• 1. Η ΕΥΔΑΠ ιδρύθηκε με τον Ν. 1068/80 ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με αναφορά στην αιτιολογική έκθεση για την ίδρυση της Εταιρείας ότι, συστήνεται νέος ενιαίος φορέας ύδρευσης αποχέτευσης που «… θα λειτουργεί υπό μορφήν Ανωνύμου Εταιρείας δια να είναι περισσότερον ευέλικτος…». Δηλαδή ο τρόπος λειτουργίας του δημόσιου τομέα κρίθηκε λιγότερο ευέλικτος και εμπόδιο στην αποτελεσματικότητα της νέας εταιρείας. Το 1999, με την έκδοση του Ν. 2744, η Βουλή ανακήρυξε την βούλησή της να παραμείνει η ΕΥΔΑΠ Α.Ε. μια ευέλικτη Επιχείρηση Ιδιωτικού Δικαίου για δεύτερη φορά, μετατρέποντάς την σε μετοχοποιημένη εταιρεία εισηγημένη στο Χ.Α.Α. Η ΕΥΔΑΠ ΑΕ είναι o μεγαλύτερος πάροχος ολοκληρωμένων υπηρεσιών διαχείρισης του νερού στον Ελληνικό χώρο και από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη. Δραστηριοποιείται κυρίως στην Αττική, αλλά μέσω των υποδομών της υδροδοτεί μία σειρά περιοχών και φορέων (Δήμων και βιομηχανιών) που εκτείνονται σε ένα γεωγραφικό τόξο περίπου 250 χιλιομέτρων. Επίσης, μέσω της θυγατρικής της Εταιρείας, της ΕΥΔΑΠ Νήσων, έχει το δικαίωμα παροχής υπηρεσιών ύδρευσης, αποχέτευσης και συλλογής ομβρίων υδάτων, διαχείρισης αποβλήτων, και συναφών δραστηριοτήτων στη νησιωτική Ελλάδα, ενώ μπορεί, με συμβάσεις που θα συνάπτει με δήμους, οπουδήποτε στην Ελληνική Επικράτεια, να επεκτείνει την δραστηριότητα της σε περιφέρειες ή δήμους εκτός της Αττικής. Εξάλλου δικαιούται να αναλαμβάνει κάθε εμπορική ή άλλη δραστηριότητα ή να διενεργεί κάθε άλλη υλική πράξη ή δικαιοπραξία άμεσα ή έμμεσα συνδεόμενη με το σκοπό της, μέσω συνδεδεμένων επιχειρήσεων ή κεφαλαιουχικών εταιρειών, στο κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει με οποιοδήποτε ποσοστό ή μέσω κοινοπραξιών των ανωτέρω επιχειρήσεων και εταιρειών με άλλες εταιρείες ή φορείς, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, εκτειθέμενη έτσι, σε ένα πλήρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Σημειωτέον ότι στις θυγατρικές της εταιρείες εφαρμόζεται το σύνολο του ρυθμιστικού και νομοθετικού πλαισίου που εφαρμόζεται και στην ΕΥΔΑΠ Α.Ε. Τέλος, δραστηριοποιείται στην παραγωγή και πώληση ενέργειας εκμεταλλευόμενη το ενεργειακό δυναμικό των υποδομών της, δραστηριότητα που επίσης είναι εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό. Πρόκειται όπως προαναφέρθηκε για εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών από το έτος 2000 και υπεύθυνο όργανο για τη χάραξη του γενικότερου στρατηγικού σχεδιασμού της, είναι η Γενική Συνέλευση των μετόχων και το Διοικητικό της Συμβούλιο, που ενεργεί σύμφωνα με τις αρχές της εταιρικής διακυβέρνησης. Ως εισηγμένη Ανώνυμη Εταιρεία, η ΕΥΔΑΠ διαθέτει οργανωμένες οικονομικές δομές οι οποίες υπόκεινται σε όλους τους ελέγχους που επιβάλλει η εθνική νομοθεσία (ελέγχους από ορκωτούς λογιστές κλπ), οι κανονισμοί της κεφαλαιαγοράς, και τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Διατηρεί όλους τους κανόνες καλής εταιρικής διακυβέρνησης και διαθέτει ειδική διεύθυνση εσωτερικού ελέγχου για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής όλων των παραπάνω κανόνων. 