ΜΕΡΟΣ Γ΄ ΕΙΔΙΚΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ (Άρθρα 49-135)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΤΜΗΜΑ Α΄

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

 

Άρθρο 49

Επιβολή του φόρου

Επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα, στην ηλεκτρική ενέργεια, στην αλκοόλη, στα αλκοολούχα ποτά και στα βιομηχανοποιημένα καπνά και ρυθμίζονται τα περί παραγωγής, μεταποίησης, κατοχής, κυκλοφορίας και ελέγχου των προϊόντων αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

 

Άρθρο 50

Επιβολή φόρου κατανάλωσης -Βάση υπολογισμού και συντελεστές φόρου -Βεβαίωση και είσπραξη του φόρου

  1. Επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης στα εισαγόμενα από τρίτες χώρες, προερχόμενα από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ως εξής:

α) Στα υγρά αναπλήρωσης, τα οποία προορίζονται προς χρήση ή περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα του κωδικού Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) 85434000 ή σε ειδικούς περιέκτες επαναπλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου, τα οποία κατατάσσονται στους κωδικούς Σ.Ο. 24041200 και 240419. Οι συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου του κωδικού Σ.Ο. 85434000 δεν υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, εφόσον αποτελούνται μόνο από την εξωτερική συσκευή και δεν περιέχουν υγρά τα οποία καταναλώνονται μέσω αυτής.

Φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται και στα μείγματα ευωδών ουσιών που κατατάσσονται στον κωδικό Σ.Ο. 2404, εισάγονται ή παραλαμβάνονται αυτούσια από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ή παράγονται εγχωρίως και τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως υγρά αναπλήρωσης που κατατάσσονται στους κωδικούς Σ.Ο. 24041200 και 240419.

Απαλλάσσονται από τον φόρο κατανάλωσης τα μείγματα ευωδών ουσιών του προηγούμενου εδαφίου που εισάγονται ή παραλαμβάνονται αυτούσια από το εσωτερικό της χώρας ή από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ή παράγονται εγχωρίως από τα πρόσωπα των περ. γ) και δ) της παρ. 10 και τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως πρώτη ύλη για την παραγωγή υγρών αναπλήρωσης που κατατάσσονται στους κωδικούς Σ.Ο. 24041200 και 240419 σε φορολογική αποθήκη ή στις εγκαταστάσεις των προσώπων που έχουν λάβει την απαιτούμενη άδεια από την τελωνειακή αρχή για παραγωγή εκτός καθεστώτος αναστολής. Η απαλλαγή του προηγούμενου εδαφίου, στην περίπτωση παραλαβής από το εσωτερικό της χώρας χορηγείται με την υποβολή Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (ΔΕΦΚ) από τα πρόσωπα των περ. γ) και δ) της παρ. 10 στην αρμόδια τελωνειακή αρχή κατά την ημερομηνία παραλαβής τους.

β) Στον καβουρδισμένο καφέ των κωδικών Σ.Ο. 0901 21 00 και 0901 22 00.

γ) Στον μη καβουρδισμένο καφέ των κωδικών Σ.Ο. 0901 11 00 και 0901 12 00.

δ) Στα εκχυλίσματα, αποστάγματα και συμπυκνώματα καφέ του κωδικού Σ.Ο. ΕΧ 2101 11 00, σε υγρή ή στερεή μορφή, εκτός από εκείνα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα παρασκευάσματα διατροφής.

ε) Στα παρασκευάσματα με βάση τα εκχυλίσματα, αποστάγματα ή συμπυκνώματα του καφέ ή με βάση τον καφέ των κωδικών Σ.Ο. 2101 12 92 και 2101 12 98.

στ) Στο μείγμα καπνού που περιέχεται στο ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν καπνού της περ. δ) της παρ. 3.

ζ) Στο υπόστρωμα ή περιέκτη νικοτίνης ή νικοτίνης και άλλων ουσιών ή άλλων ουσιών χωρίς νικοτίνη, σε στέρεη μορφή που περιέχεται στο ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν χωρίς καπνό της περ. ε) της παρ. 3.

η) Στο υπόστρωμα νικοτίνης ή νικοτίνης και άλλων ουσιών, σε στέρεη μορφή που περιέχεται σε σακουλάκια νικοτίνης της περ. στ) της παρ. 3.

  1. Οι συντελεστές φόρου κατανάλωσης που επιβάλλονται στα προϊόντα της παρ. 1 ορίζονται ως ακολούθως:

α) Για τα προϊόντα της περ. α), δέκα λεπτά (0,10) ανά χιλιοστόλιτρο (ml) προϊόντος.

β) Για τα προϊόντα της περ. β), τρία (3) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους που περιέχεται στο τελικό προϊόν.

γ) Για τα προϊόντα της περ. γ), δύο (2) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους.

δ) Για τα προϊόντα της περ. δ), τέσσερα (4) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους που περιέχεται στο τελικό προϊόν.

ε) Για τα προϊόντα της περ. ε), τέσσερα (4) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους που περιέχεται στο τελικό προϊόν.

στ) Για τα προϊόντα της περ. στ), εκατόν πενήντα έξι ευρώ και εβδομήντα λεπτά (156,70 €) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους μείγματος καπνού του προϊόντος.

ζ) Για τα προϊόντα της περ. ζ), εκατόν πενήντα έξι ευρώ και εβδομήντα λεπτά (156,70 €) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους υποστρώματος ή περιέκτη νικοτίνης ή νικοτίνης και άλλων ουσιών ή άλλων ουσιών χωρίς νικοτίνη, σε στέρεη μορφή του προϊόντος.

η) Για τα προϊόντα της περ. η), πενήντα (50) ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους υποστρώματος νικοτίνης ή νικοτίνης και άλλων ουσιών, σε στέρεη μορφή του προϊόντος.

  1. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου νοούνται:

α) Ως «ηλεκτρονικό τσιγάρο», το προϊόν, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κατανάλωση ατμού με επιστόμιο ή στοιχείο του εν λόγω προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του περιέκτη, του δοχείου και της συσκευής χωρίς περιέκτη ή δοχείο. Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα μπορούν να είναι είτε επαναπληρώσιμα μέσω περιέκτη επαναπλήρωσης και δοχείου είτε επαναπληρώσιμα με περιέκτες μίας χρήσης,

β) ως «περιέκτης επαναπλήρωσης», το δοχείο που περιέχει υγρό, το οποίο μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί για να επαναπληρώσει ηλεκτρονικό τσιγάρο,

γ) ως «εγκεκριμένος αποθηκευτής προϊόντων φόρου κατανάλωσης», το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παραλαμβάνει, κατέχει ή αποστέλλει κατά την άσκηση του επαγγέλματός του υποκείμενα σε φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία τελούν σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης,

δ) ως «ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν καπνού», το βιομηχανοποιημένο προϊόν, το οποίο περιέχει καπνό και παράγει αερόλυμα, μέσω διαδικασίας θέρμανσης και όχι καύσης,

ε) ως «ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν χωρίς καπνό», το βιομηχανοποιημένο προϊόν, το οποίο δεν περιέχει καπνό, προορίζεται για εισπνοή, μέσω διαδικασίας θέρμανσης και όχι καύσης και περιέχει υπόστρωμα ή περιέκτη νικοτίνης ή νικοτίνης και άλλων ουσιών ή άλλων ουσιών χωρίς νικοτίνη, σε στέρεη μορφή, εξαιρουμένων των προϊόντων που προορίζονται για ιατρική και φαρμακευτική χρήση,

στ) ως «σακουλάκια νικοτίνης», το βιομηχανοποιημένο προϊόν, το οποίο δεν περιέχει καπνό, προορίζεται για λήψη από το στόμα, χωρίς εισπνοή και χωρίς διαδικασία θέρμανσης ή καύσης και το οποίο περιέχει υπόστρωμα νικοτίνης ή νικοτίνης και άλλων ουσιών, σε στέρεη μορφή, εξαιρουμένων των προϊόντων που προορίζονται για ιατρική και φαρμακευτική χρήση.

  1. Η παραγωγή προϊόντων καφέ πραγματοποιείται σε φορολογική αποθήκη. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η παραγωγή καβουρντισμένου καφέ, εκτός καθεστώτος αναστολής, με βάση όσον αφορά στις πρώτες ύλες, άλλα προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, με την προϋπόθεση να έχει καταβληθεί το ποσό των φορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν σε αυτά.
  2. Τα προϊόντα της παρ. 1 τα οποία παράγονται εγχωρίως ή παραλαμβάνονται από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. στο εσωτερικό της χώρας ή εισάγονται από τρίτη χώρα και έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία, δύνανται να τίθενται σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης και για το χρονικό διάστημα που παραμένουν στο καθεστώς αυτό τελούν σε αναστολή καταβολής του φόρου κατανάλωσης και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), σύμφωνα με το άρθρο 30 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 5144/2024, Α’ 162).
  3. Το άρθρο 53, αναφορικά με το απαιτητό του φόρου κατά τον χρόνο θέσης σε ανάλωση και το άρθρο 117 αναφορικά με τη διαδικασία και τις διατυπώσεις για τη βεβαίωση και είσπραξη του φόρου εφαρμόζονται αναλογικά και στα προϊόντα του παρόντος άρθρου.

Το άρθρο 64 εφαρμόζεται και για τα προϊόντα της παρ. 1, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής. Η καταστροφή των προϊόντων διενεργείται, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου προσώπου, από την επιτροπή του άρθρου 32, με την εξαίρεση των προϊόντων των περ. στ) και ζ) της παρ. 1, η καταστροφή των οποίων διενεργείται από την επιτροπή του άρθρου 111.

Τα άρθρα 108, 111, 112 και 116 εφαρμόζονται αναλογικά και για τα προϊόντα των περ. στ) και ζ) της παρ. 1.

  1. Τα προϊόντα των περ. α), β), δ), ε), στ), ζ) και η) της παρ. 1, που αποκτά ιδιώτης για δική του χρήση και τα οποία μεταφέρει στη χώρα αυτοπροσώπως από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. ή τρίτη χώρα, απαλλάσσονται από τον φόρο κατανάλωσης. Για να προσδιοριστεί κατά πόσο τα προϊόντα αυτά προορίζονται για ιδία χρήση, λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές τα εξής τουλάχιστον στοιχεία:

α) η εμπορική ιδιότητα του κατόχου και οι λόγοι κατοχής των προϊόντων,

β) ο τόπος όπου βρίσκονται τα προϊόντα ή, αναλόγως της περίπτωσης, ο χρησιμοποιούμενος τρόπος μεταφοράς,

γ) κάθε έγγραφο σχετικό με τα προϊόντα,

δ) η φύση των προϊόντων,

ε) η ποσότητα των προϊόντων, για την οποία, ως αποδεικτικό στοιχείο, ορίζεται εα) για τα προϊόντα της περ. α) της παρ. 1 το ποσοτικό όριο των είκοσι (20) χιλιοστόλιτρων (ml) υγρών αναπλήρωσης που περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα, εβ) για τα προϊόντα της περ. στ) της παρ. 1 το ποσοτικό όριο των διακοσίων (200) τεμαχίων ηλεκτρικά θερμαινόμενου προϊόντος καπνού, εγ) για τα προϊόντα των περ. ζ) και η) της παρ. 1 το ποσοτικό όριο των διακοσίων (200) τεμαχίων, και εδ) για τα προϊόντα καφέ των περ. β), δ) και ε) της παρ. 1 το ποσοτικό όριο των τριών (3) κιλών.

  1. Τα προϊόντα της παρ. 1 απαλλάσσονται από τον φόρο κατανάλωσης, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από τους δικαιούχους της παρ. 1 του άρθρου 67.
  2. Η υποχρέωση καταβολής του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα της παρ. 1, στην περίπτωση παραλαβής των προϊόντων αυτών από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. γεννάται κατά την παραλαβή τους στο εσωτερικό της χώρας.
  3. Υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι κατά περίπτωση:

α) το πρόσωπο που εισάγει από τρίτη χώρα τα προϊόντα της παρ.1,

β) το πρόσωπο που αποκτά από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. τα ανωτέρω προϊόντα,

γ) το πρόσωπο που παράγει εγχωρίως τα ανωτέρω προϊόντα, εκτός καθεστώτος αναστολής,

δ) ο εγκεκριμένος αποθηκευτής των προϊόντων αυτών,

ε) ειδικά για τα προϊόντα καφέ των περ. β), γ), δ) και ε) της παρ. 1, κάθε πρόσωπο το οποίο έχει εγκριθεί ως δικαιούχος υποβολής αίτησης επιστροφής φόρου κατανάλωσης, και αποκτά τα προϊόντα αυτά από εγκεκριμένο αποθηκευτή-πωλητή, το οποίο δύναται να καταβάλει με την υποβολή του προβλεπόμενου τελωνειακού παραστατικού τον φόρο κατανάλωσης που αναλογεί στα αποκτώμενα προϊόντα κατά τη θέση τους σε ανάλωση.

  1. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα της παρ. 1 ενεργείται από την αρμόδια αρχή, ως κατωτέρω:

α) Ως προς την εισαγωγή, κατά την ίδια χρονική στιγμή που βεβαιώνονται και εισπράττονται οι λοιπές δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις.

β) Ως προς την απόκτηση από άλλο κράτος μέλος, το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από τη γένεση της υποχρέωσης, εκτός εάν τα προϊόντα τεθούν άμεσα σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης της παρ. 5.

γ) Ως προς την εγχώρια παραγωγή των προϊόντων αυτών, εκτός καθεστώτος αναστολής, το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από τη γένεση της υποχρέωσης.

δ) Ως προς την έξοδο από τη φορολογική αποθήκη, ήτοι από το καθεστώς αναστολής των φορολογικών επιβαρύνσεων, το αργότερο μέχρι την εικοστή πέμπτη ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα εξόδου από το καθεστώς αναστολής με την επιφύλαξη των επομένων εδαφίων. Για τα προϊόντα καφέ των περ. β), γ), δ) και ε) της παρ. 1, η οποία πραγματοποιείται από τα υπόχρεα πρόσωπα της περ. ε) της παρ. 10, η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου κατανάλωσης ενεργείται κατά τον χρόνο θέσης σε ανάλωση των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας με Δήλωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (ΔΕΦΚ), που υποβάλλεται από τα πρόσωπα αυτά. Για τα προϊόντα των περ. στ) και ζ) της παρ. 1 εφαρμόζονται αναλογικά τα άρθρα 110 και 120.

  1. Με τον φόρο κατανάλωσης των προϊόντων της παρ. 1 βεβαιώνεται και εισπράττεται, κατά την ίδια χρονική στιγμή, ο αναλογών Φ.Π.Α. Κατ’ εξαίρεση, ο αναλογών Φ.Π.Α. των προϊόντων καφέ των περ. β), γ), δ) και ε) της παρ. 1, βεβαιώνεται και εισπράττεται με δήλωση που υποβάλλεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή-πωλητή, το αργότερο μέχρι την εικοστή πέμπτη του επόμενου μήνα από τον μήνα εξόδου από το καθεστώς αναστολής, αν ο φόρος κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της περ. δ) της παρ. 11.

Η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 24 και 25 του Κώδικα Φ.Π.Α.. O φόρος κατανάλωσης αποτελεί διαμορφωτικό στοιχείο της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του Φ.Π.Α. Στο προηγούμενο εδάφιο εμπίπτει και η περίπτωση στην οποία ο Φ.Π.Α. καταβάλλεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή-πωλητή κατ΄ εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου.

Οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές των προϊόντων του παρόντος ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των εισροών τους με την υποβολή του προβλεπόμενου παραστατικού στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.

  1. Επιστρέφεται το ποσό του φόρου κατανάλωσης που έχει εισπραχθεί κατά τα οριζόμενα στην παρ. 11, για τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες, προερχόμενα από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., εγχωρίως παραγόμενα και για τα εξερχόμενα από φορολογική αποθήκη προϊόντα καφέ των περ. β), γ), δ) και ε) της παρ. 1, τα οποία, μετά τη θέση τους σε ανάλωση, αυτούσια ή κατόπιν επεξεργασίας τους, συμπεριλαμβανομένων και των συνήθων εργασιών που δεν μεταβάλλουν τη Δασμολογική τους Κλάση, εξάγονται σε τρίτες χώρες ή αποστέλλονται σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε.. Δικαιούχοι επιστροφής του φόρου κατανάλωσης είναι τα πρόσωπα της παρ. 10, κατά περίπτωση, τα οποία διενεργούν την εξαγωγή ή την παράδοσή τους σε άλλο κράτος μέλος και έχουν εγκριθεί για την υποβολή αίτησης επιστροφής του φόρου κατανάλωσης.

 

Άρθρο 51

Εφαρμογή του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα στα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα – Εδαφική εφαρμογή – Γενεσιουργό γεγονός επιβολής του φόρου

  1. Στον ειδικό φόρο κατανάλωσης υπόκεινται τα προϊόντα του άρθρου 49, κατά:

α) την παραγωγή τους, συμπεριλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση, της εξόρυξής τους στο εσωτερικό της χώρας,

β) την εισαγωγή τους ή την παράτυπη είσοδό τους στο εσωτερικό της χώρας,

γ) την παραλαβή τους από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. στο εσωτερικό της χώρας.

  1. Επί των εισαγόμενων και εξαγόμενων προϊόντων του άρθρου 49 εφαρμόζονται οι διατάξεις της συναφούς με τα συγκεκριμένα αγαθά νομοθεσίας.
  2. Οι διατυπώσεις που προβλέπονται από τις ενωσιακές τελωνειακές διατάξεις για την είσοδο εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ε.Ε. εφαρμόζονται αναλογικά κατά την είσοδο υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων στο έδαφος της Ε.Ε. από ένα από τα εδάφη που αναφέρονται στην παρ. 5. Οι διατυπώσεις που προβλέπονται από τις ενωσιακές τελωνειακές διατάξεις για την έξοδο εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ε.Ε. εφαρμόζονται αναλογικά κατά την έξοδο υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από το έδαφος της Ε.Ε. προς ένα από τα εδάφη που αναφέρονται στην παρ. 5.
  3. Τα άρθρα 54 έως 64, 121 έως 128 και 130 δεν εφαρμόζονται σε υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που έχουν τον τελωνειακό χαρακτήρα των μη ενωσιακών εμπορευμάτων, όπως ορίζονται στο σημείο 24 του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013 για τη θέσπιση ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (L 269).
  4. Θεωρούνται ως προϊόντα εισαγόμενα στο εσωτερικό της χώρας, τα προϊόντα που προέρχονται από τα ακόλουθα εδάφη, τα οποία αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ε.Ε.:

α) Κανάριοι Νήσοι,

β) τα γαλλικά εδάφη που αναφέρονται στο άρθρο 349 και στην παρ. 1 του άρθρου 355 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

γ) Νήσοι Άαλαντ,

δ) Αγγλονορμανδικές Νήσοι.

Οι περ. α) και β) παύουν να ισχύουν από την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση σχετικής δήλωσης της Ισπανίας ή της Γαλλίας αντίστοιχα, για τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στη δήλωση αυτή.

  1. Θεωρούνται, επίσης, ως προϊόντα εισαγόμενα στο εσωτερικό της χώρας τα προϊόντα που προέρχονται από τα εδάφη που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 3 του άρθρου 355 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από τα ακόλουθα εδάφη, τα οποία δεν αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ε.Ε.:

α) Νήσος Ελιγολάνδη,

β) Έδαφος του Μπίζινγκεν,

γ) Θέουτα,

δ) Μελίλια,

ε) Λιβίνιο,

στ) Γιβραλτάρ.

  1. Για την εφαρμογή του Μέρους Γ΄, η διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από ή προς:

α) το Πριγκιπάτο του Μονακό, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς τη Γαλλία,

β) τον Άγιο Μαρίνο, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Ιταλία,

γ) τις περιοχές κυρίαρχων βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου στο Ακρωτήρι και τη Δεκέλεια, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Κύπρο,

δ) τη Νήσο του Μαν, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς το Ηνωμένο Βασίλειο,

ε) το Jungholz και το Mittelberg (Kleines Walsertal), αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς τη Γερμανία.

 

Άρθρο 52

Ορισμοί

Για την εφαρμογή του Μέρους Γ΄ νοούνται ως:

α) «διαγραφή»: η απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής ειδικού φόρου κατανάλωσης που δεν έχει καταβληθεί,

β) «διανομέας ή αναδιανομέας φυσικού αερίου»:

βα) ο προμηθευτής φυσικού αερίου, κατά την έννοια της περ. κβ’ της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4001/2011 (Α’ 179), για την ποσότητα φυσικού αερίου που προμηθεύει σε Σημείο Κατανάλωσης φυσικού αερίου,

ββ) ο τελικός πελάτης φυσικού αερίου, κατά την έννοια της περ. ιστ’ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4001/2011, για την ποσότητα που καταναλώνει και την οποία προμηθεύεται αποκλειστικά για δική του χρήση σε σημείο διαφορετικό από το Σημείο Κατανάλωσης φυσικού αερίου,

γ) «εγκεκριμένος αποθηκευτής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εξουσιοδοτημένο από τις αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να αποθηκεύει, να παραλαμβάνει ή να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης σε φορολογική αποθήκη,

δ) «εγγεγραμμένος αποστολέας»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εξουσιοδοτημένο από τις τελωνειακές αρχές, αποκλειστικά και μόνο να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, κατόπιν της θέσης τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013 για τη θέσπιση ενωσιακού τελωνειακού κώδικα στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του (L 269),

ε) «εγγεγραμμένος παραλήπτης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εξουσιοδοτημένο από τις τελωνειακές αρχές, να παραλαμβάνει, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα προερχόμενα από το έδαφος άλλου κράτους-μέλους της Ε.Ε., τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

στ) «έδαφος κράτους μέλους»: το έδαφος κράτους μέλους της Ε.Ε. στο οποίο εφαρμόζονται οι Συνθήκες, σύμφωνα με τα άρθρα 349 και 355 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην των τρίτων εδαφών,

ζ) «έδαφος της Ένωσης»: τα εδάφη των κρατών μελών της Ε.Ε.,

η) «εισαγωγή»: η θέση των προϊόντων σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013,

θ) «επιστροφή»: η επιστροφή ποσού ειδικού φόρου κατανάλωσης που έχει καταβληθεί,

ι) «καθεστώς αναστολής»: το φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην παραγωγή, τη μεταποίηση, την κατοχή, την αποθήκευση, ή τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό αναστολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

ια) «κράτος μέλος αποστολής»: το κράτος μέλος της Ε.Ε., από το οποίο αποστέλλονται σε κράτος μέλος προορισμού της περ. ιστ’ υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα σύμφωνα με το Μέρος Γ΄ του παρόντος Κώδικα,

ιβ) «κράτος μέλος εξαγωγής»: το κράτος μέλος της Ε.Ε. όπου υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 221 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής της 24ης Νοεμβρίου 2015 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (L 343),

ιγ) «κράτος μέλος προορισμού»: το κράτος μέλος της Ε.Ε., στο οποίο πρόκειται να παραδοθούν ή να χρησιμοποιηθούν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα σύμφωνα με το Μέρος Γ΄ του παρόντος Κώδικα,

ιδ) «μηχανοργανωμένο σύστημα»: το μηχανοργανωμένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 1 της Απόφασης (ΕΕ) 2020/263 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2020 για την εισαγωγή της πληροφορικής στη διακίνηση και στους ελέγχους των αγαθών που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (L 58),

ιε) «παράτυπη είσοδος»: η είσοδος προϊόντων στο έδαφος της χώρας τα οποία δεν έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013 και για τα οποία έχει γεννηθεί τελωνειακή οφειλή σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 79 του ίδιου Κανονισμού ή θα είχε γεννηθεί, εάν στα εμπορεύματα είχε επιβληθεί τελωνειακός δασμός,

ιστ) «πιστοποιημένος αποστολέας»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγγεγραμμένο σε μητρώο με σκοπό, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, την αποστολή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας, και στη συνέχεια διακινούνται προς το έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε.,

ιζ) «πιστοποιημένος παραλήπτης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγγεγραμμένο σε μητρώο με σκοπό, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, την παραλαβή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. και στη συνέχεια διακινούνται προς το εσωτερικό της χώρας,

ιη) «σημείο κατανάλωσης φυσικού αερίου»: η εγκατάσταση καταναλωτή φυσικού αερίου στην οποία παραδίδεται φυσικό αέριο για τελική χρήση,

ιθ) «τρίτα εδάφη»: τα εδάφη που απαριθμούνται στις παρ. 5 και 6 του άρθρου 51,

κ) «τρίτη χώρα»: κράτος ή έδαφος στο οποίο δεν εφαρμόζονται η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ε.Ε.,

κα) «φορολογική αποθήκη»: ο τόπος όπου υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα παράγονται, μεταποιούνται, κατέχονται, αποθηκεύονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης από εγκεκριμένο αποθηκευτή στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του,

 

Άρθρο 53

Χρόνος και τόπος όπου καθίσταται απαιτητός ο φόρος

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός κατά τον χρόνο θέσης σε ανάλωση των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας.
  2. Θεωρείται ως «θέση σε ανάλωση»:

α) η έξοδος υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από ένα καθεστώς αναστολής, συμπεριλαμβανομένης της παράτυπης εξόδου,

β) η κατοχή ή αποθήκευση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων παρατυπίας, εκτός καθεστώτος αναστολής, για τα οποία δεν έχει επιβληθεί ειδικός φόρος κατανάλωσης δυνάμει των εφαρμοστέων διατάξεων του ενωσιακού δικαίου και της εθνικής νομοθεσίας,

γ) η παραγωγή, συμπεριλαμβανομένης της μεταποίησης, υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων και η παράτυπη παραγωγή ή μεταποίηση, εκτός καθεστώτος αναστολής,

δ) η εισαγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, εκτός εάν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπαχθούν, αμέσως μετά την εισαγωγή, σε καθεστώς αναστολής, ή η παράτυπη είσοδος προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, εκτός εάν η τελωνειακή οφειλή έχει αποσβεσθεί σύμφωνα με τα στοιχεία ε’, στ’, ζ’ και ια’ της παρ. 1 του άρθρου 124 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013. Η εφαρμογή της παρούσας για οφειλές που αποσβένονται σύμφωνα με το στοιχείο ε’ της παρ. 1 του άρθρου 124 του ίδιου Κανονισμού είναι ανεξάρτητη από την επιβολή και την είσπραξη των πολλαπλών τελών της παρ. 1 του άρθρου 168 και την εφαρμογή του Μέρους Ε΄, όταν συντρέχει λαθρεμπορία.

Για την εφαρμογή της περ. α), ως έξοδος από το καθεστώς αναστολής των πετρελαιοειδών προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής εντός φορολογικών αποθηκών στο εσωτερικό της χώρας και ζητείται η θέση τους σε ανάλωση, θεωρείται η φυσική έξοδος των προϊόντων από τη φορολογική αποθήκη.

  1. Ο χρόνος εξόδου από καθεστώς αναστολής, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2, είναι:

α) ο χρόνος παραλαβής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπερ. αβ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121,

β) ο χρόνος παραλαβής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από τον παραλήπτη, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπερ. αδ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121,

γ) ο χρόνος παραλαβής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων στον τόπο άμεσης παράδοσής τους, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 121.

  1. Με την επιφύλαξη της παρ. 5, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στις περιπτώσεις των παρ. 2 και 3 εισπράττεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν την ημερομηνία κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός.
  2. Στην περίπτωση παράτυπης εξόδου από καθεστώς αναστολής ή κατοχής ή αποθήκευσης εκτός καθεστώτος αναστολής ή παράτυπης παραγωγής ή παράτυπης εισαγωγής, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά τον χρόνο διαπίστωσης των παρατυπιών αυτών.

Όταν από τα στοιχεία που διαθέτουν οι αρμόδιες αρχές διαπιστώνεται ότι η παράτυπη έξοδος από καθεστώς αναστολής ή η κατοχή εκτός καθεστώτος αναστολής ή η παράτυπη παραγωγή ή η παράτυπη εισαγωγή πραγματοποιήθηκαν ή υπήρξαν, κατά περίπτωση, σε χρόνο προγενέστερο της διαπίστωσης, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά την προγενέστερη της διαπίστωσης ημερομηνία, στην οποία πραγματοποιήθηκαν ή υπήρξαν.

  1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 107, υπόχρεος να καταβάλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που καθίσταται απαιτητός είναι:

α) σε σχέση με την έξοδο υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από καθεστώς αναστολής, όπως αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 2:

αα) Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης ή κάθε άλλο πρόσωπο που απελευθερώνει ή εξ ονόματος του οποίου απελευθερώνονται τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα από καθεστώς αναστολής και σε περίπτωση παράτυπης εξόδου από τη φορολογική αποθήκη, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην έξοδο αυτή,

αβ) σε περίπτωση παρατυπίας κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, όπως αυτή ορίζεται στις παρ. 1, 2 και 4 του άρθρου 129, ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος αποστολέας ή κάθε άλλο πρόσωπο που εγγυήθηκε την πληρωμή, σύμφωνα με τις παρ. 7 και 8 του άρθρου 121, και κάθε πρόσωπο που συμμετείχε στην παράτυπη έξοδο και το οποίο γνώριζε ή όφειλε ευλόγως να γνωρίζει τον παράτυπο χαρακτήρα της εξόδου,

β) σχετικά με την κατοχή ή αποθήκευση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων όπως αναφέρεται στην περ. β) της παρ. 2, το πρόσωπο που κατέχει ή αποθηκεύει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην κατοχή ή αποθήκευση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων ή οποιοσδήποτε συνδυασμός αυτών των προσώπων, σύμφωνα με την αρχή της αλληλέγγυας και εις ολόκληρον ευθύνης,

γ) σχετικά με την παραγωγή, συμπεριλαμβανομένης της μεταποίησης, υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων όπως αναφέρεται στην περ. γ) της παρ. 2, το πρόσωπο που παράγει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα και, σε περίπτωση παράτυπης παραγωγής, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην παραγωγή τους,

δ) σχετικά με την εισαγωγή ή την παράτυπη είσοδο υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που αναφέρεται στην περ. δ) της παρ. 2, ο διασαφιστής, όπως ορίζεται στο σημείο 15 του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013 ή κάθε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παρ. 3 του άρθρου 77 του ίδιου Κανονισμού και σε περίπτωση παράτυπης εισαγωγής, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην παράτυπη εισαγωγή.

Σε περίπτωση περισσότερων υπόχρεων για την καταβολή του οφειλόμενου ποσού ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα πρόσωπα αυτά είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπόχρεα για την πληρωμή της εν λόγω οφειλής.

  1. Σε περίπτωση ακύρωσης ή ανάκλησης της άδειας εγκεκριμένου αποθηκευτή, οι φορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν στα αποθηκευμένα σε καθεστώς αναστολής προϊόντα στη φορολογική αποθήκη ή στις φορολογικές αποθήκες του αποθηκευτή, καθίστανται άμεσα απαιτητές και τα προϊόντα δεσμεύονται μέχρι την εξόφληση αυτών από τον υπόχρεο ή από τις εγγυήσεις που έχουν κατατεθεί.

 

Άρθρο 54

Διακινήσεις υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους της Ε.Ε., προκειμένου να παραδοθούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους για εμπορικούς σκοπούς και γενεσιουργός αιτία του ειδικού φόρου κατανάλωσης

  1. Αν υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε., διακινούνται, προκειμένου να παραδοθούν στο εσωτερικό της χώρας για εμπορικούς σκοπούς ή να χρησιμοποιηθούν σε αυτό, υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός από τις τελωνειακές αρχές σύμφωνα με τις παρ. 5 και 6.

Για τους σκοπούς των άρθρων 54, 55, 56 και 57, τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα διακινούνται μόνο από πιστοποιημένο αποστολέα προς πιστοποιημένο παραλήπτη.

Για την απόκτηση της ιδιότητας του πιστοποιημένου αποστολέα ή του πιστοποιημένου παραλήπτη απαιτείται η εγγραφή σε μητρώο, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου, στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος, θεωρείται ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα έχουν «παραδοθεί για εμπορικούς σκοπούς», εφόσον έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους της Ε.Ε., έχουν διακινηθεί από το εν λόγω κράτος μέλος προς το έδαφος άλλου κράτους μέλους και παραδίδονται είτε σε μη ιδιώτη είτε σε ιδιώτη αν η διακίνηση δεν καλύπτεται από το άρθρο 58 ή το άρθρο 59. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα δεν θεωρούνται ότι έχουν παραδοθεί για εμπορικούς σκοπούς, εφόσον μεταφέρονται από τον εν λόγω ιδιώτη για δική του χρήση, όταν διακινούνται από το έδαφος του άλλου κράτους μέλους.
  2. Η διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων βάσει του παρόντος αρχίζει όταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξέλθουν από τις εγκαταστάσεις του πιστοποιημένου αποστολέα ή από οποιονδήποτε τόπο στο κράτος μέλος αποστολής που έχει γνωστοποιηθεί πριν από την έναρξη της διακίνησης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής.
  3. Η διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων βάσει του παρόντος λήγει όταν ο πιστοποιημένος παραλήπτης παραλάβει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα στις εγκαταστάσεις του ή σε οποιονδήποτε τόπο στο κράτος μέλος προορισμού που έχει γνωστοποιηθεί πριν από την έναρξη της διακίνησης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού.
  4. Οι όροι υπό τους οποίους ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός, καθώς και ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι αυτοί που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός στο εσωτερικό της χώρας.
  5. Ο πιστοποιημένος παραλήπτης είναι υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός όταν τα προϊόντα έχουν παραδοθεί στο εσωτερικό της χώρας, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες διαπράττεται παρατυπία κατά τη διακίνηση, σύμφωνα με το άρθρο 130.
  6. Σε περίπτωση μη εγγραφής ή πιστοποίησης ενός ή όλων των προσώπων που εμπλέκονται στη διακίνηση, τα πρόσωπα αυτά καθίστανται επίσης υπόχρεα για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
  7. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία βρίσκονται επί πλοίου ή αεροσκάφους που πραγματοποιεί θαλάσσια ταξίδια ή πτήσεις μεταξύ των εδαφών δύο κρατών μελών της Ε.Ε. και τα οποία δεν διατίθενται προς πώληση όταν το πλοίο ή το αεροσκάφος βρίσκεται στο έδαφος της χώρας, δεν υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης στη χώρα.

 

Άρθρο 55

Προϋποθέσεις διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους της Ε.Ε., προκειμένου να παραδοθούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους για εμπορικούς σκοπούς – Ηλεκτρονικό απλουστευμένο διοικητικό έγγραφο και αναφορά παραλαβής

  1. Η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους της Ε.Ε., προκειμένου να παραδοθούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους για εμπορικούς σκοπούς είναι σύμφωνη με τα άρθρα 54, 55, 56 και 57, εάν πραγματοποιείται υπό την κάλυψη ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με τις παρ. 7 έως 11 του παρόντος.
  2. Ο πιστοποιημένος παραλήπτης, δυνάμει της παρ. 6 του άρθρου 54, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α) Πριν από την αποστολή των προϊόντων, παρέχει εγγύηση που καλύπτει τους ενεχόμενους κινδύνους μη καταβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης που μπορεί να επέλθουν κατά τη διακίνηση μέσω των εδαφών των κρατών μελών διαμεταγωγής και στο εσωτερικό της χώρας,

β) καταβάλλει τον οφειλόμενο ειδικό φόρο κατανάλωσης στην αρμόδια τελωνειακή αρχή με την άφιξη των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την άφιξη,

γ) αποδέχεται κάθε έλεγχο που διενεργούν οι αρμόδιες αρχές για να εξακριβώσουν ότι πραγματοποιήθηκε η παραλαβή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων και ότι καταβλήθηκε ο οφειλόμενος ειδικός φόρος κατανάλωσης.

Κατά παρέκκλιση της περ. α), δύναται, στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις και με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 4 του άρθρου 196, να επιτρέπεται η παροχή της εγγύησης από τον μεταφορέα, τον κύριο των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τον πιστοποιημένο αποστολέα, ή από κοινού με οποιονδήποτε συνδυασμό από δύο ή περισσότερα από αυτά τα πρόσωπα με ή χωρίς τον πιστοποιημένο παραλήπτη.

  1. Η εγγύηση της περ. α) της παρ. 2 ισχύει σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
  2. Ο εξουσιοδοτημένος από τις τελωνειακές αρχές εγκεκριμένος αποθηκευτής ή ο εγγεγραμμένος αποστολέας μπορεί να ενεργεί ως πιστοποιημένος αποστολέας, αφού ενημερώσει τις εν λόγω αρχές.
  3. Ο εξουσιοδοτημένος από τις τελωνειακές αρχές εγκεκριμένος αποθηκευτής ή ο εγγεγραμμένος παραλήπτης μπορεί να ενεργεί ως πιστοποιημένος παραλήπτης, αφού ενημερώσει τις εν λόγω αρχές.
  4. Για τον πιστοποιημένο αποστολέα ή τον πιστοποιημένο παραλήπτη που αποστέλλει ή παραλαμβάνει μόνο περιστασιακά προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, η εγγραφή στο μητρώο που αναφέρεται στις περ. ιδ) και ιε) του άρθρου 52 περιορίζεται σε συγκεκριμένη ποσότητα προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σε έναν μόνο παραλήπτη ή αποστολέα και σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Η προσωρινή πιστοποίηση του πρώτου εδαφίου, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων των περ. ιδ) και ιε) του άρθρου 52, παρέχεται επίσης σε ιδιώτες που ενεργούν ως αποστολείς ή παραλήπτες αν τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης παραδίδονται για εμπορικούς σκοπούς δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 54.
  5. Όταν προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης πρόκειται να διακινηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 54, 55, 56 και 57, ο πιστοποιημένος αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου στην τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.
  6. Η τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής επαληθεύει, ηλεκτρονικά, τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο απλουστευμένου ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου. Εάν τα εν λόγω στοιχεία δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται, πάραυτα, ο πιστοποιημένος αποστολέας. Εάν τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, η τελωνειακή αρχή αποδίδει στο έγγραφο μοναδικό απλουστευμένο διοικητικό κωδικό αναφοράς και τον κοινοποιεί στον πιστοποιημένο αποστολέα.
  7. Μετά την απόδοση του απλουστευμένου διοικητικού κωδικού αναφοράς, οι αρμόδιες τελωνειακές αρχές διαβιβάζουν, πάραυτα, το ηλεκτρονικό απλουστευμένο διοικητικό έγγραφο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού, οι οποίες το προωθούν στον πιστοποιημένο παραλήπτη.
  8. Ο πιστοποιημένος αποστολέας παρέχει στο πρόσωπο που συνοδεύει τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ή αν κανένα πρόσωπο δεν συνοδεύει τα προϊόντα, στον μεταφορέα, τον μοναδικό απλουστευμένο διοικητικό κωδικό αναφοράς. Το πρόσωπο που συνοδεύει τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ή ο μεταφορέας παρέχει τον κωδικό στις αρμόδιες αρχές κάθε φορά που θα το ζητήσουν κατά τη διάρκεια της διακίνησης.
  9. Κατά τη διακίνηση προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης δυνάμει των άρθρων 54, 55, 56 και 57, ο πιστοποιημένος αποστολέας μπορεί, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα, να αλλάξει τον προορισμό προς άλλον τόπο παράδοσης στο ίδιο κράτος μέλος της Ε.Ε., τον οποίο διαχειρίζεται ο ίδιος πιστοποιημένος παραλήπτης ή προς τον τόπο αποστολής. Προς τον σκοπό αυτόν, ο πιστοποιημένος αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού εγγράφου αλλαγής προορισμού στις τελωνειακές αρχές, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.
  10. Κατά την παραλαβή των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση και διακινούνται σύμφωνα με τα άρθρα 54, 55 και 57, ο πιστοποιημένος παραλήπτης, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λήξη της διακίνησης, εκτός των περιπτώσεων που κρίνονται δεόντως δικαιολογημένες από τις τελωνειακές αρχές, υποβάλλει αναφορά για την παραλαβή τους χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.
  11. Η τελωνειακή αρχή του τόπου προορισμού επαληθεύει, ηλεκτρονικά, τα στοιχεία που αναφέρονται στην αναφορά παραλαβής. Εάν τα στοιχεία αυτά δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται, πάραυτα, ο πιστοποιημένος παραλήπτης. Εάν τα στοιχεία είναι έγκυρα, η τελωνειακή αρχή παρέχει στον πιστοποιημένο παραλήπτη επιβεβαίωση για την καταχώρηση της αναφοράς παραλαβής και τη διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

Η αναφορά παραλαβής θεωρείται επαρκής απόδειξη ότι ο πιστοποιημένος παραλήπτης έχει ολοκληρώσει τις απαραίτητες διατυπώσεις και έχει, κατά περίπτωση και εφόσον τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα δεν εξαιρούνται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, καταβάλλει κάθε πληρωμή τυχόν οφειλόμενου ειδικού φόρου κατανάλωσης στο κράτος μέλος προορισμού ή ενταχθεί σε καθεστώς αναστολής σύμφωνα με τα άρθρα 61 έως 63.

  1. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν την αναφορά παραλαβής στον πιστοποιημένο αποστολέα.
  2. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί στο εσωτερικό της χώρας από τον πιστοποιημένο αποστολέα επιστρέφεται, κατόπιν αίτησής του και βάσει της αναφοράς παραλαβής που αποστέλλεται από το κράτος προορισμού μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 65.

 

Άρθρο 56

Εφεδρικές διαδικασίες και έγγραφα – Ανάκτηση δεδομένων – Εναλλακτικές αποδείξεις παραλαβής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους, προκειμένου να παραδοθούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους για εμπορικούς σκοπούς

  1. Κατά παρέκκλιση των παρ. 7 έως 11 του άρθρου 55, εάν το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος αποστολής, ο πιστοποιημένος αποστολέας μπορεί να αρχίζει διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, εφόσον:

α) τα προϊόντα συνοδεύονται από εφεδρικό έγγραφο, το οποίο περιέχει τα ίδια στοιχεία με το σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 55,

β) ο πιστοποιημένος αποστολέας ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής πριν από την έναρξη της διακίνησης.

Αν ο τόπος αποστολής των προϊόντων βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, ο πιστοποιημένος αποστολέας πριν από την έναρξη της διακίνησης υποβάλλει αντίγραφο του εγγράφου της περ. α) για την ενδεχόμενη επαλήθευση των στοιχείων που περιέχονται σε αυτό και, εφόσον για τη μη διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος ευθύνεται ο ίδιος, ενημερώνει σχετικά με τους λόγους της μη διαθεσιμότητας.

  1. Μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος, ο αποστολέας υποβάλλει για τη συγκεκριμένη διακίνηση σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου κατά την παρ. 7 του άρθρου 55.

Μόλις επαληθευτούν τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου, κατά την παρ. 8 του άρθρου 55, αν τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, το έγγραφο αυτό αντικαθιστά το εφεδρικό έγγραφο που αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 1 του παρόντος. Οι παρ. 9 και 12 έως 15 του άρθρου 55 εφαρμόζονται αναλογικά.

  1. Ο πιστοποιημένος αποστολέας φυλάσσει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 1 στα λογιστικά του αρχεία.
  2. Όταν το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος αποστολής, ο πιστοποιημένος αποστολέας μπορεί να τροποποιήσει τον προορισμό των προϊόντων, όπως αναφέρεται στην παρ. 11 του άρθρου 55, και να κοινοποιήσει τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής χρησιμοποιώντας εναλλακτικά μέσα επικοινωνίας. Ο πιστοποιημένος αποστολέας ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής πριν από την έναρξη αλλαγής του προορισμού. Οι παρ. 2 και 3 εφαρμόζονται αναλογικά.
  3. Όταν υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα πρόκειται να διακινηθούν δυνάμει των άρθρων 54, 55, 56 και 57 και η αναφορά παραλαβής δεν είναι δυνατό να υποβληθεί κατά τη λήξη της διακίνησης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 55, είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος προορισμού είτε διότι δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρ. 2 του παρόντος, ο πιστοποιημένος παραλήπτης υποβάλλει στην τελωνειακή αρχή του τόπου προορισμού, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, εφεδρικό έγγραφο στο οποίο περιέχονται τα ίδια στοιχεία με την αναφορά παραλαβής και δηλώνεται η λήξη της διακίνησης.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού αποστέλλουν αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, εκτός εάν η αναφορά παραλαβής είναι δυνατό να τους υποβληθεί σύντομα από τον πιστοποιημένο παραλήπτη μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, όπως προβλέπεται στην παρ. 12 του άρθρου 55 ή εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν το αντίγραφο στον πιστοποιημένο αποστολέα ή το φυλάσσουν, ώστε να είναι στη διάθεση του πιστοποιημένου αποστολέα.

Μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος στο κράτος μέλος προορισμού ή ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρ. 2, ο πιστοποιημένος παραλήπτης υποβάλλει αναφορά παραλαβής, σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 55. Οι παρ. 13 και 14 του άρθρου 55 εφαρμόζονται αναλογικά.

  1. Με την επιφύλαξη της παρ. 5, η αναφορά παραλαβής που απαιτείται σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 55, συνιστά απόδειξη ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα έχουν παραδοθεί στον πιστοποιημένο παραλήπτη.
  2. Κατά παρέκκλιση της παρ. 6, αν δεν υπάρχει αναφορά παραλαβής για λόγους άλλους από εκείνους που αναφέρονται στην παρ. 5, είναι δυνατό να προσκομιστεί εναλλακτική απόδειξη, με θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους προορισμού, βάσει κατάλληλων αποδεικτικών στοιχείων, ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που απεστάλησαν έχουν φθάσει στον προορισμό τους.

Το εφεδρικό έγγραφο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5 συνιστά κατάλληλο αποδεικτικό στοιχείο για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου της παρούσας.

  1. Αν η θεώρηση από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού γίνεται αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές του κράτος μέλους αποστολής, κρίνεται ότι αποτελεί επαρκή απόδειξη για το ότι ο πιστοποιημένος παραλήπτης έχει ολοκληρώσει όλες τις αναγκαίες διατυπώσεις και έχει προβεί σε τυχόν καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης που οφείλεται στο κράτος μέλος προορισμού.

 

Άρθρο 57

Διακίνηση προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση μεταξύ δύο τόπων στο έδαφος της χώρας μέσω του εδάφους άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η διακίνηση υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας, προς προορισμό που βρίσκεται επίσης στο εσωτερικό της χώρας, μέσω του εδάφους άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε., διενεργείται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η διακίνηση πραγματοποιείται υπό την κάλυψητου ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 55, μέσω κατάλληλης διαδρομής,

β) ο πιστοποιημένος παραλήπτης βεβαιώνει την παραλαβή των προϊόντων, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες,

γ) ο πιστοποιημένος αποστολέας και ο πιστοποιημένος παραλήπτης αποδέχονται κάθε έλεγχο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να διαπιστώνουν την πραγματική παραλαβή των προϊόντων.

 

Άρθρο 58

Απόκτηση από ιδιώτη

  1. Για τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία αποκτά ιδιώτης για δική του χρήση και τα οποία μεταφέρει, αυτοπροσώπως, από το έδαφος ενός κράτους-μέλους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης οφείλονται μόνο στο κράτος-μέλος, όπου τα προϊόντα αυτά αποκτώνται.
  2. Για να προσδιοριστεί κατά πόσο τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία αναφέρονται στην παρ. 1, προορίζονται για ίδια χρήση ενός ιδιώτη, λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

α) η εμπορική ιδιότητα του κατόχου και οι λόγοι κατοχής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων,

β) ο τόπος όπου βρίσκονται τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο χρησιμοποιούμενος τρόπος μεταφοράς,

γ) κάθε έγγραφο σχετικό με τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα,

δ) η φύση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων,

ε) η ποσότητα των προϊόντων.

  1. Για την εφαρμογή της περ. ε) της παρ. 2, ως αποδεικτικό στοιχείο, ορίζονται ενδεικτικά τα ακόλουθα ποσοτικά όρια, ανά προϊόν:

α) για τα προϊόντα καπνού:

αα) τσιγάρα: οκτακόσια (800) τεμάχια,

αβ) πουράκια (πούρα βάρους όχι πάνω από 3 γρ. το τεμάχιο): τετρακόσια (400) τεμάχια,

αγ) πούρα: διακόσια (200) τεμάχια,

αδ) καπνός για κάπνισμα: ένα (1) κιλό,

β) για τα αλκοολούχα ποτά:

βα) οινοπνευματώδη ποτά: δέκα (10) λίτρα,

ββ) ενδιάμεσα προϊόντα: είκοσι (20) λίτρα,

βγ) οίνοι: ενενήντα (90) λίτρα (από τους οποίους το πολύ εξήντα (60) λίτρα αφρώδεις),

βδ) μπύρες: εκατόν δέκα (110) λίτρα.

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών προϊόντων, τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος, καθίσταται απαιτητός και εισπράττεται από τις αρμόδιες αρχές, εάν η μεταφορά αυτών των προϊόντων στη χώρα γίνεται με ανορθόδοξους τρόπους από ιδιώτη ή για λογαριασμό ιδιώτη.

Ως ανορθόδοξες μεταφορές θεωρούνται οι μεταφορές καυσίμων κινητήρων, όταν τα καύσιμα δεν μεταφέρονται στη δεξαμενή των οχημάτων ή σε κατάλληλο εφεδρικό δοχείο, καθώς και η μεταφορά υγρών καυσίμων θέρμανσης όταν δεν γίνεται με βυτιοφόρα που χρησιμοποιούνται για λογαριασμό οικονομικών φορέων.

 

Άρθρο 59

Πωλήσεις εξ αποστάσεως

  1. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. και αγοράζονται από πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, του εγγεγραμμένου παραλήπτη ή του πιστοποιημένου παραλήπτη, είναι εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας και δεν ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα και τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο εσωτερικό της χώρας άμεσα ή έμμεσα από αποστολέα που ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα ή για λογαριασμό του, υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.
  2. Στην περίπτωση της παρ. 1, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός και καταβάλλεται κατά την παράδοση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας. Οι όροι υπό τους οποίους ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός, καθώς και ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι αυτοί που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός.
  3. Υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι ο αποστολέας ή ο φορολογικός αντιπρόσωπος αυτού. Ο φορολογικός αντιπρόσωπος είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και εγκεκριμένος από την αρμόδια τελωνειακή αρχή. Αν ο αποστολέας ή ο φορολογικός του αντιπρόσωπος δεν έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις της περ. α) της παρ. 4, υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι ο παραλήπτης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων.
  4. Στην περίπτωση αποστολής προϊόντων από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. στο εσωτερικό της χώρας, ο αποστολέας ή ο φορολογικός αντιπρόσωπός του συμμορφώνεται προς τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α) πριν από την αποστολή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, εγγράφεται στα μητρώα και εγγυάται την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην αρμόδια τελωνειακή αρχή,

β) καταβάλλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στην αρμόδια τελωνειακή αρχή την ημέρα άφιξης των προϊόντων ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα,

γ) τηρεί λογιστική απεικόνιση των παραδιδόμενων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων.

  1. Στην περίπτωση αποστολής προϊόντων από το εσωτερικό της χώρας σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας επιστρέφεται, κατόπιν αιτήματος του αποστολέα, σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 65.
  2. Οι διασυνοριακές εξ αποστάσεως πωλήσεις προϊόντων καπνού μέσω διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλου τρόπου πώλησης που βασίζεται σε εξελισσόμενη τεχνολογία απαγορεύονται.

 

Άρθρο 60

Καταστροφές και απώλειες υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους κατά τη μεταφορά τους στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος μέλος στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση

  1. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 54 και στην παρ. 1 του άρθρου 59, σε περίπτωση ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων κατά τη μεταφορά τους στο έδαφος κράτους μέλους της Ε.Ε. άλλου από το κράτος μέλος στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, εξαιτίας τυχαίου συμβάντος ή ανωτέρας βίας ή κατόπιν έγκρισης των αρμόδιων αρχών του συγκεκριμένου κράτους μέλους για την καταστροφή των προϊόντων, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν καθίσταται απαιτητός στο εν λόγω κράτος μέλος.

Θεωρείται ότι τα προϊόντα έχουν υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, όταν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ως προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

  1. Σε περίπτωση μερικής απώλειας που οφείλεται στη φύση των προϊόντων κατά τη μεταφορά τους στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος μέλος, στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν καθίσταται απαιτητός σε αυτό το κράτος μέλος, εφόσον το ποσό της απώλειας δεν υπερβαίνει το κοινό όριο μερικής απώλειας που καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα εν λόγω υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, εκτός εάν υπάρχει εύλογη αιτία απάτης ή παρατυπίας.
  2. Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων της παρ. 1 αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές της χώρας, αν η εν λόγω ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, επήλθε στο εσωτερικό ή όταν η απώλεια διαπιστώνεται στο εσωτερικό και δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός του τόπου όπου επήλθε.

Στις περιπτώσεις διαπίστωσης ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας, ολικής ή μερικής, των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, η εγγύηση που κατατίθεται σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 55 ή την περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 59 αποδεσμεύεται, πλήρως ή εν μέρει, κατά περίπτωση, με την προσκόμιση ικανοποιητικών αποδείξεων.

 

ΤΜΗΜΑ Β΄

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

 

Άρθρο 61

Παραγωγή – Μεταποίηση – Κατοχή – Αποθήκευση

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων αναφορικά με την προσωρινή εναπόθεση της παρ. 11 του άρθρου 4 και με τα ειδικά καθεστώτα της περ. β) της παρ. 19 του ίδιου άρθρου, η παραγωγή, η μεταποίηση, η κατοχή και η αποθήκευση των προϊόντων του άρθρου 49, γίνονται σύμφωνα με το Μέρος Γ΄. Όταν δεν έχει καταβληθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, τα ανωτέρω πραγματοποιούνται σε φορολογική αποθήκη.
  2. Όπου στο Μέρος Γ΄ του παρόντος αναφέρεται ο όρος «μεταποίηση», εννοείται μεταποίηση για λογαριασμό του ιδίου ή για λογαριασμό τρίτου

 

Άρθρο 62

Σύσταση φορολογικών αποθηκών

  1. Για τη σύσταση και λειτουργία των φορολογικών αποθηκών απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου με απόφασή της, χωριστά για κάθε κατηγορία προϊόντος.
  2. Οι τελωνειακές αρχές ασκούν εποπτεία και έλεγχο κατά τρόπο διαρκή ή περιοδικό στις φορολογικές αποθήκες, σύμφωνα με την απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 196.

Για τις φορολογικές αποθήκες ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 του άρθρου 71 εγκαθίστανται ολοκληρωμένα συστήματα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών.

  1. Όταν οι φορολογικές αποθήκες, οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, βρίσκονται σε μη κατοικημένη περιοχή ή έξω από την έδρα της αρμόδιας αρχής ή η λειτουργία τους εκκινεί και λήγει σε ώρες που δεν υπάρχει τακτική συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση, οι οικείοι εγκεκριμένοι αποθηκευτές υποχρεούνται να εξασφαλίσουν, με δικά τους ή μισθωμένα μεταφορικά μέσα, την έγκαιρη μετακίνηση των υπαλλήλων της αρμόδιας αρχής, οι οποίοι εποπτεύουν και ελέγχουν τις εργασίες των αποθηκών αυτών.

 

Άρθρο 63

Αναγνώριση εγκεκριμένου αποθηκευτή

  1. Για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως εγκεκριμένου αποθηκευτή απαιτείται άδεια της αρμόδιας τελωνειακής αρχής, η οποία παρέχεται με απόφασή της, μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου.
  2. Για να παρασχεθεί η άδεια της παρ. 1, το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πρέπει:

α) να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να αποθηκεύει, να παραλαμβάνει και να αποστέλλει, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, υποκείμενα σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) προϊόντα, τα οποία τελούν υπό αναστολή καταβολής του φόρου, εφόσον βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη,

β) να μην έχει καταδικαστεί, βάσει τελεσίδικης ποινικής απόφασης, για παραβάσεις των περί λαθρεμπορίας διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 131 σε συνδυασμό με τα άρθρα 174 έως 191, ή για οποιοδήποτε άλλο αδίκημα που σχετίζεται με την πώληση, διανομή, αποθήκευση, παραλαβή ή αποστολή λαθραίων προϊόντων Ε.Φ.Κ., ή σχετική με τα ανωτέρω νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή να μην έχει εκδοθεί σε βάρος του τελεσίδικη απόφαση διοικητικού ή πολιτικού δικαστηρίου περί συμμετοχής σε πώληση, διανομή, αποθήκευση, παραλαβή ή αποστολή λαθραίων προϊόντων υποκειμένων σε Ε.Φ.Κ. ή σχετική με τα ανωτέρω νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες,

γ) να πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις που καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 10 του άρθρου 196.

  1. Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής:

α) υποχρεούται:

αα) να εισάγει στη φορολογική αποθήκη του και να προβαίνει στη λογιστική εγγραφή, με την περάτωση της διακίνησης, όλων των υποκείμενων σε Ε.Φ.Κ. προϊόντων, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής, εκτός εάν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 121,

αβ) να τηρεί για κάθε φορολογική αποθήκη λογιστικά βιβλία των αποθεμάτων και των διακινήσεων των προϊόντων,

αγ) να αποδέχεται οποιονδήποτε έλεγχο,

αδ) να παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του,

αε) να συμμορφώνεται με άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλουν ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε.,

αστ) να διαθέτει εντός των αποθηκών και αδαπάνως για το Δημόσιο κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο χώρο για την εγκατάσταση της αρμόδιας αρχής προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων εργασιών και διατυπώσεων,

αζ) να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για οποιαδήποτε μεταβολή των δεδομένων που έχουν ληφθεί υπόψη για τη χορήγηση της άδειας και να παρέχει τα επιβαλλόμενα από αυτήν πρόσθετα διασφαλιστικά μέτρα,

β) επέχει ευθύνη έναντι του Δημοσίου για τους φόρους που αναλογούν στα προϊόντα,

γ) ευθύνεται για τις πράξεις των αποθηκαρίων των αποθηκών αυτών σε περίπτωση καταλογισμού τους από την αρμόδια αρχή.

 

Άρθρο 64

Καταστροφές και απώλειες προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής

  1. Η ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και τελούν υπό καθεστώς αναστολής από αιτία οφειλόμενη στην ίδια τη φύση του προϊόντος, σε τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία ή κατόπιν άδειας των αρμόδιων αρχών για καταστροφή των προϊόντων, δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση.

Θεωρείται ότι τα προϊόντα έχουν υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια όταν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ως προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

  1. Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων της παρ. 1 αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές, εάν η εν λόγω ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, επήλθε στο εσωτερικό της χώρας ή όταν η απώλεια διαπιστώνεται στο εσωτερικό της χώρας και δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός του τόπου όπου επήλθε. Στις περιπτώσεις διαπίστωσης ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας, ολικής ή μερικής, των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, η εγγύηση που κατατίθεται, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 121 αποδεσμεύεται, πλήρως ή εν μέρει, κατά περίπτωση, με την προσκόμιση ικανοποιητικών αποδείξεων.
  2. Μερική απώλεια, η οποία οφείλεται στη φύση των προϊόντων και επέρχεται κατά τη διακίνηση υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ των κρατών μελών, δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση, εφόσον το ποσό της απώλειας είναι χαμηλότερο από το κοινό όριο μερικής απώλειας που καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα εν λόγω υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές έχουν εύλογη αιτία να υποπτευθούν απάτη ή παρατυπία. Το τμήμα της μερικής απώλειας που υπερβαίνει το κοινό όριο μερικής απώλειας για τα εν λόγω υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα θεωρείται ως θέση σε ανάλωση.

 

ΤΜΗΜΑ Γ΄

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ

 

Άρθρο 65

Επιστροφή ή διαγραφή του φόρου – Βεβαίωση και είσπραξη εκ των υστέρων

  1. Τα προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας δύνανται, στις περιπτώσεις της παρ. 15 του άρθρου 55, της παρ. 5 του άρθρου 59 και της παρ. 4 του άρθρου 130, να αποτελέσουν, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, αντικείμενο επιστροφής ή διαγραφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, εφόσον τα προϊόντα αυτά δεν πρόκειται να καταναλωθούν στο εσωτερικό της χώρας.

Αν τα προϊόντα αυτά φέρουν φορολογικά επισήματα, ήτοι ένσημες ταινίες φορολογίας καπνού ή αλκοολούχων ποτών, πριν από την αποστολή τους και προκειμένου να επιστραφεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, προσκομίζονται για καταστροφή τα επισήματα αυτά στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.

  1. Στην περίπτωση της παρ. 15 του άρθρου 55, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας επιστρέφεται μόνο εφόσον ο φόρος αυτός έχει καταστεί απαιτητός και έχει εισπραχθεί στο άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρ. 2 του ίδιου άρθρου.
  2. Στην περίπτωση της παρ. 5 του άρθρου 59, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας επιστρέφεται, κατόπιν αιτήματος του αποστολέα, εφόσον ο ίδιος ή ο φορολογικός του αντιπρόσωπος έχει ακολουθήσει στο κράτος μέλος προορισμού τις διαδικασίες της παρ. 4 του ίδιου άρθρου.
  3. Πέραν των προβλεπομένων στην παρ. 1, στις περιπτώσεις που υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα φέρουν φορολογικά επισήματα, ήτοι ένσημες ταινίες φορολογίας καπνού ή αλκοολούχων ποτών, ποσά που καταβλήθηκαν ή αποτέλεσαν αντικείμενο εγγύησης για την απόκτησή τους, πλην της αξίας τους, επιστρέφονται, διαγράφονται ή αποδεσμεύονται, κατά περίπτωση, από την αρμόδια αρχή εάν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης έχει καταστεί απαιτητός και έχει εισπραχθεί σε άλλο κράτος μέλος.

Το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, το οποίο καταβλήθηκε ή αποτέλεσε αντικείμενο εγγύησης επιστρέφεται, διαγράφεται ή αποδεσμεύεται με την προσκόμιση στην αρμόδια αρχή, ικανοποιητικής απόδειξης ότι τα φορολογικά επισήματα έχουν αφαιρεθεί ή καταστραφεί.

