• Η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 46 του σχεδίου νόμου ρύθμιση αντιβαίνει στους προηγούμενους γενικούς κανόνες και την όλη δομή του Ν. 2121/1993 για το απόλυτο δικαίωμα του δημιουργού. Η γενικόλογη αναφορά της συγκεκριμένης διάταξης σε «οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης» χωρίς να διευκρινίζεται ότι αφορά μόνον στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης συγγενικών δικαιωμάτων και όχι στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων παραβιάζει και καταστρατηγεί το άρθρο 3 παρ. 1, εδ. στ του Ν. 2121/1993, την κοινοτική νομοθεσία αλλά και την υπερνομοθετικής ισχύος σύμβαση της Βέρνης (άρθρο 11 δις), βάσει των οποίων θεμελιώνεται (διεθνώς) το απόλυτο δικαίωμα των δημιουργών να επιτρέπουν και να απαγορεύουν τη δημόσια εκτέλεση των έργων τους. Επισημαίνεται ότι το 49 παρ. 1 του Ν. 2121/1993, ως ισχύει, θεσπίζει ένα περιορισμένο ενοχικό δικαίωμα καταβολής «εύλογης αμοιβής», το οποίο αφορά μόνον στους δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων (ερμηνευτές/ εκτελεστές καλλιτέχνες και παραγωγούς υλικών φορέων) σε περιπτώσεις ραδιοφωνικής μετάδοσης και παρουσίασης στο κοινό εγγεγραμμένων σε υλικούς φορείς μουσικών έργων/ ερμηνειών/ εκτελέσεων. Με βάση την διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί εξαίρεση στον απόλυτο χαρακτήρα των συγγενικών δικαιωμάτων των ερμηνευτών/ εκτελεστών και παραγωγών υλικών φορέων και μόνον, η «εύλογη αμοιβή», που οι ανωτέρω δικαιούνται, καταβάλλεται υποχρεωτικά σε οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης των σχετικών δικαιωμάτων. Σε αντίθεση με τους δικαιούχους των συγγενικών δικαιωμάτων οι οποίοι δεν έχουν την εξουσία να απαγορεύουν την χρήση των εγγεγραμμένων ερμηνειών τους με τον τρόπο δυνάμει του άρθρου 49 του ν. 2121/1993, οι δημιουργοί, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 2121/1993 παρ. 1 εδ. στ’, έχουν την απόλυτη εξουσία (δικαίωμα) να επιτρέπουν ή απαγορεύουν τη δημόσια εκτέλεση των έργων τους. Η λήψη δηλαδή της αδείας των δημιουργών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πράξη της δημόσιας εκτέλεσης μουσικών έργων. Η ατομική άσκηση του δικαιώματος της δημόσιας εκτέλεσης, κατά την ελεύθερη επιλογή των δημιουργού, αποτελεί θεμελιώδη λίθο του απόλυτου και αποκλειστικού δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας, με βάση τον ελληνικό νόμο, το κοινοτικό κεκτημένο και τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία του πνευματικού δικαιώματος. Σύμφωνα άλλωστε με την πρακτική που ακολουθείται διεθνώς, οι δημιουργοί ελεύθερα (ατομικά) ασκούν το συγκεκριμένο δικαίωμά τους και (μόνον) εφόσον επιθυμούν, δύνανται να διαθέσουν την διαχείρισή τους σε οικείο οργανισμό συλλογικής διαχείρισης. Η διατήρηση του απόλυτου και αποκλειστικού δικαιώματος της δημόσιας εκτέλεσης του δημιουργού επιβάλλεται όχι μόνο από το σύνολο των ρυθμίσεων του ν. 2121/1993, αλλά και από το κοινοτικό και διεθνές κεκτημένο για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Τυχόν υπαγωγή του δικαιώματος αυτού σε καθεστώς υποχρεωτικής συλλογικής διαχείρισης θα είναι ανεπίτρεπτη, ως κραυγαλέα αντισυνταγματική και θα αντιβαίνει στον ελληνικό νόμο και στις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, τις οποίες έχει καταρτίσει η χώρα μας. Συνεπώς, θα πρέπει οπωσδήποτε να διευκρινισθεί ότι ολόκληρη η ρύθμιση του άρθρου 46, για την δημόσια εκτέλεση μουσικής σε εμπορικά καταστήματα και καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, αφορά μόνον στην διαχείριση συγγενικών δικαιωμάτων και όχι δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Κρίτων Μεταξόπουλος Πληρεξούσιος Δικηγόρος της Navarr Enterprises Inc.