• Το μέρος ΣΤ’ (άρθρα 65-82) διαλαμβάνει διατάξεις οι οποίες αφορούν ρύθμιση ζητημάτων κοινωνικής ασφάλισης, για τα οποία ωσαύτως έχει έννομο συμφέρον να υποβάλλει σχόλια η ΑΓΣΣΕ. Από το συνολικό πνεύμα του νομοσχεδίου προκύπτει ότι σκοπός του νομοθέτη είναι να στηρίξει τον εργαζόμενο συνταξιούχο. Πάγια αρχή της ΑΓΣΣΕ είναι ότι η εργασία και συντάξιμος βίος είναι σχήματα οξύμωρα και σε κάθε περίπτωση αντίθετα. Οι συνταξιοδοτικές αποδοχές που χορηγεί ο ασφαλιστικός φορέας θα πρέπει να διασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για τους συνταξιούχους και σε κάθε περίπτωση ανταποδοτικό των εισφορών που έχουν καταβάλλει μέσω του μισθού τους καθ’ όλη την εργασιακή περίοδο. Συνεπώς, η Πολιτεία θα πρέπει να στραφεί σε λύσεις που θωρακίζουν την αξιοπρεπή διαβίωση των συνταξιούχων χωρίς να τους προκαλεί την ανάγκη για εργασία παράλληλα με τη σύνταξή τους. Άλλωστε, όπως ήδη έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν, αποδοκιμαστέα είναι και κάθε πρόθεση αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω της βιοποριστικής ανάγκης των συνταξιούχων μέσω του εργασιακού μισθού. Περαιτέρω, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αποτελούν μια επιδερμική διορθωτική θετική παρέμβαση, ωστόσο σε κάθε περίπτωση η ΑΓΓΣΕ θεωρεί ότι ο σκοπός του νομοθέτη είναι προς τη λάθος κατεύθυνση, δεδομένου ότι για άλλη μία φορά απομακρύνεται από τη προβληματική θέσπισης της ΕΑΣ και τεχνηέντως αγνοεί τις επιταγές της νομολογίας (πρβλ Ελ.Συν 244/2017, ΣτΕ 2287/2015) η οποία υπενθυμίζουμε ότι έχει κρίνει τα εξής: «…η ΕΑΣ επιβάλλεται δε, προκειμένου και οι συνταξιούχοι στους οποίους καταβάλλεται µια ικανοποιητική σύνταξη να συμβάλλουν και αυτοί στην μεγάλη προσπάθεια για την αντιμετώπιση των τεράστιων δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας αλλά κυρίως και στην διάσωση του ασφαλιστικού συστήματος, µε την λήψη µμέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής που στόχο έχουν να διαφυλάξουν τα ασφαλιστικά κεφάλαια αλλά να διασφαλίσουν και για το μέλλον την οµαλή και έγκαιρη καταβολή των συντάξεων …». Εν προκειμένω, 15 έτη μετά τη πρώτη θέσπιση της ΕΑΣ και με δεδομένο ότι δεν υπάρχει επικαιροποιημένη αναλογιστική μελέτη, οι επίμαχες ρυθμίσεις περί ΕΑΣ κρίνονται παρωχημένες και σε κάθε περίπτωση δυσανάλογες με το σκοπό της επιβολής τους. Υπενθυμίζουμε ότι το έτος 2010 που θεσπίστηκε η επίμαχη εισφορά, οι συντάξεις ήταν σε ικανοποιητικό επίπεδο, που ανταποκρινόταν στις καταβληθείσες εισφορές καθ’ όλο τον ασφαλιστικό βίο του δικαιούχου. Οι διαδοχικές και επαναλαμβανόμενες περικοπές των συντάξεων μετά το 2010 έως και το 2015 σε συνδυασμό με τον επιγενόμενο επαναϋπολογισμό βάσει του νόμου 4387/2016, αποτέλεσαν σημείο κομβικό για τη δραστική και την τεράστια μείωση των συντάξεων των παλαιών συνταξιούχων. Συνεπώς, αντί για την κατάργηση ή έστω τη διορθωτική μείωση της άδικης-δεύτερης φορολογίας επί των συντάξεων, της Εισφοράς «Αλληλεγγύης» Συνταξιούχου (ΕΑΣ), τελικά προβλέπεται τιμαριθμοποίηση των κλιμάκων, αλλά όχι η τιμαριθμική προστασία του εισοδήματος. Η πρόβλεψη για επιβολή ΕΑΣ με βάση το εισόδημα πριν από την προσθήκη αυξήσεων σε αυτό, ωφελεί λίγους και αδικεί πολλούς. Άλλωστε υπενθυμίζουμε ότι ο σκοπός επιβολής της ΕΑΣ που είναι η ενίσχυση του ΑΚΑΓΕ αποτελεί ένα θολό τοπίο, η δε προσφάτως δημοσιευθείσα έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επισημαίνει το μείζον ζήτημα της λειτουργίας του ΑΚΑΓΕ και της αδυναμίας του να επιτελέσει τον σκοπό για τον οποίο συνεστήθη. Στις επικουρικές συντάξεις η επιβολή ΕΑΣ, τη στιγμή που έχει ιδρυθεί το ΤΕΚΑ -το οποίο είναι αμιγώς κεφαλαιοποιητικό- αποτελεί στρέβλωση. Συνεπώς, το πάγιο αίτημα της ΑΓΣΣΕ είναι η πλήρης κατάργηση της εν λόγω μνημονιακής κράτησης απ’ όλες τις συντάξεις κύριες και επικουρικές, γήρατος, χηρείας, αναπηρίας αλλά και τις συντάξεις προσυνταξιοδοτικού καθεστώτος, – σύμφωνα και με τις δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού- γεγονός που θα οδηγήσει στην ουσιαστική ενίσχυση του εισοδήματος των συνταξιούχων.