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει βεβαιωθεί για προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση με απαλλαγή από τον φόρο αυτόν, βάσει του Μέρους Γ΄ διαγράφεται, εάν τα προϊόντα μετά τη θέση τους σε ανάλωση υπέστησαν ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, εξαιτίας τυχαίων περιστατικών ή ανωτέρας βίας, ή με σχετική για την καταστροφή τους έγκριση από τις αρμόδιες αρχές. Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές.
  2. Οι ρυθμίσεις περί συμπληρωματικής βεβαίωσης και είσπραξης εκ των υστέρων του άρθρου 27, καθώς και οι ρυθμίσεις περί αχρεωστήτως εισπραχθέντων του άρθρου 28 εφαρμόζονται ανάλογα και για τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα.

 

Άρθρο 66

 Πωλήσεις από καταστήματα αφορολογήτων ειδών

  1. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία διατίθενται από τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών και τα οποία μεταφέρονται στις προσωπικές αποσκευές των ταξιδιωτών που μεταβαίνουν σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα αεροπορικώς ή διά θαλάσσης απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
  2. Τα προϊόντα τα οποία διατίθενται μέσα σε αεροσκάφος ή πλοίο κατά τη διάρκεια της πτήσης ή του πλου προς τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα προϊόντα τα οποία διατίθενται από τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών.
  3. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «κατάστημα αφορολόγητων ειδών»: κατάστημα που βρίσκεται μέσα σε αερολιμένα ή λιμένα και πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις οικείες διατάξεις,

β) «ταξιδιώτης που μεταβαίνει σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα»: επιβάτης κάτοχος αεροπορικού εισιτηρίου ή εισιτηρίου θαλάσσιας διαδρομής, στο οποίο ως τελικός προορισμός αναφέρεται αερολιμένας ή λιμένας τρίτου εδάφους ή τρίτης χώρας.

 

Άρθρο 67

Απαλλαγές από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης

  1. Απαλλάσσονται από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 49 του παρόντος, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν:

α) στο πλαίσιο διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων,

β) από αναγνωρισμένους διεθνείς οργανισμούς και από τα μέλη των οργανισμών αυτών, μέσα στα όρια και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυσή τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους,

γ) από τις ένοπλες δυνάμεις κάθε κράτους που συμμετέχει στη συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού πλην του κράτους μέλους εντός του οποίου είναι απαιτητός ο Ε.Φ.Κ., εφόσον προορίζονται για χρήση από τις δυνάμεις αυτές ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει, ή για τον εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους,

δ) από τις ένοπλες δυνάμεις του Ηνωμένου Βασιλείου που σταθμεύουν στην Κύπρο, σύμφωνα με τη συνθήκη εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας της 16ης Αυγούστου 1960, για χρήση από τις εν λόγω ένοπλες δυνάμεις ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει ή για τον εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους,

ε) για κατανάλωση στο πλαίσιο συμφωνίας που συνάπτεται με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, εφόσον αυτή η συμφωνία γίνεται δεκτή ή επιτρέπεται να υπαχθεί σε καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο προστιθέμενης αξίας.

στ) από τις Ένοπλες Δυνάμεις οποιουδήποτε κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλην της Ελλάδας, , για χρήση από τις δυνάμεις αυτές ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει, ή για εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους, εφόσον οι δυνάμεις αυτές συμμετέχουν σε αμυντική προσπάθεια για την υλοποίηση ενωσιακής δραστηριότητας στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας.

  1. Προϊόντα υποκείμενα σε Ε.Φ.Κ. που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής από το έδαφος ενός κράτους μέλους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και υπόκεινται σε απαλλαγή, σύμφωνα με την παρ. 1, συνοδεύονται από πιστοποιητικό απαλλαγής, στο οποίο διευκρινίζονται η φύση και η ποσότητα των υποκείμενων σε Ε.Φ.Κ. προϊόντων που πρόκειται να παραδοθούν, η αξία των προϊόντων και η ταυτότητα του απαλλασσόμενου παραλήπτη, καθώς και το κράτος μέλος υποδοχής που πιστοποιεί την απαλλαγή. Το έντυπο που χρησιμοποιείται για το πιστοποιητικό απαλλαγής καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
  2. Η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 125 και 126 δεν εφαρμόζεται στη διακίνηση των υποκείμενων σε Ε.Φ.Κ. προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής προς τις ένοπλες δυνάμεις που αναφέρονται στην περ. γ) της παρ. 1, εάν η διακίνηση καλύπτεται από καθεστώς που βασίζεται απευθείας στη συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού.
  3. Απαλλάσσονται του Ε.Φ.Κ. τα προϊόντα που προορίζονται για τον εφοδιασμό αεροσκαφών. Για την απαλλαγή εφαρμόζεται το άρθρο 36.

 

ΤΜΗΜΑ Δ΄

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 68

Πωλήσεις προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση από καταστήματα πλοίων και αεροσκαφών

  1. Οι επιτηδευματίες που εκμεταλλεύονται καταστήματα σε πλοία και αεροσκάφη που εκτελούν ενδοενωσιακά ταξίδια και επιθυμούν να διενεργούν πωλήσεις προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, κατά τη διάρκεια της ενδοενωσιακής πτήσης ή του ενδοενωσιακού θαλάσσιου πλου σε επιβάτες, προκειμένου να τα μεταφέρουν με τις αποσκευές τους, οφείλουν να το δηλώσουν στην αρμόδια τελωνειακή αρχή και να λάβουν σχετική έγκριση.
  2. Για τα προϊόντα που πωλούνται με τις προϋποθέσεις της παρ. 1, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. και διακινούνται υπό την κάλυψη του ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 55, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός με την πώληση των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας και αποδίδεται από τον επιτηδευματία που εκμεταλλεύεται το κατάστημα. Αν η έδρα της επαγγελματικής δραστηριότητας του επιτηδευματία είναι σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., τις φορολογικές του υποχρεώσεις αναλαμβάνει ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και εγκεκριμένος από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων φορολογικός του αντιπρόσωπος.
  3. Στις περιπτώσεις της παρ. 1 ο επιτηδευματίας που εκμεταλλεύεται το κατάστημα ή ο φορολογικός του αντιπρόσωπος υποχρεούται:

α) να παρέχει εγγύηση για την καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στα προς πώληση προϊόντα,

β) να καταβάλει τον Ε.Φ.Κ. με την πώληση αυτών,

γ) να θέτει στη διάθεση του ελέγχου κάθε απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο, που κρίνεται από την αρμόδια αρχή αναγκαίο ή χρήσιμο, για την εξακρίβωση της καταβολής των οφειλόμενων φόρων.

  1. Τα πρόσωπα της παρ. 2 καταβάλλουν τον Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στις πωλήσεις κάθε δεκαπενθημέρου του μήνα, μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο, με τις ίδιες διαδικασίες που εφαρμόζονται για την είσπραξη του φόρου κατά την έξοδο των προϊόντων από το καθεστώς αναστολής.
  2. Ο Ε.Φ.Κ. που έχει καταβληθεί στο εσωτερικό της χώρας για προϊόντα τα οποία πωλούνται σε επιβάτες στο εσωτερικό άλλου κράτους μέλους επιστρέφεται.

 

Άρθρο 69

Μικροί οινοπαραγωγοί

  1. Απαλλάσσονται από τις σχετικές με τη διακίνηση και τον έλεγχο υποχρεώσεις που προβλέπονται από το Τμήμα Β’ του Κεφαλαίου Α’ και το Τμήμα Β’ του Κεφαλαίου Ε’ του Μέρους Γ΄, οι μικροί οινοπαραγωγοί που παράγουν κατά μέσο όρο κάτω των χιλίων εκατόλιτρων (1000 ΚΙ) οίνου ανά αμπελουργική περίοδο, βάσει της μέσης ετήσιας παραγωγής για τουλάχιστον τρεις (3) συνεχόμενες αμπελουργικές περιόδους, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2 του κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2018/273 της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2017 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το καθεστώς αδειοδότησης αμπελοφυτεύσεων, το αμπελουργικό μητρώο, τα συνοδευτικά έγγραφα και την πιστοποίηση, τα βιβλία εισερχομένων και εξερχομένων, τις υποχρεωτικές δηλώσεις, τις κοινοποιήσεις και τη δημοσίευση κοινοποιηθεισών πληροφοριών, και τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους σχετικούς ελέγχους και κυρώσεις, την τροποποίηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) 555/2008, (ΕΚ) 606/2009 και (ΕΚ) 607/2009 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 436/2009 της Επιτροπής και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/560 της Επιτροπής (L 58).
  2. Όταν οι μικροί οινοπαραγωγοί της παρ. 1 πραγματοποιούν οι ίδιοι ενδοενωσιακές συναλλαγές, ενημερώνουν τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές και συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον ανωτέρω κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2018/273 της Επιτροπής.
  3. Όταν οι μικροί οινοπαραγωγοί απαλλάσσονται από υποχρεώσεις σύμφωνα με την παρ. 1, ο παραλήπτης ενημερώνει, μέσω του εγγράφου που απαιτείται από τον ανωτέρω κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2018/273 ή με αναφορά σε αυτό, τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού για τις παραδόσεις οίνου που έχουν παραληφθεί.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

 

Άρθρο 70

Πεδίο εφαρμογής

  1. Ως ενεργειακά προϊόντα για την εφαρμογή του Μέρους Γ΄ του παρόντος Κώδικα θεωρούνται τα ακόλουθα προϊόντα:

α) Σογιέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1507),

β) Αραχιδέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1508),

γ) Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1509),

δ) Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που λαμβάνονται αποκλειστικά από ελιές, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509 (κωδικός Σ.Ο. 1510).

ε) Φοινικέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1511),

στ) Λάδια ηλιοτρόπιου, κνήκου ή βαμβακιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1512),

ζ) Λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κοπρά), λαχανοφοίνικα (φοινοκοπυρηνέλαιο) ή babassu και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1513),

η) Λάδια αγριογογγύλης, αγριοκράμβης ή σιναπιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1514).

θ) Άλλα φυτικά ή μικροβιακά λίπη και λάδια (στα οποία περιλαμβάνεται και το λάδι jojoba) και τα κλάσματά τους, σταθερά, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1515).

ι) Ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη και λάδια και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς υδρογονωμένα, διεστεροποιημένα, επανεστεροποιημένα ή ελαϊδινισμένα (με ισομέρεια λιπαρών οξέων), έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα (κωδικός Σ.Ο. 1516).

ια) Μαργαρίνη. Βρώσιμα μείγματα ή παρασκευάσματα από ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη ή λάδια ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά τους της κλάσης 1516 (κωδικός Σ.Ο. 1517).

ιβ) Ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη και λάδια και τα κλάσματά τους, θερμικά επεξεργασμένα (βρασμένα ή ψημένα), οξειδωμένα, αφυδατωμένα, θειωμένα, εμφυσημένα, πολυμερισμένα με απλή θέρμανση ή αλλιώς χημικώς τροποποιημένα, με εξαίρεση εκείνα της κλάσης 1516. Μη βρώσιμα μείγματα ή παρασκευάσματα από ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη ή λάδια ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού (κωδικός Σ.Ο. 1518).

Τα προϊόντα των περ. α) έως και ιβ) θεωρούνται ενεργειακά, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

ιγ) Λιθάνθρακες. Πλίνθοι, σφαίρες και παρόμοια στερεά καύσιμα που λαμβάνονται από τον λιθάνθρακα (κωδικός Σ.Ο. 2701).

ιδ) Λιγνίτες, έστω και συσσωματωμένοι, με εξαίρεση τον γαγάτη (κωδικός Σ.Ο. 2702).

ιε) Οπτάνθρακας (κοκ) και ημιοπτάνθρακας από λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφη, έστω και συσσωματωμένοι. Άνθρακας αποστακτικού κέρατος (κωδικός Σ.Ο. 2704).

ιστ) Αέριο από λιθάνθρακα, υδραέριο, φτωχό αέριο και παρόμοια αέρια, με εξαίρεση τα αέρια πετρελαίου και άλλους αεριώδεις υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2705).

ιζ) Πίσσες από λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφη και άλλες ορυκτές πίσσες, έστω και αφυδατωμένες ή μερικώς αποσταγμένες, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι πίσσες που έχουν ανασυσταθεί (κωδικός Σ.Ο. 2706).

ιη) Λάδια και άλλα προϊόντα που προέρχονται από την απόσταξη σε υψηλή θερμοκρασία των πισσών από λιθάνθρακα. Ανάλογα προϊόντα στα οποία τα αρωματικά συστατικά υπερισχύουν κατά βάρος από τα μη αρωματικά συστατικά (κωδικός Σ.Ο. 2707).

ιθ) Πίσσα στερεή και οπτάνθρακας (κοκ) πίσσας, που λαμβάνονται από πίσσα λιθανθράκων ή από άλλες ορυκτές πίσσες (κωδικός Σ.Ο. 2708).

κ) Λάδια ακατέργαστα, από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο) (κωδικός Σ.Ο. 2709).

κα) Λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα λάδια. Παρασκευάσματα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, που περιέχουν κατά βάρος εβδομήντα τοις εκατό (70%) ή περισσότερο λάδια από πετρέλαιο ή ασφαλτούχα ορυκτά και στα οποία τα λάδια αυτά αποτελούν το βασικό συστατικό. Χρησιμοποιημένα λάδια (κωδικός Σ.Ο. 2710).

κβ) Αέρια πετρελαίου και άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2711).

κγ) Βαζελίνη. Παραφίνη, κερί πετρελαίου μικροκρυστάλλινο, slack wax, οζοκηρίτης, κερί από λιγνίτη, κερί από τύρφη, άλλα ορυκτά κεριά και παρόμοια προϊόντα που λαμβάνονται με σύνθεση ή άλλες μεθόδους, έστω και χρωματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 2712).

κδ) Οπτάνθρακας (κοκ) από πετρέλαιο, άσφαλτος από πετρέλαιο και άλλα υπολείμματα των λαδιών πετρελαίου ή των ασφαλτούχων ορυκτών (κωδικός Σ.Ο. 2713).

κε) Άσφαλτοι εν γένει φυσικές. Σχίστες και άμμος, ασφαλτούχα. Ασφαλτίτες και πετρώματα ασφαλτούχα (κωδικός Σ.Ο. 2714).

κστ) Μείγματα ασφαλτούχα με βάση τη φυσική άσφαλτο εν γένει, την πίσσα του πετρελαίου, την ορυκτή πίσσα ή το υπόλειμμα αυτής (π.χ. μαστίχες ασφαλτούχες, cutbacks) (κωδικός Σ.Ο. 2715).

κζ) Υδρογονάνθρακες άκυκλοι (κωδικός Σ.Ο. 2901). Υδρογονάνθρακες κυκλικοί (κωδικός Σ.Ο. 2902).

κη) Μεθανόλη (μεθυλική αλκοόλη) (Κωδικός Σ.Ο. 2905 11 00), εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης ή ως καύσιμο κινητήρων.

κθ) Παρασκευάσματα λιπαντικά (στα οποία περιλαμβάνονται και τα λάδια κοπής, τα παρασκευάσματα για την απελευθέρωση του παξιμαδιού της βίδας, τα αντισκωριακά ή αντιδιαβρωτικά παρασκευάσματα και τα παρασκευάσματα για το ξεκαλούπωμα, με βάση τα λιπαντικά) και παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία με λάδι ή με λίπος των υφαντικών υλών, του δέρματος, των γουνοδερμάτων ή άλλων υλών, με εξαίρεση εκείνα που περιέχουν ως βασικά συστατικά εβδομήντα τοις εκατό (70%) ή περισσότερο κατά βάρος λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (κωδικός Σ.Ο. 3403).

λ) Αντικροτικά παρασκευάσματα, ανασχετικά της οξείδωσης, προσθετικά εξουδετέρωσης καταλοίπων, βελτιωτικά του ιξώδους των λιπαντικών λαδιών, προσθετικά κατά της διάβρωσης και άλλα παρασκευασμένα προσθετικά, για ορυκτά λάδια (στα οποία περιλαμβάνεται και η βενζίνη) ή για άλλα υγρά που χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς με τα ορυκτά λάδια (κωδικός Σ.Ο. 3811).

μ) Αλκυλοβενζόλια σε μείγματα και αλκυλοναφθαλένια σε μείγματα, άλλα από εκείνα των κλάσεων 2707 ή 2902 (κωδικός Σ.Ο. 3817).

ν) Προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς της Σ.Ο. 3824 99 86, 3824 99 92 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3824 99 93, 3824 99 96 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3826 00 10 και 3826 00 90, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

  1. Ως ενεργειακό προϊόν για την εφαρμογή του Μέρους Γ΄ του παρόντος Κώδικα θεωρείται επίσης η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού Σ.Ο. 2716.
  2. Από τα προϊόντα της παρ. 1 και ανεξάρτητα από το αν επιβαρύνονται με ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 71, μόνο τα ακόλουθα ενεργειακά προϊόντα υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας του Μέρους Γ΄ του παρόντος Κώδικα:

α) Σογιέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1507).

β) Αραχιδέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1508).

γ) Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1509).

δ) Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που λαμβάνονται αποκλειστικά από ελιές, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα, και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509 (κωδικός Σ.Ο. 1510).

ε) Φοινικέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1511).

στ) Λάδια ηλιοτρόπιου, κνήκου ή βαμβακιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1512).

ζ) Λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κοπρά), λαχανοφοίνικα (φοινοκοπυρηνέλαιο) ή babassu και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1513).

η) Λάδια αγριογογγύλης, αγριοκράμβης ή σιναπιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1514).

θ) Άλλα φυτικά ή μικροβιακά λίπη και λάδια (στα οποία περιλαμβάνεται και το λάδι jojoba) και τα κλάσματά τους, σταθερά, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1515).

ι) Ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη και λάδια και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς υδρογονωμένα, διεστεροποιημένα, επανεστεροποιημένα ή ελαϊδινισμένα (με ισομέρεια λιπαρών οξέων), έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα (κωδικός Σ.Ο. 1516).

ια) Μαργαρίνη. Βρώσιμα μείγματα ή παρασκευάσματα βρώσιμα από ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη ή λάδια ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά τους της κλάσης 1516 (κωδικός Σ.Ο. 1517).

ιβ) Ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη και λάδια και τα κλάσματά τους, θερμικά επεξεργασμένα (βρασμένα ή ψημένα), οξειδωμένα, αφυδατωμένα, θειωμένα, εμφυσημένα, πολυμερισμένα με απλή θέρμανση ή αλλιώς χημικώς τροποποιημένα, με εξαίρεση εκείνα της κλάσης 1516. Μη βρώσιμα μείγματα ή παρασκευάσματα από ζωικά, φυτικά ή μικροβιακά λίπη ή λάδια ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού (κωδικός Σ.Ο. 1518).

Τα προϊόντα των περ. α) έως ιβ) υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας του Μέρους Γ΄ του παρόντος, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

ιγ) Βενζόλιο (βενζένιο) (κωδικός Σ.Ο. 2707 10).

ιδ) Τολουόλιο (τολουένιο) (κωδικός Σ.Ο. 2707 20).

ιε) Ξυλόλιο (ξυλένιο) (κωδικός Σ.Ο. 2707 30).

ιστ) Άλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν σε ποσοστό τουλάχιστον εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) (με τις απώλειες) στους 250°C σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86) (κωδικός Σ.Ο. 2707 50).

ιζ) Ενεργειακά προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς των Σ.Ο. 2710 12 έως 2710 19 68, 2710 20 έως 2710 20 39 και 2710 20 90 (μόνο για προϊόντα των οποίων λιγότερο από το ενενήντα τοις εκατό (90%) κατ’ όγκο, συμπεριλαμβανομένων των απωλειών, αποστάζει σε θερμοκρασία διακοσίων δέκα βαθμών κελσίου (210° C) και τουλάχιστον το εξήντα πέντε τοις εκατό (65 %) κατ’ όγκο, συμπεριλαμβανομένων των απωλειών, αποστάζει σε θερμοκρασία διακοσίων πενήντα βαθμών κελσίου (250° C), σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86). Ωστόσο, για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς των Σ.Ο. 2710 12 21, 2710 12 25, 2710 19 29 και 2710 20 90 (μόνο για προϊόντα των οποίων λιγότερο από το ενενήντα τοις εκατό (90 %) κατ’ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία διακοσίων δέκα βαθμών κελσίου (210° C) και τουλάχιστον το εξήντα πέντε τοις εκατό (65 %) κατ’ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία διακοσίων πενήντα βαθμών κελσίου (250°C), σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86), οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και την κυκλοφορία ισχύουν για τη χύδην εμπορική κυκλοφορία.

ιη) Αέρια πετρελαίου και άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2711), με εξαίρεση τους κωδικούς των Σ.Ο. 2711 11, 2711 21 και 2711 29.

ιθ) Υδρογονάνθρακες άκυκλοι κορεσμένοι (κωδικός Σ.Ο. 2901 10).

κ) Βενζόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 20).

κα) Τολουόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 30).

κβ) ο-Ξυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 41).

κγ) μ-Ξυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 42).

κδ) π-Ξυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 43).

κε) Ισομερή του ξυλολίου σε μείγμα (κωδικός Σ.Ο. 2902 44).

κστ) Μεθανόλη (μεθυλική αλκοόλη) του κωδικού της Σ.Ο. 2905 11 00, όταν δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης ή ως καύσιμο κινητήρων.

κζ) Προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς των Σ.Ο. 3824 99 86, 3824 99 92 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3824 99 93, 3824 99 96 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3826 00 10 και 3826 00 90, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

κη) Πρόσθετες ύλες των κωδικών Σ.Ο. 38111110, 38111190, 38111900 και 38119000.

  1. Οι τίτλοι και κωδικοί αριθμοί της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) που περιλαμβάνονται στο παρόν αναφέρονται στο κείμενο της Σ.Ο. του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1925 της Επιτροπής της 12ης Οκτωβρίου 2017 σχετικά με την τροποποίηση του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (L 282).

 

Άρθρο 71

Συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων

  1. Οι συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στα παρακάτω ενεργειακά προϊόντα ορίζονται ως ακολούθως:

 

ΕΙΔΟΣΚΩΔΙΚΟΣ Σ.Ο.ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΕΥΡΩΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ
α) Βενζίνη με μόλυβδο

– με αριθμό οκτανίων (RON) μικρότερο του 98

– με αριθμό οκτανίων (RON) ίσο ή μεγαλύτερο του 98

 

2710 12 51

 

2710 12 59

 

 

681

 

 

1.000 λίτρα

β) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο

– με αριθμό οκτανίων (RON) μικρότερο του 95

– με αριθμό οκτανίων (RON) ίσο ή μεγαλύτερο του 95, αλλά μικρότερο του 98

– με αριθμό οκτανίων (RON) ίσο ή μεγαλύτερο του 98

 

 

2710 12 41

 

2710 12 45

 

2710 12 49

 

 

 

 

700

 

 

 

 

1.000 λίτρα

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών των Σ.Ο. 2710 12 51 και 2710 12 59 

 

271012 41

2710 12 45

2710 12 49

 

 

 

700

 

 

 

1.000 λίτρα

δ) Βενζίνη αεροπλάνων271012 316971.000 λίτρα
ε) Ειδικό καύσιμο αεριωθουμένων τύπου βενζίνης 

2710 12 70

 

697

 

1.000 λίτρα

στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων2710 19 43 έως και 2710 19 48

και

2710 20 11 έως και 2710 20 19

 

 

410

 

 

1.000 λίτρα

ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης2710 19 43 έως και 2710 19 48

και

2710 20 11 έως και 2710 20 19

 

 

410

 

 

1.000 λίτρα

η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται για χρήσεις άλλες από αυτές που καθορίζονται στις περ. στ) και ζ)2710 19 43 έως και 271019 48

και

2710 20 11 έως και 2710 20 19

 

 

410

 

 

1.000 λίτρα

θ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL OIL-Μαζούτ)2710 19 62 έως και 2710 19 68

και

2710 20 31 έως και 2710 20 39

 

 

38

 

 

1.000 χιλιόγραμμα

ι) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων 

2710 19 21 και 2710 19 25

4101.000 λίτρα
ια) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης 

2710 19 21 και 2710 19 25

4101.000 λίτρα
ιβ) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις περ. ι) και ια) 

2710 19 21 και 2710 19 25

4101.000 λίτρα
ιγ) Υγραέριο (LPG) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων (προωθητικό)2711 12 11 έως και

2711 19 00

4301.000 χιλιόγραμμα
ιδ) Υγραέριο (LPG) που χρησιμοποιείται:

– ως καύσιμα θέρμανσης και

– για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις περ. ιγ) και ιε)

2711 12 11

έως και

2711 19 00

και

2711 29 00

 

 

60

 

 

1.000 χιλιόγραμμα

 

ιε) Υγραέριο (LPG) και που προορίζεται για βιομηχανική, βιοτεχνική και εμπορική χρήση σε κινητήρες πλην της περ. ιγ)2711 12 11

έως και

2711 19 00

και

2711 29 00

 

 

120

 

 

1.000 χιλιόγραμμα

ιστ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων (προωθητικό)2711 11 00 και

2711 21 00

 

0

Gigajoule

μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιζ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης

 

 

2711 11 00 και

2711 21 00

 

  

 

Gigajoule

μεικτή θερμογόνος δύναμη

– για οικιακή χρήση0,30
-για χρήση από τους λοιπούς καταναλωτές1,50
ιη) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις περ. ιστ) και ιζ)2711 11 00 και

2711 21 00

 Gigajoule

μεικτή θερμογόνος δύναμη

– για ετήσια κατανάλωση >3.600.000 Gjoule (>1.000.000Mwh)0,30
-για ετήσια κατανάλωση από 1.800.001 έως 3.600.000 Gjoule (από 500.001 έως 1.000.000 Mwh)0,35
-για ετήσια κατανάλωση από 360.001 έως 1.800.000 Gjoule (από 100.001 έως 500.000 Mwh)0,40
-για ετήσια κατανάλωση από 36.000 έως 360.000 Gjoule (από 10.000 έως 100.000 Mwh)0,45
-για ετήσια κατανάλωση < 36.000 Gjoule (<10.000 Mwh)1,50
ιθ) Λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης 

 

 

 

2701,

2702 και

2704

 

 

 

 

 

 

 

 

Για επιχειρηματική χρήση0,3Gigajoule

μεικτή θερμογόνος δύναμη

Για μη επιχειρηματική χρήση0,3Gigajoule

μεικτή θερμογόνος δύναμη

κ) Λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ), που χρησιμοποιούνται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτή που καθορίζεται στην περ. ιθ) 

2701,

2702 και

2704

 

 

0,3

 

Gigajoule

μεικτή θερμογόνος δύναμη

κα) Ηλεκτρική ενέργεια 

 

 

 

 

 

 

2716

  

 

 

 

καα) για επιχειρηματική χρήση:

i) από καταναλωτές υψηλής και μέσης τάσης βάσει κλίμακας ετήσιας κατανάλωσης:

– από 0 έως και 10.000 MWh5 

MWh

– μεγαλύτερη από 10.000 MWh2 

MWh

ii) από τους λοιπούς καταναλωτές

 

5MWh
καβ) για μη επιχειρηματική χρήση:

 

  
i) οικιακή χρήση

 

2,2

 

 

MWh

ii) λοιπές χρήσεις5
    
κβ) Αρωματικοί υδρογονάν-θρακες και μείγματα αυτών:

 

– Βενζόλιο (βενζένιο)

 

-Τολουόλιο (τολουένιο)

 

-Ξυλόλιο (ξυλένιο)

 

-Άλλα μείγματα αρωματικών

υδρογονανθράκων που

αποστάζουν σε ποσοστό τουλάχιστον 65% του όγκου τους (με τις απώλειες) στους 250°C σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ΑSTM D 86)

 

-Μείγματα από τα παραπάνω

προϊόντα

 

 

 

2707 10

 

2707 20

 

2707 30

 

 

 

2707 50

 

 

 

 

 

 

 

 

372

 

 

 

 

 

 

 

1.000

χιλιόγραμμα

κγ) Υδρογανάνθρακες κυκλικοί και μείγματα αυτών:

 

– Βενζόλιο

 

– Τολουόλιο

 

– ο-Ξυλόλιο

 

– μ-Ξυλόλιο

 

– π-Ξυλόλιο

 

– Ισομερή του ξυλολίου

σε μείγμα

 

– Αιθυλοβενζόλιο

 

-Μείγματα από τα

παραπάνω προϊόντα

 

 

 

2902 20

 

2902 30

 

2902 41

 

2902 42

 

2902 43

 

 

2902 44

 

2902 60

 

 

 

3721.000

χιλιόγραμμα

κδ) Ελαφρύ πετρέλαιο

(WHITE SPIRIT)

2710 12 21201.000 χιλιόγραμμα
κε) Άλλα ελαφρά λάδια2710 12 90121.000 χιλιόγραμμα
κστ) Βιοντίζελ και μείγματα αυτού, που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων3826 00 10

3826 00 90

4101.000 λίτρα
κζ) Βιοντίζελ και μείγματα αυτού, που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης3826 00 10

3826 00 90

4101.000 λίτρα
κη) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL OIL-Μαζούτ) στο οποίο τα αρωματικά συστατικά υπερισχύουν κατά βάρος των μη αρωματικών.2707 99 99381.000 χιλιόγραμμα
κθ) Άλλα ειδικά αποστάγματα -βενζίνη εκχύλισης (εξάνιο)2710 12 25171.000 χιλιόγραμμα

 

 

  1. Για την εφαρμογή των περ. στ), ζ), ι), ια), ιγ), ιδ), ιστ), ιζ), κστ), κζ) και ειδικότερα:

α) Για την εφαρμογή των περ. ζ) για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), ια) για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη) και κζ) για το βιοντίζελ τα οποία χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από τη 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του Ε.Φ.Κ. ορίζεται σε διακόσια ογδόντα (280) ευρώ το χιλιόλιτρο (kL).

Στην περίπτωση που οι παραπάνω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.

αα) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περ. ζ) της παρ. 1 τίθεται σε ανάλωση, διακινείται και διατίθεται από επιτηδευματίες που εντάσσονται σε Μητρώο Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης (ΔΙΠΕΘΕ), με την εξαίρεση των Ενόπλων Δυνάμεων για τις οποίες δεν υπάρχει υποχρέωση ένταξής τους στο Μητρώο ΔΙΠΕΘΕ.

αβ) Τα μέλη του Μητρώου ΔΙΠΕΘΕ υποχρεούνται να καταχωρούν με ακρίβεια, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών, στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης που τηρείται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, όλες τις συναλλαγές του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης που πραγματοποιούν σε όλα τα στάδια, αρχής γενομένης από την κατάθεση στην τελωνειακή αρχή της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Δ.Ε.Φ.Κ.), μέχρι και την τελική κατανάλωση.

β) Για την εφαρμογή των περ. στ), ι), ιγ), ιστ) και κστ), ως καύσιμα κινητήρων θεωρούνται τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε μηχανές ή συσκευές στις οποίες η χημική ενέργεια του καυσίμου μέσω της καύσης μετατρέπεται σε θερμική ενέργεια και στη συνέχεια σε κινητική ενέργεια. Για την εφαρμογή των περ. ζ), ια), ιδ), ιζ), και κζ) ως καύσιμα θέρμανσης θεωρούνται τα προοριζόμενα να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για τη λειτουργία συστημάτων θέρμανσης ή άλλων μέσων για τη θέρμανση ανθρώπων στους χώρους κατοικίας, διαμονής ή εργασίας τους.

  1. Στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) των περ. στ) και ζ) και το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη) της περ. ια) της παρ. 1, τα οποία προορίζονται να διατεθούν είτε με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης είτε με μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, προστίθενται, υπό τελωνειακό έλεγχο, δείκτης φορολογικής σήμανσης, σύμφωνα με την Οδηγία 95/60/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1995 σχετικά με τη φορολογική σήμανση του πετρελαίου ντήζελ και του φωτιστικού πετρελαίου (L 291), καθώς και χρωστική ουσία, για τη θέση τους σε ανάλωση.
  2. Για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα, που φορολογούνται με βάση το χιλιόλιτρο, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος δεκαπέντε βαθμοί κελσίου (15°C).
  3. Τα ενεργειακά προϊόντα, πλην εκείνων για τα οποία καθορίζεται συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης στον παρόντα Κώδικα, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή να διατεθούν προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης, φορολογούνται, αναλόγως της χρήσης, με τον συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων ή καυσίμου θέρμανσης της παρ. 1.
  4. Εκτός από τα προϊόντα του άρθρου 70, κάθε προϊόν, το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου κινητήρων, φορολογείται με τον συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων της παρ. 1.
  5. Κάθε υδρογονάνθρακας, εκτός της τύρφης, ο οποίος δεν αναφέρεται στο άρθρο 70 που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση, φορολογείται με τον συντελεστή του ισοδυνάμου ενεργειακού προϊόντος της παρ. 1.
  6. Για την εφαρµογή της περ. κα) της παρ. 1:

α) ως «επιχειρηματική χρήση» νοείται η χρήση από µία επιχείρηση ικανή να λειτουργήσει αυτόνομα από οργανωτική άποψη, η οποία διενεργεί ανεξαρτήτως και οπουδήποτε την παροχή αγαθών και υπηρεσιών όποιος και αν είναι ο σκοπός ή τα αποτελέσματα αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων,

β) ως ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας του στοιχείου i) της υποπερ. καα) της περ. κα) της παρ. 1, νοείται η κατανάλωση που πραγματοποιείται από καταναλωτή, ανά παροχή μέσης ή υψηλής τάσης εντός ενός ημερολογιακού έτους, στην οποία, για τη βεβαίωση και είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης, δεν προσμετρώνται οι καταναλισκόμενες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

  1. Για την εφαρμογή της περ. ιη) της παρ. 1 ως ετήσια κατανάλωση φυσικού αερίου νοείται η κατανάλωση που πραγματοποιείται από καταναλωτή, για το σύνολο των εγκαταστάσεων που διαθέτει, εντός ενός ημερολογιακού έτους. Για τον προσδιορισμό του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης κάθε έτους λαμβάνεται υπόψη η ετήσια κατανάλωση φυσικού αερίου του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους στην οποία, για τη βεβαίωση και είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης, δεν προσμετρώνται οι καταναλισκόμενες ποσότητες φυσικού αερίου που απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

 

Άρθρο 72

Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του ειδικού φόρου κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων

  1. Εκτός από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα που καθορίζουν τη γενεσιουργό αιτία και τους όρους καταβολής του φόρου, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επί των ενεργειακών προϊόντων καθίσταται απαιτητός και κατά την επέλευση μίας εκ των γενεσιουργών αιτιών που αναφέρονται στις παρ. 5, 6 και 7 του άρθρου 71.
  2. Ο Ε.Φ.Κ. των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας καθίσταται απαιτητός και στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή δεν πληρούται πλέον κάποιος όρος τελικής χρήσης για την απαλλαγή ή την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή Ε.Φ.Κ..
  3. Για την εφαρμογή των άρθρων 51 και 53, η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. και ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά τη στιγμή της προμήθειάς τους από τον διανομέα ή τον αναδιανομέα.

Όταν η παράδοση προς κατανάλωση πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας από διανομέα ή αναδιανομέα που δεν είναι εγκατεστημένος στη χώρα, ο Ε.Φ.Κ. καθίσταται απαιτητός από το πρόσωπο αυτό, το οποίο οφείλει να καταγραφεί στη χώρα, ως διανομέας ή αναδιανομέας.

Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παράγει ηλεκτρική ενέργεια για δική του χρήση θεωρείται, ως διανομέας.

Δεν καθίσταται απαιτητός ο Ε.Φ.Κ. της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται για ιδία χρήση, από μικρούς παραγωγούς που διαθέτουν εγκατάσταση με εγκατεστημένη ισχύ έως και είκοσι ηλεκτρικά κιλοβάτ (20 kWe), εφόσον καταβάλλεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της.

  1. Για την εφαρμογή των άρθρων 51 και 53, ο λιθάνθρακας, ο οπτάνθρακας και ο λιγνίτης υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. και ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά τη στιγμή της παράδοσής τους από επιχειρήσεις, οι οποίες πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο για τον σκοπό αυτόν, από τις αρμόδιες αρχές.

Οι αρχές αυτές δύνανται να επιτρέψουν στον παραγωγό, στον έμπορο, στον εισαγωγέα ή στον φορολογικό εκπρόσωπο να υποκαθιστούν την εγγεγραμμένη επιχείρηση για τις φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες της επιβάλλονται.

  1. H κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων εντός μίας εγκατάστασης παραγωγής ενεργειακών προϊόντων δεν θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής φόρου, εάν η κατανάλωση συνίσταται σε ενεργειακά προϊόντα που παράγονται εντός της εγκατάστασης. Όταν η κατανάλωση αυτή γίνεται για λόγους που δεν σχετίζονται προς την παραγωγή ενεργειακών προϊόντων και ειδικότερα για την προώθηση οχημάτων, αυτό θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής του φόρου.

 

Άρθρο 73

Κανονικές δεξαμενές καυσίμων και ειδικά εμπορευματοκιβώτια

  1. Τα ενεργειακά προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε ένα άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. και τα οποία περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων εμπορικών οχημάτων με κινητήρα και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα εν λόγω οχήματα, καθώς και σε ειδικά εμπορευματοκιβώτια, και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια, δεν υπόκεινται στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης του άρθρου 71.
  2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως «κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:

α) Οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα οχήματα με κινητήρα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο όχημα και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και, ενδεχομένως, για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων.

β) Οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε οχήματα με κινητήρα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου, καθώς και οι δεξαμενές που είναι τοποθετημένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το όχημα.

γ) Οι δεξαμενές καυσίμων που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα ειδικά εμπορευματοκιβώτια.

 

Άρθρο 74

Παραγωγή ενεργειακών προϊόντων

Ως παραγωγή ενεργειακών προϊόντων δεν χαρακτηρίζονται:

α) οι διεργασίες, κατά τις οποίες παράγονται παρεμπιπτόντως μικρές ποσότητες ενεργειακών προϊόντων,

β) οι διεργασίες, με τις οποίες ο χρήστης ενός ενεργειακού προϊόντος καθιστά δυνατή την εκ νέου χρησιμοποίησή του στην επιχείρησή του, υπό τον όρο ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ο οποίος έχει ήδη καταβληθεί για το προϊόν αυτό, δεν υπολείπεται του φόρου, ο οποίος θα ήταν απαιτητός, εάν το εκ νέου χρησιμοποιηθέν ενεργειακό προϊόν επρόκειτο να υποβληθεί ξανά σε φορολογία,

γ) η διεργασία, η οποία συνίσταται στην ανάμιξη, εκτός μιας εγκατάστασης παραγωγής ή μιας αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, ενεργειακών προϊόντων με άλλα ενεργειακά προϊόντα ή άλλα υλικά, υπό τις προϋποθέσεις ότι:

γα) έχει προηγουμένως καταβληθεί ο αναλογούν φόρος για τα συστατικά και

γβ) το καταβληθέν ποσό, σύμφωνα με την υποπερ. γα) δεν υπολείπεται του ποσού του αναλογούντος φόρου ο οποίος θα ήταν απαιτητός για το μείγμα.

Η προϋπόθεση της υποπερ. γα) δεν εφαρμόζεται, όταν το μείγμα απαλλάσσεται του αναλογούντος φόρου, λόγω ειδικής χρήσης.

 

Άρθρο 75

Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων

  1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που έχει ήδη καταβληθεί για ενεργειακά προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή έχουν αναμειχθεί τυχαία και συνεπεία του γεγονότος αυτού κατέστησαν ακατάλληλα να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό που προορίζονταν, επιστρέφεται με συμψηφισμό, εφόσον τα προϊόντα αυτά επανεισάγονται στη φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.
  2. Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης της περ. ζ) και το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη) θέρμανσης της περ. ια) της παρ. 1 του άρθρου 71, για τα οποία έχει υποβληθεί η Δήλωση Ε.Φ.Κ. και λοιπών φορολογιών του άρθρου 117 εντός της χρονικής περιόδου που ορίζεται στην περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 71, δύνανται να επανεισάγονται στη φορολογική αποθήκη, με συμψηφισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφόσον δεν έχουν διατεθεί από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή προς κατανάλωση, εντός της ως άνω οριζόμενης χρονικής περιόδου.

 

Άρθρο 76

Ειδικές απαλλαγές από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων

  1. Εκτός από τις απαλλαγές που προβλέπονται στα άρθρα 36 και 67, απαλλάσσονται από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.):

α) Τα ενεργειακά προϊόντα που παραλαμβάνονται, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τις αεροπορικές μεταφορές, εκτός των ιδιωτικών πτήσεων αναψυχής.

Ως «ιδιωτική πτήση αναψυχής» νοείται η χρησιμοποίηση αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο το χρησιμοποιεί, στη βάση μίσθωσης ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα, όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών, έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.

β) Τα ενεργειακά προϊόντα που παραλαμβάνονται, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν, ως καύσιμα για τη ναυσιπλοΐα στα ύδατα της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής αλιείας, εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής και η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής.

Ως «ιδιωτικά σκάφη αναψυχής» νοούνται οποιαδήποτε σκάφη χρησιμοποιούνται από τον ιδιοκτήτη τους ή από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο τα χρησιμοποιεί, στη βάση μίσθωσης ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα, όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών, έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.

γ) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περ. η) των κωδικών των Σ.Ο. 2710 19 43, 2710 19 46 και 2710 20 11, 2710 20 15 της παρ. 1 του άρθρου 71 που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, αποκλειστικά, ως ηλεκτρομονωτικό υλικό ηλεκτρικών μετασχηματιστών.

δ) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περ. η) της παρ. 1 του άρθρου 71 των κωδικών των Σ.Ο. 2710 19 43, 2710 19 46 και 2710 20 11, 2710 20 15, καθώς και το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), το ελαφρύ πετρέλαιο (WHITE SPIRIT) και τα άλλα ελαφρά λάδια των περ. ιβ), κδ) και κε), αντιστοίχως, της παρ. 1 του άρθρου 71, που παραλαμβάνονται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν, αποκλειστικά, ως πρώτη ύλη για την παραγωγή των προϊόντων τους.

ε) Τα προϊόντα των περ. κβ) και κγ) της παρ. 1 του άρθρου 71 που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από τις βιομηχανίες ή βιοτεχνίες, ως πρώτες ύλες για την παραγωγή των προϊόντων τους.

στ) Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) των κωδικών των Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 και το φυσικό αέριο των κωδικών Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21 00 της περ. ιη) της παρ. 1 του άρθρου 71, που χρησιμοποιούνται, αποκλειστικά, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

ζ) Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) των κωδικών των Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 που χρησιμοποιούνται στην ορυκτολογική κατεργασία, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνονται οι οικονομικές δραστηριότητες του κλάδου 23 «παραγωγή άλλων μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων» του Παραρτήματος I του Κανονισμού (ΕΚ) 1893/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2006 για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE αναθεώρηση 2 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3037/90 του Συμβουλίου και ορισμένων κανονισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικών με ειδικούς στατιστικούς τομείς (L 393).

η) Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) των κωδικών των Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 και η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού της Σ.Ο. 2716, που χρησιμοποιούνται για χημική αναγωγή, ηλεκτρολυτική και μεταλλουργική κατεργασία.

Στην έννοια της μεταλλουργικής κατεργασίας περιλαμβάνονται οι οικονομικές δραστηριότητες με κωδικό 24.1, 24.4, 24.5 και η κονιομεταλλουργία που εμπίπτει στον κωδικό 25.5, του Παραρτήματος I του Κανονισμού (ΕΚ) 1893/2006.

θ) Η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού της Σ.Ο. 2716, που παράγεται και χρησιμοποιείται για ιδία χρήση, εφόσον προέρχεται από αιολική, ηλιακή, γεωθερμική, παλιρροϊκή ενέργεια και ενέργεια κυμάτων.

ι) Η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού της Σ.Ο. 2716, που χρησιμοποιείται για γεωργική χρήση.

  1. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης της απαλλαγής των περ. α) και β) της παρ. 1, καθώς και ο έλεγχος χορήγησης και παρακολούθησης αυτής, καθώς και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 20 του άρθρου 195.
  2. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) των κωδικών των Σ.Ο. 2710 19 43 και 2710 20 11 της περ. στ) της παρ. 1 του άρθρου 71 που χρησιμοποιείται από τις βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις στους κινητήρες σταθερής θέσης, στα μηχανήματα και στον μηχανολογικό εξοπλισμό και στα οχήματα, που σύμφωνα με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται, εκτός δημοσίων οδών ή δεν έχουν λάβει άδεια κύριας χρήσης στις δημόσιες οδούς, καθώς και από τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τα δημόσια και ιδιωτικά νοσηλευτικά και προνοιακά ιδρύματα, επιστρέφεται ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που ανέρχεται στα εκατόν εικοσιπέντε (125) ευρώ ανά χιλιόλιτρο (kL).
  3. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων της περ. στ) της παρ. 1 του άρθρου 71, που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, καθορίζεται, από το έτος 2025 και εφεξής, μηδενικός συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης, ανά χιλιόλιτρο. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που προκύπτει από τον συντελεστή της περ. στ) της παρ. 1 του άρθρου 71 καταβάλλεται κατά τη θέση σε ανάλωση του ως άνω προϊόντος και επιστρέφεται σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 27 του άρθρου 196.

Το ποσό επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι ανεκχώρητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένες, ληξιπρόθεσμες ή μη, οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες και τα νομικά τους πρόσωπα, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα.

  1. Σε αλιείς, δικαιούχους απαλλαγής του Ε.Φ.Κ. καυσίμων, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1, κατοίκους μικρών και απομακρυσμένων νησιών, όπου δεν υφίσταται φορολογική αποθήκη καυσίμων ναυτιλίας, παρέχεται δυνατότητα προκαταβολής της επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων που αναλογεί στις ετήσιες καταναλώσεις καυσίμων κινητήρων για τις ανάγκες τους.

Η δυνατότητα προκαταβολής της επιστροφής, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1, ισχύει και για νομικά πρόσωπα, καθώς και για οποιαδήποτε νομική οντότητα, με αντικείμενο την επαγγελματική αλιεία, υπό την προϋπόθεση ότι όλοι οι μέτοχοι ή εταίροι είναι κάτοικοι μικρών και απομακρυσμένων νησιών.

Η προκαταβολή της παρούσας είναι ακατάσχετη και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένες οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και τα ασφαλιστικά ταμεία.

  1. Η απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης των περ. α) και β) της παρ. 1 δύναται να χορηγείται, με επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

 

Άρθρο 77

Άδεια λειτουργίας πλωτών μέσων

Τα πλωτά μέσα που χρησιμοποιούνται ως μέσα αποθήκευσης, διακίνησης και εφοδιασμού ενεργειακών προϊόντων λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από την αρμόδια τελωνειακή αρχή.

 

Άρθρο 78

Μέτρα δέουσας επιμέλειας για διάθεση και διακίνηση ενεργειακών προϊόντων

  1. Τα νομικά πρόσωπα των άρθρων 5 και 6 του ν. 3054/2002 (Α’ 230) που διαθέτουν και διακινούν ενεργειακά προϊόντα των περ. α) έως γ) και στ) έως ιε) της παρ. 1 του άρθρου 71 σε ατομικές επιχειρήσεις ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που εμπορεύονται και διακινούν καύσιμα (πρατήρια καυσίμων), εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος.
  2. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας, σε σχέση με τα πρατήρια καυσίμων με τα οποία συναλλάσσονται, συνίστανται:

α) στην τήρηση και τακτική επικαιροποίηση των στοιχείων φορολογικού μητρώου των πρατηρίων καυσίμων, β) στον περιοδικό έλεγχο ύπαρξης της άδειας λειτουργίας, των πιστοποιητικών των δεξαμενών και αντλιών, καθώς και στην υπεύθυνη δήλωση του εξουσιοδοτημένου συνεργείου και του εγκαταστάτη του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών εκροών, όπου αυτό απαιτείται, στα πρατήρια καυσίμων,

γ) σε τουλάχιστον έναν (1) κατ’ έτος έλεγχο της χημικής σύνθεσης των ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 που διατίθενται και διακινούνται από τα πρατήρια καυσίμων,

δ) στην παροχή προς τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) κάθε πληροφορίας σχετικά με ενδεχόμενες παραβάσεις τέλεσης ή επικείμενης τέλεσης λαθρεμπορίας καυσίμων, εγκλήματος φοροδιαφυγής ή νοθείας καυσίμων.

  1. Αν από την τήρηση μέτρων δέουσας επιμέλειας διαπιστωθεί ότι πρατήριο καυσίμων δεν παρέχει στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 τα στοιχεία και τις πληροφορίες της παρ. 2 ή δεν έχει εγκαταστήσει και λειτουργεί ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών, όπου αυτό απαιτείται, ή κατέχει, διαθέτει ή διακινεί νοθευμένα ενεργειακά προϊόντα ή ενεργειακά προϊόντα λαθρεμπορίας της παρ. 1, τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 υποχρεούνται σωρευτικά:

α) εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από τη διαπίστωση των ανωτέρω, να ενημερώσουν την αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. για τις ανωτέρω διαπιστώσεις,

β) ταυτόχρονα με την ως άνω ενημέρωση, να διακόψουν τη διάθεση και διακίνηση ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 προς το συγκεκριμένο πρατήριο καυσίμων,

γ) εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν όλα τα σήματά τους και τις αντλίες τους και, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω και, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του.

  1. Αν από την τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας προκύψουν ενδείξεις λαθρεμπορίας, εγκλήματος φοροδιαφυγής ή νοθείας καυσίμων, τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 ενημερώνουν αμελλητί την αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., παρέχοντας αμέσως, και το αργότερο εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας, κάθε διαθέσιμο στοιχείο, περιλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων αποτελεσμάτων ελέγχου της χημικής σύνθεσης των ενεργειακών προϊόντων που διατίθενται από το πρατήριο καυσίμων.
  2. Αν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. ενημερώσουν τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 για μη εγκατάσταση ή μη πλήρωση των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών σε πρατήριο καυσίμων ή για την τέλεση λαθρεμπορίας καυσίμων ή νοθείας καυσίμων ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών από πρατήριο καυσίμων ή για παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις αντλιών, τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται σωρευτικά:

α) να διακόψουν αυθημερόν από την ως άνω ενημέρωση τη διάθεση και διακίνηση ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 προς το συγκεκριμένο πρατήριο καυσίμων,

β) εφόσον το πρατήριο καυσίμων φέρει σήμα λειτουργίας τους, ή εφόσον έχουν διαθέσει ή διακινήσει ενεργειακά προϊόντα προς το πρατήριο καυσίμων εντός των τελευταίων πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να απαντλήσουν και να μεταφέρουν με δικές τους δαπάνες τα ενεργειακά προϊόντα που είναι αποθηκευμένα στις δεξαμενές του πρατηρίου αυτού εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη λήψη σχετικής ειδικής εντολής της Α.Α.Δ.Ε.. Τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 δύνανται να αναζητούν το κόστος της απάντλησης, μεταφοράς και επαναδιύλισης των ενεργειακών προϊόντων από τον παραβάτη,

γ) εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν το σήμα και τις αντλίες τους και, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους, από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω ή, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του.

  1. Αν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. ενημερώσουν τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 για την τέλεση λαθρεμπορίας ή νοθείας καυσίμων ή μη εγκατάστασης ή μη πλήρωσης των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών από πρατήριο καυσίμων, τα μέτρα της παρ. 5 εφαρμόζονται εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών και σε κάθε άλλο πρατήριο καυσίμων, που, σύμφωνα με την ενημέρωση της Α.Α.Δ.Ε. προς τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1, ανήκει κατά ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) ή διοικείται από τα πρόσωπα, στα οποία ανήκει ή τα οποία διοικούν το πρατήριο καυσίμων, το οποίο διαπιστώνεται ότι έχει τελέσει τις ως άνω παραβάσεις. Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται και για τα πρατήρια καυσίμων που ανήκουν κατά εκατό τοις εκατό (100%) στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 ή κατά εκατό τοις εκατό (100%) σε θυγατρικές τους εφόσον διαπιστωθούν πέντε (5) παραβάσεις σε διάστημα τριών (3) μηνών.
  2. Για τη μη τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας του παρόντος, επιβάλλονται πρόστιμα στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 ως εξής:

α) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της περ. α) της παρ. 3 και της περ. β) της παρ. 5, επιβάλλεται πρόστιμο σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,

β) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της περ. β) της παρ. 3 και της περ. α) της παρ. 5 επιβάλλεται πρόστιμο δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ (15.000 €), ανά παραστατικό πώλησης καυσίμων, ανεξαρτήτως ποσότητας, και όχι κατώτερο των σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,

γ) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της περ. γ) της παρ. 3 και της περ. γ) της παρ. 5 επιβάλλεται πρόστιμο ενενήντα χιλιάδων ευρώ (90.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,

δ) για μη τήρηση της υποχρέωσης της παρ. 4 επιβάλλεται πρόστιμο σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,

ε) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της παρ. 6, επιβάλλεται πρόστιμο κατ’ αντιστοιχία προς όσα προβλέπονται στις περ. α) έως γ).

Σε περίπτωση υποτροπής, το ποσό του προστίμου των ανωτέρω περιπτώσεων διπλασιάζεται.

Σε περίπτωση νέας υποτροπής, με απόφαση της αρμόδιας για την επιβολή των ανωτέρω προστίμων Υπηρεσίας, επιβάλλεται σε βάρος των νομικών προσώπων της παρ. 1 απαγόρευση διάθεσης των ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 στα πρατήρια καυσίμων της παρ. 1 για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών. Κατά της απόφασης απαγόρευσης διάθεσης ενεργειακών προϊόντων του προηγούμενου εδαφίου δύναται να ασκηθεί προσφυγή, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97).

Ως υποτροπή ορίζεται η τέλεση από το ίδιο υπόχρεο πρόσωπο οποιασδήποτε παράβασης, για την οποία προβλέπεται πρόστιμο σύμφωνα με την παρούσα, εντός τριών (3) ετών από την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης σε αυτό.

Η απόφαση απαγόρευσης διάθεσης της παρούσας παραγράφου κοινοποιείται σύμφωνα με όσα ορίζονται για την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης.

  1. Η Α.Α.Δ.Ε. προβαίνει σε δημοσιοποίηση των κυρώσεων που επιβάλλει στα υπόχρεα νομικά πρόσωπα τήρησης μέτρων δέουσας επιμέλειας. Η δημοσιοποίηση διενεργείται εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της κύρωσης της παρ. 7.

Περαιτέρω, στην περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος σχετικά με τη διακοπή διάθεσης και διακίνησης καυσίμων, την απάντληση καυσίμων ή την απόσυρση των σημάτων και λοιπού εξοπλισμού από τα παραβατικά πρατήρια καυσίμων, κατά τον χρόνο της δημοσιοποίησης των στοιχείων των πρατηρίων καυσίμων δημοσιοποιούνται και τα στοιχεία των συνεργαζόμενων με αυτά, νομικών προσώπων, τα οποία είναι υπόχρεα στην τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΑΛΚΟΟΛΗ – ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

 

Άρθρο 79

Γενικές διατάξεις

  1. Αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά στα οποία επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με το άρθρο 49 του παρόντος, θεωρούνται:

α) η αιθυλική αλκοόλη,

β) η μπύρα,

γ) τα ενδιάμεσα προϊόντα,

δ) το κρασί,

ε) τα παρασκευαζόμενα ποτά με ζύμωση, εκτός από το κρασί και την μπύρα.

  1. Οι παραπομπές στους κωδικούς Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) που περιλαμβάνονται στα άρθρα 80, 85, 87, 89 και 91 αποτελούν παραπομπές στους κωδικούς της συνδυασμένης ονοματολογίας του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1602 της Επιτροπής της 11ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (L 273).

 

Άρθρο 80

Αιθυλική αλκοόλη

Ο όρος αιθυλική αλκοόλη της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 79 περιλαμβάνει:

α) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του ένα κόμμα δυο τοις εκατό (1,2%) κατ’ όγκο, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.07 και 22.08, ακόμη και όταν τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν μέρος προϊόντος υπαγόμενου σε άλλο κεφάλαιο της Συνδυασμένης Ονοματολογίας,

β) τα προϊόντα των κωδικών Σ.Ο. 22.04, 22.05 και 22.06 με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του είκοσι δυο τοις εκατό (22%) κατ’ όγκο,

γ) τα αλκοολούχα ποτά που περιέχουν ακέραια προϊόντα ή άλλα φυτικά προϊόντα σε διάλυμα.

 

Άρθρο 81

Ειδικός φόρος κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης

  1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, καθορίζεται ανά εκατόλιτρο (HL) άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης θερμοκρασίας είκοσι βαθμών κελσίου (20ο C) και υπολογίζεται με βάση τον αριθμό εκατολίτρων άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.
  2. Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε δύο χιλιάδες τετρακόσια πενήντα (2.450) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.
  3. Εφαρμόζεται συντελεστής Ε.Φ.Κ. αιθυλικής αλκοόλης, μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%), έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή:

α) στην αιθυλική αλκοόλη για την παρασκευή ούζου. Στο ούζο, η αιθυλική αλκοόλη ή μέρος αυτής έχει αρωματιστεί με απόσταξη σε παραδοσιακούς χάλκινους άμβικες ασυνεχούς λειτουργίας με χωρητικότητα έως χίλια (1.000) λίτρα,

β) στο τσίπουρο ή στην τσικουδιά. Η παραγωγή του τσίπουρου ή της τσικουδιάς πραγματοποιείται με απόσταξη σε παραδοσιακούς άμβικες ασυνεχούς λειτουργίας.

Ο μειωμένος συντελεστής καθορίζεται σε χίλια διακόσια είκοσι πέντε (1.225) ευρώ, ανά εκατόλιτρο, άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.

 

Άρθρο 82

Ειδικός φόρος κατανάλωσης στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών

  1. Στο προϊόν απόσταξης, που παράγεται από τους διήμερους μικρούς αποσταγματοποιούς (παραδοσιακό απόσταγμα διημέρων) της παρ. 5 του άρθρου 5του ν. 2969/2001 (Α’ 281) από πρώτες ύλες παραγωγής των ιδίων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. Ε’ του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατόλιτρα (HL) καθαρής (άνυδρης) αλκοόλης κατ’ έτος και των οποίων η παραγωγή δεν δύναται να υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες, κατ’ ανώτατο ετήσιο όριο, εφαρμόζεται μειωμένος έως και ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή αιθυλικής αλκοόλης.
  2. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε τριακόσια εβδομήντα (370) ευρώ ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης και εφαρμόζεται εφάπαξ και κατ’ αποκοπή.
  3. Το προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών δεν επιβαρύνεται με το δικαίωμα υπέρ του Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης Αλκοολούχων Ποτών της περ. β’ της παρ. 5 του άρθρου 26του ν. 2127/1993 (Α’ 48).
  4. Η βεβαίωση και είσπραξη του Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών πραγματοποιείται κατά την έκδοση της άδειας απόσταξης της υποπαρ. 3 της παρ. Ε’ του άρθρου 7του ν. 2969/2001. Κατ’ εξαίρεση της παρ. 5 του άρθρου 117 του παρόντος, κατά τη βεβαίωση και είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας, δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) Με τη διάθεση του προϊόντος απόσταξης στην κατανάλωση, αποδίδεται, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στον Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 5144/2024, Α’ 162), ο αναλογών Φ.Π.Α..
  5. Η διάθεση στην κατανάλωση του προϊόντος απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών πραγματοποιείται σύμφωνα με την παρ. Ε’ του άρθρου 7του ν. 2969/2001.

 

Άρθρο 83

Απαλλαγές από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης

  1. Τα προϊόντα του άρθρου 80 απαλλάσσονται του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, όταν:

α) διανέμονται με τη μορφή αιθυλικής αλκοόλης, η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί μετουσίωσης,

β) έχουν υποστεί μετουσίωση, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της ελληνικής νομοθεσίας ή της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. και χρησιμοποιούνται ως μέρος της διαδικασίας παρασκευής οποιουδήποτε προϊόντος που δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση ότι:

βα) έχουν ενσωματωθεί στο προϊόν αυτό ή

ββ) χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση και τον καθαρισμό του εξοπλισμού παρασκευής που χρησιμοποιείται για τη συγκεκριμένη διαδικασία παρασκευής,

γ) χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού, σύμφωνα με τον ορισμό του κωδικού Σ.Ο. 22.09,

δ) χρησιμοποιούνται αυτούσια για την παραγωγή φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση, όπως η παραγωγή και η κυκλοφορία αυτών ορίζονται από την ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία, καθώς και όταν χρησιμοποιούνται στην παρασκευή πρώτης ύλης των φαρμάκων αυτών, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας παραγωγής τους,

ε) χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αρωματικών ουσιών που προορίζονται για την παραγωγή ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, με ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μέχρι και ένα κόμμα δύο τοις εκατό (1,2%) κατ’ όγκο,

στ) χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ή ως συστατικά ημιτελών προϊόντων για την παραγωγή ειδών διατροφής, γεμιστών ή όχι, εφόσον σε κάθε περίπτωση η περιεχόμενη αιθυλική αλκοόλη δεν υπερβαίνει τα οκτώμισι (8,5) λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά εκατό (100) χιλιόγραμμα προϊόντος για τις σοκολάτες και τα πέντε (5) λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά εκατό (100) χιλιόγραμμα προϊόντος για άλλα προϊόντα,

ζ) χρησιμοποιούνται ως δείγματα για αναλύσεις για τη διεξαγωγή των αναγκαίων δοκιμών παραγωγής,

η) χρησιμοποιούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας,

θ) χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, θεραπευτήρια, κλινικές, νοσηλευτικά ιδρύματα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, για ιατρικούς σκοπούς,

ι) χρησιμοποιούνται για τον ψεκασμό αρτοσκευασμάτων και παραλαμβάνονται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες που διαθέτουν αυτόματα μηχανήματα ψεκασμού των αρτοσκευασμάτων αυτών,

ια) χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των συμπληρωμάτων διατροφής που ορίζονται στην Οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 2002 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής (L 183) και τα οποία περιέχουν αιθυλική αλκοόλη. Η απαλλαγή της παρούσας περίπτωσης χορηγείται υπό την προϋπόθεση ότι η μονάδα συσκευασίας του συμπληρώματος διατροφής που διατίθεται στην κατανάλωση δεν υπερβαίνει το μηδέν κόμμα δεκαπέντε (0,15) του λίτρου και τα συμπληρώματα διατροφής διατίθενται στην αγορά δυνάμει του άρθρου 10 της ίδιας Οδηγίας,

ιβ) χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φυτικών εκχυλισμάτων μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

  1. Από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου κάθε έτους, οι ποτοποιοί που λειτουργούν εκτός καθεστώτος αναστολής, οι οποίοι παρέλαβαν ουδέτερη αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή παντός είδους αλκοολούχα αποστάγματα και προϊόντα απόσταξης με άμεση καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή με τρίμηνη αναστολή καταβολής αυτού, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 119, για την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών τους, δικαιούνται να παραλαμβάνουν με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ποσότητα ουδέτερης αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή παντός είδους αλκοολούχου αποστάγματος ή προϊόντος απόσταξης, σε λίτρα άνυδρα ίση με το δυο τοις εκατό (2%) της συνολικής ποσότητας σε λίτρα άνυδρα των υλών αυτών, που παρέλαβαν κατά το προηγούμενο έτος, για την κάλυψη των απωλειών (φυρών) που είναι εγγενείς στη φύση των υλών αυτών και πραγματοποιούνται κατά τη διαδικασία παραγωγής, μεταποίησης, αποθήκευσης και μεταφοράς τους. Η απαλλαγή αυτή δεν ισχύει για την ουδέτερη αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης που παραλαμβάνεται για εμφιάλωση.

