• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΝΩΣΗ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ-ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ (ΕΣΠΕΚ)' | 28 Μαρτίου 2024, 01:52

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ της ΕΝΩΣΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ-ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΕΛΛΗΝΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ (ΕΣΠΕΚ) ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «Δημιουργική Ελλάδα: ενίσχυση του κινηματογραφικού, οπτικοακουστικού και δημιουργικού τομέα, ίδρυση φορέα για το βιβλίο και λοιπές διατάξεις για τον σύγχρονο πολιτισμό» Έπειτα από διαβουλεύσεις της ΕΣΠΕΚ με τα αρμόδια σωματεία με αντικείμενο το παρόν σχέδιο νόμου, προσυπογράφουμε τα παρακάτω σχόλια για τα άρθρα 22-25: ΑΡΘΡΟ 22 Επί της παρ. 2 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική προσαρμογή: «2. Το Πρόγραμμα Στήριξης CRGR έχει ως στόχο την ενίσχυση της παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα και την εν γένει ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, την αύξηση της απασχόλησης και την ανάδειξη της χώρας ως προορισμού για την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων στην οπτικοακουστική βιομηχανία μέσα από τη στήριξη εγχώριων και την προσέλκυση διεθνών επενδύσεων στον τομέα αυτό.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Κατά την άποψή μας, για λόγους πρωτίστως δικαιοπολιτικής συνέπειας και οριοθέτησης του δημοσίου συμφέροντος εν προκειμένω, θα πρέπει να καταστεί σαφές, με την προσθήκη ρητής αναφοράς, ότι το Σ/Ν αποσκοπεί κατά μείζονα λόγο στην ενίσχυση της παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα, όπως εξάλλου προβλεπόταν στον ν. 4487/2017 (πρβλ. άρθρο 19 αυτού και σχετικές αναφορές στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4487/2017). Το ανωτέρω, εξάλλου: (α) επιβάλλεται από τον ειδικό χαρακτήρα των ενισχύσεων των καθεστώτων α και β του Προγράμματος του Σ/Ν που χορηγούνται στο πλαίσιο ιδίως των οριζόμενων στο άρθρο 54 του ΓΑΚ 651/2014 για τα καθεστώτα ενισχύσεων στα οπτικοακουστικά έργα, και (β) συνάδει πλήρως με το αίτημα της βεβαιότητας και της ασφάλειας δικαίου των Φορέων ως προς την (πραγματική) διάθεση των προϋπολογισμένων ποσών συνολικών ενισχύσεων ετησίως ανά καθεστώς ενίσχυσης. Στο πλαίσιο του ανωτέρω υπό (β), επισημαίνεται ότι το Σ/Ν, όπως ακριβώς και ο ν. 4487/2017, αποτελεί ένα εξειδικευμένο θεσμικό εργαλείο για τη διαρκή και αποτελεσματική υποστήριξη της ανάπτυξης της ελληνικής οπτικοακουστικής παραγωγής, απόλυτα διακριτό από τα θεματικά καθεστώτα ενισχύσεων του ν. 4887/2022, το οποίο δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά ως μέσο ευκαιριακής υποβοήθησης της εν γένει οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας – τούτο σημειωτέον θα έθετε εν αμφιβόλω τη συμβατότητα των χορηγούμενων ενισχύσεων με το άρθρο 54 του ΓΑΚ 651/2014. Η παρατήρηση αυτή συνδέεται άρρηκτα με την ατυχή κατά τη γνώμη μας απόπειρα πλήρους εναρμόνισης των προβλέψεων του Σ/Ν με τα οριζόμενα στον ν. 4887/2017, ωσάν η οπτικοακουστική βιομηχανία να αποτελεί το 14ο θεματικό καθεστώς του αναπτυξιακού νόμου, καίτοι το Πρόγραμμα CRGR υπηρετεί στρατηγικούς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, πέρα και έξω από τα χαρακτηριστικά ενός τυπικού αναπτυξιακού νόμου. Eπί της παρ. 3 επισημαίνουμε, ότι η έστω και έμμεση διασφάλιση της σε βάθους χρόνου σταθερής και απρόσκοπτης διαθεσιμότητας των σχετικών ποσών ενισχύσεων στους δικαιούχους αποτελεί conditio sine qua non για την αποτελεσματικότητα του υπό θέσπιση νομοθετικού πλαισίου και για την επιτυχή προσέλκυση διεθνών επενδύσεων στον κλάδο της παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα. Εκτιμάται βάσιμα ότι η διαιώνιση της αβεβαιότητας ως προς την ουσιαστική εξακολούθηση του Ελληνικού cash rebate στα αμέσως επόμενα έτη θα ανατρέψει την αναπτυξιακή πορεία και εξωστρέφεια της Ελληνικής οπτικοακουστικής παραγωγής, υπονομεύοντας τελεσίδικα τις προοπτικές της. Παρά ταύτα, και αντιλαμβανόμενοι την αντικειμενική αδυναμία ρητής πρόβλεψης συγκεκριμένου ετήσιου ελάχιστου ορίου διατιθέμενων κονδυλίων ανά καθεστώς ενίσχυσης, για λόγους διαβεβαίωσης των ελληνικών και αλλοδαπών εταιριών παραγωγής οπτικοακουαστικών έργων ως προς την εκπεφραζόμενη μέσω του Σ/Ν αταλάντευτη πολιτική βούληση υποστήριξης του οπτικοακουστικού κλάδου στη χώρα μας, θα μπορούσε να εξεταστεί η πρόβλεψη ετήσιας παροχής ενημέρωσης από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, Οπτικοακουστικών Μέσων και Δημιουργίας Α.Ε. ως προς τα εκάστοτε προβλεπόμενα προς διάθεση συνολικά ποσά ενισχύσεων για το Πρόγραμμα CRGR στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, αρχής γενομένης από το ΜΠΔΣ 2025 – 2028. ΑΡΘΡΟ 23 Επί της παραγράφου 3 επισημαίνουμε πως έχει παραλειφθεί το 1ο ή 2ο έργο παραγωγού χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία για την παράλειψη αυτή και σε αντίθεση με τους μέχρι σήμερα ισχύοντες ορισμούς. Επιπροσθέτως, πρέπει να αναφερθεί πως το όριο των 500.000 ευρώ είναι εξαιρετικά χαμηλό και αναντίστοιχο με τις συνθήκες και τους όρους παραγωγής κινηματογραφικών έργων στις περισσότερες χώρες μέλη της ΕΕ. Η αύξησή του από τις 500.000 στο 1.000.000 ευρώ είναι όχι μόνο αναγκαία αλλά και σύμφωνη με τον ΓΑΚ, καθώς δεν χωρεί αμφιβολία ότι υπάγεται στην έννοια του «χαμηλού προϋπολογισμού». Ως εκ τούτου προτείνουμε την τροποποίηση της παρ. 3 ως εξής: «3. «Δύσκολο Οπτικοακουστικό Έργο» το αυτοτελές οπτικοακουστικό έργο το οποίο