρακτηριστικά. Αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν προβεί, εντός ευλόγου χρόνου, στις ενέργειες που απαιτούνται για την αποτελεσματική συμμόρφωσή του, προς την υποχρέωση ανάπτυξης του τόπου αποθήκευσης, βάσει του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσηςτης συνολικής χωρητικότητάς του, και εφόσον η καθυστέρηση αυτή δεν οφείλεται σε ανωτέρα βία ή άλλη αντικειμενική αδυναμία, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκηρύσσει διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση της χρηματοδότησης των σχετικών έργων ή της κατασκευής και χρηματοδότησής τους σε τρίτο, σύμφωνα με το άρθρο 13. Περαιτέρω, η αρμόδια αρχή CCS δύναται να επιβάλει ποινική ρήτρα για κάθε μήνα καθυστέρησης, λαμβάνοντας υπόψη τις δαπάνες για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2, στις οποίες εκτίθενται οι δικαιούχοι χρήστες του τόπου αποθήκευσης. 9. Εντός είκοσι (20) ημερών από την έκδοσή της, η απόφαση με την οποία χορηγείται άδεια αποθήκευσης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου και της αρμόδιας αρχής CCS με την ίδια μορφή.» Σχόλιο στο Άρθρο 12: Επαναφέραμε στην παράγραφο 2 του Άρθρου 12 την διατύπωση της Οδηγίας CCS, καθώς θεωρούμε ότι η χορήγηση άδειας εξερεύνησης και/ή άδειας αποθήκευσης θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά για τον σκοπό της αποθήκευσης CO₂, ώστε να αποφεύγονται τυχόν συγκρούσεις με άλλους πόρους. Αναδιατυπώσαμε την παράγραφο 6 προκειμένου να ορίζεται με σαφήνεια ότι το εν λόγω ανταποδοτικό τέλος που θεσπίζεται προς όφελος της τοπικής κοινωνίας (α) υπολογίζεται επί του ανώτατου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης που αναφέρεται στην Άδεια Αποθήκευσης του Τόπου Αποθήκευσης, (β) καταβάλλεται στους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού πριν την έναρξη της εμπορικής λειτουργίας του Τόπου Αποθήκευσης και την έγχυση CO2 στον γεωλογικό σχηματισμό και (γ) αφορά στο χρονικό διάστημα κατασκευής/ανάπτυξης του Τόπου Αποθήκευσης. Τέλος συνδέσαμε την υποχρέωση που ορίζει η παρ.4 του άρθρου 21 της Οδηγίας για την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης σε μεγαλύτερο ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης με την Υπουργική Απόφαση της παρ.7 του άρθρου 27 (όπως αναδιατυπωμένο το προτείνουμε στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης του παρόντος Σχεδίου Νόμου) σχετικά με τον αρχικά εκτιμώμενο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης. Ειδικότερα συσχετίσαμε την επιβολή της υποχρέωσης στον Φορέα Εξερεύνησης για υποβολή αιτήματος για Άδεια Αποθήκευσης στον ανώτατο επιτρεπτό ρυθμό έγχυσης εφόσον (α) τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τόπου Αποθήκευσης το επιτρέπουν και (β) έχει εκτιμηθεί ότι υφίσταται η εύλογη ζήτηση για την κάλυψη αυτού. Ταυτόχρονα η Πολιτεία σε μια τέτοια περίπτωση επιβολής στον Φορέα Εξερεύνησης για ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης σε μεγαλύτερο επιτρεπτό ρυθμό έγχυσης μεριμνά για την οικονομική αποδοτικότητα της επένδυσης καθιστώντας τη δραστηριότητα αποθήκευσης ως ρυθμιζόμενη δραστηριότητα. Τέλος, η Πολιτεία για τη διασφάλιση του ταυτοχρονισμού των έργων δέσμευσης με την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης και την επίτευξη του ανώτατου επιτρεπτού ρυθμού έγχυσης ορίζει χρονοδιάγραμμα το οποίο αφενός καθορίζει στον μεγαλύτερο βαθμό την πρόσβαση στον Τόπο Αποθήκευσης και αφετέρου επιβάλει ποινικές ρήτρες σε περίπτωση μη τεκμηριωμένης απόκλισης από αυτό. «Άρθρο 16 Μεταβολές, επανεξέταση, επικαιροποίηση Διάρκεια και ανάκληση της άδειας αποθήκευσης (παρ. 3 και 4 άρθρου 11 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Η διάρκεια της άδειας δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από είκοσι πέντε (25) έτη, ούτε να είναι μικρότερη από είκοσι (20) χρόνια από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2. Η άδεια αποθήκευσης δύναται να ανανεώνεται ανά πέντε (5) έτη με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, ύστερα από αίτηση του φορέα εκμετάλλευσης, που υποβάλλεται προς το όργανο αυτό και την αρμόδια αρχή CCS, έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη της ισχύουσας άδειας. 13. Το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας επανεξετάζει και, εάν απαιτείται, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, επικαιροποιεί ή, αν συντρέχει σοβαρή παραβίαση του παρόντος ή υποτροπή, ως έσχατο μέτρο ειδικώς για τις περ. α), β) και γ), ανακαλεί την άδεια αποθήκευσης αν: α) έχουν διαπιστωθεί διαρροές ή σημαντικές ανωμαλίες, σύμφωνα με το άρθρο 21, οι οποίες δεν έχουν αντιμετωπισθεί επαρκώς, β) από τις υποβαλλόμενες εκθέσεις, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 ή τις επιθεωρήσεις που διενεργούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20, προκύπτει η μη συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις της άδειας ή η ύπαρξη κινδύνου διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών, γ) ο φορέας εκμετάλλευσης αδυνατεί να τηρήσει τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας, δ) κρίνεται αναγκαίο, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των περ. α) έως δ), η επικαιροποίηση της άδειας είναι δυνατή πέντε (5) έτη από τη χορήγησή της και στη συνέχεια ανά δεκαετία. 1. 