Η παρούσα δεν θίγει την εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 2969/2001 (Α΄ 281), περί αναγνώρισης φύρας στην άνυδρη αιθυλυική αλκοόλη.

 

Άρθρο 84

Ένσημες ταινίες φορολογίας αλκοολούχων ποτών

  1. Στα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή εισάγονται από τρίτες χώρες και προορίζονται να καταναλωθούν σε άμεση συσκευασία λιανικής πώλησης στο εσωτερικό της χώρας και στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), δύναται να επικολλώνται ένσημες ταινίες φορολογίας,
  2. Η επικόλληση των ταινιών αυτών γίνεται στους χώρους παραγωγής και διασφαλίζει την καταβολή του Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στο προϊόν.
  3. Οι ταινίες αυτές χορηγούνται:

α) στους εγκεκριμένους αποθηκευτές και εγγεγραμμένους παραλήπτες, προκειμένου να επικολληθούν σε αλκοολούχα ποτά προερχόμενα από άλλο κράτος-μέλος ή σε εισαγωγείς προκειμένου για ποτά από τρίτες χώρες,

β) στους εγκεκριμένους αποθηκευτές ή ποτοποιούς, προκειμένου να επικολληθούν σε αλκοολούχα ποτά εγχώριας παραγωγής,

γ) στους φορολογικούς αντιπροσώπους εγκεκριμένων αποθηκευτών άλλων κρατών- μελών.

  1. Από την υποχρέωση της παρ. 1 εξαιρούνται τα προϊόντα που εισάγονται από φυσικά πρόσωπα και προορίζονται για ατομική χρήση υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.
  2. Ένσημες ταινίες φορολογίας που υφίστανται βλάβη ή φθορά κατά την επικόλλησή τους ή καθίσταται αδύνατη η επικόλλησή τους από άλλη αιτία στα προϊόντα για τα οποία προορίζονται, καθώς και αυτές που είναι κακέκτυπες καταστρέφονται ενώπιον Επιτροπής, η οποία συγκροτείται σύμφωνα με την παρ. 38 του άρθρου 196 και αντικαθίστανται σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στην απόφαση αυτή.

Αν η παραπάνω βλάβη ή φθορά των ενσήμων ταινιών φορολογίας από άλλη αιτία, οφείλεται κατά την κρίση της Επιτροπής, σε υπαιτιότητα του παραλήπτη, η αντικατάστασή τους γίνεται με την καταβολή του αντιτίμου αυτών.

 

Άρθρο 85

Ορισμός μπύρας

Μπύρα θεωρείται κάθε προϊόν αλκοολικού τίτλου μεγαλύτερου του μηδέν κόμμα πέντε τοις εκατό (0,5 %) κατ’ όγκο, που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 22.03, καθώς και κάθε προϊόν, το οποίο είναι μίγμα μπύρας με μη αλκοολούχα ποτά, τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 22.06.

 

Άρθρο 86

Τρόπος υπολογισμού και συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην μπύρα

  1. α) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των προϊόντων του άρθρου 85 καθορίζεται με βάση τον αριθμό των εκατόλιτρων της μπύρας και τους βαθμούς PLATO κατ’ όγκο.

β) Για τους σκοπούς μέτρησης των βαθμών PLATO κατ’ όγκο λαμβάνονται υπόψη όλα τα συστατικά της μπύρας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προστίθενται μετά την ολοκλήρωση της ζύμωσης. Αν οι βαθμοί PLATO της μπύρας δεν αντιστοιχούν σε ακέραιο αριθμό, για τον υπολογισμό του Ε.Φ.Κ. το κλασματικό μέρος στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό και συγκεκριμένα, εφόσον το κλάσμα είναι μικρότερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στον μικρότερο ακέραιο αριθμό, ενώ εάν είναι ίσο ή μεγαλύτερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στον μεγαλύτερο ακέραιο αριθμό.

  1. Ο φόρος του παρόντος ορίζεται σε πέντε (5) ευρώ ανά βαθμό PLATO κατ’ όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.
  2. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης μπύρας, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την μπύρα που παράγεται στη χώρα μας ή στα άλλα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία, εφόσον η παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα διακόσιες χιλιάδες (200.000) εκατόλιτρα μπύρας ετησίως.

Για την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ο όρος «ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο» σημαίνει το ζυθοποιείο το οποίο πληροί τις εξής προϋποθέσεις:

α) είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητο από οποιοδήποτε άλλο,

β) χρησιμοποιεί δικές του εγκαταστάσεις και

γ) δεν λειτουργεί στη βάση άδειας εκμετάλλευσης άλλου επιτηδευματία.

Θεωρούνται επίσης ως ένα και μόνο ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο δύο ή περισσότερα μικρά ζυθοποιεία όταν αυτά συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα διακόσιες χιλιάδες (200.000) εκατόλιτρα μπύρας.

Ο μειωμένος συντελεστής της παρούσας καθορίζεται σε δύο ευρώ και πενήντα λεπτά (2,50) ανά βαθμό PLATO κατ’ όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.

 

Άρθρο 87

Ενδιάμεσα προϊόντα

  1. Ως ενδιάμεσα προϊόντα του άρθρου 79 νοούνται όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του ένα κόμμα δυο τοις εκατό (1,2%) κατ’ όγκο μέχρι και είκοσι δυο τοις εκατό (22%) κατ’ όγκο, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04, 22.05 και 22.06 και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 85, 89 και 91.
  2. Στην κατηγορία των ενδιάμεσων προϊόντων υπάγεται και κάθε απλό ποτό που προέρχεται από ζύμωση, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 91 και το οποίο έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του πέντε κόμμα πέντε τοις εκατό (5,5%) κατ’ όγκο, η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση, καθώς και κάθε αφρώδες ποτό προερχόμενο από ζύμωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 91, έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του οκτώ κόμμα πέντε τοις εκατό (8,5%) κατ’ όγκο, η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

 

Άρθρο 88

Συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης Ενδιάμεσων Προϊόντων

Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που επιβάλλεται στα προϊόντα του άρθρου 87, ορίζεται σε εκατόν δύο (102) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, με εξαίρεση τα προϊόντα που ορίζονται στο παράρτημα VΙΙ μέρος II του Κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των Κανονισμών (ΕΟΚ) 922/72, (ΕΟΚ) 234/79, (ΕΚ) 1037/2001 και (ΕΚ) 1234/2007 του Συμβουλίου (L 347) για τα οποία ο συντελεστής ορίζεται σε πενήντα ένα (51) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.

 

Άρθρο 89

Κρασί

Ο όρος κρασί της περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 79 περιλαμβάνει το «απλό κρασί» και τα «αφρώδη κρασιά», ως εξής:

  1. Ο όρος «απλό κρασί» περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς αριθμούς Σ.Ο. 22.04 και 22.05, εκτός από τα αφρώδη κρασιά της παρ. 2, τα οποία:

α) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 15% vol. με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση,

β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 15% vol. μέχρι και 18% vol., με την προϋπόθεση ότι έχουν παραχθεί χωρίς εμπλουτισμό και η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

  1. Ο όρος «αφρώδη κρασιά» περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04.10, 22.04.21.06, 22.04.21.07, 22.04.21.08, 22.04.21.09, 22.04.29.10 και 22.05, τα οποία πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

α) Περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, τα οποία συγκρατούνται με σύρματα ή συνδετήρες ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον τρία (3) bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα,

β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2 % vol. μέχρι και 15 % vol. με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

 

Άρθρο 90

Συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης των προϊόντων του άρθρου 89

Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που επιβάλλεται στα προϊόντα του άρθρου 89 είναι μηδέν (0) ευρώ.

 

Άρθρο 91

Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από κρασί και μπύρα

  1. Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και την μπύρα, θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04 και 22.05 και δεν περιλαμβάνονται στο άρθρο 89, καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 22.06, με εξαίρεση τα λοιπά αφρώδη ποτά που παρασκευάζονται με ζύμωση και τα οποία ορίζονται κατά την παρ. 2, καθώς και όλα τα προϊόντα του άρθρου 85, τα οποία:

α) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 10% vol.,

β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του 10% vol. μέχρι και 15% vol. με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται αποκλειστικά από ζύμωση.

  1. «Λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση» θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.06.00.31 και 22.06.00.39, καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04.10, 22.04.21.06, 22.04.21.07, 22.04.21.08, 22.04.21.09, 22.04.29.10 και 22.05, τα οποία δεν αναφέρονται στο άρθρο 89 και τα οποία πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

α) περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού που συγκρατούνται με σύρμα ή συνδετήρα ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον τρία (3) bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα, και

β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 13% vol. ή

γ) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 13% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται αποκλειστικά από ζύμωση.

 

Άρθρο 92

Συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης των προϊόντων του άρθρου 91

  1. Ο συντελεστής του Ε.Φ.Κ. που επιβάλλεται στα προϊόντα του άρθρου 91 ορίζεται σε είκοσι (20) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.
  2. Απαλλάσσονται του Ε.Φ.Κ. τα προϊόντα του άρθρου 91, όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού, σύμφωνα με τον ορισμό του κωδικού Σ.Ο. 22.09.

 

Άρθρο 93

Ηλεκτρονικό Μητρώο Επιτηδευματιών Αλκοολούχων Ποτών – Ηλεκτρονικό Μητρώο Κατόχων Αποστακτικών Μηχανημάτων και Διήμερων Μικρών Αποσταγματοποιών

  1. Στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) δημιουργείται ηλεκτρονικό μητρώο επιτηδευματιών, στο οποίο καταχωρούνται και τηρούνται τα στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, παράγουν, εισάγουν, παραλαμβάνουν από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., μεταποιούν, διαθέτουν ή αποκτούν μέσω χονδρικής πώλησης στο εσωτερικό της Χώρας έτοιμα προς κατανάλωση αλκοολούχα ποτά του άρθρου 79. Η εγγραφή στο μητρώο είναι υποχρεωτική και γίνεται με ευθύνη των ανωτέρω προσώπων, τα οποία υποχρεούνται στην επικαιροποίηση των καταχωρηθέντων στοιχείων, σε κάθε περίπτωση μεταβολής τους. Με την καταχώρηση στο μητρώο αποδίδεται μοναδικός Αριθμός Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών.
  2. Στην Α.Α.Δ.Ε. δημιουργείται ηλεκτρονικό μητρώο κατόχων αποστακτικών μηχανημάτων της παρ. Ε1 του άρθρου 7 του ν. 2969/2001 (Α΄281) και διήμερων μικρών αποσταγματοποιών της παρ. 5 του άρθρου 5 του ίδιου νόμου, στο οποίο καταχωρούνται υποχρεωτικά και τηρούνται τα στοιχεία των ανωτέρω φυσικών ή νομικών προσώπων, του εξοπλισμού και της παραγωγής τους. Η εγγραφή στο μητρώο γίνεται με ευθύνη των ανωτέρω προσώπων, τα οποία υποχρεούνται και στην επικαιροποίηση των καταχωρηθέντων στοιχείων, σε κάθε περίπτωση μεταβολής τους. Με την καταχώρηση στο μητρώο αποδίδεται μοναδικός αριθμός καταχωρισθέντος προσώπου.

 

Άρθρο 94

Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών

Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.

 

Άρθρο 95

Πιστοποίηση ανεξάρτητων μικρών παραγωγών

  1. Νοούνται ως ανεξάρτητοι μικροί παραγωγοί για τους σκοπούς του παρόντος και στο πλαίσιο της εφαρμογής από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. της Οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, οι παραγωγοί των προϊόντων των άρθρων 80, 85, 87, 89 και 91, κατά περίπτωση, υπό τις εξής ειδικότερες προϋποθέσεις:

α) Για τους παραγωγούς των προϊόντων του άρθρου 80, το «μικρό αποστακτήριο», ήτοι μια επιχείρηση απόσταξης που λειτουργεί ως νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητη από κάθε άλλη επιχείρηση απόσταξης, δεν λειτουργεί με άδεια εκμετάλλευσης και η ετήσια παραγωγή της δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) εκατόλιτρα άνυδρης αλκοόλης.

β) Για τους παραγωγούς των προϊόντων του άρθρου 85, τα «ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία» της παρ. 3 του άρθρου 86.

γ) Για τους παραγωγούς των προϊόντων του άρθρου 87, ο παραγωγός ενδιάμεσων προϊόντων, ο οποίος είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητος από οποιονδήποτε άλλο παραγωγό ενδιάμεσων προϊόντων, χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις που βρίσκονται χωριστά από εκείνες οποιουδήποτε άλλου παραγωγού, δεν λειτουργεί στη βάση άδειας εκμετάλλευσης και η παραγωγή του δεν υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα (250) εκατόλιτρα ετησίως. Όταν δύο (2) ή περισσότεροι μικροί παραγωγοί συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα (250) εκατόλιτρα, οι εν λόγω παραγωγοί μπορούν να θεωρούνται ως ένας και μόνος ανεξάρτητος μικρός παραγωγός.

δ) Για τους παραγωγούς των προϊόντων του άρθρου 89, ο οινοπαραγωγός που είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητος από οποιονδήποτε άλλον οινοπαραγωγό, χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις που βρίσκονται χωριστά από εκείνες οποιουδήποτε άλλου οινοπαραγωγού, δεν λειτουργεί στη βάση άδειας εκμετάλλευσης και η παραγωγή του δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) εκατόλιτρα ή, στην περίπτωση αποστολής προϊόντων στη Δημοκρατία της Μάλτας, τα είκοσι χιλιάδες (20.000) εκατόλιτρα κρασιού ετησίως. Όταν δύο ή περισσότεροι μικροί οινοπαραγωγοί συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ή τις είκοσι χιλιάδες (20.000) εκατόλιτρα, κατά περίπτωση, οι εν λόγω οινοπαραγωγοί μπορούν να θεωρούνται ως ένας και μόνος ανεξάρτητος μικρός οινοπαραγωγός.

ε) Για τους παραγωγούς των προϊόντων του άρθρου 91, ο παραγωγός παρασκευαζόμενων με ζύμωση ποτών, ο οποίος είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητος από οποιονδήποτε άλλον παραγωγό λοιπών παρασκευαζόμενων με ζύμωση ποτών, χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις που βρίσκονται χωριστά από εκείνες οποιουδήποτε άλλου παραγωγού, δεν λειτουργεί στη βάση άδειας εκμετάλλευσης και η παραγωγή του δεν υπερβαίνει τα δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) εκατόλιτρα, ετησίως. Όταν δύο (2) ή περισσότεροι μικροί παραγωγοί συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) εκατόλιτρα, οι εν λόγω παραγωγοί μπορούν να θεωρούνται ως ένας και μόνος ανεξάρτητος μικρός παραγωγός.

  1. Οι τελωνειακές αρχές χορηγούν στα ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία, κατόπιν αιτήματός τους, ετήσιο πιστοποιητικό, με το οποίο επιβεβαιώνονται η συνολική ετήσια παραγωγή των προϊόντων του άρθρου 85, καθώς και η συμμόρφωσή τους με τα κριτήρια της παρ. 3 του άρθρου 86.
  2. Οι αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων χορηγούν στους ανεξάρτητους μικρούς οινοπαραγωγούς, κατόπιν αιτήματός τους, ετήσιο πιστοποιητικό, με το οποίο βεβαιώνονται η συνολική ετήσια παραγωγή τους προϊόντων του άρθρου 89, καθώς και η συμμόρφωσή τους με τα κριτήρια της περ. δ’ της παρ. 1 και τις προϋποθέσεις της κοινής απόφασης της περ. β’ της παρ. 5.
  3. Οι ανεξάρτητοι μικροί παραγωγοί των προϊόντων των άρθρων 80, 87 και 91 μπορούν να πιστοποιούν οι ίδιοι τη συνολική ετήσια παραγωγή τους, καθώς και τη συμμόρφωσή τους με τα κατά περίπτωση κριτήρια των περ. α, γ’ και ε’ της παρ. 1 για τον χαρακτηρισμό τους ως ανεξάρτητων μικρών παραγωγών.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ

 

Άρθρο 96

Είδη βιομηχανοποιημένων καπνών

Βιομηχανοποιημένα καπνά, στα οποία επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με το άρθρο 49, θεωρούνται:

α) τα τσιγάρα,

β) τα πούρα και τα πουράκια,

γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων,

δ) τα άλλα καπνά για κάπνισμα.

 

Άρθρο 97

Έννοια βιομηχανοποιημένων καπνών

  1. Για την εφαρμογή του παρόντος Κώδικα θεωρούνται:

Α. Τσιγάρα:

α) Οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή πουράκια,

β) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων,

γ) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.

Β. Πούρα ή πουράκια:

α) Οι κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περίβλημα από φυσικό καπνό,

β) οι κύλινδροι καπνού με τεμαχισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, όχι όμως και το επιστόμιο στην περίπτωση προϊόντων με επιστόμιο, όπου το βάρος ανά μονάδα, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του επιστομίου, δεν είναι μικρότερο από δύο κόμμα τρία (2,3) γραμμάρια ούτε μεγαλύτερο από δέκα (10) γραμμάρια και η περίμετρος στο ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από τριάντα τέσσερα χιλιοστά (0,034).

Τα προϊόντα των παραπάνω περιπτώσεων θεωρούνται πούρα ή πουράκια αν μπορούν και προορίζονται αποκλειστικά να καπνίζονται ως έχουν, δεδομένων των χαρακτηριστικών τους και των συνήθων καταναλωτικών προσδοκιών.

Γ. Λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων:

Ο κομμένος ή κατ’ άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση και του οποίου τουλάχιστον το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1,5 χιλιοστόμετρο ή έχει πλάτος κοπής ίσο προς 1,5 χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο, εφόσον ο καπνός αυτός πωλείται ή έχει πωληθεί για στρίψιμο τσιγάρων.

Δ. Άλλα καπνά για κάπνισμα:

α) Ο κομμένος ή κατ’ άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση,

β) τα συσκευασμένα υπολείμματα καπνού για λιανική πώληση, που δεν εμπίπτουν στις περ. Α, Β και Γ, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «υπολείμματα καπνού» νοούνται τα κατάλοιπα των φύλλων καπνού και τα υποπροϊόντα που προέρχονται από την επεξεργασία του καπνού ή την παραγωγή προϊόντων καπνού.

  1. Εξομοιώνονται με πούρα και πουράκια τα προϊόντα που αποτελούνται κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, πληρούν όμως τα λοιπά κριτήρια της περ. Β της παρ. 1.
  2. Εξομοιώνονται με τσιγάρα και άλλα καπνά για κάπνισμα τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, πληρούν όμως τα άλλα κριτήρια των περ. Α και Δ της παρ. 1.
  3. Τα προϊόντα που δεν περιέχουν καπνό, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά.

 

Άρθρο 98

Προσδιορισμός του φόρου

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών:

α) προκειμένου για τα τσιγάρα, αποτελείται από ένα πάγιο στοιχείο (πάγιος φόρος) που ορίζεται σε ποσό εκφρασμένο σε ευρώ ανά μονάδα προϊόντος και από ένα αναλογικό στοιχείο (αναλογικός φόρος) που ορίζεται σε ποσοστό επί της κατά μονάδα προϊόντος τιμής λιανικής πώλησης αυτών,

β) προκειμένου για τον λεπτοκομμένο καπνό για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων και τα άλλα καπνά για κάπνισμα, ορίζεται σε ποσό εκφρασμένο σε ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους και

γ) προκειμένου για τα πούρα και τα πουράκια, σε ποσοστό επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης αυτών.

  1. Τιμή λιανικής πώλησης για την εφαρμογή του παρόντος Κώδικα είναι η μέγιστη τιμή λιανικής πώλησης κάθε συγκεκριμένου προϊόντος βιομηχανοποιημένων καπνών προς τους καταναλωτές στην οποία περιλαμβάνονται και οι επιβαλλόμενοι δασμοί και φόροι.

 

Άρθρο 99

Βάση υπολογισμού και συντελεστές του φόρου

Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά υπολογίζεται ως εξής:

  1. Στα τσιγάρα και τα προϊόντα που εξομοιώνονται με αυτά ο ειδικός φόρος κατανάλωσης διαρθρώνεται:

α) σε έναν πάγιο φόρο, ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος, το ποσό του οποίου είναι ογδόντα δύο ευρώ και πενήντα λεπτά (82,50) ανά χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι το ίδιο για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, και

β) σε έναν αναλογικό φόρο, ο συντελεστής του οποίου είναι είκοσι έξι τοις εκατό (26%) και υπολογίζεται στην τιμή λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ο ίδιος για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων.

Το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που υπολογίζεται σύμφωνα με τις περ. α΄ και β΄ δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εκατό δεκαεπτά ευρώ και πενήντα λεπτών (117,50) ανά χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα).

  1. Στα πούρα ή στα πουράκια ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται σε ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησής τους.
  2. Στον λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται στα εκατόν εβδομήντα (170) ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
  3. Στα άλλα καπνά για κάπνισμα, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται στα εκατόν πενήντα έξι ευρώ και εβδομήντα λεπτά (156,70) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
  4. Για τα τσιγάρα, τα πούρα και πουράκια που παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία, καθώς και τα όμοια προϊόντα που διατίθενται δωρεάν για σκοπούς έρευνας αγοράς, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, συσκευασμένα σε λευκά πακέτα χωρίς ενδείξεις και τιμή λιανικής πώλησης, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων της επιχείρησης που τα παράγει ή τα διαθέτει στην αγορά, εκτός αν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερη τιμή.
  5. Για τα τσιγάρα, τα πούρα και πουράκια που αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 103 ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται, προκειμένου για τσιγάρα, στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που καθορίζεται σύμφωνα με την παρ. 8, προσαυξημένη κατά δέκα τοις εκατό (10%), και για τα πούρα και τα πουράκια στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.
  6. Για τα τσιγάρα, τα πούρα και τα πουράκια που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 103, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται, για τους σκοπούς της παρ. 6 του άρθρου 121, προκειμένου για τσιγάρα στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που καθορίζεται σύμφωνα με την παρ. 8 και για τα πούρα και τα πουράκια στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.
  7. Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων υπολογίζεται, σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, με αναγωγή στη συνολική αξία όλων των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, διαιρούμενη δια της συνολικής ποσότητας των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση.

 

Άρθρο 100

Βάση υπολογισμού του φόρου μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων καπνών για ατομική χρήση

Τα βιομηχανοποιημένα καπνά, που κατέχονται από ιδιώτες και εισάγονται από τρίτες χώρες, αποκλειστικά για ατομική χρήση του προσώπου που τα κατέχει, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς, σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 3763/2009 (Α’ 80) και η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από χίλια (1.000) τεμάχια, προκειμένου για τσιγάρα ή πεντακόσια (500) γραμμάρια μικτού βάρους, προκειμένου για τα λοιπά προϊόντα, υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.). Ο φόρος του πρώτου εδαφίου υπολογίζεται για τα τσιγάρα και τα πούρα και πουράκια με βάση πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης.

 

Άρθρο 101

Λεπτοκομμένος καπνός και άλλα καπνά προοριζόμενα για κάπνισμα – Φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας

Στις περιπτώσεις παράδοσης, ενδοενωσιακής απόκτησης ή εισαγωγής από τρίτες χώρες, προϊόντων λεπτοκομμένου καπνού που προορίζονται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλων καπνών που προορίζονται για κάπνισμα, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 96 και 97 και τα οποία:

α) αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας ή

β) κατέχονται από ιδιώτες και εισάγονται από τρίτες χώρες αποκλειστικά για ατομική χρήση του προσώπου που τα κατέχει, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 100 και η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των πεντακοσίων (500) γραμμαρίων μικτού βάρους ή

γ) παραλαμβάνονται στο εσωτερικό της χώρας με ταχυδρομικά δέματα, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς, εφόσον προβλέπεται από την παρ. 1 του άρθρου 100, και όχι πάνω από πεντακόσια (500) γραμμάρια μικτού βάρους και προορίζονται αποκλειστικά για ατομική χρήση ή

δ) παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία ή

ε) διατίθενται δωρεάν για σκοπούς έρευνας αγοράς,

ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με βάση τη μέση, κατ’ έτος, σταθμισμένη τιμή λιανικής πώλησης σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας του προηγούμενου έτους που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.

Ως μέση σταθμισμένη τιμή λιανικής πώλησης νοείται το πηλίκο της συνολικής φορολογητέας αξίας του κατά περίπτωση είδους προς τη συνολική ποσότητα του είδους αυτού σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους που τέθηκε σε ανάλωση το προηγούμενο έτος.

 

Άρθρο 102

Μήκος τσιγάρων για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης

Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καπνού, ανάλογα με το μήκος του τσιγάρου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο θεωρείται:

α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι οκτώ (8) εκατοστά,

β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από οκτώ (8) εκατοστά και μέχρι έντεκα (11) εκατοστά,

γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από έντεκα (11) εκατοστά και μέχρι δεκατέσσερα (14) εκατοστά και ούτω καθεξής.

 

Άρθρο 103

Καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης

  1. Οι τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας, καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή από τους εντολοδόχους των καπνοβιομηχάνων των λοιπών κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα, καθώς και από τους εισαγωγείς αυτών, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να γράφουν σε ευρώ την τιμή λιανικής πώλησης στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία που διατίθεται στη λιανική πώληση ή στις ένσημες φορολογικές ταινίες που επικολλούνται σε αυτά.
  2. Τα πρόσωπα της παρ. 1 υποχρεούνται, δεκαπέντε (15) ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως στην αρμόδια αρχή για τη φορολογία των προϊόντων αυτών.

 

Άρθρο 104

Άδεια σύστασης καπνοβιομηχανίας ή επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής προϊόντων καπνού

  1. Για τη σύσταση καπνοβιομηχανίας ή επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής προϊόντων καπνού, εκδίδεται άδεια με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., μετά από την υποβολή αίτησης του ενδιαφερόμενου προσώπου με τα σχετικά δικαιολογητικά στο τελωνείο τοπικής αρμοδιότητας της εγκατάστασης της καπνοβιομηχανίας ή του επαγγελματικού εργαστηρίου.
  2. Προϋποθέσεις που απαιτούνται σωρευτικά για την έκδοση της άδειας της παρ. 1 είναι ο αιτών:

α) να κατέχει άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας που χορηγείται από την αρμόδια αρχή της παρ. 14 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 (Α’ 143) ή να έχει προβεί σε κάθε άλλη δήλωση ή γνωστοποίηση ή κοινοποίηση προς την εν λόγω αρχή, εφόσον δεν προβλέπεται η έκδοση άδειας, σύμφωνα με τον ίδιο νόμο, τον ν. 4302/2014 (Α’ 225) και τον ν. 4442/2016 (Α’ 230),

β) να κατέχει μηχανικές εγκαταστάσεις ετήσιας παραγωγικής δυναμικότητας τουλάχιστον διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) χιλιόγραμμων επεξεργασμένου καπνού για τη χορήγηση άδειας σύστασης καπνοβιομηχανίας ή τουλάχιστον δύο χιλιάδων (2.000) χιλιόγραμμων επεξεργασμένου καπνού για τη χορήγηση άδειας σύστασης επαγγελματικού εργαστηρίου και

γ) να μην έχει καταδικαστεί βάσει τελεσίδικης ποινικής απόφασης για παραβάσεις περί λαθρεμπορίας, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 131 σε συνδυασμό με τα άρθρα 174 έως 177, ή για οποιοδήποτε άλλο αδίκημα που σχετίζεται με την πώληση, διανομή, αποθήκευση, παραλαβή ή αποστολή λαθραίων βιομηχανοποιημένων καπνών, παραποιημένων βιομηχανοποιημένων καπνών, πρώτων υλών ή εξοπλισμού παραγωγής ή σχετική με τα ανωτέρω νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή να μην έχει εκδοθεί σε βάρος του τελεσίδικη απόφαση διοικητικού ή πολιτικού δικαστηρίου περί συμμετοχής σε πώληση, διανομή, αποθήκευση, παραλαβή ή αποστολή λαθραίων βιομηχανοποιημένων καπνών, παραποιημένων βιομηχανοποιημένων καπνών, πρώτων υλών ή εξοπλισμού παραγωγής ή σχετική με τα ανωτέρω νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

  1. Η άδεια της παρ. 1 είναι τριετούς διάρκειας και δύναται να ανανεωθεί με έγκριση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., κατόπιν υποβολής αίτησης ανανέωσης της άδειας, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των περ. α) έως γ) της παρ. 2.
  2. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στο οποίο χορηγείται η άδεια της παρ. 1, πριν από την έναρξη των σχετικών εργασιών λαμβάνει άδεια σύστασης και λειτουργίας φορολογικής αποθήκης και άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή.
  3. Κατ΄ εξαίρεση της παρ. 4, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στο οποίο χορηγείται άδεια επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής προϊόντων καπνού δύναται να παράγει προϊόντα καπνού και εκτός καθεστώτος αναστολής του φόρου, σύμφωνα με τα άρθρα 53, 112 και 120 και λαμβάνει έγκριση παραγωγής πριν από την έναρξη των εργασιών του. Το πρόσωπο αυτό παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του και συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 52 του άρθρου 196.
  4. Για τις ακόλουθες δραστηριότητες εκδίδεται άδεια από την κατά τόπον αρμόδια τελωνειακή περιφέρεια, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου φυσικού ή νομικού προσώπου:

α) για την αποστολή σε άλλο κράτος μέλος, την παραλαβή από άλλο κράτος μέλος, καθώς και για την εισαγωγή, εξαγωγή, μεταποίηση, κατοχή, διαμεσολάβηση και χονδρική εμπορία καπνού και τσιγαρόχαρτου για την παραγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών,

β) για την εισαγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών,

γ) για την κατασκευή, αποστολή, παραλαβή, εισαγωγή, εξαγωγή, κατοχή, διαμεσολάβηση και χονδρική εμπορία εξοπλισμού παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών.

Δεν απαιτείται η έκδοση άδειας για καπνοκαλλιεργητές και επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών μεταφοράς.

Άρθρο 105

Ενιαίο κεντρικό μητρώο εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, ηλεκτρονικών τσιγάρων, ηλεκτρικά θερμαινόμενων προϊόντων και νικοτινούχων ή μη προϊόντων

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος ως «εφοδιαστική αλυσίδα», νοείται η αποστολή σε άλλο κράτος μέλος, παραλαβή από άλλο κράτος μέλος, εισαγωγή, εξαγωγή, μεταποίηση, διαμεσολάβηση, κατοχή και χονδρική εμπορία καπνού και τσιγαρόχαρτου για την παραγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών, η παραγωγή, αποθήκευση, μεταποίηση, αποστολή, παραλαβή, εισαγωγή, εξαγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών και προϊόντων των περ. α), στ), ζ) και η) της παρ. 1 του άρθρου 50, η κατασκευή, εισαγωγή, εξαγωγή, αποστολή, παραλαβή, κατοχή, διαμεσολάβηση και χονδρική εμπορία του εξοπλισμού παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών, καθώς και οι λοιπές δραστηριότητες στο πλαίσιο της εμπορίας καπνού, βιομηχανοποιημένων καπνών και προϊόντων των περ. α), στ), ζ) και η) της παρ. 1 του ως άνω άρθρου, με την εξαίρεση των καπνοκαλλιεργητών, καθώς και των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών μεταφοράς.
  2. Στο πλαίσιο της λειτουργίας του Πληροφορικού Συστήματος Τελωνειακών Ηλεκτρονικών υπηρεσιών ICISnet, για την παρακολούθηση της εφοδιαστικής αλυσίδας της παρ. 1 λειτουργεί «Ενιαίο Κεντρικό Μητρώο Εφοδιαστικής Αλυσίδας καπνού, βιομηχανοποιημένων καπνών, ηλεκτρονικών τσιγάρων, ηλεκτρικά θερμαινόμενων προϊόντων και νικοτινούχων ή μη προϊόντων» (Ε.Κ.Μ.Ε.Α.).
  3. Στο Ε.Κ.Μ.Ε.Α. καταχωρούνται, τηρούνται και παρακολουθούνται όλες οι άδειες ή εγκρίσεις, οι οποίες χορηγούνται από τις τελωνειακές αρχές και τις αρχές της παρ. 14 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 (Α’ 143) σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και σε νομικές οντότητες, τα οποία δραστηριοποιούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, ηλεκτρονικών τσιγάρων, ηλεκτρικά θερμαινόμενων προϊόντων και νικοτινούχων ή μη προϊόντων, καθώς και κάθε άλλη δήλωση ή γνωστοποίηση ή κοινοποίηση που υποβάλλεται στις αρχές της παρ. 14 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 αντί της άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου νόμου, του ν. 4302/2014 (Α’ 225) και του ν. 4442/2016 (Α’ 230), καθώς και οι συμβάσεις μελλοντικής πώλησης ακατέργαστου καπνού του ν. 4015/2011 (Α’ 210), οι οποίες κατατίθενται στον Οργανισμό Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.), σύμφωνα με την υπ’ αρ. 238/19130/11.2.2014 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Καθορισμός λεπτομερειών σύναψης των συμβάσεων μελλοντικής πώλησης ακατέργαστου καπνού» (Β’ 380), καθώς και κάθε άλλη κοινοποίηση ή γνωστοποίηση που υποβάλλεται στο Υπουργείο Υγείας, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 4419/2016 (Α΄174). Τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα της παρ. 1, στα οποία δεν χορηγείται άδεια ή έγκριση ή τα οποία δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης ή γνωστοποίησης ή κοινοποίησης, αντί άδειας, στις αρμόδιες αρχές, υποβάλλουν δήλωση καταχώρησης στο Ε.Κ.Μ.Ε.Α. Με την καταχώρηση στο Ε.Κ.Μ.Ε.Α. των αδειών, εγκρίσεων ή γνωστοποιήσεων σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο και την υποβολή των δηλώσεων σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, αποδίδεται σε καθένα από τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα της παρ. 1 μοναδικός Αριθμός Μητρώου Διακινητή Καπνικών Προϊόντων (Α.Μ.ΔΙ.ΚΑ.Π.).
  4. Ο Α.Μ.ΔΙ.ΚΑ.Π. του αποστολέα και του παραλήπτη αναγράφεται υποχρεωτικά σε κάθε διακίνηση στο εσωτερικό της χώρας μέχρι το τελικό σημείο λιανικής πώλησης στα τιμολόγια ή τα παραστατικά στοιχεία διακίνησης των άρθρων 5 και 9 του ν. 4308/2014 (Α’ 251).
  5. Το Ε.Κ.Μ.Ε.Α. διαλειτουργεί και διασυνδέεται με το πληροφοριακό σύστημα του μητρώου ιχνηλασιμότητας καπνικών προϊόντων του άρθρου 113 κατά τους όρους του άρθρου 84 του ν. 4727/2020 (Α’ 184).

 

Άρθρο 106

Μέτρα δέουσας επιμέλειας επιχειρήσεων της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία:

α) ως «πελάτες» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, που προμηθεύονται βιομηχανοποιημένα καπνά από τις αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού από τους εισαγωγείς από τρίτες χώρες και τους παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη με σκοπό τη μεταπώλησή τους,

β) ως «προμηθευτές» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, τα οποία, ενεργώντας στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής τους ιδιότητας, παρέχουν συμβατικώς στις αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες ή στα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού πρώτες ύλες, καθώς και πάσης φύσεως υλικά και υπηρεσίες.

  1. Οι αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, οι επιχειρήσεις πρώτης μεταποίησης καπνού, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών και οι επιχειρήσεις χονδρικής πώλησης βιομηχανοποιημένων καπνών υποχρεούνται να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές τους. Μέτρα δέουσας επιμέλειας υποχρεούνται να εφαρμόζουν και οι εισαγωγείς από τρίτες χώρες και οι παραλήπτες βιομηχανοποιημένων καπνών από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ως προς τους πελάτες τους. Οι καλλιεργητές καπνού εξαιρούνται από την εφαρμογή των μέτρων δέουσας επιμέλειας.
  2. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον: α) την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας των πελατών και των προμηθευτών βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή, β) την τήρηση και καταγραφή αρχείων με όλες τις σχετικές συναλλαγές, γ) την άσκηση συνεχούς εποπτείας της εμπορικής δραστηριότητας στο πλαίσιο της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών.
  3. Τα πρόσωπα της παρ. 2 υποχρεούνται να αποστέλλουν κάθε εξάμηνο στο Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο (Σ.Ε.Κ.) για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου προϊόντων ειδικού φόρου κατανάλωσης και φόρου κατανάλωσης, που συστήνεται με το άρθρο 6του ν. 4410/2016(Α’ 141), ηλεκτρονική κατάσταση με τις συναλλαγές των προμηθευτών και πελατών τους, καθώς και να παρέχουν άμεσα πληροφορίες για ασυνήθιστες ή ύποπτες συναλλαγές. Οι ηλεκτρονικές καταστάσεις υποβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα, από τον μήνα κατά τον οποίο συμπληρώνονται έξι (6) μήνες από την ημερομηνία της συναλλαγής.

 

Άρθρο 107

Υπόχρεος καταβολής του φόρου

Υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των βιομηχανοποιημένων καπνών είναι κάθε πρόσωπο στο οποίο γίνεται διάθεση ενσήμων φορολογικών ταινιών, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 112, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ορίζεται ως υπόχρεος με άλλες διατάξεις του Κώδικα αυτού, σε ειδικές περιπτώσεις.

 

Άρθρο 108

Ειδικές απαλλαγές βιομηχανοποιημένων καπνών

Απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και κάθε ειδική εισφορά υπέρ τρίτων ή τυγχάνουν επιστροφής ή συμψηφισμού των φόρων αυτών, εφόσον έχουν καταβληθεί:

α) τα μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία ή στην καλλιέργεια δενδροκηπευτικών και τα υπολείμματα βιομηχανοποίησης του καπνού, τα οποία χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 116,

β) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που καταστρέφονται, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 111,

γ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές, καθώς και για δοκιμές σχετικές με την ποιότητα αυτών,

δ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που επαναχρησιμοποιούνται από τον καπνοβιομήχανο,

ε) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που διατίθενται στο εργατοτεχνικό προσωπικό των καπνοβιομηχανιών,

στ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που διατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 67.

 

Άρθρο 109

Αποδόσεις από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης

  1. Από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, που αναλογεί στα τσιγάρα τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι κατά τις ισχύουσες διατάξεις εισφορές υπέρ τρίτων, αποδίδονται:

α) στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης και Λοιπών Παροχών του e-ΕΦΚΑ, τ. ΟΓΑ ποσό 0,06 ευρώ ανά χιλιάδα τεμαχίων,

β) στον Εθνικό Οργανισμό Πρόνοιας, στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης και Λοιπών Παροχών του e-ΕΦΚΑ, πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ, πρώην ΕΤΕΑΜ-Ταμείο Εξόδου και Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών Βιομηχανίας Καπνού στον λογαριασμό «Αποθεματικό Κεφάλαιο Προστασίας Καπνοπαραγωγής» και στον λογαριασμό «Αποθεματικό Πρόνοιας» τα ποσά που ορίζονται, κατά περίπτωση με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, τα οποία δεν μπορούν να υπερβαίνουν εκείνα που καθορίστηκαν κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.

  1. Η απόδοση των ποσών που προβλέπεται από την παρ. 1 γίνεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, στο σκέλος των δαπανών του οποίου εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις, μέχρι το τέλος Ιανουαρίου του επόμενου της είσπραξης χρόνου.

 

 

Άρθρο 110

Πίστωση φόρου

  1. Στα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 112, μετά από αίτησή τους, παρέχεται πίστωση του φόρου, διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων, εφόσον πρόκειται για βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται για εμπορία και παράγονται στο εσωτερικό της χώρας ή παράγονται και προέρχονται από άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των παρ. 5 και 6 του άρθρου 51.

Αφετηρία της πίστωσης είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία ο φόρος γίνεται απαιτητός, σύμφωνα με το άρθρο 53.

  1. Τα έγγραφα που συντάσσονται σε εφαρμογή του παρόντος απαλλάσσονται από κάθε δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, εκτός από τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων και φυλάκων μεταγραφών, τα οποία μειώνονται στο μισό, χωρίς να δύναται να υπερβεί καθένα από αυτά το ποσό των πενήντα εννέα (59) ευρώ, κατά περίπτωση. Δεν απαιτείται παράσταση δικηγόρου κατά τη σύνταξη και υπογραφή των συμβολαίων παροχής της πίστωσης.
  2. Η παράβαση οποιουδήποτε από τους όρους με τους οποίους έχει παρασχεθεί η πιο πάνω πίστωση, εφόσον βεβαιώνεται με πράξη της αρμόδιας αρχής, καθιστά απαιτητό ολόκληρο το ποσό των πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί και συνεπάγεται περαιτέρω αναστολή χορήγησης στον υπόχρεο άλλων πιστώσεων του φόρου του παρόντος και του φόρου του άρθρου 51 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 5144/2024, Α΄162) μέχρι την πλήρη συμμόρφωση του υπόχρεου. Σε περίπτωση υποτροπής, ουδεμία πίστωση παρέχεται. Ως υποτροπή ορίζεται η τέλεση από το ίδιο υπόχρεο πρόσωπο οποιασδήποτε παράβασης, για την οποία προβλέπεται πρόστιμο σύμφωνα με την παρούσα, εντός τριών (3) ετών από την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης σε αυτό.

 

Άρθρο 111

Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής φόρου

  1. Βιομηχανοποιημένα καπνά, για τα οποία έχουν καταβληθεί οι φόροι που αναλογούν, εφόσον έχουν υποστεί φθορά ή βλάβη που να καθιστά αδύνατη την κατανάλωσή τους, καταστρέφονται έπειτα από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης ενώπιον Επιτροπής και με τη διαδικασία που καθορίζεται στην απόφαση της παρ. 58 του άρθρου 196. Τα έξοδα καταστροφής και η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής βαρύνουν τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.
  2. Οι φόροι και κάθε ειδική εισφορά υπέρ τρίτων, που έχουν καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται, σύμφωνα με την παρ. 1, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται, κατά περίπτωση, εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβληθεί εντός τριετίας από τη λήξη του έτους υποβολής των Δηλώσεων Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, υπολογισμού και βεβαίωσης των φόρων που αναλογούν και η αίτηση για τον συμψηφισμό ή την επιστροφή υποβληθεί εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία πραγματοποίησης της καταστροφής.

Η επιστροφή των φόρων γίνεται μόνο όταν είναι αδύνατος ο συμψηφισμός τους.

Για την επιστροφή των φόρων των οποίων δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 28.

 

Άρθρο 112

Ένσημες ταινίες φορολογίας

  1. Η νόμιμη κυκλοφορία των βιομηχανοποιημένων καπνών που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας αποδεικνύεται με τις ένσημες ταινίες φορολογίας, που είναι επικολλημένες στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία διάθεσής τους στους καταναλωτές.

Η επικόλληση της ταινίας γίνεται μέσα στους χώρους παραγωγής τους.

Προκειμένου περί μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων καπνών εμπορικού χαρακτήρα αλλοδαπής προέλευσης που δεν υπερβαίνουν κατά αποστολή τα πέντε χιλιάδες (5.000) τεμάχια σε συσκευασία λιανικής πώλησης, η επικόλληση της ταινίας, εφόσον συντρέχουν δικαιολογητικοί λόγοι, μπορεί να γίνει, ύστερα από έγκριση του προϊσταμένου της αρμόδιας τελωνειακής περιφέρειας, εντός τελωνειακού καταστήματος ή φορολογικής αποθήκης παρουσία τελωνειακού υπαλλήλου.

Η διάθεση ενσήμων ταινιών γίνεται στα κατωτέρω πρόσωπα:

α) στον εγκεκριμένο αποθηκευτή και στον εγγεγραμμένο παραλήπτη του εσωτερικού, καθώς και στον εγκεκριμένο αποθηκευτή άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β) στον φορολογικό αντιπρόσωπο εγκεκριμένου αποθηκευτή άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

γ) στον εισαγωγέα από τρίτες χώρες και

δ) στο πρόσωπο που έχει άδεια να παράγει βιομηχανοποιημένα καπνά στο εσωτερικό της χώρας, εκτός καθεστώτος αναστολής.

  1. Η προμήθεια και διαχείριση των ενσήμων ταινιών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διατυπώσεις που ισχύουν για την ταμειακή υπηρεσία των τελωνείων. Η αξία των ενσήμων φορολογικών ταινιών καταβάλλεται από τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 112 κατά την παραλαβή τους.
  2. Ένσημες ταινίες που υφίστανται βλάβη ή φθορά κατά την επικόλλησή τους ή καθίσταται αδύνατη η επικόλλησή τους από άλλη αιτία στα προϊόντα για τα οποία προορίζονται, καθώς και αυτές που είναι κακέκτυπες, καταστρέφονται ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 111 και αντικαθίστανται. Αν η παραπάνω βλάβη ή φθορά των ενσήμων ταινιών από άλλη αιτία οφείλεται, κατά την κρίση της Επιτροπής του άρθρου 111, σε υπαιτιότητα του παραλήπτη, η αντικατάστασή τους γίνεται με την καταβολή του αντιτίμου αυτών.

Απώλεια ενσήμων ταινιών, πλην της οφειλόμενης σε λόγους ανωτέρας βίας, γεννά υποχρέωση άμεσης καταβολής των προβλεπόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα προϊόντα για τα οποία αυτές προορίζονταν.

 

Άρθρο 113

Ιχνηλασιμότητα

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία:

α) Ως «κατασκευαστής» θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει προϊόν ή το οποίο δίνει εντολή να σχεδιαστεί ή να κατασκευαστεί ένα προϊόν και διαθέτει το προϊόν αυτό στην αγορά υπό την ονομασία ή το εμπορικό σήμα του.

β) Ως «μονάδα συσκευασίας» θεωρείται η μικρότερη ατομική συσκευασία ενός προϊόντος καπνού ή συναφούς προϊόντος που διατίθεται στην αγορά.

  1. Όλες οι μονάδες συσκευασίας των προϊόντων καπνού επισημαίνονται με μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό, ο οποίος τυπώνεται ή τοποθετείται κατά τρόπον ώστε να μην μπορεί να αφαιρεθεί, είναι ανεξίτηλος και δεν κρύβεται ούτε διακόπτεται με κανένα τρόπο, μεταξύ άλλων από φορολογικά επισήματα ή ετικέτες αναγραφής της τιμής ή από το άνοιγμα της μονάδας συσκευασίας. Στην περίπτωση προϊόντων καπνού που κατασκευάζονται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται μόνο στα προϊόντα εκείνα που προορίζονται για την αγορά της Ένωσης ή διατίθενται σε αυτήν.
  2. Ο μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός επιτρέπει τον προσδιορισμό των ακολούθων στοιχείων:

α) της ημερομηνίας και του τόπου κατασκευής,

β) της μονάδας κατασκευής,

γ) του μηχανήματος που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των προϊόντων καπνού,

δ) της βάρδιας παραγωγής ή του χρόνου κατασκευής,

ε) της περιγραφής του προϊόντος,

στ) της προβλεπόμενης αγοράς λιανικής πώλησης,

ζ) του προβλεπόμενου δρομολογίου της φόρτωσης,

η) κατά περίπτωση, του εισαγωγέα στην Ένωση,

θ) του πραγματικού δρομολογίου της φόρτωσης από τη μονάδα κατασκευής έως το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των χρησιμοποιούμενων αποθηκών, καθώς και της ημερομηνίας φόρτωσης, του προορισμού, του σημείου αναχώρησης και του παραλήπτη,

ι) της ταυτότητας όλων των αγοραστών από τη μονάδα κατασκευής έως το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης και

ια) του τιμολογίου, του αριθμού παραγγελίας και των αρχείων πληρωμών όλων των αγοραστών από τη μονάδα κατασκευής έως το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης.

  1. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις περ. α) έως ζ) και, κατά περίπτωση, η) της παρ. 3 αποτελούν μέρος του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις περ. θ) έως ια) της παρ. 3 είναι προσιτές, ηλεκτρονικά, μέσω συνδέσμου στον μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό.
  2. Όλοι οι οικονομικοί φορείς που συμμετέχουν στο εμπόριο προϊόντων καπνού, από τον κατασκευαστή έως τον τελευταίο οικονομικό φορέα πριν από το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης, καταγράφουν την περιέλευση όλων των μονάδων συσκευασίας στην κατοχή τους, καθώς επίσης όλες τις ενδιάμεσες μετακινήσεις και την τελική έξοδο των μονάδων συσκευασίας από την κατοχή τους.

Η υποχρέωση αυτή εκπληρώνεται με τη σήμανση και την καταγραφή της γενικής συσκευασίας όπως της κούτας, του κιβωτίου ή της παλέτας, υπό τον όρο ότι η παρακολούθηση και ο εντοπισμός όλων των μονάδων συσκευασίας παραμένει εφικτός.

  1. Όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού των προϊόντων καπνού τηρούν πλήρη και ακριβή αρχεία με όλες τις σχετικές συναλλαγές.
  2. Οι κατασκευαστές προϊόντων καπνού παρέχουν σε όλους τους οικονομικούς φορείς που συμμετέχουν στο εμπόριο προϊόντων καπνού, από τον κατασκευαστή έως τον τελευταίο οικονομικό φορέα πριν από το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγέων, των αποθηκών και των μεταφορικών εταιρειών, τον αναγκαίο εξοπλισμό για την καταγραφή των προϊόντων καπνού που αγοράζονται, πωλούνται, αποθηκεύονται, μεταφέρονται ή τυγχάνουν άλλου χειρισμού.

Ο εν λόγω εξοπλισμός λαμβάνει και διαβιβάζει ηλεκτρονικά τα καταγεγραμμένα στοιχεία σε μονάδα αποθήκευσης δεδομένων σύμφωνα με την παρ. 8.

  1. Οι κατασκευαστές και οι εισαγωγείς προϊόντων καπνού συνάπτουν συμβάσεις αποθήκευσης δεδομένων με ανεξάρτητο τρίτο μέρος, προκειμένου να αναλάβει τη φιλοξενία της μονάδας αποθήκευσης δεδομένων για όλα τα σχετικά δεδομένα. Η μονάδα αποθήκευσης πρέπει να βρίσκεται στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η καταλληλότητα του τρίτου μέρους του πρώτου εδαφίου και ιδίως η ανεξαρτησία και οι τεχνικές δυνατότητες, καθώς και η σύμβαση αποθήκευσης δεδομένων εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Οι δραστηριότητες του τρίτου αυτού μέρους παρακολουθούνται από εξωτερικό ελεγκτή, ο οποίος προτείνεται και αμείβεται από τον κατασκευαστή των προϊόντων καπνού και εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο εξωτερικός ελεγκτής έχει την υποχρέωση να υποβάλλει ετήσια έκθεση στην αρμόδια Διεύθυνση της Α.Α.Δ.Ε. και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτιμώντας ιδίως τυχόν παρατυπίες σχετικά με την πρόσβαση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι αρμόδιες αρχές και ο εξωτερικός ελεγκτής έχουν πλήρη πρόσβαση στη μονάδα αποθήκευσης δεδομένων. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να επιτραπεί η πρόσβαση στους κατασκευαστές ή στους εισαγωγείς στα αποθηκευμένα δεδομένα, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., υπό τον όρο ότι οι εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες εξακολουθούν να προστατεύονται επαρκώς σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο.

  1. Τα καταγεγραμμένα δεδομένα δεν τροποποιούνται ούτε διαγράφονται από οποιονδήποτε οικονομικό φορέα που εμπλέκεται στο εμπόριο προϊόντων καπνού.
  2. Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων γίνεται τηρουμένου του Κανονισμού (EΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και του ν. 4624/2019 (Α’ 137).
  3. Τα συστήματα που χρησιμοποιούνται για τον μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό και οι σχετικές λειτουργίες είναι πλήρως συμβατά μεταξύ τους σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
  4. Οι παρ. 1 έως και 11 εφαρμόζονται, σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζονται στην παρ. 13 του άρθρου 15 της Οδηγίας 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 «Για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ΕΚ» (L 127/1).

 

Άρθρο 114

Χαρακτηριστικό ασφαλείας

  1. Πέραν του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού που αναφέρεται στο άρθρο 113, όλες οι μονάδες συσκευασίας των προϊόντων καπνού που διατίθενται στην αγορά, φέρουν απαραβίαστο χαρακτηριστικό ασφαλείας που αποτελείται από ορατά και αόρατα στοιχεία. Το χαρακτηριστικό ασφαλείας τυπώνεται ή επικολλάται κατά τρόπον ώστε να μην μπορεί να αφαιρεθεί, είναι ανεξίτηλο και δεν κρύβεται ούτε διακόπτεται με κανένα τρόπο, μεταξύ άλλων από φορολογικά επισήματα και ετικέτες αναγραφής της τιμής ή από άλλα στοιχεία που επιβάλλονται από τη νομοθεσία. Τα φορολογικά επισήματα ή εθνικά αναγνωριστικά σήματα που χρησιμοποιούνται για φορολογικούς σκοπούς μπορούν να χρησιμοποιούνται, ως χαρακτηριστικά ασφαλείας, υπό τον όρο ότι συμμορφώνονται με τα τεχνικά πρότυπα και εκπληρώνουν τις λειτουργίες του παρόντος άρθρου.
  2. Η παρ. 1 εφαρμόζεται σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 16 της Οδηγίας 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014.

 

Άρθρο 115

Ενδείξεις και συσκευασία βιομηχανοποιημένων καπνών

  1. Στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία διάθεσης των βιομηχανοποιημένων καπνών που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, αναγράφεται λιθογραφικά ή τυπογραφικά η επωνυμία της επιχείρησης που τα παράγει, το σήμα και το είδος αυτών, το βάρος σε γραμμάρια ή ο αριθμός των τεμαχίων που περιέχονται.
  2. Επιτρέπεται να γίνεται μέσα στους χώρους παραγωγής ή μεταποίησης βιομηχανοποιημένων καπνών και η περαιτέρω συσκευασία τους σε κούτες ή δέματα, καθώς και η τοποθέτησή τους σε χαρτοκιβώτια.

 

Άρθρο 116

Καπνόσκονη και λοιπά υπολείμματα βιομηχανοποίησης καπνού, τσιγαρόχαρτο και σχετικός εξοπλισμός

  1. Η καπνόσκονη και τα λοιπά υπολείμματα από τη βιομηχανοποίηση του καπνού, τα οποία απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 108, επιτρέπεται, είτε να χρησιμοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας για γεωπονικούς ή άλλους σκοπούς, κατόπιν αχρήστευσής τους, είτε να αποστέλλονται σε άλλο κράτος μέλος, είτε να εξάγονται, αυτούσια, μετά από έγκριση του κατά τόπο αρμόδιου τελωνείου ελέγχου της καπνοβιομηχανίας ή του επαγγελματικού εργαστηρίου, είτε να καταστρέφονται ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 111. Ενώπιον της ίδιας Επιτροπής δύναται να διενεργείται η καταστροφή της καπνόσκονης και των λοιπών υπολειμμάτων από τη βιομηχανοποίηση του καπνού, τα οποία δεν υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, του τσιγαρόχαρτου, κάθε πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών καθώς και η αχρήστευση του εξοπλισμού παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών.
  2. Κατ’ εξαίρεση της παρ. 1, τα υπολείμματα βιομηχανοποίησης του καπνού μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη βιομηχανική παραγωγή ομογενοποιημένου ή αναγεννημένου (ανακατεργασμένου) καπνού, μετά από έγκριση του κατά τόπο αρμόδιου τελωνείου ελέγχου της καπνοβιομηχανίας ή του επαγγελματικού εργαστηρίου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΤΜΗΜΑ Α’

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΦΟΡΟΥ

 

Άρθρο 117

Βεβαίωση και είσπραξη φόρου

  1. Η βεβαίωση και η είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που αναλογεί στα προϊόντα του άρθρου 49, ενεργούνται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση, με την επιφύλαξη των παρ. 5, 6, 7, 8 και 9 του παρόντος και των άρθρων 110, 118, 119 και 120.
  2. Για τη βεβαίωση και είσπραξη ή τη χορήγηση απαλλαγής από τον φόρο της παρ. 1 υποβάλλεται, κατά περίπτωση, Δήλωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (Δ.Ε.Φ.Κ.) ή διασάφηση εισαγωγής, στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.

Τα τελωνειακά παραστατικά του προηγούμενου εδαφίου καταρτίζονται και υποβάλλονται µε ευθύνη του υπόχρεου προσώπου, ελέγχονται και επαληθεύονται, ως προς το περιεχόμενό τους από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές.

  1. Με την είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης εκδίδεται αποδεικτικό είσπραξης και άδεια παράδοσης των εμπορευμάτων, με την επιφύλαξη των άρθρων 110, 118, 119 και 120.
  2. Με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), καθώς και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση.

Κατ’ εξαίρεση, προκειμένου για την αιθυλική αλκοόλη, ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) εισπράττεται το αργότερο μέχρι την εικοστή πέμπτη ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα εξόδου αυτής από το καθεστώς αναστολής.

Όταν η έξοδος προϊόντων από το καθεστώς αναστολής δεν πραγματοποιείται από επαχθή αιτία, το ποσό του αναλογούντος Φ.Π.Α. που καθίσταται εισπρακτέο είναι αυτό που θα είχε εισπραχθεί εάν τα προϊόντα δεν είχαν τεθεί σε καθεστώς αναστολής.

Οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές ενεργειακών προϊόντων, αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και βιομηχανοποιημένων καπνών ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας των εισροών τους με την υποβολή της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών με βάση τα δικαιολογητικά δαπανών που κατέχουν κατά τον χρόνο υποβολής της.

Το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ, όπως αυτό προβλέπεται ανωτέρω, ασκούν και τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην παραγωγή, εξόρυξη, εισαγωγή, και διάθεση λιθάνθρακα, λιγνίτη και οπτάνθρακα των κωδικών Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704.

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στην ηλεκτρική ενέργεια βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, βάσει των εκδιδόμενων από τον διανομέα ή τον αναδιανομέα παραστατικών πώλησης επί των οποίων προσδιορίζονται η µονάδα µέτρησης και οι ποσότητες που παραδίδονται, το αργότερο μέχρι την εικοστή ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση των ανωτέρω σχετικών παραστατικών πώλησης.

Με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο Φ.Π.Α. και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση.

Κατ’ εξαίρεση προκειμένου για την παράδοση ηλεκτρικής ενέργειας στο εσωτερικό της χώρας, ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται µε τον οικείο φορολογικό συντελεστή επί του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στο φυσικό αέριο βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή το αργότερο μέχρι την εικοστή ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση των σχετικών παραστατικών πώλησης φυσικού αερίου. Τα στοιχεία για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του ανωτέρω εδαφίου καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 23 του άρθρου 196.

Με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης βεβαιώνονται και εισπράττονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο Φ.Π.Α. και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση. Κατ’ εξαίρεση, προκειμένου για την παράδοση φυσικού αερίου στο εσωτερικό της χώρας, ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με τον οικείο φορολογικό συντελεστή επί του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

  1. Στις περιπτώσεις εφοδιασμού αεροσκαφών με καύσιμα τα οποία εξέρχονται από φορολογικές αποθήκες και δεν παρέχεται απαλλαγή, είτε από Ε.Φ.Κ., είτε από Φ.Π.Α., οι αναλογούντες κατά περίπτωση φόροι βεβαιώνονται και εισπράττονται έως την εικοστή ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα παράδοσης των καυσίμων.
  2. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα των παρ. 5, 6 και 7 του άρθρου 71, τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή διατίθενται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται, ως καύσιμα θέρμανσης ή κινητήρων, βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, το αργότερο μέχρι την εικοστή ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα που πραγματοποιήθηκε η πώληση ή η ιδιοκατανάλωση αυτών.
  3. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στον λιθάνθρακα, λιγνίτη και οπτάνθρακα βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, το αργότερο μέχρι την εικοστή ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση των σχετικών παραστατικών πώλησης.