πληροί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις: ηα) Το μοναδικό πρωτότυπο είναι στην ελληνική γλώσσα. Χρήση μικρής ή περιορισμένης έκτασης άλλων γλωσσών δεν αναιρεί την πλήρωση της προϋπόθεσης αυτής, ηβ) Αποτελεί το πρώτο ή το δεύτερο έργο ενός σκηνοθέτη ή παραγωγού, ηγ) αποτελεί έργο προϋπολογισμού έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, ηδ) αποτελεί ταινία μικρού μήκους ή έργο τεκμηρίωσης (ντοκιμαντέρ), ηε) έχει περιορισμένες δυνατότητες εμπορικής εκμετάλλευσης». Επί της παραγράφου 6 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «…Λήξη επενδυτικού σχεδίου: η ολοκλήρωση των φυσικού και οικονομικού αντικειμένου των εργασιών παραγωγής που αφορούν στην επένδυση, η οποία θεωρείται ότι επέρχεται κατά την η ημερομηνία της αίτησης για ορισμό ορκωτού λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας, προκειμένου να ξεκινήσει η διαδικασία πιστοποίησης δαπανών, η οποία αναφέρεται στην απόφαση ένταξης χρηματοδότησης του επενδυτικού σχεδίου. Η ημερομηνία λήξης επενδυτικού σχεδίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία (3) έτη από την ημερομηνία έναρξης του επενδυτικού σχεδίου, εκτός εάν έχει επέλθει παράταση του χρόνου λήξης του επενδυτικού σχεδίου σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 3 περ. (γ) του παρόντος νόμου.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Θα πρέπει να προστεθεί ο ουσιαστικός ορισμός της έννοιας της λήξης του επενδυτικού σχεδίου, μεταξύ άλλων και προς αποφυγή υποβολής αιτημάτων ορισμού ορκωτού ελεγκτή – λογιστή επί επενδυτικών σχεδίων μερικώς ολοκληρωμένων/μη ώριμων προς έλεγχο. Περαιτέρω, ως προς την απώτατη διάρκεια του επενδυτικού σχεδίου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και τυχόν παράταση του χρόνου λήξης του κατόπιν τροποποίησης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 32 του Σ/Ν. Στην παρ. 7 η επωνυμία της Εταιρίας αναφέρεται εσφαλμένα ως ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ κλπ αντί του ορθού ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟY κλπ. ΑΡΘΡΟ 24 Eπί της παρ. 2 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική προσαρμογή: «…Το όριο αυτό επεκτείνεται στο εξήντα τοις εκατό (60%) των επιλέξιμων δαπανών του συνολικού κόστους παραγωγής του οπτικοακουστικού έργου σε περίπτωση διασυνοριακής παραγωγής και στο ογδόντα τοις εκατό (10080%) των επιλέξιμων δαπανών του συνολικού κόστους παραγωγής του οπτικοακουστικού έργου σε περίπτωση παραγωγής δύσκολου οπτικοακουστικού έργου…» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: (i) Η προτεινόμενη ρύθμιση χρήζει στοχευμένων αναπροσαρμογών δεδομένου ότι η ένταση του συνόλου των κρατικών ενισχύσεων παγίως υπολογίζεται ως ποσοστό επί του συνολικού κόστους παραγωγής του ενισχυόμενου οπτικοακουστικού έργου και όχι (μόνον) επί των επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου που υλοποιούνται στην Ελληνική επικράτεια. Σε διαφορετική περίπτωση, τα επιτρεπόμενα συνολικά ποσά κρατικών ενισχύσεων ανά επενδυτικό σχέδιο θα μειωθούν δραματικά. Περαιτέρω, στο βαθμό που η προτεινόμενη διατύπωση του άρθρου 24 παρ. 2 εδ. αβ) του Σ/Ν ανάγεται και αποσκοπεί στην ενσωμάτωση της αντίστοιχης διατύπωσης του Γενικού Απαλλακτικού Κανονισμού 651/2014 της ΕΕ («ΓΑΚ»), στο άρθρο 54 παρ. 7 αυτού, επισημαίνεται ότι ο ΓΑΚ, για τις ανάγκες υπολογισμού της μέγιστης έντασης της ενίσχυσης επί διασυνοριακών παραγωγών, εν προκειμένω αναφέρεται στο σύνολο των επιλέξιμων δαπανών που υλοποιούνται σε όλα τα κράτη – μέλη, ήτοι στο συνολικό κόστος παραγωγής του ενισχυόμενου οπτικοακουστικού έργου, και όχι μεμονωμένα στις επιλέξιμες δαπάνες που υλοποιούνται ανά κράτος μέλος. Ως εκ τούτου, η υπό διαβούλευση ρύθμιση του άρθρου 24 παρ. 2 του Σ/Ν θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε το μέγιστο όριο έντασης της ενίσχυσης επί διασυνοριακής παραγωγής (60%) να υπολογίζεται ως ποσοστό του συνολικού κόστους παραγωγής του οπτικοακουστικού έργου, όπως άλλωστε προβλέπεται ρητά υπό το ισχύον πλαίσιο (πρβλ. άρθρο 27 παρ. 4 του ν. 4487/2017). (ii) Αναφορικά με το μέγιστο όριο έντασης της ενίσχυσης σε περίπτωση παραγωγής δύσκολου οπτικοακουστικού έργου, κατά την άποψή μας, εύλογο είναι το όριο να αυξηθεί στο 100% του συνολικού κόστους παραγωγής, αντί να διατηρηθεί στο ισχύον επίπεδο του 80%, γεγονός το οποίο θα συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη του συγκεκριμένης, ιδιαίτερα απαιτητικής και τεχνικά ευαίσθητης κατηγορίας οπτικοακουστικών έργων. Επισημαίνεται ότι το ανωτέρω είναι απόλυτα σύμφωνο με τα οριζόμενα στο άρθρο 54 παρ. 7 του ΓΑΚ, όπου προβλέπεται ότι η μέγιστη ένταση της ενίσχυσης για τα δύσκολα οπτικοακουστικά έργα δύναται να ανέρχεται σε 100% των (συνολικών σε όλα τα κράτη - μέλη) επιλέξιμων δαπανών. ΑΡΘΡΟ 25 Eπί της παρ. 1 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «1. Τα επενδυτικά σχέδια οπτικοακουστικών έργων που εντάσσονται για χρηματοδότηση στα καθεστώτα CRGR-FTV και CRGR-Animate ενισχύονται μέσω της παροχής επενδυτικού κινήτρου, το οποίο συνίσταται στη δωρεάν παροχή εν είδει επιστροφής μέρους της επένδυσης επιχορήγηση από το Ελληνικό Δημόσιο χρηματικού ποσού για την κάλυψη τμήματος των επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου το οποίο υπολογίζεται, μετά από την πιστοποιημένη λήξη του επενδυτικού σχεδίου, ως σταθερό ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί της αξίας των επιλέξιμων δαπανών της παραγωγής, όπως ορίζονται στην παρ. 3 του παρόντος. Το ποσό της ενίσχυσης καταβάλλεται εφάπαξ στον δικαιούχο.