• Σχόλιο του χρήστη 'Τεο' | 30 Μαΐου 2015, 18:37

    Οι κυοφορούμενες ρυθμίσεις περαίωσης – παρά τις καλές προθέσεις- έχουν σοβαρές αδυναμίες. Οι αδυναμίες αυτές θα οδηγήσουν σε χαμηλή εισπραξιμότητα ενώ θα αποδυναμώσουν τις προσπάθειες ενίσχυσης της φορολογικής συνείδησης των πολιτών καθώς καίνε και τα «χλωρά» μαζί με τα «ξερά» Πρώτον, οι κυοφορούμενες ρυθμίσεις, συγχέουν την έννοια της φορολογίας εισοδήματος, που έχει ως φορολογητέα βάση το «εισόδημα», το οποίο είναι μια «ροή», με το αποταμιευτικό προϊόν (δηλαδή την κατάθεση ή την επένδυση) η οποία συνιστά «απόθεμα» εισοδημάτων. Δεν συνιστά μόνο σφάλμα φορολογικής πολιτικής αλλά, μεταξύ άλλων, και σφάλμα λογικής, το να επιλέγεται ως φορολογητέα βάση περαίωσης μιας σειράς παραβάσεων της φορολογίας εισοδήματος η αυτοτελής φορολόγηση ενός αποταμιευτικού αποθέματος (και όχι των αδήλωτων εισοδημάτων). Αυτό θα είχε νόημα μόνο εάν μια κατάθεση σε μια τράπεζα του εξωτερικού εμπεριείχε ΜΟΝΟ αδήλωτα εισοδήματα για τα οποία υπήρχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΚΑΙ (όχι «Ή») καταβολής φόρου και τα οποία δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε πως σήμερα δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης κεφαλαίων παρά μόνο εισοδημάτων – (κατά την γνώμη μου ο πληροφοριακός κωδικός 029-030 στο Ε1, δεν μπορεί να θεωρηθεί πραγματική επί της ουσίας, δήλωση κεφαλαίων καθώς σε αυτόν δεν δηλώνονται αξίες παρά μόνο ένα «ΝΑΙ», ή κατ’ αντιδιαστολή ένα «ΟΧΙ», ως προς την ύπαρξη ενός περιουσιακού στοιχείου στο εξωτερικό – δηλαδή μιλάμε για πληροφοριακή παράβαση και όχι για απόκρυψη εισοδήματος ή φορολογητέας αξίας κεφαλαίου). Κατά την εκτίμησή μου, οι περισσότερες καταθέσεις εξωτερικού, με υπόλοιπα από €50.000 - €150.000 έχουν σχηματιστεί, τις περισσότερες φορές, από έναν συνδυασμό: 1. φορολογημένων εισοδημάτων, 2. εισοδημάτων απαλλασσόμενων από τη φορολογία εισοδήματος (πχ σωρευμένοι τόκοι καταθέσεων εξωτερικού για λογαριασμούς σε πιστωτικά ιδρύματα χωρών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι και το 2006), 3. διάθεσης (πώλησης) περιουσιακών στοιχείων, 4. κληρονομιών, 5. γονικών παροχών 6. αδήλωτων εισοδημάτων τα οποία δημιουργήθηκαν σε οικονομικά έτη όπου κάθε παράβαση έχει παραγραφεί 7. και φυσικά αδήλωτων εισοδημάτων για τα οποία δεν έχουν παραγραφεί οι όποιες φορολογικές παραβάσεις. Σε μια τέτοιου τύπου κατάθεση το 15% επί του κεφαλαίου μπορεί όχι απλά να πλησιάζει αλλά και να υπερβαίνει δραματικά το ποσό που αυτοί οι φορολογούμενοι θα κατέβαλλαν εάν προέβαιναν σε συμπληρωματικές δηλώσεις φόρου