• Σχόλιο του χρήστη '"VIVA ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Α.Ε." & "E-Money Association"' | 9 Φεβρουαρίου 2018, 13:59

    Η περιοριστική απαρίθμηση των υπόχρεων οντοτήτων που θεωρούνται «τρίτα μέρη», στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, αντί για την παραπομπή στο άρθρο 5 του Σχεδίου Νόμου (όπως προβλέπει ρητώς η Οδηγία 2015/849 ώστε να περιλαμβάνει όλες τις υπόχρεες οντότητες) είναι απαράδεκτη και δημιουργεί σοβαρά θέματα ανισότητας στην αγορά, στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και διακριτικής μεταχείρισης σε βάρος συγκεκριμένων οντοτήτων. Συγκεκριμένα, η παράλειψη ορισμένων κατηγοριών υπόχρεων οντοτήτων (π.χ. τα Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος) από την δυνατότητα να ενεργούν ως «τρίτα μέρη», δίνει ένα αδικαιολόγητο προβάδισμα σε άλλες οντότητες (όπως π.χ. στα πιστωτικά ιδρύματα) να αναπτύξουν περαιτέρω εμπορικές σχέσεις και σχέσεις πελατείας με οντότητες στις οποίες επιθυμούν να παράσχουν ως «τρίτο μέρος» υπηρεσίες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών περί συνήθους δέουσας επιμέλειας. Ειδικότερα, στα «τρίτα μέρη» θα πρέπει να συμπεριληφθούν απαραιτήτως τα Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος, όπως ορίζονται στην Οδηγία 110/2009 και στον Νόμο 4021/2011. Τα Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος λειτουργούν υπό την αυστηρή εποπτεία των αρμοδίων Αρχών (εν προκειμένω της Τράπεζας της Ελλάδος) με σαφέστατο εποπτικό πλαίσιο και είναι θέσει και φύσει υποχρεωμένα να διενεργούν αυστηρούς ελέγχους για την ταυτοποίηση των πελατών τους και την εφαρμογή μέτρων δέουσας επιμέλειας. Πολλώ δε μάλλον όταν για την χώρα μας, το παρόν Σχέδιο Νόμου έχει ακολουθήσει μία πολύ αυστηρότερη προσέγγιση ως προς τις υποχρεώσεις των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος από την ευελιξία που παρείχε η Οδηγία ( δηλαδή αποκλείοντας την διακριτική ευχέρεια που δίνει το άρθρο 12 της Οδηγίας στα Κράτη-Μέλη να εξαιρούν ορισμένα προϊόντα Ηλεκτρονικού Χρήματος από υποχρεώσεις Μέτρων Δέουσας Επιμέλειας). Επομένως, και σε συνδυασμό με το άρθρο 62Α του Νόμου 4170/2013, όπως προστέθηκε με τον Νόμο 4446/2016, υφίσταται ένα αυστηρό πλαίσιο Μέτρων Δέουσας Επιμέλειας για όλα τα προϊόντα που προσφέρουν τα Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος. Αντιβαίνει επομένως στην κοινή λογική η παράλειψη των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος από τις οντότητες που μπορούν να ενεργούν ως «τρίτα μέρη», δεδομένου ότι πληρούν το σύνολο των προϋποθέσεων του άρθρου 26 της οδηγίας για να παρέχουν αυτήν την υπηρεσία με τον πλέον ορθό και αξιόπιστο τρόπο. Η Αιτιολογική Έκθεση δεν παρέχει καμία απολύτως αιτιολόγηση για την παράλειψη των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος, παρά μόνο αρκείται σε μία γενική διαπίστωση ότι το Σχέδιο Νόμου ακολουθεί μία πιο συντηρητική προσέγγιση από την Οδηγία. Εν κατακλείδι είναι απαράδεκτη η παράλειψη των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος από τις οντότητες που ενεργούν ως «τρίτα μέρη». Η παράλειψη αυτή έχει άμεσες συνέπειες και παραβιάζει καταφανώς την αρχή της ελευθερίας της αγοράς, επηρεάζοντας τις εμπορικές σχέσεις που μπορούν να συναφθούν μεταξύ των υπόχρεων οντοτήτων και των «τρίτων μερών» και δημιουργεί συνθήκες ανάπτυξης αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των παρόχων αυτών, σε ευθεία αντίθεση με τα όσα ρητώς προβλέπει η Οδηγία και χωρίς να περιέχεται σε αυτή η δυνατότητα στα κράτη -μέλη να θέσουν περιορισμούς/αποκλεισμούς . Αιτούμαστε σθεναρά την ενσωμάτωση του άρθρου 26 της Οδηγίας, χωρίς παρέκκλιση, και σε κάθε περίπτωση την ρητή συμπερίληψη των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος στα «τρίτα μέρη».