4. Στις περ. α) έως δ) της παρ. 3, η αρμόδια αρχή CCS καλεί τον φορέα εκμετάλλευσης να υποβάλει τις απόψεις του, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45). Αν, κατόπιν έρευνας, η αρμόδια αρχή CCS διαπιστώσει αιτιολογημένα τη συνδρομή των περιστάσεων των περ. α) έως δ) της παρ. 3, συντάσσει πρακτικό, με το οποίο καλεί τον φορέα εκμετάλλευσης σε συμμόρφωση, κατά περίπτωση, με τη λήψη μέτρων αποκατάστασης ή μέτρων μέσω των οποίων είναι εφικτή η αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης, ανάγκης, μέσα σε εύλογη προθεσμία, η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες. Αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν συμμορφωθεί μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, η αρμόδια αρχή CCS εισηγείται στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας την ανάκληση της άδειας αποθήκευσης. Επίσης, η αρμόδια αρχή CCS διαβιβάζει το πρακτικό του πρώτου εδαφίου στην, κατά το άρθρο 20 του ν. 4014/2011 (Α’ 209), αρμόδια αρχή, προκειμένου να λάβει τα μέτρα της αρμοδιότητάς της. 1.2. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή CCS διαπιστώσει είτε τη μεταβολή των όρων της Άδειας Αποθήκευσης σε όρους που θίγουν τα συμφέροντά των Χρηστών και περιορίζουν τη δυνατότητα έγχυσης του CO2 που δεσμεύουν στον Τόπο Αποθήκευσης, είτε ότι περιστατικά που απαιτούν τη λήψη μέτρων αποκατάστασης ή μέτρων μέσω των οποίων είναι εφικτή η αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας, βάσει των πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης, ανάγκης λαμβάνουν χώρα με αυξημένη συχνότητα ή έχουν διάρκεια αποκατάστασης μεγαλύτερης των τριών (3) μηνών χορηγείται στον Χρήστη του Τόπου Αποθήκευσης η δυνατότητα λύσης της Σύμβασης με τον Τόπο Αποθήκευσης υπό ευνοϊκούς όρους. 5. Αν ανακληθεί μια άδεια κατ’ εφαρμογή των παρ. 3 και 4, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται: α) να αποφασίσει, βάσει του άρθρου 12, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας αρχής CCS, την έκδοση διακήρυξης για διεθνή ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία με σκοπό τη χορήγηση άδειας αποθήκευσης στον τόπο αυτό, ή β) να εκδώσει απόφαση για το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 22. 6. Έως την έκδοση νέας άδειας αποθήκευσης, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναλαμβάνει προσωρινά όλες τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με την εφαρμογή των κριτηρίων αποδοχής, αν αποφασίσει να συνεχίσει: α) την έγχυση CO2 στον τόπο αποθήκευσης, β) την παρακολούθηση και την εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ, γ) την επιστροφή των δικαιωμάτων σε περιπτώσεις διαρροής, δυνάμει της υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής «Αντικατάσταση τη’ αρ. 181478/965/2017 (Β' 3763) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών – Κατάργηση: α) της υπ’ αρ. 6517/425/2019 (Β’ 390) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – Περιβάλλοντος και Ενέργειας – Υποδομών και Μεταφορών και β) της υπ’ αρ. 105040/2297/14.11.2019 (Β’ 4315) …….. 7.Για τις δαπάνες της παρ.6 η αρμόδια αρχή CCS αξιοποιεί τη χρηματική εγγύηση του Άρθρου 24. Αν εκδοθεί απόφαση για το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. α) της παρ.1 του άρθρου 22, εφαρμόζεται η παρ.5 του άρθρου 24. 8. Εντός είκοσι (20) ημερών από την απόφαση που εκδίδεται για την ανάκληση της άδειας αποθήκευσης, δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου και της αρμόδιας αρχής CCS στην ίδια μορφή.» Σχόλιο στο Άρθρο 16: Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 11 της Οδηγίας CCS δεν υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τη διάρκεια της Άδειας Αποθήκευσης. Παρ’ όλα αυτά, όπως επίσης αναφέρεται στο Κατευθυντήριο Έγγραφο 1 της Οδηγίας CCS, γίνεται διάκριση μεταξύ της Περιόδου Ανάπτυξης του Έργου Αποθήκευσης (2–4 έτη) και της Περιόδου Λειτουργίας (10–30 έτη). Από το Κατευθυντήριο Έγγραφο προκύπτει ότι η διάρκεια της Άδειας Αποθήκευσης κυμαίνεται μεταξύ 12 και 34 ετών. Παρόλα αυτά, η διάρκεια της λειτουργίας του Τόπου Αποθήκευσης είναι παράμετρος που επηρεάζεται από τον ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης, δεδομένου ότι η χωρητικότητα του Τόπου Αποθήκευσης παραμένει η ίδια. Επίσης, η διάρκεια του Τόπου Αποθήκευσης δεν αναφέρεται ούτε στο ελάχιστο περιεχόμενο της Άδειας Αποθήκευσης, οπότε δεν αφορά και στοιχείο βάσει του οποίου τροποποιείται η Άδεια Αποθήκευσης. Η Άδεια Αποθήκευσης τροποποιείται στην περίπτωση που αλλάξει η χωρητικότητα, ο ρυθμός έγχυσης ή τα όρια πίεσης και, ως παρελκόμενο, αλλάζει και η διάρκεια. Συνεπώς, η πρόβλεψη για τροποποίηση της Άδειας Αποθήκευσης μόνο ως προς τη διάρκεια είτε ως προς τον ανώτατο χρονικό διάστημα αυτής είτε ως προς το ελάχιστο χρονικό διάστημα αυτής δεν μπορεί να ισχύει και για το λόγο αυτό προτείνουμε τη διαγραφή της. Καταλαβαίνουμε ότι η προσθήκη των ως άνω διατάξεων περί διάρκειας αποσκοπούν στην ενσωμάτωση του όρου της Οδηγίας περί μέριμνας της Πολιτείας να μην υλοποιηθούν ουσιώδεις μεταβολές της Άδειας Αποθήκευσης χωρίς να έχει εκδοθεί νέα ή ενημερωμένη άδεια αποθήκευσης. Παρόλα αυτά από τον τρόπο λειτουργίας του Τόπου Αποθήκευσης μπορεί να προκύψουν τεχνικά θέματα που να θέσουν την ανάγκη επανεξέτασης και μεταβολής των τεχνικών χαρακτηριστικών της Άδειας Αποθήκευσης. Τέτοια θέματα τεχνικής φύσεως είναι αδύνατον να αποκλειστούν, όπως παράλληλα και θέματα που θα απαιτήσουν από το Φορέα Εκμετάλλευσης τη λήψη διορθωτικών μέτρων. Σε τέτοιες περιπτώσεις η μέριμνα που θεωρούμε σκόπιμο να λαμβάνεται μέσω του Σχεδίου Νόμου είναι η χορήγηση του δικαιώματος στους Χρήστες του Τόπου Αποθήκευσης να υπαναχωρήσουν υπό ευνοϊκούς όρους από τη Σύμβαση που τους δεσμεύει και να λυθεί η εν λόγω Σύμβαση. “Άρθρο 24 Παράβολα και χρηματικές εγγυήσεις (άρθρο 19 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Κατά την υποβολή αιτήσεων για την έκδοση άδειας εξερεύνησης, σύμφωνα με το άρθρο 10, ή άδειας αποθήκευσης σύμφωνα με το άρθρο 13, ο ενδιαφερόμενος προσκομίζει παράβολο συμμετοχής υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Η υποχρέωση αυτή προβλέπεται στις διακηρύξεις της παρ. 4 του άρθρου 10 και της παρ. 2 του άρθρου 13. 