• Σχόλια ΣΕΕΠΕ στο άρθρο 131: Στο εν λόγω άρθρο προβλέπονται κυρώσεις για τις περιπτώσεις νοθείας, ή λαθρεμπορίας καυσίμων σε πρατήριο ή παρεμπόδισης του σχετικού ελέγχου, οι οποίες επιβάλουν σφράγιση του πρατηρίου για δύο (2) έτη. Το κυριότερο πρόβλημα της αγοράς, όμως, είναι η παραβίαση των συστημάτων εισροών-εκροών και οι ελλειμματικές παραδόσεις και για τις οποίες προβλέπεται η σφράγιση των πρατηρίων για δύο (2) χρόνια, με την ΚΥΑ Α.1166/2024. Προτείνεται να προστεθεί περίπτωση δ) στην παρ. 4. του άρθρου 131, όπου στην περίπτωση που το ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών δεν έχει εγκατασταθεί ή δεν πληροί τους όρους, προϋποθέσεις και προδιαγραφές της εγκατάστασης λειτουργίας, καθώς και για παραποίηση φορολογικών μηχανισμών ή παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις, να προβλέπεται η σφράγιση του πρατηρίου για 2 έτη. ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΕΕΠΕ: Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 131 ως ακολούθως: 1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, η μη τήρηση των διατυπώσεων του Μέρους Γ΄ του παρόντος Κώδικα χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση κατά τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 159 έως και 167 και και επισύρει πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για κάθε παράβαση, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητά της. 2. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλόμενων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το Μέρος Γ΄ του παρόντος Κώδικα με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται και τιμωρούνται διοικητικώς και ποινικώς ως λαθρεμπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 159, 168 και 174 έως και 177. Το πολλαπλό τέλος επιβάλλεται και αν ακόμη κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας. 3. Eκτός των περιπτώσεων των παρ. 1 και 2, οι παραβάσεις που διαπράττονται κατά την παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή, μεταφορά και πώληση των προϊόντων του άρθρου 49, τιμωρούνται με τις ειδικότερες διατάξεις που ισχύουν, κατά περίπτωση, για τα προϊόντα αυτά. 4. Στις περιπτώσεις νόθευσης ή λαθρεμπορίας καυσίμων σε πρατήριο καυσίμων ή παρεμπόδισης του σχετικού ελέγχου, επιβάλλεται σφράγιση ως εξής: α) Αν διαπιστώνεται ότι το ελεγχόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, διακινεί και εμπορεύεται νοθευμένα καύσιμα, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη. Η διαπίστωση συντελείται κατόπιν λήψης δείγματος καυσίμου, είτε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., είτε από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή, και κατόπιν εξέτασης του δείγματος καυσίμου από τις υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, με βάση την έκθεση ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, όταν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος. β) αν με βάση την έκθεση ελέγχου, είτε της αρμόδιας υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε., είτε οποιασδήποτε άλλης δημόσιας ελεγκτικής ή διωκτικής αρχής, διαπιστώνεται τέλεση λαθρεμπορίας καυσίμων, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για δύο (2) έτη, γ) αν οι ιδιοκτήτες του πρατηρίου ή οι προστηθέντες από αυτούς παρεμποδίζουν τον έλεγχο για τη διαπίστωση των ανωτέρω με χρήση βίας ή απειλής σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη. δ) αν στο πρατήριο δεν έχει εγκατασταθεί ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών ή δεν πληροί τους όρους, προϋποθέσεις και προδιαγραφές της εγκατάστασης λειτουργίας, καθώς και για παραποίηση φορολογικών μηχανισμών ή παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις, προβλέπεται η σφράγιση του πρατηρίου για δύο (2) έτη. Αλλαγή ή διακοπή δραστηριότητας κατά τον χρόνο της σφράγισης στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου λειτουργούσε η εγκατάσταση δεν κωλύει τη σφράγιση της εγκατάστασης. Η σφράγιση πραγματοποιείται είτε από την τελωνειακή αρχή που έχει διενεργήσει τον έλεγχο, είτε από την τελωνειακή αρχή στην τοπική αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται η έδρα της ελεγχόμενης εγκατάστασης, αν ο έλεγχος έχει διενεργηθεί από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή. Το δείγμα καυσίμου που έχει ληφθεί, αποστέλλεται άμεσα από την ελέγχουσα αρχή στη χημική υπηρεσία που διενεργεί την ανάλυση, η οποία ολοκληρώνει τις σχετικές διαδικασίες έως και την έκδοση της σχετικής έκθεσης ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος, το αργότερο εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του δείγματος. Η απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, αν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος, εκδίδεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα που αυτό επιλαμβάνεται της διαφοράς. Αν στοιχειοθετείται λαθρεμπορία, οι κυρώσεις της παρ. 2 επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις λοιπές ποινικές και διοικητικές κυρώσεις. Μετά από την εξέταση του κατ’ έφεση δείγματος ή την έκδοση απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, η σχετική απόφαση επιβολής κύρωσης προς τον παραβάτη κοινοποιείται αμελλητί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να επιβάλλει τις κυρώσεις του ν. 3054/2002 (Α’ 230) για μη τήρηση της ποιότητας και του τύπου των καυσίμων, πλην της κύρωσης της σφράγισης που έχει ήδη επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν. Για την εφαρμογή της παρούσας, ως καύσιμα νοούνται τα ενεργειακά προϊόντα της παρ. 1 του άρθρου 71. Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες των οποίων η εγκατάσταση πρατηρίου καυσίμων σφραγίστηκε, απαγορεύεται να δραστηριοποιούνται με οποιονδήποτε άλλον τρόπο ή ιδιότητα ή να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις εμπορίας ή διακίνησης ενεργειακών προϊόντων για δύο (2) έτη από τη διαπίστωση της παράβασης. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 78 και τις θυγατρικές τους που είναι ιδιοκτήτες πρατηρίων καυσίμων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται όταν σφραγίζονται τουλάχιστον πέντε (5) πρατήρια εντός τριών (3) μηνών. 5. Όταν, κατόπιν ελέγχου, διαπιστώνεται ότι φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, παρασκευάζει, εμφιαλώνει ή διαθέτει, αιθυλική αλκοόλη ή αλκοολούχα ποτά του άρθρου 80 α) κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας περί λαθρεμπορίας ή β) κατά παράβαση των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων, με βάση την οριστική έκθεση εξέτασης δείγματος ή την έκθεση (επιτόπιου) ελέγχου από τις Χημικές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, σφραγίζεται η εγκατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου, στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για χρονικό διάστημα από δέκα (10) έως τριάντα (30) ημέρες, ανάλογα με τη βαρύτητά της. Κριτήρια της βαρύτητας αποτελούν η ποσότητα αλκοολούχων ποτών και η υποτροπή τέλεσης της παράβασης. Ως υποτροπή ορίζεται η εκ νέου τέλεση της ίδιας παράβασης, εντός τριών (3) ετών από την έκδοση απόφασης επιβολής προστίμου. 6. Τα στοιχεία των παραβατών, η εγκατάσταση στην οποία επιβάλλεται η σφράγιση, οι παραβάσεις και οι κυρώσεις δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε., τηρουμένου του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, L 119) και του ν. 4624/2019 (Α’ 137).