• Σχόλιο του χρήστη 'PRAKSIS' | 24 Απριλίου 2020, 14:59

    Με την ευκαιρία της παρούσας νομοθετικής πρωτοβουλίας θα πρέπει να καταργηθεί η απαίτηση της παρ. 1 του άρθρου 71 περί επίκαιρης εξουσιοδότησης με γνήσιο της υπογραφής. Ήδη η εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα, αφού κατά το χρόνο προετοιμασίας και άσκησης της προσφυγής ο αιτών στερείται δελτίου αιτούντος άσυλο και δεν μπορεί να επικυρωθεί το γνήσιο της υπογραφής του. Παραβιάζεται συνεπώς έμμεσα πλην σαφώς, το άρθρο 23 παρ. 1 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ για πρόσβαση του δικηγόρου αιτούντα στο φάκελό του. Σε περίπτωση μη κατάργησης να οριστεί ρητά ότι είναι δυνατή η επικύρωση του γνησίου της υπογραφής από τις αρμόδιες (ή τουλάχιστον από τις αστυνομικές) αρχές 1) σε όποιον στερείται δελτίου και έχει υποβάλει δήλωση απώλειας ή κλοπής αυτού στην ΕΛ.ΑΣ. καθώς και 2) κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για άσκηση προσφυγής κατά απόφασης α βαθμού Αναφορικά με την προθεσμία υποβολής της αίτησης, να σημειωθεί ότι στις διατάξεις της σχετικής ΚΥΑ 3686/2020, προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής σχετικής αίτησης από τους ενδιαφερόμενους αιτούντες διεθνή προστασία, το αργότερο δέκα (10) ημέρες πριν από την ημερομηνία εξέτασης της προσφυγής τους στην περίπτωση του άρθ. 95 παρ. 2 (α) του ν. 4636/2019, πέντε (5) ημέρες πριν από την ημερομηνία εξέτασης της προσφυγής τους στην περίπτωση του άρθ. 95 παρ. 2 (β), και τρεις (3) ημέρες πριν την ημερομηνία εξέτασης της προσφυγής τους στην περίπτωση του άρθ. 95 παρ. 2 (γ) ν. 4636/2019. Θεωρούμε ότι η προθεσμία των δύο ημερών είναι η διορία 2 ημερών είναι πολύ σύντομη για την προετοιμασία και υποβολή των σχετικών αιτήσεων νομικής συνδρομής. Για το ορθό της διατύπωσης ως προς το υπόμνημα επί της προσφυγής, προτείνεται η αντιστοιχία με τη διατύπωση του άρθρου 99 του ν. 4636/2019 «υπόμνημα επί της προσφυγής με το οποίο μπορεί να προβάλει και οψιφανείς και οψιγενείς ισχυρισμούς» Ως προς την πιθανολόγηση της ευδοκίμησης της προσφυγής, ως προϋπόθεσης για την αποδοχή της αίτησης, η πρόβλεψη αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα εδάφια α’ και γ’ της παρ. 3 του άρθρου 20 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ που ορίζει «3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι δεν χορηγείται δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση εάν ένα δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή θεωρεί ότι το ένδικο μέσο του αιτούντος δεν έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. ……. Κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μην περιορίζεται αυθαιρέτως η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση και να μην εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτούντος στη δικαιοσύνη.», ενώ ταυτόχρονα παραβιάζεται το εδάφιο β΄της ανωτέρω διάταξης της Οδηγίας που ορίζει ότι «Όταν λαμβάνεται απόφαση για τη μη παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο από αρχή η οποία δεν είναι δικαστήριο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο αιτών έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον δικαστηρίου.» Προτείνεται η απαλοιφή, άλλως να ακολουθηθεί η διατύπωση του άρθρου 276 ΚΔΔ και να οριστεί ότι «προϋπόθεση για την αποδοχή της αίτησης είναι να μην κρίνεται προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη η προσφυγή», ώστε να επιτυγχάνεται και αρμονία με την αντίστοιχη προϋπόθεση για τη χορήγηση δωρεάν νομικής βοήθειας σε περίπτωση προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.