2. Το ύψος του παραβόλου συμμετοχής δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εικοσιπέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ. 3. Ο ενδιαφερόμενος, υπέρ του οποίου εκδόθηκε άδεια εξερεύνησης ή άδεια αποθήκευσης, αντίστοιχα, καταθέτει χρηματική εγγύηση υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την άδεια αποθήκευσης και διασφαλίζονται από τη χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης, περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που προκύπτουν λόγω: α) κλεισίματος, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και αυτές που συνδέονται με την περίοδο μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης και β) της υπαγωγής των τόπων αποθήκευσης στην υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΚΑΠΑ/86227/2245/6.8.2024 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β’ 4674). 4. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης καλής εκτέλεσης της άδειας εξερεύνησης καθορίζεται είτε στη διακήρυξη της διαγωνιστικής διαδικασίας της παρ. 4 του άρθρου 10 είτε στην άδεια εξερεύνησης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. 5. Η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της εξερεύνησης είναι έγκυρη και σε ισχύ πριν από την έναρξη των εργασιών εξερεύνησης. Παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας εξερεύνησης και επιστρέφεται στον φορέα εξερεύνησης μετά το πέρας ισχύος της άδειας αυτής. 6. Το ύψος της χρηματικής εγγύησης καλής εκτέλεσης της άδειας αποθήκευσης καθορίζεται με την άδεια αποθήκευσης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο του κόστους εκτέλεσης κατάλληλης γεωφυσικής επισκόπησης ή παρεμβατικής γεώτρησης και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ, αλλά ούτε και μεγαλύτερο του τριπλάσιου ποσού του συνολικού προγράμματος εργασιών του Τόπου Αποθήκευσης ήτοι των ΧΧΧΧΧ ευρώ. Η χρηματική εγγύηση εΕίναι έγκυρη και σε ισχύ πριν από την έναρξη της έγχυσης και παραμένει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας αποθήκευσης καθώς και: α) στην περίοδο μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 22, έως ότου μεταβιβαστεί στην αρμόδια αρχή CCS η ευθύνη για τον τόπο αποθήκευσης, σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 23, β) μετά την ανάκληση άδειας αποθήκευσης, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 16: βα) μέχρι να εκδοθεί νέα άδεια αποθήκευσης, ββ) εάν κλείνει ο τόπος αποθήκευσης, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 22, μέχρι να πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση της ευθύνης, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 23, εφόσον έχουν τηρηθεί οι οικονομικές υποχρεώσεις του άρθρου 26. Διευκρινίζεται ότι ως διάρκεια της άδειας αποθήκευσης νοείται τόσο η περίοδος ανάπτυξης του Τόπου Αποθήκευσης όσο και η περίοδος λειτουργίας αυτού. 7. Η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της αποθήκευσης αναπροσαρμόζεται ανά πενταετία, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εκτιμώμενου κινδύνου διαρροής και το κατ’ εκτίμηση κόστος όλων των σχετικών υποχρεώσεων. 8. Αν ο δικαιούχος φορέας δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις του, ανεξάρτητα από την επιβολή των κυρώσεων του άρθρου 35, η χρηματική εγγύηση καλής εκτέλεσης της εξερεύνησης ή της αποθήκευσης καταπίπτει εν όλω ή εν μέρει προς όφελος του Ελληνικού Δημοσίου και το ποσό διατίθεται στον Ειδικό Λογαριασμό CCS του άρθρου 39 προκειμένου να χρησιμοποιηθεί, συμπληρωματικά προς το π.δ. 148/2009 (Α’ 190), για τη χρηματοδότηση της περιβαλλοντικής αποκατάστασης, ή για άλλο σκοπό που επιτελεί ο λογαριασμός αυτός.» Σχόλιο στο Άρθρο 24: Η θέση μας είναι ότι η δραστηριότητα της αποθήκευσης στον Πιλοτικό Τόπο Αποθήκευσης του Πρίνου θα πρέπει να θεσπισθεί στο πλαίσιο του παρόντος νόμου ως ρυθμιζόμενη δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι η λειτουργία της υποδομής θα καθορίζεται από τα κείμενα της δευτερογενούς νομοθεσίας που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν προτάσεως του Φορέα Εκμετάλλευσης και εισηγήσεως της Αρμόδιας Αρχής CCS, τα οποία είναι ο Κανονισμός Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης, ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης και ο Κώδικας Διαχείρισης του Τόπου Αποθήκευσης. Κατά συνέπεια όλα τα εύλογα έξοδα με τα οποία επιβαρύνεται ο Φορέας Εκμετάλλευσης θα ανακτηθούν από τους Χρήστες στο πλαίσιο της μεθοδολογίας προσδιορισμού της Τιμής του Τόπου Αποθήκευσης ανά ρυθμιστική περίοδο. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση κατάπτωσης της Χρηματικής Εγγύησης το κόστος με το οποίο επιβαρύνεται ο Φορέας Εκμετάλλευσης λαμβάνει τη μορφή ποινής και επιβαρύνει αυτόν αποκλειστικά. Συνεπώς, εδώ η πρότασή μας είναι ότι τα κόστη των εν λόγω παραβόλων και εγγυήσεων θα πρέπει να περνούν απευθείας (pass through/ true up) ως ανακτήσιμα λειτουργικά κόστη στον προσδιορισμό της Τιμής του Τόπου Αποθήκευσης. Υπό αυτό το πρίσμα, στο Σχέδιο Νόμου ενώ ορίζεται το ελάχιστο ποσό των εγγυήσεων δεν ορίζεται το μέγιστο ποσό αυτών για την καλύτερη διασφάλιση της Πολιτείας στην περίπτωση που απαιτηθούν διορθωτικές ενέργειες. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να γίνει μια προσπάθεια προσδιορισμού και του ανώτατου ποσού της Χρηματικής Εγγύησης ανάλογα με την κρίση της Πολιτείας σχετικά με τον κίνδυνο που αναλαμβάνει δεδομένου (α) του κινδύνου ανάπτυξης και λειτουργίας του έργου και (β) του μεγέθους και της εμπειρίας του Φορέα Εκμετάλλευσης. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή εμπειρία σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό του ανώτατου ποσού, το βασικό σημείο εκκίνησης είναι ότι οι φορείς εξερεύνησης και εκμετάλλευσης θα έπρεπε να παρέχουν απεριόριστες εγγυήσεις, αλλά οι κυβερνήσεις αναγνωρίζουν ότι αυτό δεν είναι λογικό και αποδέχονται σταδιακά περιορισμένες εγγυήσεις – μέχρι στιγμής αυτό ισχύει για την εξερεύνηση (όχι ακόμα για την αποθήκευση). Συνήθως το ποσό της εγγύησης ορίζεται ίσο με το διπλάσιο έως και το τριπλάσιο της αξίας του Προγράμματος Εργασιών (στη Δανία). Παράλληλα στο Κατευθυντήριο Έγγραφο 4 της Οδηγίας CCS προσδιορίζονται λεπτομέρειες για τη μεθοδολογία προσδιορισμού του ύψους αυτής. Η Χρηματική Εγγύηση αποτελεί στοιχείο της Άδειας Αποθήκευσης συνεπώς ο ποσοτικός και χρονικός προσδιορισμός της πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν την έκδοση αυτής. “Άρθρο 26 Χρηματοδοτικός μηχανισμός (άρθρο 20 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 23, καταβάλλει στον ειδικό λογαριασμό CCS του άρθρου 39 χρηματοδοτική συνεισφορά. 2. Η συνεισφορά του φορέα εκμετάλλευσης καθορίζεται για κάθε έργο, σύμφωνα με την εκτίμηση των κινδύνων που διενεργείται με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες εκτίμησης των δαπανών που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 20 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) 1013/2006 (L 140). Η συνεισφορά υπολογίζεται βάσει των κριτηρίων που τίθενται στο Παράρτημα Ι και των στοιχείων που σχετίζονται με το ιστορικό της αποθήκευσης CO2 ως προς τον καθορισμό των υποχρεώσεων μετά τη μεταφορά και καλύπτει τουλάχιστον τις αναμενόμενες δαπάνες παρακολούθησης επί τριάντα (30) έτη. Η παρούσα εφαρμόζεται συμπληρωματικά προς το π.δ. 148/2009 (Α΄ 190), περί περιβαλλοντικής ευθύνης για την πρόληψη και την αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον. 3. Μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης, σύμφωνα με το άρθρο 23, η χρηματοδοτική συνεισφορά χρησιμοποιείται για την κάλυψη των δαπανών που βαρύνουν την αρμόδια αρχή CCS, προκειμένου να εξασφαλίζεται η μόνιμη και ασφαλής απομόνωση του CO2 σε τόπους αποθήκευσης. 4. Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS, η οποία εκδίδεται πριν την έκδοση της Άδειας Αποθήκευσηςμετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης και καταβάλλεται μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης. Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής CCS, μετά από εισήγηση του φορέα εκμετάλλευσης, σχετικά με τη μεθοδολογία υπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη των δαπανών παρακολούθησης του τόπου αποθήκευσης.” Σχόλιο στο Άρθρο 26: Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς θα πρέπει να προσδιοριστεί πριν από την έκδοση της Άδειας Αποθήκευσης, καθώς η ικανότητα του Φορέα Εκμετάλλευσης να ανταποκριθεί στον χρηματοδοτικό μηχανισμό είναι ένα στοιχείο που αποδεικνύει τη χρηματοοικονομική επάρκεια αυτού και αξιολογείται στο πλαίσιο χορήγησης της Άδειας Αποθήκευσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.4γ του Άρθρου 12. Η καταβολή της χρηματοδοτικής συνεισφοράς προφανώς λαμβάνει χώρα μετά το κλείσιμο του Τόπου Αποθήκευσης. Εδώ αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τόσο το Άρθρο 24 σχετικά με την χρηματική εγγύηση, το Άρθρο 25 σχετικά με την ασφάλιση των έργων, όσο και το Άρθρο 26 σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά που είτε δεν προσδιορίζουν καθόλου ποσά, είτε δεν προσδιορίζουν τα ανώτατα όρια των υποχρεώσεων του Φορέα Εκμετάλλευσης δυσχεραίνουν την αξιολόγηση της χρηματοοικονομικής επάρκειας αυτού και απαιτούν κατ’ ελάχιστον την υποβολή σχετικών μεθοδολογιών προσδιορισμού τους στο δευτερογενές πλαίσιο. «Άρθρο 27 Πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς και τους τόπους αποθήκευσης (άρθρο 21 της Οδηγίας 2009/31/ΕΚ) 1. Ο Κώδικας Διαχείρισης και Τιμολόγησης του κάθε Δικτύου της περ. α) της παρ. 10 του άρθρου 40 δεν εφαρμόζεται στα ιδιόκτητα ή ιδιοχρησιμοποιούμενα μικροδίκτυα των παραγωγών εκπομπών CO2. 2. Η πρόσβαση των δυνητικών χρηστών στους τόπους αποθήκευσης διενεργείται με βάση τις αρχές της αμεροληψίας, της διαφάνειας και της δίκαιης και ανοικτής πρόσβασης, όπως αυτές εξειδικεύονται ανά τόπο αποθήκευσης στον οικείο Κώδικα Χωρητικότητας, και οργανώνεται με δημόσιες διεθνείς διαγωνιστικές διαδικασίες επί της συνολικής ποσότητας CO2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται στον Τόπο Αποθήκευσης, σύμφωνα με τα όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και τους ανώτατους επιτρεπόμενους ρυθμούς και πιέσεις έγχυσης, όπως αυτά έχουν προσδιοριστεί στην Άδεια Αποθήκευσης. Σε περίπτωση που (α) δεν έχει ακόμα εκδοθεί Άδεια Αποθήκευσης ή (β) η Άδεια Αποθήκευσης έχει εκδοθεί σε υποβέλτιστα - κατά τα οριζόμενα στην παρ.7 του Άρθρου 12 του παρόντος- τεχνικά χαρακτηριστικά, τότε η διεθνής διαγωνιστική διαδικασία λαμβάνει χώρα επί των τεχνικών χαρακτηριστικών του Τόπου Αποθήκευσης, όπως αυτά έχουν προσδιοριστεί στην Υπουργική Απόφαση της παρ 7 του παρόντος άρθρου. 3. Ως αρχικά επιλέξιμοι χρήστες ορίζονται όλες οι Δυσχερώς Απανθρακοποιήσιμες Βιομηχανίες της Ένωσης. Ο καθορισμός των τελικά επιλέξιμων χρηστών στον Τόπο Αποθήκευσης γίνεται κατόπιν αξιολόγησης των εν δυνάμει χρηστών με κριτήρια επιλεξιμότητας που προσδιορίζονται στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας κάθε τόπου αποθήκευσης. Βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση των εν δυνάμει χρηστών και την χορήγηση του δικαιώματος πρόσβασης σε αυτούς είναι ο ταυτοχρονισμός μεταξύ της επίτευξης του ρυθμού έγχυσης του Τόπου Αποθήκευσης και της υλοποίηση των έργων δέσμευσης του CO2 των εν δυνάμει Χρηστών. Άλλα κριτήρια που δύναται να ληφθούν υπόψη είναι η αποφυγή εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, η συνεισφορά στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας κα. Για τον καθορισμό των τελικά επιλέξιμων χρηστών στον Τόπο Αποθήκευσης προηγείται δοκιμή αγοράς σε δύο φάσεις: i) η αρχική εκδήλωση ενδιαφέροντος, και ii) η τελική εκδήλωση ενδιαφέροντος. 