2. Ως Αναθέτων Φορέας, τηρεί τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης και μη διακριτικής μεταχείρισης των οικονομικών φορέων και της προστασίας του θεμιτού και ελεύθερου ανταγωνισμού. Η ΕΥΔΑΠ ΑΕ διενεργεί ετησίως χιλιάδες διαγωνισμούς με ένα ευρύτατο φάσμα αντικειμένων, από την προμήθεια αναλωσίμων μέχρι τη μελέτη και εκτέλεση έργων. Το μεγαλύτερο μέρος των διαγωνισμών/συμβάσεων της ΕΥΔΑΠ ΑΕ είναι εξειδικευμένης τεχνικής φύσεως που απαιτούν ιδιαίτερες συμβατικές προβλέψεις, οι οποίες διαφοροποιούνται σαφώς από αυτές των αντίστοιχων του Δημόσιου Τομέα που μόνο με εμπειρία και απόλυτη εξειδίκευση στο συγκεκριμένο τεχνικό τομέα μπορούν να αντιμετωπιστούν διαγωνιστικά και συμβατικά. Ως προς τις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων που αφορούν δραστηριότητες ύδατος, η ΕΥΔΑΠ ΑΕ ως αναθέτων φορέας εφαρμόζει την Οδηγία 2004/17 ΕΕ της 31ης Μαρτίου 2004 «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών» (ΕΕ L 134 της 30.4.2004) που μεταφέρθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το πδ 59/2007 . Για την σύναψη συμβάσεων γενικού αντικειμένου εφαρμόζει την αντίστοιχη Οδηγία 2004/18 ΕΕ της 31ης Μαρτίου 2004 «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων έργων, προμηθειών, και υπηρεσιών» (ΕΕ L 114 της 30.4.2004) που μεταφέρθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το πδ 60/2007 . 3. Περαιτέρω οι διαγωνιστικές διαδικασίες της ΕΥΔΑΠ ΑΕ διέπονται από τον Κανονισμό Προμηθειών και Υπηρεσιών της που εγκρίθηκε με την με αριθμό 13348/2001 απόφαση διοικητικού Συμβουλίου ΕΥΔΑΠ Α.Ε. σε εφαρμογή εξουσιοδοτικής διάταξης του νόμου της παρ. 12 του άρθρου 1 του νόμου 2744/1999. Η άνω εξουσιοδοτική διάταξη καταργήθηκε με το (σε αναστολή ισχύος) άρθρο 199 του Ν. 4281/2014. Ωστόσο, για την ανάθεση και εκτέλεση έργων εφαρμόζει την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και τον νόμο 3669/2008 όπως ισχύει. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία και η στρατηγική για ανάθεση συμβάσεων που πραγματοποιεί η ΕΥΔΑΠ ΑΕ, βασίζεται τόσο στις αρχές και κατευθύνσεις της ενωσιακής νομοθεσίας όπως κάθε φορά ισχύει, όσο και στους κανόνες της αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται. Τα προαναφερόμενα πρέπει να συνυπάρχουν σε ένα βέλτιστο συνδυασμό, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται ο στόχος της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, να παραμένει βιώσιμη και ανταγωνιστική έναντι των ομοειδών της ελληνικών και ευρωπαϊκών εταιρειών, προς όφελος του Έλληνα καταναλωτή. 