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Για λόγους νομικής ακριβολογίας και διασφάλισης της φορολογικής αντιμετώπισης της χορηγούμενης ενίσχυσης, θα πρέπει να διευκρινιστεί ρητά ότι η ενίσχυση συνίσταται στη δωρεάν παροχή χρηματικού ποσού στον δικαιούχο, όπως προβλεπόταν στον ν. 4487/2017. Περαιτέρω, θα πρέπει να περιληφθεί αναφορά στον τρόπο καταβολής της ενίσχυσης, που συνιστά ουσιώδες χαρακτηριστικό της – προς τούτο δεν αρκεί η αντίστοιχη αναφορά στο άρθρο 35 του Σ/Ν. Επίσης, κατά την άποψη μας, όπου το Σ/Ν αναφέρεται σε «επιχορήγηση», ο σχετικός όρος σκόπιμο να αντικατασταθεί από τους όρους «επενδυτικό κίνητρο», «καταβολή» ή/και «ενίσχυση». Ο όρος «επιχορήγηση», πέραν από νομικά αδόκιμος και τυπολογικά ανακριβής, παρίσταται ουσιαστικά άστοχος, καθότι δεν συνάδει με την ιδιαιτερότητα του προκείμενου μηχανισμού ενίσχυσης ως απόλυτα εξιδιασμένου επενδυτικού εργαλείου με πολλαπλά οφέλη για την εθνική οικονομία και συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας, όπως τεκμηριώνεται και από σχετικές μελέτες που είναι σε γνώση του αρμόδιου Υπουργείου. Eπί της παρ. 2 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «…Χαρακτήρας κινήτρου: οι ενισχύσεις έχουν χαρακτήρα κινήτρου, μόνο εφόσον ο δικαιούχος έχει υποβάλει αίτηση ένταξης χρηματοδότησης στο καθεστώς ενίσχυσης πριν από την έναρξη των εργασιών του επενδυτικού σχεδίου, όπως η έννοια αυτή ορίζεται στο αρθρ. 2 σημ. 23 του ΓΑΚ. Σε περίπτωση τροποποίησης του οικονομικού αντικειμένου της απόφασης υπαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 3 περ. ε του παρόντος νόμου, ο χαρακτήρας κινήτρου των ενισχύσεων διατηρείται μόνο εφόσον ο δικαιούχος έχει υποβάλει την αίτηση τροποποίησης πριν την έναρξη των σχετικών εργασιών». Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Εφόσον στο προτεινόμενο Σ/Ν διατηρείται η υφιστάμενη δυνατότητα περιορισμένης αύξησης του συνολικού ύψους των εγκεκριμένων επιλέξιμων δαπανών στο καθεστώς ενίσχυσης CRGR-FTV, με προσθήκη νέας επιλέξιμης δαπάνης, θα απαιτηθεί διευκρινιστική αποσαφήνιση στο άρθρο 24 παρ. 2 εδ. β) ώστε να διασφαλίζεται και νομοθετικά η συμβατότητα της πρόβλεψης της συγκεκριμένης δυνατότητας με τον χαρακτήρα κινήτρου των ενισχύσεων του συγκεκριμένου καθεστώτος. Ειδικότερα, και λαμβάνοντας υπόψη τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 2 του ΓΑΚ 651/2014, θα πρέπει να προβλέπεται ρητά ο Φορέας αιτείται την προσθήκη της νέας ενισχυόμενης δαπάνης πριν την έναρξη των εργασιών που αντιστοιχούν στην υλοποίησή της – και επομένως διατηρείται ο χαρακτήρας κινήτρου της επιπρόσθετης ενίσχυσης που παρέχεται. Eπί της παρ. 3 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: 3. Ως επιλέξιμες δαπάνες όλων των καθεστώτων ενίσχυσης του Προγράμματος, νοούνται οι δαπάνες για την παραγωγή οπτικοακουστικού έργου, οι οποίες πραγματοποιούνται στην ελληνική επικράτεια και δεν ξεπερνούν το ογδόντα τοις εκατό (80%) του συνολικού κόστους όλων των εργασιών παραγωγής του οπτικοακουστικού έργου (επιλέξιμο κόστος παραγωγής).» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η προτεινόμενη διάταξη αποτελεί αυτολεξεί μεταφορά της διάταξης του άρθρου 26 παρ. 1 του ν. 4487/2017. Ωστόσο, η τελευταία διάταξη σε ορισμένες περιπτώσεις είχε αποτελέσει αντικείμενο εσφαλμένης νομικής ερμηνείας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΚΟΜΕ, με αποτέλεσμα, επί υλοποίησης μόνο εργασιών μεταπαραγωγής στην Ελλάδα, για τον προσδιορισμό του συνολικού κόστους παραγωγής να λαμβάνεται υπόψη αποκλειστικώς το κόστος της μεταπαραγωγής του επενδυτικού σχεδίου - πρακτική η οποία σημειωτέον αντίκειτο, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 54 παρ. 9 του ΓΑΚ 651/2014. Ως εκ τούτου, και προς άρση κάθε τυχόν σχετικής αμφιβολίας ως προς την έννοια του συνολικού κόστους της παραγωγής, προτείνεται η συμπερίληψη ρητής διευκρίνισης στην εν λόγω διάταξη ότι για τον υπολογισμό του συνολικού κόστους παραγωγής του επενδυτικού σχεδίου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το κόστος όλων των εργασιών της παραγωγής. ΑΡΘΡΟ 26 Επί της παρ. 2 περ. β’ επισημαίνουμε πως το ελάχιστο όριο επιλέξιμων δαπανών των 60.000 ευρώ αντίστοιχα για την κινηματογραφική ταινία μικρού μήκους, κινηματογραφική ή τηλεοπτική, προκειμένου να ενταχθεί αυτή στο cash rebate, είναι εξαιρετικά υψηλό και αναντίστοιχο με τις συνθήκες παραγωγής των ταινιών μικρού μήκους στην χώρα. Εάν παραμείνει η ρύθμιση ως έχει, θα αποκλειστούν σχεδόν όλες οι ταινίες μικρού μήκους από την ένταξη στο καθεστώς ενίσχυσης. Ως εκ τούτου προτείνουμε ρύθμιση αντίστοιχη με αυτή της περ. δ’ της ίδιας παραγράφου και αναπροσαρμογή του προβλεπόμενου ορίου στις 35.000 ευρώ. Αντίστοιχα και επί της περ. α’, το ελάχιστο όριο επιλέξιμων δαπανών για τις ταινίες μεγάλου μήκους μυθοπλασίας θα μπορούσε να μειωθεί στις 120.000 (διπλάσιο από αυτό του ντοκιμαντέρ) έτσι ώστε να στηριχθούν οι ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού. Επί της παρ. 6, ως έχει, προκύπτουν ερμηνευτικές δυσχέρειες και ως εκ τούτου θα πρέπει να διευκρινιστεί η αληθής έννοια της συγκεκριμένης διάταξης. Σύμφωνα με το άρθρο 54 παρ. 4 του ΓΑΚ 651/2014, εάν ένα κράτος μέλος απαιτεί ένα ελάχιστο επίπεδο δραστηριότητας παραγωγής να πραγματοποιείται στην οικεία επικράτεια για να είναι ένα έργο επιλέξιμο προς ενίσχυση, το επίπεδο αυτό δεν υπερβαίνει το 50% του συνολικού προϋπολογισμού παραγωγής. Επιπλέον, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 54 του ΓΑΚ, το ανώτατο ποσό των δαπανών που υπόκεινται σε υποχρεώσεις εδαφικότητας δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 80% του συνολικού