4. Τα κανονιστικά έγγραφα του διαγωνισμού, ιδίως οι διακηρύξεις, οι προσκλήσεις και οι κατευθυντήριες οδηγίες, εγκρίνονται μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., το ακριβές κείμενο της οποίας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,. Οι σχετικές πληροφορίες και τα αποτελέσματα των δοκιμών αγοράς κοινοποιούνται στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στην αρμόδια αρχή CCS. Το ελάχιστο περιεχόμενο των κατευθυντηρίων οδηγιών ορίζεται στο Παράρτημα V. 5. Πριν την έναρξη της τελικής εκδήλωσης ενδιαφέροντος θα πρέπει να έχουν εγκριθεί -μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS- με απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ., το ακριβές κείμενο της οποίας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Κανονισμός Τιμολόγησης και ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης, των περ. α) και β) της παρ.10 του άρθρου 40. Ο Κανονισμός Τιμολόγησης και ο Κώδικας Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτώνται στον ιστότοπο της Αρμόδιας Αρχής CCS και του Φορέα Εκμετάλλευσης. 6. Μετά την οριστικοποίηση της διαδικασίας πρόσβασης και τον προσδιορισμό των τελικά επιλέξιμων Χρηστών, η Ρ.Α.Α.Ε.Υ. -έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS- εκδίδει τον Κώδικα Διαχείρισης του τόπου αποθήκευσης της περ. γ) της παρ. 10 του άρθρου 40. Ο Κώδικας Διαχείρισης του τόπου αποθήκευσης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στον ιστότοπο της Αρμόδιας Αρχής CCS και του Φορέα Εκμετάλλευσης. 7. Η διεθνής διαγωνιστική διαδικασία για την πρόσβαση στον Τόπο Αποθήκευσης εκκινεί αφού έχει εκδοθεί η Υπουργική Απόφαση σχετικά με τον προσδιορισμό του αρχικά εκτιμώμενου επιτρεπόμενου ρυθμού έγχυσης. Για την έκδοση της σχετικής Απόφασης ο Υπουργός, κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS συνεκτιμά: (α) τη χωρητικότητα αποθήκευσης, η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί, σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Τόπου Αποθήκευσης και υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται αρνητική επενέργεια για την περιβαλλοντικά ασφαλή αποθήκευση CO2, (β) το ποσοστό των υποχρεώσεων που έχει η χώρα για μείωση του CΟ2 κατ` εφαρμογή διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών και ενωσιακών νομοθετικών πράξεων και τις οποίες σκοπεύει να εκπληρώσει μέσω της δέσμευσης και της αποθήκευσης CΟ2, (γ) την εύλογη ζήτηση (δ) την ανάγκη του φορέα εκμετάλλευσης να αρνηθεί την πρόσβαση λόγω ασυμβατότητας τεχνικών προδιαγραφών, η οποία δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπισθεί, (ε) την ανάγκη κάλυψης των δεόντως τεκμηριωμένων εύλογων αναγκών του φορέα εκμετάλλευσης και των συμφερόντων των άλλων χρηστών του τόπου αποθήκευσης ή των συναφών μονάδων διεργασίας ή χειρισμού που μπορεί να επηρεαστούν. 8. Ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αρνείται την πρόσβαση σε δυνητικούς χρήστες λόγω έλλειψης δυναμικότητας, εφόσον η άρνησή του είναι επαρκώς αιτιολογημένη και ενημερώσει την αρμόδια αρχή CCS. 9. Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης υποχρεωθεί να πραγματοποιήσει τις αναγκαίες βελτιώσεις και να προσαρμόσει τον ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης του Τόπου Αποθήκευσης στον εκτιμώμενο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης της Υπουργικής Απόφασης της παρ.7, διασφαλίζεται για την οικονομική κάλυψη των εν λόγω βελτιώσεων μέσω της θέσπισης της ανάπτυξης της δραστηριότητας της αποθήκευσης του εν λόγω Τόπου Αποθήκευσης ως ρυθμιζόμενης δραστηριότητας.» Σχόλιο στο Άρθρο 27: Το εν λόγω άρθρο είναι καθοριστικής σημασίας για τη διαφύλαξη της βιωσιμότητας της αλυσίδας αξίας του CCS και κατά συνέπεια και του έργου δέσμευσης της Εταιρείας μας. Σύμφωνα με την άποψή μας για τη διασφάλιση του ορθού τρόπου ανάπτυξης της δραστηριότητας θα πρέπει να αλλάξουν τρία (3) σημεία στον νόμο: 1. Ο τρόπος ανάπτυξης της δραστηριότητας αποθήκευσης ενός Τόπου Αποθήκευσης δεν πρέπει να διαφοροποιείται ανά τμήμα της χωρητικότητας αυτού 2. Ο τρόπος ανάπτυξης της δραστηριότητας δεν πρέπει να οδηγεί σε δεσμευτική κατανομή της δυναμικότητας του Τόπου Αποθήκευσης πριν τη διασφάλιση συγκεκριμένων συνθηκών 3. Η δυναμικότητα του Τόπου Αποθήκευση δεν πρέπει να κατανέμεται με τρόπο που να ωφελεί τον Φορέα Εκμετάλλευσης εις βάρος της οικονομικότητας της αλυσίδας αξίας CCS. Σχετικά με τον τρόπο ανάπτυξης: Κατά την άποψή μας ο ορθός τρόπος ανάπτυξης της δραστηριότητας αποθήκευσης ενός Τόπου Αποθήκευσης που βρίσκεται στην γεωγραφική περιοχή της Νότιας Ευρώπης είναι ως ενιαία δραστηριότητα. Η θέση μας ότι η ανάπτυξη ενός Τόπου Αποθήκευσης (πρόσβαση/ κατανομή δυναμικότητας/ τιμολόγηση/ λειτουργία) θα πρέπει να είναι ενιαία για το σύνολο της δυναμικότητας αυτού, βασίζεται στα ακόλουθα σημεία: (α) η υποδομή είναι μία με συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά που ορίζουν τη διαστασιολόγησή της, (β) η παρεχόμενη υπηρεσία είναι ταυτόσημη (αποθήκευση στη μέγιστη διάρκεια που μπορεί να προσφέρει ο Τόπος Αποθήκευσης) και (γ) οι ενδιαφερόμενοι Χρήστες είναι όλοι βιομηχανίες (δλδ διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά). Συνεπώς η κατάτμησή της ανάπτυξης της δραστηριότητας της αποθήκευσης σε «ρυθμιζόμενη» και «ανταγωνιστική» διαφαίνεται ως τεχνητή, καθώς δεν υφίσταται επαρκώς τεκμηριωμένος λόγος που να δικαιολογεί μία τέτοια διαφοροποίηση (φύση της υποδομής, προσφερόμενο προϊόν, κατηγορίες πελατών). Άλλωστε ένα τέτοιο υβριδικό μοντέλο: 1. δεν απαντάται στην ευρωπαϊκή πρακτική. Στην Δημόσια Διαβούλευση της ΕΕ που είναι ανοιχτή για την προετοιμασία νομοθετικής πράξης που θα θεσπίσει ενιαία αγορά CO₂ και θα δημιουργήσει πιο ελκυστικό περιβάλλον για