4. Ο ενωσιακός νομοθέτης επιφυλάσσει διαχρονικά και μόνιμα διαφορετική αντιμετώπιση στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτουσες αρχές από τις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτοντες φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών. Οι φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών διαφοροποιήθηκαν κυρίως λόγω του ότι λειτουργούν σε μικτό ανταγωνιστικό περιβάλλον (με εταιρείες δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα). Η ανωτέρω διαφοροποίηση αιτιολογείται λαμβανομένου υπόψη ότι οι προαναφερόμενοι αναθέτοντες φορείς, πολλοί εκ των οποίων είναι εισηγμένοι στο χρηματιστήριο, στοχεύουν στο κέρδος και υφίστανται ζημίες που απορρέουν από την άσκηση της δραστηριότητάς τους, μπορεί και να πτωχεύσουν, έχουν δε συσταθεί για να ικανοποιήσουν ανάγκες γενικού συμφέροντος οι οποίες έχουν βιομηχανικό ή/ και εμπορικό χαρακτήρα (βλέπετε εδάφιο 12 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ). Επίσης, οι ως άνω αναθέτοντες φορείς χρηματοδοτούν αποκλειστικά με ίδιους πόρους τις συμβάσεις τους. Η πλέον προφανής διαφοροποίηση σε επίπεδο οδηγίας αφορά στη θέση διαφορετικού και πολύ υψηλότερου ορίου υπαγωγής μιας σύμβασης προμήθειας ή υπηρεσιών ή έργου στο πεδίο εφαρμογής των εκάστοτε ρυθμίσεων στην περίπτωση των αναθετόντων φορέων, από ό,τι στην περίπτωση των αναθετουσών αρχών, θέση που καθιστά πιο ταχείες και ευέλικτες τις διαδικασίες που τηρούνται σε διαγωνισμούς κάτω των προαναφερθέντων ορίων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σε αυτές τις διαδικασίες δεν τηρούνται οι θεμελιώδεις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων, της αναλογικότητας και προστασίας του γνήσιου και ελεύθερου ανταγωνισμού, σύμφωνα με τις προβλέψεις των εσωτερικών κανονισμών τους. Θεωρούμε αυτονόητο και, ως εκ τούτου, αιτούμεθα να υπάρξει διακριτή στρατηγική για τις συμβάσεις των αναθετόντων φορέων που δραστηριοποιούνται στους εξαιρούμενους τομείς και στο εθνικό νομικό πλαίσιο, όπως και το κοινοτικό, διαφυλάττοντας την εφαρμογή ιδίως των αρχών της ίσης μεταχείρισης, της αποφυγής των διακρίσεων, της αμοιβαίας αναγνώρισης, της αναλογικότητας και της διαφάνειας, να επιτρέπει τη μέγιστη δυνατή ευελιξία προκειμένου υπό οποιεσδήποτε συνθήκες η ΕΥΔΑΠ ΑΕ να εκπληροί την υποχρέωσή της να παρέχει αδιάλειπτα στο σύνολο των Ελλήνων καταναλωτών ποιοτικές υπηρεσίες ύδρευσης & αποχέτευσης και να διασφαλίζει ότι δεν θίγεται η ίση μεταχείριση των αναθετόντων φορέων που δραστηριοποιούνται στο δημόσιο τομέα και εκείνων που δραστηριοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα, θέμα που αποτελεί καίριο ζήτημα, αλλά και κρίσιμο αναπτυξιακό εργαλείο για τη χώρα. Διευκρινίζεται ότι η ως άνω στρατηγική για τις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτοντες φορείς στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών θα πρέπει να αφορά σε βασικές αρχές και κατευθύνσεις και να προβλέπει την περαιτέρω εξειδίκευσή της από το διοικητικό συμβούλιο κάθε αναθέτοντος φορέα βάσει των επιχειρησιακών τους