προϋπολογισμού της παραγωγής. Τούτων δοθέντων, για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά τί ακριβώς θα ισχύσει σε περίπτωση που τα όρια των ελάχιστων απαιτούμενων επιλέξιμων δαπανών των παρ. 2 έως 4 του άρθρου 26 του Σ/Ν παραβιάζουν, σε περιπτώσεις εξαιρετικά περιορισμένου συνολικού προϋπολογισμού της παραγωγής, τα κατώφλια του άρθρου 54 παρ. 4 του ΓΑΚ 651/2014. Κατά την άποψή μας, σε μια τέτοια -όχι απίθανη- περίπτωση, θα πρέπει τα ποσά των ελάχιστων απαιτούμενων επιλέξιμων δαπανών να αναπροσαρμόζονται προς τα κάτω χωρίς να απορρίπεται η υπαγωγή του επενδυτικού σχεδίου σε ένα από τα καθέστωτα ενίσχυσης του Σ/Ν. Έπειτα από τις διαβουλεύσεις της ΕΣΠΕΚ με τα αρμόδια σωματεία με αντικείμενο το παρόν σχέδιο νόμου, προσυπογράφουμε τα παρακάτω σχόλια για τα άρθρα 27-41: ΑΡΘΡΟ 27 Επί του άρθρου 27 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική διατύπωση: «4. Δεν θεωρούνται δικαιούχοι της ενίσχυσης του καθεστώτος του παρόντος:… γ) οι επιχειρήσεις που υλοποιούν επενδυτικά σχέδια που πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία και για λογαριασμό του δημόσιου τομέα ή του τηλεοπτικού σταθμού της Βουλής των Ελλήνων, βάσει σύμβασης εκτέλεσης έργου, παραχώρησης ή παροχής υπηρεσιών, με εξαίρεση την ΕΡΤ Α.Ε.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Προς άρση τυχόν αμφιβολιών, προτείνεται η συμπερίληψη ρητής αναφοράς στην εξαίρεση της ΕΡΤ, όπως ακριβώς προβλεπεται στο άρθρο 25 παρ. 5 περ. (γ) του ν. 4487/2017. ΑΡΘΡΟ 28 Επί της παρ. 1 τονίζουμε την ανάγκη να συμπεριλαμβάνονται ρητά στο συνολικό επιλέξιμο κόστος παραγωγής το κόστος δανεισμού και τα τραπεζικά έξοδα σε πλήρη αντίθεση με το υφιστάμενο σχέδιο ρύθμισης. Στο ελληνικό περιβάλλον, στο οποίο ελλείπει οργανωμένη και αποτελεσματική στρατηγική ενίσχυσης του κλάδου από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, είναι εσφαλμένη κα αντιαναπτυξιακή η μη συμπερίληψη των σχετικών δαπανών στις επιλέξιμες δαπάνες. Οι ελληνικές εταιρίες παραγωγής επιβαρύνονται ανελαστικά το σχετικό κόστος, χωρίς μηχανισμούς εξισορρόπησης, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η δραστηριότητά τους, οι δε συχνά παρατηρούμενες καθυστερήσεις κατά την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου συνεπάγονται ακόμα μεγαλύτερες τραπεζικές δαπάνες. Ως εκ τούτου είναι η κατάλληλη ευκαιρία να βελτιωθεί εν μέρει το υφιστάμενο καθεστώς με την αλλαγή της διάταξης στην κατεύθυνση που προτείνουμε Πέραν αυτού προτείνουμε την προσθήκη στην παρ. 1 περ. β’ των δαπανών αγοράς εξοπλισμού και αναλωσίμων που δεν αποτελούν πάγια περιουσιακά στοιχεία. Η προτεινόμενη προσθήκη επιλύει το κρίσιμο για τους Φορείς ζήτημα της επιλεξιμότητας των συγκεκριμένων δαπανών με τρόπο σύμφωνο προς τα προβλεπόμενα στη διάταξη της περίπτωσης (γα) της εν θέματι διάταξης. Συναφώς, επισημαίνεται ότι, στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4487/2017, το ΕΚΟΜΕ παγίως απέρριπτε ως μη επιλέξιμες υλοποιηθείσες δαπάνες των Φορέων για την αγορά εξοπλισμού που χρησιμοποιείται ως σκηνικό για τις ανάγκες της παραγωγής του οπτικοακουστικού έργου και στη συνέχεια είτε αυτός καταστρέφεται/αναλώνεται σύμφωνα με τον προγραμματισμό/σενάριο κατά την εκτέλεση του έργου, είτε παύει μετά το πέρας των γυρισμάτων να έχει την παραμικρή χρησιμότητα για τους Φορείς (λόγω των εξιδιασμένων μετατροπών/προσαρμογών που έγιναν σε αυτόν για τις ανάγκες της παραγωγής). Τούτο μάλιστα, παρότι η αδυναμία μίσθωσης του εξοπλισμού αυτού ήταν προφανής, καθόσον ευλόγως, ουδείς θα εκμίσθωνε εξοπλισμό προκειμένου αυτός να καταστραφεί ή να αχρηστευτεί επί της ουσίας λόγω των εξειδικευμένων παρεμβάσεων του μισθωτή επ’ αυτού, καθιστάμενος έτσι μη διαθέσιμος για περαιτέρω εκμετάλλευση από τον ιδιοκτήτη του. Κατά συνέπεια, κατά την άποψη μας, η νομοθετική κατοχύρωση ως επιλέξιμων των δαπανών για την αγορά εξοπλισμού που προορίζεται να αναλωθεί στο πλαίσιο της υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου παρίσταται απόλυτα εύλογη και δικαιολογημένη, πολλώ δε μάλλον υπό το πρίσμα των σχετικών ορισμών ως προς την έννοια των πάγιων περιουσιακών στοιχείων στον ν. 4308/2014 καθώς και στην ΠΟΛ. 1073/31.03.2015. Επί της παρ. 3 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «3. ….Σε περίπτωση έναρξης των εργασιών του επενδυτικού σχεδίου δαπάνης πριν από την προαναφερόμενη ημερομηνία αίτησης ένταξης χρηματοδότησης, εξαιρουμένων των προπαρασκευαστικών ενεργειών των δαπανών για προπαρασκευαστικές ενέργειες παραγωγής οι οποίες δεν συνιστούν γεγονός έναρξης επενδυτικού σχεδίου σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 23, το σύνολο του επενδυτικού σχεδίου καθίσταται μη επιλέξιμο προς χρηματοδότηση σε όλα τα καθεστώτα ενίσχυσης του παρόντος.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Κατά την άποψή μας, θα πρέπει να εξεταστεί η επαναφορά της αντίστοιχης διατύπωσης του άρθρου 20 παρ. 5 του ν. 4487/2017, που αναφέρεται σε έναρξη εργασιών του επενδυτικού σχεδίου ως γεγονός που καθιστά μη επιλέξιμο το σύνολο του επενδυτικού σχεδίου. Συγκεκριμένα, η έναρξη των εργασιών είναι έννοια ευρύτερη από την πραγματοποίηση μεμονωμένων δαπανών από τους Φορείς σε χρόνο πριν από την έναρξη του επενδυτικού σχεδίου. Στην πράξη, εξ άλλου, απαντά σποραδικά η πραγματοποίηση μη επιλέξιμων δαπανών από τους Φορείς (όχι μόνο επί προπαρασκευαστικών εργασιών), πριν την υποβολή της αίτησης υπαγωγής, δίκην προκαταβολών έναντι μελλοντικής υλοποίησης εργασιών του επενδυτικού σχεδίου – χωρίς τούτο να καθιστά μη αναστρέψιμη την επένδυση. Κατά συνέπεια, το επίμαχο εδάφιο του άρθρου 28 