 

Άρθρο 118

Πίστωση καταβολής φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων ενεργειακών προϊόντων

Κατ’ εξαίρεση της παρ. 1 του άρθρου 117 και με την επιφύλαξη των οριζόμενων στην παρ. 7 του άρθρου 117, μέχρι και την 20η Δεκεμβρίου κάθε έτους, παρέχεται πίστωση διάρκειας έως πέντε (5) ημερών, από την ημερομηνία υποβολής της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (Δ.Ε.Φ.Κ.), στους εγκεκριμένους αποθηκευτές της περ. α) του άρθρου 52, για την καταβολή στις τελωνειακές αρχές του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), και των λοιπών συνεισπραττόμενων επιβαρύνσεων, που αναλογούν στα ενεργειακά προϊόντα των περ. α) έως και ιε) της παρ. 1 του άρθρου 71, τα οποία εξέρχονται από το καθεστώς αναστολής και για τα οποία βεβαιώνονται οι οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις. Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, κατατίθεται εγγύηση, είτε χρηματική είτε τραπεζική είτε ασφαλιστήριο συμβόλαιο, για το σύνολο των οφειλόμενων επιβαρύνσεων. Αν δεν καταβληθεί εμπρόθεσμα το σύνολο της οφειλής, αυτή εισπράττεται με ανάλογη κατάπτωση της εγγύησης υπέρ του Δημοσίου.

 

Άρθρο 119

Βεβαίωση και είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης αλκοολούχων ποτών

  1. Έξοδος από το καθεστώς αναστολής ουδέτερης αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, παντός είδους αλκοολούχου αποστάγματος ή προϊόντος απόσταξης, οποιουδήποτε αλκοολικού τίτλου, εξαιρουμένων των προϊόντων της παρ. 2, επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί με αναστολή καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) για χρονικό διάστημα έως και τριών (3) μηνών, από την ημέρα εξόδου των προϊόντων αυτών, από το εργοστάσιο παραγωγής ή τη φορολογική αποθήκη διακίνησής τους, εφόσον παραλαμβάνονται από ποτοποιούς ως πρώτες ύλες παρασκευής αλκοολούχων ποτών.

Η αναστολή αυτή παρέχεται για τους παραλαμβάνοντες κάθε φορά ουδέτερη αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης από πεντακόσια (500) χιλιόγραμμα και άνω ή παντός είδους αλκοολούχου αποστάγματος και προϊόντος απόσταξης από διακόσια πενήντα (250) χιλιόγραμμα και άνω, υπό τον όρο της κατάθεσης από τον παραλήπτη στην αρμόδια Αρχή τραπεζικής εγγύησης που καλύπτει τον αναλογούντα Ε.Φ.Κ.. Το ποσό του Ε.Φ.Κ. του οποίου, κατά τα ανωτέρω, αναστέλλεται η καταβολή, αποτελεί διαμορφωτικό στοιχείο της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του φόρου προστιθέμενης αξίας.

Η αναστολή δεν παρέχεται για τους παραλαμβάνοντες ουδέτερη αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης προς εμφιάλωση.

Η καταβολή του Ε.Φ.Κ. γίνεται με δήλωση, που υποβάλλεται από τον υπόχρεο, μαζί με αναλυτική κατάσταση για τις ποσότητες που εξήλθαν από το καθεστώς αναστολής.

  1. Ο Ε.Φ.Κ. ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και άλλων αλκοολούχων προϊόντων βεβαιώνεται και εισπράττεται το αργότερο μέχρι τις 25 του επόμενου μήνα από τον μήνα εξόδου των παραπάνω προϊόντων από το καθεστώς αναστολής, με βάση δήλωση και αναλυτική κατάσταση, που υποβάλλεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή.
  2. Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης και ο περιστασιακά εγγεγραμμένος παραλήπτης καταβάλλουν τον Ε.Φ.Κ. των προϊόντων του άρθρου 79, την ημέρα παραλαβής των προϊόντων ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα, με βάση δήλωση, που υποβάλλει ο υπόχρεος στην αρμόδια αρχή.

Κατ΄ εξαίρεση, προκειμένου για πωλήσεις αλκοολούχων ποτών και άλλων αλκοολούχων προϊόντων σε επιβάτες ενδοενωσιακών πτήσεων ή ενδοενωσιακών θαλάσσιων πλόων, τα οποία παραδίδονται σε αυτούς στο εσωτερικό της χώρας για να μεταφερθούν με τις αποσκευές τους, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης καταβάλλει τον Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στις παραδόσεις προϊόντων κάθε δεκαπενθήμερου του μήνα, μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο.

  1. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής του οφειλόμενου Ε.Φ.Κ. για τις περιπτώσεις του παρόντος, ο φόρος αυτός εισπράττεται με ανάλογη κατάπτωση των σχετικών εγγυήσεων υπέρ του Δημοσίου.
  2. Οι υποβαλλόμενες από τους ενδιαφερομένους δηλώσεις και αναλυτικές καταστάσεις, που αναφέρονται στο παρόν, συντάσσονται με ευθύνη των ενδιαφερομένων και το ορθό του περιεχομένου τους, καθώς και το ακριβές του καταβληθέντος συνεπεία αυτών ποσού του Ε.Φ.Κ., τελούν υπό την επιφύλαξη της επαλήθευσής τους από τις αρμόδιες αρχές, ύστερα από έλεγχο.

 

Άρθρο 120

Υπολογισμός, βεβαίωση και είσπραξη ειδικού φόρου κατανάλωσης βιομηχανοποιημένων καπνών

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 117:

  1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των βιομηχανοποιημένων καπνών που προβλέπεται στο άρθρο 99 υπολογίζεται στην κατάσταση φορολογίας που υποβάλλεται από τον υπόχρεο, αφού προηγουμένως συμψηφισθεί η αξία ανάλογου αριθμού ενσήμων φορολογικών ταινιών, η οποία έχει καταβληθεί σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 112.

Αν ο συμψηφισμός της αξίας των ταινιών καθίσταται αδύνατος, λόγω αναγνωρισμένων απωλειών του άρθρου 64, η αξία αυτή κατ’ εξαίρεση επιστρέφεται.

Ειδικότερα:

α) για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που παράγονται νόμιμα εκτός καθεστώτος αναστολής, ο Ε.Φ.Κ. εισπράττεται κατά την παραλαβή των ενσήμων φορολογικών ταινιών και πριν αυτά εξαχθούν από το καπνεργοστάσιο,

β) για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που εισάγονται από τρίτες χώρες, ο Ε.Φ.Κ. εισπράττεται κατά τον τελωνισμό τους σε ανάλωση.

  1. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου γίνεται κατά τον χρόνο που αυτός είναι απαιτητός, επί του παραστατικού της παρ. 2 του άρθρου 117, στο οποίο επισυνάπτονται και οι προβλεπόμενες καταστάσεις φορολογίας της παρ. 1.

 

ΤΜΗΜΑ Β΄

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

 

Άρθρο 121

Διακίνηση υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής

  1. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα μπορούν να διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ των ακόλουθων τόπων εντός του εδάφους της Ένωσης, ακόμα και μέσω τρίτης χώρας ή τρίτου εδάφους:

α) από μια φορολογική αποθήκη προς:

αα) άλλη φορολογική αποθήκη,

αβ) εγγεγραμμένο παραλήπτη,

αγ) τόπο όπου τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξέρχονται από το έδαφος της Ένωσης, σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 125,

αδ) τον παραλήπτη που αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 67, όταν τα προϊόντα αποστέλλονται από το έδαφος άλλου κράτους μέλους,

αε) το τελωνείο εξόδου, εφόσον προβλέπεται σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 329 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής της 24ης Νοεμβρίου 2015 «για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα» (L 343), το οποίο είναι ταυτόχρονα τελωνείο αναχώρησης για το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, εφόσον αυτό προβλέπεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 189 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2015 «για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα» (L 343),

β) από τον τόπο εισαγωγής προς οποιονδήποτε από τους προορισμούς που αναφέρονται στην περ. α), όταν τα προϊόντα αποστέλλονται από εγγεγραμμένο αποστολέα.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «τόπος εισαγωγής» νοείται ο τόπος όπου τα προϊόντα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, σύμφωνα με το άρθρο 201 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.

  1. Εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εισαγωγή πραγματοποιείται εντός φορολογικής αποθήκης, τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα δύναται να διακινούνται από τον τόπο εισαγωγής υπό καθεστώς αναστολής μόνο αν ο διασαφιστής ή κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται, άμεσα ή έμμεσα, στη διεκπεραίωση των τελωνειακών διατυπώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013, παρέχει στις τελωνειακές αρχές τα εξής:

α) τον μοναδικό αριθμό ειδικού φόρου κατανάλωσης, σύμφωνα με το στοιχείο α’ της παρ. 2 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 389/2012 του Συμβουλίου της 2ας Μαΐου 2012 «για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 2073/2004» (L 121), με τον οποίο εξακριβώνεται η ταυτότητα του εγγεγραμμένου αποστολέα για τη διακίνηση,

β) τον μοναδικό αριθμό ειδικού φόρου κατανάλωσης, σύμφωνα με το στοιχείο α’ της παρ. 2 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 389/2012 του Συμβουλίου, με τον οποίο εξακριβώνεται η ταυτότητα του παραλήπτη προς τον οποίο αποστέλλονται τα προϊόντα,

γ) κατά περίπτωση, τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα εισαγόμενα προϊόντα προορίζονται να αποσταλούν από το έδαφος του κράτους μέλους εισαγωγής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

  1. Κατά παρέκκλιση από τις υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 1 και την περ. β) της παρ. 1, επιτρέπεται η διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής προς τόπο άμεσης παράδοσης που βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, όταν ο τόπος αυτός έχει οριστεί από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή παραλαβής ή από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη, ο οποίος δεν είναι εγγεγραμμένος παραλήπτης με άδεια που υπόκειται στους περιορισμούς της παρ. 4 του άρθρου 124.

Ο εν λόγω εγκεκριμένος αποθηκευτής ή ο εν λόγω εγγεγραμμένος παραλήπτης παραμένει υπεύθυνος για την υποβολή της αναφοράς παραλαβής που αναφέρεται στην παρ. 10 του άρθρου 125.

  1. Οι παρ. 1, 2 και 3 εφαρμόζονται επίσης για τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων με μηδενικό συντελεστή τα οποία δεν έχουν τεθεί σε ανάλωση.
  2. Η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής αρχίζει:

α) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περ. α) της παρ. 1, όταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξέλθουν από τη φορολογική αποθήκη αποστολής και

β) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περ. β) της παρ. 1, όταν τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) 952/2013.

  1. Η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής λήγει:

α) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις υποπερ. αα), αβ) και αδ) της περ. α) της παρ. 1 και στην περ. β) της παρ. 1, μόλις ο παραλήπτης παραλάβει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα,

β) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην υποπερ. αγ) της περ. α) της παρ. 1, όταν τα προϊόντα εξέλθουν από το έδαφος της Ένωσης και

γ) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περ. αε) της περ. α) της παρ. 1, όταν τα προϊόντα υπαχθούν στο καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης.

  1. Οι κίνδυνοι της διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής καλύπτονται από εγγύηση, η οποία παρέχεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή αποστολής ή τον εγγεγραμμένο αποστολέα.

Η παρεχόμενη εγγύηση ισχύει σε ολόκληρη την Ε.Ε..

Δεν απαιτείται η σύσταση εγγύησης για διακινήσεις ενεργειακών προϊόντων μεταξύ κρατών μελών μέσω σταθερών αγωγών, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Δύναται να προβλέπονται εξαιρέσεις από την υποχρέωση παροχής εγγύησης, σε ενδεδειγμένες περιπτώσεις και μόνο για διακινήσεις υπό καθεστώς αναστολής που πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας.

  1. Κατά παρέκκλιση από την παρ. 7, δύναται στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις και με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με την απόφαση της περ. γ) της παρ. 69 του άρθρου 196, να επιτρέπεται η παροχή εγγύησης από τον μεταφορέα, τον κύριο των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τον παραλήπτη ή από κοινού από δύο ή περισσότερα από τα πρόσωπα αυτά και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 7.

Στις περιπτώσεις προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, για τα οποία προβλέπεται επικόλληση ένσημης ταινίας φορολογίας στο εσωτερικό της χώρας, η εγγύηση μπορεί να βαρύνει το πρόσωπο που παραλαμβάνει τις ταινίες αυτές και παρέχεται τη στιγμή της παραλαβής τους.

 

Άρθρο 122

Σφράγιση βυτιοφόρων μεταφοράς υποκείμενων υγρών καυσίμων προς εξαγωγή

  1. Η διακίνηση, υπό καθεστώς αναστολής, των υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων των περ. α) έως ιβ) της παρ. 1 του άρθρου 71, τα οποία προορίζονται για εξαγωγή, μέσω βυτιοφόρων οχημάτων, γίνεται με αποκλειστική ευθύνη των εγκεκριμένων αποθηκευτών του άρθρου 52 και επιτρέπεται, εφόσον συντρέχουν, σωρευτικά, οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) τα διαμερίσματα των δεξαμενών των βυτιοφόρων οχημάτων σφραγίζονται, κατά τη φόρτωση, με εταιρικές σφραγίδες, ώστε να διασφαλίζεται το απαραβίαστο των διαμερισμάτων τους, κατά τη διακίνηση,

β) τα βυτιοφόρα οχήματα διαθέτουν πιστοποιητικό ογκομέτρησης με τα στοιχεία ογκομέτρησης όλων των διαμερισμάτων των δεξαμενών τους, που εκδίδεται από αρμόδιους πιστοποιημένους φορείς, καθώς και βέργα μέτρησης στάθμης των δεξαμενών τους συνοδευόμενη από το απαιτούμενο πιστοποιητικό διακρίβωσης, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην περ. α) της παρ. 13 του άρθρου 31 του ν. 3784/2009 (Α’ 137) και τα άρθρα 30 και 31 του ν. 4608/2019 (Α’ 66),

γ) τα βυτιοφόρα οχήματα διαθέτουν πιστοποιητικό καταλληλότητας για τελωνειακή σφράγιση και αριθμό μητρώου «Διακινητή Πετρελαίου Ναυτιλίας και Αφορολογήτων Καυσίμων» (ΔΙ.ΠΕ.Ν.Α.Κ.).

  1. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων της παρ. 1 χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 131, και τιμωρείται ως εξής:

α) Για παράβαση της περ. α), επιβάλλεται πρόστιμο ποσού πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ανά διαμέρισμα,

β) για παράβαση της περ. β), επιβάλλεται πρόστιμο ποσού τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ ανά βυτιοφόρο,

γ) για παράβαση της περ. γ), επιβάλλεται πρόστιμο ποσού τριών χιλιάδων (3.000) ανά βυτιοφόρο.

Υπόχρεοι για την καταβολή των προστίμων της παρούσας είναι οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές του άρθρου 52, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τη σφράγιση των βυτιοφόρων σύμφωνα με την παρ. 1.

 

 

Άρθρο 123

Έλεγχος στη διακίνηση και στην παραλαβή ορισμένων ενεργειακών προϊόντων

  1. Οι οντότητες των περ. α’, β’ και γ’ της παρ. 2 του άρθρου 1του ν. 4308/2014(Α’ 251), οι οποίες, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους ή της παραγωγικής τους διαδικασίας, παραλαμβάνουν είτε από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., είτε από το εσωτερικό της χώρας, προϊόντα των κωδικών Σ.Ο. 2710 1971 έως και 2710 1999 και των δασμολογικών κλάσεων 3403 και 3814, σε χύδην μορφή, τα οποία δεν υπόκεινται στη νομοθεσία για τον έλεγχο και την κυκλοφορία του Μέρους Γ΄, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 70, υποχρεούνται να υποβάλουν στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές της χώρας δήλωση γνωστοποίησης παραλαβής των προϊόντων αυτών, πριν από την έναρξη της διακίνησής τους. Αν τα ως άνω προϊόντα εισάγονται από τρίτες χώρες, η δήλωση γνωστοποίησης παραλαβής των προϊόντων, υποβάλλεται κατά τον ίδιο χρόνο με τη διασάφηση εισαγωγής.
  2. Οι διακινήσεις στο έδαφος της χώρας των προϊόντων της παρ. 1, τα οποία παραλαμβάνονται από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ή από το εσωτερικό της χώρας, πραγματοποιούνται υποχρεωτικά υπό την κάλυψη της δήλωσης γνωστοποίησης παραλαβής της παρ. 1, μέχρι την ολοκλήρωσή τους.
  3. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων της παρ. 1 από τον παραλήπτη και της παρ. 2 από τον μεταφορέα, χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση και επιβάλλονται αυτοτελώς στα ανωτέρω πρόσωπα τα διοικητικά πρόστιμα της παρ. 1 του άρθρου 131, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 131 σχετικά με τη λαθρεμπορία.
  4. Εφόσον μετά από έλεγχο διαπιστωθεί η κατοχή των προϊόντων της παρ. 1, σε χύδην μορφή ή η ανάμιξή τους με άλλα ενεργειακά προϊόντα της παρ. 1 του άρθρου 71, σε εγκατάσταση κατόχου άδειας λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων του άρθρου 7του ν. 3054/2002(Α’ 230), εφαρμόζονται όσα ορίζονται στην παρ. 4 του άρθρου 131.
  5. Για την εφαρμογή του παρόντος ως «διακίνηση και παραλαβή σε χύδην μορφή» νοείται η διακίνηση και η παραλαβή μη συσκευασμένου προϊόντος είτε σε δεξαμενές, οι οποίες είναι αναπόσπαστο μέρος του μέσου μεταφοράς (βυτιοφόρο όχημα, βυτιοφόρο σιδηροδρομικό βαγόνι, δεξαμενόπλοιο) είτε σε δεξαμενές ISO, είτε σε άλλους περιέκτες των οποίων η χωρητικότητα υπερβαίνει τα διακόσια δέκα (210) λίτρα.

 

Άρθρο 124

Εγγεγραμμένος παραλήπτης – Εγγεγραμμένος αποστολέας

  1. Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης δύναται, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, να παραλαμβάνει προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προερχόμενα από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής, δεν επιτρέπεται, ωστόσο, να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να αποθηκεύει ή να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής.
  2. Για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως εγγεγραμμένου παραλήπτη απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται με απόφασή της, μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου.
  3. Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης υποχρεούται:

α) να εγγυάται πριν από την αποστολή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων την καταβολή των αναλογούντων φόρων και να καταβάλλει αυτούς στην αρμόδια αρχή με την παραλαβή των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την παραλαβή τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,

β) να προβαίνει, μόλις περατωθεί η διακίνηση των προϊόντων που παραλαμβάνονται υπό καθεστώς αναστολής, στη λογιστική τους εγγραφή,

γ) να αποδέχεται κάθε έλεγχο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να βεβαιωθούν ότι τα προϊόντα πράγματι παρελήφθησαν.

  1. Για τον εγγεγραμμένο παραλήπτη που παραλαμβάνει μόνον περιστασιακά υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, η άδεια της παρ. 2 περιορίζεται σε συγκεκριμένη ποσότητα προϊόντων, σε έναν μόνον αποστολέα και σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Ο περιστασιακά εγγεγραμμένος παραλήπτης συμμορφώνεται ομοίως με τις υποχρεώσεις της παρ. 3.

  1. Ο εγγεγραμμένος αποστολέας δύναται, μόνο στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπό καθεστώς αναστολής κατόπιν της θέσης τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
  2. Για τον χαρακτηρισμό προσώπου, ως εγγεγραμμένου αποστολέα, απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται με απόφασή της, που εκδίδεται μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου.

Ο εγγεγραμμένος αποστολέας υποχρεούται:

α) να παρέχει εγγύηση, η οποία καλύπτει το ποσό των αναλογούντων φόρων για τα αποστελλόμενα υπό καθεστώς αναστολής προϊόντα,

β) να τηρεί λογιστική απεικόνιση των υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που αποστέλλει,

γ) να αποδέχεται κάθε έλεγχο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να βεβαιωθούν για την κανονικότητα των διακινήσεων.

 

Άρθρο 125

Διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής μέσω μηχανοργανωμένου συστήματος

  1. Η διακίνηση προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα υπό καθεστώς αναστολής, μόνο εάν πραγματοποιείται υπό την κάλυψη του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3.

Με την επιφύλαξη της παρ. 1 του άρθρου 121, η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας πραγματοποιείται με την ίδια διαδικασία.

  1. Για τους σκοπούς της παρ. 1, ο αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου στην τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.
  2. Η τελωνειακή αρχή επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου.

Εάν τα στοιχεία αυτά δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται αμέσως ο αποστολέας.

Εάν τα στοιχεία αυτά είναι έγκυρα, η τελωνειακή αρχή αποδίδει στο έγγραφο μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς και τον κοινοποιεί στον αποστολέα.

  1. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπερ. αα), αβ και αδ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121, στην περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 121 και στην παρ. 3 του άρθρου 121, οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν αμέσως το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους προορισμού, οι οποίες το προωθούν στον παραλήπτη, εάν ο παραλήπτης είναι εγκεκριμένος αποθηκευτής ή εγγεγραμμένος παραλήπτης.

Όταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας και προορίζονται για εγκεκριμένο αποθηκευτή, το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο διαβιβάζεται από την τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής στην τελωνειακή αρχή του τόπου προορισμού και στον εγκεκριμένο αποθηκευτή.

  1. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπερ. αγ) και αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121, εάν το κράτος μέλος αποστολής είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος εξαγωγής όπου υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής, οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής.

Ο διασαφιστής παρέχει στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής τον μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς, με τον οποίο δηλώνονται τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που αναφέρονται στη διασάφηση εξαγωγής.

Οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής επαληθεύουν, πριν από την παράδοση των προϊόντων προς εξαγωγή, κατά πόσον τα δεδομένα του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου αντιστοιχούν σε εκείνα που περιέχονται στη διασάφηση εξαγωγής.

Αν υπάρχουν αναντιστοιχίες μεταξύ του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου και της διασάφησης εξαγωγής, οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής τις γνωστοποιούν στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.

Αν τα προϊόντα δεν πρόκειται πλέον να εξέλθουν από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής γνωστοποιούν, μόλις το αντιληφθούν, στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, ότι τα προϊόντα δεν πρόκειται πλέον να εξέλθουν του τελωνειακού εδάφους της Ε.Ε.. Οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν πάραυτα τη γνωστοποίηση στον αποστολέα. Με την παραλαβή της γνωστοποίησης, ο αποστολέας ακυρώνει το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 7 ή αλλάζει τον προορισμό των προϊόντων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 8.

  1. Ο αποστολέας παρέχει στο πρόσωπο που συνοδεύει τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ή, αν κανένα πρόσωπο δεν συνοδεύει τα προϊόντα, στον μεταφορέα, τον μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς. Το πρόσωπο που συνοδεύει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή ο μεταφορέας παρέχει τον εν λόγω κωδικό στις αρμόδιες αρχές κάθε φορά που τον ζητούν καθ’ όλη τη διάρκεια της διακίνησης υπό καθεστώς αναστολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης.
  2. Ο αποστολέας μπορεί να ακυρώνει το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο εάν δεν έχει αρχίσει η διακίνηση σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 121.
  3. Κατά τη διάρκεια της διακίνησης υπό καθεστώς αναστολής, ο αποστολέας μπορεί, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, να αλλάζει τον προορισμό ή τον παραλήπτη των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, σε έναν από τους προορισμούς που αναφέρονται στις υποπερ. αα), αβ), αγ) ή αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121 ή στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου. Προς τον σκοπό αυτό, ο αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού εγγράφου αλλαγής προορισμού στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.
  4. Στην περίπτωση διακίνησης, διά θαλάσσης ή μέσω εσωτερικών πλωτών οδών, ενεργειακών προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής τα οποία προορίζονται για παραλήπτη ο οποίος δεν είναι οριστικά γνωστός κατά τη χρονική στιγμή υποβολής από τον αποστολέα του σχεδίου ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στην παρ. 1, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να επιτρέπουν στον αποστολέα να παραλείπει από το έγγραφο αυτό τα στοιχεία που αφορούν τον παραλήπτη.

Μόλις γίνουν γνωστά τα στοιχεία που αφορούν στον παραλήπτη, το αργότερο δε όταν λήξει η διακίνηση, ο αποστολέας, κάνοντας χρήση της διαδικασίας της παρ. 8, τα διαβιβάζει αμέσως στην τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις διακινήσεις που αναφέρονται στις υποπερ. iii) και v) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121.

  1. Κατά την παραλαβή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων σε οποιονδήποτε από τους προορισμούς που αναφέρονται στις υποπερ. αα), αβ ή αδ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121 ή στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου, ο παραλήπτης, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λήξη της διακίνησης, εκτός των περιπτώσεων που κρίνονται δεόντως δικαιολογημένες από τις αρμόδιες αρχές, υποβάλλει αναφορά για την παραλαβή τους, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.

Η τελωνειακή αρχή του τόπου προορισμού επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στην αναφορά παραλαβής.

Εάν τα στοιχεία αυτά δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο παραλήπτης.

Εάν τα στοιχεία αυτά είναι έγκυρα, η τελωνειακή αρχή επιβεβαιώνει στον παραλήπτη την καταχώρηση της αναφοράς παραλαβής και τη διαβιβάζει στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής, οι οποίες στη συνέχεια τη διαβιβάζουν στον αποστολέα.

Όταν τα προϊόντα διακινούνται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας, η αναφορά παραλαβής διαβιβάζεται από την τελωνειακή αρχή του τόπου προορισμού στην τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής και στον αποστολέα.

  1. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπερ. αγ) της περ. α) και στην περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 121, κατά περίπτωση, το τελωνείο εξαγωγής συντάσσει αναφορά εξαγωγής μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, με βάση τις πληροφορίες σχετικά με την έξοδο των προϊόντων, τις οποίες έχει λάβει από το τελωνείο εξόδου που αναφέρεται στο άρθρο 329 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 ή από το τελωνείο όπου διεκπεραιώνονται οι διατυπώσεις για την έξοδο προϊόντων από το τελωνειακό έδαφος, που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 51 του παρόντος, η οποία βεβαιώνει ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξήλθαν από το έδαφος της Ένωσης.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπερ. αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121, το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής συντάσσει αναφορά εξαγωγής, με βάση τις πληροφορίες που έχει λάβει από το τελωνείο εξόδου σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 329 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447.

Το τελωνείο εξαγωγής επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία με βάση τα οποία πρόκειται να συνταχθεί η αναφορά εξαγωγής σύμφωνα με την παρούσα. Μόλις επαληθευτούν τα εν λόγω στοιχεία και εφόσον το κράτος μέλος αποστολής είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος εξαγωγής, το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής διαβιβάζει την αναφορά εξαγωγής στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, οι οποίες στη συνέχεια τη διαβιβάζουν στον αποστολέα.

Αν ο τόπος αποστολής των προϊόντων και το τελωνείο εξαγωγής βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας, η αναφορά εξαγωγής προωθείται στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής και στον αποστολέα.

 

Άρθρο 126

Διαδικασίες σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι μη διαθέσιμο

  1. Κατά παρέκκλιση από την παρ. 1 του άρθρου 125, σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος αποστολής, ο αποστολέας μπορεί να αρχίζει τη διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, υπό τις προϋποθέσεις:

α) ότι τα προϊόντα συνοδεύονται από εφεδρικό έγγραφο, το οποίο περιέχει τα ίδια στοιχεία με το σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 125,

β) ότι ενημερώνει τις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής πριν από την έναρξη της διακίνησης.

Αν ο τόπος αποστολής των προϊόντων βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, ο αποστολέας πριν από την έναρξη της διακίνησης υποβάλλει στην τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής ένα αντίγραφο του εγγράφου που αναφέρεται στην περ. α), για την ενδεχόμενη επαλήθευση των στοιχείων που περιέχονται σε αυτό και, εφόσον για τη μη διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος ευθύνεται ο ίδιος, ενημερώνει σχετικά με τους λόγους της μη διαθεσιμότητας.

  1. Μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος, ο αποστολέας υποβάλλει για τη συγκεκριμένη διακίνηση σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 125.

Μόλις επαληθευτούν τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 125, αν τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, το έγγραφο αυτό αντικαθιστά το εφεδρικό έγγραφο που αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 1. Οι παρ. 4, 5, 10 και 11 του άρθρου 125 εφαρμόζονται αναλογικά.

  1. Ο αποστολέας οφείλει να φυλάσσει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 1, στα λογιστικά του αρχεία.
  2. Εάν το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος αποστολής, ο αποστολέας μπορεί να τροποποιήσει τον προορισμό των προϊόντων, όπως αναφέρεται στην παρ. 8 του άρθρου 125 και κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής χρησιμοποιώντας άλλα μέσα επικοινωνίας. Για τον σκοπό αυτόν ο αποστολέας ενημερώνει την τελωνειακή αρχή του τόπου αποστολής πριν από την έναρξη της αλλαγής προορισμού. Οι παρ. 2 και 3 εφαρμόζονται αναλογικά.

Εάν το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος αποστολής στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπερ. αγ) και αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121, ο αποστολέας παρέχει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 1, στον διασαφιστή.

Ο διασαφιστής παρέχει στις αρμόδιες αρχές του τόπου εξαγωγής αντίγραφο του εν λόγω εφεδρικού εγγράφου, το περιεχόμενο του οποίου αντιστοιχεί στα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που δηλώνονται στη διασάφηση εξαγωγής ή τον μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό του εφεδρικού εγγράφου.

  1. Όταν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπερ. αα), αβ) και αδ) της περ. α) της παρ. 1, στην περ. β) της παρ. 1 και στην παρ. 3 του άρθρου 121, η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 125, δεν μπορεί να υποβληθεί κατά την περάτωση μιας διακίνησης προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην ίδια παράγραφο, είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι μη διαθέσιμο στο κράτος μέλος προορισμού είτε διότι, στην περίπτωση της παρ. 1, δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρ. 2, ο παραλήπτης υποβάλλει στην τελωνειακή αρχή του τόπου προορισμού, εξαιρουμένων δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων, εφεδρικό έγγραφο, το οποίο περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με εκείνα της αναφοράς παραλαβής και επιβεβαιώνει την περάτωση της διακίνησης.

Οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους προορισμού αποστέλλουν αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής, οι οποίες το διαβιβάζουν στον αποστολέα ή το φυλάσσουν ώστε να είναι στη διάθεσή του, εκτός εάν η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 125 μπορεί να τους υποβληθεί εγκαίρως από τον παραλήπτη μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος ή εκτός αν πρόκειται για δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

Η διαδικασία της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται αναλογικά, μεταξύ των τελωνειακών αρχών της χώρας, όταν η διακίνηση υπό καθεστώς αναστολής πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της.

Μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος στο κράτος μέλος προορισμού ή ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρ. 2, ο παραλήπτης υποβάλλει αναφορά παραλαβής, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 125. Τα εδάφια δεύτερο έως και πέμπτο της παρ. 10 του άρθρου 125 εφαρμόζονται αναλογικά.

  1. Όταν, στην περίπτωση που αναφέρεται στις υποπερ. αγ) και αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121, η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 125 ή η γνωστοποίηση ότι τα προϊόντα δεν θα εξέλθουν πλέον από το έδαφος της Ε.Ε. όπως προβλέπεται στο πέμπτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 125, δεν είναι δυνατό να καταρτιστεί στη λήξη μιας διακίνησης προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος εξαγωγής, είτε διότι, στην περίπτωση της παρ. 1, οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρ. 2 δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής αποστέλλουν στις τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής έγγραφο που περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με εκείνα της αναφοράς εξαγωγής ή της γνωστοποίησης και πιστοποιεί τη λήξη της διακίνησης ή ότι τα προϊόντα δεν θα εξέλθουν από το έδαφος της Ε.Ε., εκτός εάν η αναφορά εξαγωγής ή η γνωστοποίηση, μπορεί να καταρτιστεί συντόμως μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος ή σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

Οι τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν στον αποστολέα αντίγραφο του εγγράφου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο ή το φυλάσσουν ώστε να είναι στη διάθεσή του.

Η διαδικασία της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται αναλογικά, μεταξύ των τελωνειακών αρχών της χώρας, όταν ο τόπος αποστολής και το τελωνείο εξαγωγής βρίσκονται στο εσωτερικό της.

Μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος στο κράτος μέλος εξαγωγής ή ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρ. 2, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής αποστέλλουν αναφορά εξαγωγής σύμφωνα με το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 125 ή τη γνωστοποίηση που προβλέπεται στο πέμπτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 125. Τα εδάφια τρίτο έως και πέμπτο της παρ. 11 του άρθρου 125, εφαρμόζονται αναλογικά.

 

Άρθρο 127

Εναλλακτική απόδειξη παραλαβής και αποδεικτικά στοιχεία για την έξοδο

  1. Με την επιφύλαξη των παρ. 5 και 6 του άρθρου 126, η αναφορά παραλαβής, που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 125, ή η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 125, πιστοποιούν ότι μια διακίνηση προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης έχει λήξει, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 121.
  2. Κατά παρέκκλιση από την παρ. 1, εάν δεν υπάρχει αναφορά παραλαβής ή αναφορά εξαγωγής για λόγους άλλους από εκείνους που αναφέρονται στις παρ. 5 και 6 του άρθρου 126, μπορεί να προσκομιστεί εναλλακτική απόδειξη για τη λήξη της διακίνησης υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, σύμφωνα με τα επόμενα εδάφια. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπερ. αα), αβ) και αδ) της περ. α), στην περ. β) της παρ. 1 και στην παρ. 3 του άρθρου 121, δύναται να προσκομισθεί εναλλακτική απόδειξη για τη λήξη της διακίνησης με θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους προορισμού, με βάση κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα έχουν φθάσει στον προορισμό τους.

Κατάλληλο αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί το εφεδρικό έγγραφο που αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 126.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπερ. αγ) και αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, στις περιστάσεις που καθορίζονται στην παρ. 2, έχουν εξέλθει από το έδαφος της Ε.Ε., οι τελωνειακές αρχές:

α) κάνουν δεκτή, ως αποδεικτικό στοιχείο για το ότι τα προϊόντα έχουν εξέλθει από το έδαφος της Ε.Ε., θεώρηση των αρχών του κράτους μέλους της Ε.Ε. στο οποίο βρίσκεται το τελωνείο εξόδου, η οποία πιστοποιεί ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα έχουν εξέλθει από το έδαφος της Ένωσης ή έχουν υπαχθεί στο καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, σύμφωνα με την υποπερ. αε) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 121,

β) μπορούν να λάβουν υπόψη κάθε συνδυασμό των ακόλουθων αποδεικτικών στοιχείων:

βα) δελτίο παράδοσης,

ββ) έγγραφο υπογεγραμμένο ή επικυρωμένο από τον οικονομικό φορέα που έχει πραγματοποιήσει τη μεταφορά των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ε.Ε., το οποίο πιστοποιεί την έξοδο των προϊόντων,

βγ) έγγραφο στο οποίο η τελωνειακή αρχή κράτους μέλους της Ε.Ε. ή τρίτης χώρας πιστοποιεί την παράδοση σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για αυτή την πιστοποίηση στο εν λόγω κράτος μέλος ή χώρα,

βδ) καταχωρησεις που τηρούνται από τους οικονομικούς φορείς σχετικά με προϊόντα τα οποία προμηθεύουν σε πλοία, αεροσκάφη ή υπεράκτιες εγκαταστάσεις,

βε) άλλα αποδεικτικά στοιχεία αποδεκτά από τις αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

Αν οι τελωνειακές αρχές αποδεχθούν τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, προβαίνουν σε λήξη της διακίνησης μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.

  1. Οι αρμόδιες αρχές της χώρας παρέχουν αμοιβαία συνδρομή στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών, ανταλλάσσουν πληροφορίες με αυτές και συνεργάζονται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να διασφαλίζονται η ορθή εφαρμογή των ρυθμίσεων που διέπουν τη διακίνηση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, καθώς και η είσπραξη των εν λόγω φόρων, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 389/2012 του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2004 «για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης» (L 121).

 

Άρθρο 128

Καταβολή δικαιώματος υπέρ Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α.

  1. Το δικαίωμα υπέρ Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης – Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α), που αναλογεί στα προϊόντα του άρθρου 79 του παρόντος, όπως αυτό προβλέπεται στην περ. β. της παρ. 5 του άρθρου 26 του ν. 2127/1993 (Α΄ 48) βεβαιώνεται και εισπράττεται από την τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια για τη βεβαίωση και είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), η οποία το αποδίδει στον ειδικό λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος.
  2. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, το ανωτέρω δικαίωμα βεβαιώνεται και εισπράττεται μαζί με τον Ε.Φ.Κ. και επί του ιδίου παραστατικού εγγράφου, στις κατά περίπτωση προβλεπόμενες προθεσμίες για τη βεβαίωση και είσπραξη του Ε.Φ.Κ.. Στις περιπτώσεις διάθεσης αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων αποσταγμάτων και προϊόντων απόσταξης με τρίμηνη αναστολή καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 119, το δικαίωμα υπέρ Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α. καταβάλλεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, στην αρμόδια τελωνειακή αρχή, το αργότερο μέχρι την εικοστή πέμπτη ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα εξόδου των παραπάνω προϊόντων από το καθεστώς αναστολής.

 

Άρθρο 129

Παρατυπίες κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής

  1. Όταν διαπράττεται παρατυπία κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής, η οποία προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 53, η θέση σε ανάλωση πραγματοποιείται στο κράτος-μέλος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία και ο φόρος καθίσταται απαιτητός στο κράτος-μέλος αυτό.

Όταν η παρατυπία αυτή διαπράττεται στο εσωτερικό της χώρας, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια αρχή και βαρύνει τα πρόσωπα που ορίζονται στην υποπερ. αβ) της περ. α) της παρ. 6 του άρθρου 53, με την επιφύλαξη του άρθρου 131.

  1. Όταν διαπιστώνεται παρατυπία στο εσωτερικό της χώρας κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής ειδικού φόρου κατανάλωσης, η οποία προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 53 και δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ο τόπος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία, η εν λόγω παρατυπία θεωρείται ότι διαπράχθηκε στο εσωτερικό της χώρας κατά τον χρόνο που έγινε η διαπίστωση αυτή.
  2. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 και στην παρ. 2, όταν τα προϊόντα προέρχονται από άλλο κράτος-μέλος, οι αρμόδιες αρχές της χώρας ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής.
  3. Όταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που αποστέλλονται από το εσωτερικό της χώρας σε άλλα κράτη-μέλη υπό καθεστώς αναστολής δεν έχουν φθάσει στον προορισμό τους και, κατά τη διάρκεια της διακίνησης δεν έχει διαπιστωθεί καμία παρατυπία που να προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 53, θεωρείται ότι διαπράχθηκε παρατυπία στο εσωτερικό της χώρας κατά τη στιγμή κατά την οποία άρχισε η διακίνηση, εκτός εάν, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη της διακίνησης σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 121, προσκομισθούν στην αρμόδια αρχή ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία για την περάτωση της διακίνησης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 121 ή για τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.

Εάν το πρόσωπο που παρέχει την προβλεπόμενη στο άρθρο 121 εγγύηση δεν γνώριζε ή δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι τα προϊόντα δεν αφίχθησαν στον προορισμό τους, του χορηγείται προθεσμία ενός (1) μηνός από την ημέρα της ανακοίνωσης της πληροφορίας αυτής από την αρμόδια αρχή, προκειμένου να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η διακίνηση έχει περατωθεί σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 121 ή να υποδείξει τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.

  1. Στις περιπτώσεις των παρ. 2 και 4, εάν, πριν από την πάροδο τριετίας από την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η διακίνηση σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 121, εξακριβωθεί το κράτος-μέλος στο οποίο διαπράχθηκε πράγματι η παρατυπία, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1.

Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο διαπράχθηκε η παρατυπία ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο επιβλήθηκε ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, οι οποίες τον επιστρέφουν ή τον διαγράφουν μόλις αποδειχθεί η επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο άλλο κράτος-μέλος.

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «παρατυπία» νοείται η κατάσταση που δημιουργείται κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, πλην των περιπτώσεων του άρθρου 64, λόγω της οποίας η διακίνηση ή μέρος της διακίνησης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων δεν περατώθηκε σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 121.

 

Άρθρο 130

Παρατυπίες κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση

  1. Αν διαπραχθεί παρατυπία κατά τη διάρκεια διακίνησης προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 54 ή την παρ. 1 του άρθρου 59, σε έδαφος κράτους μέλους της Ε.Ε. άλλο από το έδαφος κράτους μέλους στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, τα προϊόντα υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός στο κράτος μέλος, όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.

Αν η παρατυπία διαπραχθεί στο έδαφος της χώρας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στο εσωτερικό της χώρας.

  1. Αν διαπιστωθεί παρατυπία στο εσωτερικό της χώρας κατά τη διάρκεια της διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 54 ή την παρ. 1 του άρθρου 59, και δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ο τόπος στον οποίο διαπράχθηκε η παρατυπία, αυτή θεωρείται ότι διαπράχθηκε και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στο εσωτερικό της χώρας.

Εάν εξακριβωθεί σε ποιου κράτους μέλους το έδαφος πράγματι διαπράχθηκε η παρατυπία πριν από την πάροδο τριετούς περιόδου από την ημερομηνία απόκτησης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, εφαρμόζεται το πρώτο εδάφιο της παρ. 1.

  1. Τον ειδικό φόρο κατανάλωσης υποχρεούται να καταβάλει το πρόσωπο που εγγυήθηκε την καταβολή του, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 55 ή την παρ. 4 του άρθρου 59, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο συμμετείχε στην παρατυπία, με την επιφύλαξη του άρθρου 131. Σε περίπτωση περισσότερων υπόχρεων για την καταβολή του ίδιου ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα πρόσωπα αυτά είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπόχρεα για την πληρωμή της οφειλής.
  2. Για υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία τέθηκαν σε ανάλωση στην Ελλάδα, η αρμόδια τελωνειακή αρχή, κατόπιν σχετικού αιτήματος, επιστρέφει ή διαγράφει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ο οποίος επιβλήθηκε σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. όπου διαπράχθηκε ή διαπιστώθηκε η παρατυπία.

Όταν το κράτος μέλος προορισμού είναι η Ελλάδα και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα επιβλήθηκε σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. όπου διαπράχθηκε ή διαπιστώθηκε η παρατυπία, οι τελωνειακές αρχές αποδεσμεύουν την εγγύηση που έχει κατατεθεί κατ’ εφαρμογή της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 55 ή της περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 59.

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «παρατυπία» νοείται η κατάσταση που δημιουργείται κατά τη διάρκεια διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, βάσει της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της παρ. 1 του άρθρου 59, η οποία δεν καλύπτεται από το άρθρο 60 και λόγω της οποίας δεν έληξε με κανονικό τρόπο μια διακίνηση ή μέρος μιας διακίνησης προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.
  2. Οποιαδήποτε απουσία εγγραφής ή πιστοποίησης ενός ή και όλων των προσώπων που εμπλέκονται στη διακίνηση, κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 59 ή οποιαδήποτε μη τήρηση της παρ. 1 του άρθρου 55, θεωρείται παρατυπία. Οι παρ. 1 έως 5 εφαρμόζονται αναλόγως, εκτός εάν ο παραλήπτης είναι υπόχρεος να καταβάλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 59.

 

Άρθρο 131

Παραβάσεις και κυρώσεις σχετικά με μη τήρηση των διατυπώσεων του Μέρους Γ΄

  1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, η μη τήρηση των διατυπώσεων του Μέρους Γ΄ του παρόντος Κώδικα χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση κατά τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 159 έως και 167 και και επισύρει πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για κάθε παράβαση, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητά της.
  2. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλόμενων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το Μέρος Γ΄ του παρόντος Κώδικα με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται και τιμωρούνται διοικητικώς και ποινικώς ως λαθρεμπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 159, 168 και 174 έως και 177.

Το πολλαπλό τέλος επιβάλλεται και αν ακόμη κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας.

  1. Eκτός των περιπτώσεων των παρ. 1 και 2, οι παραβάσεις που διαπράττονται κατά την παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή, μεταφορά και πώληση των προϊόντων του άρθρου 49, τιμωρούνται με τις ειδικότερες διατάξεις που ισχύουν, κατά περίπτωση, για τα προϊόντα αυτά.
  2. Στις περιπτώσεις νόθευσης ή λαθρεμπορίας καυσίμων σε πρατήριο καυσίμων ή παρεμπόδισης του σχετικού ελέγχου, επιβάλλεται σφράγιση ως εξής:

α) Αν διαπιστώνεται ότι το ελεγχόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, διακινεί και εμπορεύεται νοθευμένα καύσιμα, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη. Η διαπίστωση συντελείται κατόπιν λήψης δείγματος καυσίμου, είτε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., είτε από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή, και κατόπιν εξέτασης του δείγματος καυσίμου από τις υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, με βάση την έκθεση ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, όταν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος.

β) αν με βάση την έκθεση ελέγχου, είτε της αρμόδιας υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε., είτε οποιασδήποτε άλλης δημόσιας ελεγκτικής ή διωκτικής αρχής, διαπιστώνεται τέλεση λαθρεμπορίας καυσίμων, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για δύο (2) έτη,

γ) αν οι ιδιοκτήτες του πρατηρίου ή οι προστηθέντες από αυτούς παρεμποδίζουν τον έλεγχο για τη διαπίστωση των ανωτέρω με χρήση βίας ή απειλής σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη.

Αλλαγή ή διακοπή δραστηριότητας κατά τον χρόνο της σφράγισης στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου λειτουργούσε η εγκατάσταση δεν κωλύει τη σφράγιση της εγκατάστασης. Η σφράγιση πραγματοποιείται είτε από την τελωνειακή αρχή που έχει διενεργήσει τον έλεγχο, είτε από την τελωνειακή αρχή στην τοπική αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται η έδρα της ελεγχόμενης εγκατάστασης, αν ο έλεγχος έχει διενεργηθεί από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή.

Το δείγμα καυσίμου που έχει ληφθεί, αποστέλλεται άμεσα από την ελέγχουσα αρχή στη χημική υπηρεσία που διενεργεί την ανάλυση, η οποία ολοκληρώνει τις σχετικές διαδικασίες έως και την έκδοση της σχετικής έκθεσης ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος, το αργότερο εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του δείγματος. Η απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, αν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος, εκδίδεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα που αυτό επιλαμβάνεται της διαφοράς.

Αν στοιχειοθετείται λαθρεμπορία, οι κυρώσεις της παρ. 2 επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις λοιπές ποινικές και διοικητικές κυρώσεις.

Μετά από την εξέταση του κατ’ έφεση δείγματος ή την έκδοση απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, η σχετική απόφαση επιβολής κύρωσης προς τον παραβάτη κοινοποιείται αμελλητί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να επιβάλλει τις κυρώσεις του ν. 3054/2002 (Α’ 230) για μη τήρηση της ποιότητας και του τύπου των καυσίμων, πλην της κύρωσης της σφράγισης που έχει ήδη επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν.

Για την εφαρμογή της παρούσας, ως καύσιμα νοούνται τα ενεργειακά προϊόντα της παρ. 1 του άρθρου 71.

Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες των οποίων η εγκατάσταση πρατηρίου καυσίμων σφραγίστηκε, απαγορεύεται να δραστηριοποιούνται με οποιονδήποτε άλλον τρόπο ή ιδιότητα ή να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις εμπορίας ή διακίνησης ενεργειακών προϊόντων για δύο (2) έτη από τη διαπίστωση της παράβασης. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 78 και τις θυγατρικές τους που είναι ιδιοκτήτες πρατηρίων καυσίμων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται όταν σφραγίζονται τουλάχιστον πέντε (5) πρατήρια εντός τριών (3) μηνών.

  1. Όταν, κατόπιν ελέγχου, διαπιστώνεται ότι φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, παρασκευάζει, εμφιαλώνει ή διαθέτει, αιθυλική αλκοόλη ή αλκοολούχα ποτά του άρθρου 80 α) κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας περί λαθρεμπορίας ή β) κατά παράβαση των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων, με βάση την οριστική έκθεση εξέτασης δείγματος ή την έκθεση (επιτόπιου) ελέγχου από τις Χημικές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, σφραγίζεται η εγκατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου, στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για χρονικό διάστημα από δέκα (10) έως τριάντα (30) ημέρες, ανάλογα με τη βαρύτητά της. Κριτήρια της βαρύτητας αποτελούν η ποσότητα αλκοολούχων ποτών και η υποτροπή τέλεσης της παράβασης. Ως υποτροπή ορίζεται η εκ νέου τέλεση της ίδιας παράβασης, εντός τριών (3) ετών από την έκδοση απόφασης επιβολής προστίμου.
  2. Τα στοιχεία των παραβατών, η εγκατάσταση στην οποία επιβάλλεται η σφράγιση, οι παραβάσεις και οι κυρώσεις δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε., τηρουμένου του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, L 119) και του ν. 4624/2019 (Α’ 137).

 

Άρθρο 132

Πληρωμές εξαρτώμενες από τις κατασχέσεις βιομηχανοποιημένων καπνών

  1. Οι αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια, οι εισαγωγείς βιομηχανοποιημένων καπνών από τρίτη χώρα και οι παραλήπτες βιομηχανοποιημένων καπνών από άλλο κράτος μέλος κοινοποιούν κατάλογο των εμπορικών τους σημάτων ή των σημάτων για τα οποία διαθέτουν άδεια χρήσης προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), καθώς και τα στοιχεία γνησιότητας. Για κάθε ημέρα καθυστέρησης στην υποβολή του καταλόγου των εμπορικών σημάτων επιβάλλεται πρόστιμο εκατό (100) ευρώ με ανώτατο όριο τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ με καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου της της Τελωνειακής Αρχής, στην τοπική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης καπνικών προϊόντων ή το υποκατάστημα, αν η έδρα της επιχείρησης δεν βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια. Ο κατάλογος αυτός επανυποβάλλεται επικαιροποιημένος από όλους τους ανωτέρω εντός δύο (2) μηνών από την προσθήκη ή διαγραφή εμπορικού σήματος.
  2. Σε περίπτωση επιβολής κατάσχεσης πενήντα χιλιάδων (50.000) και άνω τεμαχίων βιομηχανοποιημένων καπνών, που φέρουν τα εμπορικά σήματα οποιασδήποτε επιχείρησης καπνικών προϊόντων από τις μνημονευόμενες στην παρ. 1, η οποία διενεργήθηκε από οποιαδήποτε τελωνειακή αρχή ή από τις αστυνομικές ή λιμενικές αρχές, η Α.Α.Δ.Ε., εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την επιβολή της κατάσχεσης, προβαίνει σε γνωστοποίηση της κατάσχεσης στην επιχείρηση, με επιστολή της, που κοινοποιείται ηλεκτρονικά σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, A΄ 58), η οποία περιλαμβάνει:

(α) την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο της κατάσχεσης,

(β) τη μάρκα των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών, όπως αναφέρεται στη συσκευασία, και, εφόσον υπάρχει, οποιαδήποτε ένδειξη ως προς την προοριζόμενη αγορά λιανικής πώλησης,

(γ) οποιεσδήποτε ενδείξεις ταυτότητας εμφανίζονται στα κιβώτια ή στις παλέτες ή στις κούτες ή στα πακέτα των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών,

(δ) την ποσότητα των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών.

Για τους σκοπούς του παρόντος, ένα (1) γραμμάριο λεπτοκομμένου καπνού για στριφτά τσιγάρα θεωρείται ως αντίστοιχο ενός τεμαχίου τσιγάρου.

  1. Επί της κατασχεθείσας ποσότητας της παρ. 2, διενεργείται δειγματοληψία ως εξής:

α) η τελωνειακή αρχή που προέβη στην κατάσχεση, λαμβάνει, κατά τον χρόνο της κατάσχεσης, τέσσερα (4) όμοια δείγματα βιομηχανοποιημένων καπνών για εργαστηριακή εξέταση, δύο (2) από τα οποία αποστέλλει στην επιχείρηση καπνικών και τα άλλα δύο (2) στην αρμόδια Χημική Υπηρεσία Σερρών, για εξέταση,

β) αν η κατάσχεση διενεργήθηκε από άλλη υπηρεσία με αρμοδιότητα για τη δίωξη του λαθρεμπορίου, η υπηρεσία αυτή προβαίνει, κατόπιν υπόδειξης της τελωνειακής αρχής στην τοπική αρμοδιότητα της οποίας πραγματοποιήθηκε η κατάσχεση, στην οποία αποστέλλει την έκθεση κατάσχεσης, στη δειγματοληψία, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περ. α’ και παραδίδει τα δείγματα αυτά στην ίδια τελωνειακή αρχή. Αμέσως μετά από την παραλαβή των δειγμάτων η αρμόδια τελωνειακή αρχή αποστέλλει τα δύο (2) δείγματα στην επιχείρηση καπνικών και τα άλλα δύο (2) στην αρμόδια Χημική Υπηρεσία Σερρών, για εξέταση,

γ) κατόπιν αιτήματος της επιχείρησης καπνικών που υποβάλλεται στην τελωνειακή αρχή των περ. α) και β), εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη γνωστοποίηση της κατάσχεσης στην επιχείρηση, η επιχείρηση καπνικών μπορεί να επιθεωρήσει το σύνολο των κατασχεθέντων προϊόντων.

Με το ίδιο αίτημα μπορεί να ζητηθεί εκ νέου δειγματοληψία της κατασχεθείσας ποσότητας, παρουσία εκπροσώπου της, η οποία διενεργείται από μικτά κλιμάκια που αποτελούνται από υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης και της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους της Α.Α.Δ.Ε. και λαμβάνονται τέσσερα (4) όμοια δείγματα, δύο (2) για την επιχείρηση και δύο (2) για εξέταση από την αρμόδια χημική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε.

  1. Εάν τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά είναι λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά της επιχείρησης, αυτή υποχρεούται, εντός τριάντα (30) ημερών από την κατά τα ανωτέρω διενέργεια της δειγματοληψίας, σε απάντηση, η οποία αποσκοπεί στην ενημέρωση της τελωνειακής αρχής και δεν αποτελεί προϋπόθεση για την επιβολή των πληρωμών. Αν η εταιρεία έχει αιτηθεί τη δειγματοληψία της περ. γ) της παρ. 3, η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου εκκινεί από τη διενέργειά της. Η απάντηση περιλαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η επιχείρηση σχετικά με τα ακόλουθα:

(α) τον τόπο κατασκευής των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών,

(β) την ημερομηνία κατασκευής των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών,

(γ) τη χώρα προορισμού των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών και την προοριζόμενη αγορά λιανικής πώλησης,

(δ) οποιαδήποτε ενδιάμεση αποθήκευση και αποστολή,

(ε) την ταυτότητα του πρώτου αγοραστή των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών,

(στ) την ταυτότητα οποιουδήποτε γνωστού μεταγενέστερου αγοραστή των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών,

(ζ) τα τιμολόγια που εκδόθηκαν προς τον πρώτο αγοραστή σχετικά με τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά και

(η) τα αρχεία πληρωμών από τον πρώτο αγοραστή για οποιαδήποτε κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά.

Η επιχείρηση μπορεί μέσα στην ίδια προθεσμία να προσκομίσει οποιοδήποτε άλλο στοιχείο και να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή διευκρίνιση.

  1. Σε βάρος της επιχείρησης καπνικών προϊόντων επιβάλλεται αμελλητί, με καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής, στην τοπική αρμοδιότητα της οποίοας ανήκει η έδρα της επιχείρησης καπνικών προϊόντων ή το υποκατάστημα, αν η έδρα της επιχείρησης δεν βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια, η υποχρεωτική πληρωμή προς το ελληνικό δημόσιο:

(α) Ποσού που ισούται με το εκατό τοις εκατό (100%) των φόρων και δασμών που θα βεβαιώνονταν εάν τα λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά της επιχείρησης καπνικών προϊόντων είχαν διατεθεί νόμιμα προς ανάλωση στο έδαφος της Ελληνικής Δημοκρατίας.

(β) Εάν τα γνήσια βιομηχανοποιημένα καπνά της επιχείρησης που έχουν κατασχεθεί εντός ενός (1) ημερολογιακού έτους στην Ελληνική Επικράτεια ανέρχονται σε συνολικό αριθμό που υπερβαίνει τα είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) τεμάχια, η επιχείρηση προβαίνει σε συμπληρωματική πληρωμή ποσού ίσου με το διακόσια τοις εκατό (200%) του ποσού των φόρων και δασμών επί του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν κατασχεθεί εντός του έτους αυτού, οι οποίοι θα βεβαιώνονταν εάν τα βιομηχανοποιημένα καπνά της επιχείρησης είχαν διατεθεί νόμιμα προς λιανική πώληση στο έδαφος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Εφόσον η ποσότητα των κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών ανέρχεται σε συνολικό αριθμό που υπερβαίνει τα σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) τεμάχια, η επιχείρηση προβαίνει σε συμπληρωματική πληρωμή ποσού ίσου με το τετρακόσια τοις εκατό (400%) του ποσού των φόρων και δασμών επί του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν κατασχεθεί εντός του έτους αυτού, οι οποίοι θα βεβαιώνονταν εάν τα βιομηχανοποιημένα καπνά της επιχείρησης είχαν διατεθεί νόμιμα προς λιανική πώληση στο έδαφος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Το ποσό της περίπτωσης αυτής διατίθεται για τη χρηματοδότηση των προσπαθειών καταπολέμησης της λαθραίας διακίνησης καπνικών προϊόντων.

Εφόσον η επιχείρηση καπνικών προϊόντων είναι νομικό πρόσωπο, η πληρωμή επιβάλλεται στο νομικό πρόσωπο. Το δικαίωμα του Προϊσταμένου του Τελωνείου προς έκδοση της καταλογιστικής πράξης υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, αρχόμενη από το τέλος του έτους εντός του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση. Κατά τα λοιπά, ως προς την τηρητέα διοικητική διαδικασία και την άσκηση δικαστικής προσφυγής, εφαρμόζονται αναλόγως η παρ. 4 του άρθρου 159, η παρ. 4 του άρθρου 168 και οι παρ. 8, 9, 10 και 11 του άρθρου 170.

Στην ανωτέρω περ. (β), αν πρόκειται για βιομηχανοποιημένα καπνά επιχειρήσεων καπνικών προϊόντων της παρ. 1, που έχουν συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, στις οποίες προβλέπονται πληρωμές που εξαρτώνται από τις κατασχέσεις γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών τους και για όσο χρονικό διάστημα ισχύουν οι ανωτέρω συμφωνίες, για την επιβολή της υποχρεωτικής πληρωμής εφαρμόζονται αναλογικά τα οριζόμενα στην παρ. 6.

  1. Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων καπνικών προϊόντων της παρ. 1, οι οποίες έχουν συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, στις οποίες προβλέπονται πληρωμές που εξαρτώνται από τις κατασχέσεις γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών τους και για όσο χρονικό διάστημα ισχύουν οι ανωτέρω συμφωνίες, η υποχρεωτική πληρωμή της παρ. 5 επιβάλλεται ως εξής:

α) Εάν στο πλαίσιο των συμφωνιών συνεργασίας έχει καταβληθεί πληρωμή για τη συγκεκριμένη κατάσχεση από την επιχείρηση προς την Ε.Ε. και το ποσό της πληρωμής που αναλογεί στην Ελλάδα υπολείπεται του ποσού της πληρωμής που οφείλει να καταβληθεί κατά την παρ. 5, επιβάλλεται το ποσό που προκύπτει κατόπιν αφαίρεσης του ποσού που αναλογεί στην Ελλάδα και έχει καταβληθεί προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν το ποσό της πληρωμής που έχει καταβληθεί προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και αναλογεί στην Ελλάδα υπερβαίνει το οφειλόμενο ποσό κατά την παρ. 5, δεν εκδίδεται καταλογιστική πράξη σε βάρος της επιχείρησης.

β) Εάν η έκδοση της καταλογιστικής πράξης κατά την παρ. 5 προηγηθεί της καταβολής πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, η καταλογιστική πράξη τροποποιείται και το επιβαλλόμενο ποσό πληρωμής μειώνεται κατά το ποσό της πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση που αναλογεί στην Ελλάδα. Εάν το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό που επιβλήθηκε δυνάμει της καταλογιστικής πράξης, η καταλογιστική πράξη ανακαλείται.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις, η καταβολή της πληρωμής προς την Ε.Ε. και το ποσό αυτής που αναλογεί στην Ελλάδα αποδεικνύονται με επίσημο έγγραφο της Ε.Ε., το οποίο οφείλει να προσκομίσει η επιχείρηση στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.

  1. Οι προϋποθέσεις του καταλογισμού δεν συντρέχουν, αν τα λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά εκλάπησαν από τρίτους ή διέφυγαν της κατοχής της επιχείρησης από λόγους ανωτέρας βίας. Σε περίπτωση κλοπής, η επιχείρηση οφείλει να αποδείξει ότι κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για την αποτροπή της και να προσκομίσει τουλάχιστον αντίγραφο της μήνυσης που υπέβαλε για το αδίκημα της κλοπής, πριν από την κατάσχεση της παρ. 2, καθώς και αντίγραφο της καταχώρησης του περιστατικού της κλοπής στο βιβλίο συμβάντων της αρμόδιας αστυνομικής αρχής. Σε περίπτωση ανώτερης βίας, η επιχείρηση υποχρεούται να προσκομίσει, τουλάχιστον, βεβαίωση της αρμόδιας για την αντιμετώπισή του δημόσιας αρχής, ότι συνέβησαν το περιστατικό και η απώλεια των βιομηχανοποιημένων καπνών. Εάν μεταγενέστερα με αμετάκλητη ποινική απόφαση ή αμετάκλητο βούλευμα αποδειχθεί ότι δεν έλαβε χώρα η ανωτέρω κλοπή, αναβιώνει η υποχρέωση της επιχείρησης να καταβάλει τα καταλογισθέντα ποσά για τα λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά της που είχαν κατασχεθεί. Κατά το χρονικό διάστημα από τη διάπραξη της παράβασης μέχρι να καταστεί αμετάκλητη η ποινική απόφαση ή το βούλευμα, αναστέλλεται η παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να εκδώσει την καταλογιστική πράξη.
  2. Τα ποσά που καταλογίζονται κατά τα ανωτέρω δεν έχουν τον χαρακτήρα του διοικητικού προστίμου ή της ποινικής κύρωσης αλλά επιβάλλονται ως αποζημίωση οφειλόμενη στο πλαίσιο αντικειμενικής ευθύνης έναντι του Ελληνικού Δημοσίου για το γεγονός της εκτροπής των βιομηχανοποιημένων καπνών της επιχείρησης στο παράνομο εμπόριο, ανεξάρτητα από υπαιτιότητα, ακόμη και εάν η επιχείρηση είχε συμμορφωθεί από κάθε άποψη προς τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις ισχύουσες τελωνειακές διατάξεις.

