• Σχόλιο του χρήστη 'Γιώργος Ριζεάκος' | 12 Σεπτεμβρίου 2010, 20:29

    Να ξεκινήσουμε από δύο παραδοχές: 1)Το μαχαίρι είναι απόλυτο εργαλείο, αλλά και συνάμα σούπερ φονικό όπλο. 2)Το ανταλλακτήριο είναι απόλυτο εργαλείο του παίκτη σε ένα παιχνίδι όπως το Προκαθορισμένο Αθλητικό Στοίχημα. Όπως το μαχαίρι είναι απαραίτητο στην καθημερινότητά μας, έτσι και η λειτουργία ανταλλακτηρίου είναι κάτι παραπάνω από επιτακτική για μια ελληνική αγορά αθλητικών στοιχημάτων που φιλοδοξεί, όχι μόνο να είναι δίκαιη με τα… χόμπι των πολιτών της, αλλά να στοχεύει και σε ανάπτυξη. Προφανώς δε, σε αντίθεση με το μαχαίρι, το ανταλλακτήριο δεν είναι φονικό όπλο. Ξεκινάμε λοιπόν από το συγκεκριμένο άρθρο, με στόχο να συγκεντρώσουμε τα θέματα της αγοράς, προσεγγίζοντας το θέμα από την πλευρά της «νοικοκυρεμένης αγοράς» που όλοι επιθυμούμε, η οποία όμως θα βαδίζει σε τροχιά ανάπτυξης. ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ: «Τα ανταλλακτήρια στοιχημάτων είναι συστήματα συναλλαγών που επιτρέπουν την ανταλλαγή στοιχημάτων μεταξύ παικτών αλλά και παρόχων.» ΞΕΡΟΥΜΕ Ο,ΤΙ: Κορυφαίο μακράν είναι το ανταλλακτήριο της Betfair, αλλά και ό,τι η ΟΠΑΠ Α.Ε. από το πρόσφατο παρελθόν ήρθε κοντά με την ιδέα του ανταλλακτηρίου. Το Fasbet, ήταν τουλάχιστον διαθέσιμο σε επίπεδο επιχειρησιακού πλάνου και επιχειρηματικών συμφωνιών της προηγούμενης διοίκησης της ΟΠΑΠ Α.Ε.. Η απάντηση στο ρητορικό ερώτημα «αν θα μπορούσε να λειτουργήσει, ανταλλακτήριο η ΟΠΑΠ Α.Ε.» είναι «ναι». Γιατί, απλά, η «ενέργεια» που απαιτείται για την ολοταχώς λειτουργία του όποιου ανταλλακτηρίου είναι η ροή χρήματος. Και ο τζίρος του επίγειου παιχνιδιού «Πάμε Στοίχημα» είναι μια δεξαμενή χρήματος. Ένα ποσό της τάξης (περίπου) των 40 εκατομμυρίων την εβδομάδα – που είναι ο τζίρος του «Πάμε Στοίχημα» είναι τεράστιο για τα δεδομένα των ιδιωτικών εταιριών. Τζίρος, που «χωράει» αμέτρητους παίκτες και πολλούς παρόχους να ανταλλάσσουν στοιχήματα. Ιδανικό για αγορά και παίκτες, να λειτουργεί κανονικά και η Betfair και ένα ανταλλακτήριο της ΟΠΑΠ Α.Ε. Και τρίτο άμα υπήρχε, ακόμα καλύτερα. ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ: «Λόγω του γεγονότος ότι στο ανταλλακτήριο οι παίκτες δεν προσχωρούν σε προκαθορισμένο στοίχημα που έχει θέσει ο πάροχος αλλά ουσιαστικά διαμορφώνουν οι ίδιοι το στοίχημα αυτό, τα ανταλλακτήρια είναι πολύ σημαντικό να υπακούουν σε πολύ αυστηρούς κανόνες λειτουργίας, επιπλέον αυτών που ισχύουν για τους παρόχους.» ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ: Οι όποιοι κανόνες λειτουργίας θα πρέπει να είναι ίδιοι. Ανταλλακτήριο ΟΠΑΠ ή Betfair ή και τρίτη εταιρία, να λειτουργούν σε μια με αδειοδοτημένες πολλές κλασικές εταιρίες στοιχημάτων. Ονειρικό μοντέλο για τον παίκτη… Βέβαια και μόνο ότι υπάρχει ξεχωριστή ενότητα «ανταλλακτήρια» από το διαδικτυακό στοίχημα (σε πληθυντικό αριθμό) προσθέτει ορίζοντες στη σκέψη μας. ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ: «Τέλος, λόγω της φύσης του στοιχηματισμού που επιτρέπουν, θα πρέπει συνεχώς να ελέγχεται ο τρόπος παιχνιδιού των παικτών υπό κρατική εποπτεία ώστε να αποκλείονται απάτες και “στήσιμο” στοιχημάτων και παιχνιδιών.» ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ: Προφανώς, στον συντάκτη του κειμένου θα πρέπει να του παραδοθεί άμεσα ένα «ροζ συγνεφάκι» για τις ανάγκες των… μετακινήσεών του!! ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ: Η όποια κρατική εποπτεία δεν μπορεί να αποκλείσει (σε επίπεδο πρόληψης) κανένα από αυτά που αναφέρονται. Σε καμία μορφή στοιχημάτων, επίγεια, διαδικτυακή, ή ανταλλακτική. Η όποια κρατική εποπτεία μπορεί να λειτουργήσει στις «απάτες και “στήσιμο” στοιχημάτων και παιχνιδιών» όπως το αντιντόπινγκ στο ντοπάρισμα. Πάντα θα έπεται, ερμηνεύοντας τα ύποπτα πονταρίσματα. Απλά, η… κρατική εποπτεία μπορεί να συλλέγει στοιχεία παιχνιδιού και να διαβαθμίζει τον έλεγχο μέχρι να φτάνει σε κάποιους για τους οποίους θα στοιχειοθετούνται υπόνοιες για ξέπλυμα χρήματος ή συνεχή πονταρίσματα σε ύποπτους αγώνες. Η τελική μετατροπή κατηγοριών σε φάκελο παραπομπής θα αντιμετωπίζει – στην πράξη – προβλήματα τύπου UEFA (κρατά ανοιχτό φάκελο παιχνιδιού Ελληνικής ομάδας με ανατολικοευρωπαία έως το 2025 για «συγκέντρωση στοιχείων» σε ένα ματς που η κερκίδα φώναζε εν χορώ: «Εεεε εεεε, οοο – οοο –ο, διπλό στο ημίχρονο και άσο τελικοοο»), αλλά και νομικά επιχειρήματα. Οσο για την «απάτη», σαφώς και θέλει συνεχή τεχνολογική εξέλιξη η δημιουργία δικλείδων ασφαλείας, αλλά, τουλάχιστον οι ιδιωτικές εταιρίες του διαδικτύου (κλασικές και ανταλλακτήρια), χρόνια τώρα, επενδύουν σε αυτό τον τομέα αλλά και πειθαρχούν στα θεσμικά όργανα. Κρατικά, Ευρωπαϊκά, ή και Παγκόσμια. Η Betfair, για παράδειγμα, έχει συμφωνία παροχής πληροφοριών στην UEFA και έχει ειδικό τμήμα που παρακολουθεί λογαριασμούς για ξέπλυμα χρήματος. Είναι σαφώς δυσκολότερο να βρεις Αγγλική εταιρία που να λειτουργεί χωρίς σαφείς και αυστηρούς κανόνες, παρά Ελληνική. Και η Intralot έχει υπογράψει ανάλογη συμφωνία με την UEFA. Ασχετα αν ως εταιρία περιλαμβάνεται στον όρο «ελληνική», ανέκαθεν το μέγεθος και οι δραστηριότητές της την κατέτασσαν ψηλά στην Παγκόσμια κλίμακα. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: Σε περιβάλλον ανταλλακτηρίου διεξάγεται δίκαιο και διασκεδαστικό live betting για τον παίκτη. Στοιχηματικό περιβάλλον σχεδόν μηδενικής γκανιότας (100,2 έως 101), οπότε κάθε αλλαγή αποδόσεων στην εξέλιξη του αγώνα δεν «ροκανίζει» τα χρήματα του παίκτη σε κάθε ποντάρισμα από την παρουσία γκανιότας (margin) 106 έως 112. Αν έχει κέρδη, ο παίκτης, πληρώνει 5% από αυτά, όσα και πονταρίσματα αν έκανε στη διάρκεια του αγώνα. Φυσικά, όλα αυτά αναιρούνται αυτόματα, αν η φορολόγηση γίνει στον τζίρο του παιχνιδιού. Μια απόφαση που θα ήταν καταστροφική για ένα παιχνίδι όπως είναι το Προκαθορισμένο Αθλητικό Στοίχημα. Φανταστείτε τον παίκτη που κάνει κατάθεση, π.χ., 1.000 και μέχρι να τα χάσει, ή μέχρι να τα διπλασιάσει (π.χ. αν κερδίσει), σε βάθος ενός μηνός θα έχει κάνει τζίρο 30.000 ευρώ στην εταιρία που έχει γραφτεί από συνεχόμενα πονταρίσματα. Αλλα χαμένα, άλλα κερδισμένα και άλλα ΙΣΟΠΑΛΑ. Γιατί, κυρίως στο ευρέως διαδεδομένο ασιάτικο στοίχημα, υπάρχει και η ισοπαλία μεταξύ μπουκ και παίκτη. Στον παίκτη που θα χάσει 1.000 ευρώ, αλλά, μέχρι τότε θα πρέπει να έχει πληρώσει το 5, 7, 7,5, 8,5, 9,5, ή και 10% του φόρου που μπορεί να ορίσει η Κυβέρνηση για ποσό 30.000 ευρώ (και το 5% μας κάνει 1.500 ευρώ), ποιος θα τον πληρώσει?? Ή μήπως οι εταιρίες θα πρέπει να φράζουν και λογαριασμούς χαμένων παικτών (όπως, βεβαίως και κάνουν σε παίκτες που κερδίζουν συστηματικά) με το σκεπτικό: Αγαπητέ κύριε κάνατε πολύ μεγάλο τζίρο στην εταιρία μας μέχρι που να χάσετε τα χρήματά σας, οπότε, είσαστε φορολογικά ασύμφορος για την εταιρία μας και λυπούμαστε πολύ, αλλά, είμαστε υποχρεωμένοι να σας κλείσουμε τον λογαριασμό σας!! ΔΕΔΟΜΕΝΟ_1: Όπως (δια νόμου) κόβονται στον Ελληνα πολίτη, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, μισθοί – συντάξεις, (αλλά και… βίτσια όπως είναι το τσιγάρο) καταλαβαίνουμε ότι με τις ευλογίες Κοινότητας και Αμερικής (που χαίρονται για τον… καλό δρόμο που μπήκε η Ελλάδα υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ), η κυβέρνηση μπορεί «να κάνει ό,τι θέλει τους Ελληνες πολίτες, αρκεί να έχει πλάνο ότι θα παρουσιάσει έσοδα». ΔΕΔΟΜΕΝΟ_2: Η Κυβέρνηση προσπαθεί να φτιάξει ένα νόμο που πρωτίστως θα φέρει έσοδα, ενώ παράλληλα θα προστατεύει ως κόρη οφθαλμού (ορατό δια… γυμνού) την ΟΠΑΠ Α.Ε., χρησιμοποιώντας όλους τους «μανδύες» που έχει προτάξει ως επιχειρήματα σε Κοινοτικές πιέσεις, όπως οι αιτιολογημένες γνώμες. Ημερομηνία λήψη της πρώτης 13.7.2007 και της δεύτερης 28.2.2008. Αποστολέας η Κομισιόν. Σαφέστατη διαδικασία παραπομπής που είναι βέβαιο ότι θα παίξει σημαντικό ρόλο όταν το όποιο «νομοσχέδιο για τη ρύθμιση της αγοράς τεχνικών-τυχερών παιχνιδιών» φτάσει να διεκδικήσει την ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ κοινοτική σφραγίδα. ΔΕΔΟΜΕΝΟ_3: Γυρίζοντας στο «ΔΕΔΟΜΕΝΟ_1», η Κυβέρνηση θέλει έσοδα, άρα ο τελικός καταναλωτής θα επιβαρυνθεί. Αυτή είναι η πραγματικότητα. ΟΠΟΙΑ και αν είναι η μορφή κρατικής ρύθμισης των τυχερών παιχνιδιών, με την αυτονόητη φορολόγηση. Φορολόγηση, το «μαγικό ραβδάκι» που βαφτίζει το παράνομο, νόμιμο. Νόμιμο και δίκαιο είναι δύο έννοιες που από την αυτονόητη ταύτιση που είχαν στο μυαλό του πολίτη, ολοένα και περισσότερο τείνουν προς μια παράλληλη πορεία… Υπάρχει λύση για λειτουργία ανταγωνιστικής αγοράς που να: 1)Φέρνει άμεσα και σημαντικά έσοδα στο κράτος 2)Εξασφαλίζει ισχυρά έσοδα για τον ΟΠΑΠ 3)Δεν αντικρούει σε κοινοτικές ενστάσεις 4)Τονώνει σημαντικά το εισόδημα των πρακτόρων, χωρίς να τους υποχρεώνει να «κολυμπούν αντίθετα στο ρεύμα του ποταμού», (όπως μοιάζει μια μάχη κατά του διαδικτυακού παιχνιδιού) για να προστατεύσουν το εισόδημά τους. 5)Δημιουργεί μια αγορά που μπορεί να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός, προσφέροντας ικανοποιητικό προϊόν στον παίκτη – καταναλωτή. Μια απλή αντιστροφή στην αρίθμηση που είδαμε στην απάντηση του Αρθρου 11. Το «1» είναι η απόλυτη προτεραιότητα της Κυβέρνησης. Τα έσοδα! Τα «2» και «3», τα παράπλευρα ζητούμενά της. Με αυτή τη σειρά. Τα «4» και «5» δεν φαίνεται να απασχολούν και πολύ. Κυρίως στο «5», το θέμα τελικού προσφερόμενου προϊόντος, αλλά και τη δίκαιη αντιμετώπιση του πολίτη που ανήκει στο 42% αυτών που αρέσκονται να παίζουν τυχερά παιχνίδια, τους αφήνει παγερά αδιάφορους. Για ποιόν σεβασμό στον πολίτη – καταναλωτή δείχνουν όταν κάνουν λόγο για 70% pay out (επιστροφή κερδών) στα «φρουτάκια» τη στιγμή που θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον 80%? Κανείς δεν μπορεί, έστω να διακρίνει, κάποιο σεβασμό του πολίτη – παίκτη ως καταναλωτή. Κακά τα ψέματα… Πιστοποίηση αυτού και το σκεπτικό στο Αρθρο 13 που αφορά τον ΟΔΙΕ και αναφέρει ξεκάθαρα «Μείωση του ποσοστού αναδιανεμόμενου κέρδους 80% στα επίπεδα του ανταγωνισμού». Και ανερυθρίαστα μάλιστα… Βέβαια, υπάρχει και η… θέση που έχει εκφραστεί στο παρελθόν από τη διοίκηση Κωστάκου-Νειάδα της ΟΠΑΠ Α.Ε. «δεν δίνουμε καλύτερες τιμές στο Πάμε Στοίχημα για να μην ωθούμε τον πελάτη μας να παίζει και έτσι τον προστατεύουμε από τον εθισμό». Ασχολίαστο. Η κοινή λογική, για μια σύγχρονη και τεχνοκρατική κυβέρνηση που έχει ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ ΚΟΨΙΜΟ από υψηλά έσοδα για πολλά χρόνια ακόμα, θα έπρεπε να ξεκινά από το «Νο 5». Μόνο από αυτή την πλευρά προσέγγισης μιας νομοθεσίας τυχερών παιχνιδιών θα αποφεύγονταν θεσμικά σφάλματα που θα οδηγήσουν (και πάλι) σε λάθος τελικούς λογαριασμούς. ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΚΑΖΙΝΟ: «Σύμφωνα με το ευρύ ιστορικό χρονικό νομικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σχετικά με τις υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών, η προστασία των καταναλωτών αναγνωρίζεται ως αντικείμενο κοινού ενδιαφέροντος μιας περιοριστικής πολιτικής στα θέματα των τυχερών παιχνιδιών, που μπορεί να δικαιολογήσει το περιορισμό της ελεύθερης δραστηριότητας εάν ταυτόχρονα δεν εισάγει διακρίσεις και είναι αναλογική.» Αν έχεις κύριο στόχο το «1» μόνο αν διασφαλίσεις το «5» μπορείς να έχεις μακροχρόνια αναπτυσσόμενα έσοδα και να περάσεις σίγουρα τις «συμπληγάδες» του «Νο 3». Συμπληγάδες που αν η Κυβέρνηση ενημερωθεί για τις πρόσφατες αποφάσεις κυρίως για Γερμανία (8 Σεπτεμβρίου) αλλά και την Αυστρία (9 Σεπτεμβρίου) θα αρχίσει σοβαρά να ανησυχεί για τον υπάρχοντα σχεδιασμό, καταλαβαίνοντας τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει η προσπάθεια νομοπαρασκευής της Κυβέρνησης, από την ερμαφρόδιτη φύση ΟΠΑΠ Α.Ε. στον τρόπο λειτουργίας της τον αιώνα που διανύουμε. Συνοψίζοντας προσωπικές απόψεις με στόχο την ουσία: Η φορολόγηση επί του τζίρου, τουλάχιστον στα Προκαθορισμένα Αθλητικά Στοιχήματα, θα καταστρέψει δύο προϊόντα. Το «Πάμε Στοίχημα» της ΟΠΑΠ Α.Ε. και το Διαδικτυακό Στοίχημα. Δύο παιχνίδια που ο αθέμιτος ανταγωνισμός που επέλεξαν οι Κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας να αφήνουν να εξελίσσεται οδήγησε σε μια άναρχα δομημένη, αλλά και συνάμα γιγαντωμένη αγορά. Η φορολόγηση του τζόγου, αν προσδοκάς σημαντικά και αυξανόμενα έσοδα ως κράτος, πρέπει να γίνει κλιμακωτά. Ζητώντας συγνώμη εκ των προτέρων, η απλοϊκότητα ενός μοντέλο που θα δομηθεί με συγκεκριμένη σειρά και με σταθερά (όχι αργά) βήματα, απέχει λιγότερο από την πραγματικότητα που οδηγούν οι «μπερδεμένες» κυβερνητικές σκέψεις που τέθηκαν σε διαβούλευση... Ενα νομικό πλαίσιο που αφορά την εξαγωγή χρημάτων από τη χώρα θα μπορούσε να λύσει πολλά προβλήματα και θα έφερνε άμεσα «ζεστό» χρήμα στα ταμεία. Ενώ μια φορολόγηση επί του τζίρου θα κατέστρεφε την ανταγωνιστικότητα των Αθλητικών Στοιχημάτων και οι παράνομοι μπούκηδες της γειτονιάς θα έτριβαν τα χέρια τους, μια φορολόγηση της μεταφοράς χρημάτων (έχει διεθνώς συγκεκριμένο κωδικό τραπεζικής μεταφοράς ο τζόγος, αναγνωρίσιμος απ όλα τα είδη μεταφοράς χρημάτων) της τάξης του 7 έως και 8,5%, επί της κατάθεσης θα ήταν μοντέλο που θα μπορούσε να λειτουργήσει. Και εισπρακτικά και αναπτυξιακά. Οι εταιρίες του διαδικτύου που θα έπαιρναν άδεια στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού, θα απορροφούσαν (κίνητρα κατάθεσης σε συγκεκριμένες μέρες, μπόνους εγγραφής) ένα μεγάλο μέρος της φορολογίας στην κατάθεση, με αποτέλεσμα να προσφέρουν ένα ανταγωνιστικό προϊόν στον παίκτη – καταναλωτή. Το κόστος αδειοδότησης των εταιριών του διαδικτύου είναι ένα πραγματικά πολύ μικρό έσοδο για το κράτος, σε σχέση με το σύνολο των εσόδων που μπορεί να έχει από μια σωστά ρυθμισμένη ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών. Σημαντικότατα έσοδα θα προκύπτουν και από τη φορολόγηση των διαδικτυακών εταιριών, από το παιχνίδι των Ελλήνων πολιτών (με ίδια μέτρα και σταθμά, αυτά που ισχύουν γενικά για τις Ελληνικές εταιρίες), ενώ πρέπει να υποχρεώνονται οι εταιρίες και στη δημιουργία συγκεκριμένου αριθμού θέσεων εργασίας, να συμμετέχουν οικονομικά σε προγράμματα κοινωνικών παροχών κ.λπ. Όλα αυτά που θα πρέπει να ορίζει στις προϋποθέσεις αδειοδότησης που θα θεσπίσει η ΕΕΠ. Οσο για την ΟΠΑΠ Α.Ε., στο διαδικτυακό παιχνίδι θα πρέπει να ανταγωνιστεί τις Ευρωπαϊκές εταιρίες με τους ίδιους όρους, (ίδια παρακράτηση υπέρ του Δημοσίου σε κάθε διαδικτυακή συναλλαγή τζόγου του Ελληνα πολίτη). Ετσι και στο επίγειο παιχνίδι των πρακτορείων δημιουργηθούν περιθώρια βελτίωσης προς όφελος όλων και κυρίως των παικτών – καταναλωτών. Σε ένα (περίπου) τέτοιο μοντέλο θα μπορούσε να επιτευχθεί στόχος βελτίωσης στο επίγειο παιχνίδι. Φέρνοντας αποδόσεις ως παράδειγμα, στο παιχνίδι του δικτύου των πρακτορείων να προσφέρονται μοιρασμένες τιμές της τάξης του 1,80-1,80 (αντί 1,72 – 1,72 που είναι σήμερα και έχει φτάσει μέχρι το 1,75 – 1,75 στις καλές εποχές του «Πάμε Στοίχημα»), στις κλασικές εταιρίες του διαδικτύου (αλλά και στη σελίδα του ΟΠΑΠ) να βρίσκει 1,85-1,85 (αλλά τα 100 ευρώ κατάθεσης να γίνονται 90, μαζί με την προμήθεια τράπεζας), οπότε να βρεθεί μια – κάποια – χρυσή τομή λειτουργίας της αγοράς χωρίς να πλήττεται το τελικό προϊόν και ο δημιουργικός ανταγωνισμός. Κάπου εκεί γύρω, σε αυτή την πλευρά, υπάρχει μια συνολική λύση του θέματος «ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών» και σίγουρα μπορούμε να φτάσουμε εκεί, αρκεί να πάμε με τον ρυθμό «ένα και προσεκτικό βήμα την κάθε φορά». Χωρίς να είναι απαραίτητο ότι σε αυτή τη λογική θα έχουμε περισσότερες καθυστερήσεις από αυτές που θα προκύψουν από το πήγαινε – έλα ενός νόμου που θα έχει πολλά προβλήματα αντιδράσεων. Η απόφαση που αφορά τη Γερμανία βγήκε ίσως στο κατάλληλο χρονικό σημείο ώστε να χτυπήσει το καμπανάκι στην Κυβέρνηση και να προχωρήσει άμεσα σε αναδίπλωση και ανασχεδιασμό με στόχο μια νομοθεσία προς τη σωστή κατεύθυνση. Ξεκάθαρα, είναι θέμα πολιτικής βούλησης. Στο χέρι σας είναι. Με εκτίμηση Γιώργος Ριζεάκος