σχεδίων και των στόχων τους. Τέτοιες βασικές αρχές και κατευθύνσεις είναι η άσκηση εποπτείας η ενίσχυση της διαφάνειας, η καταπολέμηση της διαφθοράς, η απλοποίηση των διαδικασιών, η υιοθέτηση των ηλεκτρονικών προμηθειών, η υποστήριξη νέων τεχνικών δημοσίων συμβάσεων (συμφωνίες πλαίσιο, δυναμικά συστήματα αγορών, τιμοκατάλογοι, ηλεκτρονικές δημοπρασίες), η προώθηση της καινοτομίας και διαμόρφωσης καλών πρακτικών, η προώθηση των συμβάσεων κοινωνικής αναφοράς και των πράσινων συμβάσεων, η βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος ΜΜΕ κατά τη διαχείριση δημοσίων συμβάσεων κλπ. 5. Η απαιτούμενη όμως επί μέρους χάραξη στρατηγικής δημοσίων συμβάσεων για τους εξαιρούμενους τομείς πρέπει να αποφασίζεται από τα αρμόδια εταιρικά όργανα σύμφωνα με τις αρχές της εταιρικής διακυβέρνησης όπως π.χ. η στρατηγική για τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), η τυποποίηση πρότυπων τευχών διακηρύξεων και εγγράφων συμβάσεων, οι διαβουλεύσεις, η αντιμετώπιση των υπεργολάβων, ο τρόπος πληρωμής κλπ. Δηλαδή πρέπει να υπάρξει: 5.1 Αξιοποίηση των υπαρχουσών δυνατοτήτων των πληροφοριακών συστημάτων πραγματοποίησης διαγωνισμών για τη σύναψη συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών καθώς και καταγραφή και δημοσιοποίηση των σχετικών με τη σύναψη συμβάσεων στοιχείων των διαφόρων φορέων. Εν προκειμένω για τη ΕΥΔΑΠ ζητούμε αξιοποίηση του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος ERP που η εταιρεία διαθέτει, το οποίο συνδέεται άμεσα με τη λειτουργικότητα και την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της και η αξία του ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Στρατηγικός στόχος πρέπει να είναι η παραγωγή και η διάθεση έγκυρα και έγκαιρα των απαιτούμενων στοιχείων προς τις ελληνικές αρχές και προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς καθώς και η υλοποίηση των διαδικασιών σύμφωνα με την Οδηγία 2014/25/ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη αφενός την προοπτική δημιουργίας από κάθε αναθέτοντα φορέα του δικού του “προφίλ αγοραστή” και αφετέρου τις ιδιαιτερότητες κάθε μιας εταιρείας (π.χ. μη ένταξη στο Ενιαίο Πρόγραμμα Προμηθειών, διαφορετικές εγκριτικές διαδικασίες κλπ). Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται με κατάλληλες διασυνδέσεις των επιμέρους συστημάτων αντί της υποχρεωτικής χρήσης ενός γιγάντιου και δύσχρηστου κεντρικού συστήματος. Έτσι δεν αδρανοποιούνται τα ήδη υπάρχοντα συστήματα και αποφεύγονται πρόσθετες μεγάλες επενδύσεις και επιβαρύνσεις για επιπλέον εκπαιδεύσεις των συμμετεχόντων στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη ότι η δραστηριότητα της ΕΥΔΑΠ Α.Ε. δεν χρηματοδοτείται από το Δημόσιο, το εκάστοτε πρόγραμμα Δημοσίων συμβάσεων της ΕΥΔΑΠ Α.