Η καταβολή των ανωτέρω πληρωμών ουδόλως εμποδίζει την κατά τις κείμενες διατάξεις έρευνα και τον κολασμό τυχόν λαθρεμπορικών παραβάσεων που έλαβαν χώρα σε σχέση με την ποσότητα βιομηχανοποιημένων καπνών που κατασχέθηκαν.

  1. Τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά της παρ. 2 καταστρέφονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 186.

 

Άρθρο 133

Κυρώσεις για παραβάσεις των διατάξεων περί εγκατάστασης ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών στις φορολογικές αποθήκες και στις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ενεργειακών προϊόντων

  1. Αρμόδιες υπηρεσίες για τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν στα ολοκληρωμένα συστήματα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών των φορολογικών αποθηκών και των αποθηκών τελωνειακής αποταμίευσης ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 του άρθρου 71 είναι τα τελωνεία ελέγχου των ανωτέρω αποθηκών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων της παρ. 7 του άρθρου 196 και στην υπό στοιχεία ΔΔΘΤΟΚ Δ 1026126 ΕΞ 2017 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (Β’ 810), όπως εκάστοτε ισχύει, αντίστοιχα, καθώς και οι τελωνειακές ελεγκτικές αρχές της Α.Α.Δ.Ε., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ2020 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (Β’ 4738), όπως εκάστοτε ισχύει. Αν κρίνεται αναγκαίο, ζητείται η συνδρομή των λοιπών υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές καθορίζονται στην ίδια απόφαση, καθώς και των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, σύμφωνα με το π.δ. 5/2022 (Α’ 15).
  2. α. Για κάθε παράβαση του άρθρου 31 και της παρ. 2 του άρθρου 62 καθώς και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 17 του άρθρου 195 και της παρ. 9 του άρθρου 196, επιβάλλεται στους, κατά περίπτωση, υπόχρεους διοικητικό πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, επιφυλασσομένης της υποπερ. αδ) και επιβάλλεται, κατά περίπτωση, ανάκληση της άδειας της φορολογικής αποθήκης ή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης. Το ποσό του προστίμου προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τη βαρύτητα της παράβασης, καθώς και την υποτροπή.

Ειδικότερα:

αα) Σε περίπτωση μη εγκατάστασης ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών, επιβάλλεται στον φορέα της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης της φορολογικής αποθήκης ή στον διαχειριστή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης πρόστιμο από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ και ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της φορολογικής αποθήκης ή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης,

αβ) σε περίπτωση μη πλήρωσης των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας των συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών, επιβάλλεται στον φορέα της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης της φορολογικής αποθήκης ή στον διαχειριστή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης και στον εγκαταστάτη του συστήματος παρακολούθησης εισροών εκροών πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και ανακαλείται, κατά περίπτωση, η άδεια λειτουργίας της φορολογικής αποθήκης ή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης,

αγ) σε περίπτωση διαπίστωσης των παραβάσεων της παρ. 3, επιβάλλεται στον φορέα της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης της φορολογικής αποθήκης ή στον διαχειριστή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης ή στον εγκαταστάτη του συστήματος παρακολούθησης εισροών εκροών ή σε οποιονδήποτε άλλο συνέπραξε ή προσέφερε συνδρομή, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, στην τέλεση των παραβάσεων αυτών, πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και ανακαλείται, κατά περίπτωση, η άδεια λειτουργίας της φορολογικής αποθήκης ή της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης,

αδ) σε περίπτωση υποτροπής, το πρόστιμο των υποπερ. αα), αβ) και αγ) διπλασιάζεται. Ως υποτροπή ορίζεται η εντός τριών (3) ετών από την έκδοση απόφασης επιβολής προστίμου εκ νέου τέλεση της ίδιας παράβασης.

β. Υπόχρεοι για την καταβολή των επιβαλλόμενων, με το παρόν, προστίμων είναι:

α) τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία υπέχουν αυτοτελή ευθύνη, με μόνη την ιδιότητά τους ως φορείς των αδειών λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών ή ως διαχειριστές των αποθηκών τελωνειακής αποταμίευσης ή ως εγκαταστάτες του συστήματος παρακολούθησης εισροών-εκροών, καθώς και όσοι ενήργησαν ως αυτουργοί ή ως συναυτουργοί κατά την τέλεση της παράβασης ή θεωρούνται ως τέτοιοι, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 172, με επιμερισμό, στην περίπτωση αυτή, του επιβληθέντος ποσού, σε έκαστο εξ αυτών, ανάλογα με τον βαθμό συνυπευθυνότητάς του και

β) τα νομικά πρόσωπα, τα οποία είτε υπέχουν αυτοτελή ευθύνη με μόνη την ιδιότητά τους ως φορείς των αδειών λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών ή ως διαχειριστές των αποθηκών τελωνειακής αποταμίευσης ή ως εγκαταστάτες του συστήματος παρακολούθησης εισροών-εκροών είτε κηρύσσονται αστικά συνυπεύθυνα και καθίστανται σε ολόκληρο υπόχρεα για την καταβολή του συνόλου του επιβληθέντος προστίμου, αν οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτών υπέχουν ευθύνη διάπραξης της παράβασης ως φυσικά πρόσωπα και θεωρούνται αυτουργοί ή συναυτουργοί, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 172.

Ειδικά για τις παραβάσεις της υποπερ. αγ) της περ. α. της παρούσας, για την καταβολή των σχετικών προστίμων ευθύνεται αυτοτελώς και όποιος συμπράττει ή προσφέρει συνδρομή, καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην τέλεση των παραβάσεων αυτών.

γ. Κατά της απόφασης επιβολής των προστίμων ο έχων έννομο συμφέρον, μπορεί να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97). Με την άσκηση της προσφυγής, αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του διοικητικού προστίμου, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί ή έχει υπαχθεί σε ρύθμιση βάσει νομοθετικής διάταξης το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%). Η αναστολή αίρεται αυτοδικαίως στην περίπτωση μη τήρησης της ως άνω ρύθμισης. Το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του προστίμου, που δεν αναστέλλεται σε περίπτωση άσκησης προσφυγής, μπορεί να ανασταλεί με δικαστική απόφαση επί αιτήσεως αναστολής κατά τα άρθρα 200 έως 205 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

  1. α) Ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών επιβάλλεται σε όποιον προμηθεύει ή εγκαθιστά μετρητικά συστήματα και τον συνοδευτικό εξοπλισμό τους, τα οποία προορίζονται για εφαρμογές του συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών και συνοδεύονται από πλαστά ή παραποιημένα πιστοποιητικά.

β) Ποινή κάθειρξης επιβάλλεται, σε όποιον:

αα) Επεμβαίνει χωρίς εξουσιοδότηση, τροποποιεί ή αλλοιώνει με οποιονδήποτε τρόπο και μορφή μέρη ή παραγόμενα στοιχεία του συστήματος, τα οποία φυλάσσονται στον χώρο της εγκατάστασης ή αποστέλλονται στην κεντρική βάση δεδομένων της Α.Α.Δ.Ε..

ββ) Παραδίδει, προμηθεύει, εφοδιάζει, πωλεί, αποθηκεύει ή διακινεί ενεργειακά προϊόντα της παρ. 1 του άρθρου 71, μέσω δεξαμενών, αγωγών, αντλιών ή μετρητών που δεν συνδέονται με το εγκατεστημένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών.

  1. Οι κυρώσεις του παρόντος επιβάλλονται με την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας των ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών στις φορολογικές αποθήκες και αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, σύμφωνα με τις αποφάσεις της παρ. 17 του άρθρου 195 και της παρ. 9 του άρθρου 196, με εξαίρεση την κύρωση της υποπερ. αα) της περ. α. της παρ. 2, η οποία εφαρμόζεται από την έκδοση της απόφασης της παρ. 81 του άρθρου 196.

 

Άρθρο 134

Κυρώσεις για υπέρβαση νομίμως καθορισμένης ποσότητας φυσικής απομείωσης (φύρας) ενεργειακών προϊόντων

Σε περίπτωση που, έπειτα από έλεγχο των τελωνειακών αρχών, διαπιστώνεται υπέρβαση της νομίμως καθορισμένης, σύμφωνα με την απόφαση της παρ. 11 του άρθρου 196, ποσότητας φυσικής απομείωσης των ενεργειακών προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές ή οι εγγεγραμμένοι παραλήπτες, κατά περίπτωση, υποχρεούνται να καταβάλουν τις φορολογικές και λοιπές συνεισπραττόμενες επιβαρύνσεις που αναλογούν στην πλέον της νομίμως, ως άνω καθοριζόμενης, ποσότητας φυσικής απομείωσης, μετά των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής και εφαρμόζεται η παρ. 1 του άρθρου 131 περί απλών τελωνειακών παραβάσεων, με την επιφύλαξη εφαρμογής των περί λαθρεμπορίας διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 131, εφόσον συντρέχει προς τούτο περίπτωση.

  • Διά του παρόντος και εξ αιτίας του νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα, επανερχόμαστε στο ήδη αναλυθέν διεξοδικώς με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου και της ΑΑΔΕ και, κατά την κρίση μας, κατόπιν αγαστής συνεργασίας με τα στελέχη των Υπηρεσιών σας, οριστικώς επιλυθέν, από την πλευρά της δυνατότητας υλοποίησης, ζήτημα, επιφυλασσόμενης της σχετικής νομοθετικής διευθέτησης, σχετικά με την δυνατότητα ή μη, καθιέρωσης και παρακολούθησης ενός αυτοματοποιημένου ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών με βάση την ένδειξη παρτίδας.
    ΙΣΤΟΡΙΚΟ:
    Στον τομέα των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το έτος 2020, ένα νομοθετικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών.
    Με το άρθρο 5 ν. 4758/2020,ΦΕΚ Α 242 προστέθηκε το άρθρο 93Β στον Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2021). Με το εν λόγω άρθρο εισήχθη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι: «1. Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, την παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της Χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του Συστήματος Ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93Α. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρισης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.».
    Με το άρθρο 81 παρ. 3 του ανωτέρω νόμου ν. 4758/2020 ορίσθηκε επιπλέον, ότι η ισχύς του άρθρου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών, η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οποίου καθορίζεται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην σχετική παράγραφο του άρθρου 93Β.
    ΙΣΤΟΡΙΚΟ – ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ:
    Οι ενώσεις μας εκπροσωπούν το μεγαλύτερο μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας και δήλωσαν, αφενός μεν, από την αρχή την πρόθεσή τους να συνδράμουν με κάθε δυνατό τρόπο στη διαμόρφωση των οριστικών κανόνων, ώστε αυτοί να είναι εφαρμόσιμοι από το σύνολο των εμπλεκομένων φορέων, αφετέρου δε εντόπισαν πλείστα προβλήματα που δεν επέτρεπαν την ουσιαστική απαίτηση της σχετικής διατάξεως περί αυτοματοποιημένης τήρησης και παρακαλούθησης του εν λόγω μητρώου. Υπεβλήθησαν δε υπομνήματα τόσο μεμονωμένα όσο και από κοινού.
    Στα πλαίσια αυτά, κατατέθηκε στις 10.05.2024 υπόμνημα των υποβαλλόντων και το παρόν υπόμνημα φορέων (ΣΕΑΟΠ, ΕΝΕΑΠ, ΕΝΑΠΑΠΕ, Ένωση Super Market Ελλάδος, ΕΔΕΟΠ) σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων Lotify (Συνημμένο 1) στο Γραφείο του Υφυπουργού Οικονομικών ( Αρ. Πρωτ. Υπ. Οικονομικών 64889/10.5.204) και στην ΑΑΔΕ (Αρ. Πρωτ. ΑΑΔΕ 0000609/10.5.2024) και εστάλη με email και στη α) Γενική Διεύθυνση Τελωνείων & ΕΦΚ./Υπόψη κ. Μουρτίδη και β) στη Δ/νση ΕΦΚ & ΦΠΑ /Υπόψη κ.Λάμπρου, διευκρινίζοντας τα τεχνικά ζητήματα και τις δυσκολίες που ανακύπτουν.
    Με κοινή πρωτοβουλία των αρμοδίων Φορέων, μετά από διευρυμένη σύσκεψη στο Υπουργείο παρουσία και του Υφυπουργού κ. Θεοχάρη αλλά και του Διοικητή της ΑΑΔΕ κ. Πιτσιλή αλλά και επί μέρους συναντήσεις των ανωτέρω φορέων, συνεστήθη άτυπη ομάδα εργασίας για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών ( ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024 – Συνημμένο 2). H ομάδα θα έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο της έως την 15/11/2024 με την υποβολή σχετικής πρότασης στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ.
    Μετά τις εποικοδομητικές συζητήσεις, μεταξύ των φορέων του Υπουργείου και των επιτηδευματιών, συντάχθηκε, δεδομένου ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι κατέληξαν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει έτοιμη να εφαρμοστεί αυτοματοποιημένη λύση, σχετικό κοινό πόρισμα με το οποίο, ουσιαστικά τονιζόταν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, η αδυναμία ανεύρεσης τεχνικής λύσης η οποία θα καθιστούσε εφικτή την αυτοματοποίηση των καταχωρίσεων.Συγκεκριμένα με το εν λόγω πόρισμα (Συνημμένο 3), όπως αναγράφεται στο σχετικό πρακτικό κρίθηκε ότι: «Στην εν λόγω συνάντηση βάσει των τοποθετήσεων των εκπρόσωπων των φορέων προέκυψαν τα ακόλουθα:
    Α. Ως προς τις τεχνικές λύσεις για την αυτοματοποίηση των καταχωρήσεων των συναλλαγών στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών, λαμβάνοντας επιπλέον, την μη ύπαρξη υποχρέωσης εκ μέρους της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών:
    1. Η τεχνική λύση που προϋποθέτει την χρήση barcode/QR code ήτοι ενσωμάτωση σε ενιαίο barcode (EAN 128 ή QR Code) της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας μαζί με το μοναδικό barcode, ο οποίος αφορά στον κωδικό πώλησης του είδους δεν μπορεί να υποστηριχθεί από τους φορείς του α ́ σταδίου της εφοδιαστικής αλυσίδας (παραγωγοί, εισαγωγείς από τρίτες χώρες και παραλήπτες από άλλα κ-μ) λόγω του μεγάλου κόστους που πρέπει αυτοί να αναλάβουν
    2. Η εναλλακτική τεχνική λύση που προϋποθέτει την λήψη του Lot number με μηχανικά
    μέσα, δεν είναι, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, τεχνικά και πρακτικά εφαρμόσιμη.

    Β. Ως προς την χειροκίνητη καταχώρηση των συναλλαγών στην εφαρμογή του Συστήματος
    Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών, είναι αδύνατο να υποστηριχθεί από την πλειονότητα των επιχειρήσεων, ενώ επιπλέον ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων και κατ ́ επέκταση την εφαρμογή του σχετικού κυρωτικού πλαισίου.
    Ειδικότερα, από τους εκπροσώπους/μέλη της Ένωσης Διακινητών Εμπόρων Οίνων & Ποτών καθώς και της Ένωσης Super Market Ελλάδος επισημάνθηκε ότι οι εν λόγω επιτηδευματίες συνήθως εμπορεύονται ποτά της ίδιας κατηγορίας και εμπορικής ονομασίας τα οποία διαθέτουν διαφορετικούς αριθμούς ένδειξης παρτίδας. Ως εκ τούτου η χειροκίνητη καταχώριση των αριθμών των ενδείξεων παρτίδων καθίσταται οικονομικά ασύμφορη για τις εν λόγω επιχειρήσεις με ότι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητά τους.»
    Ενώ ως προς το ισχύον νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο κρίθηκε ότι:
    «Γ. Ως προς το ισχύον νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο.
    1. Οι κατηγορίες των συναλλαγών (όπως οι εισερχόμενες/ εξερχόμενες κινήσεις) που θα πρέπει καταχωρίζονται στο ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών να μπορούν να καθορίζονται στο κανονιστικό πλαίσιο και όχι στην διάταξη του νόμου (άρθρο 93Β του ν.2960/2001), προκειμένου να υπάρχει η ευελιξία και η δυνατότητα σταδιακής ένταξη των συναλλαγών που θα προβλέπεται να καταχωρίζονται, λαμβάνοντας υπόψη και τις εξελίξεις ως προς τις τεχνικές δυνατότητες καταχωρήσεων των συναλλαγών με αυτοματοποιημένο τρόπο.
    2. Η υποχρέωση καταχώρισης στο ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών των εξερχόμενων κινήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο κανονιστικό πλαίσιο, ήτοι:
    ✓ η καταχώριση στοιχείων στην περίπτωση εξαγωγής, αποστολής σε άλλο κ-μ, εφοδιασμού
    πλοίων και αεροσκαφών καθώς και
    ✓ η καταχώριση στοιχείων των χονδρικών πωλήσεων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε υπηρεσίες εστίασης δεν προσφέρουν ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία ως προς τον έλεγχο της νόμιμης κυκλοφορίας των ποτών στο εσωτερικό της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη ότι η βασική πληροφόρηση σχετικά με τη νομιμότητα της κυκλοφορίας των εν λόγω προϊόντων, βάσει των ενδείξεων παρτίδας, κατά τη διενέργεια των ελέγχων υφίσταται από την καταχώριση των εισερχόμενων κινήσεων ήτοι της εγχώριας παραγωγής, της εισαγωγής από Τρίτη χώρα ή της παραλαβής αλκοολούχων προϊόντων από τα άλλα κ-μ. Συγκεκριμένα, βάσει της πρόσβασης των ελεγκτικών αρχών, στις συναλλαγές που καταχωρούνται ως εισερχόμενες κινήσεις (εισαγωγή, παραλαβή από άλλο κράτος μέλος, παραγωγή-μεταποίηση) με βάση την ένδειξη παρτίδας Lot, υφίσταται ένα σημαντικό εργαλείο
    για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου καθώς μπορεί να διαπιστωθεί άμεσα εάν το συγκεκριμένο αλκοολούχο προϊόν (φιάλη) που ελέγχεται έχει κυκλοφορήσει νόμιμα στη χώρα μας, ήτοι εάν έχουν καταβληθεί οι δασμοί και οι φόροι».
    Δεδομένων, λοιπόν, των ανωτέρω αδυναμιών και δεδομένου ότι η κατάργηση της σχετικής υποχρέωσης θα απαιτούσε νομοθετική ρύθμιση, κρίθηκε, καθότι αναμενόταν η θέσπιση νέου Τελωνειακού Κώδικα, όπου δε θα περιλαμβανόταν η ανωτέρω υποχρέωση δήλωσης των σχετικών στοιχείων, ως προσφορότερη λύση η χορήγηση σχετικής παράτασης έναρξης εφαρμογή των προβλεπόμενων στο άρθρο 93Β του Τελωνειακού Κώδικα, μέχρι την οριστική διευθέτηση του εν λόγω ζητήματος από τον Νέο Τελωνειακό Κώδικα (διά της απαλοιφής της σχετικής διάταξης). Για το λόγο αυτό, δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ (ΦΕΚ Β ́ 7021/20.12.2024) η απόφαση Α. 1183 /18-12-2024, με την οποία τροποποιήθηκε η υπ’ αριθ. Α.1263/23-12-2021 κοινή απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ με θέμα «Τήρηση Ηλεκτρονικού Μητρώου Επιτηδευματιών Αλκοολούχων Ποτών και εφαρμογή Ηλεκτρονικού Συστήματος Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών» και με την οποία ορίσθηκε ότι η υποχρέωση καταχώρισης στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών των
    εξερχόμενων κινήσεων αρχίζει από 31/12/2025.

    ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ:
    Στο άρθρο 94 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα αναφέρεται ότι: «Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία
    σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.» Στην δε παράγραφο 44 του άρθρου 196 του εν λόγω νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρούνται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 94. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.»

    Με τις εν λόγω προτεινόμενες διατάξεις, σε αντίθεση με όσα συζητήθηκαν και προέκυψαν στη διάρκεια των συνεδριάσεων της ανωτέρω ομάδας εργασίας, και τα οποία συνηγορούσαν όχι στη διατήρηση αλλά στην κατάργηση της σχετικής διάταξης περί αυτοματοποιημένης καταχώρησης, ακριβώς για το λόγο που προκύπτει και από τα πρακτικά των εν λόγω συνεδριάσεων, παραμένει σε ισχύ μία διάταξη, η αδυναμία της εφαρμογής της οποίας είχε ήδη επιβεβαιωθεί. Η εν λόγω απαίτηση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που να καθιστά εφικτή τη διαβίβαση της σχετικής πληροφορίας, πολλώ δε μάλλον με ηλεκτρονικό τρόπο, αν και εφόσον παραμείνει δεν μπορεί να εφαρμοσθεί τεχνικά, πολλώ δε μάλλον αυτοματοποιημένα. Εξ αυτού του λόγου, κατόπιν ενδελεχούς εξέτασης, το κοινό πόρισμα της εν λόγω ομάδας εργασίας ήταν η μη ύπαρξη, τη δεδομένη χρονική στιγμή, τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών. Μάλιστα, όπως διευκρινίσθηκε και κατά τις συναντήσεις της ομάδας εργασίας πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ως εκ τούτου εκλείπει και η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης σε κάποια βάση δεδομένων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση ανάκτησης της σχετικής πληροφορίας.
    Προς ενημέρωση σας, επικαλούμαστε, εκ νέου, το σύνολο των σχετικών δυσκολιών και προβλημάτων που ανακύπτουν σε περίπτωση ψήφισης και εφαρμογής της σχετικής διάταξης και καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση των διατάξεων για την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ταυτοποίησης των αλκοολούχων ποτών.
    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής:
    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα λάθους καταχώρισης,
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (Σημείωση των Yπηρεσιών: η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίσταται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να καταχωρηθεί.
    • οι παραδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένες
    περιπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο χονδρικό
    εμπόριο, προκαλείται ανάγκη πρόσληψης επιπλέον, ειδικευμένου προσωπικού για την
    καταγραφή των Lot, με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους,
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl
    (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών
    logistics, αφετέρου θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους αποθήκευσης και διακίνησης,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική
    συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των
    παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή
    των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο
    ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων
    καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot
    number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται
    σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους
    προμηθευτές,
    • προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών
    εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν –
    εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων
    παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας.
    Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.
    • η καταχώριση και των εξαγωγών – αποστολών με AAD θα δημιουργήσει σύγχυση και
    μπέρδεμα, ενώ ορθά είχε εξαιρεθεί από την αρχή. Προσετέθη από το Τελωνείο κατά την
    τελευταία συνάντηση της επιτροπής.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των
    πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    • στο επίπεδο των Σούπερ Μάρκετ (SM):
    – δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλκοολούχων ποτών είναι
    «αργοκίνητοι» και εποχιακοί κωδικοί, η μονάδα μέτρησης στην παραγγελία /
    παραλαβή από την εκάστοτε αλυσίδα SM, είναι διαφορετική από την μονάδα
    μέτρησης πώλησης στο κατάστημα (π.χ. η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής στα
    κέντρα διανομής στους πιο δημοφιλείς κωδικούς όπως το ουίσκι, μπορεί να είναι
    ολόκληρη παλέτα αλλά στους πιο «αργοκίνητους» κωδικούς το κιβώτιο),
    – δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση από τον προμηθευτή, ακόμα και στους πιο
    δημοφιλείς κωδικούς, για τους οποίους η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής είναι η
    παλέτα, το σύνολο των κιβωτιών να έχουν το ίδιο LOT. Συνεπώς και στις
    παραγγελίες που πραγματοποιούνται σε επίπεδο παλέτας, θα πρέπει το κέντρο
    διανομής να ελέγξει και να καταγράψει το LOT του εκάστοτε κωδικού σε επίπεδο
    τεμαχίου,
    – λόγω της μεγάλης αξίας αποθεμάτων αλλά και του υψηλού ρίσκου κλοπής, τα
    καταστήματα παραγγέλνουν από τα Κέντρα Διανομής, σε επίπεδο τεμαχίου σε πάνω
    από το 80% των σχετικών αλκοολούχων κωδικών.
    – σε ένα κανονικό ράφι καταστήματος, ένα κωδικός μπορεί να έχει απόθεμα, κατά
    μέσο όρο, από 6 έως 12 φιάλες. Εφόσον τα καταστήματα παραγγέλνουν σε επίπεδο
    τεμαχίου, τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει πολύ παραπάνω από ένα LOT για τις 6
    έως 12 φιάλες.
    – η καταγραφή του LOT προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες κατά την τιμολόγηση στο
    ταμείο για τις χονδρικές πωλήσεις, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει η
    δυνατότητα λήψης αυτού με μηχανικά μέσα (σκανάρισμα των φιαλών). Με το χέρι
    στο ταμειακό σύστημα της εταιρείας, κατά τη διαδικασία έκδοσης του τιμολογίου
    χονδρικής πώλησης θα προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις για τις
    καταχωρίσεις, ενώ η χειροκίνητη καταγραφή από μόνη της, αυξάνει το ρίσκο της
    λανθασμένης καταχώρισης.
    – Το ίδιο ακριβώς ως άνω πρόβλημα δημιουργείται και στις πωλήσεις EX VAN,
    ακρίβεια κατά την ανάγνωση – ορθή καταγραφή – σημαντικές καθυστερήσεις.

    Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκύπτει ότι :
    • δεν υφίσταται δυνατότητα βάσει της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, συγκεκριμένης
    κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών,
    • η ένδειξη παρτίδας δεν είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων διαθέσιμη στην
    εφοδιαστική αλυσίδα επί των παραστατικών διακίνησης,
    • δεν υφίσταται δυνατότητα η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά
    μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), και εν γένει προκαλούνται:
    α) σημαντικές δυσχέρειες και κίνδυνοι ως προς την ορθή καταχώριση των στοιχείων
    στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και
    β) υψηλό διαχειριστικό κόστος για τις επιχειρήσεις (πρόσθετο προσωπικό για
    καταγραφή και διαχείριση-παρακολούθηση των προϊόντων ανά ένδειξη παρτίδας κατά την
    αποθήκευση, την ανασυσκευασία και την τιμολόγησή τους) καθώς και σημαντικές
    καθυστερήσεις των συναλλαγών.

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
    Όπως εκφράσθηκε στις συναντήσεις της Ομάδας Εργασίας και επαναφέρουμε και με το παρόν υπόμνημα, δεδομένων των τεχνικών ελλείψεων, της μη ύπαρξης υποχρέωσης εκ μέρους της της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών, της μη ύπαρξης δυνατότητας η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), δεν μπορούμε, παρά το γεγονός ότι επιθυμούμε σφόδρα, να ανταποκριθούμε στο σύνολό τους στις ανωτέρω απαιτήσεις, οιαδήποτε δε εφαρμογή μη τεχνικών λύσεων (χειροκίνητης καταχώρισης) ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων, γεγονός το οποίο θα επάγεται αφενός μεν δυσχέρειες στο ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών σας, αφετέρου δε θα δημιουργεί, για απλά σφάλματα καταχώρισης, κινδύνους ενδεχομένως αποδιδόμενης κατηγορίας περί λαθρεμπορίας στους εκπροσώπους των μελών μας. Και μάλιστα λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι λόγω της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της έναρξης υποχρεωτικής εφαρμογής του ψηφιακού δελτίου αποστολής, οι ελεγκτικές αρχές αλλά και η Φορολογική Διοίκηση είναι δη ενήμερες, σε πραγματικό χρόνο, για το σύνολο των διακινήσεων εμπορεύσιμων αγαθών που πραγματοποιούνται εντός της Επικράτειας και μάλιστα πριν την έναρξη της φυσικής μετακίνησης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δια μίας απλής επεξεργασίας των διαβιβασθέντων δεδομένων μπορεί ανά πάσα στιγμή οιαδήποτε Ελεγκτική Αρχή να γνωρίζει ποσότητες και κωδικούς που πουλήθηκαν ή διακινήθηκαν. Και τούτο διότι στο επίπεδο του παρόχου ηλεκτρονικής τιμολόγησης το σύνολο των πληροφοριών της συναλλαγής είναι άμεσα διαθέσιμο σε επίπεδο κωδικού και όχι απλώς συναλλασσόμενου.
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις πλείστες συζητήσεις, προτείνουμε, την απόσυρση της εν λόγω διάταξης. Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της
    τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:
    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή
    λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες από την SPEU, έχει αρχίσει
    συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος
    παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα
    χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με
    το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία, ειδικά για τίς μικρότερες Ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες δεν μπορούν να το αντέξουν.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που
    αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την ανεύρεση του
    αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο
    έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ) να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών
    αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε
    παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί
    στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.
    Δηλώνοντας για μία ακόμη φορά ότι είμαστε στην διάθεσή σας με κάθε μέσο, ευελπιστούμε ότι οι ανωτέρω ρεαλιστικές μας προτάσεις θα γίνουν δεκτές.

  • ΣΧΕΤΙΚΑ ΤΗΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 94 ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ

    Διά του παρόντος και εξ αιτίας του νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα,
    επανερχόμαστε στο ήδη αναλυθέν διεξοδικώς με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου και της ΑΑΔΕ και, κατά την κρίση μας, κατόπιν αγαστής συνεργασίας με τα στελέχη των Υπηρεσιών σας, οριστικώς επιλυθέν, από την πλευρά της δυνατότητας υλοποίησης, ζήτημα, επιφυλασσόμενης της σχετικής νομοθετικής διευθέτησης, σχετικά με την δυνατότητα ή μη, καθιέρωσης και παρακολούθησης ενός αυτοματοποιημένου ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών με βάση την ένδειξη παρτίδας.
    ΙΣΤΟΡΙΚΟ:
    Στον τομέα των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το έτος 2020, ένα νομοθετικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών. Με το άρθρο 5 ν. 4758/2020,ΦΕΚ Α 242 προστέθηκε το άρθρο 93Β στον Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2021). Με το εν λόγω άρθρο εισήχθη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι: «1. Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, την παραγωγή, τη
    μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της Χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του Συστήματος Ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν τις πράξεις
    του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93Α. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρισης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα
    στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.».
    Με το άρθρο 81 παρ. 3 του ανωτέρω νόμου ν. 4758/2020 ορίσθηκε επιπλέον, ότι η ισχύς του άρθρου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών, η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οποίου καθορίζεται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην σχετική παράγραφο του άρθρου 93Β.

    ΙΣΤΟΡΙΚΟ – ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ:
    Οι ενώσεις μας εκπροσωπούν το μεγαλύτερο μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας και
    δήλωσαν, αφενός μεν, από την αρχή την πρόθεσή τους να συνδράμουν με κάθε δυνατό τρόπο στη διαμόρφωση των οριστικών κανόνων, ώστε αυτοί να είναι εφαρμόσιμοι από το σύνολο τωνεμπλεκομένων φορέων, αφετέρου δε εντόπισαν πλείστα προβλήματα που δεν επέτρεπαν την ουσιαστική απαίτηση της σχετικής διατάξεως περί αυτοματοποιημένης τήρησης και παρακαλούθησης του εν λόγω μητρώου. Υπεβλήθησαν δε υπομνήματα τόσο μεμονωμένα όσο και από κοινού.
    Στα πλαίσια αυτά, κατατέθηκε στις 10.05.2024 υπόμνημα των υποβαλλόντων και το παρόν υπόμνημα φορέων (ΣΕΑΟΠ, ΕΝΕΑΠ, ΕΝΑΠΑΠΕ, Ένωση Super Market Ελλάδος,
    ΕΔΕΟΠ) σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων Lotify (Συνημμένο 1) στο Γραφείο του Υφυπουργού Οικονομικών ( Αρ. Πρωτ. Υπ. Οικονομικών 64889/10.5.204) και στην ΑΑΔΕ (Αρ. Πρωτ. ΑΑΔΕ 0000609/10.5.2024) και εστάλη με email και στη α) Γενική Διεύθυνση Τελωνείων & ΕΦΚ./Υπόψη κ. Μουρτίδη και β) στη Δ/νση ΕΦΚ & ΦΠΑ /Υπόψη κ.Λάμπρου, διευκρινίζοντας τα τεχνικά ζητήματα και τις δυσκολίες που ανακύπτουν. Με κοινή πρωτοβουλία των αρμοδίων Φορέων, μετά από διευρυμένη σύσκεψη στο Υπουργείο παρουσία και του Υφυπουργού κ. Θεοχάρη αλλά και του Διοικητή της ΑΑΔΕ κ. Πιτσιλή αλλά και επί μέρους συναντήσεις των ανωτέρω φορέων, συνεστήθη άτυπη ομάδα εργασίας για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών ( ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024 – Συνημμένο 2). H ομάδα θα έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο της έως την 15/11/2024 με την υποβολή σχετικής πρότασης στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ.
    Μετά τις εποικοδομητικές συζητήσεις, μεταξύ των φορέων του Υπουργείου και των επιτηδευματιών, συντάχθηκε, δεδομένου ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι κατέληξαν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει έτοιμη να εφαρμοστεί αυτοματοποιημένη λύση, σχετικό κοινό πόρισμα με το οποίο, ουσιαστικά τονιζόταν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, η αδυναμία ανεύρεσης τεχνικής λύσης η οποία θα καθιστούσε εφικτή την αυτοματοποίηση των καταχωρίσεων.
    Συγκεκριμένα με το εν λόγω πόρισμα (Συνημμένο 3), όπως αναγράφεται στο σχετικόπρακτικό κρίθηκε ότι: «Στην εν λόγω συνάντηση βάσει των τοποθετήσεων των εκπρόσωπων των φορέων προέκυψαν τα ακόλουθα:
    Α. Ως προς τις τεχνικές λύσεις για την αυτοματοποίηση των καταχωρήσεων των συναλλαγών στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών, λαμβάνοντας επιπλέον, την μη ύπαρξη υποχρέωσης εκ μέρους της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών:
    1. Η τεχνική λύση που προϋποθέτει την χρήση barcode/QR code ήτοι ενσωμάτωση σε ενιαίο barcode (EAN 128 ή QR Code) της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας μαζί με το μοναδικό barcode, ο οποίος αφορά στον κωδικό πώλησης του είδους δεν μπορεί να υποστηριχθεί από τους φορείς του α ́ σταδίου της εφοδιαστικής αλυσίδας (παραγωγοί, εισαγωγείς από τρίτες χώρες και παραλήπτες από άλλα κ-μ) λόγω του μεγάλου κόστους που πρέπει αυτοί να αναλάβουν
    2. Η εναλλακτική τεχνική λύση που προϋποθέτει την λήψη του Lot number με μηχανικά μέσα, δεν είναι, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, τεχνικά και πρακτικά εφαρμόσιμη.
    Β. Ως προς την χειροκίνητη καταχώρηση των συναλλαγών στην εφαρμογή του Συστήματος Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών, είναι αδύνατο να υποστηριχθεί από την πλειονότητα των επιχειρήσεων, ενώ επιπλέον ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων και κατ ́ επέκταση την εφαρμογή του σχετικού κυρωτικού πλαισίου. Ειδικότερα, από τους εκπροσώπους/μέλη της Ένωσης Διακινητών Εμπόρων Οίνων & Ποτών καθώς και της Ένωσης Super Market Ελλάδος επισημάνθηκε ότι οι εν λόγω επιτηδευματίες συνήθως εμπορεύονται ποτά της ίδιας κατηγορίας και εμπορικής ονομασίας τα οποία διαθέτουν διαφορετικούς αριθμούς ένδειξης παρτίδας. Ως εκ τούτου η χειροκίνητη καταχώριση των αριθμών των ενδείξεων παρτίδων καθίσταται οικονομικά ασύμφορη για τις εν λόγω επιχειρήσεις
    με ότι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητά τους.»
    Ενώ ως προς το ισχύον νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο κρίθηκε ότι:
    «Γ. Ως προς το ισχύον νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο.
    1. Οι κατηγορίες των συναλλαγών (όπως οι εισερχόμενες/ εξερχόμενες κινήσεις) που θα πρέπει καταχωρίζονται στο ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών να μπορούν να καθορίζονται στο κανονιστικό πλαίσιο και όχι στην διάταξη του νόμου (άρθρο 93Β του ν.2960/2001), προκειμένου να υπάρχει η ευελιξία και η δυνατότητα σταδιακής ένταξη των συναλλαγών που θα προβλέπεται να καταχωρίζονται, λαμβάνοντας υπόψη και τις εξελίξεις ως προς τις τεχνικές δυνατότητες καταχωρήσεων των συναλλαγών με αυτοματοποιημένο τρόπο.
    2. Η υποχρέωση καταχώρισης στο ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών των εξερχόμενων κινήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο κανονιστικό πλαίσιο, ήτοι: ✓ η καταχώριση στοιχείων στην περίπτωση εξαγωγής, αποστολής σε άλλο κ-μ, εφοδιασμού πλοίων και αεροσκαφών καθώς και ✓ η καταχώριση στοιχείων των χονδρικών πωλήσεων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε υπηρεσίες εστίασης δεν προσφέρουν ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία ως προς τον έλεγχο της νόμιμης κυκλοφορίας των ποτών στο εσωτερικό της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη ότι η βασική πληροφόρηση σχετικά με τη νομιμότητα της κυκλοφορίας των εν λόγω προϊόντων, βάσει των ενδείξεων παρτίδας, κατά τη
    διενέργεια των ελέγχων υφίσταται από την καταχώριση των εισερχόμενων κινήσεων ήτοι της εγχώριας παραγωγής, της εισαγωγής από Τρίτη χώρα ή της παραλαβής αλκοολούχων προϊόντων από τα άλλα κ-μ. Συγκεκριμένα, βάσει της πρόσβασης των ελεγκτικών αρχών, στις συναλλαγές που καταχωρούνται ως εισερχόμενες κινήσεις (εισαγωγή, παραλαβή από άλλο κράτος μέλος,
    παραγωγή-μεταποίηση) με βάση την ένδειξη παρτίδας Lot, υφίσταται ένα σημαντικό εργαλείο για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου καθώς μπορεί να διαπιστωθεί άμεσα εάν το συγκεκριμένο αλκοολούχο προϊόν (φιάλη) που ελέγχεται έχει κυκλοφορήσει νόμιμα στη χώρα μας, ήτοι εάν έχουν καταβληθεί οι δασμοί και οι φόροι» Δεδομένων, λοιπόν, των ανωτέρω αδυναμιών και δεδομένου ότι η κατάργηση της σχετικής υποχρέωσης θα απαιτούσε νομοθετική ρύθμιση, κρίθηκε, καθότι αναμενόταν η θέσπιση νέου Τελωνειακού Κώδικα, όπου δε θα περιλαμβανόταν η ανωτέρω υποχρέωση δήλωσης των σχετικών στοιχείων, ως προσφορότερη λύση η χορήγηση σχετικής παράτασης έναρξης εφαρμογή των προβλεπόμενων στο άρθρο 93Β του Τελωνειακού Κώδικα, μέχρι την οριστική διευθέτηση του εν λόγω ζητήματος από τον Νέο Τελωνειακό Κώδικα (διά της
    απαλοιφής της σχετικής διάταξης). Για το λόγο αυτό, δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ (ΦΕΚ Β ́ 7021/20.12.2024) η απόφαση Α. 1183 /18-12-2024, με την οποία τροποποιήθηκε η υπ’ αριθ. Α.1263/23-12-2021 κοινή απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ με θέμα «Τήρηση Ηλεκτρονικού
    Μητρώου Επιτηδευματιών Αλκοολούχων Ποτών και εφαρμογή Ηλεκτρονικού Συστήματος Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών» και με την οποία ορίσθηκε ότι η υποχρέωση καταχώρισης στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών των εξερχόμενων κινήσεων αρχίζει από 31/12/2025.

    ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ:
    Στο άρθρο 94 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα αναφέρεται ότι: «Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς
    κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν
    λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.»
    Στην δε παράγραφο 44 του άρθρου 196 του εν λόγω νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρούνται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 94. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας
    έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.»

    Με τις εν λόγω προτεινόμενες διατάξεις, σε αντίθεση με όσα συζητήθηκαν και
    προέκυψαν στη διάρκεια των συνεδριάσεων της ανωτέρω ομάδας εργασίας, και τα οποία συνηγορούσαν όχι στη διατήρηση αλλά στην κατάργηση της σχετικής διάταξης περί αυτοματοποιημένης καταχώρησης, ακριβώς για το λόγο που προκύπτει και από τα πρακτικά των εν λόγω συνεδριάσεων, παραμένει σε ισχύ μία διάταξη, η αδυναμία της εφαρμογής της οποίας είχε ήδη επιβεβαιωθεί.
    Η εν λόγω απαίτηση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που να καθιστά εφικτή τη διαβίβαση της σχετικής πληροφορίας, πολλώ δε μάλλον με ηλεκτρονικό τρόπο, αν και εφόσον παραμείνει δεν μπορεί να εφαρμοσθεί τεχνικά, πολλώ δε μάλλον αυτοματοποιημένα. Εξ αυτού του λόγου, κατόπιν ενδελεχούς εξέτασης, το κοινό πόρισμα της εν λόγω ομάδας εργασίας ήταν η μη ύπαρξη, τη δεδομένη χρονική στιγμή, τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας
    στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών. Μάλιστα, όπως
    διευκρινίσθηκε και κατά τις συναντήσεις της ομάδας εργασίας πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ως εκ τούτου εκλείπει και η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης σε κάποια βάση δεδομένων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση ανάκτησης της σχετικής πληροφορίας.
    Προς ενημέρωση σας, επικαλούμαστε, εκ νέου, το σύνολο των σχετικών δυσκολιών και προβλημάτων που ανακύπτουν σε περίπτωση ψήφισης και εφαρμογής της σχετικής διάταξης και καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση των διατάξεων για την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ταυτοποίησης των αλκοολούχων ποτών.
    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής:
    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και
    αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα λάθους καταχώρισης,
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η
    υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (Σημείωση των Yπηρεσιών: η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίστται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση
    καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να
    καταχωρηθεί.
    • οι παραδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένεςπεριπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο χονδρικό
    εμπόριο, προκαλείται ανάγκη πρόσληψης επιπλέον, ειδικευμένου προσωπικού για την καταγραφή των Lot, με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους,
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών logistics, αφετέρου θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους αποθήκευσης και διακίνησης,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική
    συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των
    παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή
    των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων
    καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot
    number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται
    σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους
    προμηθευτές,
    • προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών
    εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν –
    εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων
    παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας.
    Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.

    7
    • η καταχώριση και των εξαγωγών – αποστολών με AAD θα δημιουργήσει σύγχυση και
    μπέρδεμα, ενώ ορθά είχε εξαιρεθεί από την αρχή. Προσετέθη από το Τελωνείο κατά την
    τελευταία συνάντηση της επιτροπής.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των
    πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    • στο επίπεδο των Σούπερ Μάρκετ (SM):
    – δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλκοολούχων ποτών είναι
    «αργοκίνητοι» και εποχιακοί κωδικοί, η μονάδα μέτρησης στην παραγγελία /
    παραλαβή από την εκάστοτε αλυσίδα SM, είναι διαφορετική από την μονάδα
    μέτρησης πώλησης στο κατάστημα (π.χ. η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής στα
    κέντρα διανομής στους πιο δημοφιλείς κωδικούς όπως το ουίσκι, μπορεί να είναι ολόκληρη παλέτα αλλά στους πιο «αργοκίνητους» κωδικούς το κιβώτιο),
    – δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση από τον προμηθευτή, ακόμα και στους πιο δημοφιλείς κωδικούς, για τους οποίους η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής είναι η παλέτα, το σύνολο των κιβωτιών να έχουν το ίδιο LOT. Συνεπώς και στις παραγγελίες που πραγματοποιούνται σε επίπεδο παλέτας, θα πρέπει το κέντρο διανομής να ελέγξει και να καταγράψει το LOT του εκάστοτε κωδικού σε επίπεδο τεμαχίου,
    – λόγω της μεγάλης αξίας αποθεμάτων αλλά και του υψηλού ρίσκου κλοπής, τα
    καταστήματα παραγγέλνουν από τα Κέντρα Διανομής, σε επίπεδο τεμαχίου σε πάνω
    από το 80% των σχετικών αλκοολούχων κωδικών.
    – σε ένα κανονικό ράφι καταστήματος, ένα κωδικός μπορεί να έχει απόθεμα, κατά μέσο όρο, από 6 έως 12 φιάλες. Εφόσον τα καταστήματα παραγγέλνουν σε επίπεδο τεμαχίου, τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει πολύ παραπάνω από ένα LOT για τις 6 έως 12 φιάλες.
    – η καταγραφή του LOT προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες κατά την τιμολόγηση στο
    ταμείο για τις χονδρικές πωλήσεις, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει η
    δυνατότητα λήψης αυτού με μηχανικά μέσα (σκανάρισμα των φιαλών). Με το χέρι
    στο ταμειακό σύστημα της εταιρείας, κατά τη διαδικασία έκδοσης του τιμολογίου χονδρικής πώλησης θα προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις για τις καταχωρίσεις, ενώ η χειροκίνητη καταγραφή από μόνη της, αυξάνει το ρίσκο της λανθασμένης καταχώρισης.
    – Το ίδιο ακριβώς ως άνω πρόβλημα δημιουργείται και στις πωλήσεις EX VAN,
    ακρίβεια κατά την ανάγνωση – ορθή καταγραφή – σημαντικές καθυστερήσεις.

    Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκύπτει ότι :
    • δεν υφίσταται δυνατότητα βάσει της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών,
    • η ένδειξη παρτίδας δεν είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων διαθέσιμη στην εφοδιαστική αλυσίδα επί των παραστατικών διακίνησης,
    • δεν υφίσταται δυνατότητα η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), και εν γένει προκαλούνται:
    α) σημαντικές δυσχέρειες και κίνδυνοι ως προς την ορθή καταχώριση των στοιχείων
    στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και
    β) υψηλό διαχειριστικό κόστος για τις επιχειρήσεις (πρόσθετο προσωπικό για
    καταγραφή και διαχείριση-παρακολούθηση των προϊόντων ανά ένδειξη παρτίδας κατά την αποθήκευση, την ανασυσκευασία και την τιμολόγησή τους) καθώς και σημαντικές καθυστερήσεις των συναλλαγών.

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
    Όπως εκφράσθηκε στις συναντήσεις της Ομάδας Εργασίας και επαναφέρουμε και με
    το παρόν υπόμνημα, δεδομένων των τεχνικών ελλείψεων, της μη ύπαρξης υποχρέωσης εκ μέρους της της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών, της μη ύπαρξης δυνατότητας η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), δεν μπορούμε, παρά το γεγονός ότι επιθυμούμε σφόδρα, να ανταποκριθούμε στο σύνολό τους στις ανωτέρω απαιτήσεις, οιαδήποτε δε εφαρμογή μη τεχνικών λύσεων (χειροκίνητης καταχώρισης) ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων, γεγονός το οποίο θα επάγεται αφενός μεν δυσχέρειες στο ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών σας, αφετέρου δε θα δημιουργεί, για απλά σφάλματα καταχώρισης, κινδύνους ενδεχομένως αποδιδόμενης κατηγορίας περί λαθρεμπορίας στους εκπροσώπους των μελών μας. Και μάλιστα λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι λόγω της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της έναρξης υποχρεωτικής εφαρμογής
    του ψηφιακού δελτίου αποστολής, οι ελεγκτικές αρχές αλλά και η Φορολογική Διοίκηση είναι ήδη ενήμερες, σε πραγματικό χρόνο, για το σύνολο των διακινήσεων εμπορεύσιμων αγαθών που πραγματοποιούνται εντός της Επικράτειας και μάλιστα πριν την έναρξη της φυσικής μετακίνησης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δια μίας απλής επεξεργασίας των διαβιβασθέντων
    δεδομένων μπορεί ανά πάσα στιγμή οιαδήποτε Ελεγκτική Αρχή να γνωρίζει ποσότητες και κωδικούς που πουλήθηκαν ή διακινήθηκαν. Και τούτο διότι στο επίπεδο του παρόχου ηλεκτρονικής τιμολόγησης το σύνολο των πληροφοριών της συναλλαγής είναι άμεσα διαθέσιμο σε επίπεδο κωδικού και όχι απλώς συναλλασσόμενου.
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και
    αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις πλείστες συζητήσεις, προτείνουμε, την απόσυρση της εν λόγω διάταξης.
    Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:
    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες από την SPEU, έχει αρχίσει συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία, ειδικά για τίς μικρότερες
    Ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες δεν μπορούν να το αντέξουν.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την ανεύρεση του αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ) να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.
    Δηλώνοντας για μία ακόμη φορά ότι είμαστε στην διάθεσή σας με κάθε μέσο,
    ευελπιστούμε ότι οι ανωτέρω ρεαλιστικές μας προτάσεις θα γίνουν δεκτές.

    Με εκτίμηση,

    ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΥΤΙΝΙΩΤΗΣ
    ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΣ ΕΔΕΟΠ ΑΘΗΝΩΝ & ΠΕΙΡΑΙΑ

    ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΕΡΥΚΟΥΚΗΣ
    ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΣ ΕΔΕΟΠ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟΠ επί του άρθρου 94
    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης στο σύνολό της και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής:
    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα λάθους καταχώρισης,
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (η υποχρέωση υφίσταται και για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίσταται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να καταχωρηθεί.
    • οι παραδιδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών logistics,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους προμηθευτές,
    • προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν – εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας. Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω πιθανής αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    —————-
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις συζητήσεις στην ομάδα εργασίας που συστάθηκε (με την υπ. αρθμ. ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024) για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών, προτείνουμε, την ΑΠΟΣΥΡΣΥ της εν λόγω διάταξης.
    Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:
    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες, έχει αρχίσει συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την εξεύρεση του αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ) να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:12 | ΕΝΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ

    Σχόλια επί του άρθρου 94 του Νομοσχεδίου
    Στον τομέα των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το έτος 2020, ένα νομοθετικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών.
    Με το άρθρο 5 ν. 4758/2020,ΦΕΚ Α 242 προστέθηκε το άρθρο 93Β στον Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2021). Με το εν λόγω άρθρο εισήχθη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι: «1. Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, την παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της Χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του Συστήματος Ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93Α. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρισης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλε-φθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.».
    Με το άρθρο 81 παρ. 3 του ανωτέρω νόμου ν. 4758/2020 ορίσθηκε επιπλέον, ότι η ισχύς του άρθρου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών, η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οποίου καθορίζεται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην σχετική παράγραφο του άρθρου 93Β.
    Δεδομένων των προβλημάτων που εντοπίζονταν στην εφαρμογή του εν λόγω άρθρου στο σύνολό του, υποβλήθηκαν από τους εμπλεκόμενους φορείς συμπεριλαμβανομένης και της Ένωσής μας υπομνήματα με τα οποία διευκρινίζονταν τα τεχνικά ζητήματα και οι δυσκολίες που ανακύπτουν. Για το λόγο αυτό, συνεστήθη με απόφαση του Γενικού Διευθυντή Τελωνείων άτυπη ομάδα εργασίας για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών (ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024). H ομάδα θα έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο της έως την 15/11/2024 με την υποβολή σχετικής πρότασης στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ.
    Μετά τις εποικοδομητικές συζητήσεις, μεταξύ των φορέων του Υπουργείου και των επιτηδευματιών, συντάχθηκε, δεδομένου ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι κατέληξαν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει έτοιμη να εφαρμοστεί αυτοματοποιημένη λύση, σχετικό κοινό πόρισμα με το οποίο, ουσιαστικά τονιζόταν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, η αδυναμία ανεύρεσης τεχνικής λύσης η οποία θα καθιστούσε εφικτή την αυτοματοποίηση των καταχωρίσεων.
    Στο άρθρο 94 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα αναφέρεται ότι: «Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.»
    Στην δε παράγραφο 44 του άρθρου 196 του εν λόγω νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρούνται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 94. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.»
    Με τις εν λόγω προτεινόμενες διατάξεις, σε αντίθεση με όσα προέκυψαν στη διάρκεια των συνεδριάσεων της ανωτέρω ομάδας εργασίας, και τα οποία συνηγορούσαν όχι στη διατήρηση αλλά στην κατάργηση της σχετικής διάταξης περί αυτοματοποιημένης καταχώρησης, παραμένει σε ισχύ μία διάταξη, η αδυναμία της εφαρμογής της οποίας είχε ήδη επιβεβαιωθεί.
    Η εν λόγω απαίτηση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που να καθιστά εφικτή τη διαβίβαση της σχετικής πληροφορίας, πολλώ δε μάλλον με ηλεκτρονικό τρόπο, αν και εφόσον παραμείνει δεν μπορεί να εφαρμοσθεί τεχνικά, πολλώ δε μάλλον αυτοματοποιημένα. Μάλιστα, όπως διευκρινίσθηκε και κατά τις συναντήσεις της ομάδας εργασίας πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ως εκ τούτου εκλείπει και η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης σε κάποια βάση δεδομένων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση ανάκτησης της σχετικής πληροφορίας.

    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης στο σύνολό της και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής
    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (η υποχρέωση υφίσταται και για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίσταται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να καταχωρηθεί.
    • οι παραδιδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών logistics,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους προμηθευτές, προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν – εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας. Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω πιθανής αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    • Ειδικότερα στο επίπεδο των Σούπερ Μάρκετ (SM):
    – δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλκοολούχων ποτών είναι «αργοκίνητοι» και εποχιακοί κωδικοί, η μονάδα μέτρησης στην παραγγελία / παραλαβή από την εκάστοτε αλυσίδα SM, είναι διαφορετική από την μονάδα μέτρησης πώλησης στο κατάστημα (π.χ. η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής στα κέντρα διανομής στους πιο δημοφιλείς κωδικούς όπως το ουίσκι, μπορεί να είναι ολόκληρη παλέτα αλλά στους πιο «αργοκίνητους» κωδικούς το κιβώτιο), •– δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση από τον προμηθευτή, ακόμα και στους πιο δημοφιλείς κωδικούς, για τους οποίους η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής είναι η παλέτα, το σύνολο των κιβωτιών να έχουν το ίδιο LOT. Συνεπώς και στις παραγγελίες που πραγματοποιούνται σε επίπεδο παλέτας, θα πρέπει το κέντρο διανομής να ελέγξει και να καταγράψει το LOT του εκάστοτε κωδικού σε επίπεδο τεμαχίου,
    – λόγω της μεγάλης αξίας αποθεμάτων αλλά και του υψηλού ρίσκου κλοπής, τα καταστήματα παραγγέλνουν από τα Κέντρα Διανομής, σε επίπεδο τεμαχίου σε πάνω από το 80% των σχετικών αλκοολούχων κωδικών.
    – σε ένα κανονικό ράφι καταστήματος, ένα κωδικός μπορεί να έχει απόθεμα, κατά μέσο όρο, από 6 έως 12 φιάλες. Εφόσον τα καταστήματα παραγγέλνουν σε επίπεδο τεμαχίου, τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει πολύ παραπάνω από ένα LOT για τις 6 έως 12 φιάλες.
    – η καταγραφή του LOT προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες κατά την τιμολόγηση στο ταμείο για τις χονδρικές πωλήσεις, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει η δυνατότητα λήψης αυτού με μηχανικά μέσα (σκανάρισμα των φιαλών). Με το χέρι στο ταμειακό σύστημα της εταιρείας, κατά τη διαδικασία έκδοσης του τιμολογίου χονδρικής πώλησης θα προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις για τις καταχωρίσεις, ενώ η χειροκίνητη καταγραφή από μόνη της, αυξάνει το ρίσκο της λανθασμένης καταχώρισης.
    – Το ίδιο ακριβώς ως άνω πρόβλημα δημιουργείται και στις πωλήσεις EX VAN, ακρίβεια κατά την ανάγνωση – ορθή καταγραφή – σημαντικές καθυστερήσεις

    Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκύπτει ότι :
    • δεν υφίσταται δυνατότητα βάσει της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών,
    • η ένδειξη παρτίδας δεν είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων διαθέσιμη στην εφοδιαστική αλυσίδα επί των παραστατικών διακίνησης,
    • δεν υφίσταται δυνατότητα η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης),
    και εν γένει προκαλούνται:
    α) σημαντικές δυσχέρειες και κίνδυνοι ως προς την ορθή καταχώριση των στοιχείων στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και
    β) υψηλό διαχειριστικό κόστος για τις επιχειρήσεις (πρόσθετο προσωπικό για καταγραφή και διαχείριση-παρακολούθηση των προϊόντων ανά ένδειξη παρτίδας κατά την αποθήκευση, την ανασυσκευασία και την τιμολόγησή τους) καθώς και σημαντικές καθυστερήσεις των συναλλαγών.
    Όπως εκφράσθηκε στις συναντήσεις της Ομάδας Εργασίας και επαναφέρουμε και με το παρόν, δεδομένων των τεχνικών ελλείψεων, της μη ύπαρξης υποχρέωσης εκ μέρους της της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών, της μη ύπαρξης δυνατότητας η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), δεν μπορούμε, παρά το γεγονός ότι επιθυμούμε σφόδρα, να ανταποκριθούμε στο σύνολό τους στις ανωτέρω απαιτήσεις, οιαδήποτε δε εφαρμογή μη τεχνικών λύσεων (χειροκίνητης καταχώρισης) ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων, γεγονός το οποίο θα επάγεται αφενός μεν δυσχέρειες στο ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών σας, αφετέρου δε θα δημιουργεί, για απλά σφάλματα καταχώρισης, κινδύνους ενδεχομένως αποδιδόμενης κατηγορίας περί λαθρεμπορίας στους εκπροσώπους των μελών μας. Και μάλιστα λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι λόγω της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της έναρξης υποχρεωτικής εφαρμογής του ψηφιακού δελτίου αποστολής, οι ελεγκτικές αρχές αλλά και η Φορολογική Διοίκηση είναι ήδη ενήμερες, σε πραγματικό χρόνο, για το σύνολο των διακινήσεων εμπορεύσιμων αγαθών που πραγματοποιούνται εντός της Επικράτειας και μάλιστα πριν την έναρξη της φυσικής μετακίνησης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δια μίας απλής επεξεργασίας των διαβιβασθέντων δεδομένων μπορεί ανά πάσα στιγμή οιαδήποτε Ελεγκτική Αρχή να γνωρίζει ποσότητες και κωδικούς που πουλήθηκαν ή διακινήθηκαν. Και τούτο διότι στο επίπεδο του παρόχου ηλεκτρονικής τιμολόγησης το σύνολο των πληροφοριών της συναλλαγής είναι άμεσα διαθέσιμο σε επίπεδο κωδικού και όχι απλώς συναλλασσόμενου.
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις πλείστες συζητήσεις, προτείνουμε, την απόσυρση της εν λόγω διάταξης.
    Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:
    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες από την SPEU, έχει αρχίσει συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την εξεύρεση του αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ)να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.
    Δηλώνοντας για μία ακόμη φορά ότι είμαστε στην διάθεσή σας με κάθε μέσο, ευελπιστούμε ότι οι ανωτέρω ρεαλιστικές μας προτάσεις θα γίνουν δεκτές.

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:05 | ΕΝΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ

    Πρόταση Τροποποίησης Άρθρου 84 – Ένσημες Φορολογικές Ταινίες
    Λαμβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες τεχνολογικές δυνατότητες ελέγχου της κυκλοφορίας και καταβολής ΕΦΚ για τα αλκοολούχα ποτά, και με σκοπό τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης μεταξύ εισαγωγών και εγχώριας παραγωγής:
    Προτείνεται η πλήρης κατάργηση της υποχρέωσης επικόλλησης ένσημων φορολογικών ταινιών σε αλκοολούχα ποτά, ή, εναλλακτικά, η ρητή εξαίρεση για τα προϊόντα που κυκλοφορούν υπό φορολογική αποθήκη ή μέσω EMCS.
    Τεκμηρίωση:
    H πρακτική των ΕΦΤ στα αλκοολούχα:
    • Έχει εγκαταλειφθεί εδώ και χρόνια στην πράξη, καθώς δεν είναι συμβατή με το άρθρο 34 της ΣΛΕΕ (ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων),
    • Η πρακτική έχει εγκαταλειφθεί de facto από το ελληνικό κράτος εδώ και χρόνια, καθώς δεν διαθέτει σύστημα ελέγχου ή διάθεσης ταινιών για το 100% των προϊόντων.
    • Ο σκοπός ύπαρξης των ΕΦΤ εξυπηρετείται και αντικαθίσταται ήδη πλήρως και επιτυχώς από ψηφιακά συστήματα ελέγχου αποθεμάτων, όπως το EMCS, e-Δελτία, φορολογικές αποθήκες, συστήματα ιχνηλασιμότητας παραγωγής/εισαγωγής και φορολογικές σήμανσης σε λογιστικό επίπεδο,
    • Κάθε επιβολή ή διατήρηση της ΕΦΤ ως προαπαιτούμενο εμποδίζει την είσοδο προϊόντων από άλλες χώρες, πλήττει τους εισαγωγείς, και στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, κατά παράβαση της ευρωπαϊκής νομολογίας

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:32 | ΕΝΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ

    Άρθρο 69 – Μικροί οινοπαραγωγοί
    Αν και το άρθρο ευνοεί τη μικρής κλίμακας αγροτική παραγωγή, δημιουργεί ρυθμιστικό κενό ως προς τον έλεγχο του τελικού προϊόντος στην αγορά.
    Κίνδυνος κατάχρησης: Μεγαλύτεροι παραγωγοί ή εισαγωγείς θα μπορούσαν να επιδιώξουν τεχνητό κατακερματισμό παραγωγής ώστε να επωφεληθούν της εξαίρεσης.
    Δεν προβλέπεται ειδικό σύστημα παρακολούθησης (tracing) για το πού διοχετεύεται ο οίνος των μικρών οινοπαραγωγών – δημιουργώντας εν δυνάμει δίαυλο διάθεσης μη δηλωμένων ποσοτήτων στην αγορά.