εισοδήματος μόνο για τα φορολογητέα αδήλωτα εισοδήματά τους (βλέπε 7) και όχι για το σύνολο του κεφαλαίου. Ο κυοφορούμενος νόμος δυστυχώς «φωτογραφίζει» το σύνολο του κεφαλαίου. Το αποτέλεσμα είναι πως αυτοί ακριβώς οι φορολογούμενοι ΔΕΝ θα ενταχθούν στις ρυθμίσεις του νέου νόμου και θα συνεχίσουν να μην αποκαλύπτουν τις καταθέσεις εξωτερικού και να μην δηλώνουν τα αδήλωτα εισοδήματά τους. Και φυσικά ΔΕΝ θα φέρουν τα λεφτά τους στην Ελλάδα παρά μόνο σε περίπτωση έκτακτης προσωπικής ανάγκης. Στην καλύτερη περίπτωση, ορισμένοι από τους παραπάνω φορολογούμενους θα προβούν στις κλασσικές συμπληρωματικές δηλώσεις φόρου εισοδήματος (συμπληρωματικό Ε1 με 029 + δήλωση εισοδημάτων και αναδρομικές αυτοαποδόσεις τόκων). Αυτοί ακριβώς οι φορολογούμενοι, έχουν σχετικά μεγαλύτερες πιθανότητες να κληθούν στη συνέχεια ΚΑΙ για έλεγχο όπου και θα κληθούν να αντιμετωπίσουν την καφκικής εμπνεύσεως διάταξη «το βάρος της απόδειξης το φέρει ο φορολογούμενος» προσπαθώντας να πείσουν τις ελεγκτικές υπηρεσίες ως προς το ότι τα extrait της τράπεζας του εξωτερικού συνιστούν αποδεικτικά στοιχεία και ότι δεν είναι δυνατόν να έχουν πλήρες αρχείο δηλώσεων, βιβλίων και στοιχείων, το οποίο θα πιστοποιεί ότι εκείνο το έμβασμα πριν 10 – 15 χρόνια δεν συνιστά προϊόν αδήλωτου εισοδήματος αλλά το προϊόν της πώλησης ενός αγροτεμαχίου στο χωριό. Από την άλλη μεριά, υπάρχει μια εντελώς διαφορετική κατηγορία καταθετών εξωτερικού. Πρόκειται για εκείνα τα αρπακτικά τα οποία φοροδιέφυγαν συστηματικά και του σκασμού κατά τα χρόνια της ανάπτυξης 2000 – 2008 (δεν έχουν παραγραφεί οι παραβάσεις αυτών των ετών) και οι οποίοι έβγαλαν μαζικά τα λεφτά τους έξω την τριετία 2009 – 2011. Όλοι αυτοί θα καθαρίσουν με ένα 15%, γλυτώνοντας φορολογικούς συντελεστές που φτάνουν ακόμα και το 45%, πρόστιμα, προσαυξήσεις και ποινικές διώξεις. Το χειρότερο από όλα είναι πως οι ελεγκτικές αρχές μπορούν να εντοπίσουν σχετικά εύκολα αυτές τις περιπτώσεις καθώς έβγαζαν τα λεφτά με μεγάλα και εντοπίσιμα εμβάσματα – έχω την εκτίμηση πως αυτές οι περιπτώσεις έχουν συνήθως και πολύ μεγάλα καταθετικά υπόλοιπα. Συνοψίζοντας: ακριβώς λόγω της σύγχυσης εισοδήματος και αποταμιευτικού προϊόντος, οι κυοφορούμενες ρυθμίσεις χαρακτηρίζονται από μια σαφέστατη ταξική μεροληψία υπέρ των μεγαλύτερων και κατ ΄επάγγελμα φοροφυγάδων και εναντίον της μικρομεσαίας και περιστασιακά φοροδιαφεύγουσας «μαρίδας». Με βάση τα παραπάνω, το ορθότερο θα ήταν να υπάρχει περαίωση αδήλωτων εισοδημάτων τα οποία δεν απαλλάσσονταν από τη φορολογία εισοδήματος από το 1999 και μετά με παράλληλη