Ε. συναρτάται απόλυτα και πρέπει να συμβαδίζει με τα έσοδα της Εταιρείας και η εξέλιξή του επηρεάζει τα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησης και συνεπώς δεν είναι δυνατό να συμβαδίζει με αντίστοιχα προγράμματα που η υλοποίηση τους ορίζεται από μια Κεντρική Αρχή Προμηθειών. Σημειωτέον επίσης ότι –λόγω της ιδιαιτερότητας των παρεχομένων υπηρεσιών-, επιβάλλεται σε κάποιες περιπτώσεις η άμεση υλοποίηση ορισμένων Δημοσίων συμβάσεων, προκειμένου να διασφαλισθεί η Δημόσια Ασφάλεια και Υγεία. 5.2 Στρατηγική επιλογή της έκδοσης προτύπων τευχών από κάθε εταιρεία ξεχωριστά, τα οποία θα εγκρίνονται από το Διοικητικό της Συμβούλιο. Διότι η θέσπιση κοινών διαγωνιστικών ρυθμίσεων για το Δημόσιο και για τους «εξαιρούμενους τομείς» (ύδατος, ενέργειας, μεταφορών και ταχυδρομικών υπηρεσιών) ανεξαρτήτως προϋπολογισμού, προκειμένου μάλιστα περί εισηγμένων εταιριών και ανωνύμων εταιρειών που εμπίπτουν στο Κεφάλαιο Β του νόμου 3429/2005, όπως η ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ, ΕΛΠΕ, ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ, ΔΕΣΦΑ, εταιρειών στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων μετέχουν ιδιώτες σε υψηλό ποσοστό ή έχουν το management (όπως ο ΔΑΑ ή οι εταιρείες Παροχής Αερίου Αττικής, Θεσσαλονίκης, Θεσσαλίας, κλπ). θα επιβαρύνει και δυσχεράνει σημαντικά τη λειτουργία των εταιρειών αυτών. 5.3 Κανονισμοί όπου θα τίθενται αδιαμφισβήτητα οι γενικές αρχές και κατευθύνσεις , όπως προαναφέρονται αλλά θα διασφαλίζονται επίσης κατά τρόπο ευέλικτο και χωρίς λογικές προκρούστειας κλίνης , ανάλογα με τις ανάγκες κάθε εταιρείας διαγωνιστικές διαδικασίες γρήγορες και αποτελεσματικές και λήψη αποφάσεων από τα εταιρικά όργανα με την επιφύλαξη αδιαμφισβήτητα της δικαστικής κρίσης επ΄ αυτών. Είναι κρίσιμο να μην επιβαρύνεται ούτε άμεσα αλλά ούτε και έμμεσα η ΕΥΔΑΠ με σημαντικό διοικητικό κόστος, το οποίο θα επιβαρύνει σε δύσκολες εποχές περαιτέρω τους πολίτες που εξυπηρετεί. Η επίκληση των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, αναλογικότητας και προστασίας του γνήσιου και ελεύθερου ανταγωνισμού δεν αιτιολογεί, κατά την άποψή μας, την προτεινόμενη στρατηγική «ενιαίας μεταχείρισης» ιδίως αφού οι ανωτέρω επικαλούμενες αρχές ρητά και ανεπιφύλακτα τηρούνται σε όλες τις διαγωνιστικές διαδικασίες των εταιρειών , όπως προβλέπεται από τους οικείους Κανονισμούς και Διαδικασίες Προμηθειών και Υπηρεσιών τους, που μέχρι σήμερα διέπονταν από την Οδηγία 2004/17/ΕΚ, και το ΠΔ 59/2007,. 5.4 Συμφωνούμε στην ενίσχυση του ρόλου προγραμματισμού και προγραμματικών διαβουλεύσεων. Πρέπει όμως οι διαβουλεύσεις να μην είναι υποχρεωτικές αδιακρίτως για το σύνολο των συμβάσεων υψηλής αξίας, διότι αναθέτοντες φορείς όπως η ΕΥΔΑΠ ΑΕ συνάπτουν μεγάλο πλήθος τέτοιων συμβάσεων επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα χωρίς να έχει μεσολαβήσει τροποποίηση των συνθηκών της αγοράς. Ως εκ τούτου, η υποχρεωτική διαβούλευση για τις συμβάσεις αυτές δημιουργεί αδικαιολόγητη καθυστέρηση και επιβαρύνει τη ΕΥΔΑΠ ΑΕ με πρόσθετο διοικητικό κόστος. 