    Άρθρο 82 – Ειδικός φόρος κατανάλωσης στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών
    Το Άρθρο 82 του νέου Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα:
    • Θέτει ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς για διήμερους μικρούς αποσταγματοποιούς,
    • Καθορίζει μειωμένο ΕΦΚ (370 €/HL) για ετήσια παραγωγή μέχρι 5 HL άνυδρης αλκοόλης,
    • Προβλέπει αποκοπική και εφάπαξ καταβολή φόρου κατά την έκδοση άδειας απόσταξης,
    • Απαλλάσσει τα εν λόγω προϊόντα από ΦΠΑ κατά τη βεβαίωση του ΕΦΚ και από τέλη υπέρ του Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Ποιότητας Αλκοόλης,
    • Δεν θέτει καμία υποχρέωση ιχνηλασιμότητας, λογιστικής απεικόνισης ή μηχανογραφικού ελέγχου.
    ________________________________________
    Προβληματισμοί για Μεγάλους Εισαγωγείς / Διανομείς
    1. Ανισότητα ανταγωνισμού και στρέβλωση της αγοράς
    Η διατήρηση ευνοϊκού καθεστώτος για τους διήμερους:
    • Δημιουργεί ντε φάκτο παράλληλη αγορά ποτών, μη συγκρίσιμη ως προς τον φορολογικό και κανονιστικό έλεγχο,
    • Παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ παραγωγών/εισαγωγέων που υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους (EMCS, αποθήκες, απογραφές) και των διήμερων που δεν υποχρεούνται ούτε σε ΦΠΑ, ούτε σε παρακολούθηση αποθεμάτων, ούτε σε πλήρη καταγραφή εσόδων.
    2. Κίνδυνος παραεμπορίου / δευτερογενούς διακίνησης (grey market)
    Παρά τις περιορισμένες ποσότητες:
    • Παραμένει έλλειψη ουσιαστικής ιχνηλασιμότητας, που επιτρέπει παράνομη διάθεση ή μεταπώληση των προϊόντων (ειδικά σε περιοχές με τουρισμό ή κατανάλωση χύμα ποτών),
    • Η περιορισμένη διάρκεια απόσταξης δεν συνοδεύεται από ουσιαστικούς μηχανισμούς επιτήρησης ή διασταύρωσης με τη διάθεση του προϊόντος.
    3. Φορολογικός κίνδυνος και διάβρωση των εσόδων
    • Ο συνδυασμός αποκοπικής φορολόγησης και μη παρακολούθησης διάθεσης, συνιστά δημοσιονομικό κενό (φορολογικά έσοδα διαφεύγουν από προϊόν που τελικώς διακινείται εκτός πλαισίου),
    • Οι μεγάλες εταιρείες πληρώνουν κανονικό ΕΦΚ (2.500 – 3.000 €/HL) και ΦΠΑ, δημιουργώντας ασύμμετρο φορολογικό βάρος.
    4. Αναντιστοιχία με ενωσιακό κανονιστικό πλαίσιο
    Το άρθρο 82 έρχεται σε δυνητική αντίθεση με την Οδηγία (ΕΕ) 2020/1151, η οποία προβλέπει:
    • Πληροφοριακό και λογιστικό σύστημα παρακολούθησης ακόμη και για μικρούς παραγωγούς,
    • Εφαρμογή συστήματος δήλωσης, φορολόγησης και ελέγχου ισοδύναμου με εκείνο των κανονικών αποσταγματοποιών.
    ________________________________________
    Νομική Τεκμηρίωση – Παραβιάσεις αρχών και δικαίου της Ε.Ε.
    1. Άρθρα 34–36 ΣΛΕΕ (ελεύθερη κυκλοφορία και απαγόρευση ισοδυνάμων περιορισμών)
    Η ύπαρξη παράλληλης αγοράς ποτών που υπόκεινται σε προνομιακό καθεστώς, χωρίς ελάχιστες υποχρεώσεις ιχνηλασιμότητας ή καταγραφής, δυσχεραίνει την πρόσβαση εισαγόμενων προϊόντων, λόγω αθέμιτου ανταγωνισμού.
    2. Νομολογία ΔΕΕ (C-170/04, Rosengren)
    Το Δικαστήριο έκρινε ότι η προστασία της δημόσιας υγείας ή των δημοσίων εσόδων δεν μπορεί να επιτυγχάνεται μέσω καθεστώτων που εισάγουν διακριτική μεταχείριση χωρίς αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου.
    3. Οδηγία 2008/118/ΕΚ και τροποποιήσεις – Ειδικός φόρος κατανάλωσης
    Επιτρέπεται μεν η χρήση μειωμένων συντελεστών για μικρούς παραγωγούς, υπό την προϋπόθεση ύπαρξης ισοδύναμων όρων ελέγχου, δήλωσης και καταγραφής με τα υπόλοιπα προϊόντα.
    4. Αρχές ισότητας του άρθρου 20 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ
    Οι παρεκκλίσεις από το κοινό ρυθμιστικό πλαίσιο οφείλουν να αιτιολογούνται αναλογικά και να εφαρμόζονται με διαφάνεια.
    ________________________________________
    Πρόταση Νομοθετικής Παρέμβασης (για τη διαβούλευση)
    Προτείνεται η τροποποίηση του Άρθρου 82 ώστε:
    1. Να προβλέπεται υποχρέωση λογιστικής αποτύπωσης, με τήρηση ηλεκτρονικού βιβλίου αποστάξεων και διάθεσης, κατατεθειμένου ετησίως στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.
    2. Να διασυνδέεται η παραγωγή και η διάθεση με καθεστώς εγγραφής στο EMCS ή ισοδύναμο ηλεκτρονικό σύστημα (σύμφωνα με την Οδηγία 2020/262/ΕΕ).
    3. Να προβλέπεται ελάχιστη σήμανση και παραστατικά διάθεσης, ώστε να μην καθίσταται δυνατή η μεταπώληση χύμα προϊόντος ως επώνυμο ή η ανάμειξή του με επώνυμα ποτά.
    4. Να καθιερωθεί ανώτατο όριο κατ’ άτομο ανά οικία για το παραγόμενο και διανεμόμενο προϊόν, επιβεβαιώσιμο μέσω διασταύρωσης με το taxisnet.
    5. Σε περίπτωση διακίνησης εκτός ορίων ατομικής κατανάλωσης να απαιτείται πλήρης συμμόρφωση με τις γενικές υποχρεώσεις ΕΦΚ και ΦΠΑ (όπως και για όλους τους διανομείς ποτών).
    ________________________________________
    Ενδεικτικό Κείμενο Τροποποίησης για υποβολή:
    «Η παραγωγή αποσταγμάτων από τους διήμερους μικρούς αποσταγματοποιούς επιτρέπεται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι:
    (α) τηρούνται λογιστικά αρχεία παραγωγής και διάθεσης,
    (β) δεν υπερβαίνουν συνολικά ανά φυσικό πρόσωπο το όριο των 5 HL κατ’ έτος και των 30 λίτρων τελικού προϊόντος για διάθεση,
    (γ) διασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα του προϊόντος μέχρι τον τελικό καταναλωτή,
    (δ) οποιαδήποτε διάθεση εκτός των ανωτέρω ορίων υπάγεται σε κανονικό καθεστώς φορολόγησης και ηλεκτρονικής παρακολούθησης (EMCS).»**

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:56 | ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ (ΕΛΛΑΣ) ΔΙΥΛΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΡΙΝΘΟΥ Α.Ε.

    • ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 118
    Προτείνεται η αλλαγή της διάρκειας πίστωσης από πέντε (5) σε δεκαπέντε (15) ημέρες.

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:19 | ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ (ΕΛΛΑΣ) ΔΙΥΛΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΡΙΝΘΟΥ Α.Ε.

    • ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 134

    – Για λόγους καθαρά τεχνικούς της φύσης των προϊόντων σε συνδυασμό με τις συνθήκες μεταφοράς και φύλαξης παρατηρείται ορισμένες φορές μία ελάχιστη υπέρβαση των αναγνωρισμένων από τις ισχύουσες διατάξεις ποσοστών φυσικής απομείωσης. Στις περιπτώσεις αυτές, επειδή καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής και αναιτιολόγητα επιζήμια η επιβολή προστίμων από 500 έως 15.000 ευρώ και ταυτοχρόνως επιβαρύνει αδικαιολόγητα το ιστορικό επιβολής διοικητικών προστίμων ακόμη και για πολύ μικρές ποσότητες ελλειμάτων (λ.χ. ακόμη και για 1 λίτρο υπέρβασης) με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση έκδοσης πιστοποιητικών ή αδειών ή ΑΕΟ κλπ.
    – Προτείνεται: όταν η πλέον της νομίμως καθορισμένης ποσότητας φυσικής απομείωσης δεν υπερβαίνει το 20% αυτής να μην χαρακτηρίζεται απλή τελωνειακή παράβαση που να επισύρει το προβλεπόμενο πρόστιμο από 500 έως 15.000 ευρώ, με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων και να καταβάλλονται οι φορολογικές και λοιπές συνεισπραττόμενες επιβαρύνσεις που αναλογούν στην πλέον της νομίμως ποσότητας φυσικής απομείωσης. Σε περίπτωση υπέρβασης του 20% κατά τα ανωτέρω, με την με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, επιβάλλεται κατά περίπτωση πρόστιμο της παρ. 11 του άρθρου 164 για ποσό αναλογουσών στην ποσότητα αυτή φορολογικών και λοιπών συνεισπραττόμενων επιβαρύνσεως έως και πενήντα (50) ευρώ ή της παρ. 1 του άρθρου 131 στις λοιπές περιπτώσεις.

  • ΣΧΟΛΙΟ ΣΕΑΟΠ επί του Άρθρου 125
    Πέραν της διακίνησης με ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο, θα πρέπει να προβλέπεται και η διακίνηση μέσω πώλησης/διανομής ex-van. Ο ΚΒΣ προβλέπει να φορτώσεις σε ένα επαγγελματικό όχημα με οδηγό, προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής (από φορολογική αποθήκη) εκδίδοντας δελτίο ενδοδιακίνησης από την φορολογική αποθήκη της εγκατάστασης προς το επαγγελματικό όχημα. Κατόπιν μετατρέπεται σε συγκεντρωτικό δελτίο αποστολής και το όχημα με τον πωλητή ξεκινά προς πώληση σε καταστήματα εστίασης κλπ.
    Όταν μέρος των προϊόντων πουληθεί εκδίδεται φορολογικό παραστατικό επί αυτοκινήτου (τιμολόγιο πώλησης) το οποίο αποστέλλεται σε πραγματικό χρόνο στην ΑΑΔΕ. Να επιτρέπεται
    για τα προϊόντα που δεν θα πωληθούν να επιστρέφουν στην φορολογική αποθήκη (εντός της της ίδια ημέρας) μετά το τέλος της εργασίας του εκάστοτε πωλητή

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:42 | ΔΑΚΕ -Τ 2ης ΕΤΥ

    Άρθρα 98–101 – Φορολογία καπνού ναργιλέ
    Τροποποιήσεις ανά άρθρο:
    Άρθρο 98 – Προσδιορισμός του Φόρου – Προσθήκη νέας περ. δ) στην παρ. 1:
    > δ) Προκειμένου για τον καπνό ναργιλέ, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης ορίζεται
    σε ποσό εκφρασμένο σε ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
    Άρθρο 99 – Βάση υπολογισμού και συντελεστές του φόρου – Προσθήκη νέας
    παρ. 5: > 5. Στον καπνό ναργιλέ ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης
    ορίζεται σε ποσό εκφρασμένο σε ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
    Άρθρο 100 – Μικροποσότητες για ατομική χρήση – Προσθήκη στις επιτρεπτές
    ποσότητες: > «ή διακοσίων (200) γραμμαρίων καπνού ναργιλέ, προκειμένου για
    εισαγωγή αποκλειστικά για ατομική χρήση.» – Επέκταση πρόβλεψης για
    υπολογισμό φόρου: > «…ή, για τον καπνό ναργιλέ, στη μέση σταθμισμένη τιμή
    που ισχύει για την εν λόγω κατηγορία κατ’ αναλογία με τα καθοριζόμενα στην
    παράγραφο 8 του άρθρου 99.»
    Άρθρο 101 – Υπολογισμός ΦΠΑ – Προσθήκη στο πεδίο εφαρμογής: > «…και
    άλλων καπνών που προορίζονται για κάπνισμα, συμπεριλαμβανομένου του
    καπνού ναργιλέ…» – Πρόβλεψη σταθμισμένης τιμής: > Ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με
    βάση τη μέση κατ’ έτος σταθμισμένη τιμή λιανικής πώλησης του καπνού ναργιλέ που τέθηκε σε ανάλωση το προηγούμενο έτος.

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:55 | ΔΑΚΕ-Τ Β’ΕΤΥ

    Άρθρο 97 – Έννοια Βιομηχανοποιημένων Καπνών
    Παρατήρηση: Το άρθρο 97 δεν περιλαμβάνει ρητή πρόβλεψη για τον καπνό
    ναργιλέ (shisha), παρότι αποτελεί συχνό αντικείμενο εισαγωγών και τελωνειακού
    ελέγχου, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τον διαφοροποιούν από τα λοιπά
    προϊόντα καπνού.
    Προτεινόμενη προσθήκη υποπερίπτωσης Ε – Καπνός για ναργιλέ
    (shisha):
    Ε. Καπνός για ναργιλέ (shisha): Καπνός που έχει υποστεί κατεργασία,
    αρωματισμό ή/και ανάμιξη με σιρόπια, γλυκαντικά, γλυκερίνη, μελάσα ή άλλες
    ουσίες και προορίζεται αποκλειστικά για κάπνισμα μέσω ναργιλέ. Ειδικότερα, ως
    καπνός για ναργιλέ θεωρείται κάθε μορφή προϊόντος με βάση τον καπνό ή/και
    υποκατάστατα αυτού, το οποίο προορίζεται να θερμαίνεται για εισπνοή μέσω
    υγρής διήθησης (νερού ή άλλων υγρών μέσων), ανεξαρτήτως της
    περιεκτικότητάς του σε καθαρό καπνό.
    Αιτιολόγηση: Η ρητή εισαγωγή της κατηγορίας του καπνού ναργιλέ στον
    Κώδικα: – Ενισχύει τη δασμολογική και ελεγκτική σαφήνεια. – Προλαμβάνει
    παραπλανητικές δηλώσεις ή καταχρήσεις κατά την εισαγωγή. – Συμβάλλει στην
    πάταξη του λαθρεμπορίου σε προϊόντα shisha μέσω e-commerce και
    μικροδεμάτων

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:35 | AVINOIL ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Α.Ε.

    ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 134
    Για λόγους που ανάγονται στα τεχνικά χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των ενεργειακών προϊόντων σε συνδυασμό με τις συνθήκες διακίνησης και αποθήκευσης αυτών, παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις μία ελάχιστη υπέρβαση των αναγνωρισμένων από τις ισχύουσες διατάξεις ποσοστών φυσικής απομείωσης.
    Στις περιπτώσεις αυτές, κρίνεται ιδιαίτερα επαχθής, δυσανάλογη (των διαφορών που διαπιστώνονται) και αναιτιολόγητα επιζήμια η επιβολή προστίμων από 500,00€ έως 15.000,00€. Περαιτέρω, η επιβολή των προστίμων του άρθρου 131 παρ. 1 σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 134, επιβαρύνει αδικαιολόγητα το ιστορικό επιβολής διοικητικών προστίμων, ακόμη και σε περιπτώσεις ελάχιστων ελλειμάτων (λ.χ. ακόμη και για 1 λίτρο υπέρβασης), με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται αναιτιολόγητα για τους ενδιαφερόμενους η διαδικασία έκδοσης πιστοποιητικών ή αδειών ή ΑΕΟ κλπ.
    Για τους παραπάνω λόγους, προτείνουμε να προβλεφθούν τα εξής :
    – όταν η πλέον της νομίμως καθορισμένης ποσότητας φυσικής απομείωσης δεν υπερβαίνει το εύλογο ποσοστό 20% αυτής, να μην χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση που επισύρει το προβλεπόμενο από το άρθρο 131 παρ. 1 πρόστιμο από 500,00€ έως 15.000,00€, με την επιφύλαξη βεβαίως των περί λαθρεμπορίας διατάξεων και να καταβάλλονται οι φορολογικές και λοιπές συνεισπραττόμενες επιβαρύνσεις που αναλογούν στην πλέον της νομίμως ποσότητας φυσικής απομείωσης.
    – όταν η πλέον της νομίμως καθορισμένης ποσότητας φυσικής απομείωσης υπερβαίνει το ποσοστό 20% αυτής, τότε να επιβάλλεται κατά περίπτωση είτε το πρόστιμο της παρ. 11 του άρθρου 164 για ποσό αναλογουσών στην ποσότητα αυτή φορολογικών και λοιπών συνεισπραττόμενων επιβαρύνσεως έως και πενήντα (50) ευρώ ή το πρόστιμο της παρ. 1 του άρθρου 131 στις λοιπές περιπτώσεις.

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:40 | AVINOIL ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Α.Ε.

    ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 118
    Προτείνουμε να αναδιαμορφωθεί η προβλεπόμενη διάρκεια της πίστωσης από πέντε (5) σε δεκαπέντε (15) ημέρες.

  • 8 Ιουλίου 2025, 17:43 | AVINOIL ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Α.Ε.

    ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 78

    Η φερόμενη σε Σχέδιο Νόμου διάταξη του άρθρου 78 παρ. 7, αφενός προβλέπει την αυστηροποίηση (τριπλασιασμός σε όλες τις περιπτώσεις) των προβλεπόμενων προστίμων σε βάρος των υπόχρεων προσώπων, αφετέρου εισάγει την έννοια της υποτροπής, που συνεπάγεται : α) το διπλασιασμό των προστίμων και β) σε περίπτωση νέας υποτροπής, την επιβολή της απαγόρευσης διάθεσης από τα υπόχρεα πρόσωπα ενεργειακών προϊόντων για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών.
    Ως «υποτροπή» δε, ορίζεται η τέλεση από το ίδιο υπόχρεο πρόσωπο οποιασδήποτε εκ των παραβάσεων, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η βαρύτητα της παράβασης και χωρίς να προβλέπεται η οποιαδήποτε διαβάθμιση και κλιμάκωση των παραβάσεων.
    Η παραπάνω εισαγόμενη κύρωση της απαγόρευσης διάθεσης σε περίπτωση νέας υποτροπής σε χρονικό διάστημα εντός τριών (3) ετών, προσκρούει ευθέως στην αρχή της αναλογικότητας και της σκοπιμότητας και είναι ιδιαίτερα και αναιτιολόγητα επαχθής για τα υπόχρεα πρόσωπα, καθώς:

    i) Καθιερώνει την αντικειμενική ευθύνη των υπόχρεων προσώπων, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την υπαιτιότητα ως προς την τέλεση της παράβασης και μάλιστα το ιδιαίτερα επαχθές αυτό μέτρο επιβάλλεται με απλή βεβαίωση της παράβασης, χωρίς να απαιτείται το αμετάκλητο των κυρώσεων που θα επέφερε την αναγκαία ασφάλεια δικαίου ως προς την τέλεση ή μη της καθ΄ υποτροπή παράβασης,

    ii) Εισάγει κύρωση ευθέως δυσανάλογη του επιδιωκόμενου σκοπού των μέτρων δέουσας επιμέλειας, αφού η εξάμηνη απαγόρευση διάθεσης ενεργειακών προιόντων από τις εταιρείες εμπορίας και η συνακόλουθη διακοπή λειτουργίας τους εξισώνει μία παράβαση πλημμελούς «εποπτείας» που τους έχει ανατεθεί, με βαρύτατες παραβάσεις των «εποπτευόμενων» πρατηριούχων,

    iii) η προβλεπόμενη εξάμηνη απαγόρευση διάθεσης ενεργειακών προϊόντων από τα υπόχρεα πρόσωπα de facto και μετά βεβαιότητας θα οδηγήσει στην οριστική διακοπή της δραστηριότητάς τους, καθώς για τις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών δεν νοείται προσωρινή παύση ή αναστολή των εργασιών τους. Ως εκ τούτου, η βλάβη που θα υποστούν οι εταιρείες εμπορίας θα είναι μη αναστρέψιμη και το μέτρο αυτό είναι υπέρμετρα και αναιτιολόγητα επαχθές και δυσανάλογο, προσβάλλοντας τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Η κύρωση αυτή μάλιστα δεν θα είναι αποτέλεσμα της παράβασης των όρων της βασικής δραστηριότητας των εταιριών εμπορίας, αλλά θα οφείλεται σε πλημμελή τήρηση ιδιότυπων «εποπτικών» καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί με τα μέτρα δέουσας επιμέλειας.

    Για όλους τους παραπάνω λόγους, κρίνουμε αναγκαίο να εξαιρεθεί από την προτεινόμενη διάταξη η πρόβλεψη για την επιβολή της κύρωσης της απαγόρευσης διάθεσης ενεργειακών προιόντων για διάστημα έξι μηνών σε περίπτωση νέας υποτροπής.

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟΠ επί του Άρθρου 81 παρ. 2: Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης θα πρέπει να καθορισθεί το ανώτερο στα 1.800 ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης, δηλαδή στο μέσο όρο των κρατών μελών της ΕΕ. Στην πραγματικότητα, με τον τρόπο αυτό δεν θα μειωθούν αντιστοίχως τα κρατικά έσοδα καθώς είναι γνωστό ότι η υπέρμετρη φορολογία αυξάνει τα φαινόμενα λαθρεμπορίας, ενώ η μείωση της φορολογίας θα είναι ευεργετική για την ανάπτυξη του κλάδου της παραγωγής αλκοολούχων ποτών, με αντίστοιχα οφέλη για την εθνική οικονομία

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟΠ επί του Άρθρου 176: Το συγκεκριμένο άρθρο δίνει τη δυνατότητα στους λαθρεμπόρους να καταβάλλουν απλώς τις στο εν λόγω άρθρο χρηματικές ποινές (κόστος πολύ μικρότερο σε σχέση με το κέρδος τους) και να συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους, αφού ουδεμία άλλη επίπτωση υφίστανται, καθώς με την καταβολή τους και αίρεται η τυχόν επιβληθείσα κατάσχεση και αφίσταται η ποινική δίωξη.
    Η εν λόγω όμως μάλλον ανεπιεικής σε σχέση με την βαρύτητα της πράξης πρόβλεψη του νόμου έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο 43 του Καν. (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 2019, που προβλέπει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον εν λόγω κανονισμό. Είναι, επομένως, υποχρέωση της Ελληνικής Δημοκρατίας να ρυθμίσει έτσι την εσωτερική της έννομη τάξη ώστε να ορίζονται αληθώς αποτρεπτικά μέτρα κατά της λαθρεμπορίας των αλκοολούχων ποτών.
    Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι το ζήτημα της λαθρεμπορίας των αλκοολούχων ποτών δεν επιφέρει επιπτώσεις μόνο στην εθνική οικονομία αλλά επίσης και κυρίως στη δημόσια υγεία. Η πάταξη επομένως της λαθρεμπορίας των αλκοολούχων ποτών θα πρέπει να αποσκοπεί και στη διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, καθόλου τυχαία τόσο η πάγια νομολογία ΔΕΕ αλλά και το άρθρο 139 του Καν. (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017, ορίζουν ότι οι κυρώσεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση παραβάσεων που αφορούν στην ασφάλεια των τροφίμων πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Προς εναρμόνιση, επομένως, και της εν λόγω ενωσιακής νομοθεσίας, διατηρεί υποχρέωση η ελληνική έννομη τάξη να συμμορφωθεί.
    Η πρότασή μας είναι: Αλλαγή του άρθρου 176, αυστηροποίηση ποινών και αύξηση ύψους προστίμων, μη άρση της ποινικής δίωξης και των κατασχέσεων των προϊόντων και λοιπών μέσων που έχουν επιβληθεί στους συλληφθέντες σε περίπτωση καταβολής του πολλαπλού τέλους, άμεση δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων των συλληφθέντων για έλεγχο του πόθεν έσχες.
    Κατόπιν τούτων, η πρότασή μας συνίσταται στο ότι θα πρέπει να προστεθεί ειδική παράγραφος στο άρθρο 176, η οποία θα πρέπει:
    1. να αυστηροποιεί τις ποινές, αυξάνοντας το ύψος των προστίμων
    2. να αποσυνδέει την άσκηση της ποινικής δίωξης και την επιβολή κατασχέσεων από την καταβολή του πολλαπλού τέλους.
    3. Ειδικότερα, θα πρέπει, να δημεύεται τυχόν όχημα το οποίο ο υπαίτιος έχει στην ιδιοκτησία του και χρησιμοποιείται για τη διακίνηση λαθραίου αποστάγματος.
    4. Επίσης, θα πρέπει να δεσμεύονται οι τραπεζικοί λογαριασμοί και τα περιουσιακά στοιχεία του υπαιτίου ώστε να διενεργηθεί πλήρης έλεγχος πόθεν έσχες.
    Εξαιρέσεις θα πρέπει να προβλέπονται για :
    α) παραβάσεις για τις οποίες στο αντικείμενο της λαθρεμπορίας αντιστοιχούντες δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις δεν υπερβαίνουν στο σύνολο τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ
    β) για τις παραβάσεις που προκύπτουν από υπέρβαση φυρών κατά την παραγωγική διαδικασία από αποσταγματοποιό ή ποτοποιό, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το νόμο.
    Στις παραπάνω περιπτώσεις, θα πρέπει να διατηρηθούν οι ευεργετικές διατάξεις του άρθρου 176 του ν. 2960/2001, για τις παραγωγικές φορολογικές αποθήκες, όπως ισχύει σήμερα (χωρίς να μειωθεί το όριο των 70.000 ευρώ ή ακόμα και να αυξηθεί στις 100.000 ευρώ) με δεδομένο τον μεγάλο όγκο αιθυλικής αλκοόλης και παράγεται και διακινείται μέσω αυτών των φορολογικών αποθηκών αλλά και τον ιδιαίτερα υψηλό ΕΦΚ που επιβάλλεται στην αιθυλική αλκοόλη στην Ελλάδα.

  • Σχόλια ΣΕΕΠΕ στο άρθρο 134:
    Στην ισχύουσα μεθοδολογία υπολογισμού της νόμιμης φύρας αποθήκευσης, λαμβάνεται υπ’ όψιν μόνο το τελικό απόθεμα ημέρας, αγνοώντας τις διακινούμενες ποσότητες που συντελούν και αυτές σε σημαντικό βαθμό στη διαμόρφωση της ποσότητας αναφοράς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, τον υπολογισμό μειωμένων ποσοτήτων νόμιμης φύρας, με συνέπεια την επί σειράν ετών επιβολή πλήθους καταλογισμών και προστίμων από τα Τελωνεία, που αφορούν ακόμη και περιπτώσεις ελάχιστης ποσότητος υπέρβασης.
    Όπως δε έχει ήδη επισημανθεί, επειδή τα πρόστιμα βαίνουν κλιμακούμενα σύμφωνα με τη συχνότητα των παραβάσεων, αυξάνεται και η οικονομική επιβάρυνση των Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών.
    Περαιτέρω, η μεθοδολογία καθορίζεται βάσει Αποφάσεων, ενώ πρόκειται για διαδικασία που διέπεται από λειτουργικούς κανόνες, που επιβάλλουν τη θεσμοθέτησή της στο πλαίσιο νόμου.
    Το πλήθος των μέχρι σήμερα καταλογισμών, επιβεβαιώνει την τεχνική αδυναμία και το πρόβλημα της μεθοδολογίας, η οποία δεν συνάδει με τα πραγματικά περιστατικά και τη διεθνή πρακτική. Επιπλέον, καταλήγει σε αυξημένο διοικητικό κόστος, τόσο για το Δημόσιο, όσο και για τις Εταιρίες Εμπορίας, οι οποίες όπως είναι ευνόητο, υφίστανται και σημαντική αρνητική επίπτωση στην εικόνα τους, χωρίς να συντρέχει λόγος παράβασης, παρά μόνο λόγω της εφαρμογής μη ορθής μεθοδολογίας. Βάσει λοιπόν των παραπάνω, είναι αναγκαίο να υλοποιηθούν άμεσα τα ακόλουθα:
    – Να περιλαμβάνεται ο συνυπολογισμός των διακινούμενων ποσοτήτων στη διαμόρφωση της ποσότητας αναφοράς και
    – Να μην καταλογίζεται ταυτόχρονα πρόστιμο για τυπική παράβαση, δεδομένου επιπλέον ότι, έχουν καταβληθεί προηγουμένως και εγκαίρως, όλες οι αναλογούσες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις.
    Για λόγους καθαρά τεχνικούς της φύσης των προϊόντων σε συνδυασμό με τις συνθήκες μεταφοράς και φύλαξης παρατηρείται ορισμένες φορές μία ελάχιστη υπέρβαση των αναγνωρισμένων από τις ισχύουσες διατάξεις ποσοστών φυσικής απομείωσης. Στις περιπτώσεις αυτές, επειδή καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής και αναιτιολόγητα επιζήμια η επιβολή προστίμων από 500 έως 15.000 ευρώ και ταυτοχρόνως επιβαρύνει αδικαιολόγητα το ιστορικό επιβολής διοικητικών προστίμων ακόμη και για πολύ μικρές ποσότητες ελλειμάτων (λ.χ. ακόμη και για 1 λίτρο υπέρβασης) με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση έκδοσης πιστοποιητικών ή αδειών ή ΑΕΟ κλπ.

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΕΕΠΕ:
    Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 134 ως ακολούθως:
    Σε περίπτωση που, έπειτα από έλεγχο των τελωνειακών αρχών, διαπιστώνεται υπέρβαση της νομίμως καθορισμένης, σύμφωνα με την απόφαση της παρ. 11 του άρθρου 196, ποσότητας φυσικής απομείωσης των ενεργειακών προϊόντων συμπεριλαμβανομένων των διακινούμενων ποσοτήτων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές ή οι εγγεγραμμένοι παραλήπτες, κατά περίπτωση, υποχρεούνται να καταβάλουν τις φορολογικές και λοιπές συνεισπραττόμενες επιβαρύνσεις που αναλογούν στην πλέον της νομίμως, ως άνω καθοριζόμενης, ποσότητας φυσικής απομείωσης, μετά των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής και εφαρμόζεται η παρ. 1 του άρθρου 131 περί απλών τελωνειακών παραβάσεων, με την επιφύλαξη εφαρμογής των περί λαθρεμπορίας διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 131, εφόσον συντρέχει προς τούτο περίπτωση. Εφόσον έχουν καταβληθεί προηγουμένως και εγκαίρως, όλες οι αναλογούσες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, δεν καταλογίζεται επιπλέον πρόστιμο για τυπική παράβαση.
    Όταν η πλέον της νομίμως καθορισμένης ποσότητας φυσικής απομείωσης υπερβαίνει το είκοσι τα εκατό (20%) αυτής, με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 131, επιβάλλεται, κατά περίπτωση, το πρόστιμο:
    Α) της παρ. 11 του άρθρου 164, για ποσό αναλογουσών στην ποσότητα αυτή φορολογικών και λοιπών συν εισπραττόμενων επιβαρύνσεων έως και πενήντα (50) ευρώ,
    Β) της παρ. 1 του άρθρου 131 στις λοιπές περιπτώσεις

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟΠ επί του Άρθρου 174 παρ. 1: Με τη συγκεκριμένη διάταξη η «παράβαση λαθρεμπορίας» καλύπτει πλέον ρητώς την « εντός του εδάφους της χώρας παραγωγή, κατοχή, αγορά, πώληση» προϊόντων που υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ., όπως η αιθυλική αλκοόλη (στοιχ. α). Επιπλέον, χαρακτηρίζεται ως παράβαση λαθρεμπορίας «οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που αποσκοπεί να στερήσει από το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ε.Ε. τους εισπρακτέους δασμούς ή φόρους ή τις εισπρακτέες στα τελωνεία λοιπές επιβαρύνσεις για εισαγόμενα ή εξαγόμενα εμπορεύματα, καθώς και για εμπορεύματα που παράγονται, κατέχονται, πωλούνται ή αγοράζονται εντός του εδάφους της χώρας» (στοιχ. β΄). Αυτό καθιστά ιδιαίτερα δυσχερή τη θέση των παραγωγών αιθυλικής αλκοόλης και κυρίως τους συστηματικούς αποσταγματοποιούς και τους ποτοποιούς καθώς ένα απλό λάθος στην καταμέτρηση και αποτύπωση των ποσοτήτων αλκοόλης κατά την επεξεργασία τους μπορεί να χαρακτηριστεί από τους αρμόδιους υπαλλήλους που ασκούν προανακριτικές πράξεις και καταλογισμό ως λαθρεμπορία. Και μπορεί μεν η καταλογιστική πράξη να απαιτεί δόλο ή βαριά αμέλεια (άρθρα 170 και 171 παρ. 1), ωστόσο η άσκηση ποινικής δίωξης επιφέρει από μόνη της ανεπανόρθωτες βλάβες του άρθρου 131 παρ. 5. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο η παράβαση λαθρεμπορίας να αξιολογηθεί υπό το βάρος αυτών των ειδικών κυρώσεων που επιβάλλονται με τον καταλογισμό (ίδε σχόλια μας στο άρθρο 131).

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:19 | CORAL A.E

    Παρατηρήσεις επί του άρθρου 78:

    Με την προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 78 παρ. 7, εκτός από την τριπλασιασμό των προβλεπόμενων προστίμων εις βάρος των υπόχρεων προσώπων, εισάγεται για πρώτη φορά η έννοια της υποτροπής.

    Η υποτροπή θα σημαίνει αφενός τον διπλασιασμό των προστίμων και αφετέρου την επιβολή της απαγόρευσης διάθεσης από τα υπόχρεα πρόσωπα ενεργειακών προϊόντων για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών.

    Ωστόσο, η ως άνω κύρωση της απαγόρευσης διάθεσης σε περίπτωση 2ης υποτροπής εντός τριών (3) ετών και μάλιστα όταν ως «υποτροπή» ορίζεται η τέλεση από το ίδιο υπόχρεο πρόσωπο οποιασδήποτε εκ των παραβάσεων, δίχως να λαμβάνεται υπόψιν η βαρύτητα και σημαντικότητα της παράβασης, δίχως διαβάθμιση και κλιμάκωση των παραβάσεων και δίχως το στοιχείο της υποκειμενικής ευθύνης αντίκειται ευθέως στην αρχή της αναλογικότητας και σκοπιμότητας και κρίνεται ιδιαίτερα επαχθής για τα υπόχρεα πρόσωπα, καθότι:

    1.Καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη των υπόχρεων προσώπων χωρίς να εξετάζεται η υπαιτιότητά τους ως προς την τέλεση της παράβασης και μάλιστα το μέτρο επιβάλλεται με απλή βεβαίωση της παράβασης, χωρίς να απαιτείται το αμετάκλητο των κυρώσεων που θα επέφερε την αναγκαία ασφάλεια δικαίου ως προς την τέλεση ή μη της καθ΄ υποτροπή παράβασης,

    2. Η κύρωση που καθιερώνεται δεν είναι ανάλογη του επιδιωκόμενου σκοπού των μέτρων δέουσας επιμέλειας, αφού η επί εξάμηνο διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας των υπόχρεων προσώπων εξισώνει μία παράβαση πλημμελούς «εποπτείας» με βαρύτατες παραβάσεις των «εποπτευόμενων» πρατηρίων,

    3. Η επί εξάμηνο επαπειλούμενη απαγόρευση διάθεσης ενεργειακών προϊόντων από τα υπόχρεα πρόσωπα οδηγεί de facto στην οριστική διακοπή της δραστηριότητάς τους καθώς για τις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών δεν νοείται προσωρινή παύση ή αναστολή των εργασιών τους. Ως εκ τούτου, η βλάβη μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ανήκεστος και το μέτρο αυτό είναι υπέρμετρα και αναιτιολόγητα επαχθές, προσβάλλοντας τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Ως αποτέλεσμα, η κύρωση, αυτή δεν θα οφείλεται -παραδόξως- σε παράβαση των όρων της βασικής δραστηριότητας των εταιριών εμπορίας, αλλά σε πλημμελή τήρηση ιδιότυπων «εποπτικών» καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί με τα μέτρα δέουσας επιμέλειας.

    Για τους παραπάνω λόγους, προτείνεται να αφαιρεθεί η επιβολή της κύρωσης της απαγόρευσης διάθεσης ενεργειακών προϊόντων για διάστημα έξι μηνών σε περίπτωση 2ης υποτροπής.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:16 | COSCO SHIPPING LINES (GREECE) SA

    Η εταιρεία COSCO SHIPPING Lines Greece A.E., στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της και της ιδιότητάς της ως Τελωνειακός Αντιπρόσωπος, εκφράζει την υποστήριξή της στο σχέδιο νόμου για τον εκσυγχρονισμό του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, το οποίο αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της διαφάνειας, την απλοποίηση των διαδικασιών και την προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου στις σύγχρονες ανάγκες της αγοράς.

    Στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τον νέο Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα σας παραθέτουμε τις απόψεις μας σχετικά με τον καθορισμο καταστροφής και επιστροφής του Φόρου Κατανάλωσης για τα προϊόντα της περίπτωσης α) και η) της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του ν. 2960/2001 κατά το πρότυπο της διαδικασίας των προϊόντων με Ε.Φ.Κ., για την εξυπηρέτηση αντίστοιχων αναγκών.

    Πέραν από την επιβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που παραδοσιακά και σε εναρμόνιση με τα άλλα κράτη μέλη ισχύει για τα βιομηχανοποιημένα καπνά του άρθρου 95 του Ε.Τ.Κ., η Ελληνική Διοίκηση έχει επιβάλλει με βάση το άρθρο 53 Α του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα όπως αυτός τροποποιήθηκε τον Ν.4389/2016(άρθρο 58) και τον Ν. 5073/2023 (άρθρο 45) Φόρο Κατανάλωσης στα υγρά αναπλήρωσης, τα οποία περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα ή σε ειδικούς περιέκτες επαναπλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου καθώς και στα «σακουλάκια νικοτίνης».

    Για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που έχουν καταβληθεί οι φορολογικές επιβαρύνσεις αλλά για διάφορους λόγους είναι αδύνατη η ανάλωσή τους στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα και τη διαδικασία που ορίζεται με την Α.1002/2022 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ καθίσταται εφικτή η επιστροφή ή ο συμψηφισμός του ΕΦΚ εφόσον καταστρέφονται ενώπιον ειδικής επιτροπής.

    Λαμβάνοντας υπόψη ότι :
    • Η λειτουργία του Φόρου Κατανάλωσης έχει ανάλογο χαρακτήρα με αυτή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
    • Θεμελιώδες χαρακτηριστικό τόσο του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) όσο και του ΦΚ είναι ότι καταβάλλεται κατά τη διάθεση των προϊόντων προς κατανάλωση
    • Εφόσον δεν είναι εφικτή η ανάλωση υπάρχουν σχετικές προβλέψεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα που παρέχουν τη δυνατότητα επιστροφής η συμψηφισμού του ΕΦΚ.
    • Με την εθνική νομοθεσία εισάγονται διατάξεις που καθορίζουν ίδια αντιμετώπιση των προϊόντων ΕΦΚ και ΦΚ, αφού το άρθρο 53 Α παραπέμπει πολλάκις στις διατάξεις του ΕΤΚ που αφορούν τα προϊόντα ΕΦΚ (56, 102 , 104 , 105,111 κλπ) . Ειδικότερα όσον αφορά καταστροφές και απώλειες προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 65 του ΕΤΚ και δεν γεννάται φορολογική υποχρέωση για τον ΕΦΚ . Αντίστοιχα με τις διατάξεις του άρθρου 53 Α όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 61 του ν 4758/2020 προβλέπεται ότι το άρθρο 65 εφαρμόζεται και για τα υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου, τα προϊόντα καφέ ή με βάση τον καφέ και το μείγμα καπνού για το ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν καπνού της παρ. 1, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής.

    Θέτουμε υπόψη σας τα παραπάνω καθώς οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των υγρών αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου/σακουλάκια νικοτίνης αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στις περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατή η διάθεση των προϊόντων προς ανάλωση στην εγχώρια αγορά. Οι δυσκολίες αυτές αφορούν ποσότητες προϊόντων για τις οποίες έχει ήδη καταβληθεί ο Φόρος Κατανάλωσης, αλλά δεν μπορούν να διατεθούν λόγω φθορών στη συσκευασία, επιστροφών από σημεία λιανικής πώλησης, ή άλλων εμπορικών ή τεχνικών λόγων.

    Οι ποσότητες αυτές παραμένουν σε αποθήκες μας δημιουργώντας ταμειακό πρόβλημα και διαχειριστικό κόστος καθώς έχει καταβληθεί ο Φόρος Κατανάλωσης χωρίς ωστόσο να καθίσταται εφικτή η εφαρμογή διαδικασίας επιστροφής ή συμψηφισμού όπως αντίστοιχα υπάρχει για τον ΕΦΚ.

    Κατόπιν των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη τις εξαγγελίες σας σχετικά με το σχέδιο Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα σύμφωνα με τις οποίες προωθείται ο εκσυγχρονισμός των διατάξεων για την εξοικονόμηση κόστους και χρόνου παρακαλούμε για την προώθηση σχετικής ρύθμισης και τον καθορισμό όμοιας διαδικασίας με του ΕΦΚ για την καταστροφής και επιστροφής του Φόρου Κατανάλωσης(Φ.Κ.) στα προϊόντα της περίπτωσης α) και η) της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του ν.2960/2001.

    Με εκτίμηση.

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟ επί του Άρθρου 131 παρ. 5 (σε συνδυασμό με άρθρο 168 παρ. 1) : Οι επαχθείς κυρώσεις που προβλέπει η εν λόγω διάταξη, σε περίπτωση «παράβασης των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων» είναι κατάφωρα άδικες για τον παραγωγικό κλάδο των αλκοολούχων ποτών καθόσον συνίστανται στην σφράγιση και την διαπόμπευση των επιχειρήσεων του κλάδου δυνητικά από το πρώτο λίτρο αιθυλικής αλκοόλης που μπορεί να υπολείπεται σε μια καταμέτρηση.
    Πράγματι οι επιχειρήσεις του κλάδου των συστηματικών αποσταγματοποιών και των ποτοποιών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων στο πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας. Η διαπίστωση διαφορών κατά την καταμέτρηση αιθυλικής αλκοόλης κατά την παραγωγική διαδικασία είναι αναπόφευκτη όταν παράγονται δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες λίτρα αιθυλικής αλκοόλης κατ’ έτος σε μια επιχείρηση.
    Αυτές οι διαφορές προκύπτουν τόσο υπό τη μορφή πλεονάσματος, οπότε θεωρείται «κατοχή» αιθυλικής αλκοόλης όσο και ως έλλειμα κατά τις καταμετρήσεις ανά κωδικό οπότε τίθεται ζήτημα «διάθεσης» αιθυλικής αλκοόλης.
    Και ναι μεν αυτές οι διαπιστώσεις πλεονάσματος ή ελλείματος δεν συνιστούν από μόνες τους «λαθρεμπορία» κατ’ άρθρο 174 του νομοσχεδίου, ωστόσο είναι συνήθης τακτική των ελεγκτικών αρχών να διαπιστώνουν όχι απλώς τελωνειακή παράβαση αλλά να παραπέμπουν την υπόθεση στα ποινικά δικαστήρια με την κατηγορία της λαθρεμπορίας (πρβλ. ΣτΕ 1890/2016 ως προς την εκτίμηση των ελεγκτικών οργάνων της παράνομης κατοχής οινοπνεύματος ως «λαθρεμπορίας»). Ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης οι ενδιαφερόμενοι απαλλάσσονται, ωστόσο θα έχουν ήδη επιβληθεί βαρύτατες διοικητικές κυρώσεις (σφράγιση της επιχείρησης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δημοσίευση των στοιχείων της).
    Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η πρόβλεψη φυρών τόσο κατά την παραγωγή όσο και κατά την αποθήκευση δεν αίρει των εν λόγω κίνδυνο καθώς οι εν λόγω φύρες είναι αφενός περιορισμένες, αφετέρου αν κατά τη διενέργεια ελέγχου δεν υπολογίζονται επί του συνόλου της αιθυλικής αλκοόλης αλλά μόνο επί συγκεκριμένου κωδικού είναι πολύ εύκολο να ξεπεραστούν.
    Για τους παραπάνω λόγους, παρακαλούμε όπως τροποποιηθεί η εν λόγω διάταξη και να καταργηθεί το στοιχ. β΄που αφορά σε απλή «παράβαση των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων». Εναλλακτικά, να αναγνωριστεί ρητώς ότι η υπέρβαση των νομίμων φυρών (του άρθρου 168 παρ. 1) κατά τη διενέργεια ελέγχου σε αποσταγματοποιείο / ποτοποιείο συνιστά απλή τελωνειακή παράβαση («παρατυπία») και δεν γεννάται ζήτημα λαθρεμπορίας, εφόσον δεν ξεπερνάται ένα αυξημένο όριο φυρών (της τάξεως π.χ. του 30 % επί των προβλεπομένων φυρών ) αλλά απλή τελωνειακή παράβαση. Επιπλέον, θα πρέπει να πραγματοποιείται από τα αρμόδια όργανα έλεγχος όχι δειγματοληπτικός αλλά για το σύνολο της παραγωγής/εγκατάστασης προκειμένου να υπολογιστεί το ύψος των φυρών.

  • Σχόλια ΣΕΕΠΕ στο άρθρο 131:
    Στο εν λόγω άρθρο προβλέπονται κυρώσεις για τις περιπτώσεις νοθείας, ή λαθρεμπορίας καυσίμων σε πρατήριο ή παρεμπόδισης του σχετικού ελέγχου, οι οποίες επιβάλουν σφράγιση του πρατηρίου για δύο (2) έτη.
    Το κυριότερο πρόβλημα της αγοράς, όμως, είναι η παραβίαση των συστημάτων εισροών-εκροών και οι ελλειμματικές παραδόσεις και για τις οποίες προβλέπεται η σφράγιση των πρατηρίων για δύο (2) χρόνια, με την ΚΥΑ Α.1166/2024.
    Προτείνεται να προστεθεί περίπτωση δ) στην παρ. 4. του άρθρου 131, όπου στην περίπτωση που το ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών δεν έχει εγκατασταθεί ή δεν πληροί τους όρους, προϋποθέσεις και προδιαγραφές της εγκατάστασης λειτουργίας, καθώς και για παραποίηση φορολογικών μηχανισμών ή παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις, να προβλέπεται η σφράγιση του πρατηρίου για 2 έτη.

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΕΕΠΕ:
    Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 131 ως ακολούθως:
    1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, η μη τήρηση των διατυπώσεων του Μέρους Γ΄ του παρόντος Κώδικα χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση κατά τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 159 έως και 167 και και επισύρει πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για κάθε παράβαση, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητά της.
    2. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλόμενων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το Μέρος Γ΄ του παρόντος Κώδικα με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται και τιμωρούνται διοικητικώς και ποινικώς ως λαθρεμπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 159, 168 και 174 έως και 177.
    Το πολλαπλό τέλος επιβάλλεται και αν ακόμη κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας.
    3. Eκτός των περιπτώσεων των παρ. 1 και 2, οι παραβάσεις που διαπράττονται κατά την παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή, μεταφορά και πώληση των προϊόντων του άρθρου 49, τιμωρούνται με τις ειδικότερες διατάξεις που ισχύουν, κατά περίπτωση, για τα προϊόντα αυτά.
    4. Στις περιπτώσεις νόθευσης ή λαθρεμπορίας καυσίμων σε πρατήριο καυσίμων ή παρεμπόδισης του σχετικού ελέγχου, επιβάλλεται σφράγιση ως εξής:
    α) Αν διαπιστώνεται ότι το ελεγχόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, διακινεί και εμπορεύεται νοθευμένα καύσιμα, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη. Η διαπίστωση συντελείται κατόπιν λήψης δείγματος καυσίμου, είτε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., είτε από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή, και κατόπιν εξέτασης του δείγματος καυσίμου από τις υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, με βάση την έκθεση ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, όταν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος.
    β) αν με βάση την έκθεση ελέγχου, είτε της αρμόδιας υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε., είτε οποιασδήποτε άλλης δημόσιας ελεγκτικής ή διωκτικής αρχής, διαπιστώνεται τέλεση λαθρεμπορίας καυσίμων, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για δύο (2) έτη,
    γ) αν οι ιδιοκτήτες του πρατηρίου ή οι προστηθέντες από αυτούς παρεμποδίζουν τον έλεγχο για τη διαπίστωση των ανωτέρω με χρήση βίας ή απειλής σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη.
    δ) αν στο πρατήριο δεν έχει εγκατασταθεί ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών ή δεν πληροί τους όρους, προϋποθέσεις και προδιαγραφές της εγκατάστασης λειτουργίας, καθώς και για παραποίηση φορολογικών μηχανισμών ή παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις, προβλέπεται η σφράγιση του πρατηρίου για δύο (2) έτη.
    Αλλαγή ή διακοπή δραστηριότητας κατά τον χρόνο της σφράγισης στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου λειτουργούσε η εγκατάσταση δεν κωλύει τη σφράγιση της εγκατάστασης. Η σφράγιση πραγματοποιείται είτε από την τελωνειακή αρχή που έχει διενεργήσει τον έλεγχο, είτε από την τελωνειακή αρχή στην τοπική αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται η έδρα της ελεγχόμενης εγκατάστασης, αν ο έλεγχος έχει διενεργηθεί από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή.
    Το δείγμα καυσίμου που έχει ληφθεί, αποστέλλεται άμεσα από την ελέγχουσα αρχή στη χημική υπηρεσία που διενεργεί την ανάλυση, η οποία ολοκληρώνει τις σχετικές διαδικασίες έως και την έκδοση της σχετικής έκθεσης ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος, το αργότερο εντός δέκα
    (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του δείγματος. Η απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, αν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος, εκδίδεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα που αυτό επιλαμβάνεται της διαφοράς.
    Αν στοιχειοθετείται λαθρεμπορία, οι κυρώσεις της παρ. 2 επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις λοιπές ποινικές και διοικητικές κυρώσεις.
    Μετά από την εξέταση του κατ’ έφεση δείγματος ή την έκδοση απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, η σχετική απόφαση επιβολής κύρωσης προς τον παραβάτη κοινοποιείται αμελλητί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να επιβάλλει τις κυρώσεις του ν. 3054/2002 (Α’ 230) για μη τήρηση της ποιότητας και του τύπου των καυσίμων, πλην της κύρωσης της σφράγισης που έχει ήδη επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν.
    Για την εφαρμογή της παρούσας, ως καύσιμα νοούνται τα ενεργειακά προϊόντα της παρ. 1 του άρθρου 71.
    Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες των οποίων η εγκατάσταση πρατηρίου καυσίμων σφραγίστηκε, απαγορεύεται να δραστηριοποιούνται με οποιονδήποτε άλλον τρόπο ή ιδιότητα ή να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις εμπορίας ή διακίνησης ενεργειακών προϊόντων για δύο (2) έτη από τη διαπίστωση της παράβασης. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 78 και τις θυγατρικές τους που είναι ιδιοκτήτες πρατηρίων καυσίμων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται όταν σφραγίζονται τουλάχιστον πέντε (5) πρατήρια εντός τριών (3) μηνών.
    5. Όταν, κατόπιν ελέγχου, διαπιστώνεται ότι φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, παρασκευάζει, εμφιαλώνει ή διαθέτει, αιθυλική αλκοόλη ή αλκοολούχα ποτά του άρθρου 80 α) κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας περί λαθρεμπορίας ή β) κατά παράβαση των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων, με βάση την οριστική έκθεση εξέτασης δείγματος ή την έκθεση (επιτόπιου) ελέγχου από τις Χημικές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, σφραγίζεται η εγκατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου, στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για χρονικό διάστημα από δέκα (10) έως τριάντα (30) ημέρες, ανάλογα με τη βαρύτητά της. Κριτήρια της βαρύτητας αποτελούν η ποσότητα αλκοολούχων ποτών και η υποτροπή τέλεσης της παράβασης. Ως υποτροπή ορίζεται η εκ νέου τέλεση της ίδιας παράβασης, εντός τριών (3) ετών από την έκδοση απόφασης επιβολής προστίμου.
    6. Τα στοιχεία των παραβατών, η εγκατάσταση στην οποία επιβάλλεται η σφράγιση, οι παραβάσεις και οι κυρώσεις δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε., τηρουμένου του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, L 119) και του ν. 4624/2019 (Α’ 137).

  • Σχόλια ΣΕΕΠΕ στο άρθρο 118:
    Θεωρείται αναγκαία η προσαρμογή του ισχύοντος τρόπου καταβολής των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων (Δ.Ε.Φ.Κ.) με αύξηση των ημερών πίστωσης σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τον εκτελωνισμό έως τις 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους, έτσι ώστε το ποσό πίστωσης να εκκαθαρίζεται έως το τέλος του έτους.
    Στόχος του ανωτέρω αιτήματός μας είναι, η σταδιακή προσαρμογή και εναρμόνιση του ισχύοντος τρόπου καταβολής των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων στο πλαίσιο που ισχύει στην χώρα μας για τους λοιπούς κλάδους που υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. (καπνικά-4 εβδομάδες, αλκοολούχα προϊόντα-25η ημέρα του επόμενου μήνα και λοιπά ενεργειακά προϊόντα-20η ημέρα επόμενου μήνα) και ταυτόχρονα η μη διακριτή και επαχθέστερη μεταχείριση των ενεργειακών προϊόντων, συνεπώς και των επιχειρήσεων του κλάδου.
    Επισημαίνεται ότι η εισπραξιμότητα των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων είναι πλήρως διασφαλισμένη αφού θα καλύπτονται με εγγυήσεις, όπως ισχύει έως σήμερα.

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΕΕΠΕ:
    Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 118 ως ακολούθως:
    Κατ’ εξαίρεση της παρ. 1 του άρθρου 117 και με την επιφύλαξη των οριζόμενων στην παρ. 7 του άρθρου 117, μέχρι και την 15η Δεκεμβρίου κάθε έτους, παρέχεται πίστωση διάρκειας δεκαπέντε (15) ημερών, από την ημερομηνία υποβολής της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (Δ.Ε.Φ.Κ.), στους εγκεκριμένους αποθηκευτές της περ. α) του άρθρου 52, για την καταβολή στις τελωνειακές αρχές του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), και των λοιπών συνεισπραττόμενων επιβαρύνσεων, που αναλογούν στα ενεργειακά προϊόντα των περ. α) έως και ιε) της παρ. 1 του άρθρου 71, τα οποία εξέρχονται από το καθεστώς αναστολής και για τα οποία βεβαιώνονται οι οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις. Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, κατατίθεται εγγύηση, είτε χρηματική είτε τραπεζική είτε ασφαλιστήριο συμβόλαιο, για το σύνολο των οφειλόμενων επιβαρύνσεων. Αν δεν καταβληθεί εμπρόθεσμα το σύνολο της οφειλής, αυτή εισπράττεται με ανάλογη κατάπτωση της εγγύησης υπέρ του Δημοσίου.

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟΠ επί του Άρθρου 82.

    – Άρθρο 82 παρ. 3: Η εξαίρεση του προϊόντος απόσταξης μικρών αποσταγματοποιών από την επιβολή του Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α. συνιστά παραβίαση τόσο της συνταγματικής αρχής της ισότητας ενώπιον των φορολογικών βαρών όσο και της απαγόρευσης διακριτικής μεταχείρισης στο επίπεδο των εσωτερικών φόρων (άρθρο 110 εδ. α΄ ΣΛΕΕ). Ειδικότερα, το συγκεκριμένο τέλος επιβάλλεται επί του ΕΦΚ και καλύπτει τις δαπάνες των κρατικών αρχών για την διεξαγωγή των απαραίτητων ελέγχων, ελέγχων στους οποίους υποβάλλεται, δειγματοληπτικά, και το προϊόν απόσταξης μικρών (διήμερων) αποσταγματοποιών. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται η διαφορετική φορολογική μεταχείριση έναντι των λοιπών (συστηματικών) αποσταγματοποιών.

    – Άρθρο 82 παρ. 4, εξαιρεί τους διήμερους αποσταγματοποιούς, από τη γέννεση υποχρέωσης καταβολής ΦΠΑ, μέχρι την θέση του προϊόντος στην κατανάλωση.
    Α) Δεν είναι σαφές αν η κατανάλωση αφορά και την αυτοκαταναλωση, που κάνει το πράγμα πιο σύνθετο
    Β) Οι συγκεκριμένοι επιτηδευματίες ή δικαιούχοι δεν έχουν φορολογική αποθήκη ώστε να παρακολουθηθεί η ποσότητα ή να δικαιολογηθεί η αναστολή του ΦΠΑ
    Γ) Αυξάνεται το κόστος διοικητικού ελέγχου χωρίς λόγο, ενώ θα μπορούσε να λυθεί με καταλογισμό της υποχρέωσης πληρωμής του ΦΠΑ παράλληλα με την γέννεση της πληρωμής του ΕΦΚ και παράλληλης πληρωμής των δύο.

  • Σχόλια ΣΕΕΠΕ στο Άρθρο 78, παρ. 2.β), 3.γ), 5.β), 5.γ) και 7. τρίτο εδάφιο:
    Παράγραφος 2.β):
    Σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 1 του Νόμου 5073/2023, τα μέτρα Δέουσας Επιμέλειας εφαρμόζονται από τις Εταιρίες Εμπορίας στην διακίνηση ενεργειακών προϊόντων στα πρατήρια, τους πωλητές πετρελαίου Θέρμανσης και σε άλλες κατηγορίες πελατών (περιπτώσεις α) έως γ) και στ) έως ιε) της παρ. 1 του άρθρου 73 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα).
    Η περίπτωση ζζ) της ανωτέρω παραγράφου αφορά ιδιωτικά πρατήρια για την εξυπηρέτηση των οχημάτων και μηχανημάτων έργου των πάσης φύσεως εργοταξίων, μεταλλείων, ορυχείων, λατομείων και άλλων εγκαταστάσεων προσωρινής λειτουργίας.
    Προτείνεται η εξαίρεση της περ. ζζ) από τα μέτρα Δέουσας Επιμέλειας κατά την υποχρέωση ύπαρξης πιστοποιητικών δεξαμενών, αντλιών και υπεύθυνων δηλώσεων του εγκαταστάτη του συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών, λόγω της προσωρινότητας της εγκατάστασης και της αδυναμίας εναλλακτικού εφοδιασμού των βαρέων ειδικών οχημάτων των συγκεκριμένων επιχειρηματικών μονάδων.
    Επισημαίνεται ότι τα καύσιμα που προμηθεύονται οι επιχειρηματικές μονάδες της περίπτωσης ζζ), χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ιδιοκατανάλωση των οχημάτων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.

    Παράγραφος 3.γ) και παράγραφος 5.γ):
    Σύμφωνα με το άρθρο 78, παρ. 3.γ) και παρ. 5.γ) προβλέπεται:
    3.γ) εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν όλα τα σήματά τους και τις αντλίες τους και, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω και, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του.
    5.γ) εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν το σήμα και τις αντλίες τους και, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους, από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω ή, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του.
    Σε ότι αφορά αποκλειστικά και μόνο την απόσυρση των σημάτων και των αντλιών των πρατηρίων που ευρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές (π.χ. νησιωτικές περιοχές) όπου τα συνεργεία καθυστερούν να προσεγγίσουν λόγω δρομολογίων πλοίων, να τεθεί προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών για πλήρη αποξήλωση των σημάτων και των αντλιών.

    Παράγραφος 5.β):
    Σύμφωνα με το άρθρο 78, παρ. 5β προβλέπεται ότι αν οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ ενημερώσουν τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 (εταιρίες εμπορίας) για μη εγκατάσταση ή μη πλήρωση των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών σε πρατήριο καυσίμων ή παραποίηση φορολογικών μηχανισμών από πρατήρια καυσίμων ή για παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις αντλιών υποχρεούνται να απαντλήσουν και να μεταφέρουν με δικές τους δαπάνες τα ενεργειακά προϊόντα που είναι αποθηκευμένα στις δεξαμενές του πρατηρίου εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών.
    Επειδή η απάντληση των ενεργειακών προϊόντων και επανεισαγωγή στην φορολογική αποθήκη ή επαναδιύλιση απαιτεί την παρουσία τελωνειακών αρχών, την σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη του αποθέματος και λόγω της μη ύπαρξης νομοθετημένης διαδικασίας (όπως στην περίπτωση κατάσχεσης του αποθέματος λόγω νοθείας) αυτό μπορεί να οδηγήσει στην μη δυνατότητα τήρησης της υποχρέωσης της παρ. 5β και κατά συνέπεια στην επιβολή δυσανάλογων κυρώσεων στην εταιρία εμπορίας προτείνεται να γίνεται κατάσχεση των αποθεμάτων από τις τελωνειακές αρχές και να ακολουθείται περαιτέρω η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 186 παρ. 2γ έως παρ. 7.

