• Σχόλιο του χρήστη 'ΟΣΔ ΑΘΗΝΑ' | 1 Νοεμβρίου 2022, 15:24

    Προτείνουμε όπως το τελευταίο εδάφιο της 2ης παραγράφου του άρθρου 34 του ν. 2121/1993 τροποποιηθεί και αναδιατυπωθεί ως έξης «…Ως δημιουργοί των επί μέρους συμβολών θεωρούνται ιδίως ο σεναριογράφος, ο συγγραφέας διαλόγων, ο επιμελητής μεταγλώττισης, ο συνθέτης μουσικής, ο διευθυντής φωτογραφίας, ο σκηνογράφος, ο ενδυματολόγος, ο ηχολήπτης, ο επεξεργαστής τελικής σύνθεσης (Μοντέρ)…». Η προτεινόμενη αναδιατύπωση αιτιολογείται ως κάτωθι: Μεταγλώττιση ονομάζεται η διαδικασία κατά την οποία οι διάλογοι μιας ταινίας ή τηλεοπτικής σειράς (στην οποία, είτε συμμετέχουν φυσικά πρόσωπα – ηθοποιοί, είτε κινούμενα σχέδια) αντικαθίστανται και μεταφέρονται σε άλλη γλώσσα, ενώ το οπτικό υλικό, η μουσική και τα ηχητικά εφέ, παραμένουν ως έχουν στο πρωτότυπο. Επειδή η μεταγλώττιση έχει ως στόχο, όχι απλώς να καταστήσει κατανοητό το νόημα του ξενόγλωσσου έργου, αλλά να παράξει ένα εφάμιλλο αισθητικό και καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, στη διαδικασία αυτή η μετάφραση δεν αρκεί και αποτελεί απλώς το πρώτο στάδιο της διαδικασίας. Ο επιμελητής μεταγλώττισης δυνάμει των εξιδεικευμένων γνώσεων και της εμπειρίας που διαθέτει καθοδηγεί (διδάσκει) και συντονίζει τους ηθοποιούς-φωνής (voice actors) προκειμένου να δημιουργηθεί ένα άρτιο καλλιτεχνικά αποτέλεσμα σε ευθυγράμμιση με το πρωτότυπο ξενόγλωσσο έργο. Σε διαφορετική δε περίπτωση τίθεται σε κίνδυνο η καλλιτεχνική αξία και η ταυτότητα του ίδιου του μεταγλωττισμένου ξενόγλωσσου έργου ως προϊόντος λόγου και τέχνης. Η ως άνω διαδικασία φέρει αδιαμφισβήτητα την προσωπική σφραγίδα του επιμελητή μεταγλώττισης και οδηγεί στην εξαγωγή ενός σύνθετου αποτελέσματος με έντονο δημιουργικό ύψος. Ειδικότερα, δημιουργείται υπό την επιμέλεια του εν λόγω δημιουργικού συντελεστή μια εγγραφή ήχου η οποία αποτυπώνει το προϊόν της μεταγλώττισης και γεννά μία επιμέρους συμβολή στο μεταγλωττισμένο οπτικοακουστικό έργο. Η έλλειψη ρητής νομοθετικής ρύθμισης αναφορικά με τον επιμελητή μεταγλώττισης καθιστά ευάλωτη την εν λόγω κατηγορία δικαιούχων πνευματικής ιδιοκτησίας και επιδεινώνει την θέσης τους στο πεδίο των ατομικών και συλλογικών διαπραγματεύσεων με αντικείμενο την εμπέδωση οικονομικών όρων που θα πρέπει να είναι κατάλληλοι και αναλογικοί, κατ’ απαίτηση πλέον και του ενωσιακού κεκτημένου. Η άρση, έστω και μερική, της εγγενούς διαπραγματευτικής ανισότητας μπορεί να επιτευχθεί το πρώτον με την αναγνώριση του νομικού καθεστώτος για την εν προκειμένω κατηγορία δημιουργών, προκειμένου να μην εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια των αντισυμβαλλομένων τους η πλήρης ικανοποίηση των δικαιωμάτων της πνευματικής τους ιδιοκτησίας.