5.5 Οι προθεσμίες αποπληρωμής των συμβατικών υποχρεώσεων συνιστούν προδήλως κρίσιμη απόφαση πολιτικής του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε εισηγμένης στο χρηματιστήριο Ανώνυμης Εταιρείας, όπως εν προκειμένω της ΕΥΔΑΠ, η οποία λαμβάνει υπόψη τις επικρατούσες στην αγορά συνθήκες αλλά και τις χρηματορροές και τους οικονομικούς στόχους της ίδιας της εταιρείας. Η ΕΥΔΑΠ αντιμετωπίζει θετικά την καθιέρωση δυνατότητας της απευθείας πληρωμής υπεργολάβων με πρόβλεψη σαφών συμβατικών ρητρών διασφάλισης της ευθύνης του αναδόχου για την απρόσκοπτη υλοποίηση της σύμβασης. 5.6 Εγκαθίδρυση ενός συστήματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας σε συνδυασμό με ένα αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης που θα εγγυάται τη συνοχή των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Κατά την άποψή μας, το υπό διαμόρφωση νομοθετικό πλαίσιο για την δικαστική προστασία, τόσο κατά το προσυμβατικό όσο και κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, δεν πρέπει να παραλείψει να λάβει υπόψη παραδοχές που έχουν διαμορφώσει αφενός η νομολογία των δικαστηρίων και αφετέρου, η εμπεδωμένη εμπειρία από την ανάθεση και υλοποίηση των δημοσίων συμβάσεων. Αντλώντας την υπόθεσή μας από τις προβλέψεις του νόμου 4281/2014, θεωρούμε κρίσιμη την πάσει δυνάμει αποφυγή της συγκέντρωσης της αρμοδιότητας απόφανσης επί προσφυγών σε ένα φορέα ο οποίος θα βρεθεί άνευ ετέρου σε αντικειμενική αδυναμία να ανταποκριθεί, με την ταχύτητα που η διαδικασία ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων απαιτεί, στον όγκο των αιτημάτων παροχής έννομης προστασίας για διαγωνισμούς που θα διενεργούν το σύνολο των φορέων του δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα σε όλη την χώρα. Η εμπειρία από την εφαρμογή του άρθρου 2 παρ.2 περ.γ υποπερ. (δδ) του Ν.4013/2011 για τον έλεγχο των απ’ ευθείας αναθέσεων από την ΕΑΑΔΗΣΥ ανεξαρτήτως ποσού είναι χαρακτηριστική, αφού κατέστη εκ των πραγμάτων αναγκαίο, ο έλεγχος να αναβιβαστεί στις συμβάσεις που λόγω ποσού, εμπίπτουν στα όρια των Ευρωπαϊκών Οδηγιών. Ομοίως αναποτελεσματική αλλά και αδόκιμη νομικά θα είναι η αφαίρεση από τους Φορείς υπό την ιδιότητα της Προϊσταμένης Αρχής, της δυνατότητας αυτεπάγγελτου ή κατόπιν προσφυγής, ελέγχου, φερόμενων παραβιάσεων των διαγωνιστικών ή συμβατικών διαδικασιών. Η απ ευθείας υπαγωγή των διαφορών που προκύπτουν από πράξεις Υπηρεσιών ή Επιτροπών των Αναθέτοντων Φορέων στην κρίση της Αρχής, παρακάμπτοντας την αποφασιστική αρμοδιότητα και δικαίωμα των Διοικητικών Συμβουλίων ή άλλων κατά περίπτωση εντεταλμένων αποφασιστικών εκτελεστικών οργάνων ανωνύμων εταιρειών, σε λήψη απόφασης επί των διαφορών, με Αναδόχους ή υποψήφιους Αναδόχους αλλοιώνει την νομοθετικές ρυθμίσεις του ν. 2190/1920 αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας των υπόψη νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου όπως η ΕΥΔΑΠ Α.