παρ. 3 του Σ/Ν χρήζει τροποποίησης, προκειμένου να αρθεί η περιοριστική και αλυσιτελής προσέγγιση σύμφωνα με την οποία δαπάνη έστω 1 ευρώ πριν την έναρξη των εργασιών οδηγεί αυτομάτως σε απόρριψη του συνόλου του επενδυτικού σχεδίου. Κρίσιμα, η ως άνω θέση υποστηρίζεται πλήρως από τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 2 του ΓΑΚ 651/2014, που ομοίως ως κριτήριο για την κατάφαση του χαρακτήρα κινήτρου των ενισχύσεων προβλέπει τη μη έναρξη εργασιών πριν την υποβολή της αίτησης υπαγωγής και όχι τη μη πραγματοποίηση οιασδήποτε σχετικής δαπάνης από τους Φορείς. ΑΡΘΡΟ 30 Επί της παρ. 1 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική προσαρμογή: «1. Η διαδικασία αξιολόγησης της αίτησης ένταξης χρηματοδότησης επενδυτικού σχεδίου σε όλα τα καθεστώτα ενίσχυσης του παρόντος Προγράμματος ολοκληρώνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή της στο πληροφοριακό σύστημα.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η τάξη στη Διοίκηση, εν είδει απώτατου εύλογου χρόνου, αποκλειστικής προθεσμίας για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης της αίτησης ένταξης χρηματοδότησης επενδυτικού σχεδίου κρίνεται σκόπιμη και λυσιτελής, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις τεράστιες χρονικές καθυστερήσεις που κατά κανόνα έχουν παρατηρηθεί (και δη εσχάτως με προοδευτικά κλιμακούμενο τρόπο) κατά την εφαρμογή του ισχύοντος καθεστώτος, σε αρκετές δε περιπτώσεις επί βλάβη των προστατευόμενων δικαιωμάτων και των εννόμων συμφερόντων των Φορέων. Παρότι οι προθεσμίες για τη Διοίκηση έχουν, καταρχήν, ενδεικτικό χαρακτήρα, η ισχυρή σύσταση – μέσω της προτεινόμενης ρύθμισης – προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του Νέου Φορέα για τήρηση του τεθέντος τριμήνου ως απώτατου εύλογου χρόνου ολοκλήρωσης της διαδικασίας αξιολόγησης, αναμένεται να αποβεί θετική για την αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία του Προγράμματος CRGR. Eπί της παρ. 3 θεωρούμε πως το τελευταίο εδάφιο της διάταξης («και δύναται να αποφασίζει την ένταξη του επενδυτικού σχεδίου …. που αυτά έχουν παραπάνω από μια πηγή χρηματοδότησης») παρουσιάζει σοβαρές ερμηνευτικές δυσχέρειες ως προς τη διακρίβωση της αληθούς έννοιας του και η εφαρμογή του αναμένεται προβληματική. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, πολλώ δε μάλλον καθόσον πρόκειται κατ’ ουσίαν για πρόσθετο, αποφασιστικό κριτήριο ένταξης ή μη του επενδυτικού σχεδίου στα καθεστώτα ενίσχυσης του Σ/Ν από την Επιτροπή Αξιολόγησης, κατά την άποψή μας θα πρέπει να εξεταστεί η αναγκαιότητα απαλοιφής του συγκεκριμένου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 30 του Σ/Ν ή, εναλλακτικά, η αποσαφήνισή του προς άρση τυχόν παρερμηνειών. Επί της παρ. 5 προτείνουμε την ακόλουθη προσθήκη στην διάταξη: «5. Προϋπόθεση για την έκδοση απόφασης ένταξης χρηματοδότησης αποτελεί η ύπαρξη βεβαίωσης από την αρμόδια οικονομική υπηρεσία του εποπτεύοντος Υπουργείου για την ύπαρξη του σχετικού ετήσιου προϋπολογισμού ανά καθεστώς ενίσχυσης του Προγράμματος. Η βεβαίωση αυτή χορηγείται άπαξ στην έναρξη κάθε οικονομικού έτους και αφορά στο σύνολο του ετήσιου προϋπολογισμού ανά καθεστώς ενίσχυσης, λαμβάνοντας υπόψη και τα ισχύοντα στο Γενικό Μέρος και στο άρθρο 54 του ΓΑΚ. Ως προς το καθεστώς ενίσχυσης CRGR-FTV, η υπουργική απόφαση του άρθρου 87 παρ. 2 του παρόντος νόμου θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να διασφαλίζει την ισόρροπη ενίσχυση των δύο πυλώνων στο πλαίσιο της αξιοποίησης του σχετικού ετήσιου προϋπολογισμού.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: (i) Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να διευκρινιστεί τί επακριβώς θα ισχύσει επί υποβληθεισών αιτήσεων ένταξης χρηματοδότησης σε περίπτωση που ο σχετικός ετήσιος προϋπολογισμός δεν επαρκεί για την κάλυψη των συγκεκριμένων προς ένταξη επενδυτικών σχεδίων. Πρόκειται για «γκρίζα ζώνη» του υπό διαβούλευση Σ/Ν που θα πρέπει να ρυθμιστεί καταλλήλως. Συγκεκριμένα, τίθενται τα ακόλουθα ερωτήματα: (α) σε περίπτωση μη επάρκειας του ετήσιου προϋπολογισμού για το δεδομένο καθεστώς ενίσχυσης για το οποίο υποβάλλεται αίτηση ένταξης, θα εκδοθεί απόφαση ένταξης χρηματοδότησης παρά τη μη ύπαρξη σχετικών προβλέψεων στον καταρτιζόμενο ετήσιο προϋπολογισμό ή όχι; (β) Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο υπό (α), θα απορριφθεί η αίτηση ένταξης χρηματοδότησης ή θα διακρατηθεί από την Επιτροπή Αξιολόγησης (η οποία και θα απέχει προσωρινά από τη λήψη απόφασης), προκειμένου η σχετική απόφαση να εκδοθεί μέσα στο επόμενο οικονομικό έτος και σύμφωνα με την αρχή της χρονικής προτεραιότητας; Κατά την άποψή μας, εύλογο και δίκαιο είναι να ισχύσει το δεύτερο, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της χρονικής προτεραιότητας. (ii) Η ΕΣΠΕΚ θεωρεί ύψιστη προτεραιότητα τη νομοθετική διασφάλιση και κατοχύρωση της πραγματικής ενίσχυσης του Ελληνικού Κινηματογράφου -του κατεξοχήν κλάδου της ελληνικής οπτικοακουστικής βιομηχανίας με εξωστρεφή προσανατολισμό και πυλώνα προσέλκυσης διεθνών επενδύσεων στη χώρα- στο πλαίσιο λειτουργίας του καθεστώτος ενίσχυσης CRGR-FTV. Για τον λόγο αυτό, και συμφώνως προς τις επιταγές της αρχής της διαφάνειας ειδικά ως προς το κρίσιμο ζήτημα του επιμερισμού των διατιθέμενων δημόσιων πόρων μεταξύ των 2 πυλώνων του CRGR-FTV, προτείνεται η συμπερίληψη νέου εδαφίου στην παρ. 5 του άρθρου 30 του Σ/Ν περί διασφάλισης της ισόρροπης ενίσχυσης των 2 πυλώνων του καθεστώτος ενίσχυσης CRGR-FTV. Η προτεινόμενη λεκτική διατύπωση δίκην γενικής αρχής είναι νομοτεχνικά ουδέτερη και, συνεπώς, δεν προκαλεί νομικά προβλήματα εξ επόψεως τόσο του δικαίου του ανταγωνισμού όσο και του κείμενου ενωσιακού πλαισίου περί κρατικών ενισχύσεων. ΑΡΘΡΟ 32 Eπί της παρ. 3 περ α’ προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική προσαρμογή: «3. Αίτηση για τροποποίηση όρων ένταξης επενδυτικού σχεδίου δύναται να αφορά αποκλειστικά: (α) Σε εσωτερική αυξομειωτική ανακατανομή των κατηγοριών επιλέξιμων δαπανών που περιλήφθηκαν στο επενδυτικό σχέδιο που εγκρίθηκε με αύξηση ή μείωση αυτών, η οποία εφόσον η αύξηση υπερβαίνει το ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) ανά κατηγορία επιλέξιμης δαπάνης». Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Προτείνεται η απαλοιφή της διακριτής αναφοράς σε περίπτωση μείωσης των δαπανών ανά κατηγορία άνω του 20%, δεδομένου ότι, με την προτεινόμενη διάταξη, ακόμη και αν η αύξηση ανά κατηγορία δεν υπερβαίνει το 20% μετά την εσωτερική ανακατανομή, τυχόν παράλληλη μείωση σε άλλες κατηγορίες άνω του 20% καθιστά αναγκαία την υποβολή αιτήματος τροποποίησης. Ωστόσο, μεμονωμένες μειώσεις των εγκεκριμένων επιλέξιμων ποσών άνω του 20% δύνανται να λάβουν χώρα νομίμως χωρίς την ανάγκη τροποποίησης του επενδυτικού, δεδομένου ότι καταρχήν επιτρέπονται ελεύθερα, με την προϋπόθεση ότι πραγματοποιείται τουλάχιστον το 50% των επιλέξιμων δαπανών, τηρουμένων των κατώτατων ορίων αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 33 παρ. 6 του Σ/Ν. Άλλωστε, οι μειώσεις επιλέξιμων δαπανών ανά κατηγορία ουδόλως επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό του Νέου Φορέα για την παροχή ενισχύσεων – τουναντίον έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της σχετικής δημόσιας δαπάνης υπό μορφή ενίσχυσης και επομένως, στο βαθμό που δεν παραβιάζουν τα κατώφλια των άρθρων 26 και 33 παρ. 6 του Σ/Ν, δεν θέτουν εν αμφιβόλω την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος. Τέλος, σημειώνεται ότι η απαίτηση τροποποίησης των όρων ένταξης του επενδυτικού σε περίπτωση μεμονωμένης μείωσης των δαπανών ανά κατηγορία άνω του 20% (ήτοι χωρίς η παράλληλη αύξηση να υπερβαίνει το συγκεκριμένο ποσοστό) ισοδυναμεί με ανεπίτρεπτη επιβάρυνση των υποχρεώσεων εδαφικότητας του ΓΑΚ 651/2014, που παρέχει στους Φορείς την καταρχήν ελεύθερη δυνατότητα να πραγματοποιούν στο κράτος – μέλος της ενίσχυσης δαπάνες σημαντικά μικρότερου ύψους από τις αρχικώς προϋπολογισμένες. Επί της παρ. 3 περ. γ’ προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «3. Αίτηση για τροποποίηση όρων ένταξης επενδυτικού σχεδίου δύναται να αφορά αποκλειστικά: … (γ) Σε παράταση του χρόνου λήξης του επενδυτικού σχεδίου, όπως αυτός έχει δηλωθεί στην απόφαση ένταξης χρηματοδότησης, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) τρεις (3) μήνες». Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η σύντμηση με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 32 παρ. 3(γ) του Σ/Ν του χρόνου παράτασης της διάρκειας των επενδυτικών σχεδίων από 6 σε 3 μήνες, για λόγους που δεν αφορούν σε συνδρομή γεγονότων ανωτέρας βίας, περιορίζει υπέρμετρα την ευελιξία των Φορέων και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα των μεταβαλλόμενων συνθηκών υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων παραγωγής οπτικοακουστικών έργων (που ουδόλως ομοιάζουν στο σημείο αυτό με τα επενδυτικά σχέδια του ν. 4887/2022 για τα οποία παρέχεται παράταση της διάρκειάς τους κατ’ ανώτατο έως 3 μήνες). Ως εκ τούτου, απαιτείται αντίστοιχη αναδιατύπωση της επίμαχης διάταξης του Σ/Ν σε εναρμόνιση με τα μέχρι σήμερα ισχύοντα (πρβλ. άρθρο 10 παρ. 3 της ΚΥΑ 19292 ΕΞ 2022). Eπί της παρ. 3 περ. ε’ προτείνουμε την ακόλουθη προσαρμογή: «3. Αίτηση για τροποποίηση όρων ένταξης επενδυτικού σχεδίου δύναται να αφορά αποκλειστικά: … (ε) Σε προσθήκη νέας ενισχυόμενης δαπάνης με αύξηση του συνολικού ύψους των εγκεκριμένων επιλέξιμων δαπανών έως το ποσοστό του δέκα τοις εκατό (10%) του ποσού των επιλέξιμων δαπανών, εντός των ορίων του εγκεκριμένου προϋπολογισμού σε περιπτώσεις απρόβλεπτων καταστάσεων». Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η διατήρηση της αναγκαίας για τους Φορείς δυνατότητας προσθήκης νέας ενισχυόμενης δαπάνης (έστω και με χαμηλότερο ποσοστό αύξησης) είναι ευπρόσδεκτη, πλην όμως απαιτείται η διαγραφή της αναφοράς «εντός των ορίων του εγκεκριμένου προϋπολογισμού» δεδομένου ότι: (α) Η εν λόγω αναφορά επαναλαμβάνει τα συναφώς οριζόμενα στο άρθρο 32 παρ. 5 του ν. 4487/2017, που όμως προέβλεπε γενική δυνατότητα προσθήκης νέας ενισχυόμενης δοπάνης χωρίς να περιορίζεται στη συνδρομή απρόβλεπτων καταστάσεων ως αποκλειστική δικαιολογητική βάση υποβολής του σχετικού αιτήματος – όθεν η απαίτηση μη υπέρβασης του συνολικού προϋπολογισμού της παραγωγής σε περίπτωση αύξησης των επιλέξιμων δαπανών παρίστατο απόλυτα εύλογη, (β) Ωστόσο, με τη νέα διάταξη περιορίζεται ουσιωδώς το αντικείμενο της προσθήκης νέας επιλέξιμης δαπάνης, η οποία πλέον εγχωρεί μόνο κατ΄εξαίρεση σε «απρόβλεπτες καταστάσεις», και (γ) Η συνδρομή του «απρόβλεπτου» είναι εν τοις πράγμασι συνυφασμένη όχι μόνο με αύξηση του ύψους των επιλέξιμων δαπανών, αλλά κατά κανόνα και με τουλάχιστον ισόποση αναθεώρηση προς τα πάνω του συνολικού προϋπολογισμού της παραγωγής. Ως εκ τούτου, προκειμένου να αξιοποιηθεί απρόσκοπτα και με αποτελεσματικό τρόπο από τους Φορείς η σχετική δυνατότητα που τους παρέχεται με το Σ/Ν, αλλά και περαιτέρω προς αποφυγή ερμηνευτικών δυσχερειών κατά την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 32 παρ. 3(ε) του Σ/Ν σε περιπτώσεις εγχώριων παραγωγών ή παραγωγών περιορισμένου οικονομικού αντικειμένου (πρβλ. την προβληματική έως σήμερα εφαρμογή από το ΕΚΟΜΕ της ισχύουσας διάταξης του άρθρου 32 παρ. 5 του ν. 4487/2017), προτείνεται η απαλοιφή της επίμαχης αναφοράς «εντός των ορίων του εγκεκριμένου προϋπολογισμού». Επί της παρ. 7 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική προσαρμογή: «7. Η μεταβολή του συνολικού αριθμού ημερών εκτέλεσης γυρισμάτων ή συνολικού αριθμού ημερών λοιπών εργασιών παραγωγής που περιλήφθηκαν στο επενδυτικό σχέδιο που εγκρίθηκε, εφόσον αυτή γίνεται εντός των χρονικών ορίων υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου και δεν επιφέρει ή παραλλάσσει σημαντικά τον τόπο εκτέλεσης των γυρισμάτων όπως περιγράφεται στο επενδυτικό σχέδιο που αποτέλεσε αντικείμενο έγκρισης σε βαθμό ώστε να επηρεάζονται τα πολιτιστικά κριτήρια βάσει των οποίων εγκρίθηκε το επενδυτικό σχέδιο, υποβάλλονται ως μέρος της τελικής Έκθεσης του ορκωτού λογιστή σύμφωνα με τα άρθρα 33 και 34 και δεν απαιτούν έκδοση σχετικής απόφασης τροποποίησης από τη Χορηγούσα Αρχή». Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Κατά την εφαρμογή του ν. 4487/2017 και της εφαρμοστικής αυτού ΚΥΑ, η παραμικρή έστω μεταβολή της τοποθεσίας γυρισμάτων από τους Φορείς παρανόμως αντιμετωπίστηκε από το ΕΚΟΜΕ, σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, εξυπαρχής και άνευ ετέρου ως ουσιώδης τροποποίηση της απόφασης υπαγωγής. Για τον λόγο αυτό, για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να προβλεφθεί συγκεκριμένο αντικειμενικό κριτήριο βάσει του οποίου η παραλλαγή/μεταβολή της τοποθεσίας γυρισμάτων δύναται να λάβει χώρα χωρίς τροποποίηση του επενδυτικού σύμφωνα με το άρθρο 32 του Σ/Ν. Κατά την άποψή μας, η παραλλαγή της τοποθεσίας γυρισμάτων θα πρέπει να θεωρείται μη ουσιώδης εφόσον δεν δύναται να οδηγήσει σε επηρεασμό της βαθμολογίας που έχει λάβει το επενδυτικό αναφορικά με την πλήρωση των πολιτιστικών κριτηρίων (λ.χ. μεταφορά ημερών γυρισμάτων σε έτερη τοποθεσία της Ελληνικής επικράτειας ανάλογης πολιτιστικής σπουδαιότητας). ΑΡΘΡΟ 33 Eπί της παρ. 1 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική προσαρμογή: «1. Η επαλήθευση για την πιστοποίηση της λήξης επενδυτικού σχεδίου στα καθεστώτα ενίσχυσης CRGR-FTV και CRGR-Animate γίνεται με αίτηση της αιτούσας επιχείρησης προς τη Χορηγούσα Αρχή στο πληροφοριακό σύστημα που ορίζεται από την τελευταία σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο εντός έξι (6) μηνών από τη λήξη του επενδυτικού σχεδίου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 23 παρ. 6 του παρόντος νόμου στην απόφαση ένταξης ή βάσει της περ. (γ) της παρ. 3 του άρθρου 32. Αλλαγή της ημερομηνίας λήξης επενδυτικού σχεδίου, η οποία έχει εγκριθεί με την απόφαση ένταξης χρηματοδότησης επιτρέπεται μόνο για παράταση αυτής σύμφωνα με την περ. (γ) της παρ. 3 του άρθρου 32.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η προκείμενη διάταξη χρήζει αναπροσαρμογών δεδομένου ότι, με το άρθρο 23 παρ. 6 του Σ/Ν, ως λήξη του επενδυτικού σχεδίου ορίζεται η ημερομηνία της αίτησης για ορισμό ορκωτού λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας, προκειμένου να ξεκινήσει η διαδικασία πιστοποίησης δαπανών – χωρίς στο άρθρο αυτό να περιλαμβάνεται οποιαδήποτε αναφορά στην ημερομηνία λήξης του επενδυτικού που προβλέπεται στην απόφαση ένταξης. Κατά συνέπεια, προς αποφυγή θέσπισης αντιφατικών ρυθμίσεων, προτείνεται όπως το τιθέμενο 6μηνο για την υποβολή της αίτησης ελέγχου εκκινεί σε κάθε περίπτωση από την ημερομηνία της υποβολής αίτησης ορκωτού ελεγκτή από τον Φορέα, οπότε νομικά θεωρείται ότι επέρχεται η λήξη του επενδυτικού σχεδίου. Eπί της παρ. 7 προτείνουμε την ακόλουθη νομοτεχνική βελτίωση: «Ο ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή η ελεγκτική εταιρεία απαγορεύεται να διενεργούν έλεγχο σε επενδυτικά σχέδια, στα οποία συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο από τον χρόνο υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου και μέχρι την ολοκλήρωση αυτού, η δε αιτούσα επιχείρηση υποχρεούται να δηλώσει τυχόν συμμετοχή ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας με υπεύθυνη δήλωση που συνοδεύει το αίτημά της, κατά την παρ. 4.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η προτεινόμενη προσθήκη αποσαφηνίζει το αληθές νόημα της συγκεκριμένης διάταξης, που αποτελεί αυτούσια μεταφορά του άρθρου 30 παρ. 5 του ν. 4487/2017. Σύμφωνα με τον σκοπό της διάταξης, και σε συνδυασμό με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 120 παρ. 1.β. του Αναπτυξιακού Νόμου 4887/2022, απαγορεύεται στους ορκωτούς ελεγκτές – λογιστές να διενεργούν έλεγχο σε επενδυτικά σχέδια στα οποία έχουν συμμετάσχει καθ’ οιονδήποτε τρόπο κατά τον χρόνο της εκπόνησής τους, συμπεριλαμβανομένου του προπαρασκευαστικού σταδίου της κατάρτισης των επενδυτικών προτάσεων, και μέχρι την ουσιαστική ολοκλήρωση αυτών, ώστε σε κάθε περίπτωση, να διασφαλίζεται ότι ο ελέγχων το επενδυτικό σχέδιο δεν είναι ταυτόχρονα και ελεγχόμενος. Σκοπός του νομοθέτη είναι, δηλαδή, η αποφυγή της σύμπτωσης των ιδιοτήτων ελέγχοντος και ελεγχόμενου στο ίδιο πρόσωπο, απαίτηση που επιβάλλεται από τις αρχές της διαφάνειας, της ανεξαρτησίας και της αντικειμενικότητας και τις επιταγές της κείμενης νομοθεσίας περί ορκωτών ελεγκτών λογιστών (πρβλ. ν. 4449/2017) και δη όσων προβλέπονται στο Διεθνές Πρότυπο Συναφών Υπηρεσιών 4400 που ισχύει σε Αναθέσεις Εκτέλεσης Προσυμφωνημένων Διαδικασιών Συναφών με τη Χρηματοοικονομική Πληροφόρηση (ΦΕΚ B’ 574/06.02.2023). Συνεπώς, η διάταξη αφορά περιοριστικώς σε απαγόρευση παροχής μη ελεγκτικών υπηρεσιών στον