• Σχόλιο του χρήστη 'Ιωάννης Παπαδόπουλος' | 1 Οκτωβρίου 2025, 12:15

    Η παρ. 4 του άρθρου 66 προβλέπει ότι η μετακίνηση υπαλλήλων χωρίς αίτησή τους μπορεί να γίνει μόνο για σοβαρούς υπηρεσιακούς λόγους, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου οργάνου, ύστερα από γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Είναι δηλαδή προστατευτική διάταξη για τον υπάλληλο, γιατί διασφαλίζει ότι η μετακίνηση: Δεν είναι αυθαίρετη, Έχει αιτιολόγηση, Τελεί υπό έλεγχο υπηρεσιακού συμβουλίου. Το άρθρο 103 Σ. ορίζει ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι: Απολαμβάνουν μονιμότητας, Δεν μπορούν να μετακινούνται αυθαίρετα, ειδικά εκτός νομού ή οργανικής μονάδας, χωρίς αιτιολογία και χωρίς υπηρεσιακό συμβούλιο. Η παράλειψη της γνώμης του υπηρεσιακού συμβουλίου και η τοποθέτηση με μονομερή απόφαση ΔΣ, χωρίς κανένα δικαίωμα ένστασης ή αξιολόγησης υπηρεσιακών λόγων, συγκρούεται με την κατοχυρωμένη προστασία της θέσης του υπαλλήλου. Η μετακίνηση χωρίς αιτιολογία, χωρίς αξιολόγηση υπηρεσιακών δεδομένων, και χωρίς συμμετοχή του υπαλλήλου, παραβιάζει την αναλογικότητα. Τα υπηρεσιακά συμβούλια προβλέπονται για την προστασία των συμφερόντων του υπαλλήλου. Η ολοκληρωτική παράκαμψή τους, χωρίς έκτακτη αιτία (π.χ. φυσικές καταστροφές, διάλυση φορέα), δεν είναι συνταγματικά ανεκτή. Νομικά ζητήματα και αντίθεση με το Σύνταγμα 1. Παράβαση του άρθρου 103 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος – Προστασία μονιμότητας Το Σύνταγμα κατοχυρώνει τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και προβλέπει ότι οι κρίσεις, τοποθετήσεις και μετακινήσεις τους πρέπει να γίνονται με αντικειμενικά κριτήρια, υπό τον έλεγχο υπηρεσιακών συμβουλίων. Η σχεδιαζόμενη ρύθμιση: Αγνοεί πλήρως τη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, κατά παράβαση του άρθρου 103 παρ. 4, Επιτρέπει μονομερή τοποθέτηση χωρίς καμία αιτιολόγηση σχετική με τον υπάλληλο ή την υπηρεσία, Θίγει την οργανική θέση του υπαλλήλου χωρίς διαδικαστικές εγγυήσεις. Αυτό παραβιάζει ευθέως την αρχή της προστασίας της οργανικής θέσης και τη μονιμότητα του δημοσίου υπαλλήλου, όπως έχει κρίνει κατ’ επανάληψη η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (π.χ. ΣτΕ 1917/2014, 527/2018 κ.ά.). 2. Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας – Άρθρο 25 παρ. 1 Συντάγματος Η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει οι περιορισμοί σε δικαιώματα να είναι: Αναγκαίοι, Κατάλληλοι για τον σκοπό που επιδιώκεται, Ηπιότεροι δυνατοί. Η σχεδιαζόμενη διάταξη: Δεν προβλέπει ούτε προσωρινό στάδιο, ούτε αξιολόγηση της προσωπικής ή οικογενειακής κατάστασης του υπαλλήλου, Δεν επιτρέπει ένσταση ή ακρόαση, Δεν προβλέπει κριτήρια επιλογής θέσης σε περίπτωση πολλών υπαλλήλων. Είναι λοιπόν δυσανάλογος περιορισμός της υπηρεσιακής και προσωπικής κατάστασης των υπαλλήλων και μπορεί να θεωρηθεί αντισυνταγματικός. 3. Κατάργηση εγγυήσεων χωρίς σοβαρό λόγο Η παράγραφος 4 του άρθρου 66 του ν. 3528/2007 έχει θεσπιστεί ως εγγύηση αντικειμενικότητας και προστασίας του υπαλλήλου έναντι αυθαίρετης μετακίνησης. Η ρητή κατάργηση της με τη φράση «μη εφαρμοζόμενης της παρ. 4»: Δεν τεκμηριώνεται επαρκώς, Δεν συνδέεται με έκτακτες ανάγκες, π.χ. λύση/διάλυση υπηρεσίας ή έκτακτη κατάσταση, Καταργεί μια θεμελιώδη εγγύηση χωρίς αναλογική ή προσωρινή βάση. Τέτοια κατάργηση εγγυήσεων με γενικό τρόπο, χωρίς αξιολόγηση περιστάσεων, κρίνεται καταχρηστική και ενδέχεται να κριθεί αντισυνταγματική από το Συμβούλιο της Επικρατείας.