Ε. Ορθώς ο ισχύων μέχρι σήμερα Νόμος επιτρέπει την εκδίκαση των προδικαστικών προσφυγών από τους ίδιους τους αναθέτοντες φορείς καθώς με αυτό τον τρόπο ενστάσεις και προσφυγές που αφορούν κρίσιμους για τη λειτουργία μιας εταιρείας/αναθέτοντος φορέα διαγωνισμούς κρίνονται με ταχείες διαδικασίες από όργανα που έχουν την απαιτούμενη εξειδίκευση και εμπειρία. Η περαιτέρω κρίση γίνεται από τα δικαστήρια ώστε να διασφαλίζεται πλήρως η τήρηση της νομιμότητας. Στο Ν. 4281/2014 προβλέπεται η θεσμοθέτηση για πρώτη φορά, και πολύ πέραν των όσων προβλέπονται από τις σχετικές Οδηγίες της ΕΕ, αρμοδιοτήτων κρατικού οργάνου στην εκδίκαση των ενστάσεων /προδικαστικών προσφυγών. Λαμβανομένων υπόψη τόσο των μεγάλων καθυστερήσεων που θα προκύψουν με βάση τις προθεσμίες που θέτει ο Ν. 4281/2014 σε διαγωνιστικές διαδικασίες που πρέπει να διεκπεραιώνονται ταχύτατα αλλά και της έλλειψης εξειδίκευσης στα συγκεκριμένα θέματα που σχετίζονται με τις δραστηριότητες του κάθε αναθέτοντος φορέα δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα ομαλής διεκπεραίωσης των διαγωνιστικών διαδικασιών. Πέραν των παραπάνω κάμπτεται το τεκμήριο αρμοδιότητας των εταιρικών οργάνων, θέτοντας έτσι σοβαρό ζήτημα εταιρικής διακυβέρνησης, μιας και το όργανο αυτό έχει την αρμοδιότητα να υποκαταστήσει την κρίση των καθ΄ ύλην αρμόδιων Διοικητικών Συμβουλίων των εν λόγω εταιριών, κρίνοντας ενστάσεις και προσφυγές σε διαγωνισμούς. Εξάλλου όλως αδόκιμο στο νομικό μας σύστημα είναι να αντιμετωπίζονται οι πράξεις των Διοικητικών Συμβουλίων ν.π.ι.δ. ως «διοικητικές πράξεις» ελεγχόμενες δικαστικά από Διοικητικά Δικαστήρια. Πρέπει να απασχολήσει η παγίως πλέον διατυπωθείσα θέση των Πολιτικών Δικαστηρίων σύμφωνα με την οποία όλες οι σχετικές με το αντικείμενο δημόσιας σύμβασης αποφάσεις του εργοδότη ή του φορέα του έργου, δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, αφού όταν μία σύμβαση εκτελείται υπέρ νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου δεν δημιουργείται διοικητική διαφορά ουσίας, έστω και αν το νομικό αυτό πρόσωπο ανήκει στο Δημόσιο ή είναι δημόσια επιχείρηση που λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Τέλος και αναφορικά με την υπόθεση ενσωμάτωσης στον νέο νόμο των προβλέψεων του νόμου 3669/2008, δεν θα πρέπει να αμεληθεί η νομοθετική ενσωμάτωση της διαμορφωθείσας νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας αναφορικά με το ζήτημα των αυτοδίκαιων εγκρίσεων (ιδ. ενδεικτικά ΣτΕ Ολομέλεια 2494/2013) και της αναντίρρητης και επιβεβλημένης ευχέρειας των Αναθέτοντων Φορέων στον έλεγχο και έγκριση πράξεων ακόμα και μετά την παρέλευση τασσόμενης προθεσμίας. Τέλος για την ανάρτηση στοιχείων σε κεντρικά πληροφοριακά συστήματα παρακολούθησης δημοσίων συμβάσεων, θα θέλαμε να τονίσουμε τα εξής: Α. Τα συστήματα κεντρικής παρακολούθησης δημοσίων συμβάσεων που σχεδιάζονται στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής πρέπει να είναι απλές βάσεις δεδομένων για την γενικότερη ενημέρωση της ΕΑΑΔΗΣΥ και όχι συστήματα οικονομικής παρακολούθησης τύπου ERP. Τα συστήματα αυτά πρέπει επίσης, να προβλέπουν την διασύνδεσή τους με τα υφιστάμενα πληροφοριακά συστήματα των εταιρειών ώστε να «αλιεύονται» τα απαραίτητα στοιχεία από τα εσωτερικά ERP συστήματα των εταιρειών και να μην απαιτούν εκ νέου εισαγωγή στοιχείων. Το πληροφοριακό σύστημα ΚΗΜΔΗΣ (και κατ’ επέκταση το ΕΣΗΔΗΣ) έχει σχεδιαστεί με βάση την ροή διαδικασιών του Δημοσίου και δεν συμβαδίζει με τις εταιρικές διαδικασίες της ΕΥΔΑΠ. Η ΕΥΔΑΠ δεν έχει την παραμικρή αντίρρηση να ανακοινώνει τις προκηρύξεις προμήθειας αγαθών, υπηρεσιών, μελετών και έργων, καθώς και τις αντίστοιχες συμβάσεις που συνάπτει για την πληρέστερη ενημέρωση της αγοράς και για λόγους διαφάνειας, αλλά η υποχρέωση να αναρτά πρωταρχικά αιτήματα για πιθανές μελλοντικές προμήθειες καθώς και στοιχεία για κάθε πληρωμή (ανεξαρτήτου ορίου αξίας) επιφέρει ένα υπέρμετρο φόρτο εργασίας στις οικονομικές υπηρεσίες της Εταιρείας και αυξάνει δραστικά το λειτουργικό τους κόστος. Η ΕΥΔΑΠ στην ουσία καλείται να διατηρεί ένα δεύτερο, παράλληλο σύστημα οικονομικής παρακολούθησης. Β. Επιπλέον, του παραπάνω αυξημένου διοικητικού κόστους, η υποχρεωτική ανάρτηση αναλυτικών στοιχείων και παρακολούθησης κωδικών ΑΔΑΜ θα υποχρεώσει την ΕΥΔΑΠ σε μεγάλο κόστος μετατροπής των υφισταμένων εταιρικών πληροφοριακών συστημάτων. Γ. Η ΕΥΔΑΠ διαθέτει εξελιγμένο εταιρικό πληροφοριακό σύστημα οικονομικής παρακολούθησης και εκδίδει ανά τρίμηνο οικονομικά αποτελέσματα ελεγμένα από ορκωτούς λογιστές, τα οποία και δημοσιεύει. Οι δαπάνες που πραγματοποιεί είναι πάντα σύμφωνα με τον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της, υλοποιούνται με θεσμοθετημένες διαδικασίες όπως έχουμε προαναφέρει, και αφορούν ιδία κεφάλαια της Εταιρείας. Δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. 7. Η στοχευμένη εκπαίδευση υπαλλήλων για την ορθότερη εκτέλεση των καθηκόντων τους είναι αναμφισβήτητα αναγκαίος παράγοντας για την καλύτερη ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων. Κάθε σύστημα όμως για την πιστοποίηση υπαλλήλων, δεν πρέπει να δυσχεραίνει την λειτουργία των φορέων ή να προσθέτει περαιτέρω επίπεδα γραφειοκρατικών ελέγχων. 8. Η ΕΥΔΑΠ πιστεύει ότι οι συμφωνίες – πλαίσιο είναι χρήσιμα εργαλεία για την ταχύτερη λειτουργία μιας εταιρείας. Οι αυξανόμενες ανάγκες των δημόσιων επιχειρήσεων να αναθέτουν εργασίες σε εξωτερικούς συνεργάτες λόγω ελλείψεις σε προσωπικό τα τελευταία χρόνια, έχουν κάνει την σύναψη συμφωνιών πλαισίου ελκυστική, ιδιαίτερα και στον τομέα των μελετών και έργων. Θα θέλαμε μόνο να σας επιστήσουμε την προσοχή ότι η υφιστάμενη εθνική νομοθεσία περί μελετών και δημοσίων έργων θέτει πολλούς περιορισμούς στις συμφωνίες αυτές που πρέπει να αφαιρεθούν προκειμένου να λειτουργήσει αποτελεσματικά το μέτρο αυτό.