επενδύσεις σε τεχνολογίες διαχείρισης βιομηχανικού άνθρακα, δεν εξετάζεται η ιδέα του διαχωρισμού της αποθηκευτικής δυναμικότητας ώστε να επιτρέπονται δύο διαφορετικές μέθοδοι πρόσβασης και κατανομής δυναμικότητας στον ίδιο Χώρο Αποθήκευσης. Ο λόγος πιθανότατα να είναι ότι η θέσπιση δύο διαφορετικών μεθόδων πρόσβασης μπορεί να θεωρηθεί εμπόδιο στην εφαρμογή όσων επιτάσσει το Άρθρο 21 της Οδηγίας CCS, και ειδικότερα της υποχρέωσης των κρατών μελών σύμφωνα με την οποία: «Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης που αρνείται πρόσβαση λόγω έλλειψης δυναμικότητας ή σύνδεσης προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενισχύσεις, εφόσον αυτό είναι οικονομικά εύλογο ή όταν ένας δυνητικός πελάτης είναι διατεθειμένος να τις πληρώσει». Με τον διαχωρισμό της δυναμικότητας σε υποσύνολα, η διαθέσιμη δυναμικότητα μειώνεται τεχνητά και αυξάνονται οι περιπτώσεις άρνησης πρόσβασης. 2. θέτει θέματα ανταγωνισμού αφού η ίδια υπηρεσία καταλήγει να τιμολογείται με διαφορετική τιμή στους Χρήστες που διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά. Η διάρκεια της σύμβασης του Χρήστη με τον Φορέα Εκμετάλλευσης σχετίζεται με τη διάρκεια της προσφερόμενης υπηρεσίας η οποία εξαρτάται από (α) την τεχνική ικανότητα του γεωλογικού σχηματισμού και (β) τη ζήτηση που πρέπει να καλυφθεί. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι δυνητικοί Χρήστες στοχεύουν στη μέγιστη δυνατή διάρκεια για τα έργα τους. Άρα η υπηρεσία είναι κοινή. Εφόσον η υπηρεσία είναι κοινή, πρέπει να παρέχεται στην ίδια τιμή σε όλους τους δυνητικούς Χρήστες. 3. καθιστά τη διαχείριση του Τόπου Αποθήκευσης ιδιαίτερα πολύπλοκη. Ο διαχωρισμός της δυναμικότητας σε δύο ή περισσότερα τμήματα περιπλέκει τη διαχείριση της ενεργειακής υποδομής και υπονομεύει τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση των Χρηστών, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του Άρθρου 21 της Οδηγίας CCS 4. καθιστά την ανάπτυξη του Τόπου Αποθήκευσης υποβέλτιστη αφού δεσμεύει μέρος του «σπάνιου πόρου της Αποθήκευσης» σε συμβόλαια μικρότερης χρονικής διάρκειας. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Τόποι Αποθήκευσης στην νότια Ευρώπη είναι ιδιαίτερα περιορισμένοι. Στη βάση αυτών, θεωρούμε ότι η πρόσβαση σε κάθε Τόπο Αποθήκευσης που βρίσκεται στη χώρα μας θα πρέπει να αφορά στον ανώτατο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσης και να βασίζεται σε μία ενιαία, δίκαιη και ανοικτή διαδικασία, που θα διεξάγεται βάσει εκ των προτέρων γνωστών, διαφανών και αμερόληπτων κριτηρίων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 21 της Οδηγίας 2009/31 και τους κανόνες που διέπουν την ανάπτυξη των έργων Κοινού Ενδιαφέροντος, που συγχρηματοδοτούνται από ενωσιακούς πόρους (CEF). Επιπλέον, η εφαρμογή ενιαίου καθεστώτος επιτρέπει την εφαρμογή των βέλτιστων οικονομικών όρων τόσο για τους Χρήστες όσο και για τον Φορέα Εκμετάλλευσης (διαφάνεια στην Τιμολόγηση, κοστοστρέφεια, δυνατότητα χρηματοδότησης κα) και τον περιορισμό του κινδύνου και των δύο συμβαλλόμενων μερών, συμβάλλοντας στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συνόλου της αλυσίδας αξίας. Σχετικά με τη μη δεσμευτική κατανομή της δυναμικότητας: Κατά την άποψη μας η κατανομή της δυναμικότητας δεν πρέπει να οριστικοποιηθεί πριν από την οριστικοποίηση του μηχανισμού κρατικής ενίσχυσης των Χρηστών των μέσων μεταφοράς και των Τόπων Αποθήκευσης για την αντιστάθμιση του κινδύνου από τη διακύμανση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα στο EU-ETS. Έχει ήδη αναγνωριστεί από την ΕΕ ότι για να προχωρήσουν τα έργα δέσμευσης της Δυσχερώς Απανθρακοποιήσιμης Βιομηχανίας προς τη λήψη της τελικής επενδυτικής απόφασης (FiD), είναι απαραίτητη η έγκριση μηχανισμών κρατικής ενίσχυσης για τη μείωση του κινδύνου που απορρέει από τη μεταβλητότητα της τιμής του EU ETS. Για τον λόγο αυτό άλλωστε: • πόροι από τη νεοσύστατη Τράπεζα Αποανθρακοποίησης θα διατεθούν για τη μείωση κινδύνου των έργων μόνιμης δέσμευσης άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς, και • μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Γαλλία και η Δανία έχουν ήδη θεσπίσει εθνικά σχήματα CCfD για την χορήγηση κρατικών ενισχύσεων σε Χρήστες μέσων μεταφοράς και Τόπων Αποθήκευσης CO2. Παράλληλα άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία έχουν δηλώσει την πρόθεση άμεσης κοινοποίησης τέτοιων μηχανισμών κρατικής ενίσχυσης. Τέλος πρέπει να τονιστεί ότι για τη διατήρηση του χαρακτήρα του κινήτρου απόκτησης κρατικής ενίσχυσης, ο οποίος αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη λήψη των επενδυτικών αποφάσεων και τη σύναψη δεσμευτικών συμβάσεων αποθήκευσης για τα έργα δέσμευσης, και την αποφυγή του κατά συνέπεια κινδύνου απώλειας των εξασφαλισμένων ευρωπαϊκών κονδυλίων απαιτείται να προσδιορισθεί η η κατανομή του Τόπου Αποθήκευσης αφού πρώτα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία του μηχανισμού CCfDs και αφού έχουν επιλεχθεί και ορισθεί οι δικαιούχοι CCfDs αντιστοίχως. Σχετικά με την μη καταλληλότητα του κριτηρίου της τιμής ως μοναδικό κριτήριο για την κατανομή της δυναμικότητας: Κατά την άποψη μας το Σχέδιο νόμου θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η δυναμικότητα του Τόπου Αποθήκευσης κατανέμεται με τρόπο ώστε να μην θίγεται ο σκοπός του νόμου που είναι η διαφύλαξη της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας βιομηχανίας. Έτσι θα πρέπει να τηρούνται οι ακόλουθες αρχές: 1. Η Τιμή Αποθήκευσης πρέπει να καθορίζεται με διαφάνεια και να αντανακλά το πραγματικό κόστος, ακολουθώντας συγκεκριμένη μεθοδολογία, η οποία ενσωματώνει WACC που θα αναθεωρείται σε κάθε ρυθμιστική περίοδο σύμφωνα με προκαθορισμένη μεθοδολογία. 2. Όλοι οι Χρήστες πρέπει να έχουν την ίδια Τιμή Αποθήκευσης. 