    Παράγραφος 7., τρίτο εδάφιο:
    Σύμφωνα με το άρθρο 78 παρ. 7 του σχεδίου νόμου για την αναμόρφωση του Τελωνειακού Κώδικα, προβλέπεται σημαντική αυστηροποίηση των διοικητικών προστίμων εις βάρος των υπόχρεων στην τήρηση μέτρων δέουσας επιμέλειας (τριπλασιασμός των προστίμων).
    Εισάγεται, δε, για πρώτη φορά εις βάρος των ανωτέρω προσώπων η έννοια της «υποτροπής», η οποία διπλασιάζει εκ νέου κάθε επιβληθέν πρόστιμο.
    Επιπλέον, σε περίπτωση δεύτερης υποτροπής εντός τριών (3) ετών απαγορεύει στα υπόχρεα πρόσωπα τη διάθεση ενεργειακών προϊόντων για έξι (6) μήνες.
    Η ως άνω, εντούτοις, διάταξη περί απαγόρευσης προμήθειας σε περίπτωση δεύτερης υποτροπής είναι υπέρμετρα επαχθής και προσβάλλει την αρχή της αναλογικότητας. Και τούτο καθότι:
    1. Η σημαντική αυστηροποίηση των επαπειλούμενων διοικητικών προστίμων μέσω του τριπλασιασμού αυτών συνδέεται απολύτως με την τήρηση των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει τα υπόχρεα πρόσωπα και του ιδιότυπου «εποπτικού» τους ρόλου και κρίνεται ανάλογο του επιδιωκόμενου σκοπού.
    2. Ωστόσο, η διακοπή επί 6 μήνες της κύριας δραστηριότητας των υπόχρεων προσώπων λόγω πλημμελούς (καθ’ υποτροπήν έστω) εποπτείας των συνεργαζόμενων με αυτά πρατηρίων υγρών καυσίμων αποτελεί μέτρο υπέρμετρα επαχθές, παντελώς δυσανάλογο και μη απολύτως αναγκαίο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Και τούτο, καθώς δεν είναι νοητό πώς θα εξυπηρετείτο καλύτερα ο σκοπός της εποπτείας των πρατηρίων δια της αποβολής όχι ενός μεμονωμένου πρατηρίου αλλά μίας ολόκληρης εταιρίας πετρελαιοειδών από την αγορά.
    3. Η καθολική απαγόρευση διάθεσης ενεργειακών προϊόντων επί 6 μήνες σημαίνει ουσιαστικά την οριστική διακοπή των εργασιών μίας εταιρίας πετρελαιοειδών, καθώς το σύνολο της δραστηριότητας της δεν δύναται να τεθεί σε απλή 6μηνη αναστολή. Η βλάβη αυτή είναι ανήκεστος και τα αποτελέσματά της δεν είναι ανάλογα του επιδιωκόμενου σκοπού των μέτρων δέουσας επιμέλειας.
    4. Είναι μάλιστα, αξιοσημείωτο, ότι η ως άνω διακοπή, της κύριας δραστηριότητάς της δεν θα οφείλεται στην παραβίαση των όρων της δικής της λειτουργίας και του θεσμικού πλαισίου της κύριας δραστηριότητάς της. Αντιθέτως, θα είναι παντελώς ξένη με αυτή και θα οφείλεται αποκλειστικώς σε φερόμενη πλημμελή άσκηση ενός παρεμπίπτοντος «εποπτικού ρόλου» που της ανατέθηκε εκ του νόμου.
    5. Δεν προκύπτει καμία διαβάθμιση ως προς τη βαρύτητα, τη συχνότητα και τις ειδικές περιστάσεις των παραβάσεων του εποπτικού της ρόλου ώστε να αιτιολογείται το δυσανάλογο και υπέμετρα επαχθές μέτρο της de facto οριστικής διακοπής της λειτουργίας της δια της καθολικής απαγόρευσης διάθεσης ενεργειακών προϊόντων.
    6. Δεν προϋποτίθεται το αμετάκλητο των διοικητικών κυρώσεων ή το πέρας των διοικητικών/ δικαστικών διαδικασιών που να θεμελιώνει αναμφίβολα τη νομική βάση της υποτροπής αλλά αρκεί η απλή βεβαίωση της αρμόδιας Υπηρεσίας.
    7. Το χρονικό διάστημα των τριών (3) ετών εντός του οποίου ελέγχεται η δεύτερη υποτροπή υπόχρεου προσώπου δεν δικαιολογεί τον σκοπό θέσπισής του και κρίνεται απολύτως επαχθές.
    8. Δεν εξετάζεται η υπαιτιότητα του υπόχρεου προσώπου ως προς την ίδια την υποτροπή (θεσπίζεται αναιτιολόγητα αντικειμενική ευθύνη), ήτοι εάν οφείλεται σε δόλο ή αμέλεια (άραγε είναι σκοπούμενη ή όχι) αλλά ούτε και αν οφείλεται σε αντικειμενικούς παράγοντες πέραν του ελέγχου του.
    9. Το προτεινόμενο μέτρο δεν είναι ανάλογο του επιδιωκόμενου σκοπού. Ο νομοθετικός σκοπός των μέτρων δέουσας επιμέλειας αποτελεί τη συμμόρφωση των πρατηρίων πώλησης υγρών καυσίμων υπό τον συνεχή εποπτικό έλεγχο των εταιριών πετρελαιοειδών. Η 6μηνη διακοπή της δραστηριότητας εις βάρος των υπόχρεων προσώπων, εντούτοις, εξισώνει -ως προς το αποτέλεσμά της-αναιτιολόγητα την ενδεχόμενη πλημμελή «εποπτεία» με τις βαρύτατες παραβάσεις των πρατηρίων οι οποίες παρομοίως επισύρουν τη διακοπή λειτουργίας τους.
    10. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας από την έναρξη ισχύος τους μέχρι και σήμερα υφίστανται συνεχείς νομοθετικές τροποποιήσεις (ευλόγως, ως νεαρό νομοθετικό μέτρο) που συνοδεύονται και συνδέονται με πλείστες άλλες εξουσιοδοτικές κανονιστικές πράξεις στις οποίες αναμένεται η πλήρης συμμόρφωση της αγοράς (με δρώντα πρόσωπα πέραν των πρατηρίων υγρών καυσίμων και των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών, όπως επί παραδείγματι των εγκαταστατών). Υπό τις παρούσες συνθήκες, το μέτρο της 6μηνης διακοπής λειτουργίας ενός υπόχρεου προσώπου – εταιρίας εμπορίας πετρελαιοειδών δεν είναι ανάλογο του βαθμού ωρίμανσης του ίδιου του θεσμικού πλαισίου αλλά και της σημερινής προσαρμογής όλων των δρώντων της αγοράς.

    Για τους λόγους που περιγράφονται ανωτέρω προτείνεται η διαγραφή του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 7.

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΕΕΠΕ:
    Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 78 ως ακολούθως:
    1. Τα νομικά πρόσωπα των άρθρων 5 και 6 του ν. 3054/2002 (Α’ 230) που διαθέτουν και διακινούν ενεργειακά προϊόντα των περ. α) έως γ) και στ) έως ιε) της παρ. 1 του άρθρου 71 σε ατομικές επιχειρήσεις ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που εμπορεύονται και διακινούν καύσιμα (πρατήρια καυσίμων), εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος.
    2. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας, σε σχέση με τα πρατήρια καυσίμων με τα οποία συναλλάσσονται, συνίστανται:
    α) στην τήρηση και τακτική επικαιροποίηση των στοιχείων φορολογικού μητρώου των πρατηρίων καυσίμων, β) στον περιοδικό έλεγχο ύπαρξης της άδειας λειτουργίας, των πιστοποιητικών των δεξαμενών και αντλιών, καθώς και στην υπεύθυνη δήλωση του εξουσιοδοτημένου συνεργείου και του εγκαταστάτη του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών εκροών, όπου αυτό απαιτείται, στα πρατήρια καυσίμων. Ειδικότερα, τα ιδιωτικά πρατήρια της παρ. ζζ) του ν. 3784/2009 -όπως ισχύει- και της ΚΥΑ Α.1176/2024 -για την εξυπηρέτηση των οχημάτων και μηχανημάτων έργου, ιδιόκτητων ή συμβεβλημένων με οποιαδήποτε μορφή με τον κύριο ή κάτοχο του ιδιωτικού πρατηρίου και των λοιπών λειτουργικών αναγκών των πάσης φύσης εργοταξίων, μεταλλείων, ορυχείων, λατομείων και άλλων εγκαταστάσεων προσωρινής λειτουργίας, που προβλέπονται στην παρ. 7 του άρθρου 10 του ν. 3710/2008 (Α’ 216)- εξαιρούνται ως προς την υποχρέωση προσκόμισης των πιστοποιητικών των δεξαμενών και αντλιών, καθώς και της υπεύθυνης δήλωσης του εξουσιοδοτημένου συνεργείου και του εγκαταστάτη του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών,
    γ) σε τουλάχιστον έναν (1) κατ’ έτος έλεγχο της χημικής σύνθεσης των ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 που διατίθενται και διακινούνται από τα πρατήρια καυσίμων,
    δ) στην παροχή προς τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) κάθε πληροφορίας σχετικά με ενδεχόμενες παραβάσεις τέλεσης ή επικείμενης τέλεσης λαθρεμπορίας καυσίμων, εγκλήματος φοροδιαφυγής ή νοθείας καυσίμων.
    3. Αν από την τήρηση μέτρων δέουσας επιμέλειας διαπιστωθεί ότι πρατήριο καυσίμων δεν παρέχει στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 τα στοιχεία και τις πληροφορίες της παρ. 2 ή δεν έχει εγκαταστήσει και λειτουργεί ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών, όπου αυτό απαιτείται, ή κατέχει, διαθέτει ή διακινεί νοθευμένα ενεργειακά προϊόντα ή ενεργειακά προϊόντα λαθρεμπορίας της παρ. 1, τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 υποχρεούνται σωρευτικά:
    α) εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από τη διαπίστωση των ανωτέρω, να ενημερώσουν την αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. για τις ανωτέρω διαπιστώσεις,
    β) ταυτόχρονα με την ως άνω ενημέρωση, να διακόψουν τη διάθεση και διακίνηση ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 προς το συγκεκριμένο πρατήριο καυσίμων,
    γ) εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν όλα τα σήματά τους και τις αντλίες τους -εξαιρουμένων των πρατηρίων απομακρυσμένων περιοχών (π.χ. νησιωτική χώρα) στα οποία η απόσυρση θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών- και, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω και, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του.
    4. Αν από την τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας προκύψουν ενδείξεις λαθρεμπορίας, εγκλήματος φοροδιαφυγής ή νοθείας καυσίμων, τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 ενημερώνουν αμελλητί την αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., παρέχοντας αμέσως, και το αργότερο εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας, κάθε διαθέσιμο στοιχείο, περιλαμβανομένων των πλέον πρόσφατων αποτελεσμάτων ελέγχου της χημικής σύνθεσης των ενεργειακών προϊόντων που διατίθενται από το πρατήριο καυσίμων.
    5. Αν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. ενημερώσουν τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 για μη εγκατάσταση ή μη πλήρωση των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών σε πρατήριο καυσίμων ή για την τέλεση λαθρεμπορίας καυσίμων ή νοθείας καυσίμων ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών από πρατήριο καυσίμων ή για παραβάσεις σχετικά με ελλειμματικές παραδόσεις αντλιών, τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται σωρευτικά:
    α) να διακόψουν αυθημερόν από την ως άνω ενημέρωση τη διάθεση και διακίνηση ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 προς το συγκεκριμένο πρατήριο καυσίμων,
    β) εφόσον το πρατήριο καυσίμων φέρει σήμα λειτουργίας τους, ή εφόσον έχουν διαθέσει ή διακινήσει ενεργειακά προϊόντα προς το πρατήριο καυσίμων εντός των τελευταίων πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση και αφού οι Τελωνειακές Αρχές έχουν κατάσχει τα ενεργειακά προϊόντα που είναι αποθηκευμένα στις δεξαμενές του πρατηρίου, να απαντλήσουν και να μεταφέρουν τα ήδη κατασχεθέντα ενεργειακά προϊόντα εντός πέντε (5) ημερών από την λήψη σχετικής εντολής της ΑΑΔΕ. Τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 δύνανται να αναζητούν το κόστος της απάντλησης, μεταφοράς και επαναδιύλισης των ενεργειακών προϊόντων από τον παραβάτη,
    γ) εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν το σήμα και τις αντλίες τους -εξαιρουμένων των πρατηρίων απομακρυσμένων περιοχών (π.χ. νησιωτική χώρα) στα οποία η απόσυρση θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών- και, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους, από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω ή, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του.
    6. Αν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. ενημερώσουν τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 για την τέλεση λαθρεμπορίας ή νοθείας καυσίμων ή μη εγκατάστασης ή μη πλήρωσης των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας του ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών από πρατήριο καυσίμων, τα μέτρα της παρ. 5 εφαρμόζονται εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών και σε κάθε άλλο πρατήριο καυσίμων, που, σύμφωνα με την ενημέρωση της Α.Α.Δ.Ε. προς τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1, ανήκει κατά ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) ή διοικείται από τα πρόσωπα, στα οποία ανήκει ή τα οποία διοικούν το πρατήριο καυσίμων, το οποίο διαπιστώνεται ότι έχει τελέσει τις ως άνω παραβάσεις. Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται και για τα πρατήρια καυσίμων που ανήκουν κατά εκατό τοις εκατό (100%) στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 ή κατά εκατό τοις εκατό (100%) σε θυγατρικές τους εφόσον διαπιστωθούν πέντε (5) παραβάσεις σε διάστημα τριών (3) μηνών.
    7. Για τη μη τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας του παρόντος, επιβάλλονται πρόστιμα στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 ως εξής:
    α) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της περ. α) της παρ. 3 και της περ. β) της παρ. 5, επιβάλλεται πρόστιμο σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,
    β) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της περ. β) της παρ. 3 και της περ. α) της παρ. 5 επιβάλλεται πρόστιμο δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ (15.000 €), ανά παραστατικό πώλησης καυσίμων, ανεξαρτήτως ποσότητας, και όχι κατώτερο των σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,
    γ) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της περ. γ) της παρ. 3 και της περ. γ) της παρ. 5 επιβάλλεται πρόστιμο ενενήντα χιλιάδων ευρώ (90.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,
    δ) για μη τήρηση της υποχρέωσης της παρ. 4 επιβάλλεται πρόστιμο σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000 €), ανά πρατήριο καυσίμων,
    ε) για μη τήρηση των υποχρεώσεων της παρ. 6, επιβάλλεται πρόστιμο κατ’ αντιστοιχία προς όσα προβλέπονται στις περ. α) έως γ).
    Σε περίπτωση υποτροπής, το ποσό του προστίμου των ανωτέρω περιπτώσεων διπλασιάζεται.
    Ως υποτροπή ορίζεται η τέλεση από το ίδιο υπόχρεο πρόσωπο οποιασδήποτε παράβασης, για την οποία προβλέπεται πρόστιμο σύμφωνα με την παρούσα, εντός τριών (3) ετών από την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης σε αυτό.
    Η απόφαση απαγόρευσης διάθεσης της παρούσας παραγράφου κοινοποιείται σύμφωνα με όσα ορίζονται για την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης.
    8. Η Α.Α.Δ.Ε. προβαίνει σε δημοσιοποίηση των κυρώσεων που επιβάλλει στα υπόχρεα νομικά πρόσωπα τήρησης μέτρων δέουσας επιμέλειας. Η δημοσιοποίηση διενεργείται εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της κύρωσης της παρ. 7.
    Περαιτέρω, στην περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος σχετικά με τη διακοπή διάθεσης και διακίνησης καυσίμων, την απάντληση καυσίμων ή την απόσυρση των σημάτων και λοιπού εξοπλισμού από τα παραβατικά πρατήρια καυσίμων, κατά τον χρόνο της δημοσιοποίησης των στοιχείων των πρατηρίων καυσίμων δημοσιοποιούνται και τα στοιχεία των συνεργαζόμενων με αυτά, νομικών προσώπων, τα οποία είναι υπόχρεα στην τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας.

  • ΣΧΟΛΙΟ ΣΕΑΟΠ επί του Άρθρου 81 παρ. 3β
    Να διορθωθεί : Η παραγωγή του τσίπουρου ή της τσικουδιάς πραγματοποιείται κατά βάση με απόσταξη σε παραδοσιακούς άμβικες ασυνεχούς λειτουργίας. ( όπως αναφέρεται και στον τεχνικό φάκελο της γεωγραφικής ένδειξης τσίπουρο/τσικουδιά με αρ.πρωτ. PGI-GR-02079 Ημερομηνία καταχώρισης: 13/02/2008)

  • ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΑΟΠ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 80
    Να θεσμοθετηθεί κωδικός ΣΟ διακριτός για το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών
    Είναι απαράδεκτο σε περιπτώσεις λαθρεμπορίου ή παρανομίες υγειονομικού ενδιαφέροντος, που αφορούν σε προϊόντα απόσταξης μικρών αποσταγματοποιών να θίγεται η γεωγραφική ένδειξη τσίπουρο / τσικουδιά. Αυτό συμβαίνει π.χ. στις συγκεντρωτικές εκθέσεις για το λαθρεμπόριο του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου (ΣΕΚ) αλλά και σε εκείνες της της αστυνομίας καθώς βασισμένες στην ΣΟ αναφέρονται σε «τσίπουρο»/ «τσικουδιά». Εξάλλου, το άρθρο 82 του νομοσχεδίου διακρίνει το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών ως ειδική κατηγορία αιθυλικής αλκοόλης υπαγόμενη σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:08 | ΕΝ.ΑΠ.Α.Π.Ε.

    Σχόλιο επί του Άρ. 82 παρ. 3:
    Η εξαίρεση του προϊόντος απόσταξης μικρών αποσταγματοποιών από την επιβολή του Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α. συνιστά παραβίαση τόσο της συνταγματικής αρχής της ισότητας ενώπιον των φορολογικών βαρών όσο και της απαγόρευσης διακριτικής μεταχείρισης στο επίπεδο των εσωτερικών φόρων (άρθρο 110 εδ. α΄ ΣΛΕΕ). Ειδικότερα, το συγκεκριμένο τέλος επιβάλλεται επί του ΕΦΚ και καλύπτει τις δαπάνες των κρατικών αρχών για την διεξαγωγή των απαραίτητων ελέγχων, ελέγχων στους οποίους υποβάλλεται, δειγματοληπτικά, και το προϊόν απόσταξης μικρών (διήμερων) αποσταγματοποιών. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται η διαφορετική φορολογική μεταχείριση έναντι των λοιπών (συστηματικών) αποσταγματοποιών.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:53 | ΕΝ.ΑΠ.Α.Π.Ε.

    Σχόλιο επί του αρ. 131:
    Οι επαχθείς κυρώσεις που προβλέπει η εν λόγω διάταξη, σε περίπτωση «παράβασης των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων» είναι κατάφωρα άδικες για τον παραγωγικό κλάδο των αλκοολούχων ποτών καθόσον συνίστανται στην σφράγιση και την διαπόμπευση των επιχειρήσεων του κλάδου δυνητικά από το πρώτο λίτρο αιθυλικής αλκοόλης που μπορεί να υπολείπεται σε μια καταμέτρηση.
    Πράγματι οι επιχειρήσεις του κλάδου των συστηματικών αποσταγματοποιών και των ποτοποιών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων στο πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας. Η διαπίστωση διαφορών κατά την καταμέτρηση αιθυλικής αλκοόλης κατά την παραγωγική διαδικασία είναι αναπόφευκτη όταν παράγονται δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες λίτρα αιθυλικής αλκοόλης κατ’ έτος σε μια επιχείρηση.
    Αυτές οι διαφορές προκύπτουν τόσο υπό τη μορφή πλεονάσματος, οπότε θεωρείται «κατοχή» αιθυλικής αλκοόλης όσο και ως έλλειμα κατά τις καταμετρήσεις ανά κωδικό οπότε τίθεται ζήτημα «διάθεσης» αιθυλικής αλκοόλης.
    Και ναι μεν αυτές οι διαπιστώσεις πλεονάσματος ή ελλείματος δεν συνιστούν από μόνες τους «λαθρεμπορία» κατ’ άρθρο 155 του Ν. 2960/2001, ωστόσο είναι συνήθης τακτική των ελεγκτικών αρχών να διαπιστώνουν όχι απλώς τελωνειακή παράβαση αλλά να παραπέμπουν την υπόθεση στα ποινικά δικαστήρια με την κατηγορία της λαθρεμπορίας (πρβλ. ΣτΕ 1890/2016 ως προς την εκτίμηση των ελεγκτικών οργάνων της παράνομης κατοχής οινοπνεύματος ως «λαθρεμπορίας»). Ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης οι ενδιαφερόμενοι απαλλάσσονται, ωστόσο θα έχουν ήδη επιβληθεί βαρύτατες διοικητικές κυρώσεις (σφράγιση της επιχείρησης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δημοσίευση των στοιχείων της).
    Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η πρόβλεψη φυρών τόσο κατά την παραγωγή όσο και κατά την αποθήκευση δεν αίρει των εν λόγω κίνδυνο καθώς οι εν λόγω φύρες είναι αφενός περιορισμένες, αφετέρου αν κατά τη διενέργεια ελέγχου δεν υπολογίζονται επί του συνόλου της αιθυλικής αλκοόλης αλλά μόνο επί συγκεκριμένου κωδικού είναι πολύ εύκολο να ξεπεραστούν.
    Για τους παραπάνω λόγους, παρακαλούμε όπως τροποποιηθεί η εν λόγω διάταξη και να καταργηθεί το στοιχ. β΄ που αφορά σε απλή «παράβαση των ενωσιακών και εθνικών διατάξεων περί αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών και τροφίμων». Εναλλακτικά, να αναγνωριστεί ρητώς ότι η υπέρβαση των νομίμων φυρών (του άρθρου 148 παρ. 1) κατά τη διενέργεια ελέγχου σε αποσταγματοποιείο / ποτοποιείο συνιστά απλή τελωνειακή παράβαση («παρατυπία») και δεν γεννάται ζήτημα λαθρεμπορίας, εφόσον δεν ξεπερνάται ένα αυξημένο όριο φυρών (της τάξεως π.χ. του 30 % επί των προβλεπομένων φύρων) αλλά τελωνειακή παράβαση του άρθρου 142 του παρόντα Κώδικα. Επιπλέον, θα πρέπει να πραγματοποιείται από τα αρμόδια όργανα έλεγχος όχι δειγματοληπτικός αλλά για το σύνολο της παραγωγής/εγκατάστασης προκειμένου να υπολογιστεί το ύψος των φυρών.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:13 | ΕΝ.ΑΠ.Α.Π.Ε.

    ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΝΕΟΥ ΑΡΘΡΟΥ
    Προτείνεται η με νομοθετική διάταξη θέσπιση του Εθνικού Συμβουλίου Αποσταγμάτων, ως εξής:
    «Συστήνεται στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Διαρκής Επιτροπή με την ονομασία «Εθνικό Συμβούλιο Αποσταγμάτων», που αποτελεί γνωμοδοτικό και συμβουλευτικό του Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και των Υπηρεσιών της της ΑΑΔΕ, σε ό,τι αφορά τα μέτρα προστασίας και βελτίωσης της παραγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών καθώς και την προστασία και προαγωγή των σχετικών γεωγραφικών ενδείξεων καθώς και για κάθε άλλο θέμα πού αφορά τα ως άνω προϊόντα.
    Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται τα της συνθέσεως των αρμοδιοτήτων και λειτουργίας του.»

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:53 | ΕΝ.ΑΠ.Α.Π.Ε.

    Σχόλιο επί του άρ. 82:

    Η εξαίρεση του προϊόντος απόσταξης μικρών αποσταγματοποιών από την επιβολή του Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α. συνιστά παραβίαση τόσο της συνταγματικής αρχής της ισότητας ενώπιον των φορολογικών βαρών όσο και της απαγόρευσης διακριτικής μεταχείρισης στο επίπεδο των εσωτερικών φόρων (άρθρο 110 εδ. α΄ΣΛΕΕ). Ειδικότερα, το συγκεκριμένο τέλος επιβάλλεται επί του ΕΦΚ και καλύπτει τις δαπάνες των κρατικών αρχών για την διεξαγωγή των απαραίτητων ελέγχων, ελέγχων στους οποίους υποβάλλεται, δειγματοληπτικά και το προϊόν απόσταξης μικρών (διήμερων) αποσταγματοποιών. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται η διαφορετική φορολογική μεταχείριση έναντι των λοιπών (συστηματικών) αποσταγματοποιών.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:02 | PCDC A.E.

    Η εταιρεία PCDC (Κέντρο Διαχείρισης και Διανομής Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά Α.Ε.), μια από τις κυρίαρχες εταιρείες διαχείρισης εμπορευματοκιβωτίων στη Μεσόγειο και πλήρως ελεγχόμενη θυγατρική της COSCO SHIPPING Ports Limited, χαιρετίζει το σχέδιο νόμου για τον εκσυγχρονισμό του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα. Στο πλαίσιο της ενεργής συμμετοχής στη δημόσια διαβούλευση, προτείνεται τo παρακάτω σημείο προς ένταξη στο τελικό σχέδιο νόμου.

    Με το άρθρο 111 μεταφέρεται στον αναθεωρημένο Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα το άρθρο 105 «Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής φόρου» του ν. 2960/2001 που αφορά αποκλειστικά τα βιομηχανοποιημένα καπνά. Υποστηρίζουμε ότι είναι σημαντικό το αναθεωρημένο κείμενο να περιλαμβάνει αντίστοιχη πρόβλεψη και για τα νικοτινούχα προϊόντα που δεν περιέχουν καπνό όπως τα υγρά αναπλήρωσης, τα οποία περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα ή σε ειδικούς περιέκτες επαναπλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου καθώς και στα «σακουλάκια νικοτίνης».

    Με δεδομένο ότι για τα προϊόντα αυτά γίνεται επιβολή Φόρου Κατανάλωσης κατά την έννοια του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και ο Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας έχει καθιερώσει την ίση μεταχείριση των προϊόντων Ε.Φ.Κ. και Φόρου Κατανάλωσης, κρίνεται αναγκαίος ο καθορισμός διαδικασίας καταστροφής και επιστροφής του Φόρου Κατανάλωσης για τα προϊόντα της περίπτωσης α) και η) της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του ν. 2960/2001 κατά το πρότυπο της διαδικασίας των προϊόντων με Ε.Φ.Κ., για την εξυπηρέτηση αντίστοιχων αναγκών. Νοείται πως η διαδικασία αυτή θα ισχύει αποκλειστικά στις περιπτώσεις μη δυνατότητας διάθεσης των προϊόντων προς ανάλωση στην εγχώρια αγορά σε περιπτώσεις που τα προϊόντα έχουν υποστεί φθορά ή βλάβη καθιστώντας αδύνατη την κατανάλωσή τους.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:51 | ΕΝ.ΑΠ.Α.Π.Ε.

    Σχόλιο επί του άρ. 81:

    Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης θα πρέπει να καθορισθεί το ανώτερο στα 1.800 ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης, δηλαδή στο μέσο όρο των κρατών μελών της ΕΕ. Στην πραγματικότητα, με τον τρόπο αυτό δεν θα μειωθούν αντιστοίχως τα κρατικά έσοδα καθώς είναι γνωστό ότι η υπέρμετρη φορολογία αυξάνει τα φαινόμενα λαθρεμπορίας, ενώ η μείωση της φορολογίας θα είναι ευεργετική για την ανάπτυξη του κλάδου της παραγωγής αλκοολούχων ποτών, με αντίστοιχα οφέλη για την εθνική οικονομία

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:22 | ΕΝ.ΑΠ.Α.Π.Ε.

    Σχόλιο επί το άρ. 80:
    Να θεσμοθετηθεί κωδικός ΣΟ διακριτός για το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών .
    Είναι απαράδεκτο σε περιπτώσεις λαθρεμπορίου ή παρανομίες υγειονομικού ενδιαφέροντος προϊόντος απόσταξης μικρών αποσταγματοποιών να θίγεται η γεωγραφική ένδειξη τσίπουρο / τσικουδιά . Αυτό συμβαίνει π.χ. στις συγκεντρωτικές εκθέσεις για το λαθρεμπόριο του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου (ΣΕΚ) αλλά και σε εκείνες της της αστυνομίας καθώς βασισμένες στην ΣΟ αναφέρονται σε «τσίπουρο»/ «τσικουδιά».
    Εξάλλου, το άρθρο 82 του Ν. 2960/2001 διακρίνει το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών ως ειδική κατηγορία αιθυλικής αλκοόλης υπαγόμενη σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:05 | CORAL A.E

    Παρατηρήσεις επί του άρθρου 118:

    Προτείνεται η αλλαγή της διάρκειας πίστωσης από πέντε (5) σε δεκαπέντε (15) ημέρες.

  • 8 Ιουλίου 2025, 16:48 | CORAL A.E

    Εξαιτίας της φύσης των προϊόντων και των συνθηκών μεταφοράς και αποθήκευσης παρατηρείται ορισμένες φορές μία ελάχιστη υπέρβαση των αναγνωρισμένων από τις ισχύουσες διατάξεις ποσοστών φυσικής απομείωσης. Στις περιπτώσεις αυτές, καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής και αναιτιολόγητα επιζήμια η επιβολή προστίμων από 500 έως 15.000 ευρώ και ταυτοχρόνως επιβαρύνει αδικαιολόγητα το ιστορικό επιβολής διοικητικών προστίμων ακόμη και για πολύ μικρές ποσότητες ελλειμμάτων (λ.χ. ακόμη και για 1 λίτρο υπέρβασης) με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση έκδοσης πιστοποιητικών ή αδειών ή ΑΕΟ κλπ.
    Για το λόγο αυτό προτείνεται: Όταν η πλέον της νομίμως καθορισμένης ποσότητας φυσικής απομείωσης δεν υπερβαίνει το 20% αυτής να μην χαρακτηρίζεται απλή τελωνειακή παράβαση που να επισύρει το προβλεπόμενο πρόστιμο από 500 έως 15.000 ευρώ, με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, αλλά να καταβάλλονται οι φορολογικές και λοιπές συνεισπραττόμενες επιβαρύνσεις που αναλογούν στην πλέον της νομίμως ποσότητας φυσικής απομείωσης. Σε περίπτωση υπέρβασης του 20% κατά τα ανωτέρω, με την με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, να επιβάλλεται κατά περίπτωση πρόστιμο της παρ. 11 του άρθρου 164 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου για ποσό ανάλογο στην ποσότητα αυτή φορολογικών και λοιπών συνεισπραττόμενων επιβαρύνσεως έως και πενήντα (50) ευρώ ή της παρ. 1 του άρθρου 131 στις λοιπές περιπτώσεις.

  • 8 Ιουλίου 2025, 15:23 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΦΟΔΙΑΣΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ & ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ Π.Σ.Ε.Π.Ε.

    ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΠΣΕΠΕ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 106
    Από τις επιχειρήσεις χονδρικής πώλησης βιομηχανοποιημένων καπνών που προβλέπονται από την παρ.2 του αρθ.106 σύμφωνα με το οποίο υποχρεούνται να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές τους πρέπει να εξαιρεθούν
    • οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές ή
    • οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές που διακινούν καπνικά προϊόντα με ταινίες φορολογίας μηδενικής αξίας δηλαδή για εφοδιασμό πλοίων ή εξαγωγή καθώς η χρήση αυτών γίνεται στα διεθνή ύδατα ή σε Τρίτη χώρα ή τέλος
    • να εξαιρεθούν οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές που είναι παράλληλα κάτοχοι άδειας ΑΕΟ (Εγκεκριμένος Οικονομικός Φορέας)
    διότι αυτά υπερκαλύπτονται από τον συνδυασμό άλλων εφαρμοζόμενων διατάξεων καθώς τόσο οι πελάτες όσο και οι προμηθευτές που δραστηριοποιούνται στα πλαίσια του καθεστώτος αναστολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης έχουν λάβει άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή από την αρμόδια τελωνειακή περιφέρεια, η δε συλλογή των πληροφοριών που αποσκοπείτε από τα μέτρα Δέουσας Επιμέλειας εξασφαλίζεται από διατάξεις που ρυθμίζουν την επιτήρηση των βιομηχανοποιημένων καπνών για σκοπούς Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, αλλά και από τα μέτρα ιχνηλάτησης των βιομηχανοποιημένων καπνών που καθορίζονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης με τους κανονισμούς 573/2018 και 574/2018.
    Ως γνωστόν η αναστολή των φορολογικών επιβαρύνσεων για τα ως άνω καπνικά προϊόντα γίνεται υπό την συνεχή τελωνειακή επιτήρηση, χωρίς να παρέχεται δυνατότητα διακίνησης των βιομηχανοποιημένων καπνών χωρίς την άδεια του τελωνείου ελέγχου και την υποβολή των κατά περίπτωση τελωνειακών παραστατικών στο ICISNET, την σύσταση εγγύησης, της ύπαρξης επαρκούς διαθέσιμης ποσότητας στο Ο.Π.Σ.Τ.
    Περαιτέρω στο πλαίσιο της ιχνηλασιμότητας των καπνικών προϊόντων (Tobacco traceability) βάσει της Α.1202/2019 η οποία βασίζεται στο αρ 15 της οδηγίας 2014/40/ΕΕ η κυκλοφορία των καπνικών προϊόντων, καταγράφεται από τον κατασκευαστή μέχρι των τελευταίο οικονομικό φορέα.
    Ο εκάστοτε Εγκεκριμένος Αποθηκευτής εγγράφεται στο μητρώο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, μετά την υποβολή όλων των στοιχείων γίνεται πλήρης αυθεντικοποίηση του χρήστη μέσω ΤΑΧΙS (ΑΦΜ-Διεύθυνση) , EORI number, υπαρκτού e-mail το οποίο δεν δύναται να τροποποιηθεί και με το οποίο πραγματοποιείται η διαδικασία επαλήθευσης των στοιχείων για την απόκτηση
    • κωδικού Οικονομικού Φορέα (ΕΟ_ID),
    • την απόκτηση κωδικού Εγκατάστασης (F_ID)
    • την παραλαβή αναγνωριστικού κωδικού, με αναφορά στο είδος της επιχείρησης π.χ. φορολογική αποθήκη (Taxware house status), αριθμό ΕΦΚ (Facility Excise Number),
    • την απόκτηση κωδικού μηχανήματος επιχείρησης.
    Η πλήρης ιχνηλασιμότητα των καπνικών προϊόντων, από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση, μέσα από σύγχρονα πληροφοριακά συστήματα, αποτελεί ευρωπαϊκή πολιτική ελέγχου της παράνομης εμπορίας προϊόντων καπνού.
    Επομένως, όλα τα μέτρα Δέουσας Επιμέλειας υπερκαλύπτονται από τις διατάξεις τελωνειακής επιτήρησης για την εξασφάλιση των φορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα βιομηχανοποιημένα καπνά και τις διατάξεις για την ιχνηλάτηση καπνικών προϊόντων που καθορίζονται με τους κανονισμούς 573/2018 και 574/2018 (Μοναδικός Αναγνωριστικός Αριθμός καπνικών προϊόντων και κωδικός του διακινητή αυτών που χορηγείται από την Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ).
    Παράδειγμα: Μία επιχείρηση που δραστηριοποιείται με καπνικά προϊόντα σε καθεστώς αναστολής, διαθέτει άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή και άδεια φορολογικής αποθήκης για την αναστολή του ΕΦΚ που εφαρμόζεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά. Όταν παραλαμβάνει τέτοια προϊόντα από άλλον έμπορο πρέπει και αυτός να έχει τις ως άνω άδειες για να διαθέτει τα βιομηχανοποιημένα καπνά χωρίς τις προβλεπόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις. Επίσης όταν διαθέτει τέτοια προϊόντα (αφορολόγητα καπνικά) σε πελάτη της, θα πρέπει και αυτός να έχει τις ως άνω άδειες για να παραλαμβάνει και να κατέχει βιομηχανοποιημένα καπνά με αναστολή των φορολογικών επιβαρύνσεων.
    Αυτό σημαίνει ότι και οι δύο συναλλασσόμενοι (πωλητής και αγοραστής) είναι εγκεκριμένοι και επιτηρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις για την αναστολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που καθορίζονται στις διατάξεις του Ν. 2960/01, αλλά και με τα προβλεπόμενα από τους ως άνω κανονισμούς μέτρα ιχνηλάτησης καπνικών προϊόντων.
    Σύμφωνα με το άρθρο 17 της αριθ. ΔΕΦΚΦ 1116601/2017 ΑΥΟ ο Εγκεκριμένος Αποθηκευτής υποχρεούται να τηρεί λογιστική στην οποία απεικονίζονται όλα τα στοιχεία των βιομηχανοποιημένων καπνών, στα δε παραστατικά διακίνησης αυτών (e-ΔΕ, διασάφηση εξαγωγής κλπ) εμφανίζονται τα στοιχεία των συναλλασσομένων:
    Εγκεκριμένου Αποθηκευτή – προμηθευτή (αποστολέας) και
    Εγκεκριμένου Αποθηκευτή Παραλήπτη (πελάτης).
    Επομένως οι πληροφορίες για τον πελάτη και προμηθευτή βρίσκονται τόσο στην λογιστική που προβλέπεται από την ως άνω ΑΥΟ όσο και στα τελωνειακά παραστατικά με βάση τα οποία διακινούνται τα βιομηχανοποιημένα καπνά στο Ο.Π.Σ.Τ. καθώς επίσης και στην πλατφόρμα MyData.
    Σύμφωνα με τα ως άνω περιγραφόμενα μία επιχείρηση που διακινεί βιομηχανοποιημένα καπνά με αναστολή των φορολογικών επιβαρύνσεων, είναι αδύνατο να εμπλακεί παράνομα στην πώληση, διανομή, αποθήκευση ή αποστολή, καθόσον τόσο ο αγοραστής όσο και ο πωλητής είναι εγκεκριμένοι αποθηκευτές και τα βιομηχανοποιημένα καπνά διακινούνται μεταξύ των φορολογικών αποθηκών τους.
    Πέραν αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις ιχνηλάτησης του καν. 574/2018 τα καπνικά προϊόντα παίρνουν στη συσκευασία τους τον Μοναδικό Αναγνωριστικό Αριθμό (ΜΑΚ), αλλά και οι συναλλασσόμενοι αγοραστής και πωλητής εφοδιάζονται με Ειδικό Αναγνωριστικό Αριθμό από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων που είναι ο διαχειριστής του Συστήματος Ιχνηλάτησης καπνικών προϊόντων στην Ελλάδα.
    Σύμφωνα με το άρθρο 33 του Εκτελεστικού Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 574/2018 και τις διευκρινήσεις που δόθηκαν από την αρμόδια υπηρεσία με την ΔΕΦΚΦ 109884/25-6-2019 για να καθίσταται δυνατός ο προσδιορισμός των συναλλακτικών πληροφοριών που αναγράφονται στο άρθρο 15 της οδηγίας 2014/40/ΕΕ οι οικονομικοί φορείς υποχρεώνονται να καταγράφουν στην πιστοποιημένη μηχανογραφική υποδομή και τα ακόλουθα:
    α) την έκδοση κωδικού παραγγελίας
    β) την έκδοση του τιμολογίου
    γ) την είσπραξη.
    Δηλαδή εκτός από την καταγραφή της διακίνησης (παραλαβής και αποστολής) ανά μάρκα και παρτίδα των καπνικών προϊόντων υποχρεωτική είναι και η καταγραφή της εξόφλησης του εκάστοτε τιμολογίου ανεξαρτήτως της αξίας του.
    Όταν η αξία των τιμολογίων είναι άνω των 500 ευρώ, η εξόφληση υποχρεωτικά γίνεται στον τραπεζικό λογ/μο του προμηθευτή, βάσει του άρθρου 23 του Ν.4172/2013.
    Συνεπώς η υποχρεωτική εφαρμογή μέτρων δέουσας επιμέλειας στους εγκεκριμένους αποθηκευτές για την προμήθεια βιομηχανοποιημένων καπνών είναι εντελώς περιττή, καθόσον οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου (τελωνεία) ασκούν συνεχή επιτήρηση και έχουν όλα τα έγγραφα και στοιχεία που απαιτούνται για την έγκαιρη πληροφόρησή τους σχετικά με τις συναλλαγές με πελάτες και προμηθευτές, όταν και οι δύο έχουν την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή και τα προϊόντα διακινούνται μεταξύ αδειοδοτημένων φορολογικών αποθηκών. Θα ήταν παράλογο, εκτός από αυτήν την επιτήρηση να γίνεται και άλλη ενημέρωση.

    Η συσσώρευση των υποχρεώσεων στα πλαίσια των ως άνω διατάξεων της Δέουσας Επιμέλειας μόνο σύγχυση και γραφειοκρατική επιβάρυνση επιφέρουν στους εγκεκριμένους αποθηκευτές που δραστηριοποιούνται με τη διακίνηση αφορολόγητων βιομηχανοποιημένων καπνών.

    Με τα μέτρα που εκθέσαμε στις προηγούμενες παραγράφους, προκύπτει ότι εξασφαλίζεται πλήρως τόσο η τελωνειακή επιτήρηση των βιομηχανοποιημένων καπνών όσο και η παράδοση αυτών για εξαγωγή ή για εφοδιασμό πλοίων, αεροσκαφών ή διεθνών οργανισμών που απαλλάσσονται από φορολογικές επιβαρύνσεις.

    Εάν, παρόλα όσα αναπτύχθηκαν παραπάνω, παραμείνει η ως άνω διάταξη ως έχει αυτό θα αποτελεί επί πλέον τήρηση γραφειοκρατικών μέτρων με κόστος για τους εγκεκριμένους αποθηκευτές και μια άσκοπη επιβάρυνση για τις τελωνειακές αρχές οποίες θα πρέπει να ελέγχουν την εφαρμογή των ίδιων μέτρων με δύο διαφορετικές διαδικασίες καθόσον θα πρέπει να ασχολούνται με τον έλεγχο της εφαρμογής των μέτρων Δέουσας Επιμέλειας όταν γνωρίζουν ότι τα συγκεκριμένα βιομηχανοποιημένα καπνά έχουν υποστεί πλήρη τελωνειακή επιτήρηση από τη στιγμή της παραλαβής τους από ένα εγκεκριμένο αποθηκευτή μέχρι τη διάθεσή τους στον τελικό προορισμό που είναι η εξαγωγή ή ο εφοδιασμός πλοίων.

  • 8 Ιουλίου 2025, 12:21 | ΣΕΕΠΑ – ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΤΜΙΣΜΑΤΟΣ

    ΕΠΙΜΑΧΟ ΑΡΘΡΟ ΠΡΟΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟ

    Άρθρο 50
    Επιβολή φόρου κατανάλωσης -Βάση υπολογισμού και συντελεστές φόρου -Βεβαίωση και είσπραξη του φόρου
    1. Επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης στα εισαγόμενα από τρίτες χώρες, προερχόμενα από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ως εξής:
    α) Στα υγρά αναπλήρωσης, τα οποία προορίζονται προς χρήση ή περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα του κωδικού Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) 85434000 ή σε ειδικούς περιέκτες επαναπλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου, τα οποία κατατάσσονται στους κωδικούς Σ.Ο. 24041200 και 240419. Οι συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου του κωδικού Σ.Ο. 85434000 δεν υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, εφόσον αποτελούνται μόνο από την εξωτερική συσκευή και δεν περιέχουν υγρά τα οποία καταναλώνονται μέσω αυτής.
    Φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται και στα μείγματα ευωδών ουσιών που κατατάσσονται στον κωδικό Σ.Ο. 2404, εισάγονται ή παραλαμβάνονται αυτούσια από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ή παράγονται εγχωρίως και τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως υγρά αναπλήρωσης που κατατάσσονται στους κωδικούς Σ.Ο. 24041200 και 240419.
    Απαλλάσσονται από τον φόρο κατανάλωσης τα μείγματα ευωδών ουσιών του προηγούμενου εδαφίου που εισάγονται ή παραλαμβάνονται αυτούσια από το εσωτερικό της χώρας ή από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ή παράγονται εγχωρίως από τα πρόσωπα των περ. γ) και δ) της παρ. 10 και τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως πρώτη ύλη για την παραγωγή υγρών αναπλήρωσης που κατατάσσονται στους κωδικούς Σ.Ο. 24041200 και 240419 σε φορολογική αποθήκη ή στις εγκαταστάσεις των προσώπων που έχουν λάβει την απαιτούμενη άδεια από την τελωνειακή αρχή για παραγωγή εκτός καθεστώτος αναστολής. Η απαλλαγή του προηγούμενου εδαφίου, στην περίπτωση παραλαβής από το εσωτερικό της χώρας χορηγείται με την υποβολή Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (ΔΕΦΚ) από τα πρόσωπα των περ. γ) και δ) της παρ. 10 στην αρμόδια τελωνειακή αρχή κατά την ημερομηνία παραλαβής τους.

    ΣΕΕΠΑ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΣΤΑ ΜΕΙΓΜΑΤΑ ΕΥΩΔΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

    Πάγια θέση του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Προϊόντων Ατμίσματος είναι πως είναι ενάντια στη λογική και τη Δημόσια Υγεία η φορολόγηση ενός αντικαπνιστικού εργαλείου που σώζει ζωές καπνιστών στην Ελλάδα τα τελευταία 15 χρόνια και πρακτικά έχει οδηγήσει στην εξασφάλιση πόρων αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ετησίως, από τις δαπάνες που ΔΕΝ θα καταβάλει η Πολιτεία για τις συνδεδεμένες ασθένειες με το κάπνισμα σε άτομα που σταμάτησαν τη νοσογόνο συνήθεια με τον ατμό.

    Ωστόσο, ως διαχρονικοί θεσμικοί συνομιλητές της Πολιτείας με επαγγελματική ευσυνειδησία, συναινέσαμε στην ενίσχυση των Δημοσίων Εσόδων στο βαθμό που μας αναλογεί και συντελέσαμε με τη συνεισφορά μας στη σύνταξη μιας ρεαλιστικής διάταξης. Άρα ως προς τη διάταξη δεν έχουμε παρατήρηση στο κείμενό της. Μας ενδιαφέρει η εφαρμογή της και άρα οι παρατηρήσεις μας αντικατοπτρίζουν την έννοια μας για το πώς η διάταξη θα εφαρμοστεί με τρόπο χρηστό, λειτουργικό και χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα που ζήσαμε στο παρελθόν.

    Η επιβολή ΝΕΟΥ Φόρου Κατανάλωσης στα μείγματα ευωδών ουσιών που προορίζονται για την ιδιοκατασκευή αναπλήρωσης υγρών ηλεκτρονικού τσιγάρου δημιουργεί νέες συνθήκες στην αγορά ατμιστικών προϊόντων:

    Α) Οι υφιστάμενες επιχειρήσεις Ελλήνων παραγωγών και εισαγωγέων που λειτουργούν ως Φορολογικοί Αποθηκευτές από το 2017, οπότε και εφαρμόστηκε Φόρος Κατανάλωσης για τα έτοιμα υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου, θα χρειαστεί να αναπροσαρμόσουν χωροταξικά τα όρια των Φορολογικών Αποθηκών τους, διαδικασία που συνεπάγεται αυτοψία από το οικείο Τελωνείο.

    Β) Οι επιχειρήσεις όσων δεν διαχειρίζονταν έτοιμα υγρά αναπλήρωσης και είτε ήταν παραγωγοί, είτε εισαγωγείς, μειγμάτων ευωδών ουσιών που αποτελούσαν πρώτες ύλες για την ιδιοκατασκευή υγρών αναπλήρωσης (D.I.Y. Φτιάξτο μόνος σου, SnV, Mix n Vape, shortfill, longfill) θα αναγκαστούν να εκδώσουν Τελωνειακή Άδεια Φορολογικού Αποθηκευτή (συντριπτικά οι παραγωγοί) ή Εγκεκριμένου Παραλήπτη (μερικώς οι εισαγωγείς), διαδικασία που συνεπάγεται αυτοψία από το οικείο Τελωνείο.

    Γ) Ο ΝΕΟΣ Φόρος Κατανάλωσης επί ΝΕΑΣ φορολογητέας ύλης, για προϊόντα πολλαπλάσιου όγκου εκείνου των ήδη φορολογουμένων έτοιμων υγρών αναπλήρωσης θα οδηγήσει, αφενός τους ήδη κατέχοντες Τελωνειακές Άδειες σε πολλαπλασιασμό της υφιστάμενης χρηματικής εγγύησης, τους δε νέους λήπτες Τελωνειακών Αδειών (βλέπε Β) σε μεγάλες εγγυήσεις εξαρχής.

    Δ) Με δεδομένη την ισχύ του Φόρου Κατανάλωσης, 30 ημέρες μετά τη δημοσίευση στο ΦΕΚ βάσει του άρθρου 269, όλες οι διαδικασίες ‘Έκδοσης Νέων Τελωνειακών Αδειών θα πρέπει να ολοκληρωθούν μέσα στον Αύγουστο 2025, στο διάστημα που τόσο το προσωπικό στα Τελωνεία, όσο και οι συμμετέχοντες ιδιώτες στα έγγραφα για την υποβολή αιτήματος (μηχανικοί, νομικά τμήματα τραπεζών για εγγυητικές) βρίσκονται με έλλειμμα προσωπικού λόγω αδειών θερινών διακοπών.

    Ε) Η εφαρμογή του ΝΕΟΥ Φόρου Κατανάλωσης στα μείγματα ευωδών ουσιών που αποτελούν πρώτες ύλες ιδιοκατασκευής υγρών αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι αυτονόητα εφαρμόσιμη με τεκμήρια μέσω των αποδεικτικών παραλαβής μέσω εισαγωγών που έχουν λάβει χώρα ΠΡΙΝ την ημερομηνία εφαρμογής. Ωστόσο, οι Έλληνες παραγωγοί, τα υφιστάμενα αποθέματα έτοιμων προϊόντων που θα έχουν πριν την εφαρμογή του ΝΕΟΥ Φόρου Κατανάλωσης, δε θα μπορούν να τα αποδείξουν σε ενδεχόμενους ελέγχους από τις Ελεγκτικές Υπηρεσίες που θα λάβουν χώρα μετά από λίγο ή περισσότερο καιρό. Ο μόνος εξασφαλισμένος τρόπος απόδειξης είναι η Ετήσια Απογραφή, υποχρεωτική από τα Εθνικά Λογιστικά Πρότυπα που λαμβάνει χώρα την 31η Δεκεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους.

    ΣΤ) Οι διατάξεις του ΝΕΟΥ Φόρου Κατανάλωσης έχουν συμφωνηθεί από Οκτώβριο 2024. Η θέση μας ήταν και τότε πως η εφαρμογή του ΝΕΟΥ Φόρου θα πρέπει να λάβει χώρα από 1η Γενάρη ώστε να είναι ξεκάθαρα όλα τα δεδομένα από την αγορά (παραγωγούς-εισαγωγείς) και με το κλείσιμο της διαχειριστικής χρήσης του 2025 να τεθεί ο Φόρος Κατανάλωσης σε εφαρμογή. Διότι κανείς δεν επιθυμεί να δημιουργηθεί για άλλη μια φορά μεταχρονολογημένο χάος στην αγορά, επειδή η εφαρμογή -εις βάρος μάλιστα των ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ των ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ- θα αφήσει έκθετους τους Έλληνες παραγωγούς για την επιβολή δυσβάστακτων προστίμων, απλά διότι δεν μπορούν να αποδείξουν στις Ελεγκτικές Υπηρεσίες ,τα αποθέματα που διέθεταν στην αποθήκη τους , πριν την εφαρμογή του ΝΕΟΥ Φόρου Κατανάλωσης. Δεν θα πρέπει επομένως να γίνει αθέμιτη εφαρμογή εις βάρος των Ελλήνων Παραγωγών.

    Ζ) Η συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγών και εισαγωγέων των ατμιστικών προϊόντων είναι επιχειρήσεις μικρές και πολύ μικρές και ουδεμία σχέση σε μέγεθος έχουν με τις τεράστιες καπνοβιομηχανίες. Το διοικητικό κόστος των τελωνειακών διατυπώσεων που επωμίζονται από το 2017 δεν είναι ευκαταφρόνητο, καθώς πρόκειται για μη ηλεκτρονικό σύστημα (δεν είναι ενταγμένο στον Εναρμονισμένο ευρωπαϊκό φόρο). Το κόστος αυτό θα πολλαπλασιαστεί καθώς πλην της καθαρής γλυκερίνης και προπυλενογλυκόλης, όλα τα υπόλοιπα προϊόντα θα απαιτούν διακίνηση και άρα έξοδα επιπλέον.

    Για όλους τους παραπάνω λόγους, προτείνουμε τα εξής που είναι απολύτως λογικά και ευκόλως εφαρμόσιμα:

    1) Τη χρονική μετάθεση της ημερομηνίας εφαρμογής του ΝΕΟΥ Φόρου Κατανάλωσης στα μείγματα ευωδών ουσιών για την 1η Ιανουαρίου 2026. Ώστε:

    α) Να δοθεί ικανός χρόνος σε όλους τους εμπλεκόμενους να συγκεντρώσουν τα χρήματα για την εγγύηση των προϊόντων στις Φορολογικές Αποθήκες,

    β) Τα Τελωνεία, αφού μελετήσουν την εφαρμοστική Εγκύκλιο που προφανώς θα εκδοθεί και τους απαντηθούν τα ερωτήματα που ευλόγως θα θέσουν, να διεκπεραιώσουν σωστά και ορθά τις αυτοψίες και τον έλεγχο των αιτημάτων για νέες Τελωνειακές Άδειες.

    γ) Ώστε να είναι κρυστάλλινο το χρονικό σημείο εφαρμογής και επίσημα απογραφέντα τα αφορολόγητα αποθέματα σε Έλληνες παραγωγούς και εισαγωγείς, πρακτική που έλαβε χώρα και στο κρασί όταν άλλαξε το καθεστώς στον ΦΚ του.

    2) Τη διατήρηση του 5% του καταβληθέντος κατά το προηγούμενο έτος συνολικού ποσού φόρου κατανάλωσης, για την πάγια εγγύηση Φορολογικής Αποθήκης, που υφίσταται για τα έτοιμα υγρά αναπλήρωσης από το 2017.

    3) Στις εξαγωγές εντός ΕΕ ωστόσο, η αποδέσμευση της εγγύησης διακίνησης γίνεται τον επόμενο μήνα με την υποβολή VIES από τον αποστολέα Έλληνα παραγωγό: Αυτό σημαίνει ότι παρά το ότι το φορτίο φτάνει σε 4-5 μέρες οδικώς στον παραλήπτη σε όλη την ΕΕ, υπάρχει χρονοκαθυστέρηση περίπου άλλον έναν μήνα για την αποδέσμευση της εγγύησης, ο δε παραλήπτης μπορεί να έχει παραγγείλει εκ νέου και άλλη παραγγελία μέσα στον ίδιο μήνα, να γίνει εκ νέου αποστολή, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζεται το απαιτούμενο ποσό της εγγύησης.

    Με το ΝΕΟ Φόρο Κατανάλωσης, η φορολογητέα ύλη πολλαπλασιάζεται και η απαιτούμενη εγγύηση θα εκτιναχτεί σε δυσθεώρητα ύψη, προκαλώντας τρομακτικό πρόβλημα στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ που εξάγουν. Θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε το αποδεικτικό παράδοσης του φορτίου (στον παραλήπτη) που εκδίδεται από τις πολυεθνικές μεταφορικές εταιρείες που το διακινούν (FEDEX, DHL κ.ο.κ.), να αποτελεί δικαιολογητικό αποδέσμευσης της εγγύησης και ακολούθως η δήλωση της συναλλαγής στο VIES να αποτελεί την τυπική επιβεβαίωση του αληθούς της συναλλαγής. Είναι εσφαλμένο να δημιουργούνται ανούσια εμπόδια στις ελληνικές εξαγωγές που γίνονται με πολύ κόπο στην παρούσα χρονική περίοδο.

  • 8 Ιουλίου 2025, 11:43 | Ένωση Σουπερ Μάρκετ Ελλάδος (Φορολογική Επιτροπή)

    Σχόλια επί του άρθρου 94 του Νομοσχεδίου:

    Στον τομέα των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το έτος 2020, ένα νομοθετικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών.
    Με το άρθρο 5 ν. 4758/2020,ΦΕΚ Α 242 προστέθηκε το άρθρο 93Β στον Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2021). Με το εν λόγω άρθρο εισήχθη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι: «1. Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, την παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της Χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του Συστήματος Ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93Α. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρισης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλε-φθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.».
    Με το άρθρο 81 παρ. 3 του ανωτέρω νόμου ν. 4758/2020 ορίσθηκε επιπλέον, ότι η ισχύς του άρθρου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών, η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οποίου καθορίζεται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην σχετική παράγραφο του άρθρου 93Β.
    Δεδομένων των προβλημάτων που εντοπίζονταν στην εφαρμογή του εν λόγω άρθρου στο σύνολό του, υποβλήθηκαν από τους εμπλεκόμενους φορείς συμπεριλαμβανομένης και της Ένωσής μας υπομνήματα με τα οποία διευκρινίζονταν τα τεχνικά ζητήματα και οι δυσκολίες που ανακύπτουν. Για το λόγο αυτό, συνεστήθη με απόφαση του Γενικού Διευθυντή Τελωνείων άτυπη ομάδα εργασίας για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών (ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024). H ομάδα θα έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο της έως την 15/11/2024 με την υποβολή σχετικής πρότασης στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ.
    Μετά τις εποικοδομητικές συζητήσεις, μεταξύ των φορέων του Υπουργείου και των επιτηδευματιών, συντάχθηκε, δεδομένου ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι κατέληξαν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει έτοιμη να εφαρμοστεί αυτοματοποιημένη λύση, σχετικό κοινό πόρισμα με το οποίο, ουσιαστικά τονιζόταν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, η αδυναμία ανεύρεσης τεχνικής λύσης η οποία θα καθιστούσε εφικτή την αυτοματοποίηση των καταχωρίσεων.
    Στο άρθρο 94 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα αναφέρεται ότι: «Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.»
    Στην δε παράγραφο 44 του άρθρου 196 του εν λόγω νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρούνται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 94. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.»
    Με τις εν λόγω προτεινόμενες διατάξεις, σε αντίθεση με όσα προέκυψαν στη διάρκεια των συνεδριάσεων της ανωτέρω ομάδας εργασίας, και τα οποία συνηγορούσαν όχι στη διατήρηση αλλά στην κατάργηση της σχετικής διάταξης περί αυτοματοποιημένης καταχώρησης, παραμένει σε ισχύ μία διάταξη, η αδυναμία της εφαρμογής της οποίας είχε ήδη επιβεβαιωθεί.
    Η εν λόγω απαίτηση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που να καθιστά εφικτή τη διαβίβαση της σχετικής πληροφορίας, πολλώ δε μάλλον με ηλεκτρονικό τρόπο, αν και εφόσον παραμείνει δεν μπορεί να εφαρμοσθεί τεχνικά, πολλώ δε μάλλον αυτοματοποιημένα. Μάλιστα, όπως διευκρινίσθηκε και κατά τις συναντήσεις της ομάδας εργασίας πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ως εκ τούτου εκλείπει και η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης σε κάποια βάση δεδομένων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση ανάκτησης της σχετικής πληροφορίας.
    Προς ενημέρωση σας, επικαλούμαστε, εκ νέου, το σύνολο των σχετικών δυσκολιών και προβλημάτων που ανακύπτουν σε περίπτωση ψήφισης και εφαρμογής της σχετικής διάταξης και καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση των διατάξεων για την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ταυτοποίησης των αλκοολούχων ποτών.
    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης στο σύνολό της και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής:

    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα λάθους καταχώρισης,
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (η υποχρέωση υφίσταται και για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίσταται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να καταχωρηθεί.
    • οι παραδιδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών logistics,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους προμηθευτές,
    • προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν – εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας. Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω πιθανής αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    • Ειδικότερα στο επίπεδο των Σούπερ Μάρκετ (SM):
    – δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλκοολούχων ποτών είναι «αργοκίνητοι» και εποχιακοί κωδικοί, η μονάδα μέτρησης στην παραγγελία / παραλαβή από την εκάστοτε αλυσίδα SM, είναι διαφορετική από την μονάδα μέτρησης πώλησης στο κατάστημα (π.χ. η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής στα κέντρα διανομής στους πιο δημοφιλείς κωδικούς όπως το ουίσκι, μπορεί να είναι ολόκληρη παλέτα αλλά στους πιο «αργοκίνητους» κωδικούς το κιβώτιο),
    – δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση από τον προμηθευτή, ακόμα και στους πιο δημοφιλείς κωδικούς, για τους οποίους η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής είναι η παλέτα, το σύνολο των κιβωτιών να έχουν το ίδιο LOT. Συνεπώς και στις παραγγελίες που πραγματοποιούνται σε επίπεδο παλέτας, θα πρέπει το κέντρο διανομής να ελέγξει και να καταγράψει το LOT του εκάστοτε κωδικού σε επίπεδο τεμαχίου,
    – λόγω της μεγάλης αξίας αποθεμάτων αλλά και του υψηλού ρίσκου κλοπής, τα καταστήματα παραγγέλνουν από τα Κέντρα Διανομής, σε επίπεδο τεμαχίου σε πάνω από το 80% των σχετικών αλκοολούχων κωδικών.
    – σε ένα κανονικό ράφι καταστήματος, ένα κωδικός μπορεί να έχει απόθεμα, κατά μέσο όρο, από 6 έως 12 φιάλες. Εφόσον τα καταστήματα παραγγέλνουν σε επίπεδο τεμαχίου, τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει πολύ παραπάνω από ένα LOT για τις 6 έως 12 φιάλες.
    – η καταγραφή του LOT προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες κατά την τιμολόγηση στο ταμείο για τις χονδρικές πωλήσεις, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει η δυνατότητα λήψης αυτού με μηχανικά μέσα (σκανάρισμα των φιαλών). Με το χέρι στο ταμειακό σύστημα της εταιρείας, κατά τη διαδικασία έκδοσης του τιμολογίου χονδρικής πώλησης θα προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις για τις καταχωρίσεις, ενώ η χειροκίνητη καταγραφή από μόνη της, αυξάνει το ρίσκο της λανθασμένης καταχώρισης.
    – Το ίδιο ακριβώς ως άνω πρόβλημα δημιουργείται και στις πωλήσεις EX VAN, ακρίβεια κατά την ανάγνωση – ορθή καταγραφή – σημαντικές καθυστερήσεις.

    Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκύπτει ότι :
    • δεν υφίσταται δυνατότητα βάσει της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών,
    • η ένδειξη παρτίδας δεν είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων διαθέσιμη στην εφοδιαστική αλυσίδα επί των παραστατικών διακίνησης,
    • δεν υφίσταται δυνατότητα η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης),

    και εν γένει προκαλούνται:
    α) σημαντικές δυσχέρειες και κίνδυνοι ως προς την ορθή καταχώριση των στοιχείων στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και
    β) υψηλό διαχειριστικό κόστος για τις επιχειρήσεις (πρόσθετο προσωπικό για καταγραφή και διαχείριση-παρακολούθηση των προϊόντων ανά ένδειξη παρτίδας κατά την αποθήκευση, την ανασυσκευασία και την τιμολόγησή τους) καθώς και σημαντικές καθυστερήσεις των συναλλαγών.
    Όπως εκφράσθηκε στις συναντήσεις της Ομάδας Εργασίας και επαναφέρουμε και με το παρόν, δεδομένων των τεχνικών ελλείψεων, της μη ύπαρξης υποχρέωσης εκ μέρους της της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών, της μη ύπαρξης δυνατότητας η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), δεν μπορούμε, παρά το γεγονός ότι επιθυμούμε σφόδρα, να ανταποκριθούμε στο σύνολό τους στις ανωτέρω απαιτήσεις, οιαδήποτε δε εφαρμογή μη τεχνικών λύσεων (χειροκίνητης καταχώρισης) ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων, γεγονός το οποίο θα επάγεται αφενός μεν δυσχέρειες στο ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών σας, αφετέρου δε θα δημιουργεί, για απλά σφάλματα καταχώρισης, κινδύνους ενδεχομένως αποδιδόμενης κατηγορίας περί λαθρεμπορίας στους εκπροσώπους των μελών μας. Και μάλιστα λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι λόγω της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της έναρξης υποχρεωτικής εφαρμογής του ψηφιακού δελτίου αποστολής, οι ελεγκτικές αρχές αλλά και η Φορολογική Διοίκηση είναι ήδη ενήμερες, σε πραγματικό χρόνο, για το σύνολο των διακινήσεων εμπορεύσιμων αγαθών που πραγματοποιούνται εντός της Επικράτειας και μάλιστα πριν την έναρξη της φυσικής μετακίνησης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δια μίας απλής επεξεργασίας των διαβιβασθέντων δεδομένων μπορεί ανά πάσα στιγμή οιαδήποτε Ελεγκτική Αρχή να γνωρίζει ποσότητες και κωδικούς που πουλήθηκαν ή διακινήθηκαν. Και τούτο διότι στο επίπεδο του παρόχου ηλεκτρονικής τιμολόγησης το σύνολο των πληροφοριών της συναλλαγής είναι άμεσα διαθέσιμο σε επίπεδο κωδικού και όχι απλώς συναλλασσόμενου.
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις πλείστες συζητήσεις, προτείνουμε, την απόσυρση της εν λόγω διάταξης.

    Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:

    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες από την SPEU, έχει αρχίσει συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την εξεύρεση του αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ) να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.
    Δηλώνοντας για μία ακόμη φορά ότι είμαστε στην διάθεσή σας με κάθε μέσο, ευελπιστούμε ότι οι ανωτέρω ρεαλιστικές μας προτάσεις θα γίνουν δεκτές.

  • 8 Ιουλίου 2025, 11:29 | Ένωση Σούπερ Μάρκετ Ελλάδος (Φορολογική Επιτροπή)

    Σχόλια επί του άρθρου 94 του Νομοσχεδίου:

    Στον τομέα των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το έτος 2020, ένα νομοθετικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών.
    Με το άρθρο 5 ν. 4758/2020,ΦΕΚ Α 242 προστέθηκε το άρθρο 93Β στον Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2021). Με το εν λόγω άρθρο εισήχθη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι: «1. Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, την παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της Χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του Συστήματος Ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93Α. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρισης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλε-φθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.».
    Με το άρθρο 81 παρ. 3 του ανωτέρω νόμου ν. 4758/2020 ορίσθηκε επιπλέον, ότι η ισχύς του άρθρου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών, η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οποίου καθορίζεται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην σχετική παράγραφο του άρθρου 93Β.
    Δεδομένων των προβλημάτων που εντοπίζονταν στην εφαρμογή του εν λόγω άρθρου στο σύνολό του, υποβλήθηκαν από τους εμπλεκόμενους φορείς συμπεριλαμβανομένης και της Ένωσής μας υπομνήματα με τα οποία διευκρινίζονταν τα τεχνικά ζητήματα και οι δυσκολίες που ανακύπτουν. Για το λόγο αυτό, συνεστήθη με απόφαση του Γενικού Διευθυντή Τελωνείων άτυπη ομάδα εργασίας για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών (ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024). H ομάδα θα έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο της έως την 15/11/2024 με την υποβολή σχετικής πρότασης στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ.
    Μετά τις εποικοδομητικές συζητήσεις, μεταξύ των φορέων του Υπουργείου και των επιτηδευματιών, συντάχθηκε, δεδομένου ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι κατέληξαν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει έτοιμη να εφαρμοστεί αυτοματοποιημένη λύση, σχετικό κοινό πόρισμα με το οποίο, ουσιαστικά τονιζόταν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, η αδυναμία ανεύρεσης τεχνικής λύσης η οποία θα καθιστούσε εφικτή την αυτοματοποίηση των καταχωρίσεων.
    Στο άρθρο 94 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα αναφέρεται ότι: «Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.»
    Στην δε παράγραφο 44 του άρθρου 196 του εν λόγω νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρούνται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 94. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.»
    Με τις εν λόγω προτεινόμενες διατάξεις, σε αντίθεση με όσα προέκυψαν στη διάρκεια των συνεδριάσεων της ανωτέρω ομάδας εργασίας, και τα οποία συνηγορούσαν όχι στη διατήρηση αλλά στην κατάργηση της σχετικής διάταξης περί αυτοματοποιημένης καταχώρησης, παραμένει σε ισχύ μία διάταξη, η αδυναμία της εφαρμογής της οποίας είχε ήδη επιβεβαιωθεί.
    Η εν λόγω απαίτηση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που να καθιστά εφικτή τη διαβίβαση της σχετικής πληροφορίας, πολλώ δε μάλλον με ηλεκτρονικό τρόπο, αν και εφόσον παραμείνει δεν μπορεί να εφαρμοσθεί τεχνικά, πολλώ δε μάλλον αυτοματοποιημένα. Μάλιστα, όπως διευκρινίσθηκε και κατά τις συναντήσεις της ομάδας εργασίας πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ως εκ τούτου εκλείπει και η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης σε κάποια βάση δεδομένων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση ανάκτησης της σχετικής πληροφορίας.
    Προς ενημέρωση σας, επικαλούμαστε, εκ νέου, το σύνολο των σχετικών δυσκολιών και προβλημάτων που ανακύπτουν σε περίπτωση ψήφισης και εφαρμογής της σχετικής διάταξης και καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση των διατάξεων για την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ταυτοποίησης των αλκοολούχων ποτών.
    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης στο σύνολό της και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής:

    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα λάθους καταχώρισης,
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (η υποχρέωση υφίσταται και για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίσταται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να καταχωρηθεί.
    • οι παραδιδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών logistics,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους προμηθευτές,
    • προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν – εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας. Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω πιθανής αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    • Ειδικότερα στο επίπεδο των Σούπερ Μάρκετ (SM):
    – δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλκοολούχων ποτών είναι «αργοκίνητοι» και εποχιακοί κωδικοί, η μονάδα μέτρησης στην παραγγελία / παραλαβή από την εκάστοτε αλυσίδα SM, είναι διαφορετική από την μονάδα μέτρησης πώλησης στο κατάστημα (π.χ. η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής στα κέντρα διανομής στους πιο δημοφιλείς κωδικούς όπως το ουίσκι, μπορεί να είναι ολόκληρη παλέτα αλλά στους πιο «αργοκίνητους» κωδικούς το κιβώτιο),
    – δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση από τον προμηθευτή, ακόμα και στους πιο δημοφιλείς κωδικούς, για τους οποίους η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής είναι η παλέτα, το σύνολο των κιβωτιών να έχουν το ίδιο LOT. Συνεπώς και στις παραγγελίες που πραγματοποιούνται σε επίπεδο παλέτας, θα πρέπει το κέντρο διανομής να ελέγξει και να καταγράψει το LOT του εκάστοτε κωδικού σε επίπεδο τεμαχίου,
    – λόγω της μεγάλης αξίας αποθεμάτων αλλά και του υψηλού ρίσκου κλοπής, τα καταστήματα παραγγέλνουν από τα Κέντρα Διανομής, σε επίπεδο τεμαχίου σε πάνω από το 80% των σχετικών αλκοολούχων κωδικών.
    – σε ένα κανονικό ράφι καταστήματος, ένα κωδικός μπορεί να έχει απόθεμα, κατά μέσο όρο, από 6 έως 12 φιάλες. Εφόσον τα καταστήματα παραγγέλνουν σε επίπεδο τεμαχίου, τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει πολύ παραπάνω από ένα LOT για τις 6 έως 12 φιάλες.
    – η καταγραφή του LOT προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες κατά την τιμολόγηση στο ταμείο για τις χονδρικές πωλήσεις, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει η δυνατότητα λήψης αυτού με μηχανικά μέσα (σκανάρισμα των φιαλών). Με το χέρι στο ταμειακό σύστημα της εταιρείας, κατά τη διαδικασία έκδοσης του τιμολογίου χονδρικής πώλησης θα προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις για τις καταχωρίσεις, ενώ η χειροκίνητη καταγραφή από μόνη της, αυξάνει το ρίσκο της λανθασμένης καταχώρισης.
    – Το ίδιο ακριβώς ως άνω πρόβλημα δημιουργείται και στις πωλήσεις EX VAN, ακρίβεια κατά την ανάγνωση – ορθή καταγραφή – σημαντικές καθυστερήσεις.

    Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκύπτει ότι :
    • δεν υφίσταται δυνατότητα βάσει της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών,
    • η ένδειξη παρτίδας δεν είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων διαθέσιμη στην εφοδιαστική αλυσίδα επί των παραστατικών διακίνησης,
    • δεν υφίσταται δυνατότητα η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης),

    και εν γένει προκαλούνται:
    α) σημαντικές δυσχέρειες και κίνδυνοι ως προς την ορθή καταχώριση των στοιχείων στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και
    β) υψηλό διαχειριστικό κόστος για τις επιχειρήσεις (πρόσθετο προσωπικό για καταγραφή και διαχείριση-παρακολούθηση των προϊόντων ανά ένδειξη παρτίδας κατά την αποθήκευση, την ανασυσκευασία και την τιμολόγησή τους) καθώς και σημαντικές καθυστερήσεις των συναλλαγών.
    Όπως εκφράσθηκε στις συναντήσεις της Ομάδας Εργασίας και επαναφέρουμε και με το παρόν, δεδομένων των τεχνικών ελλείψεων, της μη ύπαρξης υποχρέωσης εκ μέρους της της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών, της μη ύπαρξης δυνατότητας η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), δεν μπορούμε, παρά το γεγονός ότι επιθυμούμε σφόδρα, να ανταποκριθούμε στο σύνολό τους στις ανωτέρω απαιτήσεις, οιαδήποτε δε εφαρμογή μη τεχνικών λύσεων (χειροκίνητης καταχώρισης) ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων, γεγονός το οποίο θα επάγεται αφενός μεν δυσχέρειες στο ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών σας, αφετέρου δε θα δημιουργεί, για απλά σφάλματα καταχώρισης, κινδύνους ενδεχομένως αποδιδόμενης κατηγορίας περί λαθρεμπορίας στους εκπροσώπους των μελών μας. Και μάλιστα λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι λόγω της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της έναρξης υποχρεωτικής εφαρμογής του ψηφιακού δελτίου αποστολής, οι ελεγκτικές αρχές αλλά και η Φορολογική Διοίκηση είναι ήδη ενήμερες, σε πραγματικό χρόνο, για το σύνολο των διακινήσεων εμπορεύσιμων αγαθών που πραγματοποιούνται εντός της Επικράτειας και μάλιστα πριν την έναρξη της φυσικής μετακίνησης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δια μίας απλής επεξεργασίας των διαβιβασθέντων δεδομένων μπορεί ανά πάσα στιγμή οιαδήποτε Ελεγκτική Αρχή να γνωρίζει ποσότητες και κωδικούς που πουλήθηκαν ή διακινήθηκαν. Και τούτο διότι στο επίπεδο του παρόχου ηλεκτρονικής τιμολόγησης το σύνολο των πληροφοριών της συναλλαγής είναι άμεσα διαθέσιμο σε επίπεδο κωδικού και όχι απλώς συναλλασσόμενου.
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις πλείστες συζητήσεις, προτείνουμε, την απόσυρση της εν λόγω διάταξης.
    Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:
    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες από την SPEU, έχει αρχίσει συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την εξεύρεση του αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ)να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.
    Δηλώνοντας για μία ακόμη φορά ότι είμαστε στην διάθεσή σας με κάθε μέσο, ευελπιστούμε ότι οι ανωτέρω ρεαλιστικές μας προτάσεις θα γίνουν δεκτές.

  • 8 Ιουλίου 2025, 10:31 | Γιώργος Καφετζόπουλος

    Προτεραιότητα του τελωνειακού κώδικα πρέπει να είναι οι τελωνειακοί υπάλληλοι και ακολούθως το αντικείμενο.
    Πιο συγκεκριμένα:
    1) Τα ΔΕΤΕ (αποζημίωση για απασχόληση υπαλλήλου πέραν του ωραρίου εντός/εκτός καταστήματος) εισπράττονται και σε αντίθεση με όλη την Ευρώπη δεν καταλήγουν στους υπαλλήλους.
    2) Οι υπερωρίες των υπαλλήλων για δύο μήνες τον χρόνο δεν πληρώνονται καθόλου.
    3) Όταν εκδίδεται εντολή ελέγχου οι υπάλληλοι δεν δικαιούνται πάντα το υπηρεσιακό αυτοκίνητο και δεν προβλέπονται με σαφήνεια τα έξοδα μετακίνησής τους.
    Αναφορικά με το αντικείμενο:
    1) Μεγαλύτερη προσοχή στη λειτουργία φορολογικών αποθηκών οινοπνεύματος με την υποχρέωση τους να έχουν ηλεκτρονική ζυγοπλάστιγγα.
    2) Κατάργηση της τελωνειακής σφράγισης στα ενεργειακά προϊόντα και στα αλκοολούχα (για εφόδια και e-de) και αντικατάστασή της με εταιρική σφράγιση στα πρότυπα της εξαγωγής.

  • 8 Ιουλίου 2025, 09:58 | Ένωση Σούπερ Μάρκετ Ελλάδος (Φορολογική Επιτροπή)

    Σχόλια επί του άρθρου 94 του Νομοσχεδίου:

    Στον τομέα των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το έτος 2020, ένα νομοθετικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών.
    Με το άρθρο 5 ν. 4758/2020,ΦΕΚ Α 242 προστέθηκε το άρθρο 93Β στον Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2021). Με το εν λόγω άρθρο εισήχθη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι: «1. Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, την παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της Χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του Συστήματος Ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93Α. 2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρισης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλε-φθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.».
    Με το άρθρο 81 παρ. 3 του ανωτέρω νόμου ν. 4758/2020 ορίσθηκε επιπλέον, ότι η ισχύς του άρθρου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών, η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οποίου καθορίζεται με την κοινή απόφαση που προβλέπεται στην σχετική παράγραφο του άρθρου 93Β.
    Δεδομένων των προβλημάτων που εντοπίζονταν στην εφαρμογή του εν λόγω άρθρου στο σύνολό του, υποβλήθηκαν από τους εμπλεκόμενους φορείς συμπεριλαμβανομένης και της Ένωσής μας υπομνήματα με τα οποία διευκρινίζονταν τα τεχνικά ζητήματα και οι δυσκολίες που ανακύπτουν. Για το λόγο αυτό, συνεστήθη με απόφαση του Γενικού Διευθυντή Τελωνείων άτυπη ομάδα εργασίας για τη διερεύνηση τεχνικών λύσεων με σκοπό την αυτοματοποίηση της καταχώρησης των στοιχείων της εκάστοτε ένδειξης παρτίδας στο Ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών (ΔΕΦΚΦ 1108735 ΕΞ 2024). H ομάδα θα έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο της έως την 15/11/2024 με την υποβολή σχετικής πρότασης στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ.
    Μετά τις εποικοδομητικές συζητήσεις, μεταξύ των φορέων του Υπουργείου και των επιτηδευματιών, συντάχθηκε, δεδομένου ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι κατέληξαν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει έτοιμη να εφαρμοστεί αυτοματοποιημένη λύση, σχετικό κοινό πόρισμα με το οποίο, ουσιαστικά τονιζόταν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, η αδυναμία ανεύρεσης τεχνικής λύσης η οποία θα καθιστούσε εφικτή την αυτοματοποίηση των καταχωρίσεων.
    Στο άρθρο 94 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Τελωνειακού Κώδικα αναφέρεται ότι: «Για την παρακολούθηση έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 λειτουργεί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης με βάση την ένδειξη παρτίδας. Στο ανωτέρω σύστημα καταχωρούνται στοιχεία σχετικά με την παραλαβή, παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων προϊόντων τα οποία παράγονται, εισάγονται, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε. ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Υπόχρεα για την ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης είναι τα πρόσωπα, τα οποία, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, διενεργούν πράξεις του προηγούμενου εδαφίου και τα οποία οφείλουν να έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών του άρθρου 93.»
    Στην δε παράγραφο 44 του άρθρου 196 του εν λόγω νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που καταχωρούνται υποχρεωτικά στο ηλεκτρονικό μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 94. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικού μητρώου και σε άλλα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.»
    Με τις εν λόγω προτεινόμενες διατάξεις, σε αντίθεση με όσα προέκυψαν στη διάρκεια των συνεδριάσεων της ανωτέρω ομάδας εργασίας, και τα οποία συνηγορούσαν όχι στη διατήρηση αλλά στην κατάργηση της σχετικής διάταξης περί αυτοματοποιημένης καταχώρησης, παραμένει σε ισχύ μία διάταξη, η αδυναμία της εφαρμογής της οποίας είχε ήδη επιβεβαιωθεί.
    Η εν λόγω απαίτηση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο που να καθιστά εφικτή τη διαβίβαση της σχετικής πληροφορίας, πολλώ δε μάλλον με ηλεκτρονικό τρόπο, αν και εφόσον παραμείνει δεν μπορεί να εφαρμοσθεί τεχνικά, πολλώ δε μάλλον αυτοματοποιημένα. Μάλιστα, όπως διευκρινίσθηκε και κατά τις συναντήσεις της ομάδας εργασίας πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ως εκ τούτου εκλείπει και η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης σε κάποια βάση δεδομένων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση ανάκτησης της σχετικής πληροφορίας.
    Προς ενημέρωση σας, επικαλούμαστε, εκ νέου, το σύνολο των σχετικών δυσκολιών και προβλημάτων που ανακύπτουν σε περίπτωση ψήφισης και εφαρμογής της σχετικής διάταξης και καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση των διατάξεων για την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ταυτοποίησης των αλκοολούχων ποτών.
    Τα σημαντικότερα θέματα που προκύπτουν και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης στο σύνολό της και αφορούν τόσο τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται τόσο στο πρώτο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (πρόσωπα που θέτουν σε κυκλοφορία για πρώτη φορά στο εσωτερικό της Χώρας τα αλκοολούχα ποτά έτοιμα προς κατανάλωση: εισαγωγείς, παραγωγοί, παραλήπτες από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ), όσο και στο δεύτερο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (χονδρεμπόριο), αφορούν τα εξής:

    • ο αριθμός παρτίδας lot είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάγνωστος και αποτυπωμένος στη φιάλη σε μη εμφανές σημείο, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα λάθους καταχώρισης,
    • τα κιβώτια δεν αναγράφουν εξωτερικά πάντοτε τον αριθμό παρτίδας, καθώς η υποχρέωση υφίσταται για την αναγραφή επί της μικρότερης μονάδας που διατίθεται το προϊόν, ήτοι την φιάλη. (η υποχρέωση υφίσταται και για την αναγραφή επί της προσυσκευασίας του αλκοολούχου ποτού ή επί ετικέτας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Τα κιβώτια μεταφοράς και αποθήκευσης δεν θεωρούνται προσυσκευασία. Μία χάρτινη συσκευασία που περιέχει φιάλη και απευθύνεται στον τελικό καταναλωτή, μπορεί να θεωρηθεί προσυσκευασία εφόσον είναι σφραγισμένη. Σε αυτή την περίπτωση η υποχρέωση αναγραφής της ένδειξης παρτίδας εξακολουθεί να υφίσταται επί αυτής της προσυσκευασίας). Πολλοί οίκοι του εξωτερικού που εμφιαλώνουν οινοπνευματώδη σαν λογική LOT number χρησιμοποιούν έναν κωδικό για το κιβώτιο. Στις φιάλες όμως χρησιμοποιούν το lot number κιβωτίου προσθέτοντας επιπλέον ψηφία τα οποία αντιστοιχούν σε ξεχωριστή αρίθμηση φιάλης. Ως εκ τούτου στην περίπτωση καταχώρισης εξερχομένου δεν θα γνωρίζουν τον τελικό αριθμό LOT που πρέπει να καταχωρηθεί.
    • οι παραδιδομένες ποσότητες ενός αλκοολούχου προϊόντος, περιλαμβάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις, περισσότερα από ένα lot,
    • πολλά προϊόντα έχουν σφραγισμένες συσκευασίες και το lot βρίσκεται επί της φιάλης,
    • πολλά προϊόντα διατίθενται σε ποσότητες μικρότερες του κιβωτίου π.χ. 3 φιάλες.
    • σε επίπεδο μεγάλων χονδρεμπόρων, μεγάλο τμήμα αυτών χρησιμοποιεί την λύση 3pl (3rd party logistics), γεγονός το οποίο αφενός θέτει θέμα ετοιμότητας και των εταιρειών logistics,
    • αναμένεται να αυξηθεί ο αναγκαίος χρόνος παραλαβής των εμπορευμάτων με αρνητική συνέπεια ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων στον όγκο των παραγγελιών – παραδόσεων. Επιπλέον, άλλο πρόσωπο θα προβαίνει στην παραλαβή των προϊόντων και άλλο (συνήθως λογιστήριο) στην καταχώριση των στοιχείων στο ηλ. Σύστημα Ταυτοποίησης, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα λανθασμένων καταχωρίσεων.
    • δεν υπάρχει υποχρέωση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας να αναγράφεται το Lot number πάνω στο τιμολόγιο ή στο δελτίο αποστολής, με αποτέλεσμα, να αναγράφονται σε ορισμένες περιπτώσεις,
    • δεν υπάρχει ενιαίος ηλεκτρονικός τρόπος αποστολής των LOT numbers από τους προμηθευτές,
    • προκειμένου να μειώσουν τον φόρτο εργασίας αλλά και την πιθανότητα λαθών εκτιμάται ότι, πολλοί επιτηδευματίες θα μειώσουν τούς κωδικούς πού διακινούν – εμπορεύονται, αποκλείοντας τα περισσότερα Ελληνικά προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών, τα οποία είναι περισσότερο αργοκίνητα και μικρής εμπορευσιμότητας. Αυτό θα είναι σοβαρό πλήγμα για την Ελληνική παραγωγή.
    • αδυναμία αξιόπιστης εύρεσης μέσω πιθανής αυτοματοποιημένης λύσης τού ΚΑΔ 56 των πελατών κατά την στιγμή τής τιμολόγησης.
    • Ειδικότερα στο επίπεδο των Σούπερ Μάρκετ (SM):
    – δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλκοολούχων ποτών είναι «αργοκίνητοι» και εποχιακοί κωδικοί, η μονάδα μέτρησης στην παραγγελία / παραλαβή από την εκάστοτε αλυσίδα SM, είναι διαφορετική από την μονάδα μέτρησης πώλησης στο κατάστημα (π.χ. η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής στα κέντρα διανομής στους πιο δημοφιλείς κωδικούς όπως το ουίσκι, μπορεί να είναι ολόκληρη παλέτα αλλά στους πιο «αργοκίνητους» κωδικούς το κιβώτιο),
    – δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποχρέωση από τον προμηθευτή, ακόμα και στους πιο δημοφιλείς κωδικούς, για τους οποίους η μονάδα παραγγελίας / παραλαβής είναι η παλέτα, το σύνολο των κιβωτιών να έχουν το ίδιο LOT. Συνεπώς και στις παραγγελίες που πραγματοποιούνται σε επίπεδο παλέτας, θα πρέπει το κέντρο διανομής να ελέγξει και να καταγράψει το LOT του εκάστοτε κωδικού σε επίπεδο τεμαχίου,
    – λόγω της μεγάλης αξίας αποθεμάτων αλλά και του υψηλού ρίσκου κλοπής, τα καταστήματα παραγγέλνουν από τα Κέντρα Διανομής, σε επίπεδο τεμαχίου σε πάνω από το 80% των σχετικών αλκοολούχων κωδικών.
    – σε ένα κανονικό ράφι καταστήματος, ένα κωδικός μπορεί να έχει απόθεμα, κατά μέσο όρο, από 6 έως 12 φιάλες. Εφόσον τα καταστήματα παραγγέλνουν σε επίπεδο τεμαχίου, τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει πολύ παραπάνω από ένα LOT για τις 6 έως 12 φιάλες.
    – η καταγραφή του LOT προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες κατά την τιμολόγηση στο ταμείο για τις χονδρικές πωλήσεις, στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει η δυνατότητα λήψης αυτού με μηχανικά μέσα (σκανάρισμα των φιαλών). Με το χέρι στο ταμειακό σύστημα της εταιρείας, κατά τη διαδικασία έκδοσης του τιμολογίου χονδρικής πώλησης θα προκαλούνται σημαντικές καθυστερήσεις για τις καταχωρίσεις, ενώ η χειροκίνητη καταγραφή από μόνη της, αυξάνει το ρίσκο της λανθασμένης καταχώρισης.
    – Το ίδιο ακριβώς ως άνω πρόβλημα δημιουργείται και στις πωλήσεις EX VAN, ακρίβεια κατά την ανάγνωση – ορθή καταγραφή – σημαντικές καθυστερήσεις.

    Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, προκύπτει ότι :
    • δεν υφίσταται δυνατότητα βάσει της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών,
    • η ένδειξη παρτίδας δεν είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων διαθέσιμη στην εφοδιαστική αλυσίδα επί των παραστατικών διακίνησης,
    • δεν υφίσταται δυνατότητα η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης),

    και εν γένει προκαλούνται:
    α) σημαντικές δυσχέρειες και κίνδυνοι ως προς την ορθή καταχώριση των στοιχείων στο Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και
    β) υψηλό διαχειριστικό κόστος για τις επιχειρήσεις (πρόσθετο προσωπικό για καταγραφή και διαχείριση-παρακολούθηση των προϊόντων ανά ένδειξη παρτίδας κατά την αποθήκευση, την ανασυσκευασία και την τιμολόγησή τους) καθώς και σημαντικές καθυστερήσεις των συναλλαγών.
    Όπως εκφράσθηκε στις συναντήσεις της Ομάδας Εργασίας και επαναφέρουμε και με το παρόν, δεδομένων των τεχνικών ελλείψεων, της μη ύπαρξης υποχρέωσης εκ μέρους της της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας συγκεκριμένης κωδικοποίησης της ένδειξης παρτίδας των αλκοολούχων ποτών, της μη ύπαρξης δυνατότητας η ένδειξη παρτίδας να λαμβάνεται ηλεκτρονικά, με μηχανικά μέσα (λήψη μέσω σκαναρίσματος της φιάλης), δεν μπορούμε, παρά το γεγονός ότι επιθυμούμε σφόδρα, να ανταποκριθούμε στο σύνολό τους στις ανωτέρω απαιτήσεις, οιαδήποτε δε εφαρμογή μη τεχνικών λύσεων (χειροκίνητης καταχώρισης) ενέχει κινδύνους δήλωσης εσφαλμένων στοιχείων, γεγονός το οποίο θα επάγεται αφενός μεν δυσχέρειες στο ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών σας, αφετέρου δε θα δημιουργεί, για απλά σφάλματα καταχώρισης, κινδύνους ενδεχομένως αποδιδόμενης κατηγορίας περί λαθρεμπορίας στους εκπροσώπους των μελών μας. Και μάλιστα λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι λόγω της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της έναρξης υποχρεωτικής εφαρμογής του ψηφιακού δελτίου αποστολής, οι ελεγκτικές αρχές αλλά και η Φορολογική Διοίκηση είναι ήδη ενήμερες, σε πραγματικό χρόνο, για το σύνολο των διακινήσεων εμπορεύσιμων αγαθών που πραγματοποιούνται εντός της Επικράτειας και μάλιστα πριν την έναρξη της φυσικής μετακίνησης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δια μίας απλής επεξεργασίας των διαβιβασθέντων δεδομένων μπορεί ανά πάσα στιγμή οιαδήποτε Ελεγκτική Αρχή να γνωρίζει ποσότητες και κωδικούς που πουλήθηκαν ή διακινήθηκαν. Και τούτο διότι στο επίπεδο του παρόχου ηλεκτρονικής τιμολόγησης το σύνολο των πληροφοριών της συναλλαγής είναι άμεσα διαθέσιμο σε επίπεδο κωδικού και όχι απλώς συναλλασσόμενου.
    Για λόγους, που αποτελούν κοινή συνισταμένη των τεχνικών δυσχερειών και αδυναμιών που εντοπίσθηκαν κατά τις πλείστες συζητήσεις, προτείνουμε, την απόσυρση της εν λόγω διάταξης.
    Σε κάθε δε περίπτωση, αν παρά την αντικειμενική ανωτέρω αδυναμία υλοποίησης, δεν κριθεί ως ορθή επιλογή η απόσυρση της εν λόγω διάταξης, προτείνουμε, μέχρι να βρεθεί μία απολύτως τεχνική και αυτοματοποιημένη λύση, να ρυθμισθούν νομοθετικά διά της τροποποίησης των σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, τα εξής:
    Α) να ανασταλεί οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής στοιχείων μέχρι να υλοποιηθεί μία κοινή λύση εντός της Ε.Ε, και τούτο δεδομένου ότι κατά πληροφορίες από την SPEU, έχει αρχίσει συζήτηση στους φορείς της Ε.Ε. για την δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης των αλκοολούχων ποτών σε επίπεδο Ε.Ε. των 27, οπότε κάποια στιγμή θα χρειασθεί να καταργήσουμε το προτεινόμενο τώρα σύστημα και να το αντικαταστήσουμε με το πανευρωπαϊκό δημιουργώντας διπλά κόστη και διπλή ταλαιπωρία.
    Β) για τις εξερχόμενες κινήσεις να δηλώνεται το σύνολο των σχετικών πληροφοριών που αναγράφονται στις ανωτέρω αποφάσεις εκτός του αριθμού παρτίδας. Για την εξεύρεση του αριθμού παρτίδας, είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου να συνδράμουμε με κάθε μέσο στο έργο σας σε περίπτωση τελωνειακού ή και φορολογικού ελέγχου.
    Γ) να απαλειφθεί από το σύνολο των σχετικών διατάξεων αλλά και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν, οιαδήποτε αναφορά σε επαπειλούμενη λαθρεμπορία, η δε παράβαση των σχετικών διατάξεων, δεδομένων και των όσων αναφέρθηκαν, να περιορισθεί στο επίπεδο της απλής τελωνειακής παράβασης.
    Δηλώνοντας για μία ακόμη φορά ότι είμαστε στην διάθεσή σας με κάθε μέσο, ευελπιστούμε ότι οι ανωτέρω ρεαλιστικές μας προτάσεις θα γίνουν δεκτές.

  • 7 Ιουλίου 2025, 22:37 | ΑΙΓΑΙΟΝ ΟΪΛ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ

    ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 78:

    – Στο 78§1 προτείνουμε να προστεθεί δεύτερο εδάφιο ως εξής:
    «Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται και δεν θεωρούνται πρατήρια καυσίμων, τα ανωτέρω πρόσωπα που έχουν προβεί σε διακοπή φορολογικής και εμπορικής δραστηριότητας πριν την ενημέρωση της περ. α της παρ. 3, καθώς και τα πρόσωπα που δεν έχουν πραγματοποιήσει ακόμη την πρώτη τους συναλλαγή με τα υπόχρεα πρόσωπα ως προς τις παραπάνω δραστηριότητες.»
    Έχει δημιουργηθεί ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα με βάση το εν ισχύ άρθρο 78Α εφόσον η αρμόδια Υπηρεσία της υπ’ αριθμ. Α1046/2024 Α.ΑΑΔΕ ζητεί την εφαρμογή των μέτρων δέουσας επιμέλειας σε πρατήρια στα οποία δεν υπάρχει απολύτως καμία οικονομική/φορολογική δραστηριότητα, επειδή παραμένουν κλειστά για μήνες/χρόνια, είτε λόγω εγκατάλειψης του σημείου από τον εκμεταλλευτή (και άρα αποκλείεται να συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα έγγραφα), είτε λόγω αδυναμίας έναρξης για λόγους που δεν ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης του εκάστοτε πρατηριούχου που πρόκειται να λειτουργήσει (πχ λόγω καθυστέρησης έκδοσης άδειας λειτουργίας από την αρμόδια Περιφέρεια.) Επισημαίνεται ότι δημιουργείται σε πολλές περιπτώσεις το παράδοξο όπου από τη μία ζητείται η απομάκρυνση των αντλιών σε πρατήριο που δεν έχει ξεκινήσει τη λειτουργία του, ενώ, για να εκδώσει το πρατήριο την άδεια λειτουργίας είναι απαραίτητο να έχει εγκατεστημένες αντλίες. Θα πρέπει λοιπόν η συγκεκριμένη ατέλεια του άρθρου 78Α σχετικά με τον ορισμό των πρατηρίων καυσίμων να θεραπευτεί, προκειμένου να μη δημιουργούνται νομικά και πραγματικά αδιέξοδα στη λειτουργία της αγοράς. Επομένως η ακριβής οριοθέτηση του ορισμού του πρατηρίου καυσίμων από το άρθρο 78 έχει εξέχουσα και πρωταρχική σημασία για την εφαρμογή των μέτρων δέουσας επιμέλειας με σκοπό την αποφυγή αντιφάσεων, κατά το δοκούν ερμηνειών της διάταξης (και συνεπώς της διολίσθησης από τον σκοπό του νόμου που είναι η αντιμετώπιση της λαθρεμπορίας, νοθείας και φοροδιαφυγής-στον οποίο ασφαλώς δεν μπορεί να υπάγονται ανενεργά πρατήρια για τους προαναφερθέντες λόγους), όπως έχει δημιουργήσει σήμερα με τη στρεβλή του διατύπωση το άρθρο 78Α.

    – Στο 78§3 εδ. 1 προτείνουμε την εξής διατύπωση:
    «Αν από την τήρηση μέτρων δέουσας επιμέλειας διαπιστωθεί ότι πρατήριο καυσίμων αρνείται να παρέχει στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 τα στοιχεία και τις πληροφορίες της παρ. 2 ή από αποκλειστικά δική του υπαιτιότητα δεν έχει εγκαταστήσει και λειτουργεί ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών, όπου αυτό απαιτείται, ή κατέχει, διαθέτει ή διακινεί νοθευμένα ενεργειακά προϊόντα ή ενεργειακά προϊόντα λαθρεμπορίας της παρ. 1, τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 υποχρεούνται σωρευτικά:»
    Η πλειοψηφία των περιπτώσεων στις οποίες διαπιστώνονται παραβάσεις αφορούν πρατήρια που βρίσκονται σε αντικειμενική αδυναμία συλλογής των απαραίτητων εγγράφων (είτε λόγω νομοθεσίας που επιβάλλει αλλαγές, είτε λόγω καθυστέρησης κάποιας δημόσιας Αρχής ή εγκαταστάτη συστήματος εισροών-εκροών κλπ), επομένως δεν είναι ορθή η αντιμετώπιση κάθε πρατηρίου ως παραβάτη των μέτρων δέουσας επιμέλειας, όταν αποδεδειγμένα έχει προβεί σε κάθε δυνατή ενέργεια. Πρέπει να γίνει ειδική πρόβλεψη για αυτές τις περιπτώσεις λοιπόν, διότι εν τοις πράγμασι δεν αποτελούν παραβατικά πρατήρια και δεν ανταποκρίνονται στους σκοπούς θέσπισης του άρθρου, που είναι η καταπολέμηση της νοθείας, φοροδιαφυγής κλπ.

    – Στο άρθρο 78§3 περ. γ’ και στο άρθρο 78§5 περ. γ’ προτείνουμε την εξής διατύπωση:
    «γ) εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση, να αποσύρουν ή να καλύψουν πλήρως και με δηλωτικό της παράβασης τρόπο, όλα τα σήματά τους και τις αντλίες τους και, εντός εύλογου χρόνου, όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό τους από το πρατήριο καυσίμων, μέχρι την αποκατάσταση των ανωτέρω και, σε περίπτωση σφράγισης της εγκατάστασης του πρατηρίου καυσίμων, μέχρι τη νόμιμη επαναλειτουργία του. Από τις προθεσμίες αυτές εξαιρούνται οι δεξαμενές του πρατηρίου καυσίμων. Τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 δύνανται να αναζητούν το κόστος των εργασιών της απόσυρσης, επικάλυψης και μεταφοράς του εξοπλισμού τους από τον παραβάτη.»
    Αρχικά η προθεσμία των δέκα (10) εργάσιμων ημερών που προβλέπεται μέχρι και σήμερα είναι ασφυκτικά μικρή για να ανταποκριθούν τα διαθέσιμα συνεργεία σε όλην την Ελλάδα. Επίσης οι δεξαμενές, όταν είναι ιδιοκτησίας της εταιρείας εμπορίας και σε συνδυασμό με τη διατύπωση της περ. γ’ της παρ. 3 «μέχρι την αποκατάσταση», θα πρέπει να εξαιρεθούν της αποξήλωσης λόγω της κοστοβόρας και χρονοβόρας διαδικασίας και της εν συνεχεία επανατοποθέτησης τους όταν αποκατασταθούν τα προβλεπόμενα και να αποξηλωθούν μόνο εν ευθέτω χρόνω και σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του πρατηρίου. Στο άρθρο 78Α του ΕΤΚ όπως ισχύει, η διαδικασία για τις δεξαμενές καλύπτεται από τη φράση «εντός εύλογου χρόνου».

    -Άρθρο 78§7 εδ. 1 περ. α’-ε’
    Υπάρχει αντισυνταγματική και πλήρης καταστρατήγηση της αρχής της αναλογικότητας του μέσου ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Τα πρόστιμα θα πρέπει να μειωθούν από τα ήδη διαμορφωμένα, ιδίως για τα σήματα και τις αντλίες που αποτελούν σημαντικό κόστος και όχι να τριπλασιαστούν. Επιπλέον εξακολουθεί να μην προκύπτει ο τρόπος με τον οποίο διαπιστώνεται και επιβεβαιώνεται η παράβαση της παρ. 3 περ. α’ ώστε να ευθύνεται το υπόχρεο πρόσωπο, δηλαδή ποιες πράξεις ή παραλείψεις συνιστούν παράβαση.

    -Άρθρο 78§7 εδ. 2
    Πλήρως αντισυνταγματική διάταξη και αντίθετη προς την ΕΣΔΑ και κάθε νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Επιβάλλεται ουσιαστικά ως κύρωση η πτώχευση, σε περίπτωση υποτροπής του υπόχρεου προσώπου.

    -Στο άρθρο 78§7 εδ. 3 προτείνουμε την εξής διατύπωση:
    «Ως υποτροπή ορίζεται η τέλεση από το ίδιο υπόχρεο πρόσωπο οποιασδήποτε παράβασης, για την οποία προβλέπεται πρόστιμο σύμφωνα με την παρούσα, εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης σε αυτό. Ως ημερομηνία έναρξης υπολογισμού της υποτροπής λογίζεται η ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος και δεν υπολογίζονται για την υποτροπή παραβάσεις για τις οποίες έχει ήδη διενεργηθεί έλεγχος ή έχει ήδη επιβληθεί καταλογιστική πράξη για τις παραβάσεις αυτές πριν από την δημοσίευση του παρόντος.»
    Υπάρχει απόλυτη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Με την αυστηρότητα των μέτρων και τις δεκάδες διαφορετικές περιπτώσεις που προκύπτουν (οι περισσότερες εκ των οποίων αφορούν τυπικές ελλείψεις εγγράφων, για τις οποίες δεν υπάρχει καμία ειδικότερη πρόβλεψη-ούτε και θα έπρεπε να συγκαταλέγονται στο άρθρο 78), εάν η εφαρμογή του μέτρου λάβει χώρα με τη γραμματική ερμηνεία όλες οι εταιρείες θα υποπέσουν εκ των πραγμάτων σε υποτροπή. Επιπλέον, δεν μπορεί να ισχύσει υποτροπή στην περίπτωση όπου έχει διεξαχθεί έλεγχος ή έχει καταλογιστεί πράξη με την ισχύ του άρθρο 78Α, στο οποίο ουδεμία πρόβλεψη υπήρχε για υποτροπή του υπόχρεου προσώπου.

    – Στο άρθρο 78§8 προτείνουμε την εξής διατύπωση:
    Η Α.Α.Δ.Ε. προβαίνει σε δημοσιοποίηση των κυρώσεων που επιβάλλει στα υπόχρεα νομικά πρόσωπα τήρησης μέτρων δέουσας επιμέλειας. Η δημοσιοποίηση διενεργείται εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της κύρωσης της παρ. 7.
    Περαιτέρω, στην περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος σχετικά με τη διακοπή διάθεσης και διακίνησης καυσίμων, την απάντληση καυσίμων ή την απόσυρση ή κάλυψη των σημάτων και λοιπού εξοπλισμού από τα παραβατικά πρατήρια καυσίμων, κατά τον χρόνο της δημοσιοποίησης των στοιχείων των πρατηρίων καυσίμων δημοσιοποιούνται και τα στοιχεία των συνεργαζόμενων με αυτά, νομικών προσώπων, τα οποία είναι υπόχρεα στην τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας.

  • 7 Ιουλίου 2025, 15:40 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΦΟΔΙΑΣΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ & ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ Π.Σ.Ε.Π.Ε.

    ΣΧΟΛΙΑ ΠΣΕΠΕ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 94
    Η πρόβλεψη του Ηλεκτρονικού Σύστηματος Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών που προϋπάρχει και στον ισχύοντα τελωνειακό κώδικα αρθ. 93 β του ν 2960/01 είναι σε σωστή κατεύθυνση για την πάταξη του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης αλκοολούχων ποτών, η οποία είναι σε βάρος τόσο της υγείας των πολιτών όσο και των δημοσιονομικών συμφερόντων του κράτους την αμεσότερη πρόσβαση και αποτελεσματικότερο έλεγχο εκ μέρους των υπηρεσιών ελέγχου. Εν τούτοις η διάταξη αυτή δεν είναι ουσιαστικά ενεργή .
    Η υπουργική απόφαση Α 1263 /23-12-21 η οποία ρύθμιζε το διαδικαστικό πλαίσιο και τις υποχρεώσεις των επιτηδευματιών αλκοολούχων ποτών τέθηκε σε θεωρητική εφαρμογή έπειτα από 2 χρόνια στις 15/06/23 με την Α 1077/23 όμως ουδέποτε εφαρμόστηκε λόγω αναιτιολόγητων και μη τεκμηριωμένων δυσκολιών. Τα μέλη των φορέων τα οποία αρνιόντουσαν την εφαρμογή της, υπέβαλλαν προτάσεις οι οποίες γίνονταν δεκτές τροποποιώντας και δίνοντας συνεχώς παρατάσεις στην Α 1263/21 (Α 1173/23, Α 1011/24, Α 1098/24).
    Πέραν τις αδικαιολόγητες για μας δοθείσες παρατάσεις επισημαίνουμε ότι όπως έχει σήμερα το δευτερογενές νομικό πλαίσιο Α 1263/21 όπως ισχύει κ ο ν. 4308/14 Ε.Λ.Π. δεν θα επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος στόχος. Λαμβάνοντας υπόψιν και την εξουσιοδοτική διάταξη του αρ. 196 παρ. 44 σας επισημαίνουμε τα ακόλουθα :
    1. Στα παραστατικά διακίνησης των αλκοολούχων ποτών (Δελτίο Αποστολής, Τιμολόγιο) να περιλαμβάνονται, πέραν από τα στοιχεία που αναφέρονται στα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ν 4308/2014, ο αριθμός ένδειξης παρτίδας (Lot number) και ο Αριθμός Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών (ΑΕΑΠ).

    Α) Ο αριθμός ένδειξης παρτίδας (Lot number) που προβλέπεται στο άρθρο 7 παρ. 2 περ. β) της αριθ. Α 1263/23-12-2021 ΑΥΟ είναι επιβεβλημένο να αναγράφεται στα φορολογικά στοιχεία, αφού με το φορολογικό στοιχείο γίνεται η μεταβίβαση της κυριότητας των προϊόντων από τον πωλητή στον αγοραστή και η ένδειξη παρτίδας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος ταυτοποίησης του αλκοολούχου προϊόντος.
    Η θεσμοθέτηση μια τέτοιας εθνικής διάταξης πέραν του ότι προβλέπεται σύμφωνα με τον (άρθρο 18 παραγρ. 2 και 3 Καν. Ε.Ε.178/2002 ) για τα τρόφιμα – ποτά είναι και απαραίτητη προς διευκόλυνση αρμοδίων αρχών τόσο κατά τους επιτόπιους όσο και κατά τους εκ των υστέρων ελέγχους που θα διενεργούν με βάση τα στοιχεία που θα αντλούν από το Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών LOTIFY.
    Επιπλέον θα κατοχυρώνει την ορθότητα των στοιχείων που καταχωρεί ο πωλητής στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών Lotify σε σχέση με τΑ στοιχεία που θα καταχωρεί ο αγοραστής στο Ηλεκτρονικό Συστήμα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών Lotify.
    Β) Πέραν αυτών θα είναι και μια σημαντική διευκόλυνση προς τους αγοραστές αφού δεν θα αναγκάζονται να εντοπίζουν επι της εξωτερικής συσκευασίας (χ/τια ) ή επι των φιαλών την ένδειξης παρτίδας (Loτ number) των προϊόντων που αγοράζουν και να τις αναγράφουν ιδιοχείρως για να τις καταχωρήσουν κατόπιν στο Ηλεκτρονικό Συστήμα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών Lotify κατά την πώληση. Γι’ αυτό τον λόγο οι αγοραστές ήδη αξιώνουν από τους πωλητές την αναγραφή της ένδειξης παρτίδας (Lot number) των προϊόντων που διαθέτουν στα παραστατικά διακίνησης που εκδίδουν.

    Γ) Με άλλα λόγια εάν δεν θεσμοθετηθεί η υποχρεωτική αναγραφή της ένδειξης παρτίδας (Lot number) στα φορολογικά στοιχεία ,σε περίπτωση διαπίστωσης ασυμφωνίας από τις αρχές μεταξύ των στοιχείων που καταχώρησε ο πωλητής στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών και αυτών που καταχώρησε ο αγοραστής δεν θα υπάρχει βάση για το ποιο από τα δυο είναι το ορθό.
    Σε περίπτωση επιτόπιου ελέγχου (π.χ. σε μπαρ ή σε αποθήκη χονδρικής) ο ελεγχόμενος προσκομίζει για να δικαιολογήσει την αγορά στην ελεγκτική υπηρεσία ένα οποιοδήποτε φορολογικό στοιχείο βάση του οποίου προμηθεύτηκε κάποτε το προϊόν στο οποίο αναγράφονται μόνο η περιγραφή, η ποσότητα, η τιμή του προϊόντος, η ελεγκτική υπηρεσία όμως δεν θα είναι σε θέση να εξακριβώσει άμεσα εάν η ένδειξη παρτίδας (Lot number) που αναφέρει η φιάλη που εντόπισε είναι αυτή που πράγματι αγόρασε ο ελεγχόμενος από τον συγκεκριμένο πωλητή (προμηθευτή) με βάση το προσκομιζόμενο φορολογικό στοιχείο, αφού στο φορολογικό στοιχείο δεν αναγράφεται η ένδειξη παρτίδας (Lot number), η δε οποιαδήποτε άντληση πληροφόρησης από το Ηλεκτρονικό Συστήμα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών LOTIFY θα μπορεί να γίνεται μόνο μετά το πέρας 5 εργάσιμων ημέρων από την πώληση αφού τότε σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.2 του άρθρου 7 της Α 1263/21 ενημερώνει ο πωλητής το Ηλεκτρονικό Συστήμα Ταυτοποίησης Αλκοολούχων Ποτών LOTIFY με την ένδειξη παρτίδας (Lot number) των προϊόντων που πώλησε.

    Δ) Σχεδόν όλες οι εταιρείες εισαγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών έχουν ήδη καθιερώσει την αναγραφή της ένδειξης παρτίδας (Lot number) των προϊόντων που διαθέτουν στα παραστατικά διακίνησης καθόσον εφαρμόζουν ιχνηλασιμότητα στα πλαίσιο πιστοποίησης τους με ISO 22000(HACCP) και παράλληλα προστατεύουν τη φήμη τους και αποφεύγουν την υποβολή περιττών απολογητικών υπομνημάτων στις κατά τόπους υπηρεσίες του Γ.Χ.Κ. αφού κατά τον έλεγχο διαπιστώνεται επι τόπου από τα προσκομιζόμενα από τον ελεγχόμενο φορολογικά στοιχεία αγοράς εάν οι προς έλεγχο ποσότητες πουλήθηκαν από την συγκεκριμένη επιχείρηση ή όχι. Εάν αυτό συμβαίνει τότε ο πωλητής (προμηθευτής) δεν έχει δυνατότητα αμφισβήτησης των επιβαλλομένων κυρώσεων που θα του επιβληθούν.
    Έτσι δεν χάνεται χρόνος από τις ελεγχόμενες υπηρεσίες οι οποίες θα οδηγούνται σε τεκμηριωμένα συμπεράσματα.

    2. Παρά το γεγονός ότι η παρακάτω πρόταση μας δεν αφορά τον παρόντα νόμο αλλά την ισχύουσα απόφαση Α 1263/21 θεωρούμε σκόπιμο για λόγους πληρότητας να επισημάνουμε τ’ ακόλουθα .
    Προτείνουμε την μείωση του προβλεπόμενου χρονικού περιθωρίου των πέντε (5) εργάσιμων ημέρων που παρέχει η παρ. 2 του άρθρου 7 της Α 1263/21 για την καταχώριση στο Ηλεκτρονικό Σύστημα των εξερχομένων έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.

    Όσο αναφορά τις ημερήσιες κινήσεις των εισερχομένων έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών με βάση τις ημερήσιες κινήσεις, υποχρέωση που έχουν μόνο τα πρόσωπα, τα οποία παράγουν/μεταποιούν στο εσωτερικό της χώρας εντός ή εκτός καθεστώτος αναστολής, παραλαμβάνουν από άλλα κ-μ ή εισάγουν από τρίτες χώρες, είναι ικανοποιητικό καθόσον τα προϊόντα θα βρίσκονται στην αποθήκη της εκάστοτε επιχείρησης και ο έλεγχος θα είναι ευχερής .
    Αντίθετα όμως για την καταχώριση στο Ηλεκτρονικό Σύστημα των εξερχομένων έτοιμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών με βάση τις ημερήσιες κινήσεις, θεωρούμε ότι το χρονικό διάστημα των πέντε (5) εργάσιμων ημέρων είναι εξαιρετικά μεγάλο λαμβάνοντας υπόψιν ότι πρόκειται για καταναλωτικά αγαθά τα οποία μετά την φυσική τους έξοδο από την αποθήκη καταναλώνονται άμεσα.
    Οπότε ουσιαστικά όταν θα διενεργείτε ο έλεγχος δεν θα υπάρχει όχι μόνο το προϊόν αλλά ούτε η κενή φιάλη, το δε φορολογικό στοιχείο δεν θα αναγράφει ούτε την ένδειξη παρτίδας.
    Να ληφθεί υπόψιν ότι στην τήρηση ιχνηλασιμότητας καπνικών προϊόντων είτε με ένσημες ταινίες φορολογίας που διατίθενται στο εσωτερικό με καταβολή φορολογικών επιβαρύνσεων είτε με ένσημες ταινίες μηδενικής αξίας που διατίθενται με απαλλαγή ΕΦΚ- ΦΠΑ η ενημέρωση της μηχανογραφικής εφαρμογής ιχνηλασιμότητας για την πώληση πραγματοποιείται πριν την έξοδο των προϊόντων από την αποθήκη οποιουδήποτε εμπόρου καπνικών προϊόντων, διαδικασία που τηρείται απαρέγκλιτα από τον Μάιο 2019 (αρ. 34 παρ.3 ΚΑΝ.574/18) από όλους που συμμετέχουν στη αλυσίδα εμπορίας καπνικών προϊόντων.
    Δηλαδή ενώ και στις 2 κατηγορίες πρόκειται για προϊόντα που υπόκεινται σε ΕΦΚ για τα αλκοολούχα ποτά υφίστανται μια ευνοϊκότερη εθνική διάταξη σε σχέση με την κοινοτική που ισχύει στα καπνικά προϊόντα.

  • 6 Ιουλίου 2025, 21:04 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΦΟΔΙΣΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ & ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ Π.Σ.Ε.Π.Ε.

    ΣΧΟΛΙΑ ΠΣΕΠΕ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 93
    Προκειμένου να έχουμε καλυτέρα αποτελέσματα στην πάταξη του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης αλκοολούχων ποτών, η οποία είναι σε βάρος τόσο της υγείας των πολιτών όσο και των δημοσιονομικών συμφερόντων του κράτους πρέπει στην παράγραφο 1 του άρθρου 93 να προστεθεί νέα διάταξη που να επιβάλει στους επιτηδευματίες που εγγράφονται στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Αλκοολούχων Ποτών για την λήψη κωδικού Αριθμού Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών (Α.Ε.Α.Π.), να αναγράφουν τον αριθμό αυτό (δηλαδή τον Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών Α.Ε.Α.Π.) που δόθηκε από το ηλεκτρονικό σύστημα κατά την εγγραφή του επιτηδευματία στο ηλεκτρονικό μητρώο), στα φορολογικά στοιχεία διακίνησης που εκδίδουν όπως άλλωστε προβλέπεται στο άρθρο 100Β του ν 2960/01 όπως ισχύει και επαναλαμβάνεται στην παρ 4 του αρθ.105 του νομοσχέδιου για τον Αριθμό Μητρώου Διακινητή Καπνικών Προϊόντων (Α.Μ.ΔΙ.ΚΑ.Π.) από το Ε.Κ.Μ.Ε.Α.( Ενιαίο Κεντρικό Μητρώο Εφοδιαστικής Αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών), όπου ορίζει ότι:

    <> ,
    καθώς και το ΕΜ.ΠΑ (Εθνικού Μητρώου Παραγωγού) με την παράγραφο 2 του άρθρου 9, της αριθμ. 181504/2016 Υ.Α.(Β 2454) όπως ισχύει με την τροποποίηση άρ. 1 της 892/17 όπου ορίζει ότι<>.

    Με την υιοθέτηση αυτής της πρότασης
    I. Ενισχύεται η κυβερνητική προσπάθεια για την πάταξη του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης αλκοολούχων ποτών, η οποία είναι σε βάρος τόσο της υγείας των πολιτών όσο και των δημοσιονομικών συμφερόντων του κράτους.
    II. Επιτυγχάνεται η αμεσότερη πρόσβαση και αποτελεσματικότερος έλεγχος εκ μέρους των υπηρεσιών ελέγχου καθώς και
    III. Η κατοχύρωση τόσο του πωλητή όσο και του αγοραστή.
    Έτσι ο αγοραστής θα αντιλαμβάνεται εάν αγοράζει από προμηθευτή που είναι εγγεγραμμένος στο σύστημα και ο πωλητής ότι ο αγοραστής (πελάτης του) είναι επίσης εγγεγραμμένος στο σύστημα.
    Ουσιαστικά δεν θα μπορεί ο αγοραστής να επικαλεστεί ότι όταν αγόρασε προϊόντα είχε άγνοια εάν ο προμηθευτής του ήταν μη εγγεγραμμένος και αντίστοιχα ο πωλητής για τον αγοραστή (πελάτη του).

  • 4 Ιουλίου 2025, 09:18 | Σύνδεσμος Μικρών Ανεξάρτητων Ζυθοποιών Ελλάδας

    Ως Σωματείο προσπαθούμε πάντα να διαφυλάσσουμε τα συμφέροντα των Ανεξάρτητων μικροζυθοποιίων, οπότε σας παραθέτουμε κάποια σχόλια μας:

    1. Να τροποποιηθεί η παράγραφος 5 του άρθρου 65 του Ν.2960/01, ώστε στις περιπτώσεις επιστροφής πωλήσεων μπύρας (π.χ. λόγω λήξης ή επιστροφών από την αγορά), να μπορεί να επιστραφεί στην εταιρεία ο Ε.Φ.Κ. που είχε καταβληθεί κατά την έξοδο του προϊόντος από τη φορολογική αποθήκη. Το σκεπτικό είναι ότι το προϊόν δεν καταναλώθηκε, άρα δεν πρέπει να επιβαρύνεται με τον φόρο κατανάλωσης. – Υπενθυμίζουμε ότι με την Υπουργική Απόφαση Α 1181/2021 (ΦΕΚ 3811/Β’/17.08.2021) εφαρμόστηκε ήδη επιστροφή Ε.Φ.Κ. για μπύρες που διατέθηκαν στην αγορά την περίοδο 01.11.2020 – 31.05.2021 λόγω Covid-19. Υπήρξαν συγκεκριμένες διαδικασίες για την επιστροφή του φόρου, οι οποίες μπορούν να επανενεργοποιηθούν ή να προσαρμοστούν

    2. Μέχρι τώρα μπορούσαμε να προπληρώνουμε τον ΕΦΚ όταν εμφιαλώναμε, χωρίς φορολογική αποθήκη. Αυτό μάλλον αλλάζει, και πλέον φαίνεται πως όλοι θα πρέπει να έχουν φορολογική αποθήκη, κάτι που για μικρές μονάδες είναι πρακτικά αδύνατο διαχειριστικά και οικονομικά.
    Δεν βλέπω καμία πρόβλεψη για εξαιρέσεις ή πιο απλό σύστημα για ζυθοποιίες με μικρή παραγωγή (π.χ. κάτω από 1.000 hl), ούτε για όσους πωλούν επιτόπου (taproom, brewpub κλπ).
    Να παραμείνει η δυνατότητα απλής προπληρωμής ΕΦΚ χωρίς αποθήκη για μικρούς παραγωγούς.
    Να υπάρξει ειδικό καθεστώς για πολύ μικρές μονάδες (π.χ. κάτω από 1.000 hl) με λιγότερη γραφειοκρατία.

    3. Επίσης στο άρθρο 85 επιτρέπει μπύρες με φρούτα, βότανα κλπ., αλλά δεν ξεκαθαρίζει ποιο είναι το όριο άλλων σακχάρων για να παραμένει το προϊόν «μπύρα» ώστε να μην αλλάζει κατηγορία το προιόν. Π.χ. το 50%+ από βύνη ή δημητριακά ως όριο. Να ξεκαθαριστεί τι ισχύει για μπύρες με φρούτα και άλλα υλικά.

    4. Ειδικά για τις μπύρες χωρίς αλκοόλ να μειωθεί το ελάχιστο plato (π.χ. 0.5 Plato από 2 που είναι αυτή την στιγμή)
    Στις κανονικές μπύρες να μειωθεί το ποσοστό ζύμωσης (attenuation 40 πρέπει να είναι τώρα) που πρέπει να επιτευχθεί ώστε να μπορεί να γίνει μια μπύρα με χαμηλό αλκοόλ και έντονο σώμα λόγω μεγάλης ποσότητας αζύμωτων (π.χ. low alcohol που να μην είναι σαν νερό λόγω χαμηλής τελικής πυκνότητας)

  • Ο Ε.Φ.Κ. αποτελεί έμμεσο επιρριπτόμενο φόρο και επιβάλλεται τόσο στα προϊόντα (ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια, βιομηχανοποιημένα καπνά, αιθυλική αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά) που παράγονται στο εσωτερικό της χώρας όσο και σε αυτά που προέρχονται από άλλα Κράτη-Μέλη της Ε.Ε. ή εισάγονται από Τρίτες Χώρες.

    Το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του φόρου είναι ότι βεβαιώνεται και εισπράττεται όταν τα εμπορεύματα τίθενται σε ανάλωση, δηλαδή κατά την έξοδο από ένα καθεστώς αναστολής (π.χ. φορολογική αποθήκη), κατά την παραγωγή ή κατοχή εκτός καθεστώτος αναστολής και κατά την εισαγωγή των προϊόντων χωρίς να υπαχθούν σε καθεστώς αναστολής.

    Ωστόσο, ο Ε.Φ.Κ. εξ ορισμού αφορά έμμεσο φόρο λόγω της κατανάλωσης του προϊόντος. Όλα τα προϊόντα στα οποία επιβάλλεται Ε.Φ.Κ. έχουν απεριόριστη διάρκεια ζωής, με μοναδική εξαίρεση την μπύρας, η οποία έχει διάρκεια ζωής κατά κανόνα από 4 μήνες έως 1 έτος.

    Ζητάμε να τροποποιηθεί η παράγραφος 5, του άρθρου 65 του Ν.2960/01 (Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας), ώστε για τις επιστροφές πωλήσεων προϊόντων μπύρας να μπορεί να επιστραφεί (είτε μέσω συμψηφισμού στην μηνιαία Δήλωση Ε.Φ.Κ., είτε με χρηματική καταβολή) στην εταιρεία το ποσό του Ε.Φ.Κ. που καταβλήθηκε κατά την έξοδο από το καθεστώς αναστολής (π.χ. φορολογική αποθήκη), καθώς το τελικό προϊόν δεν έχει καταναλωθεί.

    Επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με την Υ.Α. Α 1181/2021(ΦΕΚ 3811/Β’/17.08.2021) είχε εφαρμοστεί η επιστροφή Ε.Φ.Κ. για την μπύρα και οριζόταν συγκεκριμένες διαδικασίες επ’ αυτού, για τα προϊόντα που είχαν διατεθεί στην αγορά την περίοδο 01.11.2020 – 31.05.2021, λόγω Covid-19. Κατά συνέπεια υπάρχει προηγούμενο και συγκεκριμένες διαδικασίες, οι οποίες είχαν εφαρμοστεί.