Φορέα καθ΄οιονδήποτε τρόπο και, επομένως, ουδόλως απαγορεύει στον ορκωτό ελεγκτή - λογιστή να διενεργεί έλεγχο σε ολοκληρωθέντα επενδυτικά σχέδια τα οποία έχει ήδη ελέγξει στο πλαίσιο έτερης ανάθεσης προσυμφωνημένης διαδικασίας. ΑΡΘΡΟ 35 Επί της παρ. 1 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «1. Για τα καθεστώτα ενίσχυσης CRGR-FTV και CRGR-Animate, το συνολικό ποσό της επιχορήγησης καταβάλλεται εφάπαξ στον δικαιούχο και δεν υπερβαίνει τα οκτώ δέκα εκατομμύρια (108.000.000) ευρώ ανά οπτικοακουστικό έργο…» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Κατά την άποψή μας, το περιορισμένο των δημόσιων πόρων που διατίθενται για την υλοποίηση των δράσεων των καθεστώτων ενίσχυσης του Σ/Ν (ενδεικτικά, για το καθεστώς CRGR-FTV, καταρχήν έως 55 εκ. Ευρώ ετησίως), καθιστά επιβεβλημένη την μείωση του ανώτατου ποσού ενίσχυσης ανά οπτικοακουστικό έργο από 10 σε 8 εκ. Ευρώ, με γνώμονα τη διασφάλιση της βιώσιμης και ισόρροπης ανάπτυξης του Ελληνικής οπτικοακουστικής βιομηχανίας. Το όριο των 10 εκ. Ευρώ απαντά μεν στον αναπτυξιακό ν. 4887/2022, πλην όμως, όπως επισημάνθηκε σε έτερο σχόλιο μας, το παρόν νομοθέτημα ρυθμίζει με διακριτό τρόπο τους κανόνες ενίσχυσης της ανάπτυξης μιας απόλυτα εξιδιασμένης δραστηριότητας, χωρίς να αποτελεί παρακολουθηματικό προσάρτημα του ν. 4887/2022. Κατόπιν αυτών, προς εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, που εν προκειμένω μεταξύ άλλων συνίσταται στην ενίσχυση όσο το δυνατόν περισσότερων οπτικοακουστικών έργων στην Ελληνική επικράτεια, θα πρέπει να εξεταστεί η μείωση του απώτατου ποσού της ενίσχυσης από 10 σε 8 εκ. Ευρώ. ΑΡΘΡΟ 36 Eπί των παρ. 1 και 2 προτείνουμε τις ακόλουθες νομοτεχνικές προσαρμογές: «1. Οι αποφάσεις πιστοποίησης της λήξης επενδυτικού σχεδίου υπόκεινται σε δειγματοληπτικό έλεγχο ποσοστού τριάντα τοις εκατό (30%), τουλάχιστον, ετησίως, επί του συνόλου των επενδυτικών σχεδίων για κάθε καθεστώς ενίσχυσης. Με απόφαση της Χορηγούσας Αρχής, που ορίζεται εντός του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους και αναρτάται στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ», καθορίζεται, τουλάχιστον το 30% των ετήσιων πιστοποιηθέντων επενδυτικών σχεδίων προς δειγματοληπτικό έλεγχο και δίνεται η εντολή διενέργειας του δειγματοληπτικού ελέγχου. 2. Ο δειγματοληπτικός έλεγχος διενεργείται και ολοκληρώνεται εντός δύο (2) μηνών από τακτικές τριμελείς Επιτροπές Δειγματοληπτικού Ελέγχου, ανά καθεστώς ενίσχυσης, ή από έκτακτες τριμελείς Επιτροπές Δειγματοληπτικού Ελέγχου σε περιπτώσεις επενδυτικών έργων με ιδιαίτερη σημασία ή πολυπλοκότητα, οι οποίες συστήνονται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου της Χορηγούσας Αρχής. Για τη διευκόλυνση και επιτάχυνση του έργου των Επιτροπών Δειγματοληπτικού Ελέγχου μπορεί να ορίζονται από το αρμόδιο όργανο της Χορηγούσας Αρχής εξωτερικοί συνεργάτες ως εισηγητές, οι οποίοι υποβάλλουν μη δεσμευτικές εισηγήσεις.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Για λόγους διαφάνειας επιβάλλεται η ανάρτηση στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ των αποφάσεων του ΔΣ του Νέου Φορέα με τη λίστα των πιστοποιηθέντων επενδυτικών σχεδίων προς δειγματοληπτικό έλεγχο. Περαιτέρω, προς διασφάλιση των Φορέων και της ανάγκης υλοποίησης της διαδικασίας σε εύλογο χρονικό διάστημα, προτείνεται όπως η διαδικασία δειγματοληπτικού ελέγχου περατώνεται μετά από σύντομο χρονικό διάστημα 2 μηνών. Τέλος, και συμφώνως προς την αρχή της νομιμότητας, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι, τυχόν εισηγήσεις εξωτερικών συνεργατών του αρμόδιου οργάνου του Νέου Φορέα έχουν μη δεσμευτικό χαρακτήρα, όπως ρητώς προβλέπεται μέχρι σήμερα (πρβλ. άρθρο 14 παρ. 1 ΚΥΑ 19292 ΕΞ 2022). ΑΡΘΡΟ 41 Eπί της παρ. 2 προτείνουμε την ακόλουθη τροποποίηση: «2. Μετά τη λήξη του επενδυτικού σχεδίου, παραδίδεται υποχρεωτικά στη Χορηγούσα Αρχή από την αιτούσα επιχείρηση με δική της δαπάνη, αρχείο του του οπτικοακουστικού έργου ακριβές αντίγραφο (ψηφιακό ή σε οποιαδήποτε μορφή που επιτρέπει την πρόσβαση σε αυτό κατά τη διαδικασία ελέγχου). Η εν λόγω παράδοση γίνεται το αργότερο έξι (6) μήνες μετά την πρώτη δημόσια εμπορική προβολή του.» Παρατηρήσεις - Αιτιολόγηση: Η θέσπιση υποχρέωσης προσκόμισης ακριβούς αντιγράφου του οπτικοακουστικού έργου, αντί σχετικού ενδεικτικού αρχείου (λ.χ. clips) και μόνο - πρβλ. άρθρο 34 παρ. 3 του ν. 4487/2017 αποβαίνει δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και προβληματική εξ επόψεως δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας (πρβλ. προσβολή περιουσιακών δικαιωμάτων αρχικών δικαιούχων και καθολικών/ειδικών διαδόχων αυτών). Άλλωστε, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων (λ.χ. ιδίως επί διασυνοριακών παραγωγών) η διάθεση ακριβούς αντιγράφου καθίσταται αδύνατη λόγω αντικειμενικών δυσχερειών που εκφεύγουν της σφαίρας ευθύνης των Φορέων (λ.χ. αιτιολογημένη άρνηση αλλοδαπών συντελεστών να προβούν στη χορήγηση ακριβούς αντιγράφου). Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη τα εύλογα ερωτηματικά που θα προκαλέσει η σκοπιμότητα της θέσπισης τέτοιας – καινοφανούς σε διεθνές επίπεδο – υποχρέωσης, η οποία παραγνωρίζει τον τρόπο λειτουργίας της διεθνούς οπτικοακουστικής βιομηχανίας. Προτείνουμε επιπροσθέτως την πλήρη απαλοιφή της παρ. 6 καθόσον, μεταξύ πολλών άλλων, αντιβαίνει στη νομική πραγματικότητα του σύνθετου πλέγματος των σχέσεων μεταξύ των Φορέων και των λοιπών συντελεστών των υλοποιούμενων οπτικοακουστικών έργων, και των συναφών δικαιωμάτων των τελευταίων – τα οποία τίθενται εκποδών με τη συγκεκριμένη διάταξη.