3. Οι Χρήστες θα ανταγωνίζονται για τα CCfDs επί του κόστους ολόκληρης την αλυσίδα αξίας δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης. 4. Με δεδομένο ότι ο Τόπος Αποθήκευσης είναι μια ενεργειακή υποδομή συγκεκριμένων διαστάσεων που δεν μπορεί να επεκταθεί μια τιμή αποθήκευσης που δεν αντικατοπτρίζει το κόστος είτε θα υπονομεύσει τη βιωσιμότητα των έργων δέσμευσης είτε θα αυξήσει το κόστος για τον τελικό καταναλωτή. Η σταθερή οικονομική απόδοση του Τόπου Αποθήκευσης θα εξασφαλίζεται από την αναπροσαρμογή της τιμής αποθήκευσης σε περίπτωση υπο-ανάπτυξης «Άρθρο 35 Πιλοτικοί τόποι αποθήκευσης 1. Για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης εφαρμόζεται το άρθρο 173 του ν. 4964/2022 (Α‘ 150), περί αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από φορείς οι οποίοι κατέχουν δικαίωμα ή άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. 2. Στους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης τα έργα αναπτύσσονται με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα στο πλαίσιο της άδειας αποθήκευσης, κατά την παρ. 85 του άρθρου 123. Η διαμόρφωση του χρονοδιαγράμματος ανάπτυξης των πιλοτικών τόπων αποθήκευσης λαμβάνει υπόψη τη σκοπιμότητα ταυτοχρονισμού της επίτευξης του μέγιστου ρυθμού έγχυσης με την υλοποίηση των έργων δέσμευσης του CO2 των δυσχερώς αποανθρακοποιήσιμων βιομηχανιών. 3. Η κατανομή της χωρητικότητας για τους πιλοτικούς τόπους αποθήκευσης κατά το ρυθμιζόμενο και κατά το ανταγωνιστικό τμήμα τους με διαγωνιστική διαδικασία αφορά στον αρχικά εκτιμώμενο επιτρεπόμενο ρυθμό έγχυσηςη μέγιστη συνολική ετήσια χωρητικότητα του πιλοτικού τόπου αποθήκευσης» Σχόλιο στο Άρθρο 35: Η ανάπτυξη της δραστηριότητας της αποθήκευσης στον Πιλοτικό Τόπο Αποθήκευσης του Πρίνου θα πρέπει να είναι πλήρως ρυθμιζόμενη με την πρόσβαση να καθορίζεται κατόπιν διενέργειας διεθνούς δημόσιου διαγωνισμού με προκαθορισμένα και γνωστά εκ των προτέρων κριτήρια προσδιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης σε επιλέξιμους Χρήστες, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27, όπως προτείνεται στο πλαίσιο της παρούσας Δημόσιας Διαβούλευσης. Η κατανομή της δυναμικότητας του Τόπου Αποθήκευσης του Πρίνου θα προσδιοριστεί στο δευτερογενές πλαίσιο και πιο συγκεκριμένα στον Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του Πρίνου που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS και πρότασης του Φορέα Εκμετάλλευσης. Η Τιμή Αποθήκευσης θα προσδιοριστεί στο δευτερογενές πλαίσιο και πιο συγκεκριμένα στον Κανονισμό Τιμολόγησης του Πρίνου που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS και πρότασης του Φορέα Εκμετάλλευσης. Τέλος η λειτουργία του Τόπου Αποθήκευσης του Πρίνου και οι λεπτομέρειες της Σύμβασης που θα υπογράψουν οι Χρήστες με τον Φορέα Εκμετάλλευσης θα προσδιοριστούν στον Κώδικα Διαχείρισης του Πρίνου που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ κατόπιν εισήγησης της Αρμόδιας Αρχής CCS και πρότασης του Φορέα Εκμετάλλευσης. «Άρθρο 37 Ενίσχυση χρηστών μέσωνδικτύων μεταφοράς και τόπωνεγκαταστάσεων αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα 1. Προκειμένου να καλυφθεί εν μέρει ο κίνδυνος των παραγωγών εκπομπών CO2 από τη διακύμανση των τιμών δικαιωμάτων εκπομπής CO2, σύμφωνα με το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU Emissions Trading System - ETS) κοινοποιείται δύναται να θεσπίζεται καθεστώς κρατικών ενισχύσεων υπό τη μορφή χρηματοοικονομικού μηχανισμού συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα (Carbon Contracts for Difference - CCfD) μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Ο μηχανισμός δύναται να προβλέπει ότι, εάν η τιμή της αγοράς για τα δικαιώματα εκπομπών άνθρακα σύμφωνα με το ≪EU ETS≫ υπολείπεται από το κόστος της αλυσίδας αξίας της δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης των εκπομπών άνθρακατη σταθερή τιμή, ο δικαιούχος αποζημιώνεται για τη μέρος της διαφοράς σύμφωνα με το μηχανισμό κρατικής ενίσχυσης που θα εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο μηχανισμός δύναται να περιλαμβάνει και Τόπους Αποθήκευσης εκτός της Ελλάδας.υπό όρους και προϋποθέσεις. Αν η ως άνω τιμή υπερβαίνει τη σταθερή τιμή, ο δικαιούχος επιστρέφει μέρος της διαφοράς στο Δημόσιο. Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων τίθεται σε ισχύ μετά την έγκρισή του από την Ευρωπαίκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 108 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Ως αρχικοί δικαιούχοι της επιχορήγησης του μηχανισμού ορίζονται οι παραγωγοί εκπομπών CO2, πουτελικοί δικαιούχοι της επιχορήγησης του μηχανισμού ορίζονται, κατόπιν απόφασης του αρμόδιου οργάνου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία εκδίδεται έπειτα από εισήγηση της αρμόδιας αρχής CCS και γνώμης της ΡΑΑΕΥ, οι παραγωγοί εκπομπώνCO2, που α) ασκούν οικονομική δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και, β) έχουν υποβάλει σχέδιο εφαρμογής τεχνολογιών δέσμευσης CO2, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, προϋπολογισμό και υπολογισμό των αναμενόμενων μειώσεων εκπομπών, και γ) διαθέτουν διασφαλισμένο δικαίωμα πρόσβασηςη, κατά τους όρους του παρόντος, σε τόποδυνατότητα αποθήκευσης. Τα συμβόλαια επί της διαφοράς άνθρακα απονέμονται στους δικαιούχους μέσω ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών, που διοργανώνονται από την αρμόδια αρχή CCS, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της αποδοτικότητας του κόστους και του όγκου του αποθηκευμένου CO2, καθώς και της μείωσης των εκπομπών CO2 σε συγκεκριμένο και εκ των προτέρων καθορισμένο ποσοστό, σε σχέση με τη συμβατική τεχνολογία. Τα συμβόλαια περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής ετησίων εκθέσεων μείωσης εκπομπών.» Σχόλιο στο Άρθρο 37: Ο μηχανισμός ενίσχυσης των Χρηστών μέσων μεταφοράς και Τόπων Αποθήκευσης για την διαχείριση του κινδύνου από την διακύμανση των τιμών των εκπομπών του CO2 στο EU-ETS είναι κομβικής σημασίας για τη λήψη των επενδυτικών αποφάσεων της εγχώριας βιομηχανίας. Σε αυτόν τον μηχανισμό δύναται να προστεθεί και η κάλυψη άλλων κινδύνων της αλυσίδας αξίας όπως είναι το κόστος των εκπομπών σε περιπτώσεις καθυστέρησης των έργων ή βλαβών στις υποδομές. Συνεπώς είναι κρίσιμος ο ορθός σχεδιασμός του και η άμεση κοινοποίησή του στην Επιτροπή Ανταγωνισμού της Ένωσης. «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΑΡΘΡΟΥ 27 Α. Οδηγίες για την αρχική φάση εκδήλωσης ενδιαφέροντος 1. Κανόνες που διασφαλίζουν το άνοιγμα της διαδικασίας και των μέσων διάδοσης της Πρόσκλησης. 