αποκάλυψη του επενδυτικού προϊόντος στο οποίο είναι κατατεθειμένα (πχ περαίωση αδήλωτου εισοδήματος €20.000 το οποίο βρίσκεται σε έναν λογαριασμό με υπόλοιπο €50.000). Στην περίπτωση αυτή και ο νόμος θα έδινε ισχυρότερα κίνητρα αποκάλυψης, ενδεχομένως και με υψηλότερο συντελεστή φορολόγησης, ενώ θα μπορούσε να υπάρξει και η δημιουργία ενός πρώιμου «καταθεσιολογίου εξωτερικού» - πολύτιμο πληροφοριακό στοιχείο για επιβολή τυχόν έκτακτης εισφοράς ή/και μελλοντικούς ελέγχους ή/και για ανίχνευση της εισπραξιμότητας των ληξιπρόθεσμων οφειλών ενός φορολογούμενου. Παράλληλα, για λόγους ουσιαστικής φορολογικής δικαιοσύνης ο όποιος φορολογικός συντελεστής ΔΕΝ θα έπρεπε να είναι ενιαίος αλλά να εμπεριέχει ΚΛΙΜΑΚΙΑ ανάλογα με το ύψος των εισοδημάτων που θα δηλώνονται/νομιμοποιούνται – αυτό τουλάχιστον ΜΠΟΡΕΙ να γίνει ακόμα και με την ισχύουσα λογική/δομή των κυοφορούμενων ρυθμίσεων. Δεύτερο σοβαρό πρόβλημα του νόμου συνιστά, η θέσπιση διαφορετικού φορολογικού συντελεστή για τις καταθέσεις εξωτερικού (15%) και για τα αδήλωτα εισοδήματα που βρίσκονται στο εσωτερικό (30%). Μια τέτοια ρύθμιση εφόσον ψηφιστεί θα είναι προδήλως αντισυνταγματική («Καθένας συμμετέχει στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις του» – Άρθρο 4 του Συντάγματος) και θα προκαλέσει κύμα προσφυγών στα διοικητικά δικαστήρια, όπου και υπάρχουν ισχυρές πιθανότητες να κριθεί τελικώς ως αντισυνταγματική. Τέλος, ακόμα και αν ο νόμος ψηφιστεί, στην παρούσα εξόχως προβληματική του μορφή, το Υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει τουλάχιστον να ξεκαθαρίσει, σειρά εξόχως σημαντικών ζητημάτων ορθής και ομοιόμορφης εφαρμογής. Πχ ποια θα είναι η ευθύνη των συν-δικαιούχων ενός λογαριασμού; Κατά την γνώμη μου, οι όποιες εγκύκλιοι εκδοθούν θα πρέπει να κινούνται στη λογική της επιβάρυνσης των πραγματικών δικαιούχων με την όποια ευθύνη, δήλωσης/αποκάλυψης/νομιμοποίησης (αντί του επιμερισμού σε ίσα ποσοστά ανάλογα με τον αριθμό των συνδικαιούχων). Δηλαδή θα πρέπει να επιβεβαιωθεί η μεταστροφή της Φορολογικής Διοίκησης που έχει επέλθει με κανονιστικές πράξεις όπως η ΠΟΛ. 1155/2013. Σε αντίθετη περίπτωση θα «τιμωρούνται» και θα πληρώνουν (;) πολίτες (σύζυγοι, τέκνα) που δεν φέρουν καμία ευθύνη για φορολογικές παραβάσεις άλλων προσώπων – ειρήσθω εν παρόδω ας μην ξεχνάμε πως σε κάποιες περιπτώσεις αυτά τα πρόσωπα έγιναν συνδικαιούχοι όντας ανήλικοι ενώ ΔΕΝ μπορούν να εξέλθουν από έναν κοινό λογαριασμό χωρίς την έγγραφη συναίνεση του έτερου συνδικαιούχου, η οποία σε πολλές περιπτώσεις είναι κάθε άλλο παρά δεδομένη.