2. Κανόνες επιλεξιμότητας συμμετοχής. 3. Κανόνες που διασφαλίζουν ότι τα συμμετέχοντα μέρη έχουν ίση πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον τόπο αποθήκευσης και ότι οι πληροφορίες επιτρέπουν στον ενδιαφερόμενο να διατυπώσει μια υγιή προσφορά από τεχνική άποψη. 4. Κανόνες που διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα. 5. Πρόβλεψη και περιγραφή των κανόνων κατανομής κατά τη φάση του διαγωνισμού, στο μέτρο του δυνατού. 6. Κανόνες για το περιεχόμενο της Πρόσκλησης. 7. Υποχρεώσεις αναφοράς. Β. Οδηγίες για την τελική φάση των εκδήλωσης ενδιαφέροντος 1. Αναφορά στους γενικούς κανόνες που ισχύουν για τη διαδικασία τελικής φάσης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και διαδικαστικά μέσα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις: διαφάνειας, μη διάκρισης και εμπιστευτικότητας. 2. Διατάξεις χρηματοοικονομικών και τίτλων συμμετοχής. 3. Διατάξεις για την προκήρυξη φάσης διαγωνισμού. 4. Διατάξεις για τον υπολογισμό της Τιμής Αναφοράς , βάσει του Κανονισμού Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης 5. Κριτήρια Επιλεξιμότητας, βάσει του Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης 6. Αναλυτικοί κανόνες κατανομής χωρητικότητας βάσει του Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας του Τόπου Αποθήκευσης, για την οποία δύναται να λαμβάνεται υπόψη και ο μηχανισμός συμβολαίων επί της διαφοράς άνθρακα 7. Υποχρεώσεις αναφοράς, περιλαμβανομένων αναλυτικών και συγκεντρωτικών αποτελεσμάτων της διαδικασίας. 8. Τα βασικά περιεχόμενα των εγγράφων της σύμβασης. 9. Τη διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης των κριτηρίων επιλεξιμότητας βάσει του Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας.. 10. Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των έργων. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΑ ΔΙΚΤΥΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΚΩΔΙΚΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Α. Γενικές αρχές της πρόσβασης Η πρόσβαση και η χρήση των δικτύων μεταφοράς βασίζονται στις αρχές: α) της ισότητας και της διαφάνειας, με σκοπό τη δίκαιη και διαφανή πρόσβαση, β) της οικονομικής αποδοτικότητας, γ) της κοστοστρέφειας και δ) της ασφαλούς χρήσης του δικτύου. Οι διάφορες προσφερόμενες υπηρεσίες του δικτύου περιγράφονται με σαφήνεια στον Κωδίκα Διαχείρισης και Τιμολόγησης κάθε Δικτύου. Πέρα από τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 7 του άρθρου 27 διασφαλίζονται και τα κατωτέρω: Β. Παροχή της πρόσβασης Η πρόσβαση διενεργείται με αντικειμενικά κριτήρια, στα οποία περιλαμβάνονται: α) η διάρκεια της αιτούμενης πρόσβασης, β) η μεταφερόμενη ποσότητα, γ) ο χρόνος ετοιμότητας του χρήστη και δ) η προσκόμιση επαρκών αποδείξεων από τον χρήστη ότι κατά τη στιγμή που αιτείται την πρόσβαση, διαθέτει εξασφαλισμένη πρόσβαση σε τόπο αποθήκευσης. Γ. Τιμολογιακή πολιτική Η τιμή αναφοράς βασίζεται στη μέθοδο της Ρυθμιζόμενης Περιουσιακής Βάσης, που περιέχεται στον Κανονισμό Τιμολόγησης του Τόπου Αποθήκευσης, η οποία δύναται να αναθεωρείται κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Δ. Συμβάσεις Οι συμβάσεις με τους Χρήστες περιέχουν ρήτρες υποχρεωτικής χρήσης (use or pay) και μπορεί να είναι: μακροπρόθεσμες, με διάρκεια τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών, Ο φορέας εκμετάλλευσης χρησιμοποιεί τυποποιημένα Έντυπα σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης του Τόπου Αποθήκευσης. Ε. Διαφάνεια Πέραν της δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ή άλλων μέσων δημοσιότητας, ο φορέας εκμετάλλευσης αναρτά στην ιστοσελίδα του, τον ενημερωμένο Κώδικα Κατανομής Χωρητικότητας, τον Κανονισμό Τιμολόγησης και τον Κώδικα Διαχείρισης του Τόπου Αποθήκευσης.» Επίλογος: Ως επίλογο θα θέλαμε να αναγνωρίσουμε την αυξημένη πολυπλοκότητα του συγκεκριμένου Σχεδίου Νόμου, το οποίο θα πρέπει να διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κανόνων για μία εντελώς νέα αγορά, την αγορά του CO2, για την οποία δεν έχουν ακόμα διαμορφωθεί οι κανόνες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. H δημιουργία της εν λόγω αγοράς είναι κομβικής σημασίας για την χώρα μας, καθώς επιτρέπει την ανάπτυξη καινοτόμων έργων δέσμευσης τα οποία θα προωθήσουν την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας και θα ενισχύσουν την οικονομία της χώρας μας προσφέροντας νέες θέσεις εργασίας υψηλού επιπέδου τεχνογνωσίας και αποδοχών. Είναι εντυπωσιακό ότι η χώρα μας για την αλυσίδα αξίας CCS έχει δεσμεύσει πολλά ευρωπαϊκά κονδύλια και έχει αναγνωριστεί από την Ένωση ως πρωτοπόρος για την ανάδειξη του οφέλους της καινοτόμου αυτής τεχνολογίας. Η υλοποίηση των έργων της αλυσίδας αξίας σε χρόνο προγενέστερο των υπόλοιπων χωρών της Ένωσης θα προσφέρει στην χώρα μας ένα ακόμα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς θα μπορέσει πρώτη να προσφέρει στην διεθνή αγορά «πράσινα» προϊόντα και πιστοποιητικά αρνητικών εκπομπών τονώνοντας ακόμα περισσότερο την οικονομία της.